Σχετικά με τις βυζαντινές συγκρούσεις στο ΠΑΣΟΚ

Τα πράγματα πήγαν πολύ καλά σ’ αυτές τις εκλογές για τους ρώσικους σχεδιασμούς. Τα τρία μικρά ρωσόδουλα κόμματα ανέβηκαν όσο ποτέ άλλοτε και η ΝΔ σχημάτισε οριακά αυτοδύναμη κυβέρνηση. Τώρα κρίνεται το δεύτερο μέρος του σχεδίου, το ξεπέρασμα της αναπόφευκτης κρίσης στο ΠΑΣΟΚ μετά από δύο αλλεπάλληλες εκλογικές αποτυχίες της ως τώρα ηγεσίας Παπανδρέου.
Αλλά ας δούμε το πρώτο σκέλος αυτής της εκτίμησης πριν περάσουμε στο δεύτερο.
Είναι σίγουρο ότι το ρωσόδουλο βαθύ καθεστώς κορυφής ήθελε σε αυτές τις εκλογές μια αυτοδύναμη κυβέρνηση της ΝΔ στη μορφή και μια εξαρτημένη κυβέρνηση της ΝΔ στο περιεχόμενο. Ήθελε μια αυτοδύναμη κυβέρνηση ΝΔ και όχι μια κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ ή μια κυβέρνηση συνεργασίας με τη συμμετοχή σε αυτήν ενός από τα τρία μικρά κόμματα για τον εξής λόγο. Μια κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ ή μια κυβέρνηση που θα περιλάμβανε ένα από τα τρία μικρά κόμματα, θα τρόμαζε τη Δύση εάν αυτή συνέχιζε να κάνει τα μεγάλα ανοίγματα στη Ρωσία που έκανε τα τελευταία τρία χρόνια η κυβέρνηση Καραμανλή. Μόνο η ΝΔ σαν το κλασσικό κόμμα της δυτικόφιλης αστικής τάξης που είναι, μπορεί αν είναι αυτοδύναμη στην εξουσία, να κάνει μέσω του σημερινού ρωσόδουλου αρχηγού της τα πιο τρελά ανοίγματα στους νέους τσάρους του Κρεμλίνου χωρίς η ΕΕ, και πιο πολύ οι ΗΠΑ, να ανησυχήσουν και να αντιδράσουν. Είναι για παράδειγμα πολύ δύσκολο να βρεθεί στο ΠΑΣΟΚ ένας υπουργός εξωτερικών σαν την Μπακογιάννη που να έχει το διπλό πλεονέκτημα να είναι αποδειγμένα φιλοδυτική και μάλιστα θύμα της ανατολικής τρομοκρατίας και ταυτόχρονα να είναι τόσο οπορτουνίστρια και δίχως χαρακτήρα ώστε να υπηρετεί με συνέπεια από πάνω ως κάτω τη φιλορώσικη κεντρική γραμμή της ελληνικής διπλωματίας. Αλλά μια Μπακογιάννη θα ήταν αδύνατο να καθησυχάσει μόνη της τη Δύση, αν η ΝΔ ερχόταν στην εξουσία σε συνεργασία με ένα ανοιχτά φιλορώσικο κόμμα όπως είναι το ΛΑΟΣ ή σαν το ψευτοΚΚΕ. Άρα μια αυτοδύναμη ΝΔ, αδύναμη σε βουλευτές αλλά με ισχυρό τον Καραμανλή είναι η καλύτερη λύση για το Κρεμλίνο.
