ΟΙ ΣΟΣΙΑΛΦΑΣΙΣΤΕΣ ΕΜΠΡΗΣΤΕΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΘΑ ΣΥΝΕΧΙΣΟΥΝ
ΝΑ ΤΟΥΣ ΞΕΣΚΕΠΑΣΟΥΜΕ ΚΑΙ ΝΑ ΑΝΤΙΣΤΑΘΟΥΜΕ

(Δεκέμβρης 2008)

 

Η νέα χρονιά θα φέρει ακόμα πιο γρήγορες πολιτικές αλλαγές. Οι σοσιαλφασίστες εμπρηστές του Δεκέμβρη θα συνεχίσουν. Το μεγάλο σύνθημα της επίθεσης το έδωσε το αφεντικό τους και το διεθνές κέντρο της δράσης τους, η Ρωσία του Πούτιν εισβάλλοντας το καλοκαίρι στη Γεωργία επιδεικνύοντας τις νέες θέσεις της σε όλα τα πλάτη και τα μήκη της γης, σκορπώντας παντού το θάνατο και την προβοκάτσια. Η σοσιαλφασιστική επίθεση στην Αθήνα είναι μέρος αυτών των σχεδιασμών.

Οι καθοδηγητές της περιμένανε εναγώνια μια αφορμή. Η δολοφονία του μικρού Αλέξη από την τερατοποιημένη από τους ίδιους αστυνομία τους την πρόσφερε. Και ήταν πανέτοιμοι. Το μόνο που δεν είχαν λογαριάσει καλά ήταν τις αντιδράσεις του ελληνικού λαού. Υποτιμήσανε την οργή που θα ξεσηκώνανε εναντίον τους γιατί όλες οι ως τώρα προβοκάτσιές τους είχαν «βγει»: Τα σπασίματά τους, οι εμπρησμοί τους, οι στημένες αναίτιες συγκρούσεις τους με την αστυνομία με τις οποίες ηρωοποιούσαν τα κινήματα τους δεν γίνονταν επί χρόνια κατανοητές σαν πράξεις άδικης βίας από το λαό. Τώρα έγιναν γιατί οι σοσιαλφασίστες πήγαν για το μεγάλο κόλπο και ξεθάρρεψαν και προχώρησαν πιο πολύ από κάθε άλλη φορά. Και για πρώτη φορά τους έδειξε ο κόσμος με το δάχτυλο και τους απομόνωσε, ιδιαίτερα τον ασύλληπτο χαμαιλέοντα που λέγεται ΣΥΝ. Έτσι αναγκαστήκανε να σταματήσουν την «εξέγερσή» τους.

Αλλά τη βία τους δεν θα τη σταματήσουν πριν εξαναγκάσουν την υπόλοιπη αστική τάξη να δεχτεί τον εκβιασμό τους που είναι ο εξής: ή μας αναγνωρίζετε σαν κλειδί της όποιας εξουσίας σας μέσω ειδικών μορφών συγκυβέρνησης ή θα εισπράξετε τη « λαϊκή μας βία» και το χάος. Ξέρουν δηλαδή -όπως ξέρει και η Μόσχα αφού μπήκε στη Γεωργία- ότι αφού αρχίσανε την επίθεση τους κάθε οπισθοχώρηση θα είναι ολέθρια γι αυτούς γιατί εκτός από φασίστες θα φανούν και αδύναμοι. Αλλά από την άλλη όσο θα προχωράνε πολιτικά τραυματισμένοι τόση περισσότερη βία θα υποχρεώνονται να ασκούν πάνω στον ίδιο το λαό, ενώ ως τώρα ασκούσαν βία κύρια ενάντια στα κομμάτια της αστικής τάξης που τους αντιστέκονταν. Όσο όμως θα ασκούν βία στο λαό τόσο περισσότερο θα γίνονται μισητοί, τόσο θα απομονώνονται και με τόσο μεγαλύτερη δυσκολία θα παίζουν το πολιτικό τους παιχνίδι. Ήδη μέσα σε λίγες μέρες τα δύο βασικά κόμματα του σοσιαλφασισμού, το ψευτοΚΚΕ και ο ΣΥΝ υπέστησαν τόση πολιτική ζημιά όση δεν είχαν υποστεί επί 30 χρόνια όταν χτυπούσαν πισώπλατα τη χώρα κρυμμένα πίσω από τα δυο μεγάλα κυβερνητικά κόμματα και τους εγκάθετους αρχηγούς τους.
