Επιτέλους!
Η ΕΥΡΩΠΗ ΑΡΧΙΖΕΙ ΝΑ ΠΑΙΡΝΕΙ ΕΙΔΗΣΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΩΝ ΠΡΑΚΤΟΡΩΝ
Για χρόνια η σοσιαλιμπεριαλιστική
Ρωσία μπορού-σε να εφαρμόζει την ταχτική του ψόφιου κοριού με επιτυχία, δηλαδή
χωρίς κανείς να υποψιάζεται τις πάντα ζωντανές παγκόσμιες ηγεμονικές της φιλοδοξίες.
Έτσι αυτή μπορούσε να κάνει εισοδισμό μέσα σε χώρες της Δύσης –και ιδιαίτερα
στην Ευρωπαϊκή Ένωση– χωρίς να γίνεται αντιληπτή γι’ αυτό από κανέναν, εκτός
από ένα μικρό προλεταριακό επαναστατικό απόσπασμα στο νοτιοανατολικό άκρο της
Ευρώπης.
Σήμερα όμως που η περικύκλωση της Ευρώπης από τον ψόφιο κοριό ολοκληρώνεται
και οι αντιθέσεις μ’ αυτήν οξύνονται ταχύτατα, η ευρωπαϊκή αστική τάξη βγαίνει
σιγά-σιγά από το λήθαργό της και αρχίζει να αντιλαμβάνεται την απειλή. Έτσι,
στις 7 Νοέμβρη το νεοσύστατο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων (ECFR) –μια
επιτελική δεξαμενή σκέψης της ΕΕ για τη μελέτη και τη χάραξη εξωτερικής πολιτικής–
δημοσίευσε μία πρωτοφανή σε βάρος και διεισδυτικότητα έκθεση αναφορικά με τις
ευρωρωσικές σχέσεις. Την έκθεση υπογράφουν οι Μαρλ Λέοναρντ και Νίκου Ποπέσκου
και εκφράζει τις προσωπικές τους απόψεις.
Οι συντάκτες της έκθεσης διαπιστώνουν ότι η Ρωσία αποτελεί το θέμα εκείνο
που περισσότερο από κάθε άλλο διασπά σήμερα την Ευρώπη. Διαπιστώνουν επίσης
ότι η έλλειψη κοινής αντιρώσικης στρατηγικής έχει επιτρέψει στους Ρώσους να
ενδυναμώσουν τις θέσεις τους μέσα στο εσωτερικό της, να προωθήσουν την ενεργειακή
της εξάρτηση και να εγκατασταθούν στην ανατολική της γειτονιά, προκαλώντας διμερείς
διενέξεις με τουλάχιστον 11 κράτη της ΕΕ, εμπορικές συγκρούσεις με την Ολλανδία
κι επιβάλλοντας εμπάργκο κρέατος στην Πολωνία. Όπως παραδέχτηκε ο Γιόσκα Φίσερ,
που συμπροεδρεύει του ECFR: «Σήμερα είναι το Κρεμλίνο που θέτει την ατζέντα
των σχέσεων ΕΕ-Ρωσίας, και το κάνει με έναν τρόπο που προοδευτικά αψηφά τους
κανόνες του παιχνιδιού». Ακόμα περισσότερο, διαπιστώνουν οι Λέοναρντ και Ποπέσκου:
«Η απειλή της Ρωσίας στην ΕΕ είναι βαθύτερη από την απειλή ενεργειακού αποκλεισμού
ή ενός αποκλεισμού στον ΟΗΕ. Συνιστά (σσ. η Ρωσία) μια ιδεολογική εναλλακτική
στην ΕΕ, με μια διαφορετική προσέγγιση της κυριαρχίας, της ισχύος και της παγκόσμιας
τάξης».
