ΟΧΙ ΣΤΟ ΦΑΣΙΣΤΙΚΟ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΣΜΟ ΣΕΡΒΙΑΣ, ΕΛΛΑΔΑΣ, ΑΛΒΑΝΙΑΣ
Κύρια πηγή του αναθεωρητισμού η Ρωσία
Να σεβαστούμε την εδαφική κυριαρχία και ανεξαρτησία των κρατών που μας κληροδότησε η αντιναζιστική πάλη

Ο ελληνικός διακομματικός φασισμός κραυγάζει για το Κόσοβο που το κόψανε οι αμερικάνοι και οι ευρωπαίοι από την καλή Σερβία γιατί σαν το Χίτλερ θέλουν να διαμελίσουν όλες τις χώρες και να κυριαρχήσουν πάνω τους. Ο ελληνικός διακομματικός φασισμός καμώνεται το μεγάλο φίλο της ειρήνης καθώς στο πλευρό της Σερβίας νουθετεί τα «Σκόπια» να δείξουν υπευθυνότητα και να δεχτούν επί τέλους να αλλάξουν το όνομά τους όσο χρειάζεται για να συναντηθούν «στο μέσο της γέφυρας».
Είναι ασύλληπτοι οι παλιάνθρώποι και οι οπορτουνιστές που διοικούν αυτή τη χώρα και που την οδηγούν σύσσωμη στην καταστροφή. Λέμε σύσσωμη γιατί εδώ έχουμε καταστροφή του ανοσοποιητικού συστήματος της χώρας, δηλαδή καταστροφή της αριστεράς. Γιατί δεν είναι μόνο οι κλασικοί φασίστες που λένε αυτά τα πράγματα. Τα λένε και αυτοί που είναι ή νομίζουν ότι είναι αριστεροί και μάλιστα όσο πιο αριστεροί νομίζουν πως είναι, τόσο πιο φασιστικά μιλάνε.
Αυτός ο φοβερός πανεθνικός λόγος χαρακτηρίζεται από ένα πράγμα: την έλλειψη οποιασδήποτε γενικής αρχής, οποιασδήποτε σταθερής αναφοράς, οποιασδήποτε ζωντανής πραγματικότητας, οποιασδήποτε συμμόρφωσης στη θέληση των λαών. Τα μόνα κριτήρια της αλήθειας αυτού του λόγου είναι υποκειμενικά και αυτά είναι ο αυθαίρετος ορισμός του εθνικού κινδύνου και η επιλεκτική χρήση της ιστορίας.
Η εθνική ομοφωνία λέει ότι η χώρα μας κινδυνεύει να διαμελιστεί αν τα «Σκόπια» αναγνωριστούν σαν έθνος. Αυτή είναι η βασική αυθαιρεσία στον ορισμό του εθνικού κινδύνου. Η επιλεκτική χρήση της ιστορίας βρίσκεται στη θέση ότι η ανεξαρτητοποίηση του Κόσοβου είναι έγκλημα γιατί την ήθελαν οι χιτλερικοί και η στρατιά σκεντέρμπεη των SS. Ο συνολικός συλλογισμός που βγαίνει από αυτές τις παραδοχές είναι: Αφού οι αμερικάνοι ανεξαρτητοποίησαν το Κόσοβο αυτοί είναι οι νέοι ναζί και αφού είναι ναζί θα ακρωτηριάσουν και την Ελλάδα υπέρ των «Σκοπίων» ή υπέρ της κεμαλικής Τουρκίας (μέσω της απόσχισης της «μουσουλμανικής» μειονότητας). Δεν υπάρχει τίποτα πιο θρασύ και πιο γελοίο ταυτόχρονα από το ότι στην πάλη ενάντια σε αυτούς τους κινδύνους και αυτούς τους σημερινούς εχθρούς πρωτοστατούν οι πιο γνήσιοι υπερασπιστές του ναζισμού στη χώρα αυτή, τα πιο προβεβλημένα στελέχη του ΛΑΟΣ και οι ίδιοι οι ανοιχτοί ναζιστές. Αλλά και σε διεθνές επίπεδο δεν υπάρχει σήμερα ναζιστής που δεν παρατάσσεται με τη Σερβία και τη Ρωσία ενάντια στην ανεξαρτησία του Κόσοβου.
