ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΣΤΑΘΜΟΣ ΣΤΟ ΡΕΘΥΜΝΟ: Ο ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ ΘΕΡΙΕΥΕΙ

Κάποια στιγμή ήταν αναπόφευκτο να συμβεί κι αυτό. Από τον καιρό της μαζικής και επίτηδες αφημένης λαθρομετανάστευσης για το σπάσιμο του μεροκάματου μέχρι σήμερα το αβγό του φιδιού επωάζεται μέσα στους κόλπους της ελληνικής κοινωνίας, και τώρα που το αβγό έσκασε πια το φίδι βγήκε αμέσως να κάνει αισθητή την παρουσία του και να δείξει τα φαρμακερά του δόντια δολοφονώντας εν ψυχρώ και εν πομπή έναν αθώο άνθρωπο.

ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ

Η ειδησεογραφική πλευρά του ζητήματος έχει ως εξής: Το βράδυ της Πρωτοχρονιάς παρέα νεαρών Ελλήνων από το Ρέθυμνο τσακώθηκε με άλλη παρέα αλβανών νεαρών, γιατί ένας απ’ αυτούς είχε κάνει το τρομερό έγκλημα να φορέσει μπλούζα με τυπωμένη την αλβανική σημαία! Κατά τη συμπλοκή τραυματίστηκε ελαφρά ένας 18χρονος ρεθυμνιώτης φαντάρος, καταδρομέας παρακαλώ. Αυτός λοιπόν ο ελληναράς, αφού δε βρήκε αυτόν με τον οποίο συνεπλάκη, θεώρησε πρέπον (τι άντρες, κρητικοί παλικαράδες και καταδρομείς θα ήμασταν αλλιώς!) ξημερώματα Πρωτοχρονιάς να ζητήσει τη συνδρομή άλλων τεσσάρων νεαρών ηλικίας 18-21 ετών, του 44χρονου πατέρα του και μιας 28χρονης από τη Βουλγαρία, για να σπάσουν την πόρτα της κεντρικής εισόδου του σπιτιού, στο οποίο κοιμούνταν ανυποψίαστοι ο αλβανός Λατίβ Γιαχάι με το 18χρονο γιο του Έντισον (ο οποίος, σημειωτέον, δεν είχε καμιά σχέση με το επεισόδιο), να χτυπήσουν τον πατέρα, να καταδιώξουν το γιο, να τον ακινητοποιήσουν στην ταράτσα και να τον δολοφονήσει άνανδρα με 17 μαχαιριές στο κεφάλι, το θώρακα, την πλάτη, τα χέρια και τα πόδια (δεν του άφησε και τίποτα – τέτοιο ήταν το μένος του). Ο πατέρας του νεαρού νοσηλεύεται σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, ενώ η σορός του 18χρονου μεταφέρθηκε στην Αλβανία, όπου και ενταφιάστηκε.
Αυτό που πρέπει να σημειώσουμε είναι πως ο στόχος της επίθεσης δεν ήταν ένας άνθρωπος αλλά μια ολόκληρη οικογένεια: Η σύζυγος και ο μικρότερος γιος είχαν φύγει για τις γιορτές στην Αλβανία και στο Ρέθυμνο είχαν μείνει τα θύματα της επίθεσης. Αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι και ο δολοφόνος δεν είναι ένας μεμονωμένος άνθρωπος αλλά δύο μέλη της ίδιας οικογένειας: πατέρας, δύο γιοι, καθώς και μερικοί φίλοι τους, πράγμα που δείχνει τη γενικότερη έμπρακτη κοινωνική επικρότηση του φόνου.
Ο ιατροδικαστής Μανώλης Μιχαλοδημητράκης, που διενήργησε τη νεκροψία-νεκροτομή, «έκανε λόγο για τυφλό μίσος και χτυπήματα που έγιναν με μανία, καθώς στο πτώμα του παλικαριού βρέθηκε καρφωμένο το μαχαίρι με το οποίο κατακρεουργήθηκε» (Ελευθεροτυπία, 3-1-2006).
Στο 18χρονο Ρεθυμνιώτη, του οποίου το όνομα –είναι χαρακτηριστικό αυτό- δεν αναφέρεται στον Τύπο, λες και πρόκειται για επτασφράγιστο κρατικό μυστικό, ο εισαγγελέας Ρεθύμνου άσκησε στις 3 Γενάρη ποινική δίωξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση, παράνομη οπλοκατοχή, οπλοφορία και οπλοχρησία• στους υπόλοιπους πέντε, μεταξύ των οποίων είναι και ο πατέρας και ο μικρότερος αδελφός του, ασκήθηκε δίωξη για άμεση συνέργεια στην ανθρωποκτονία, ενώ στη γυναίκα από τη Βουλγαρία, που είναι φίλη του πατέρα του δολοφόνου, ασκήθηκε δίωξη για πρόκληση σωματικών βλαβών. Επίσης όλοι κατηγορούνται για διατάραξη οικογενειακής ειρήνης.