Όμως το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της έκθεσης είναι η ανάλυση σχετικά με τη στάση
που επιδεικνύουν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις απέναντι στο Κρεμλίνο. Έτσι, οι χώρες
της Ευρώπης χωρίζονται σε πέντε κατηγορίες: α) τις εχθρικές απέναντι στη Ρωσία
(Πολωνία, Λιθουανία), που η έκθεση ονομάζει μαχητές του νέου ψυχρού πολέμου,
β) τους ψυχρούς πραγματιστές (Τσεχία, Δανία, Εσθονία, Ιρλανδία, Λετονία, Ολλανδία,
Σουηδία, Ρουμανία και Αγγλία), που, ενώ διατηρούν καλές οικονομικές σχέσεις
μαζί της, δεν παύουν να την κριτικάρουν πολιτικά ως αντιδημοκρατική χώρα, γ)
τους φιλικούς πραγματιστές (Αυστρία, Βέλγιο, Βουλγαρία, Φιλανδία, Ουγγαρία,
Λουξεμβούργο, Μάλτα, Σλοβακία, Σλοβενία και Πορτογαλία), των οποίων τα άμεσα
οικονομικά συμφέροντα υπαγορεύουν μια κατά κόρον φιλική στάση απέναντί της,
δ) τους στρατηγικούς εταίρους (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία), που σε κρίσιμους
τομείς –όπως η ενέργεια ή οι σχέσεις με τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης– έχουν
συνάψει διμερείς συμφωνίες με τους Ρώσους σε βάρος των στρατηγικών συμφερόντων
της Ένωσης.
ε) Η τελευταία κατηγορία περιλαμβάνει την Ελλάδα και την Κύπρο, τις οποίες η
έκθεση ονομάζει δούρειους ίππους της Ρωσίας στην ΕΕ!!! Αυτό που τις
χαρακτηρίζει είναι ότι οι κυβερνήσεις τους υπερασπίζονται θέσεις της Ρωσίας,
και μάλιστα αποτελούν τη δίοδο με την οποία η Ρωσία αναγγέλλει και περνάει την
πολιτική της στην ΕΕ, και δε διστάζουν να ασκήσουν βέτο σε αποφάσεις της ΕΕ,
όταν αυτές έρχονται σε σύγκρουση με τη ρώσικη πολιτική. Πρόκειται για
την πρώτη επίσημη διαπίστωση που γνωρίζουμε από την πένα ευρωπαίων αξιωματούχων
ότι οι δύο χώρες αποτελούν πιόνια του ρωσικού ιμπεριαλισμού και κάνουν εισοδισμό
μέσα στην ΕΕ για λογαριασμό του Κρεμλίνου.
Παραθέτουμε εδώ το απόσπασμα που αναφέρεται ειδικά στην περίπτωση της
Ελλάδας και της Κύπρου:
«Όταν οι Ηνωμένες
Πολιτείες έχουν ανησυχίες σχετικά με την ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική,» λέει
ένας ευρωπαίος διπλωμάτης που εδρεύει στις Βρυξέλλες, «περιμένεις συνήθως από
το Ηνωμένο Βασίλειο ή την Ολλανδία να μιλήσουν. Τώρα η Ρωσία κάνει ακριβώς το
ίδιο –βάζοντας κράτη μέλη της ΕΕ να εκπροσωπούν τις θέσεις της και να διαβάζουν
από ρωσικό χειρόγραφο». Η Ρωσία μπορεί να είναι εκπληκτικά ανοιχτή σ’ αυτή την
προσέγγιση. Ο πρεσβευτής της στην ΕΕ Βλαντίμιρ Τσιζόφ κάποτε υποστήριξε ότι
«η Βουλγαρία βρίσκεται σε ευνοϊκή θέση για να γίνει ο ειδικός μας εταίρος, ένα
είδος δούρειου ίππου μέσα στην ΕΕ».
Παρότι ο ρώσος πρέσβης ξεχώρισε τη Βουλγαρία, οι απόψεις δύο άλλων κρατών-μελών
έχουν αποδειχτεί πιο κοντινές στις ρώσικες μέσα στις διευρωπαϊκές συνομιλίες:
της Ελλάδας και της Κύπρου. Η σύνδεσή τους με τη Ρωσία έχει παλιές πολιτιστικές
και πιο πρόσφατες γεωπολιτικές και οικονομικές ρίζες.