Σημαίνει αυτό ότι η ανεξαρτησία του Κόσοβου είναι καλό πράγμα; Όχι δεν είναι καλό πράγμα. Αλλά είναι κακό πράγμα να συμπαρατάσσεται κανείς με τη Σερβία και τη Ρωσία ενάντια σε αυτήν την ανεξαρτησία γιατί αυτές οι δύο χώρες έχουν ντε φάκτο τεμαχίσει άλλες χώρες και μάλιστα εντελώς απρόκλητα, πράγμα που τουλάχιστον δεν έχει συμβεί με το Κόσοβο, τις ΗΠΑ και την ΕΕ. Ακόμα χειρότερο είναι να συμπαρατάσσεται κανείς με την Ελλάδα που θέλει να αλλάξει και μάλιστα με τη βία, το όνομα μιας κυρίαρχης και ανεξάρτητης χώρας που της το έχουν αναγνωρίσει, όχι τυχαία οι περισσότερες χώρες της γης, ακόμα και φασιστικές σαν τη Ρωσία και την Κίνα.

Αν θέλει κανείς να βρει ένα σταθερό και δημοκρατικό έδαφος αρχών που να αφορά τις διεθνείς σχέσεις σε ζητήματα σχετικά με κρατικά σύνορα, κρατική κυριαρχία και εθνικές αυτοδιαθέσεις πρέπει να πάει υποχρεωτικά στον τελευταίο μεγάλο σταθμό της ανθρώπινης πάλης για τη δημοκρατία, σταθμό που καθόρισε και σε επίπεδο αρχών και σε εντελώς συγκεκριμένο και ειδικό επίπεδο αυτές τις σχέσεις. Πρέπει δηλαδή να θεωρήσει σαν αφετηρία τον αντιφασιστικό δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο σε ότι αφορά την ευρωπαϊκή ήπειρο και τους αντιαποικιακούς αγώνες που έγιναν μετά από αυτόν αλλά κάτω από την ιδεολογική και πολιτική του σκιά στον υπόλοιπο κόσμο.
Είναι στη διάρκεια αυτής της κρίσιμης περιόδου που σε μεγάλο βαθμό σχηματίστηκε ο σύγχρονος παγκόσμιος πολιτικός χάρτης. Ότι έμενε να συγκροτηθεί σε ξεχωριστή κρατική οντότητα από την άποψη της εθνικής αυτοδιάθεσης συγκροτήθηκε. Έμειναν μερικά μετρημένα στα δάχτυλα προβλήματα εθνικής αυτοδιάθεσης, δηλαδή κρατικού αποχωρισμού και ανεξαρτησίας εθνών, βασικά στον τρίτο κόσμο, ανάμεσα στα οποία ελάχιστα, όπως το παλαιστινιακό, μπήκαν από την αρχή στο επίκεντρο των παγκόσμιων ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, πήραν το χαρακτήρα τους από αυτούς τους ανταγωνισμούς και το πιθανότερο είναι ότι θα λυθούν μαζί τους μέσα από έναν παγκόσμιο πόλεμο.
