ΤΕΡΑΣΤΙΟ ΣΚΑΝΔΑΛΟ Η ΕΞΑΓΟΡΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΦΙΝΑΝΣΜΠΑΝΚ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ

Στα πλαίσια της συμμαχίας της κυβέρνησης Καραμανλή με τον ρωσόφιλο Ερντογάν έκλεισε η συμφωνία-σκάνδαλο για την εξαγορά από την Εθνική Τράπεζα της τούρκικης τράπεζας FINANSBANK. Πρόκειται για μία επένδυση 2,3 δις ευρώ της οποίας το τελικό κόστος μπορεί να φτάσει στα 4,5 δις ευρώ, μία τεράστια οικονομική χορηγία στον ισλαμιστή Ερντογάν τον οποίο στηρίζει σύσσωμο το καθεστώς στην Ελλάδα με στόχο την ενίσχυσή του απέναντι στο στρατό ιδιαίτερα ενόψει των εκλογών που θα γίνουν στην Τουρκία το 2007.
Η εξαγορά γίνεται με ένα τίμημα δυσβάσταχτο για την Εθνική Τράπεζα αφού είναι συνολικά μεγαλύτερο από τα ίδια κεφάλαιά της με αποτέλεσμα να εξαναγκαστεί να αναζητήσει χρηματοδότηση από τους μετόχους της με μία αύξηση-μαμούθ του κεφαλαίου της ύψους 3 δις ευρώ. Ο ΣΥΝ δείχνοντας τον πιο άθλιο και ρωσόδουλο πολιτικό χαρακτήρα του, πρωτοστάτησε για να γίνει δυνατή αυτή η χορηγία στον Ερντογάν με όρους που θα εξασφαλίσουν τη διατήρηση του καθεστωτικού ελέγχου στην Εθνική, δηλαδή τη διατήρηση της πλειοψηφίας του δημοσίου. Έγινε επικεφαλής ενός «κινήματος» για να συμμετέχουν στην εξαγορά με το κρίσιμο ποσοστό τους που φτάνει το 22% τους τα ήδη λεηλατημένα ταμεία, δηλαδή για να δοθούν τα λεφτά των συνταξιούχων σε μία εξαιρετικά επισφαλή επένδυση, μετά την οποία η Εθνική αποκτάει πλήρη εξάρτηση από την ασταθή οικονομία και τη ρευστή πολιτική κατάσταση της Τουρκίας.

Ο Καραμανλής βάζει την Εθνική να πληρώσει το λογαριασμό για να διατηρηθεί στην εξουσία ένας φίλος της Ρωσίας

Η Νέα Ανατολή έχει ανα φερθεί πολλές φορές με αρθρογραφία της στον αντιδραστικό χαρακτήρα της συμμαχίας της Ελλάδας με το ισλαμικό κομμάτι της τούρκικης αστικής τάξης.
Ο διορισμένος από τον Καραμανλή διοικητής της Εθνικής Τράπεζας Αράπογλου, πάντα με τη συναίνεση των κομμάτων, και με στόχο να διατηρηθεί στην εξουσία της γειτονικής χώρας ο φίλος της Ρωσίας, Ερντογάν, έκλεισε τη συμφωνία της εξαγοράς που θα σημαίνει για την Τουρκία εισροή κεφαλαίων ύψους 5 δις δολ, όσο δηλαδή ήταν το συνολικό ποσό των εισροών στο Χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης σε μία διετία (τα στοιχεία που παραθέτουμε εδώ έχουν παρθεί από την εβδομαδιαία οικονομική εφημερίδα Χρήμα, Τρίτη 30/5/2006). Τη διετία 2004-2005 το Χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης είχε σημειώσει θεαματική άνοδο η οποία στηρίχθηκε σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ («Η αντοχή του διεθνούς χρηματοοικονομικού συστήματος μπροστά στις προκλήσεις του οικονομικού κύκλου», Απρίλιος 2006) στις εισροές των ξένων κεφαλαίων που σωρευτικά ανήλθαν σε 5,5 δις δολ. Ωστόσο, στις αρχές του 2006 «είχε γίνει σαφές στους διεθνείς οικονομικούς κύκλους ότι η υπερτιμημένη τούρκικη λίρα ήταν θέμα χρόνου να δεχθεί επίθεση, δια της μαζικής φυγής ξένων κεφαλαίων». Τη στιγμή ακριβώς που έγινε σε όλους σαφές ότι ερχόταν οικονομική κρίση στην Τουρκία, ήρθε η βοήθεια από την Ελλάδα. Η FINANSBANK είναι όγδοη σε κατάταξη στο σύνολο των τραπεζών που δραστηριοποιούνται στη γειτονική χώρα, με μεγάλο ύψος δανεισμού σε επιχειρήσεις και καταναλωτές, δηλαδή ένας τροφοδότης της τούρκικης οικονομίας. Αμέσως μετά την εξαγορά υποτιμήθηκε η τούρκικη λίρα και έπεσε το Χρηματιστήριο. Η μετοχή της FINANSBANK ωστόσο παρέμεινε σταθερή. Οι μέτοχοι της δεν είχαν λόγο να πουλήσουν, αφού ήξεραν ότι βρέξει-χιονίσει, η Εθνική θα αγοράσει τις μετοχές τους στην ανώτερη τιμή τους σύμφωνα με τη δέσμευση που ανέλαβε για την εξαγορά. Έτσι, με την ευγενική χορηγία της κυβέρνησης Καραμανλή, αντισταθμίστηκαν οι ζημίες από τη φυγή των ξένων κεφαλαίων από την Τουρκία, και αποτράπηκε ο κλυδωνισμός της FINANSBANK, αφού άνοιξε η κάνουλα της χρηματοδότησης της με τα ευρώ της Εθνικής που πήγε να επενδύσει στην Τουρκία ρίχνοντας εκεί όλα τα χρήματά της, όταν οι άλλοι ξένοι έφευγαν για να αποφύγουν τις απώλειες από την οικονομική κρίση. Το ποσό της επένδυσης ισοδυναμεί με το 2% του ΑΕΠ της Τουρκίας και καλύπτει προσωρινά τις ανισορροπίες του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Ο πολιτικός χαρακτήρας της εξαγοράς προκύπτει και από την αντίδραση του στρατού σε αυτήν. Δεν είναι τυχαίο ότι μόλις εξαγοράστηκε η Finansbank το ίδρυμα υποστήριξης των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων «Μεχμετσίκ» απέσυρε από εκεί καταθέσεις ύψους πέντε εκατ. λιρών (περίπου 3.070.000 ευρώ) (Ελευθεροτυπία της Κυριακής, 31/5/2006).