Όμως τώρα διαβήκανε το Ρουβίκωνα. Τώρα κανείς δεν θα ξεχάσει τους ύμνους τους στους εμπρηστές και τους πλιατσικολόγους σαν εξεγερμένους, ή τις αλαζονικές πορείες τους πάνω στα αποκαΐδια της πόλης, ή την προβοκατόρικη χρήση και μετά το τσάκισμα του νεολαιίστικου κινήματος ενάντια στον αστυνομικό εκφασισμό, ή το συνειδητό μεθοδικό αποκλεισμό μιας πόλης που ήθελε μια ανάσα γιορτής μέσα στη δυστυχία της. Δεν θα ξεχάσει επίσης ποτέ κανείς δημοκράτης την κατάληψη της ΓΣΕΕ, τις τραμπούκικες εισβολές και επιβολές του δελτίου τους στους σταθμούς και τα κανάλια. Ακόμα περισσότερο δεν θα ξεχάσει κανείς την απόφασή τους να επιβάλουν την ποινή του κλεισίματος των μαγαζιών σε ένα εμπορικό και οικονομικό κέντρο της Αθήνας που τόλμησε να τους αψηφήσει για να βρει ένα μέρος από την εμπορική και οικονομική ζωή και το ηθικό που αυτοί του στέρησαν.

Ας μην έχει κανείς την παραμικρή αμφιβολία. Οι βιαστές αυτοί της θέλησης και της διάθεσης του λαού θα φτάσουν κάποια στιγμή στο φόνο με την ίδια και περισσότερη ευκολία από εκείνη με την οποία χαιρέτησαν τον εμπρησμό. Αυτοί που καταστρέφουν τόσο εύκολα την συσσωρευμένη εργασία του λαού που φανερώνεται στα εμπορεύματα και στις αξίες χρήσης, αυτοί θα σκοτώσουν και θα βασανίσουν με πολύ μεγαλύτερη άνεση και διεστραμμένη ανακούφιση τους ορκισμένους εχθρούς της κτηνωδίας τους, τους δημοκράτες, τους ανθρώπους του λαού, τους πραγματικούς κοινωνικούς επαναστάτες που θα μπουν στο δρόμο τους. Αυτοί που φέρθηκαν σαν κανονικοί ναζιστές σε μια κατεχόμενη πόλη απόδειξαν ότι δεν μισούν τίποτα παραπάνω από όσο το λαό ενώ καμώνονται πως μισούν τον καπιταλισμό. Και το απόδειξαν με μια και μόνη αλλά εντελώς χαρακτηριστική τους κίνηση: ότι κάψανε ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο μόνο και μόνο γιατί τόλμησε να δίνει χαρά σε έναν λαό και στα παιδιά του πράγμα που αυτός ο λαός δεν έπρεπε να επιτρέπει στον εαυτό του σε συνθήκες καπιταλισμού, αγοράς, ανθρώπινης εκμετάλλευσης και αλλοτρίωσης. Με λίγα λόγια αποφάσισαν να δείξουν στο λαό ότι θα πρέπει να σκοτώσει το πνεύμα του και τις συνήθειές του επειδή δεν είναι σύμφωνα με το δικό τους πνεύμα και τις δικές του συνήθειες. Το μόνο που λείπει στην παρέα τους είναι οι καθαρόαιμοι, οι ανοιχτοί ναζιστές, που πάντως δεν θα αργήσουν να τους συναντήσουν στους κοινούς αντισημιτικούς τους αγώνες και στα αντικαπιταλιστικά και «αντιιμπεριαλιστικά» γλέντια τους.

