Η ΣΑΟΥΔΙΚΗ ΑΡΑΒΙΑ ΥΠΟΚΥΠΤΕΙ ΣΤΗ ΡΩΣΙΚΗ «ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ» ΚΑΙ ΠΟΥΛΑΕΙ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ ΣΤΗ ΧΑΜΑΣ
Ο ρώσικος σοσιαλιμπεριαλισμός ρυθμιστής των μεσανατολικών υποθέσεων

Στη μαζική ναζιστική σφαγή της 11 του Σεπτέμβρη οι ΗΠΑ είχαν απαντήσει με το δικό τους ιμπεριαλιστικό τρόπο: Στρατιωτική επέμβαση στις χώρες που φιλοξενούσαν ή υποστήριζαν πολιτικά τους σφαγείς. Χτίσιμο μέσα από την επέμβαση νέας πολιτικής εξουσίας που να είναι φιλική στις ΗΠΑ. Προσπάθεια να συνδυάσουν τη δικιά τους ασφάλεια με τη σταθερή ροή του μεσανατολικού πετρελαίου και τη σταθερή λειτουργία των παγκόσμιων χρηματιστηρίων. Επιτέθηκαν λοιπόν στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, συνεργάστηκαν με τη ρωσόφιλη Βόρεια Συμμαχία ενάντια στους Ταλιμπάν και με τους φιλο-ιρανούς σιίτες μουσουλμάνους ενάντια στην ιρακινή κυβέρνηση, βοήθησαν τον Αμπάς να αναρριχηθεί στην ηγεσία της Παλαιστινιακής Αρχής.
Οι Αμερικανοί σπατάλησαν πολύ χρήμα και αίμα και το μόνο που κατάφεραν ήταν να παραδώσουν την εξουσία στις χώρες αυτές στον αληθινό εχθρό τους και σφαγέα των δίδυμων πύργων, στη ρώσικη υπερδύναμη και στη διεθνή συμμαχία που αυτή χτίζει με τους δύο άλλους μεγάλους φασισμούς: τον παγκόσμιας εμβέλειας κινέζικο και τον περιφερειακής εμβέλειας ιρανικό φασισμό. Ταυτόχρονα κατάφεραν να ανοίξουν το δρόμο για τη διείσδυση της ρώσικης υπερδύναμης στις μόνες αραβικές χώρες στις οποίες η αμερικάνικη διπλωματία μπορούσε να στηριχθεί. Η προεδρία Μπους θα μείνει στην ιστορία σαν η πιο βλακώδης της ιμπεριαλιστικής εποχής.

Στα μέσα Φλεβάρη ο καγκεμπίτης ρώσος πρόεδρος έκανε ένα αστραπιαίο ταξίδι στη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και την Ιορδανία πετυχαίνοντας μια σειρά από σημαντικές συμφωνίες οικονομικού, πολιτικού και στρατιωτικού χαρακτήρα. Αυτά τα κράτη είναι βασικά οι δυτικόφιλες μοναρχίες του αραβικού Κόλπου που ζουν από την πετρελαϊκή γεωπρόσοδο, με πιο ισχυρή πολιτικά τη Σαουδική Αραβία. Ο Πούτιν – ο πρώτος ρώσος ηγέτης που πατά το πόδι του στην πρωτεύουσα της χώρας, Ριάντ – δεν πήγε απλά για να τιμηθεί από τους πετρελαιάδες σαν εξέχων πρόεδρος μιας υπερδύναμης. Πήγε για να συζητήσει περιφερειακά ζητήματα και να εγκαινιάσει μια συμμαχία σε κρίσιμους τομείς όπως οι πληροφορίες, οι αερομεταφορές και οι εξοπλισμοί, υποσχόμενος στους Σαουδάραβες τεθωρακισμένα οχήματα Τ-90 αλλά και πυρηνική ενεργειακή συνεργασία. Σ’ αυτό βοήθησε αρκετά ο οπορτουνισμός των τελευταίων να τρέχουν πίσω από οποιονδήποτε τους προσφέρει μία φαινομενική διέξοδο στις ανησυχίες τους χωρίς να λογαριάζουν την συμπεριφορά του στα υπόλοιπα διεθνή ζητήματα. Όπως έγραψε η σαουδαραβική εφημερίδα «Αλ-Ριγιάντ»: «Αυτό που μετράει είναι τα συμφέροντά μας, η ασφάλειά μας και η ενδυνάμωση των σχέσεων με όλες τις πλευρές που μπορούν να μας τα εγγυηθούν» (12/2). Και η Σαουδική Αραβία αγωνιώντας για την ασφάλειά της καθώς είναι περικυκλωμένη από χώρες της επέκτασης και του φασισμού αναζητάει καταφύγιο στον πιο φασιστικό ιμπεριαλισμό προστάτη όλων των επεκτατιστών που την απειλούν.