Στις 4 Γενάρη, μετά την απολογία τους στην ανακρίτρια Ρεθύμνου, με τη σύμφωνη γνώμη ανακριτή και εισαγγελέα προφυλακίστηκαν πατέρας και γιος, ενώ ο μικρότερος αδελφός του φονιά, που συμμετείχε στην ομάδα των εισβολέων, μετά την απολογία του αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση 5000 ευρώ και η φίλη του πατέρα αφέθηκε ελεύθερη χωρίς χρηματική εγγύηση!

ΟΙ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ

Από τις αντιδράσεις που ακολούθησαν σταχυολογούμε μερικές χαρακτηριστικές περιπτώσεις.
«Ο αστυνομικός διευθυντής Ρεθύμνου Μιχάλης Βατσολάκης χαρακτήρισε το έγκλημα “φρικιαστικό”, εξέφρασε τη συμπαράστασή του προς τους συγγενείς του άτυχου Αλβανού και έριξε το βάρος “στον πατέρα του δράστη, ο οποίος συμμετείχε και, αντί σαν γονιός να λειτουργήσει πυροσβεστικά, λειτούργησε εμπρηστικά”» (στο ίδιο). Από την άλλη ο νομάρχης Ρεθύμνου Γιώργης Παπαδάκης έκανε λόγο για «αποτρόπαια δολοφονική ενέργεια ενός συνανθρώπου μας» (Ελευθεροτυπία, 4-1-2006), ενώ «ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Μανώλης Όθωνας εξέφρασε χθες τον αποτροπιασμό του για το έγκλημα αυτό και κάλεσε όλους, ντόπιους και μετανάστες, “να απομονώσουν τις ακραίες φωνές και να εγγυηθούμε με την ευθύνη που έχουμε όλοι, την έξοδο από αυτήν την κρίση που το συγκεκριμένο περιστατικό προκάλεσε”» (Ελευθεροτυπία, 5-1-2006).
Η πιο ανησυχητική είδηση όμως είναι αυτή που έρχεται αμέσως μετά τη δολοφονία, ενώ δηλαδή το γεγονός είναι ακόμη «ζεστό». Το απόγευμα στις 2 Γενάρη αλβανοί μετανάστες «πραγματοποίησαν πορεία διαμαρτυρίας και άναψαν ένα κερί στη μνήμη του θύματος στο κέντρο της πόλης, ενώ απειλήθηκαν επεισόδια όταν τους επιτέθηκαν φραστικά ντόπιοι και τους πέταξαν ένα γυάλινο ποτήρι» (Ελευθεροτυπία, 3-1-2006). Το ανησυχητικό δεν είναι η πορεία, αλλά οι αντιδράσεις των ντόπιων σ’ αυτήν: Αντί να συγκεντρωθεί όλος ο ντόπιος πληθυσμός με ευθύνη κομμάτων, φορέων και λοιπών οργανώσεων των κατ’ επάγγελμα «συμπαθούντων» τους μετανάστες (κροκοδείλια δάκρυα θα χαρακτηρίζαμε εμείς τις ανέξοδες δηλώσεις τους συμπαράστασης στο θύμα), αντί να ξεσηκωθούν κι οι πέτρες στην απρόκλητη ρατσιστική επίθεση, που αποτελεί ντροπή όχι μόνο των δραστών, αλλά και ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας, οι ντόπιοι αφέθηκαν να βρίζουν κι από πάνω τα θύματα και να τους πετάνε ποτήρια… Όπως σωστά γράφει ο Φ.Κ. στη στήλη των Παρασκηνίων στην Ελευθεροτυπία (7-1-2006), «το ρατσιστικό μίσος ξεπέρασε ακόμη και αυτό το απόλυτα απαγορευμένο ηθικό όριο της προσβολής μνήμης νεκρού. Αποδεικνύοντας (όχι για πρώτη φορά) ότι οι μαύρες καταβολές του φασισμού έχουν πλέον δραπετεύσει από τις (ιστορικές) παρενθέσεις τους…».