Εδώ και χρόνια
η Ρωσία παρέχει στην Ελλάδα χρήσιμη υποστήριξη στις διαφορές της με την Τουρκία
και μια έτοιμη προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού. Αποτελεί επίσης έναν αυξανόμενα
σημαντικό εταίρο στην ενεργειακή σφαίρα. Ευρωπαίοι διπλωμάτες από άλλα κράτη
μέλη ισχυρίζονται ότι, σε αντάλλαγμα, η Ελλάδα επιδιώκει να αναδειχτεί «προωθητής»
ρωσικών θέσεων μέσα στην ΕΕ πάνω σε θέματα που εκτείνονται από την εμπλοκή της
ΕΕ στην ανατολική γειτονιά της ως το διακανονισμό των ενεργειακών αγορών. Ένας
ανώτερος αξιωματούχος από ένα άλλο κράτος-μέλος υποστηρίζει ότι «κάθε
πιθανό βήμα της ΕΕ στην ανατολική γειτονιά που θα μπορούσε έστω και θεωρητικά
να ταράξει τους Ρώσους έχει δεχτεί την εναντίωση της Ελλάδας». Αυτός ο κανόνας
έχει εφαρμοστεί στην πολιτική της ΕΕ για τη Λευκορωσία, την περιοχή της Μαύρης
Θάλασσας και τη Γεωργία. Ένα πρόσφατο παράδειγμα ήταν μια πρόταση, τον Απρίλη
του 2007, του Ειδικού Αντιπροσώπου της ΕΕ για το Νότιο Καύκασο, για να αυξηθεί
η ανάμιξη της ΕΕ στις αποσχισθείσες γεωργιανές περιοχές της Αμπχαζίας και Νότιας
Οσετίας με το διορισμό συνδέσμων για τη διαχείριση συνόρων. Η Ελλάδα ήταν το
μόνο μέλος της ΕΕ που άσκησε βέτο εναντίον της.
Η Ελλάδα έχει επίσης σημαντική ενεργειακή σχέση με τη Ρωσία. Η Αθήνα συμμετέχει
στην κατασκευή του πρώτου πετρελαιαγωγού στην ΕΕ που ελέγχεται από τη Ρωσία:
του Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη. Επιπλέον, η Ελλάδα αποτελεί σημαντικό εταίρο στο
σχεδιαζόμενο αγωγό αερίου South Stream των Γκαζπρόμ-ΕΝΙ, που θα φέρει φυσικό
αέριο κάτω από τον πυθμένα της Μαύρης Θάλασσας, μέσω Βουλγαρίας και Ελλάδας,
στην Ιταλία. Όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έθεσε στο τραπέζι προτάσεις για το «διαχωρισμό»
μεγάλων ενεργειακών εταιρειών σε ενεργειακούς προμηθευτές και σε διαμετακομιστικές
εταιρείες, η Ελλάδα ήταν μία από τις εννέα χώρες που εναντιώθηκαν. Αυτό
μπορεί κάλλιστα να σχετίζεται με το λόμπι της Γκάζπρομ, της οποίας οι επιχειρήσεις
στην Ευρώπη θα περιορίζονταν από αυτόν το νέο κανονισμό.
Η Κύπρος γενικά ακολουθεί την ελληνική προσέγγιση σε ό,τι αφορά τη Ρωσία, εν μέρει λόγω της προστασίας που της παράσχει η Μόσχα στα διεθνή σώματα, όπως στα Ηνωμένα Έθνη. Η Ρωσία έχει γίνει θερμός υπερασπιστής της κυπριακής θέσης στη σύγκρουση για τη Βόρεια Κύπρο –υποστήριξη που επεκτάθηκε μέχρι σημείου να ασκήσει βέτο σε απόφαση του ΟΗΕ που καταδίκαζε την Κυπριακή Δημοκρατία για την απόρριψη του ειρηνευτικού σχεδίου Ανάν στα 2004. Αυτή η μακροχρόνια πολιτική σχέση έχει υπερτιμηθεί από μια αναπτυσσόμενη οικονομική βάση: η Κύπρος έχει γίνει ο πιο σημαντικός παράδεισος για το ρωσικό κεφάλαιο μέσα στην ΕΕ. Στα 2006 η Κύπρος ήταν επισήμως ο μεγαλύτερος επενδυτής στη Ρωσία –παρέχοντας σχεδόν το ένα πέμπτο του συνόλου των ξένων επενδύσεων στη Ρωσία (9,8 δις δολ.), σε καλύτερη θέση από το Ηνωμένο Βασίλειο (7 δις δολ.) και την Ολλανδία (6,5 δις δολ.). Αυτό συμβαίνει επειδή η Κύπρος χρησιμοποιείται από ρωσικές μεγάλες επιχειρήσεις για τη δημιουργία παράκτιων εταιρειών. Μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση η Κύπρος έχει εναντιωθεί σε προτάσεις ενεργειακού διαχωρισμού και μπλόκαρε προτάσεις για αύξηση της ευρωπαϊκής ανάμιξης στο μετα-σοβιετικό χώρο. Για παράδειγμα, το Φεβρουάριο του 2006 η Κύπρος συμμάχησε με άλλα οχτώ κράτη-μέλη για να εναντιωθεί σε ενδεχόμενη συνεισφορά σε μια ειρηνευτική επιχείρηση στη Μολδαβία.