Το σουνίτικο αντι-ιρανικό και αντι-συριακό μέτωπο

Τους Σαουδάραβες τους έχει ανησυχήσει ιδιαίτερα η ολοένα αυξανόμενη πολιτική επιρροή που ασκούν στην περιφέρειά τους χώρες σαν τη Συρία και, κυρίως, το Ιράν που είναι και οι δυο τμήμα του παγκόσμιου ρωσο-κινεζικού ναζιστικού άξονα. Το Ιράν εξάγει όλο και περισσότερο την πολιτική του δύναμη στις αραβικές χώρες επιδιώκοντας την κυριαρχία του πάνω σ’ αυτές. Χαρακτηριστική έκφραση του ιρανικού επεκτατισμού αποτελεί η κατάληψη (με τη βοήθεια της Αμερικής) της πολιτικής εξουσίας στο Ιράκ από τους πράκτορές του Χακίμ και Σαντρ, (που εκπροσωπούν διαφορετικές φράξιες της ιρανικής πολιτικής εξουσίας), ενώ ως πέμπτη φάλαγγα της συριακής και της ιρανικής επέκτασης λειτουργούν σήμερα οι ισλαμοφασιστικές συμμορίες της Χεζμπολάχ και της Χαμάς σε Λίβανο και Παλαιστίνη. Έτσι δημιουργείται στα βόρεια σύνορα της Σαουδικής Αραβίας και της Ιορδανίας ένα πανίσχυρο ισλαμοφασιστικό τόξο που απειλεί να καταβροχθίσει το σύνολο του Αραβικού Κόλπου. Ιδιαίτερα η προέλαση των Ιρανών μέσα στο Ιράκ – μια διαδικασία που επισφραγίστηκε τελευταία με την κανιβαλική εκτέλεση του Σαντάμ Χουσέιν από τους ανθρώπους του Σαντρ – έχει αλλάξει ριζικά τους πολιτικούς συσχετισμούς στη Μέση Ανατολή. Ο λαός του Ιράκ βρίσκεται σήμερα στα πρόθυρα μιας μεγάλης κλίμακας διπλής γενοκτονίας θρησκευτικού τύπου: πρώτον της γενοκτονίας των σουνιτών από τις σιίτικες ισλαμοφασιστικές συμμορίες Σαντρ και Χακίμ, πάντα με την ευλογία της κυβέρνησης Μαλίκι, και δεύτερον της γενοκτονίας των σιιτών την οποία διαπράττει, υποτίθεται σαν εκπρόσωπος των σουνιτών, το προβοκατόρικο δολοφονικό απόσπασμα της Αλ Κάιντα στο Ιράκ που στηρίζεται από τη συριακή κυβέρνηση. Αν η ιρανο-συριακή επέλαση συνεχιστεί πιθανότατα το επόμενο θύμα επίθεσης να είναι η Σαουδική Αραβία.