Φαίνεται επίσης ότι ο πρόεδρος της τούρκικης τράπεζας Ουσνού Οζιεγκίν διατηρεί πολύ καλές σχέσεις με τον Ερντογάν. Πριν από έναν χρόνο, στα μέσα Μαΐου του 2005, ο Ερντογάν, παραβρέθηκε στα εγκαίνια σχολείου που κτίστηκε από το φιλανθρωπικό ίδρυμα, του Οζιεγκίν. Άλλωστε αυτός πρέπει να είναι ο λόγος που στη συμφωνία της εξαγοράς περιλαμβάνεται ο όρος να παραμείνει ο Οζιεγκίν στη διοίκηση της τούρκικης τράπεζας για δύο χρόνια. Η τράπεζα του Οζιεγκίν διαθέτει θυγατρική τραπεζική επιχείρηση στη Ρωσία, που αναπτύσσεται ταχύτατα τα τελευταία χρόνια φτάνοντας τα 39 καταστήματα το 2005 και η ιδιοκτησία της οποίας θα παραμείνει στον ίδιο και δεν συμπεριλαμβάνεται στην εξαγορά.
Στην Ελλάδα η συμφωνία έχει προκαλέσει τον ενθουσιασμό του μεγαλύτερου τμήματος της αστικής τάξης πρώτα απ’ όλα, επειδή, όπως υποστηρίζουν είναι μία κίνηση «εξωστρέφειας», δηλαδή επέκτασης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, και δεύτερο, επειδή υποτίθεται ότι διασφαλίζει μία μακρά περίοδο ειρήνης με την Τουρκία.
Τι είδους ανάπτυξη όμως είναι αυτή που δήθεν φέρνουν τα ευρώ που τόσο γενναιόδωρα μοιράζουν στο φίλο τους Ερντογάν, οι Καραμανλής, Παπανδρέου, Κωνσταντόπουλος, Παπαρρήγα, και τι είδους ειρήνη θα χτιστεί με αυτά τα ευρώ; Και κυρίως τι είδους «εξωστρέφεια» της οικονομίας είναι αυτή;

Το σκάνδαλο της εξαγοράς. Το καθεστώς κόβει τους δεσμούς της οικονομίας με τη δύση και την προσανατολίζει στην ανατολή

Έχουμε γράψει πολλές φορές ότι το καθεστώς θέλει να κόψει τους οικονομικούς δεσμούς της χώρας με τη Δύση και να δυναμώσει την οικονομική εξάρτηση της χώρας από τη Ρωσία, αφού έχει ήδη πετύχει σε ένα μεγάλο βαθμό την ενεργειακή εξάρτηση της από το ρώσικο φυσικό αέριο. Μέχρι τώρα αυτή η αποκοπή έχει γίνει μέσα από το σαμποτάζ των μεγάλων βιομηχανικών και τουριστικών επενδύσεων στην Ελλάδα και την εξόντωση ή πολιτική περιθωριοποίηση των δυτικόφιλων αστών. Τώρα το καθεστώς επιχειρεί να διοχετεύσει τα ελληνικά κεφάλαια σε επενδύσεις σε Βαλκάνια, Κίνα, Ρωσία και Μέση Ανατολή, εκεί δηλαδή που βρίσκονται οι περισσότεροι φίλοι του ανατολικού άξονα, ενώ έχει επίσης ανοιχτές τις πόρτες για επενδύσεις από τα ρώσικα, τα κινέζικα και ορισμένα πολιτικά αμφίβολης προέλευσης αραβικά κεφάλαια.