Όμως στην περίπτωση των κρατικών ανταγωνισμών στα Βαλκάνια δεν έχουμε να κάνουμε με άλυτα προβλήματα εθνικής αυτοδιάθεσης, δηλαδή για την ιστορική ανάγκη ίδρυσης νέων εθνικών κρατών. Όπου μπαίνει μετά τον πόλεμο ζήτημα σχηματισμού νέων εθνικών κρατών μπαίνει ζήτημα εθνοκάθαρσης των παλιών και συνήθως προσάρτησης μέρους των εδαφών μιας χώρας από μια άλλη. Αυτό βέβαια δεν ισχύει στην περίπτωση που τα νέα κράτη απλά προέρχονται από υπάρχοντα ομοσπονδιακά ή συνομοσπονδιακά κράτη και χρησιμοποίησαν απλά το καταχτημένο δικαίωμα τους του αποχωρισμού, όπως θα έπρεπε να γίνει αναίμακτα στην Γιουγκοσλαβία ή όπως έγινε αναίμακτα στην Τσεχοσλοβακία.
Είναι εντελώς αντιδραστικό να ψάχνει κανείς ποιανού είναι το Κόσοβο σε περιστατικά πριν από τον β΄ παγκόσμιο (ή ακόμα χειρότερα πριν τη βαλκανική εθνογένεση στις μάχες τους 14ου αιώνα), ή το ποιος έχει το δίκιο σχετικά με το όνομα του μακεδονικού κράτους πριν την ύπαρξη του κράτους αυτού. Ιδίως αυτοί που επικαλούνται τις μαύρες σελίδες της ιστορίας ενός λαού (πχ συνεργασία κάποιων εθνών ή εθνοτήτων με τον Χίτλερ, ή με άλλους ιμπεριαλιστές-καταπιεστές) για να του αρνηθούν το δικαίωμα να παίζει οποιονδήποτε προοδευτικό ρόλο πρέπει να ξέρουν ότι κάθε τέτοια μαύρη σελίδα έχει τη δικιά της ιστορική εξήγηση και συχνά σημαίνει ότι ένας καταπιεσμένος λαός διάλεξε για προστάτη, προκειμένου να ανακουφιστεί, έναν ακόμα χειρότερο και μάλιστα διεθνή καταπιεστή, και από την άλλη ότι σχεδόν πάντα ο ίδιος αυτός αντιδραστικός λαός έπαιξε κάτω από άλλες περιστάσεις έναν πρωτοπόρο επαναστατικό και δημοκρατικό ρόλο.
Σε αυτόν τον ιστορικό σταθμό του β΄ παγκόσμιου πόλεμου πρέπει να αναζητηθεί η δημοκρατική τοποθέτηση απέναντι στις ατέλειωτες μεταγιουγκοσλαβικές εθνοκρατικές συγκρούσεις. Τι είναι το βαθύ στο ζήτημα αυτό; Είναι ο σεβασμός στα σύνορα και στην εδαφική κυριαρχία που καθιέρωσε για τα έθνη και τους λαούς της Γιουγκοσλαβίας ο μεγάλος και εξαιρετικά αιματηρός αντιναζιστικός αγώνας των λαών και εθνών της πολυεθνικής αυτής οντότητας. Ποια είναι αυτά; Είναι τα κρατικά σύνορα και η κρατική κυριαρχία που κατοχύρωνε για τα έθνη και τους λαούς αυτούς το πρώτο αντιφασιστικό σύνταγμα της Γιουγκοσλαβίας. Αυτό κατοχύρωνε και νομικά την εθελοντικότητα της ένωσης των κρατών που αποτελούσαν την ομοσπονδιακή Γιουγκοσλαβία και είχαν το καθένα από αυτά το δικαίωμα του αποχωρισμού και της απόλυτης κυριαρχίας στο εσωτερικό τους άπαξ και αποφάσιζαν αυτόν τον αποχωρισμό. Τα κράτη αυτά ήταν η Σλοβενία, η Κροατία, η Βοσνία Ερζεγοβίνη, η Σερβία, το Μαυροβούνιο και η Μακεδονία. Και τα έξη κράτη είχαν τον πολιτειακό χαρακτηρισμό της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας. Όταν κάποια από αυτά θέλησαν να ασκήσουν το αναγνωρισμένο από το σύνταγμα δικαίωμα του αποχωρισμού τους, υπήρξαν δύο κράτη στον κόσμο που τους αρνήθηκαν έμπρακτα και με τη βία αυτό το δικαίωμα. Το ένα βρισκόταν μέσα στην εθελοντική αυτή ένωση, η Σερβία, και το άλλο ήταν έξω από αυτήν, η Ελλάδα.