Για να αντιμετωπίσουν λοιπόν την ιρανική περικύκλωση τα μη επιθετικά αραβικά κράτη ένωσαν τις προσπάθειές τους και στις αρχές του χρόνου υπέγραψαν κοινή διακήρυξη ενάντια στο Ιράν υπό την αιγίδα των Αμερικανών. Η παραπάνω εξέλιξη καταθορύβησε τους ρώσους σοσιαλιμπεριαλιστές καθώς θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμα και σε κατάρρευση της στρατηγικής τους για κυριαρχία στη Μέση Ανατολή. Ένα συγκροτημένο αντι-ιρανικό μέτωπο των αραβικών χωρών που θα στήριζε τον αγώνα του ιρακινού λαού για ανεξαρτησία και θα συγκρουόταν με τους ιρανούς μουλάδες πάνω σε προοδευτική βάση θα όξυνε τις πολιτικές αντιθέσεις μέσα στο Ιράκ, μέσα στο Λίβανο και πάνω απ όλα στην Παλαιστίνη υποχρεώνοντας το Κρεμλίνο να πάρει σαφή θέση σε όλες αυτές τις συγκρούσεις. Δηλαδή θα αναγκαζόταν είτε να υποστηρίξει τους συμμάχους του της Τεχεράνης οπότε θα απομονωνόταν από τους λαούς της περιοχής που μοιραία θα μετέτρεπαν το μέτωπό τους σε ανοιχτά αντιρώσικο, είτε να τους προδώσει οπότε θα διασπούσε και θα διέλυε τον πολεμικό του άξονα.

Η ρώσικη απάντηση στο σουνίτικο μέτωπο

Η ρώσικη απάντηση στο σουνίτικο αντισοσιαλφασιστικό μέτωπο ήταν άμεση. Αμέσως μπήκε σε κίνηση η γνωστή επιδέξια κεντρίστικη γραμμή. Αυτή συνίσταται στη φαινομενική υποστήριξη και των δύο πλευρών μιας αντίθεσης. Σε αυτό το ρόλο μπορεί και διαπρέπει η ρώσικη διπλωματία γιατί φροντίζει να δουλεύει κυρίως εσωτερικά σε κάθε χώρα, δηλαδή με πράκτορες και όχι με διπλωματία ανοιχτής εξωτερικής επέμβασης όπως κάνουν οι αλαζόνες μονοπωλιστές-χρηματιστές των ΗΠΑ. Έτσι ο πόλος που δέχεται την επίθεση κάθε φορά δεν καταλαβαίνει ότι γι αυτήν ευθύνεται η Μόσχα, αλλά κάποιος άλλος τοπικός ή περιφερειακός «κακός». Έτσι η Ρωσία μπορεί άνετα να παριστάνει το φίλο του θύματος παίζοντας το ρόλο του ευνοϊκού ουδέτερου προς το μέρος του. Λέμε ουδέτερου γιατί αν πολυκάνει το φίλο στο θύμα θα χάσει τον θύτη στον οποίο κύρια επενδύει πολιτικά, στρατιωτικά και οικονομικά. Κι όλα αυτά τα κάνει με μια αξιοζήλευτη συνωμοτικότητα που στο ύψος της κανένας δυτικού τύπου ιμπεριαλισμός δε θα μπορούσε ποτέ να φτάσει αφού μόνο η τέλεια σύμφυση πολιτικής και οικονομικής εξουσίας που χαρακτηρίζει το ρώσικο πολιτικό μονοπώλιο κάνει δυνατές τέτοιας κλίμακας συνωμοσίες. Ειδικά για το Ιράκ η εσωτερική επέμβαση της Μόσχας γίνεται μέσα από έναν αντισανταμικό που ήρθε φυτευτός από τη Συρία και ακούει στο όνομα Μαλίκι, έναν διπρόσωπο που χρησιμεύει στη ρώσικη διπλωματία όσο κανένας άλλος αφού μπορεί να είναι αποδεκτός και από το Ιράν και από και από τις ΗΠΑ.
