Η δολοφονία Μασχάντοφ ανοίγει το δρόμο στην επίθεση της Μόσχας στον Καύκασο

Στις 8 Μάρτη οι ρωσικές αρχές ανακοίνωσαν το θάνατο του προέδρου της Τσετσενίας, Ασλάν Μασχάντοφ. Σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή του Κρεμλίνου, ο Μασχάντοφ "εξοντώθηκε" σε μια επιχείρηση των ειδικών δυνάμεων των μυστικών υπηρεσιών που διεξαγόταν στο χωριό Τολστόι-Γιουρτ, μερικά χιλιόμετρα έξω από το Γκρόζνι. Όμως οι πραγματικές συνθήκες θανάτου του δεν έχουν ακόμη εξακριβωθεί. Μια βδομάδα αργότερα η KGB ισχυρίστηκε ότι κατέβαλε 300 εκατομμύρια ρούβλια (8,1 εκ. ευρώ) στους πληροφοριοδότες που έδωσαν την ακριβή θέση του τσετσένου ηγέτη και υποσχέθηκε να τους φυγαδεύσει άμεσα από τη χώρα για να προστατεύσει τη ζωή τους. Το πιο πιθανό με αυτόν τον ισχυρισμό είναι ότι η Μόσχα προσπαθεί να καλύψει αυτούς που πραγματικά πρόδωσαν τον Μασχάντοφ και που θα πρέπει να ήταν οι κρυμμένοι άνθρωποι της μέσα στην αντίσταση. Από την άλλη όμως μεριά ο όγκος της υποτιθέμενης αυτής ή πραγματικής αμοιβής για την εξεύρεση ενός προδότη δείχνει τα βαθιά αισθήματα αγάπης και σεβασμού που έτρεφε ο λαός της Τσετσενίας προς τον αδιαμφισβήτητο ηγέτη του.
Αλλά και ο λαός αυτός είναι στο ύψος του ηγέτη του. Γιατί το να αψηφήσει ένα έθνος του ενός εκατομμυρίου ολομόναχο μια πάνοπλη υπερδύναμη όπως η Ρωσία απαιτεί μεγάλη γενναιότητα. Το μεγαλείο των Τσετσένων έγκειται ακριβώς στο ότι τολμούν να θέτουν ψηλούς κι ευγενικούς στόχους τους οποίους προσπαθούν και να υλοποιήσουν αδιαφορώντας για τις συνέπειες πάνω τους, στο ότι θέλουν να διεκδικήσουν την ελευθερία τους παρόλο που γνώριζαν από την αρχή ότι αυτό θα το πλήρωναν ακριβά με το ίδιο τους το αίμα. Την προσήλωσή τους στον στόχο της εθνικής απελευθέρωσης δεν κατόρθωσαν να την κάμψουν ούτε οι μαζικές δολοφονίες, ούτε οι επιδρομές των ρωσικών ειδικών δυνάμεων, οι απαγωγές και οι εξαφανίσεις αμάχων, ούτε τα βασανιστήρια, οι βιασμοί ή άλλοι εξευτελισμοί στους οποίους υποβάλουν καθημερινά οι ρώσοι ναζί καταχτητές τον πληθυσμό αυτής της χώρας.
Ο Ασλάν Μασχάντοφ υπήρξε ως το τέλος συνεπής υπερασπιστής της τσετσενικής ανεξαρτησίας για την οποία αγωνίστηκε με ασύλληπτο θάρρος, αξιοπρέπεια και ανθρωπιά. Σε αντίθεση με τους Ρώσους, διεξήγαγε έναν πόλεμο σύμφωνο με τις διεθνείς συμβάσεις της Γενεύης. Περιόριζε τον αγώνα μέσα στα εδαφικά όρια της χώρας του, ενώ είχε απαγορεύσει με αυστηρότητα κάθε αυθαιρεσία κατά του άμαχου ρωσικού πληθυσμού. Αλλά ακόμα και τους ρώσους στρατιώτες που έπιαναν αιχμάλωτους οι τσετσένοι μαχητές του τους φερόντουσαν ανθρώπινα και τους άφηναν να επιστρέψουν σπίτια τους. Εκτός από ιδεολόγος ο Μασχάντοφ ήταν και ρεαλιστής. Έκανε επανειλημμένες, αλλά μάταιες εκκλήσεις για ειρήνευση καλώντας τους ρώσους αντιπάλους του σε διαπραγματεύσεις. Μάλιστα, τον περασμένο Φλεβάρη είχε κηρύξει μονομερή εκεχειρία σε μια προσπάθεια να καταστήσει σαφές ότι θα προτιμούσε την ειρηνική διευθέτηση του ζητήματος.