Να λοιπόν πως μέσα σε είκοσι μέρες η χώρα βρήκε μπροστά της ξεκάθαρα τον πυρήνα των μελλοντικών εχθρών της. Από δω και πέρα κάθε δημοκράτης θα πρέπει να είναι απέναντί τους. Γιατί κανείς από αυτούς δεν θα μπορεί να πει ότι δεν ήξερε, ότι δεν είχε ακούσει, ότι δεν υποπτεύθηκε ότι καίγοντας και στηρίζοντας πολιτικά το κάψιμο μαγαζιών, βιβλιοθηκών και χριστουγεννιάτικων δένδρων είχε πραγματικά συμμετάσχει στην ελληνική νύχτα των κρυστάλλων. Εδώ βέβαια δεν σπάσανε οι βιτρίνες των μαγαζιών αποκλειστικά των εβραίων. Εδώ κάηκαν και λεηλατήθηκαν οι περιουσίες όλων των «αστών». Αλλά όχι όποιων-όποιων αστών. Κάηκαν και λεηλατήθηκαν οι περιουσίες των εμπόρων και τραπεζιτών αστών της μη κρατικής αστικής τάξης, των φιλελεύθερων αστών. Ο Εβραίος, που τις βιτρίνες του τις έσπασε το γερμανικό λούμπεν για λογαριασμό του γερμανικού πολεμικού κρατικομονοπώλιου τη νύχτα των κρυστάλλων, δεν είναι παρά η συμπυκνωμένη, η λαϊκή και η παραστατική έκφραση αυτού του είδους αστού. Τα μαγαζιά που έκαψε, έσπασε και λεηλάτησε το ελληνικό λούμπεν κάτω από τις διαταγές των πρακτόρων του τσάρου-χίτλερ Πούτιν είναι όλων των τέτοιου είδους αστών και όχι μόνο των Εβραίων. Σε αντίθεση με τους χιτλερικούς αντισημίτες οι «αντικαπιταλιστές» αντισημίτες της νέας εποχής σαν πιο «μαρξιστές», δηλαδή σαν πιο «διαβασμένοι» αντισημίτες, θέλουν να εξαφανίσουν από προσώπου γης κάθε φιλελεύθερο αστό και όχι μόνο τον εβραίο αστό. Το «θάνατος στους πλούσιους» για αυτούς δεν είναι μεταφορικό σύνθημα, αλλά κυριολεκτικό. Αυτός είναι ο κοινωνικός ρατσισμός του ρώσικου νεοχιτλερικού κρατικομονοπώλιου καθώς και του λούμπεν και των μικροαστών της νέας εποχής, που από το μαρξισμό μάθανε μόνο να του αντιστρέφουν εντελώς το περιεχόμενο. Αυτός είναι ο «μαρξισμός» της «17 Νοέμβρη». Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι δύο οργανώσεις που χαιρέτησαν ολόκληρο το καταστροφικό όργιο της 8/12, η Αντιεξουσιαστική Κίνηση και η Κόντρα, υποστηρίζουν με θέρμη σαν κοινωνικούς επαναστάτες τους φονιάδες της «17Ν», και δεν είναι τυχαίο ότι τα ηγετικά στελέχη αυτών των οργανώσεων έχουν εμφανιστεί ή εμφανίζονται ακόμα σαν μαρξιστές. Μπροστά τους ο εξαρχειώτικος αναρχισμός έχει κυριολεκτικά γονατίσει και προσπαθεί να τους ακολουθήσει ασθμαίνοντας λέγοντας ότι αποδέχεται την καταστροφή των τραπεζών αλλά όχι και κάθε άλλη ενώ ταυτόχρονα διαβεβαιώνει τους καταστροφείς ότι δεν θα τους δικάσει. Μόνο μία μικρή ομάδα αναρχικών από την Αθήνα, την Αχαΐα και την Κορινθία έσωσε την τιμή του κλασικού αναρχισμού. (Δες σχετικό σημείωμά μας στην ηλεκτρονική έκδοση της ΝΑ).