Και η Ελλάδα και η Κύπρος συχνά τοποθετούν τα οικονομικά και πολιτικά τους συμφέροντα, καθώς και το φόβο τους μήπως απομονωθεί η Ρωσία, πάνω από τις δεσμεύσεις τους για αλληλεγγύη της ΕΕ. Παρά την ενόχληση που προκαλείται σε άλλα κράτη-μέλη, η συνολική επίδραση της πολιτικής των ελληνικών και κυπριακών θέσεων έχει περιοριστεί. Όπως είπε ένας αξιωματούχος της ΕΕ: «οι φιλορώσικες θέσεις της Ελλάδας δε φτάνουν για να τύχουν ιδιαίτερης προσοχής. Η θέση τους είναι αρκετά διακηρυχτική. Μπορούν βεβαίως να μπλοκάρουν ορισμένα πράγματα, αλλά δεν μπορούν να προωθήσουν πολιτικές πάνω στη δική τους γραμμή. Η συνεργασία με άλλα κράτη, ειδικά τα μεγάλα, είναι αναγκαία».
Εδώ οι συντάκτες
της έκθεσης την πατάνε από δυο πλευρές. Από τη μια δεν καταλαβαίνουν τι στρατηγική
ζημιά κάνει και έχει κάνει ακόμα και μόνη της η ελληνική διπλωματία στην ΕΕ
σε καίρια ζητήματα σαν το Μακεδονικό και το ζήτημα των ευρωτουρκικών σχέσεων.
Από την άλλη υποτιμούν την αποτελεσματικότητα ενός μικρού εισοδιστή σε μια άβουλη,
διασπασμένη ΕΕ, που υποκύπτει σχεδόν πάντα στις ρώσικες αξιώσεις. Γιατί και
οι σχετικά πιο μεγάλες χώρες της ΕΕ συνήθως θυσιάζουν τα κοινά ευρωπαϊκά συμφέροντα
για τα στενά οικονομικά δικά τους. Γίνεται έτσι δυνατή μία καθοριστική συμμαχία
των πρώτων με τα συνειδητά πιόνια των Ρώσων μέσα στην Ευρώπη, από τη μια μεριά,
και με τις φιλικές προς τη Ρωσία δυνάμεις που αμφιταλαντεύονται, από την άλλη.
Αυτό το λάθος εκτίμησης οφείλεται στο ότι οι Ευρωπαίοι δεν έχουν αντιληφθεί
ακόμα παρά ελάχιστα τη ρωσική στρατηγική για την καταβρόχθιση της Ευρώπης και
ερμηνεύουν με λάθος τρόπο ορισμένα από τα βήματα της ταχτικής της.
Για την αντιμετώπιση της ρωσικής απειλής οι Λέοναρντ και Ποπέσκου προτείνουν
ορισμένα πολύ σωστά μέτρα πολιτικής πίεσης και απομόνωσης, όπως είναι η πίεση
για την εφαρμογή των διεθνών συμφωνιών που έχει υπογράψει η Μόσχα, η απομόνωσή
της μέσα στο G8, η εφαρμογή μιας διμερούς πολιτικής αρχών, ο έλεγχος των ενεργειακών
συμφωνιών από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κτλ. Αυτά, εάν υιοθετούνταν, θα συνιστούσαν
σημαντικό βήμα για την άμυνα της Ευρώπης απέναντι στο σοσιαλιμπεριαλισμό, αφού
όχι μόνο θα την ενοποιούσαν απέναντί του, αλλά και θα απομόνωναν τις χώρες εκείνες
που θα τολμούσαν να παραβιάσουν τους κανόνες της ενιαίας αντιρώσικης πολιτικής.
Οι λαοί της Ευρώπης πρέπει να απαιτήσουν την υιοθέτηση παρόμοιων αρχών που θα απομονώσουν τους πράκτορες του Κρεμλίνου μέσα στην ΕΕ και θα απομακρύνουν τη διάλυσή της. Ειδικά για τη χώρα μας, η αποκάλυψη της ύπουλης επίσημης πολιτικής της από την ΕΕ δε θα βοηθούσε μόνο την Ευρώπη, αλλά και τον ελληνικό λαό να αντιληφθεί το εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι και τις αιτίες της καταπίεσής του, οικονομικής και πολιτικής, και θα του επέτρεπε να αντισταθεί πιο αποφασιστικά απέναντι στο ρωσικό σοσιαλιμπεριαλισμό και στην τεράστια καταστροφή, το ιστορικό πισωγύρισμα που έχει προκαλέσει εδώ και δύο δεκαετίες στην Ελλάδα.