Με μια τέτοια συμπεριφορά του ελληνικού κράτους και της κοινωνίας είναι φυσικό που την υπεράσπιση των θυμάτων την αναλαμβάνει ένας άλλος σοβινισμός εμπρηστής των Βαλκανίων, ο αλβανικός, για να ολοκληρωθεί το ρατσιστικό μίσος και να πάρει συνειδητά εθνικά χαρακτηριστικά και από τις δύο πλευρές. Έτσι στις 4 Γενάρη η προφανώς επίσης αντιδραστική αλβανική Βουλή των εφήβων διοργάνωσε διαδήλωση διαμαρτυρίας στα Τίρανα έξω από την ελληνική πρεσβεία. «Εκατό περίπου νεαροί, κρατώντας πανό με αντιρατσιστικά συνθήματα, άναψαν 120 κεριά “στη μνήμη ισάριθμων Αλβανών μεταναστών που έγιναν θύματα ρατσιστικών ενεργειών την τελευταία 15ετία στην Ελλάδα”, σύμφωνα με δήλωση των διοργανωτών. Ο πρόεδρος της Βουλής των εφήβων ζήτησε να κρατηθεί ενός λεπτού σιγή σε όλα τα σχολεία της χώρας στη μνήμη του νεκρού μετανάστη, ενώ μέλη της ζήτησαν από την αλβανική κυβέρνηση να αντιμετωπίσει με πιο αποφασιστικές παρεμβάσεις παρόμοια κρούσματα ρατσισμού στην Ελλάδα (!). Προχθές ο αλβανός υπουργός Εξωτερικών Μπεσνίκ Μουσταφάι είχε εκφράσει τη λύπη του για το τραγικό περιστατικό, δηλώνοντας ταυτόχρονα την ικανοποίησή του για την άμεση αντίδραση των ελληνικών αρχών που συνέλαβαν τους φερόμενους ως δράστες. “Εκφράζω την ελπίδα ότι με την ίδια ταχύτητα και αυστηρότητα, που προβλέπει ο νόμος, θα ενεργήσει και η ελληνική δικαιοσύνη”» (Ελευθεροτυπία, 5-1-2006).

Τα λαλίστατα σε άλλες περιπτώσεις κανάλια μας, ενώ σε άλλες λιγότερο σημαντικές ειδήσεις αφιερώνουν δελτία ολόκληρα καλώντας τον ένα μετά τον άλλο και γεμίζοντας τα πολυπληθή παράθυρά τους με πάσης φύσεως, ειδικούς και μη, επί παντός επιστητού, αυτή τη φορά παρίσταναν το μουγκό και τον τυφλό, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων (εκπομπή Γιάννη Θεοδωράκη στο «Σταρ», το βράδυ της Παρασκευής 13 Γενάρη, όπου σε μια τηλεφωνική δημοσκόπηση της εκπομπής του είχε θέσει και αυτό, ανάμεσα σε άλλα ζητήματα της επικαιρότητας, το θέμα). Αντί να γίνεται θέμα στην ελληνική κοινωνία στο σύνολό της, γιατί είναι θέμα, και μάλιστα το θέμα πρώτης γραμμής, αντί να μπαίνει στα σχολεία για συζήτηση με πρωτοβουλία του υπουργείου Παιδείας και της φωνασκούσης για το παραμικρό ΟΛΜΕ, ΔΟΕ κτλ., πέφτει μια ένοχη σιωπή με τη γνωστή, σε παρόμοιες περιπτώσεις, ανερμάτιστη δικαιολογία ότι πρόκειται για «μεμονωμένο περιστατικό»…
Δεν αρκεί πια να λέμε «σε καμιά περίπτωση δεν θεωρούμε ότι το σύνολο της κοινωνίας του Ρεθύμνου διακατέχεται από ρατσιστικές αντιλήψεις» (από ανακοίνωση της Αντιρατσιστικής Συνέλευσης, η οποία αποτελείται από τους γνωστούς ψευτοεργατικούς και ψευτοαριστερούς φορείς και η οποία πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 10 Γενάρη στο Εργατικό Κέντρο Ρεθύμνου). Αντίθετα από ότι λένε αυτοί οι καθεστωτικοί «αντιρατσιστές» ο ρατσισμός και η ξενοφοβία έχουν διαποτίσει πια, μεθοδικά και σε βάθος χρόνου, ένα πελώριο μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Και είναι απροκάλυπτα υποκριτικό αυτοί που συστηματικά κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να θεριέψει αυτός ο ρατσισμός, τώρα που εκδηλώνεται