Πραγματικά η αυτοδυναμία που πέτυχε η ΝΔ είναι μόνο στη μορφή και όχι στην ουσία. Όχι τόσο επειδή δεν μπορεί να είναι πραγματικά αυτοδύναμη μια κυβέρνηση με μια τόσο οριακή πλειοψηφία στη Βουλή, αλλά γιατί δεν μπορεί να είναι πολιτικά αυτοδύναμη μια κυβέρνηση που ο αρχηγός της αποκεφάλισε όλους τους υπουργούς του που τόλμησαν τα περασμένα τρία χρόνια να αντισταθούν στις απαιτήσεις της αντιπολίτευσης και έφτιαξε μια καινούργια με όσους έχουν τις καλύτερες σχέσεις μαζί της. Η απόφαση της νέας κυβέρνησης να υποταχθεί πολιτικά στην αντιπολίτευση εκφράζεται από τη σαφή και δηλωμένη προσπάθεια του διπρόσωπου αρχηγού της να εμφανίσει τον εαυτό του όχι σαν εκπρόσωπο του κόμματός του αλλά σαν εκπρόσωπο του έθνους, της εθνικής ενότητας και τελικά της διακομματικής «συναίνεσης». Αυτόν τον ρόλο δεν τον ανέλαβε μόνος του αλλά του τον αναγνώρισε και η αντιπολίτευση όλα τα προηγούμενα χρόνια, αφού ποτέ δεν τον κόντραρε στα «εθνικά» ζητήματα όπου αυτός ασκούσε καθαρά τη ρώσικη πολιτική με αποτέλεσμα να τον κάνει εθνικό ηγέτη. Όσο για τα εσωτερικά εκεί τον κατηγορούσε μόνο για ένα πράγμα, ότι κάλυπτε τους υπουργούς του ή αλλιώς ότι τάχα δεν κυβερνούσε ο ίδιος αλλά εκείνοι. Έτσι τον καλούσε μόνιμα να κυβερνήσει, δηλαδή να εφαρμόσει το πρόγραμμα της αντιπολίτευσης, πράγμα που αυτός στην πράξη πάντα έκανε, αφού πάντα υπονόμευε τους υπουργούς που κάτι είχαν να πουν και κάτι να κάνουν. Αυτή η διαρκής διακομματική αβάντα στο πρόσωπο του ήταν η αιτία που ο Καραμανλής δεν χτυπιόταν από κανέναν και μέσα στο κόμμα του. Μόνο έτσι αυτό το διακομματικά διορισμένο τίποτα, κατάφερε να πάρει τη μορφή του ισχυρού άντρα και του σοφού με αποτέλεσμα ενώ η ΝΔ έπεφτε στις δημοσκοπήσεις, ο Καραμανλής να ανεβαίνει σαν ο καταλληλότερος για πρωθυπουργός. Τελικά το βαθύ καθεστώς κανόνισε να γίνουν τα πράγματα έτσι όπως ήθελαν οι δημοσκοπήσεις που το ίδιο υπέβαλε στο έθνος. Έφερε δηλαδή στην εξουσία για δεύτερη φορά έναν πρωθυπουργό που θα εφαρμόζει το πρόγραμμα της αντιπολίτευσης χωρίς να φαίνεται ότι αυτή κυβερνά τη χώρα. Δηλαδή κανόνισε να δυναμώσει η υποταγή στη Ρωσία, να παραδοθεί η οικονομία στην ανατολική ολιγαρχία, να δυναμώσει κι άλλο η ανατολικού τύπου διεφθαρμένη και τεμπέλικη υπαλληλία και, πάνω απ όλα να αποσαθρωθεί παραπέρα η ανεπτυγμένη παραγωγή και η έρευνα. Ταυτόχρονα κανόνισε ώστε η δυτικόφιλη αστική τάξη και οι δυτικού τύπου μονοπωλιστές να μένουν άναυδοι και απλά να παρακολουθούν αυτές τις καταστροφές. Η μεγαλύτερη απόδειξη για το ότι αυτή η μορφή κυβέρνησης ήταν η καλύτερη για το καθεστώς ήταν η εμμονή του Καραμανλή να εκβιάζει με νέες εκλογές προκειμένου η ΝΔ να πετύχει την αυτοδυναμία. Αυτός δεν θα ήταν ένας βρώμικος εκβιασμός αν ο Καραμανλής ήταν πολιτικά αυτοδύναμος, δηλαδή αν ήταν πραγματικός πολιτικός αντίπαλος των ψευτοΚΚΕ, ΣΥΝ και ΛΑΟΣ όλα αυτά τα χρόνια. Όμως ποτέ αυτός