Πρόκειται για μία «εθνική» υπόθεση. Όπως αναφέρει η Ελευθεροτυπία, 19/3: «Η προσπάθεια ξεκίνησε συστηματικά επί θητείας του Γ. Παπανδρέου στο ΥΠΕΞ, συνεχίστηκε επί Ν.Δ. με την ευθύνη του υφυπουργού Ευ. Στυλιανίδη, όμως η νέα υπουργός θα κινηθεί ακόμη πιο επιθετικά, παρά τον κίνδυνο να προκληθούν σοβαρές παρενέργειες. Ήδη, μάλιστα, ως προνομιακός χώρος της συγκεκριμένης δράσης έχουν επιλεγεί τέσσερις περιοχές: Τα Βαλκάνια, η Μαύρη Θάλασσα, η Τουρκία και οι αραβικές χώρες… Στο άνοιγμα θα κληθεί να βοηθήσει με το βάρος του ως προέδρου της Δημοκρατίας και ο Κ. Παπούλιας, ο οποίος διατηρεί καλές σχέσεις με τον αραβικό κόσμο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο πρόεδρος πραγματοποίησε ήδη το πρώτο ταξίδι στη Λιβύη, συνοδευόμενος από επιχειρηματίες...».
Επικεφαλής σε αυτή την εκστρατεία είναι η Εθνική, υπό τη διοίκηση του διορισμένου Αράπογλου. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Εθνικής Τράπεζας προς τους μετόχους της σχετικά με την εξαγορά, ο νέος στρατηγικός προσανατολισμός της Εθνικής είναι η ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπη. «Μία μεγάλη γεωγραφική έκταση που οριοθετείται βόρεια από τη Ρωσία, την Ουκρανία και την Πολωνία, ανατολικά από την Τουρκία κι νότια από την Αίγυπτο και περικλείει επτά γειτονικές «βαλκανικές» χώρες», σχολιάζει με συγκίνηση ο αρθρογράφος της Καθημερινής (1-4-06). Στα πλαίσια της υλοποίησης του νέου «οράματος» της, η Εθνική πούλησε το 2005 τη θυγατρική της στη Νέα Υόρκη, ενώ στις αρχές του 2006 ολοκληρώθηκε η πώληση του υποκαταστήματος της στον Καναδά. Όπως διευκρινίζει ο Αράπογλου στην ομιλία του στη ΓΣ της 27/4: «Οι πωλήσεις αυτές δεν έγιναν για να παραχθούν κεφάλαια που θα διατεθούν σε άλλες αγορές. Έγιναν, και θα γίνονταν ούτως ή άλλως, αφού η Βόρειος Αμερική ούτε είναι στρατηγικής σημασίας για εμάς, ούτε προσφέρει αποδόσεις όπως σε άλλες πιο στρατηγικές περιοχές». Είχαν προηγηθεί η αποχώρηση της Εθνικής από τη Γερμανία, την Ολλανδία και τη Γαλλία και ο περιορισμός της παρουσίας της στο Λονδίνο. Τα κεφάλαια που εισπράχθηκαν μαζί με αυτά που εξοικονομήθηκαν από τον περιορισμό της λειτουργίας του διεθνούς δικτύου ενίσχυσαν κεφαλαιακά τον όμιλο για την εξόρμηση στα Βαλκάνια (Βήμα, 9/4). Ήδη η Εθνική, όπως και η Eurobank, συμμετέχει στη διαδικασία πώλησης της ρουμανικής CEC και έχει περάσει στο δεύτερο στάδιο της διαδικασίας πώλησης της Vojvodjanska Banka στη Σερβία. Επίσης βρίσκεται στη λίστα των πιο πιθανών υποψήφιων για την πώληση της κροατικής Splitska Banka. Για το 2006 σχεδιάζει να ανοίξει 36 νέα καταστήματα στη Βουλγαρία, 20 στη Ρουμανία και 40 στη Σερβία (Βήμα, 19/3).
Με αυτό το στρατηγικό σχέδιο η Εθνική εξόρμησε στην Τουρκία. Είναι χαρακτηριστικό για την πολιτική κατεύθυνση αυτής της εξόρμησης ότι προπομπός της εξαγοράς, ήταν μία μεγάλη επένδυση της Ιντραλότ του πράκτορα των ρώσικων συμφερόντων, Κόκκαλη, που είχε δαπανήσει πάνω από 75 εκατ. ευρώ για να αποκτήσει το 45% της τουρκικής εταιρείας στοιχημάτων Inteltek. Ο Κόκκαλης ήταν από του πρώτους που υποστήριξαν την εξαγορά. Ο διευθύνων σύμβουλος της Intralot K. Αντωνόπουλος επισημαίνει ότι «η συμφωνία της Εθνικής ανοίγει τον δρόμο κυρίως για τις μικρομεσαίες ελληνικές επιχειρήσεις να επενδύσουν στην Τουρκία…Η παρουσία της Εθνικής δημιουργεί εκ των πραγμάτων θετικό πολιτικό κλίμα, κάτι που χρειαζόμαστε όλοι μας για να υλοποιήσουμε τα σχέδιά μας» (Βήμα, 16/4).