Έτσι κάποια στιγμή οι Ρώσοι εμφανίστηκαν μπροστά στους Σαουδάραβες με μια σειρά προτάσεων για το Ιράκ υποσχόμενοι ότι θα φροντίσουν να ασκήσουν την επιρροή τους σε αυτό ώστε να θέσουν γρήγορα τέρμα στην αιματοχυσία, ιδιαίτερα στην εθνοκάθαρση των σουνιτών που είναι και η πιο έντονη και που ανησυχεί το Ριάντ. Κάτι τέτοιο η αμερικάνικη διπλωματία δε θα μπορούσε να το εγγυηθεί μόνο με τα στρατιωτικά της μέσα, ιδιαίτερα με την πολιτική ήττα της γραμμής Μπους μέσα στο αμερικανικό κογκρέσο για επιπλέον αποστολή στρατευμάτων στο Ιράκ. Με εμφανή τα αδιέξοδα της αμερικανικής πολιτικής στο Ιράκ η βασιλική αυλή του Ριάντ δέχτηκε ευχαρίστως την επιδιαιτησία του Κρεμλίνου. Πράγματι, την άλλη μέρα η κυβέρνηση Μαλίκι κάλεσε όσους σιίτες είχαν καταλάβει κατοικίες σουνιτών στη Βαγδάτη – που υπολογίζονται έως και 200.000 εκτοπισμένοι – να τις εγκαταλείψουν και ανήγγειλε το κλείσιμο των συνόρων με τη Συρία και το Ιράν έτσι ώστε να ανακοπεί ο εξοπλισμός των δολοφονικών πολιτοφυλακών που λυμαίνονται τη χώρα (βλ. Τάιμς Νέας Υόρκης -ΝΥΤ, 14/2). Ακόμα περισσότερο επέτρεψε την είσοδο των αμερικανικών δυνάμεων στη συνοικία Σαντρ Σίτυ – προπύργιο των σιιτών ισλαμοφασιστών – ενώ ο σιίτης κληρικός Σαντρ, σκληρός αντιαμερικανός, έφευγε για το Ιράν για να διευκολύνει την αμερικάνικη προέλαση στο Σάντρ Σίτυ χωρίς να κατηγορηθεί για προδοσία από τους δικούς του. Όμως το πιο εντυπωσιακό και ζωτικό για τους σαουδάραβες ρώσικο δώρο ήταν η υπόσχεση για πυρηνική βοήθεια. Αυτή εμφανίστηκε επίσημα σα βοήθεια απλά στην παραγωγή πυρηνικής ενέργειας για ειρηνικού σκοπούς. Όμως όλοι ξέρουν ότι πάνω στη θάλασσα των πετρελαίων στην οποία κολυμπάνε χώρες σαν το Ιράν και η Σ. Αραβία η πυρηνική ενέργεια έχει αξία μόνο με τη μορφή των πυρηνικών όπλων και αφού τέτοια όπλα ετοιμάζει το Ιράν δεν μπορεί να μην τα διαθέτει η Σ. Αραβία για την επιβίωσή της. Αλλά αφού η Δύση είναι ανίκανη να εμποδίσει τον πυρηνικό εξοπλισμό του Ιράν και αφού αρνείται να παραδώσει στη Σ. Αραβία έναν ανάλογο εξοπλισμό για να μην παραβιαστεί η συνθήκη για τη διάδοση των πυρηνικών όπλων, είναι εδώ το Κρεμλίνο έτοιμο να παραβιάσει κάθε συνθήκη σύμφωνα με το συμφέρον της. Να τη λοιπόν που υπόσχεται στη Σ. Αραβία αυτό που προτείνει στο Ιράν, αλλά αυτό ακόμα δεν δέχεται: να μην φτιάξει δικό του πυρηνικό υλικό αλλά να του το δώσει η ίδια. Στα μάτια της Σ. Αραβίας αυτή τη στιγμή η Ρωσία φαίνεται σαν αντι-ιρανική γιατί πιέζει το Ιράν στον ΟΗΕ μαζί με τη Δύση για να μην προχωρήσει στην κατασκευή πυρηνικού υλικού. Όμως η Ρωσία δεν διαφωνεί να έχει το Ιράν πυρηνικό υλικό για βόμβες. Διαφωνεί να κατασκευάζει αυτό το ίδιο αυτό το υλικό, δηλαδή να είναι πυρηνικά ανεξάρτητο από τη Μόσχα. Μόλις το Ιράν υποταχθεί και σε αυτή τη ρώσικη απαίτηση η ιρανορωσική συμμαχία θα γίνει στενότερη από ποτέ και η Σ. Αραβία θα γίνει έρμαιο των ρώσικων εκβιασμών.