δεν χτύπησε πραγματικά έστω και με λίγα λόγια αυτά τα τρία κόμματα, αυτές τις τρεις ιερές αγελάδες της ελληνικής πολιτικής εκ των οποίων μάλιστα η μία είναι μια τρελή χιτλερική αγελάδα. Ούτε ο Καραμανλής, ούτε ο Παπανδρέου χτύπησαν ποτέ τα τρία αυτά κόμματα, ενώ εκείνα χτυπούν τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ ανελέητα. Έτσι αυτά μοιραία ανέβηκαν εκλογικά αφού γι αυτά είναι φτιαγμένο το νέο εκλογικό σύστημα καθώς υπάρχει το όριο του 3% για να μπει ένα κόμμα στη Βουλή. Αυτό το όριο δεν επιτρέπει σε καμιά φράξια της αστικής τάξης να αποσπαστεί από το ΠΑΣΟΚ και από τη ΝΔ και καμιά πραγματική αριστερά να αποκτήσει ισχύ. Έτσι η χώρα είναι όμηρος των τριών μικρών κομμάτων αφού μέχρι το 3% υπάρχει πλειοψηφικό σύστημα και πάνω από τα 3% υπάρχει μια σχεδόν αναλογική. Είναι πραγματικά δείγμα του πόσο πολύ το βαθύ καθεστώς ελέγχει το εκλογικό αποτέλεσμα αφού αυτό κατάφερε να βγάλει μια οριακά αυτοδύναμη ΝΔ και ταυτόχρονα να πετύχει μια ισχυρή άνοδο των τριών φαικόκκινων κομμάτων χωρίς αυτά να υποχρεωθούν να συγκυβερνήσουν επίσημα. Το ότι δεν υποχρεώθηκαν να συγκυβερνήσουν δεν είναι χρήσιμο μόνο για να μην καταλάβει τίποτα η Δύση για την ελληνική πολιτική, αλλά ακόμα περισσότερο είναι χρήσιμο και για την εικόνα και την απήχηση αυτών των 3 δημαγωγικών κομμάτων στη φτωχολογιά. Πραγματικά το αποτέλεσμα των εκλογών του 2007 ήταν μια πολλαπλή επιτυχία, ένα ιδανικό αποτέλεσμα για τη ρώσικη πολιτική.
Αλλά για να σημειωθεί αυτή η επιτυχία σε τόσα πολλά σημεία έπρεπε να λυθεί ένα πρόβλημα σε κάποιο άλλο. Συγκεκριμένα έπρεπε λυθεί το πρόβλημα ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ.
Έχουμε ήδη για τα καλά μπει στη διαδικασία εκλογής του νέου αρχηγού εκεί και ακόμα δεν είναι σαφές ποιος προορίζεται για αρχηγός από το βαθύ καθεστώς.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο σημερινός αρχηγός, ο Γ. Παπανδρέου είναι ένας ρωσόδουλος. Έχει δώσει εξετάσεις δεκάδες φορές σε κάθε εσωκομματική μάχη και σε κάθε ζήτημα εξωτερικής και εσωτερικής πολιτικής. Το μεγάλο ζήτημα είναι ότι αυτός είναι φθαρμένος από δύο αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις στις οποίες απέτυχε να κάνει το βασικό που οφείλει να κάνει κάθε αρχηγός ενός από τα δύο μεγάλα κόμματα. Να οδηγήσει το τσούρμο του στην εξουσία. Κανονικά θα έπρεπε να παραιτηθεί. Όμως δεν το κάνει. Οπότε συμβαίνει πιθανά ένα από τα δύο: Είτε το «κλασσικό» αυτοδυναμικό ΠΑΣΟΚ που ακολουθεί την αρχηγία Γ. Παπανδρέου προορίζεται να βυθιστεί μαζί με τον αρχηγό του που έχει όντως βαθιά φθαρεί οπότε για αρχηγός προορίζεται ο Βενιζέλος, είτε ακριβώς αντίθετα ο Βενιζέλος δεν έχει την εμπιστοσύνη του βαθιού καθεστώτος και σπρώχνεται επίτηδες από τον Λαλιώτη πρόωρα στην αναμέτρηση για την αρχηγία για να συντριβεί, μαζί με όλους σχεδόν τους εκσυγχρονιστές και καρατομημένους διαφωνούντες.