Οι δημοκρατικοί λαοί αναγνωρίζουν ακόμα το μεγάλο ηθικό ανάστημα του τσετσενικού λαού και στέκονται εμπόδιο στα γενοκτονικά σχέδια του Κρεμλίνου που θέλει να τους εξοντώσει σαν έθνος χαρακτηρίζοντάς τους συλλήβδην τρομοκράτες. Στις 19 Μάρτη η "Διεθνής Ομοσπονδία Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων" μαζί με την "Επιτροπή Τσετσενία" πραγματοποίησαν συγκέντρωση στο Παρίσι για να διαμαρτυρηθούν για τη σκανδαλώδη σιωπή των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων απέναντι στα ρωσικά εγκλήματα, αλλά και να βοηθήσουν στην ειρήνευση. Πάνω από 300 άτομα παρευρίσκονταν στη συγκέντρωση, μεταξύ των οποίων ο γάλλος φιλόσοφος Α. Γκλυκσμάν που δήλωσε: “Αυτός ο πόλεμος είναι έργο της Δύσης, που όταν δεν κάνει τίποτ’ άλλο απ’ το να μουρμουρίζει στα αυτιά του κ. Πούτιν ξέρει ότι τον εξουσιοδοτεί εν λευκώ” (Μοντ, 20-3). Την ίδια στιγμή οι Σιράκ - Σρέντερ -Θαπατέρο και Πούτιν συζητούσαν για τη σύσφιξη των σχέσεών τους χωρίς καν να αναφερθούν στο ζήτημα της ειρήνευσης στην Τσετσενία.
Όμως το τελευταίο που απασχολεί τους ρώσους νέους χίτλερ είναι η ηρεμία στην Τσετσενία. Τα σχέδιά τους στόχευαν στο να απομονώσουν την αντίσταση από κάθε εξωτερική δημοκρατική υποστήριξη, να αδυνατίσουν την επιρροή του Μασχάντοφ και ύστερα να τελειώσουν οριστικά με το δημοκρατικό, εθνο-ανεξαρτησιακό ρεύμα που αυτός εκπροσωπούσε. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποίησαν τον πολέμαρχο Σ. Μπασάγεφ.
Ο Μπασάγεφ στρατολογήθηκε από τη στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών (GRU) της Ρωσίας και, με τη μυστική κάλυψη των αφεντικών του, προωθήθηκε σιγά-σιγά στην ηγεσία της αντίστασης. Είναι ο υπεύθυνος μιας σειράς απαγωγών και άλλων τρομοκρατικών ενεργειών κατά αμάχων που αποκλειστικό στόχο έχουν να δυσφημίσουν την αντίσταση στα μάτια της δημοκρατικής ανθρωπότητας. Ο χορός του τρόμου ξεκίνησε στα 1995, ενώ μαινόταν ο πρώτος πόλεμος για την ανεξαρτησία, με την επίθεση σε νοσοκομείο της ρωσικής πόλης Μπουντιανόφσκ, για να καταλήξει στη φρικιαστική δολοφονία των 300 μαθητών του Μπεσλάν, το Σεπτέμβρη του 2004. Ο Μπασάγεφ ηγείται της ισλαμοφασιστικής τάσης του τσετσένικου αντάρτικου δίνοντας λαβή στη Μόσχα για να κατηγορήσει σύσσωμη την αντίσταση ότι διατηρεί σχέσεις με την Αλ-Κάιντα.
Όλες οι προβοκάτσιες του Μπασάγεφ καταδικάστηκαν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο από τον πρόεδρο Μασχάντοφ. Αμέσως μετά την τραγωδία στο Μπεσλάν, μάλιστα, ο ίδιος δήλωσε ότι μετά τον πόλεμο “άτομα υπεύθυνα για τη διάπραξη τέτοιων εγκληματικών ενεργειών θα δικαστούν, συμπεριλαμβανομένου και του Σαμίλ Μπασάγεφ” και κάλεσε τη διεθνή κοινότητα να διερευνήσει αυτά τα εγκλήματα (ανακοίνωση τύπου του τσετσενικού υπ. εξωτερικών, 24-9). Το μοιραίο λάθος του Μασχάντοφ ήταν ότι αντί να διώξει εξ αρχής τον προβοκάτορα από τις τάξεις της αντίστασης ανέχτηκε την παρουσία του εκεί προκειμένου να αποφύγει μια διάσπαση στο εσωτερικό του στρατοπέδου του. Κι ενώ σχετικά νωρίς προσπάθησε να απαλλαγεί απ’ αυτό το σκουλήκι, φτάνοντας ως την ένοπλη αντιπαράθεση μαζί του στα 1998, η επιρροή του τελευταίου διαρκώς αυξανόταν και η αντιμετώπισή του γινόταν ολοένα και πιο δύσκολη. Έχοντας συνδέσει το όνομά του με την απελευθέρωση του Γκρόζνι καθώς και με διάφορες άλλες "επιτυχίες", όλες προετοιμασμένες έντεχνα από την KGB, ο Μπασάγεφ έγινε τόσο ισχυρός ώστε να διεκδικήσει τη θέση του αναπληρωτή πρωθυπουργού (στην οποία παρέμεινε μέχρι και το Μπεσλάν).