Αυτό που ζήτησαν και πήραν οι Ρώσοι σε αντάλλαγμα αυτών όλων των διευκολύνσεων ήταν βασικά το σπάσιμο του αντι-ιρανικού και αντισυριακού μετώπου από τους Ιορδανούς και τους Σαουδάραβες και η συνεργασία των τελευταίων με τη Συρία και το Ιράν για την επίλυση των βασικών μεσανατολικών ζητημάτων, ιδιαίτερα του πιο κεντρικού από αυτά, του πιο παγκόσμιου, που είναι το παλιστινιακό. Έτσι για πρώτη φορά η Σαουδική Αραβία αναβαθμιζόταν σε περιφερειακή πολιτική δύναμη, με αποστολή την «αναζήτηση ειρηνικών και διπλωματικών λύσεων στις διεθνείς κρίσεις», όπως συμφώνησε ο επικεφαλής του συμβουλίου ασφαλείας της χώρας με το ρώσο ομόλογό του Ι. Ιβανόφ στις 30 Γενάρη (βλ. Ελευθεροτυπία, 31/1).
Η επίκληση της «ειρήνης» και της «διπλωματίας» είναι ουσιαστική για το Κρεμλίνο καθώς γίνεται σε μια στιγμή που οι λαοί της Μέσης Ανατολής έχοντας νιώσει στο πετσί τους την καταπίεση του ισλαμοφασισμού αρχίζουν να αντιπαρατίθενται μαζί του στρατιωτικά. Στο Ιράκ ήδη η πιο πατριωτική μερίδα της αντιαμερικάνικης σουνίτικης αντίστασης έχει στρέψει τα πυρά της κυρίως ενάντια στον ιρανικό επεμβατισμό και επιδιώκει διαπραγματεύσεις με τους Αμερικανούς. Ταυτόχρονα όλο και περισσότερο αυξάνονται οι στρατιωτικές συγκρούσεις ανάμεσα στους πατριώτες σουνίτες και στους προβοκάτορες γενοκτόνους της Αλ-Κάιντα. Στο Λίβανο οι δημοκρατικές δυνάμεις όλων των θρησκευτικών και εθνοτικών ομάδων βρίσκονται στα μαχαίρια με το φιλοσυριακό στρατόπεδο, ενώ στην Παλαιστίνη μαινόταν μέχρι πρόσφατα ένας ανοιχτός εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στις εθνικοανεξαρτησιακές δυνάμεις της Φατάχ, που θέλουν αναγνώριση του Ισραήλ, και τους νεοναζί αντισημίτες της Χαμάς με εκατοντάδες θύματα. Για να μην αναφέρουμε την πάλη των λαών μέσα στις ίδιες τις νεοναζιστικές χώρες με πρώτη και καλύτερη την δημοκρατική πάλη της ιρανικής νεολαίας. Αν αυτές οι αντιθέσεις οξυνόντουσαν περαιτέρω θα υπήρχε ο κίνδυνος οι ισλαμοφασίστες να απομονωθούν πολιτικά και να συντριβούν στρατιωτικά ενώ τα πολιτικά