Στην πραγματικότητα όλα σε αυτήν τη μάχη θα κριθούν από το τι έχει ετοιμάσει για τη διαδοχή το μεγάλο μπλοκ του Λαλιώτη, το καθαυτό ρώσικο μπλοκ που συνήθως παίζει με όλες τις φράξιες και όλα τα ρεύματα παίρνοντας κατά κύριο λόγο το γνωστό ακατανίκητο στις ραδιουργίες κεντρίστικο ρόλο. Μόνο αν ζει κανείς μέσα στην ατμόσφαιρα αυτού του βυζαντικού κόμματος μπορεί να έχει μια ξεκάθαρη εικόνα για το πώς κινούνται τα πραγματικά μέτωπα πάλης.

Το μόνο που είναι σίγουρο σε ότι αφοράει τις εσωκομματικές μάχες στο ΠΑΣΟΚ είναι ότι μετά από κάθε τέτοια άνοδο αρχηγού οι δυο μεγάλες πολιτικές τάσεις μέσα στο ΠΑΣΟΚ αδυνατίζουν μέσα από τη βίαιη σχεδόν μετωπική αντιπαράθεση τους. Αυτές οι δύο τάσεις είναι η εθνικιστική κρατικοκαπιταλιστική τριτοκοσμικού τύπου από τη μια (οι λεγόμενοι αυτοδυναμικοί, τώρα προεδρικοί) και η σοσιαλδημοκρατική μισοφιλελεύθερη ευρωπαϊκού τύπου από την άλλη (συνήθως λέγονται εκσυγχρονιστές). Ο κάθε αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, που ως τώρα είναι ρωσόδουλος, ηγείται της μιας από αυτές ενάντια στην άλλη και κυβερνά το κόμμα του χάρη στον αλληλοσπαραγμό τους. Ο Α. Παπανδρέου κυβέρνησε με την πρώτη ενάντια στη δεύτερη, ο Σημίτης με τη δεύτερη ενάντια στην πρώτη, ενώ ο Γ. Παπανδρέου που αρχικά έπαιξε και με τη δεύτερη στη συνέχεια ηγήθηκε της πρώτης. Η ουσία είναι ότι ο καθένας από αυτούς τους αρχηγούς δυνάμωσε συνολικά τη φιλοΣΥΝ και φιλοψευτοΚΚΕ, δηλαδή τη φιλορώσικη γραμμή μέσα στο ΠΑΣΟΚ και πάνω απ’ όλα δυνάμωσε μέσα στην ηγεσία του (και δεν αναφερόμαστε ειδικά στο Πολιτικό Συμβούλιο) την πολιτική θέση των ρωσόδουλων, δηλαδή τη θέση της τάχα «ενωτικής» τάχα «υπεράνω τάσεων και φραξιών» και εσκεμμένα κεντρίστικης φράξιας των λαλιωτικών.
Αυτοί οι τελευταίοι ενώ πριν 15 χρόνια ήταν συνολικά 5 (Α. Παπανδρέου, Λαλιώτης, Σημίτης, Γ. Παπανδρέου, Αυγερινός), είναι σήμερα τουλάχιστον 10 (Γ. Παπανδρέου, Ευθυμίου, Κουκουλόπουλος, Μπίστης, Δαμανάκη –στο Πολιτικό Συμβούλιο- και έξω από αυτό Λαλιώτης, Σημίτης, Χρυσοχοίδης, Ανδρουλάκης, Αθανασάκης, Λοβέρδος). Τύποι σαν το Σκανδαλίδη είναι αμφίβολο αν ανήκουν σε αυτήν την τάση, αν και γενικά συμπλέουν με αυτήν σε όλα τα μεγάλα ζητήματα.