Η Σερβία όχι μόνο αρνήθηκε το δικαίωμα του αποχωρισμού σε τρία από αυτά, τη Σλοβενία, την Κροατία και τη Βοσνία Ερζεγοβίνη, αλλά επιτέθηκε και στα τρία πετυχαίνοντας τελικά να διαμελίσει το τρίτο. Στη Βοσνία διέπραξε και το μεγαλύτερο μεταπολεμικό έγκλημα στην ευρωπαϊκή ήπειρο, έγκλημα καθαρά ναζιστικού εθνοφυλετικού τύπου: εκκαθάρισε με πρωτοφανή κτηνωδία όλο το μη σερβικό πληθυσμό μέσα στο κομμάτι του κράτους που τελικά κατάφερε να αποσπάσει για τον εαυτό του και το οποίο ονόμασε Σέρβικη Δημοκρατία. Αυτήν την πράξη της απόσχισης-προσάρτησης δεν μπόρεσε να την ολοκληρώσει και νομικά, δηλαδή να πετύχει να αναγνωριστεί από άλλα κράτη και έτσι επέτρεψε σε αυτό το πρακτικά αποσχισμένο κομμάτι να αποτελεί νομικά και εντελώς επιφανειακά μέρος της υπόλοιπης Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, στην οποία ωστόσο φρόντισε να προκαλέσει εθνοτικό ρήγμα, παροξύνοντας τον κροάτικο σοβινισμό.
Από την άλλη μεριά η Ελλάδα αρνήθηκε, με την άσκηση οικονομικής (εμπάργκο) και διπλωματικής βίας, και αρνείται ακόμα να αναγνωρίσει, το δικαίωμα του αποχωρισμού και της ανεξάρτητης κρατικής ύπαρξης του ομόσπονδου κράτους της Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Μόλις αυτό χρησιμοποίησε το δικαίωμα του αποχωρισμού και κήρυξε την ανεξαρτησία του η Ελλάδα απαίτησε από αυτό το κράτος να αλλάξει το όνομα του προκειμένου να το αναγνωρίσει η ίδια και να επιτρέψει και σε άλλες χώρες να το αναγνωρίσουν. Απαίτησε δηλαδή από αυτό το κράτος και από το λαό του να αρνηθεί την κρατική του κυριαρχία, αλλά και την ιστορική του κρατική υπόσταση. Γιατί το όνομα Δημοκρατία της Μακεδονίας είναι στην ουσία του το ιδρυτικό του όνομα, το όνομα δηλαδή που του έδωσε ο λαός που κατοικεί σε αυτό το κράτος και το οποίο του το αναγνώρισαν μετά τον αντιφασιστικό του πόλεμο όλα τα άλλα ισότιμα μέλη της γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας. Λέμε «στην ουσία του» γιατί επί ενωμένης Γιουγκοσλαβίας ονομαζόταν και αναγνωριζόταν από όλα τα υπόλοιπα ομοσπονδιακά κράτη σαν Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας, όπως σοσιαλιστικά αυτοχαρακτηρίζονταν και τα ίδια. Μετά τον αποχωρισμό του από την Ομοσπονδία της Γιουγκοσλαβίας ο λαός της χώρας αυτής κατάργησε συνταγματικά, όπως είχε δικαίωμα να κάνει, τον πολιτειακό επιθετικό προσδιορισμό «σοσιαλιστική», που επίσης τον κατάργησε και κάθε ένα από τα ανεξαρτητοποιημένα πλέον κράτη της ομοσπονδίας, και έτσι άφησε το κρατικό όνομα Δημοκρατία της Μακεδονίας. Αλλά βέβαια δεν