ανοιχτά να χύνουν κροκοδείλια δάκρυα πάνω από τον τάφο των θυμάτων τους. Αυτοί δεν είναι που, όπου σταθούν, διαλαλούν τη θεωρία της ανοχής της ανεξέλεγκτης εισροής λαθρομεταναστών, κάτι που είναι πασίγνωστο πως οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στο σπάσιμο του μεροκάματου, και επομένως στην πρόκληση ρατσιστικών αισθημάτων στη μάζα των τσακισμένων από την ανέχεια εργατών; Δεν είναι το χειρότερο, αυτοί που σαν επικεφαλής των συνδικάτων αφήσανε το σπάσιμο του μεροκάματου από τους μετανάστες στο όνομα της ταξικής αλληλεγγύης και έτσι φουντώσανε το ρατσισμό των ελλήνων εργατών; Δεν παίρνουν μάθημα από τις χώρες, που, έχοντας καεί στην κυριολεξία από το ρατσισμό (π.χ. Γερμανία), εφάρμοσαν και εφαρμόζουν πολιτικές ελεγχόμενης εισροής νόμιμων μεταναστών, πολιτικές ένταξής τους στα εργατικά συνδικάτα και ενσωμάτωσής τους, αυτών και των παιδιών τους, στις ντόπιες κοινωνίες; Κυρίως δεν βλέπουν ότι σε αυτές τις χώρες, σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες τα συνδικάτα έχουν κάνει σκληρούς αγώνες για να μην προσλαμβάνονται εργάτες με σπασμένα μεροκάματα; Εδώ θυμίζουν αυτούς τους κλασικούς μαφιόζους, που, αφού σκοτώσουν το θύμα τους, τρέχουν ύστερα στην κηδεία του να εκφράσουν τα σέβη τους στην τεθλιμμένη χήρα του.
¨Όχι, δεν πρέπει να επιτρέψουμε να διαχυθεί ολοκληρωτικά στο σώμα του λαού και των δημοκρατών αυτό το απαίσιο αναισθητικό που του χύνει εδώ και χρόνια ο καθεστωτικός «αντιρατσισμός». Κινδυνεύουμε από το ρατσισμό, κινδυνεύουμε από το φασισμό. Η Ελλάδα κινδυνεύει από φασισμό και όχι από φασισμό κορυφής όπως το 1967 αλλά από φασισμό που θα αδράξει, ήδη έχει σε μεγάλο βαθμό αδράξει, και τη βάση της κοινωνίας. Δεν πρέπει σε κανένα να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι το βαθύ πολιτικό καθεστώς σπρώχνει στην εξουσία τον Καρατζαφέρη, έναν Καρατζαφέρη αντισημίτη που προτείνει ενότητα με την πουτινική Ρωσία και εκθειάζει το ψευτοΚΚΕ. Ούτε είναι τυχαίο ότι το ίδιο καθεστώς παραχωρεί σε 24ωρη βάση προπαγανδιστική δύναμη σε ένα ανοιχτά ρωσόδουλο αντισημίτη, τον από μια πλευρά γελοίο αλλά και πολύ επικίνδυνο για τις πολιτικά καθυστερημένες μάζες Λιακόπουλο. Όταν οι επίδοξοι νέοι δυνάστες θελήσουν να περάσουν στην ανοικτή δικτατορία τους δεν έχουν παρά να ρίξουν το σύνθημα για την απέλαση των μεταναστών και ακόμα περισσότερο για χρήση βίας ενάντιά τους. Ήδη ο φόβος έχει ριζώσει στις καρδιές των μεταναστών και η υπόκωφη βία εναντίον τους, φραστική και καμιά φορά σωματική διαρκώς δυναμώνει. Αυτό αφορά περισσότερο τους Αλβανούς, οι οποίοι εκτός από το ότι έχουν χρησιμοποιηθεί πιο πολύ από όλους από το πολιτικό καθεστώς για να σπάσουν το εργατικό μεροκάματο στους χώρους δουλειάς, συνδέονται εθνικά με μια χώρα που έχει βασικά φιλοδυτική κατεύθυνση. Όλη αυτή η βία που εκκολάπτεται ενάντια στους μετανάστες δεν θα ξεσπάσει μόνο σε αυτούς αλλά θα ξεσπάσει πάνω στο σύνολο του ελληνικού λαού και πρώτα απ’ όλους στους δημοκράτες. Γι αυτό πρέπει όσο υπάρχει καιρός παντού στους χώρους δουλειάς, στα σχολεία, στα συνδικάτα, στις