Αν και στην πλειοψηφία τους εμφανίζονται σαν «ουδέτερα», τα ρωσόδουλα στελέχη του Λαλιώτη είναι διασκορπισμένα σε αυτήν εδώ τη μάχη διαδοχής σε όλες τις τάσεις και τις φράξιες του ΠΑΣΟΚ. Ο Κουκουλόπουλος, ο Μπίστης και ο Λοβέρδος είναι με τον Βενιζέλο δίπλα στον οποίο έχουν αναλάβει επιτελικά καθήκοντα. Ο Αθανασάκης, γραμματέας του κόμματος είναι ανοιχτά με τον Γ. Παπανδρέου, όπως και η Δαμανάκη. Όλοι οι άλλοι, όπως και ο ίδιος ο Λαλιώτης παραμένουν από την αρχή στο «κέντρο». Μέχρι χθες ο μεγάλος τους φόβος ήταν μήπως κατεβεί για την προεδρία η Α. Διαμαντοπούλου, ίσως το πιο ισχυρό στέλεχος του εκσυγχρονιστικού μπλοκ (όσο μπορεί ένα στέλεχος του ΠΑΣΟΚ να είναι πραγματικά συνεπές στις πεποιθήσεις του). Στους εκσυγχρονιστές ανήκει και η Β. Παπανδρέου. Ακόμα και αν η Διαμαντοπούλου δεν έπαιρνε την αρχηγία μόνο με το να κατεβεί θα αυτονομούσε πολιτικά σε μεγάλο βαθμό την εκσυγχρονιστική τάση μέσα στο ΠΑΣΟΚ και μετά θα διαπραγματευόταν απευθείας τις σχέσεις της τάσης αυτής με τα άλλα ρεύματα και στελέχη. Η Διαμαντοπούλου επειδή δεν άντεχε να δώσει σκληρά την πάλη με τους δύο πόλους ήθελε να κατεβεί σαν «κέντρο της ενότητας». Αλλά το κέντρο είναι πιασμένο από παλιά από τους λαλιωτικούς «επαγγελματίες του κέντρου». Ο βασικός τους ρόλος στη συγκεκριμένη περίπτωση, ιδιαίτερα του Χρυσοχοίδη και του Ευθυμίου, ήταν να εμφανιστούν σαν φίλοι της Διαμαντοπούλου για να την αποθαρρύνουν να κατεβεί υποψήφια. Ήδη αυτή είχε αργήσει πολύ να εκφράσει τις διαθέσεις της και ένα μεγάλο κομμάτι από τους χτυπημένους από τον Γ. Παπανδρέου εκσυγχρονιστές σαν τους Βερελή, Παπαντωνίου, Νεονάκη, συσπειρώθηκαν πίσω από το Βενιζέλο. Έμενε μόνο μια θέση για αυτήν, εκείνη του ειρηνοποιού ανάμεσα στα δύο μεγάλα στρατόπεδα, θέση που εξαιτίας των δισταγμών της κατέλαβε αμέσως ο Σκανδαλίδης. Έτσι η Διαμαντοπούλου αναγκάστηκε να φύγει από τη μέση χωρίς να ρίξει ούτε έναν πυροβολισμό.

Ένα σημαντικό ερώτημα σε αυτήν τη μάχη είναι η πραγματική πολιτική φυσιογνωμία του Βενιζέλου.
Δηλώνει ευρωπαϊστής, αλλά έχει και όλες τις σοβινιστικές θέσεις των θεσσαλονικιών αστών. Στις ταυτότητες πήρε ουσιαστικά θέση υπέρ του Χριστόδουλου αλλά ήρθε σε σύγκρουση με την προβοκατόρικη γραμμή Σημίτη για το ίδιο ζήτημα. Στην αναθεώρηση του συντάγματος πήρε σε όλα κνίτικες θέσεις: Πρωτοστάτησε κατά της αναθεώρησης του άρθρου 16 και του άρθρου 24. Υπήρξε πρωτοπόρος προωθητής της αντιδημοκρατικής θέσης για το ασυμβίβαστο επαγγέλματος και βουλευτικής θέσης, καθώς και της κρατικοφασιστικής θέσης ότι τα κόμματα δεν επιτρέπεται να επιχορηγούνται από τους ιδιώτες. Όμως είναι σημαντικό ότι παρατάχθηκε με τον αντικνίτη Νεονάκη όταν οι ρωσόδουλοι αποκεφάλιζαν τον τελευταίο το 2003, ενώ είναι αυτός που αποκάλυψε στους λιπασματιώτες ότι η εντολή να κλείσει το εργοστάσιο της Δραπετσώνας ήταν του Λαλιώτη.