Βέβαια, η επένδυση του Κόκκαλη δεν έχει καμία σύγκριση με το μέγεθος της εξαγοράς. Η Εθνική Τράπεζα θα δαπανήσει για την εξαγορά της Finansbank τουλάχιστον έξι φορές περισσότερα κεφάλαια από όσα έχουν επενδύσει, έμμεσα ή άμεσα, μέχρι σήμερα οι περίπου 80 ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Τουρκία (Ελευθεροτυπία, 4/4). Σύμφωνα με το άρθρο της εφημερίδας Βήμα (9/4): «Για την Τουρκία είχε ενδιαφερθεί και η διοίκηση Καρατζά. Από την εποχή που οι τιμές ήταν σαφώς χαμηλότερες είχε συζητηθεί το θέμα και είχαν αναζητηθεί πιστωτικά ιδρύματα για εξαγορά. Ωστόσο η προηγούμενη διοίκηση δεν τόλμησε να πάρει το πολιτικό κόστος που συνεπαγόταν για την κυβέρνηση του κ. K. Σημίτη μια αποτυχημένη κίνηση. Ο κ. Αράπογλου όμως το τόλμησε, αφού πήρε το πράσινο φως από την κυβέρνηση που στηρίζει την επέκταση των επιχειρήσεων στη NA Ευρώπη». Ο Αράπογλου πήρε το πράσινο φως γιατί είναι αρκετά αδύναμοι πολιτικά οι έλληνες εθνικιστές για να σταματήσουν μία τέτοια επένδυση τώρα που ο αγαπημένος του καθεστώτος Ερντογάν χρειάζεται επειγόντως βοήθεια. Το πόσο ψηλές είναι οι τιμές σήμερα και πόσο χαμηλές ήταν επί Σημίτη, δεν έπαιξε κανένα απολύτως ρόλο.
Το ύψος του τιμήματος προσδιορίστηκε από τις ανάγκες της τούρκικης οικονομίας και τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ο Ερντογάν. Γι’ αυτό το τίμημα ήταν ιδιαίτερα ψηλό. Η Finansbank πουλήθηκε στην Εθνική σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνει η διοίκησή της με τίμημα 3,6 φορές υψηλότερο από τη λογιστική αξία των ενοποιημένων ιδίων κεφαλαίων και 17,8 φορές υψηλότερο των καθαρών κερδών. Η αποτίμηση της τράπεζας έγινε σε τούρκικες λίρες σε αντιστοιχία με τη μηνιαία και τριμηνιαία μέση σταθμική τιμή των διαπραγματευόμενων μετοχών της Τράπεζας στο χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης. Η τιμή που συμφωνήθηκε ήταν 7,16 τούρκικες λίρες για κάθε μετοχή (τον Απρίλιο του 2003 η ίδια μετοχή ήταν υπό διαπραγμάτευση σε επίπεδα τιμών χαμηλότερα των 0,5 τουρκικών λιρών, τον Απρίλιο του 2004 στη 1 λίρα και τον Απρίλιο του 2005 δεν ξεπερνούσε τις 2,5- Ελευθεροτυπία, 21/5). Αν η Εθνική περίμενε λίγο θα μπορούσε να αγοράσει την ίδια τράπεζα με πολύ πιο χαμηλό τίμημα αφού αμέσως μετά τη συμφωνία υποτιμήθηκε η τούρκικη λίρα και κατέρρευσε το Χρηματιστήριο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η βέλγικη τράπεζα Dexia, πολύ μεγαλύτερη από την Εθνική, αγόρασε το 75% της τούρκικης Denizbank αντί 1,9 δις Ευρώ τη στιγμή που η Εθνική αγόρασε το 46% της Finansbank αντί 3,2 δις Ευρώ!!! Λόγω της υποτίμησης, η Finansbank έχασε 1 δισ. ευρώ, όταν τα ίδια κεφάλαια της είναι μόλις 950 εκατ. Ευρώ (Ελευθεροτυπία, 27/5).
Επιπλέον, από την εξαγορά εξαιρέθηκαν οι πιο κερδοφόρες δραστηριότητες της τούρκικης τράπεζας, δηλαδή οι θυγατρικές της στην Ελβετία, στην Ολλανδία, στη Ρωσία και στη Ρουμανία, τις οποίες η Εθνική θα μεταβιβάσει στον ιδιοκτήτη της Τράπεζας Οζιεγκίν (Ελευθεροτυπία, 9/4). Αυτές οι διεθνείς δραστηριότητες της Finansbank αντιπροσωπεύουν το 21% του ενεργητικού της και η Εθνική δέχθηκε να τις πουλήσει στους παλιούς ιδιοκτήτες έναντι 580 εκατ. δολ., δηλαδή μόλις στο 12% της χρηματιστηριακής της αξίας. Θα μπορούσε δηλαδή να πάρει σχεδόν διπλάσια χρήματα (Ελευθεροτυπία, 21/5).
Η Εθνική όχι μόνο ανέλαβε την υποχρέωση για την καταβολή του τιμήματος των 2,3 δις ευρώ για το 46% της Finansbank, αλλά έχει δεσμευτεί να υποβάλει δημόσια πρόταση για την αγορά και των υπόλοιπων μετοχών. Εάν οι υπόλοιποι μέτοχοι της τούρκικης τράπεζας θελήσουν να πουλήσουν τις μετοχές τους, τότε η Εθνική είναι υποχρεωμένη να τις αγοράσει, φθάνοντας τη συμμετοχή της μέχρι το 90%. Σε αυτή την περίπτωση το τελικό κόστος θα φτάσει τα 4,5 δισ. δολάρια (Ελευθεροτυπία, 9/4).