ατού των Ρώσων στο κέντρο της σύγκρουσης, δηλαδή οι κεντριστές Σινιόρα, πρωθυπουργός του Λιβάνου, Μαλίκι του Ιράκ και Αμπάς της Παλαιστίνης, θα κινδύνευαν να αποκαλυφθούν σαν φιλορώσοι και φιλοσύριοι προβοκάτορες. Έτσι οι Ρώσοι εξουσιοδότησαν τους Σαουδάραβες να οργανώσουν μια μεσολάβηση στο Λίβανο, στο Ιράν και στην Παλαιστίνη που στην πραγματικότητα θα οδηγούσε σε θρίαμβο τη δική τους κεντρίστικη γραμμή. Γιατί μόνο η ρώσικη «από τα μέσα» διπλωματία είχε τη δυνατότητα να επηρεάσει τους ισλαμοφασίστες και στο Ιράκ και στο Λίβανο και στην Παλαιστίνη για να κάνουν κάποιες τακτικές υποχωρήσεις που θα εμφανίζονταν στα μάτια του σουνίτικου μετώπου και βασικά της Σαουδικής Αραβίας, της Ιορδανίας και της Αιγύπτου σαν στρατηγικής φύσης. Μόνο έτσι το νεοσύστατο σουνίτικο διπλωματικό μέτωπο θα μπορούσε να ανακοπεί και στη συνέχεια να αποσαθρωθεί. Βασικά η Ρωσία υποχωρεί σήμερα σε μερικά μέτωπα, και βασικά στο ιρακινό ώστε να ακολουθήσει η αποχώρηση των αμερικανικών σταρτευμάτων και μετά να ξαναστριμώξει τις μη επιθετικές χώρες που θα βρεθούν χωρίς την αμερικανική στρατιωτική παρουσία.
Παρ όλα αυτά η Ρωσία δεν υποχωρεί καθόλου αλλά προχωράει τις θέσεις της στο βασικό της μέτωπο που είναι η Παλαιστίνη. Οι ρώσοι νεοναζί ξέρουν ότι δε μπορούν να διεξάγουν έναν παγκόσμιο φασιστικό πόλεμο εάν δεν αποτελέσουν οι ίδιοι τον κεντρικό πόλο ενός παγκόσμιου αντισημιτικού ρεύματος που θα ενοποιεί διαφορετικής προέλευσης φασιστικές ιδεολογίες. Αλλά ο μοντέρνος αντισημιτισμός είναι ο αντισιωνισμός και τον αντισιωνισμό τον ελέγχει όποιος ελέγξει την Παλαιστίνη. Με τον έλεγχο της Παλαιστίνης ο νέου τύπου αντισημιτισμός απέχει μόλις ένα βήμα από τη λογική του συνέπεια που είναι η διάλυση του ισραηλινού κράτους και η ανηλεής σφαγή των κατοίκων του. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που απ’ όλες τις ιμπεριαλιστικές κυβερνήσεις πρώτη η ρωσική – και στη συνέχεια η κινεζική – αναγνώρισε τη νέα παλαιστινιακή κυβέρνηση της Χαμάς καλώντας τη στη Μόσχα για συνομιλίες.

