Η ΙΣΛΑΜΟΦΑΣΙΣΤΙΚΗ ΧΕΖΜΠΟΛΑΧ ΟΜΟΛΟΓΕΙ ΤΟΥΣ ΔΕΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΜΕ ΤΟ ΚΡΕΜΛΙΝΟ

Κλείνει ένας χρόνος από τη λήξη του ισραηλο-λιβανικού πολέμου και η προσπάθεια των φαιών και «κόκκινων» προπαγανδιστών να παρουσιάσουν τη δολοφονική δράση της Χεζμπολάχ ως γνήσια λαϊκή αντίσταση των Λιβανέζων και ως ανάχωμα στον ιμπεριαλισμό δεν έχει κοπάσει. Η προσπάθεια αυτή αναδεικνύει την ύπαρξη ενός άτυπου ιδεολογικού και πολιτικού μετώπου που έχει συγκροτηθεί ανάμεσα στην παλιά φαιά αντίδραση, την πράσινη ισλαμοφασιστική αντίδραση και τη λεγόμενη «αριστερά» και του οποίου η εξήγηση φαντάζει αινιγματική. Αρκετά διαφωτιστική ως προς αυτό αποτελεί ωστόσο μια συνέντευξη που έδωσε τελευταία στη δημοσιογράφο της Ελευθεροτυπίας Ντίνα Βαγενά ένα από τα ηγετικά στελέχη της Χεζμπολάχ, το μέλος του πολιτικού της γραφείου δρ. Αλί Φαγιάντ, κατά τη διάρκεια πρόσφατης πολιτικής επίσκεψής του στη χώρα μας (30/6).

Μιλώντας για τη σχέση της οργάνωσής του με τη λεγόμενη αριστερά, ο Φαγιάντ είπε μεταξύ άλλων: «Η συμμαχία μας δεν βασίζεται απλώς σε ιδεολογικά ερείσματα. Μπορούμε να τη δούμε με βάση την αναζήτηση αμοιβαίων ωφελημάτων και συμφερόντων». Πρόκειται δηλαδή για μια καθαρά πολιτική συμμαχία που βασίζεται σε κοινά υλικά συμφέροντα: «Έχουμε κοινούς στόχους. Να αντιμετωπίσουμε την ηγεμονία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και την προσπάθειά του να καταπιέσει τους λαούς της περιοχής. Μπορούμε να αναλύσουμε το ζήτημα με ισλαμικό τρόπο σκέψης και την αντίστοιχη μεθοδολογία». Άρα λοιπόν ο παράγοντας που ενοποιεί αυτές τις φαινομενικά διαφορετικής προέλευσης ιδεολογικές δυνάμεις είναι ο αντιαμερικανισμός. Όποιος θέτει σήμερα κύριο εχθρό του τις Ηνωμένες Πολιτείες, αυτός γίνεται αυτομάτως σύμμαχος των παραπάνω δυνάμεων.
Εδώ γεννιέται το εύλογο ερώτημα: ποιος είναι ο πλέον πολύτιμος σύμμαχος της Χεζμπολάχ σε επίπεδο κρατών, σε μια στιγμή που και η Συρία και το Ιράν – τα δυο πιο αντιδυτικά κράτη της περιοχής – διεκδικούν τα πρωτεία; «Δύσκολη απάντηση. Επειδή σχετίζεται και με αυτόν καθαυτόν τον πολιτικό προσδιορισμό του κόμματός μας, όχι σαν φιλοσυριακό ή φιλοϊρανικό, αλλά ως διεθνούς λιβανικού κινήματος για την απελευθέρωση των κατεχόμενων εδαφών της χώρας μας (σ.σ. εννοεί τα εδάφη του Λιβάνου όπου έχουν αναπτυχθεί στρατεύματα του ΟΗΕ επιφορτισμένα με την τήρηση της εκεχειρίας και που μέχρι πρόσφατα βρίσκονταν παράνομα κάτω από τον αποκλειστικό έλεγχο της Χεζμπολάχ) και των κρατούμενων ομοεθνών μας στις ισραηλινές φυλακές, σκοποί για τους οποίους θα κρατήσουμε όποιο χέρι βοηθείας μάς απλωθεί».
Εξηγώντας τους δεσμούς της οργάνωσής του με το Κρεμλίνο ο Φαγιάντ δήλωσε χαρακτηριστικά: «Η Ρωσία επανέρχεται στην περιοχή και, σταδιακά, η ρωσική στρατηγική θα έρθει αντιμέτωπη με αυτή των Αμερικανών: Οι Αμερικανοί αδιαφόρησαν για το χώρο στρατηγικών συμφερόντων της Ρωσίας στην Ασία και ειδικά για τα πρώην σοβιετικά κεντροασιατικά κράτη γύρω από τη Ρωσία. Διατηρούμε στενότατες σχέσεις με το ρωσικό κράτος και προσδοκούμε να γίνει ξανά η Ρωσία ο κύριος παίκτης στη Μέση Ανατολή» (σ.σ. η υπογράμμιση δική μας). Με την πιο πάνω ομολογία τελειώνει το παραμύθι περί λαϊκής και αντι-ιμπεριαλιστικής αντίστασης που εκστομίζουν οι φαιοκόκκινοι για να δικαιολογήσουν τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα. Κανένα κίνημα στον κόσμο δεν έχει σήμερα το δικαίωμα να φέρει τον τίτλο του «λαϊκού» ή του «αντι-ιμπεριαλιστικού» εάν δε διαχωρίζεται από τη στρατηγική του ρωσοκινέζικου ναζιστικού άξονα. Και η αντισημιτική Χεζμπολάχ αποδεικνύεται ως ένας πιστός υπηρέτης του πιο επικίνδυνου και πιο επιθετικού ιμπεριαλισμού.