Το πιο σημαντικό όμως στο σκάνδαλο της εξαγοράς είναι ότι η Εθνική προχώρησε στη συμφωνία χωρίς να διαθέτει τα κεφάλαια για να καλύψει το τίμημα αλλά και τους κινδύνους που συνεπάγεται η εξαγορά, με δεδομένο ότι είναι εξαιρετικά αβέβαιη η κερδοφορία της Finansbank αφού εξαρτάται από την πορεία της οικονομίας της Τουρκίας. Όταν έγινε η εξαγορά τα ίδια κεφάλαια της Εθνικής (δηλαδή τα δικά της κεφάλαια, χωρίς να υπολογίζονται οι καταθέσεις, οι πιστώσεις κλπ) ήταν 2,5 δις Ευρώ, δηλαδή ποσό ίσο περίπου με το τίμημα της εξαγοράς του 46% της Finansbank (2,3 δις Ευρώ). Για να μπορέσει να καταβάλει το τίμημα χωρίς να χρεωκοπήσει η Εθνική αναγκάστηκε στην αύξηση του κεφαλαίου της ύψους 3 δις Ευρώ. Αυτή η αύξηση δεν έχει καλυφθεί ακόμη. Αλλά, ακόμα και αφού ολοκληρωθεί το τίμημα των 2,3 δις Ευρώ σε σύνολο κεφαλαίων 5,5 δις Ευρώ θα αποτελεί το πολύ υψηλό ποσοστό του 42% και η τράπεζα θα αντλεί το 27% των εσόδων της και το 25% των κερδών της από την αγορά της Τουρκίας. Επιπλέον η Finansbank είναι μια τράπεζα που είναι εξαιρετικά εκτεθειμένη στον πιστωτικό κίνδυνο. Οι χορηγήσεις της (δάνεια κλπ) είναι 1,25 φορές μεγαλύτερες από τις καταθέσεις. Αντίθετα οι χορηγήσεις της Εθνικής αποτελούν το 71% των καταθέσεων (Ελευθεροτυπία, 9/4).
Το ρίσκο της Εθνικής Τράπεζας αλλά και συνολικά του XA, καθώς η Εθνική είναι η εταιρεία με τη μεγαλύτερη κεφαλαιοποίηση, αυξάνεται σημαντικά. «Αν ένα τουρκικό F-16 προχωρήσει σε κάποια “ανάρμοστη” συμπεριφορά, αν τοποθετηθεί μια βόμβα στην Κωνσταντινούπολη, αν σημειωθούν εξελίξεις στο κουρδικό ζήτημα ή στη σχέση της Τουρκίας με την Κύπρο, ή μια υποτίμηση της τουρκικής λίρας, θα υποχωρεί η μετοχή της Εθνικής και συνολικά η Σοφοκλέους» ανέφερε ένα στέλεχος τράπεζας θέλοντας να υπογραμμίσει την αύξηση της εξάρτησης του ελληνικού χρηματιστηρίου από πολιτικές, οικονομικές και γεωπολιτικές παραμέτρους (Βήμα, 9/4). Οι συνέπειες για τη σταθερότητα της ελληνικής οικονομίας είναι τεράστιες. Ο μεγάλος τραπεζικός όμιλος της Ελβετίας UBS συστήνει στους πελάτες της να αγοράζουν μετοχές των ελληνικών τραπεζών αλλά όχι της Eθνικής, λόγω των ανησυχιών γύρω από την εξαγορά στην Tουρκία, ενώ οι αναλυτές της γερμανικής Dresdner θεωρούν ότι η συμφωνία θα επηρεάσει αρνητικά τα κέρδη ανά μετοχή της ETE κατά 11% (Έθνος, 3/6). Ήδη η μετοχή της Εθνικής έπεσε από τα 43,7 Ευρώ στις αρχές Μαρτίου στα 31 Ευρώ στα τέλη Μαΐου, έχει δηλαδή απολέσει πάνω από 5 δισ. ευρώ χρηματιστηριακής αξίας, περισσότερα από όσα θα κληθεί να καταβάλει για να αγοράσει το 100% της Finansbank. Μέχρι σήμερα το Χρηματιστήριο βρίσκεται σε μία διαρκή πτωτική πορεία με κραχ να επαπειλούνται αφού η μετοχή της Εθνικής αντί να σταθεροποιηθεί συνεχίζει να πέφτει.
Όσο αβέβαιη είναι η απόδοση της επένδυσης της Εθνικής, άλλο τόσο αβέβαιη είναι η ειρήνη που υποτίθεται ότι εγγυάται. Πόσο βοήθησε η συμφωνία της εξαγοράς της ειρήνης ανάμεσα στις δύο χώρες, αποδείχτηκε από το επεισόδιο που ακολούθησε αμέσως μετά στο Αιγαίο με τη σύγκρουση των δύο μαχητικών αεροσκαφών. Η ειρήνη ανάμεσα σε δύο χώρες με άλυτες ακόμα όλες τις μεταξύ τους διαφορές δεν μπορεί να εξαγοραστεί με ευρώ.
Αυτό το τεράστιο σκάνδαλο που μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στην οικονομία της χώρας, το στήριξε σύσσωμο το καθεστώς και πιο πολύ ο ΣΥΝ που πρωτοστάτησε σε μία εκστρατεία για να εξαναγκαστούν τα ταμεία των ασφαλισμένων να βάλουν λεφτά στην εξαγορά σε κοινό μέτωπο με το ΠΑΣΟΚ!.

Το καθεστώς επιδοκιμάζει το σκάνδαλο. Ο ΣΥΝ πρωτοστατεί για να δώσει λάφυρο στον Ερντογάν τα κεφάλαια των ταμείων των συνταξιούχων

Είναι φανερό ότι ο Αράπογλου δεν θα μπορούσε να κλείσει τη συμφωνία αν δεν εξασφάλιζε σαφή και πολύπλευρη πολιτική έγκριση. Ο ίδιος δήλωσε ότι είχε ενημερώσει την πολιτική ηγεσία σχετικά πριν προχωρήσει στην υπογραφή τη εξαγοράς. Η κυβέρνηση τοποθετήθηκε θετικά για την εξαγορά αφού ο Αλογοσκούφης με δηλώσεις του χαιρέτισε την κίνηση της διοίκησης της ΕΤΕ να αγοράσει το 46% της Finansbank. Ταυτόχρονα όμως δήλωνε ότι η ΕΤΕ είναι μία ιδιωτικοποιημένη τράπεζα και ότι δεν θεωρεί αναγκαία τη συμμετοχή των ταμείων στην αύξηση. Μάλιστα, επισήμανε ότι τα περισσότερα ταμεία έχουν εξαντλήσει τα προβλεπόμενα από το νόμο όρια των επενδύσεων των αποθεματικών τους, και ο ίδιος δεν πρόκειται να εγκρίνει αύξηση αυτών των ορίων.
Σε ότι αφορά τα υπόλοιπα κόμματα, είναι χαρακτηριστικό πως όλοι φρόντισαν να εξασφαλίσουν το καλύτερο δυνατό πολιτικό κλίμα για την εξαγορά μέχρι την υπογραφή που έγινε στις αρχές Απριλίου.
Ενώ ήταν γνωστή από τα μέσα Φλεβάρη η υποβολή προσφοράς της Εθνικής για τη Finansbank, μόνο αφού μπήκε η υπογραφή και η εξαγορά ήταν τελειωμένη, άρχισαν να εκφράζουν τις διαφωνίες τους. Τότε, αντί να απαιτήσουν να ακυρωθεί η εξαγορά-σκάνδαλο ή έστω να γίνει επαναδιαπραγμάτευση της αφού άλλαξαν σημαντικά οι συνθήκες μετά την υπογραφή της με την υποτίμηση της τούρκικης λίρας, ζήτησαν να μπει το ίδιο το κράτος εγγυητής της χρηματοδότησης της καταβολής του τιμήματος για να διασφαλιστεί ο δημόσιος έλεγχος της Εθνικής και να μην περάσει η διοίκηση σε δυτικά κεφάλαια. Ο μόνος τρόπος για να εξασφαλιστεί αυτό θα ήταν να συμμετέχουν στην αύξηση τα ασφαλιστικά ταμεία που έχουν περίπου το 22% αλλά είναι χρεοκοπημένα στην πλειοψηφία τους, δίνοντας 700 εκατομμύρια ευρώ! Το 40% της ΕΤΕ ανήκει σε ξένα κεφάλαια και το 60% στο δημόσιο, σε ελληνικά ιδιωτικά κεφάλαια, και στην εκκλησία. Αν τα ταμεία δεν συμμετέχουν στην αύξηση το ποσοστό τους θα πέσει στο 16%, οπότε θα πέσει ανάλογα και το ποσοστό του δημοσίου που κινδυνεύει να χάσει την πλειοψηφία και δεν θα μπορεί έτσι στο μέλλον να διορίζει το καθεστώς διοικητή της αρεσκείας του που δηλαδή θα κλείνει τα καταστήματα της Τράπεζας στη Δύση και θα παίζει τα κεφάλαια της στο καζίνο της απειλούμενης από το σοσιαλφασισμό Ανατολής.
Πρέπει εδώ να αναφερθεί ότι τα ασφαλιστικά ταμεία ζημιώνονται σε κάθε περίπτωση, αφού αν αντισταθούν στην πίεση που τους ασκείται για συμμετοχή στην αύξηση, θα υποστούν τις απώλειες από την υποτίμηση της συμμετοχής τους στην Εθνική. Οι απώλειες αυτές βέβαια δεν συγκρίνονται με τα ποσά που θα πρέπει να πληρώσουν για να διατηρήσουν το ποσοστό τους με την αγορά νέων μετοχών.