Η αισχρή προδοσία της Σ. Αραβίας και της Δύσης στη Μέκκα

Ενώ λοιπόν το δυτικό εμπάργκο προς την κυβέρνηση της Χαμάς συνεχιζόταν, η Σαουδική Αραβία ανέλαβε αντικειμενικά για λογαριασμό της Ρωσίας το ρόλο του νεκροθάφτη του αντι-χαμασίτικου παλαιστινιακού αγώνα. Έτσι επιτεύχθηκε η συμφωνία της Μέκκας ανάμεσα στον Αμπάς και τη Χαμάς υπό την αιγίδα της Σαουδικής Αραβίας. Αυτή προώθησε το σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης στην Παλαιστίνη κάτω από την ηγεμονία της Χαμάς χωρίς αυτή η κυβέρνηση να πρέπει να αναγνωρίσει το κράτος του Ισραήλ, όπως απαιτούσαν η ΕΕ και οι ΗΠΑ ως χθες και όπως απαιτούσε και η Φατάχ από την Χαμάς. Αυτή η σιχαμερή προδοσία της Σ. Αραβίας απέναντι στην Φατάχ ανοίγει το δρόμο για την αποδοχή από τη Δύση της νέας ναζιστικής πραγματικότητας στην Παλαιστίνη που πρώτοι οι Ρώσοι χαιρέτισαν κρίνοντας ότι η συμφωνία της Μέκκας «θα πρέπει να συνδυαστεί με άρση του αποκλεισμού των παλαιστινιακών εδαφών που έχει προκαλέσει βάσανα και δυστυχία στο λαό» (10/2). Ως γνωστό, το εμπάργκο της Δύσης απέναντι στη Χαμάς οφείλεται στην απροθυμία της τελευταίας να αναγνωρίσει το Ισραήλ, να σταματήσει την τρομοκρατική δράση και να αποδεχτεί τις ισραηλο-παλαιστινιακές ειρηνευτικές συμφωνίες. Όμως η συμφωνία της Μέκκας δε απαιτεί για τους ισλαμοφασίστες την τήρηση κανενός από τους πιο πάνω όρους. Σημαίνει απλά ότι ο υπόλοιπος κόσμος θα πρέπει να βασιστεί στην υπόσχεση της οργάνωσης ότι θα «σεβαστεί» τις συμφωνίες ειρήνευσης. Όπως επί λέξει δήλωσε ο εκπρόσωπος της Χαμάς, Ριζάν Ραγιάν, «Δε θα αναγνωρίσουμε ποτέ το Ισραήλ. Δεν υπάρχει τίποτα που να λέγεται Ισραήλ, ούτε στην πραγματικότητα ούτε και στη φαντασία» (στο ίδιο).
Τέτοιες αλαζονικές δηλώσεις από το στόμα ενός ναζιστή θα μπορούσαν να προφερθούν παρά μόνο ύστερα από μια τρομαχτικής σημασίας νίκη του ναζισμού απέναντι στη δημοκρατία. Πραγματικά, η συμφωνία της Μέκκας έδωσε στη Χαμάς την αναμφισβήτητη πολιτική και ιδεολογική υπεροχή στην Παλαιστίνη, ενώ σε επίπεδο κυβέρνησης της παραχώρησε την πλειοψηφία των υπουργείων, συμπεριλαμβανομένου του άκρως σημαντικού υπουργείου εσωτερικών. Αυτή η νίκη εννοείται όχι μόνο δεν ανέκοψε τις ηγεμονικές της βλέψεις αλλά της άνοιξε την όρεξη για νέες περιπέτειες. Λίγο μετά την υπογραφή της συμφωνίας η ισλαμοφασιστική συμμορία θα εξέφραζε τη δυσαρέσκειά της για τον αριθμό των υπουργικών καρεκλών που συμφωνήθηκε να ελέγχει ενώ η ένταση με το Ισραήλ αναζωπυρώθηκε.