Η ανάπτυξή της Χ. οφείλεται όχι σε κάποια άνοδο του διεθνούς αντι-ιμπεριαλιστικού κινήματος αλλά στην πολιτική στήριξη που της παρείχε ο ραγδαία αναπτυσσόμενος αντιδυτικός ρωσοκινεζικός άξονας. Η στήριξη αυτή εκφράστηκε με διάφορους τρόπους: στρατιωτική συνδρομή Συρίας-Ιράν, διπλωματική στήριξη Μόσχας, προβοκατόρικη συμπαιγνία του ρωσόδουλου πρωθυπουργού Σινιόρα κτλ. Χάρις σ’ αυτή την πολύπλευρη βοήθεια η ισλαμοφασιστική συμμορία του Νασράλα ετοιμάζεται αυτή τη στιγμή να αρπάξει την εξουσία στο Λίβανο. Γι’ αυτό και το τελευταίο διάστημα προσπαθεί να μη δημιουργεί πολλές αντιπάθειες και απέχει από την ακραία φασιστική βία με την οποία τη γνωρίσαμε αφήνοντας την κακή δουλειά για άλλους ισλαμοφασίστες (βλ. Φατάχ αλ-Ισλάμ). Όσο για το ενδεχόμενο αφοπλισμού της, ο Φαγιάντ είναι σαφής: «Δεν υπάρχει ειλικρίνεια στις σχετικές αναφορές. Επιπλέον, η διεθνής δύναμη δεν μπορεί να προχωρήσει σε κάτι τέτοιο, χωρίς την άδεια του εθνικού στρατού του Λιβάνου ή της κυβέρνησης της χώρας. Ουδεμία δυνατότητα έχουν να δράσουν ανεξάρτητα. Και εμείς λέμε πως ο λιβανικός στρατός ουδέποτε θα δώσει εντολή αφοπλισμού μας στον Νότιο Λίβανο». Και έχει δίκιο! Η πολιτική ζωή του Λιβάνου είναι ακόμα διαβρωμένη από τους πράκτορες της Δαμασκού, οι γάλλοι ιμπεριαλιστές θέλουν ειρήνη «πάση θυσία» με τους ισλαμοφασίστες και πιέζουν προς αυτή την κατεύθυνση, ενώ η ντόπια αστική τάξη δεν τολμά να ξεσκεπάσει αυτή τη βρόμικη στάση και να ρίξει τις μάζες σε μια παρατεταμένη και ανειρήνευτη πάλη με τον ισλαμοφασισμό.
Είναι επιτέλους καιρός να συγκροτηθεί ένας γνήσια λαϊκός και αντι-ιμπεριαλιστικός πόλος που θα καταγγέλλει την παχύδερμη Δύση, όχι προς όφελος των φαιοκόκκινων και φαιοπράσινων ναζί αλλά ακριβώς επειδή συνεργάζεται μαζί τους και αρνείται να τους αντιμετωπίσει. Τη δεκαετία του ’40 υπήρχε ήδη μια σοσιαλιστική ΕΣΣΔ κι ένα διεθνές κομμουνιστικό κίνημα που πρωτοστάτησε στον αγώνα ενάντια στο φασισμό. Ο αιώνας που διανύουμε επιτάσσει τη δημιουργία νέου τύπου κομμουνιστικών αποσπασμάτων που θα ξεπεταχτούν και θα αναπτυχθούν μέσα από την πάλη των λαών με το φαιοκόκκινο και φαιοπράσινο μεσαίωνα.