Σήμερα είναι το πρόσωπο με τη μεγαλύτερη επιρροή μέσα στην Τσετσενία. Για να φανεί η δύναμή του, αμέσως μετά το θάνατο του Α. Μασχάντοφ βιάστηκε να ανακοινώσει το όνομα του προσωρινού αντικαταστάτη του, του νέου προέδρου και αρχιστράτηγου της χώρας, που είναι ο πρώην επικεφαλής του ανώτατου ισλαμικού δικαστηρίου, σείχης Αμπντούλ Χαλήμ Σαϊντουλάγεφ, καλώντας “όλους τους μουσουλμάνους” της χώρας να τον στηρίξουν. Λέγεται ότι ο Σαϊντουλάγιεφ ήταν μια επιλογή του ίδιου του Μασχάντοφ σε περίπτωση θανάτου του ακριβώς για να εμποδιστεί η άνοδος του ίδιου του Μπασάγεφ στην εξουσία. Πιθανά πάλι και ακριβώς αντίθετα ο ορισμός από τον Μασχάντοφ του Σαϊντουλάγεφ σαν διαδόχου του να ήταν το μοιραίο του λάθος που έκανε συμφερτική τη δολοφονία του από τη Μόσχα μιας και ο διάδοχος δεν ήταν από το μη ισλαμικό κομμάτι της αντίστασης.

Ότι πάντως και να συμβαίνει η χρησιμοποίηση από τη Ρωσία των ισλαμιστών της Τσετσενίας που θα εμφανίζονται σαν το νέο πρόσωπο της αντίστασης, θα διευκολύνει την επίθεση της πρώτης στη Γεωργία και σε όλο τον Καύκασο.
Έχουμε εξηγήσει στο παρελθόν ότι ένας από τους στρατηγικούς στόχους του σοσιαλιμπεριαλισμού είναι ο έλεγχος του πετρελαιαγωγού Μπακού-Τσεϊχάν ο οποίος περνά μέσα από τις παραπάνω δημοκρατίες του Καυκάσου. Αν κατορθώσει να τον ελέγξει η Ρωσία θα είναι σε θέση να αποκόψει την Ευρώπη από μια πελώρια δεξαμενή ενέργειας, που είναι τα πετρέλαια της Κασπίας. Αύριο είναι πολύ πιθανό να ξεκινήσει ένας πόλεμος στη Γεωργία με αφορμή μια νέα προβοκάτσια του Μπασάγεφ με ακόμα μεγαλύτερο απολογισμό νεκρών αυτή τη φορά. Το παραπάνω σενάριο ενισχύει η είδηση ότι στις 3-4 Απρίλη θα συναντιόντουσαν στη Μόσχα οι "υπουργοί εξωτερικών" των περιοχών που το Κρεμλίνο έχει αποσπάσει από Γεωργία και Μολδαβία, και οι οποίες ζητούν ανοιχτά την προσάρτησή τους στη ρωσική ομοσπονδία. “Μάλιστα ο Β. Πούτιν φρόντισε να προσκαλέσει στους πανηγυρισμούς της αντιφασιστικής νίκης στις 9 Μαίου και αντιπροσωπείες βετεράνων από τις περιοχές αυτές, γεγονός που θα προκαλέσει αναμφισβήτητα πρόσθετα διπλωματικά προβλήματα” (Ελευθεροτυπία, 31-3). Η εξουδετέρωση του Μασχάντοφ, του μόνου ηγέτη που θα μπορούσε να ξεσκεπάσει μια ενδεχόμενη ρώσικη προβοκάτσια ενάντια στη Γεωργία, λύνει τα χέρια του Κρεμλίνου για μια νέα επέμβαση στον Καύκασο.
Μαζί με το Μασχάντοφ, που θάφτηκε ως τρομοκράτης σε άγνωστη τοποθεσία και χωρίς να επιτραπεί στους συγγενείς του να παραβρίσκονται, τραυματίστηκε βαθιά και η εθνική ανεξαρτησία της Τσετσενίας καθώς και η προοπτική μιας έντιμης ειρήνης στον Καύκασο. Όμως η πολιτική και ιδεολογική γραμμή Μασχάντοφ η γραμμή της ανειρήνευτης πάλης για τη λευτεριά και την πολιτική δημοκρατία δεν πρόκειται να πεθάνει. Οι ισλαμοφασίστες δεν θα μπορέσουν επικρατήσουν ουσιαστικά μέσα στην αντίσταση. Αλλά έτσι κι αλλιώς όσο και να κρατήσει η εξουσία τους, όποια και όσο δυσμενής μπορεί να είναι η εξέλιξη των πραγμάτων, ήδη οι λαοί της Ευρώπης και όλου του κόσμου θα πρέπει να χρωστούν αιώνια ευγνωμοσύνη σ’ αυτό το μικρό, ηρωικό έθνος που με τη μεγαλειώδη αντίστασή του τους προειδοποίησε για τον κίνδυνο του ρώσικου χιτλερισμού δέκα και ίσως είκοσι χρόνια προτού κάνει αισθητή σε όλους τη σιχαμερή παρουσία του.