Οι μαρξιστές μισούν τον αστισμό, αλλά τους αστούς τους ίδιους τους μισούν μόνο σαν φορείς του κεφάλαιου και όχι σαν πρόσωπα. Γι αυτό δεν τους σκοτώνουν. Απλά σε επαναστατικές εποχές τους πιο μεγάλους τους απαλλάσσουν από το κεφάλαιό τους πράγμα που στο βάθος δεν τους χτυπάει σαν πρόσωπα, αλλά τους απελευθερώνει. Οι προλεταριακές επαναστάσεις χρησιμοποιούν φυσική βία ενάντια σε κεφαλαιοκράτες μόνο όταν και μόνο σε όσο βαθμό αυτοί εμπλέκονται άμεσα στην πολιτική ταξική πάλη και δίνουν στις κυβερνήσεις οδηγίες βίας και δολοφονίας των επαναστατών και του λαού. Αλλά σε κάθε περίπτωση οι μαρξιστές προλετάριοι δεν μισούν την υλική υπόσταση του κεφάλαιου, ποτέ δεν καίνε και δεν καταστρέφουν το μαγαζί, το κεφάλαιο-εμπόρευμα, το εργοστάσιο, το εργοτάξιο, ούτε την τράπεζα (ναι ούτε την τράπεζα γιατί κι αυτή έχει ακόμα ιστορικό ρόλο να παίξει στην πρώτη φάση του σοσιαλισμού) γιατί αυτά είναι προϊόντα της δικής τους εργασίας και η βάση της μελλοντικής ελευθερίας τους και της ευημερίας τους. Ακόμα περισσότερο αυτά αποτελούν τη βάση και της τωρινής τους επιβίωσης. Γιατί οι μαρξιστές γνωρίζουν ότι η ζωντανή παραγωγική εργασία του προλετάριου δεν παράγει μόνο το κέρδος του καπιταλιστή αλλά και το δικό του μισθό. Από την άλλη το επαναστατικό προλεταριάτο θα απαλλοτριώσει κάθε μεγάλο κεφάλαιο οπότε και το εμπορικό κεφάλαιο και το τραπεζικό αλλά μόνο για να τα παραδώσει σε όλη την κοινωνία, δηλαδή να τα μετατρέψει σε κοινωνικό κεφάλαιο. Γι αυτό ποτέ δεν καταστρέφει αυτό το κεφάλαιο και ποτέ δεν το παραδίνει στη λεηλασία του όχλου. Γιατί αν το κάνει τότε αυτό από κοινωνικό κεφάλαιο το μετατρέπει σε ατομική λεία, σε λεία του πλιατσικολόγου. Όποιος το κάνει αυτό δημιουργεί πλιατσικολόγους-ληστές. Το μεγαλύτερο έγκλημα του σοσιαλφασίστα εμπρηστή και σπασιματία της «ελληνικής νύχτας των κρυστάλλων» είναι ότι διέφθειρε ένα κομμάτι του λαού, ιδιαίτερα των μεταναστών, βυθίζοντάς το σε ένα μαζικό και πρωτοφανές πλιατσικολογικό όργιο.
Όχι, ο φόνος του αστού από τον 17νοεμβρίτη και ο εμπρησμός του μαγαζιού και της τράπεζας από το ψευτομαρξιστικό λούμπεν δεν είναι δουλειά της επανάστασης. Είναι παραγγελιά ενός καθεστωτικού ληστή και μάλιστα ενός ληστή ιμπεριαλιστή με όνειρα παγκόσμιας κυριαρχίας.

Αυτό που έκαναν οι εμπρηστές της Αθήνας και μιας σειράς μεγάλων πόλεων είναι να κάνουν πράξη την πολιτική «θεωρία» και τα συνθήματα των πρακτόρων του τσάρου, δηλαδή του ΣΥΝ και του ψευτοΚΚΕ που δίνουν σε αυτή τη χώρα με τη βοήθεια των Παπανδρέου και Καραμανλή την πιο καθεστωτική θεωρία και τα πιο καθεστωτικά συνθήματα σε κάθε φάση. Οι λούμπεν και οι μικροαστοί χωρίς μέλλον σπάσανε τις τράπεζες που σχηματίζουν τάχα τα «καρτέλ» (δες προηγούμενα φύλλα της ΝΑ γι αυτήν τη δημαγωγική απάτη περί καρτέλ) και σαν «καρτέλ» κλέβουν το λαό σχηματίζοντας τάχα αμύθητα κέρδη, κάψανε και λεηλάτησαν τους εμπορικούς «ναούς του κέρδους», τις καπιταλιστικές αλυσίδες που υψώνουν τάχα τις τιμές όσο θέλουν, κάψανε την αστική γνώση, την τάχα εξ ορισμού μη επιστημονική, που προσφέρει στις βιβλιοθήκες του το «ιδιωτικοποιημένο» πανεπιστήμιο. Κυρίως τιμώρησαν τον αλλοτριωμένο γι αυτούς καταναλωτή λαό, αυτόν τον υπηρέτη του κεφάλαιου που εδώ και χρόνια ανεπίδεκτος μάθησης και ανίκανος να υπερασπίσει τα «πραγματικά ταξικά του συμφέροντα» ψηφίζει τα δύο μεγάλα αστικά κόμματα και όχι τα δύο ρωσόδουλα μικρά -τρία πλέον μαζί με το νεοναζιστικό ΛΑΟΣ- που μένουν εξ αιτίας αυτού του λαού εκτός κυβερνητικής εξουσίας. Όλη η παραπάνω απάτη και δημαγωγία των σοσιαλφασιστών έγινε πράξη στην ελληνική νύχτα των κρυστάλλων. Και έγινε πράξη κατ εντολή και με την κάλυψη του πιο ισχυρού κομματιού του καθεστώτος. Γι αυτό είναι νύχτα κρυστάλλων και όχι εξέγερση του Λος Άντζελες ή εξέγερση του Παρισιού.