είναι ο επιθετικός προσδιορισμός «σοσιαλιστική» που καθ οιονδήποτε τρόπο ενόχλησε την Ελλάδα και γι αυτό αυτή ποτέ δεν έβαλε ένα τέτοιο ζήτημα. Η αλλαγή που ζητάει από την αρχή είναι να υπάρξει ένα τέτοιο νέο όνομα που να υπονοεί ότι δεν υπάρχει μακεδονικό έθνος! Επιδιώκει δηλαδή να μπει ένας τέτοιος προσδιορισμός στο κρατικό όνομα της γειτονικής χώρας που να την περιγράφει μόνο σαν γεωγραφική αλλά να μην την αναγνωρίζει σαν εθνική οντότητα. Ο όρος «Δημοκρατία της Μακεδονίας» από μόνος ωστόσο δεν συνεπάγεται κανέναν εθνικό προσδιορισμό του γειτονικού κράτους. Η ελληνική απαίτηση σημαίνει στην ουσία της να αναγνωρίσει η πλειοψηφία του γειτονικού λαού ότι δεν έχει το δικαίωμα να θεωρεί τον εαυτό της έθνος. Το πρόσχημα είναι ότι μόνο αν δεν θεωρεί ότι αποτελεί έθνος δεν θα απειλεί με διαμελισμό και προσάρτηση την ελληνική Μακεδονία!!! Κανείς αριστερός δεν πρέπει να μπερδεύεται από το γεγονός ότι οι φασίστες του ΛΑΟΣ είναι πιο «απόλυτοι» στο όνομα από όσο το ψευτοΚΚΕ και ο ΣΥΝ και έτσι να θεωρεί ότι τα δεύτερα είναι πιο προοδευτικά. Όχι, απλά τα τρία ρωσόδουλα κόμματα έχουν μοιράσει ρόλους. Το ΛΑΟΣ κάνει τη σκληρή απορριπτική πολιτική και τα συλλαλητήρια για να μπορεί να εμφανιστεί σαν μια ευκαιρία για τη Δύση η «μαλακή» γραμμή όλου του υπόλοιπου πολιτικού καθεστώτος. Επιδιώκουν έτσι οι ρωσόδουλοι να πιέσουν τη Δημοκρατία τη Μακεδονίας να υποκύψει στο όνομα και κυρίως τώρα να μείνει έξω από το ΝΑΤΟ όπως θέλουν οι ρωσόδουλοι στην Ελλάδα και η ίδια η Ρωσία.
Έχουμε λοιπόν από την πρώτη στιγμή δύο ναζιστικού τύπου αρνήσεις του μεταπολεμικού διακρατικού καθεστώτος στο γιουγκοσλαβικό χώρο, αρνήσεις που εγκαινιάζουν την εποχή του αίματος, της αστάθειας και του νεοφασισμού στα Βαλκάνια. Και οι δύο αυτές αρνήσεις, αναθεωρούν την αντιναζιστική μεταπολεμική τάξη πραγμάτων στον ευρωπαϊκό χάρτη και έχουν συγκεκριμένη ιμπεριαλιστική πηγή και προστασία, το ρώσικο σοσιαλιμπεριαλισμό. Και η σέρβικη διαμελιστική πολιτική και η ελληνική της ωμής καταπάτησης της κρατικής κυριαρχίας και του εθνικού αυτοπροσδιορισμού του πληθυσμού μιας χώρας είναι ρώσικης έμπνευσης και πραγματοποιούνται μέσω πρακτόρων της νεοτσαρικής Ρωσίας στη Σερβία και στην Ελλάδα: Ντράσκοβιτς και Κοστουνίτσα στη Σερβία, Α. Παπανδρέου, ηγεσίες του ψευτοΚΚΕ και του ΣΥΝ στην Ελλάδα. Στους τελευταίους έχουν προστεθεί από τότε ο νεώτερος Καραμανλής και το ΛΑΟΣ. Το ότι η πηγή της σέρβικης επεκτατικής πολιτικής βρίσκεται στο Κρεμλίνο είναι κάτι φανερό για όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις από τα 1980. Το ότι εκεί βρίσκεται και η πηγή της ελληνικής γραμμής στο μακεδονικό είναι ελάχιστα φανερό ιδιαίτερα επειδή η Ρωσία έχει αναγνωρίσει τη γειτονική χώρα με το όνομα της. Όμως υπάρχει μια σύμπτωση ουσίας ανάμεσα στη ρώσικη και στην ελληνική γραμμή. Δηλαδή και η Ρωσία αρνείται να αναγνωρίσει την ύπαρξη μακεδονικής εθνότητας. Όπως το αρνείται και η Βουλγαρία που επίσης έχει αναγνωρίσει τη γειτονική χώρα με το όνομά της. Αυτό το κάνει η Βουλγαρία γιατί στόχος του βουλγάρικου σοβινισμού είναι να απορροφήσει ή να διαμελίσει τη Δημοκρατία της Μακεδονίας με το επιχείρημα ότι οι εθνικά μακεδόνες κάτοικοί της είναι εθνικά βούλγαροι, πράγμα που τάχα αρνούνται να το παραδεχτούν. Η Ρωσία αναγνώρισε τη Δημοκρατία της Μακεδονίας με τον ίδιο τρόπο που το έκανε η Βουλγαρία και μάλιστα εξήγγειλε αυτήν την αναγνώριση με τον Γέλτσιν από το βουλγάρικο έδαφος. Αυτού του είδους η αναγνώριση σημαίνει ότι ο ρώσικος ιμπεριαλισμός κλείνει το μάτι στο βουλγάρικο σοβινισμό για να ασχοληθεί με την απορρόφηση, ουσιαστικά με το διαμελισμό της Δημοκρατίας της Μακεδονίας.
Μιλάμε για διαμελισμό της γειτονικής χώρας γιατί τον κύρια εθνικό μακεδονικό χαρακτήρα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας αρνείται να τον αναγνωρίσει και ένας τρίτος βαλκανικός αναθεωρητικός σοβινισμός μετά το σέρβικό και τον ελληνικό, ο αλβανικός. Αυτός για να πραγματοποιήσει το όνειρο της μεγάλης Αλβανίας θέλει να διαμελίσει όχι μόνο τη Σερβία, αλλά και τη Δημοκρατία της Μακεδονίας αποσπώντας το δυτικότερο κομμάτι της. Αυτήν την αλβανική αναθεωρητική πολιτική την υποθάλπει η Ελλάδα εδώ και χρόνια. Όχι τυχαία ο έλληνας πρόεδρος της Δημοκρατίας και παλιός αφοσιωμένος πράκτορας της Μόσχας Κ. Παπούλιας, ακόμα και λίγες μέρες πριν την απόσχιση του Κόσοβου, υποστηρίζει τον Αλβανικό σοβινισμό καλώντας, μπροστά στον προσκεκλημένο πρόεδρο της Αλβανίας Τόπι, την «κυβέρνηση της ΠΓΔΜ, αν ενδιαφέρεται να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ… να ρυθμίσει τις σχέσεις καλής γειτονίας με την Ελλάδα, αλλά και να διασφαλίσει την τήρηση των δικαιωμάτων όλων των πολιτών της χώρας, δηλαδή και του αλβανικού στοιχείου» (Ελευθεροτυπία 27 Νοέμβρη). Στο βάθος η Ρωσία θέλει μέσα από την πολλαπλή αναθεωρητική πίεση της Ελλάδας, της Βουλγαρίας και της Αλβανίας να οδηγήσει τη μακεδονική εθνότητα, σαν σλάβικη και ορθόδοξη να ενταχθεί στο ορθόδοξο τόξο και έτσι το μακεδονικό κομμάτι της χώρας ή και όλη να μετατραπεί σε ρώσικο προτεκτοράτο.