Τώρα βλέπουμε να τον στηρίζει εκτός από τους Κουκουλόπουλο, τον Μπίστη και τον Λοβέρδο και η λαλιωτική φαιοκόκκινη Αυριανή καθώς και το Έθνος του Μπόμπολα. Είναι λοιπόν αυτός ο επιλεγμένος από το βαθύ καθεστώς ή έχει βγει μπροστά με υποσχέσεις στήριξης που θα αθετηθούν στη συνέχεια και τελικά θα καεί μαζί με όσους επιβιώσαντες πραγματικούς εκσυγχρονιστές και ελάχιστους αυτοδυναμικούς τον ακολούθησαν; Ή μήπως είναι να καούν αυτοί οι απολιθωμένοι προεδρικοί εθνικοκρατικιστές που θα ακολουθήσουν το Γιωργάκη; Τίποτε από αυτά δεν μπορούμε να αποκλείσουμε με τα στοιχεία που έχουμε. Όπως δεν μπορούμε να αποκλείσουμε και ενδιάμεσα ενδεχόμενα όπως για παράδειγμα να σχεδιάζεται μια προσωρινή προεδρία του εντελώς φθαρμένου Γ. Παπανδρέου και μετά οι λαλιωτικοί μέσα στα δύο στρατόπεδα μαζί με τους φυλαγμένους «ουδέτερους» να δώσουν τα χέρια πάνω από τους «πολωτικούς» Βενιζέλο και Παπανδρέου να κηρύξουν την ειρήνη και να βγάλουν στην προεδρία κανένα φυντανάκι του τύπου Χρυσοχοίδη για πιο μακρόχρονη αρχηγία. Αλλά αυτές είναι υποθέσεις και αρκετά σύντομα θα ξέρουμε ποιο είναι το πραγματικό σχέδιο. Το σίγουρο και το σημαντικό είναι ένα πράγμα, ότι το σπαρασσόμενο σήμερα ΠΑΣΟΚ έχει γίνει πολιτικά κνίτικο στην ηγεσία του σε όλες τις συνιστώσες του καθώς ο Γ. Παπανδρέου, ο Βενιζέλος και ο Σκανδαλίδης συναγωνίζονται για το ποιος είναι ο πιο φίλος της «αριστεράς», ο πιο καλός εκφραστής «της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας», ο πιο αποτελεσματικός ηγέτης της «μεγάλης δημοκρατικής παράταξης» που έχει τάχα μόνον έναν εχθρό τη «δεξιά». Όλοι αυτοί συμφωνούν σε μια καίρια διαπίστωση: ότι έχασαν την εξουσία επειδή οι ψηφοφόροι τους διέρρευσαν προς τα «αριστερά», δηλαδή προς τους σοσιαλφασίστες και ότι για να την πάρουν πίσω πρέπει να γίνουν πιο πολύ «αριστεροί», δηλαδή συνασπισμικοί και κνίτες. Δηλητηριάζουν τόσο πολύ την πολιτική αντίληψη των πασοκτζήδων που αυτοί δεν υποπτεύονται καν ότι το ΠΑΣΟΚ έχασε ψήφους από τα ψευτοΚΚΕ και ΣΥΝ ακριβώς αντίθετα γιατί ακολουθούσε κνίτικη πολιτική και ταυτόχρονα δεν χτύπησε ποτέ τα δύο αυτά κόμματα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι ψηφοφόροι πήγαν εκεί που βρίσκονται οι γνήσιοι κνίτες και όχι οι ιμιτασιόν, πήγαν δηλαδή στο χώρο όπου ο κάθε ανασφαλής πολίτης αυτής της χώρας μπορεί να έχει την απόλυτη ιδεολογική και πολιτική προστασία από κάθε κριτική και την ανάλογη αυτοπεποίθηση. Γιατί σε αυτή τη χώρα κανείς, απολύτως κανείς, εκτός από τη μικρή ακόμα ΟΑΚΚΕ, δεν χτυπάει τις τρεις «ιερές αγελάδες» της πολιτικής τα φαιοκόκκινα ψευτοΚΚΕ, ΣΥΝ και ΛΑΟΣ. Σε κάθε άλλη χώρα και σε κάθε άλλο κόμμα που θα πάθαινε το ίδιο με αυτό που έπαθε τώρα το ΠΑΣΟΚ, θα ήταν φανερή η θεραπεία, ότι δηλαδή για να πάρει πίσω τους ψήφους του θα έπρεπε να χτυπήσει σαν το χταπόδι εκείνα τα κόμματα που του τους κλέψανε. Εδώ καταλήγουν στο ότι πρέπει να κάνουν ακριβώς το αντίθετο!