Η εξέγερση του Λος Άντζελες το 1992 και εκείνη του Παρισιού το 1995 δίνουν στην ελληνική νύχτα των κρυστάλλων μόνη τη μορφή, αλλά τίποτα από το περιεχόμενό της. Επίτηδες οι εμπρηστές προσπάθησαν και στην πράξη και στην προπαγάνδα τους από την πρώτη στιγμή να κρύψουν το έγκλημά τους πίσω από τις δύο αυτές εξεγέρσεις. Αυτές ήταν πραγματικές αυθόρμητες εξεγέρσεις βασικά του μισοάνεργου και λούμπεν προλεταριάτου των αμερικάνικων και γαλλικών πόλεων. Τα καψίματά τους και οι λεηλασίες τους (οι τελευταίες έγιναν μόνο στο Λος Άντζελες) δεν έχουν τίποτα κοινό με την καθεστωτική, ψυχρή, υπολογισμένη, και κυρίως ανεμπόδιστη τελετουργία καταστροφής και λεηλασίας στο κέντρο της Αθήνας. Πουθενά στις δυο πόλεις δεν είχαμε πολιτικά κόμματα να καλούν σε διαδηλώσεις στο κέντρο τους και μέσα από αυτές τις διαδηλώσεις και δίπλα σε αυτές τις διαδηλώσεις να ξετυλίγεται εντελώς ανεμπόδιστα η πιο μαζική και πιο συγκεντρωμένη στο χρόνο και το χώρο καταστροφή του εμπορικού κέντρου μιας μεγαλούπολης. Πουθενά δεν είδαμε τόσο μεγάλες καταστροφές να σταματάνε με το μαχαίρι μετά από μια «πανεθνική» συνάντηση των πολιτικών αρχηγών που ομόφωνα εγκρίνανε ένα ειρηνικό «κίνημα μαθητικής νεολαίας» που θα συνεχιζόταν μετά τους εμπρησμούς μοιράζοντας λουλούδια στην αστυνομία κάτω από τα χειροκροτήματα όλου του έθνους και που οι «εξεγερμένοι» θα θεωρούσαν επίσης τμήμα της «εξέγερσης» τους και όχι άρνησή της. Αυτές τις γελοιότητες δεν θα τις έκανε, ούτε θα μπορούσε να τις κάνει ποτέ η μαύρη φτωχολογιά του Λος Άντζελες. Αυτή έκαψε και λεηλάτησε μαγαζιά κυρίως των μικρομεσαίων λατίνων στις φτωχογειτονιές που τους θεωρούσε ταξικούς και εν μέρει φυλετικούς εχθρούς της, αλλά ταυτόχρονα και κυρίως επί έξι μέρες συγκρούστηκε πραγματικά με την αστυνομία. Συγκρούστηκε τόσο άγρια που εκείνο το οργισμένο και αποφασισμένο πλήθος μόνο με το μαζικό κατέβασμα της ουσιαστικά στρατιωτικής αμερικάνικης πολιτοφυλακής μπορούσε να αναχαιτιστεί. Εκεί έδωσε νεκρούς, πολλούς τραυματίες και ακόμα πιο πολλούς φυλακισμένους διαδηλωτές. Εκεί ναι είχαμε τυφλή βία γιατί δεν υπήρχε κανείς ΣΥΝ και κανένα ψευτοΚΚΕ με 15000 διαδηλωτές συνολικά που θα μπορούσαν αν ήθελαν να συγκρατήσουν οποιονδήποτε θα έκθετε το κίνημά τους στο λαό και που θα μπορούσαν επίσης, αν ήθελαν -και αυτό πράγματι ήθελαν- να καλύψουν πολιτικά και ποινικά τους εμπρηστές. Τέτοιες απάτες σαν και αυτές που έγιναν εδώ δεν μπορούσε ούτε προφανώς θα ήθελε να κάνει το μεταναστευτικό λούμπεν και μισοάνεργο γαλλικό προλεταριάτο που η εξέγερσή του ήταν