Φυσικά οι ΗΠΑ, που κι αυτές έχουν βλέψεις στη Μέση Ανατολή και που – αντίθετα από τους Ρώσους – πασχίζουν εναγώνια για να διατηρήσουν τις εκεί θέσεις τους, δε θα μπορούσαν να μείνουν αδιάφορες από την απρόσμενη αλλαγή των συσχετισμών. Αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν το νέο αναβαθμισμένο ρόλο της Συρίας και του Ιράν και μάλιστα συμμετείχαν σε κοινή συνδιάσκεψη που διοργάνωσε ο Μαλίκι για το Ιράκ όταν μέχρι πρότινος απέφευγαν οποιαδήποτε άμεση επαφή με αυτά τα καθεστώτα. Στη μεταστροφή των Αμερικανών πρέπει να συνέβαλε όχι λίγο και η ξαφνική απόφαση του ρωσόδουλου προβοκάτορα Μπλερ να αποσύρει τα στρατεύματά του από το Ιράκ διευκολύνοντας τη στιγμή που το κάνει τα επεκτατικά σχέδια του άξονα. ¨Όλα αυτά τα υποκείμενα τύπου Κλίντον και Μπλερ που σκίστηκαν για να εισβάλουν οι ΗΠΑ στο Ιράκ όταν δεν έπρεπε σκίζονται τώρα για να φύγουν αφού το Ιράν πήρε την εξουσία και μαζί με τη Συρία ετοιμάζεται να διαμελίσει τη χώρα και να την ρίξει σε ένα λουτρό αίματος. Το Κρεμλίνο χρωστάει πολλά σ’ αυτόν τον αφοσιωμένο πράκτορά του.
Όμως η Δύση δεν έχει ανάγκη από πράκτορες για να συμβιβαστεί με τη Μόσχα. Το κάνει έτσι κι αλλιώς όταν μπαίνει στο δίλημμα να πουλήσει τα έθνη του τρίτου κόσμου στο σοσιαλιμπεριαλισμό ή να χάσει τις κτήσεις της και να κλονίσει τα χρηματίστηρία της εγκαινιάζοντας μια περίοδο παρατεταμένης και σφοδρής αντιπαράθεσης με τους επιτελείς του Κρεμλίνου. Προτιμά δηλαδή να στηρίζει αποδεδειγμένους προβοκάτορες - πιόνια του σοσιαλμπεριαλισμού που τους υπόσχονται «ασφάλεια και σταθερότητα» παρά να αντισταθεί και να συσπειρώσει τους λαούς γιατί τότε θα αναγκαστεί να συμβιβαστεί με τις πραγματικά λαϊκές και αντιιμπεριαλιστικές δυνάμεις που αναπόφευκτα θα δυναμώσουν στην περιοχή. Έτσι κάνουν πάντα οι ιμπεριαλιστές πριν ο νεοναζισμός τους χτυπήσει την πόρτα. Γι’ αυτό ακούμε την Κοντολίζα Ράις να δηλώνει με ικανοποίηση ότι «Στρατευόμαστε ξανά για την ασφάλεια και τη σταθερότητα στον Κόλπο» «κι έχουμε συσπειρώσει τους παραδοσιακούς μας εταίρους» για να «υποστηρίξουν τους δημοκρατικούς ηγέτες που βρίσκονται σε δύσκολη θέση όπως είναι ο πρωθυπουργός Σινιόρα στο Λίβανο, ο πρόεδρος Αμπάς στα παλαιστινιακά εδάφη κι ο πρωθυπουργός Μαλίκι στο Ιράκ» (Μοντ, 1/3).
Οι λαοί δεν πρέπει να τρομάζουν από αυτή την κοντόφαθαλμη και χοντρόπετση στάση των δυτικών ιμπεριαλιστών ούτε να περιμένουν από κείνη να κρίνει την πλάστιγγα στην αντιμετώπιση του νεοναζισμού. Η δύναμη είναι στα χέρια τους και το παράδειγμα του αντιφασιστικού αγώνα των Παλαιστινίων ενάντια στο χαμασίτικο συμμοριτισμό, όπως και ο μεγαλειώδης αγώνας του Λιβάνου για ανεξαρτησία ανοίγουν μια νέα περίοδο ηρωικής αντίστασης στην επέλαση του φαιοκόκκινου ναζισμού.