παρέες, παντού να εξηγούμε στο κόσμο τι αισχρό και αυτοκτονικό είναι να αφήνουμε αυτό το ρατσιστικό μίσος να δυναμώνει. Πρέπει να εξηγούμε ιδιαίτερα στους εργάτες υπομονετικά ότι την πολιτική του σπασμένου μεροκάματου και την πολιτική της ανοχής στη μαζική λαθρομετανάστευση την επέβαλε στη χώρα το πολιτικό καθεστώς με επικεφαλής την ψευτοαριστερά σε συμμαχία με τους μικρούς αστούς και μεγαλοεργολάβους δουλοκτήτες. Πρέπει να εξηγούμε ότι η βαθύτερη αιτία για το σπάσιμο του μεροκάματου ήταν και είναι η υπονόμευση της μεγάλης, σύγχρονης παραγωγής. Πρέπει να απαιτούμε μέτρα ενάντια στη λαθρομετανάστευση αλλά όχι να επιτρέπουμε τις απαράδεκτες συνθήκες κράτησης και τη ρατσιστική βία του καθεστώτος μέσω των αστυνομικών και συνοριοφυλάκων ενάντια τους. Πρέπει να κινούμε όσο μπορούμε τα συνδικάτα για να μην επιτρέπουν κανένα σπάσιμο μεροκάματου και να πείθουμε ταυτόχρονα τους εργάτες να υποστηρίζουν το αίτημα για πολιτικά δικαιώματα στους μετανάστες γιατί δίχως αυτά τα δικαιώματα, ιδιαίτερα το δικαίωμα στη μόνιμη παραμονή, οι παλιότεροι ριζωμένοι πια μετανάστες όχι μόνο δεν μπορούν να παλέψουν ενιαία με τους έλληνες για κανονικά μεροκάματα για όλους, αλλά θα μετατρέπονται όλο και περισσότερο σε απεργοσπαστικό στρατό. Πρέπει πάνω απ όλα να πούμε σε όλο τον πληθυσμό ότι ο θάνατος ενός μετανάστη από ρατσιστική βία ισοδυναμεί με θάνατο χιλιάδων ανθρώπων και ότι όσο αυτός ο θάνατος δεν καταδικάζεται μαζικά τότε οδηγούμαστε σε ταξική, δημοκρατική αλλά τελικά και σε εθνική αυτοκτονία. Γιατί δεν πρέπει κανείς να ξεχνάει ότι ο φασισμός στην εξουσία σημαίνει ο πόλεμος στην εξουσία και ότι αυτός ο πόλεμος είναι πάντα η στρατιωτική συντριβή, η εθνική καταστροφή και ο εθνικός εξευτελισμός. Αυτά όλα πρέπει να τα εξηγούμε και να οργανώνουμε πάνω σε αυτά. Έχουμε καιρό γι αυτά, αλλά όχι πολύ καιρό. Το παγκόσμιο κέντρο της αντίδρασης, η Ρωσία του Πούτιν, ήδη ξεκίνησε το πρώτο της βίαιο πλήγμα στην κοιμισμένη και ανοχύρωτη Ευρώπη. Από δω και μπρος οι κάθε λογής φασίστες και φαιοκόκκινοι θα αποθρασύνονται. Πρέπει να τους φράξουμε το δρόμο, ιδιαίτερα στην Ελλάδα την πιο διαβρωμένη από τους τελευταίους σε όλη την Ευρώπη.

ΜΙΑ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ

Τις μέρες εκείνες ήρθε στο φως, τυχαία και ανεξάρτητα από το γεγονός της άνανδρης δολοφονίας, αφού η έρευνα είχε διεξαχθεί σε ανύποπτο χρόνο, μια έρευνα της νομαρχίας Φλώρινας, που στόχο είχε να καταγράψει τις απόψεις μαθητών και γονέων για τις μορφές εγκληματικότητας και βίας. Η έρευνα αυτή είχε διεξαχθεί με τη χρήση ερωτηματολογίου στα Γυμνάσια και Λύκεια του νομού στο διάστημα 19-21 Οκτωβρίου και συμμετείχαν 487 μαθητές και 149 γονείς ανεξαρτήτως φύλλου. Πρόκειται δηλαδή για απολύτως αντιπροσωπευτική έρευνα των τάσεων που επικρατούν στο ζήτημα.
Τι απέδειξε λοιπόν η έρευνα; Ότι έξι στους δέκα γονείς του νομού είναι αρνητικοί στη συνύπαρξη των παιδιών τους με παιδιά διαφορετικών πολιτισμών, αναγκάζοντας τον ίδιο το νομάρχη Φλώρινας Γιάννη Στρατάκη να παραδεχτεί την ύπαρξη ξενοφοβίας και ρατσισμού στην περιοχή…