Την πρωτοβουλία των κινήσεων για τη συμμετοχή των ταμείων στην αύξηση του κεφαλαίου της ΕΤΕ την ανέλαβαν ο Σύλλογος Υπαλλήλων της ΕΤΕ (ΣΥΕΤΕ) με πρόεδρο τον Κούκο του ΠΑΣΟΚ, και ο Αλαβάνος του ΣΥΝ. Ο ΣΥΕΤΕ έχοντας ποσοστό 6% στην Τράπεζα είχε το δικαίωμα να ζητήσει αναβολή της κρίσιμης ΓΣ που θα έδινε την έγκριση για την αύξηση του κεφαλαίου, όπως και έκανε ζητώντας τη διασφάλιση από το κράτος χρηματοδότησης στα ταμεία για να καλύψουν τη συμμετοχή τους στην αύξηση του κεφαλαίου. Αμέσως ο ΣΥΝ στήριξε αυτό το αίτημα υποστηρίζοντας ότι αν δεν διασφαλιστεί η συμμετοχή των ταμείων τότε η Τράπεζα θα «αφελληνιστεί» και η πλειοψηφία των μετοχών θα περάσει σε αμερικάνικες και ευρωπαϊκές τράπεζες, οπότε και η διοίκηση της τράπεζας θα ελέγχεται από αυτές. Μάλιστα αντιπροσωπεία του ΣΥΝ έκανε παράσταση για αυτό το σκοπό στον υπουργό Οικονομίας στις 19/5 και ζήτησε από τον υπουργό Οικονομίας, είτε να εξασφαλιστεί η στήριξη των Ταμείων, είτε τις μετοχές τους να τις αγοράσει το δημόσιο, χαρακτηρίζοντας το όλο ζήτημα «θέμα στρατηγικής σημασίας για την ελληνική οικονομία, αφού η Εθνική είναι μια τράπεζα με ηγετική θέση στο τραπεζικό χώρο...» (Ριζοσπάστης, 20/5). Αυτό το αίτημα δεν σημαίνει τίποτα άλλο από μία πρωτοφανή λεηλασία των ασφαλιστικών ταμείων των εργαζομένων και του προϋπολογισμού, συνέχεια της λεηλασίας που βρίσκεται σε εξέλιξη με τα προγράμματα της εθελούσιας εξόδου στις ΔΕΚΟ. Για παράδειγμα, «μεγαλομέτοχος» της ΕΤΕ, με ποσοστό 2,4%, είναι το ΤΑΠ/ΟΤΕ. Και όχι μόνο δεν έχει τα 70 εκατ. ευρώ που του αναλογούν, προκειμένου έτσι να διατηρήσει το ποσοστό του στην Εθνική Τράπεζα, αλλά ζητάει άλλα 60 εκατ. από τον προϋπολογισμό για την ομαλή καταβολή των συντάξεων. Συνολικά φέτος ο προϋπολογισμός θα εισφέρει στο ΤΑΠ/ΟΤΕ άνω των 350 εκατ. Ευρώ (Ελευθεροτυπία, 30/4).
Η θέση του ΠΑΣΟΚ ήταν η πιο υποκριτική, αφού ο Γ. Παπανδρέου από τη μία υποστήριξε ότι το τίμημα της εξαγοράς ήταν υψηλό και από την άλλη, χαρακτήρισε θετική την επέκταση της Εθνικής και ζητούσε μαζί με τον ΣΥΝ τη διασφάλιση της συμμετοχής των ταμείων στην αύξηση απειλώντας μάλιστα τις διοικήσεις τους με διώξεις. Αμέσως μετά την ανακοίνωση της εξαγοράς στις 5 Απρίλη, ο Γ. Παπανδρέου, μιλώντας στο συνέδριο του «Economist», χαιρέτισε «σε πολιτικό επίπεδο την απόφαση της Εθνικής Τράπεζας να αγοράσει μια τουρκική τράπεζα», ενώ ο φιλο-παπανδρεϊκός Φλωρίδης δήλωσε ότι οι διοικήσεις των Ταμείων που θα συμφωνήσουν στην αύξηση χωρίς να δηλώσουν και τη συμμετοχή τους σε αυτή, θα πρέπει να διωχθούν για απιστία! Αυτή την τοποθέτησε υιοθέτησε και ο ίδιος ο Γ. Παπανδρέου. Στην αντίθετη γραμμή κινήθηκε η Β. Παπανδρέου σαν τμήμα της εθνικιστικής τάσης του ΠΑΣΟΚ, ζητώντας την απόσυρση της προσφοράς της Εθνικής Τράπεζας και την επαναδιαπραγμάτευση λόγω της υποτίμησης της τούρκικης λίρας.
Το ψευτοΚΚΕ από την άλλη για να διατηρήσει τη συνοχή της βάσης του τοποθετήθηκε ενάντια σε οποιαδήποτε συμμετοχή των ταμείων στην αύξηση, αφού ήξερε ότι η δική του συμφωνία του δεν χρειαζόταν όταν συμφωνούσε όλο το υπόλοιπο καθεστώς και οι εργαζόμενοι δεν αντιδρούσαν. Αν το ψευτοΚΚΕ διαφωνούσε πραγματικά θα χάλαγε τον κόσμο ενάντια σε αυτήν την σκανδαλώδη εξαγορά ενώ τώρα το μόνο που έκανε ήταν να συμφωνήσει τηρώντας τα προσχήματα.
Αν ήθελαν οι συνδικαλιστές ΠΑΣΟΚ, ΣΥΝ και ψευτοΚΚΕ θα μπορούσαν με το 22% των ταμείων να δημιουργήσουν σοβαρά προβλήματα για την εξέλιξη της διαδικασίας και θα κατηγορούσαν για απιστία, όχι όσους διοικητές αποφάσιζαν κατά της συμμετοχής στην αύξηση, αλλά όσους θα έδιναν θετική ψήφο στη ΓΣ των μετόχων στην πρόταση της διοίκησης της Εθνικής για να προχωρήσει στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου με ή χωρίς τη συμμετοχή των ταμείων. Τελικά το σύνολο σχεδόν των ταμείων ψήφισαν υπέρ της αύξησης στη γενική συνέλευση που έγινε μετά την αναβολή, συμπεριλαμβανομένου του ΤΕΒΕ το οποίο εκπροσώπησε στην ψηφοφορία ο πρόεδρος του και στέλεχος του «Κ»ΚΕ, Χρ. Τριάντης.