Τι να περιμένει κανείς πραγματικά από την όποια διαδοχή στο ΠΑΣΟΚ, αν ο όποιος διάδοχος δεν διακηρύξει ένα πράγμα, την απόφασή του να συγκρουστεί λίγο ή πολύ με το σοσιαλφασισμό μέσα και έξω από το ΠΑΣΟΚ; Γενικά τι να περιμένει κανείς από οποιαδήποτε φράξια μέσα στο ΠΑΣΟΚ όταν αυτή εκ των προτέρων δεσμεύεται να ακολουθήσει την πλειοψηφία σε ό,τι και αν αποφασίσει αυτή, όταν ξέρει ότι αυτό που θα αποφασίσει τελικά είναι η σοσιαλφασιστική γραμμή; Μόνο αν ποτέ υπάρξει μία τάση μέσα στο ΠΑΣΟΚ που θα μπορέσει να καταγγείλει και να ανατρέψει στην πράξη τη μαύρη γραμμή του λαλιωτικού «όλου ΠΑΣΟΚ» δηλαδή του ΠΑΣΟΚ που έχει σαν κύριο εχθρό την «όλη ΝΔ» και σύμμαχο την «όλη ψευτοαριστερά» αυτή θα είναι φορέας προόδου. Αλλά μια τέτοια προοδευτική τάση θα μπορεί να υπάρξει μόνο αν έχει αποφασίσει από τα πριν ότι θα τολμήσει να αυτονομηθεί, δηλαδή να φτάσει ως τη διάσπαση του ΠΑΣΟΚ. Αν αυτό συμβεί τότε μπορεί να προκύψει ένα κάπως υπολογίσιμο ευρωπαϊκό αστοδημοκρατικό κόμμα που θα γίνει πολιτικός καταλύτης για την κατάρρευση από τα αριστερά όλου του σημερινού πολιτικού σκηνικού.
Αλλά αυτή είναι μόνο μια υπόθεση εργασίας για να κάνουμε σαφή τη θέση μας για την κρίση και το πραγματικό πολιτικό αδιέξοδο στο ΠΑΣΟΚ. Γιατί στην πραγματικότητα κανένα κομμάτι της ελληνικής αστικής τάξης δεν έχει σήμερα την υλική δύναμη, τα πολιτικά κότσια, τον ηθικό χαρακτήρα για να τολμήσει μια τέτοια προοδευτική πολιτική και οργανωτική αυτονόμηση από τα δυο μεγάλα κόμματα (η φασιστική αυτονόμηση ήδη έχει γίνει με το ΛΑΟΣ). Τέτοιες ρήξεις θέλουν επαναστατικό χαρακτήρα.
Η πολιτική δημοκρατική λύση στην Ελλάδα έχει όμως αποδειχτεί ότι δεν μπορεί να έρθει από την αστική τάξη. Αυτή μπορεί να χρησιμεύσει το πολύ σαν εφεδρεία. Η πολιτική αυτονόμηση και η οργανωτική ανεξαρτησία από το φαιοκόκκινο σοσιαλφασισμό μπορεί να έρθει σήμερα μόνο από τη βιομηχανική εργατική τάξη και από την επαναστατική διανόηση. Μόνο ένα κόμμα που να συσπειρώνει την πρωτοπορία αυτών των κοινωνικών δυνάμεων μπορεί να σύρει πίσω της όλες τις ενδιάμεσες τάξεις που τώρα βασανίζονται από το σοσιαλφασισμό και ποδοπατιούνται από το δυτικό ιμπεριαλισμό. Μόνο αν υπάρξει ένα τέτοιο πλατύ πολιτικό ρεύμα και ένα αντίστοιχο κοινωνικό μπορεί δειλά-δειλά να τολμήσει κάποια αυτονόμηση η αστική τάξη που είναι σκλαβωμένη μέσα στο ΠΑΣΟΚ και στη ΝΔ. Ως τότε αυτά τα δύο κόμματα θα είναι υποδουλωμένα στις ίντριγκες των ρωσόδουλων.