τόσο λίγο εγκεκριμένη από τη γαλλική αστική τάξη ώστε δεν μπόρεσε ούτε από μακριά να πλησιάσει και πόσο μάλλον να κάψει το κέντρο του Παρισιού. Μπόρεσε ωστόσο, και αυτό το πλήρωσε με 3000 συλλήψεις και αρκετά ψηλές ποινές φυλάκισης, να κάψει 10 χιλιάδες αυτοκίνητα συνήθως των ίδιων των καταραμένων γειτόνων του, πολλά σχολεία και λίγα αστυνομικά τμήματα επί 20 ολόκληρες μέρες υποχρεώνοντας και αυτό τη γαλλική αστική τάξη να επιβάλει καθεστώς έκτακτης ανάγκης για να τελειώνει με αυτήν. Ήταν και αυτή μια τυφλή βία που όμως είχε την εσωτερική αυθόρμητη λογική της: ήταν όπως και εκείνη του Λος Άνζελες μια κύρια αντι-αστυνομική και αντι-κρατική βία. Γι αυτό είχε και αυτή κάτι το ηρωικό και γνήσιο μέσα στην απώθηση που γεννάει στους λαούς κάθε εξέγερση του λούμπεν.

Τι σχέση έχουν όμως αυτά τα μοντέρνα φαινόμενα των γκέτο των μεγαλουπόλεων με το συστηματικό πλιάτσικο ενός «επαναστατικού στρατού» που κατέβασε τη βαριοπούλα στο «πεδίο της μάχης» για να σπάσει ανενόχλητο ακόμα και τις πιο γερές βιτρίνες που οι μαγαζάτορες είχαν κάνει τετράδιπλες από παλιότερες τέτοιες πικρές εμπειρίες τους. Οι έλληνες σπασιματίες δεν έχουν καμιά σχέση με τους γάλλους συναδέλφους τους απλά γιατί είναι μέρος του καθεστώτος. Το ελληνικό πλιάτσικο δεν είναι οποιαδήποτε μεταφορά του γαλλικού και του αμερικάνικου αντίστοιχου στις ειδικές συνθήκες της χώρας μας. Είναι ιστορική κληρονομιά κυρίως των κολοκοτρωνέικων ληστοσυμμοριών της Πελλοποννήσου με τις οποίες σχημάτισε το δικό της στρατό η πανίσχυρη στην Ελλάδα τσαρική διπλωματία στη διάρκεια του ’21 και πιο πολύ μετά από αυτό. Αυτή η πρώτη κλεφτουριά δεν θα μπορούσε να υπάρχει χωρίς ένα καθώς πρέπει πολιτικό ρώσικο κόμμα, όπως ήταν αυτό των Ναπαίων και που τώρα είναι το ψευτοΚΚΕ και πιο πολύ ο ΣΥΝ. Αυτοί έχουν αναλάβει σήμερα την καθοδήγηση, έλεγχο και προστασία αυτού του στρατού πλιατσικολόγων στον οποίο μπορεί κανείς να συναντήσει πιασμένους χέρι-χέρι τον πλιατσικολόγο των ευρωπαϊκών ερευνητικών προγραμμάτων συνασπιμαίο δόκτορα της ΠΟΣΔΕΠ, τον λούμπεν φοιτητή συνδικαλιστή που κάνει πλιάτσικο στα πτυχία, και τον ληστή τραπεζών δήθεν επαναστάτη που εναλλάσσεται με τον σπασιματία μπουκαδόρο με τη μολότωφ. Ο χώρος στον οποίο αυτοί οι τρεις ήρωες της σύγχρονης νεοελληνικής κλεφτουριάς συναντιούνται είναι το «άσυλο του Πολυτεχνείου» που το εξασφαλίζει ο καθώς πρέπει πρύτανης του ΣΥΝ. Η ποιοτική τους διαφορά με την πελοποννησιακή κλεφτουριά είναι ότι εκείνοι έπαιζαν τουλάχιστον το κεφάλι τους αψηφώντας το σουλτάνο, ενώ τούτοι εδώ είναι σχεδόν απόλυτα ασφαλείς. Η ποιοτική τους διαφορά με το Λος Άνζελες και το Παρίσι είναι ότι εκεί δεν θα βρει κανείς πίσω από καμιά εξέγερση ένα εργοστάσιο μολότωφ στο Μπέρκλευ, στο Κάλτεκ ή στη Σορβόννη, ούτε έναν πρωθυπουργό που να εξασφαλίζει για την «εξέγερση» μια τόσο «διακριτική» αστυνομία, ούτε έναν πρόεδρο της Δημοκρατίας, ούτε έναν Αρχιεπίσκοπο που θα διακηρύσσουν το δίκιο της «εξέγερσης της νεολαίας». Ότι υπήρχε νεολαιίστικο αλλά και λούμπεν αντιαστυνομικό εξεγερτικό κράτησε τις λίγες ώρες του πετροβολητού στα Εξάρχεια στις 7/12. Οι έξω από κάθε λογική του αυθόρμητου εμπρησμοί της Ερμού και μετά η συγκέντρωση των ψευτοΚΚΕ και ΣΥΝ στις 8/12 που έδωσαν την καθεστωτική κάλυψη στην ελληνική νύχτα των κρυστάλλων σκότωσαν και συκοφάντησαν στο λαό κάθε ίχνος αντιαστυνομικής εξέγερσης που υπήρξε ως εκείνη τη στιγμή. Στην πραγματικότητα δεν πρέπει κανείς να κάνει καμιά διαφοροποίηση ποιότητας ανάμεσα στο δολοφόνο του μαθητή από τον ειδικό φρουρό και στους εμπρηστές της Αθήνας. Έχουν πίσω τους να τους στηρίζει και να τους καθοδηγεί το ίδιο φαιοκόκκινο πολιτικό και ιδεολογικό κέντρο. Στην πραγματικότητα μάλιστα η οργανωμένη και μαζική εμπρηστική επίθεση των «κόκκινων» ενάντια στην πόλη στις 8/12 είναι η κλιμάκωση αλλά και η απόπειρα δικαίωσης της μη κεντρικά σχεδιασμένης δολοφονικής επίθεσης του «φαιού» φασίστα ειδικού φρουρού στον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο. Ακόμα περισσότερο είναι η κλιμάκωση σε επίπεδο πολιτικού μαζικού κινήματος της δολοφονικής δράσης της “17Ν”.

Να γιατί κάθε δημοκράτης πρέπει να ανησυχεί για τον εμπρησμό και τη λεηλασία της Αθήνας.

Να γιατί έχουμε μπει σε μια νέα εποχή. Από εδώ και μπρος όλα θα είναι ζήτημα οργάνωσης και ανάπτυξης της δημοκρατικής αντίστασης. Και ο αναγκαίος πυρήνας αυτής της αντίστασης θα είναι η ΟΑΚΚΕ. Γι αυτό επείγει τώρα να τη δυναμώσουμε. Και τώρα περισσότερο από κάθε άλλη φορά μπορούμε να το κάνουμε γιατί ακριβώς τώρα βγήκε ο εχθρός στο κλαρί, οπότε ακριβώς τώρα ήρθε η ώρα να αποκαλυφτεί και να γίνει κατανοητή η γραμμή του ενιαίου αντιρώσικου δημοκρατικού και πατριωτικού μετώπου καθώς και να γίνει κατανοητό αυτό που χωρίζει τη σοσιαλιστική επανάσταση από τον σοσιαλναζιστικό πραξικοπηματισμό. Οι φίλοι της ΟΑΚΚΕ έρχονται ακόμα πιο κοντά μας μετά τις παγκόσμιες και εσωτερικές αυτές εξελίξεις. Ο καθένας πρέπει να δώσει ότι μπορεί για την ανάπτυξη της ΟΑΚΚΕ είτε προσχωρώντας και οργανωτικά σε αυτήν, είτε δίπλα της προπαγανδίζοντας τη γραμμή της και στηρίζοντάς την οικονομικά.