Χαρακτηριστική είναι και η στάση της εκκλησίας. Αποδείχτηκε σε αυτή την περίπτωση ότι για να στηρίξει τη στρατηγική του ρωσόφιλου μετώπου στο οποίο είναι πιστός μέχρι σήμερα, ο Χριστόδουλος μπορεί να κάνει πολλές «εθνικές» υποχωρήσεις. Σημειώνεται ότι η Μητρόπολη των Ιωαννίνων κατέχει το 1,7% των μετοχών της Εθνικής και η Εκκλησία της Ελλάδος το 1,3%. Διαβάζουμε στην Ελευθεροτυπία (3/6) ότι: «Στο πάνελ της γενικής συνέλευσης της Εθνικής Τράπεζας, η οποία αποφάσισε για την εξαγορά της τουρκικής τράπεζας FINANSBANK, ήταν και ο μητροπολίτης Ιωαννίνων Θεόκλητος. Μετέχει στο διοικητικό συμβούλιο της Εθνικής αρκετά χρόνια. Την επίσημη Εκκλησία -μέτοχος επίσης της Εθνικής- εκπροσωπούσε ο Κ. Πυλαρινός, στενός συνεργάτης του Αρχιεπισκόπου. Οι εκπρόσωποι της Εκκλησίας δεν προέβαλαν καμιά αντίρρηση για την εξαγορά της τουρκικής τράπεζας».
Παρά τις αγωνιώδεις προσπάθειες του καθεστώτος, στο διάστημα για το οποίο έγινε η αναβολή της Γενικής Συνέλευσης μετά από την παρέμβαση του ΣΥΕΤΕ, δεν εξασφαλίστηκε πολιτική δέσμευση για τη χρηματοδότηση της συμμετοχής των ταμείων. Ο Αλογοσκούφης έμεινε μέχρι το τέλος σταθερός στη θέση του ότι η απόφαση είναι αποκλειστικά υπόθεση των ίδιων των ταμείων, και την ίδια γραμμή ακολούθησε ο υπουργός Απασχόλησης Τσιτουρίδης.
Φημολογείται ότι η διοίκηση της ΕΤΕ κινείται παρασκηνιακά προκειμένου να εξασφαλίσει χαμηλότοκο δανεισμό, προς τα ταμεία που δεν έχουν διαθέσιμα, από άλλη τράπεζα με εγγύηση της Εθνικής, αφού απαγορεύεται ο άμεσος δανεισμός από την ιδιοκτήτρια τράπεζα (Ελευθεροτυπία, 21/5).
Φαίνεται ότι ο άμεσος στόχος είναι να εξασφαλισθεί κάποιου είδους χρηματοδότηση για τα μεγαλύτερα από τα ασφαλιστικά ταμεία που συμμετέχουν στην Εθνική, ώστε να διατηρηθεί ένα ποσοστό που να εξασφαλίζει τον έλεγχο της διοίκησης, έστω κι αν δεν είναι πλειοψηφικό, με δεδομένο ότι από τα ήδη συμμετέχοντα ξένα κεφάλαια κανένας δεν θα ελέγχει πάνω από το 5% μετά την αύξηση, ενώ ο Αράπογλου έχει φροντίσει να διασφαλίσει ότι θα έχουν αντίστοιχα χαμηλό ποσοστό οι αμερικάνικες και ευρωπαϊκές τράπεζες που θα συμμετέχουν στην αύξηση αν χρειαστεί.
Στο μεταξύ την πρόθεσή της να συμμετέχει στην αύξηση ανακοίνωσε η Παγκόσμια Τράπεζα. Ο ΣΥΝ μετά από αυτή την ανακοίνωση σκλήρυνε τη στάση του, καταγγέλλοντας τα αμερικάνικα και ευρωπαϊκά κεφάλαια που χρησιμοποιούν την εξαγορά για να πάρουν τον έλεγχο της ΕΤΕ.
Αποδεικνύεται όμως ότι το πιο σημαντικό τώρα για το καθεστώς είναι να προχωρήσει με κάθε τρόπο η εξαγορά και να στηριχθεί ο Ερντογάν. Το σκάνδαλο όμ,ως είναι πολύ μεγάλο και υπάρχουν αρκετές αντιστάσεις που μπορούν να δημιουργήσουν σοβαρά προβλήματα στην τελική πραγματοποίηση του φιλόδοξου σχεδίου των ρωσόφιλων.
Στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, ο πρόεδρος της Finansbank Οζιεγκίν, και «φερέγγυος» συνεταίρος των ελλήνων «οραματιστών» παραπέμπεται στον εισαγγελέα από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς της Τουρκίας για παράνομη κερδοσκοπία με τη μετοχή της τράπεζας την περίοδο 2001-2002, αδίκημα για το οποίο προβλέπεται πενταετής φυλάκιση, κάτι που προφανώς θα δυσκολέψει την εξαγορά αφού θα είναι δύσκολο για τον Οζιεγκίν να ασκεί τη διοίκηση της τούρκικης τράπεζας που του παραχώρησε η Εθνική μέσα από τη φυλακή.
Η υπόθεση της Finansbank είναι ένα χαρακτηριστικό δείγμα για τα δεινά που θα υποστεί ο λαός και η χώρα για την εξυπηρέτηση των ρώσικων συμφερόντων που επιδιώκει η φιλορώσικη πολιτική του καθεστωτικού μετώπου.