Να γιατί τα δύο κατ εξοχήν ρωσόδουλα κόμματα, το ψευτοΚΚΕ και ο ΣΥΝ επιμένουν τόσο πολύ στην άρνηση του εθνικού χαρακτήρα του γειτονικού κράτους και παρά την ψευτοδιεθνιστική τους δημαγωγία θέλουν να το υποχρεώσουν να αλλάξει το όνομά του. Να πως προκύπτει η συνολική κανιβαλική αναθεωρητική φιλοναζιστική πολιτική όλου του ελληνικού κοινοβουλευτικού πολιτικού κόσμου, δηλαδή και της αυτοαποκαλούμενης αριστεράς.
Ο τρόπος που έχει διαλέξει ο ελληνικός πολιτικός κόσμος, αλλά και ο σέρβικος για να κρύψουν το νεοχιτλερικό αναθεωρητισμό τους στην πρώην Γιουγκοσλαβία είναι η αναθεωρητική πολιτική του τρίτου τραμπούκου, της Αλβανίας και του αλβανικού σοβινισμού απέναντι στη Σερβία.
Η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Κόσοβου ήταν η ευκαιρία που όλο το ρωσόδουλο καθεστώς στη χώρα μας, με επικεφαλής τους φαιοκόκκινους «αντιιμπεριαλιστές» των ΛΑΟΣ, ψευτοΚΚΕ και ΣΥΝ, αναζητούσε για να κατηγορήσει σα διεθνή πηγή της βαλκανικής συνοριακής αναταραχής και των αναθεωρητικών ανακατατάξεων τους δυτικούς ιμπεριαλιστές και βασικά τις ΗΠΑ. Πραγματικά αυτές υποστηρίζουν με αυτήν την αναγνώριση ενεργητικά τον τρίτο αναθεωρητή σοβινισμό. Οι ΗΠΑ, αλλά και οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές έχουν κάνει άθλια πολιτική και στα Βαλκάνια και στη Μέση Ανατολή. Όμως είναι μεγάλο ψέμα ότι αυτές αποτελούν πηγή αυτής της αναθεωρητικής πολιτικής, είτε στα Βαλκάνια είτε στην Ευρώπη. Αυτές οι χώρες ακολουθούν στην κύρια πλευρά παθητική πολιτική απέναντι στους ενεργητικούς αναθεωρητές. Δέχονται δηλαδή την αναθεώρηση που προκαλούν οι σοβινιστές και οι νεοχιτλερικοί ιμπεριαλιστές επειδή είναι ιμπεριαλιστές οι ίδιοι, αλλά πουθενά δεν ήταν αυτοί που ξεκίνησαν την αναθεώρηση. Στη Βοσνία αρχικά αντιστάθηκαν στην αιματηρή σέρβικη αναθεώρηση και τελικά συμμορφώθηκαν εν μέρει σε αυτήν με την τερατώδη συμφωνία του Ντέητον που όμως στην ουσία της είναι έμπνευσης του Κρεμλίνου. Επίσης οι δυτικοί ιμπεριαλιστές έχουν την ιστορική ευθύνη ότι και στη Δημοκρατία της Μακεδονίας δέχονται τα τετελεσμένα της ελληνικής αναθεωρητικής πολιτικής και πιέζουν αφόρητα τη γειτονική χώρα να υποχωρήσει στις πιο παράλογες και άδικες αξιώσεις των γειτόνων της. Όμως δεν είναι αυτοί που επέλεξαν αυτήν την πολιτική.
Σε ότι αφορά το Κόσοβο εκεί πραγματικά οι δυτικοί ιμπεριαλιστές έγιναν τώρα ενεργητικοί συμμέτοχοι στην αλβανική αναθεώρηση του βαλκανικού χάρτη, και μάλιστα την πρώτη ντε γιούρε αναθεώρηση. Όμως:
Πρώτον, η Αλβανία και ο αλβανικός σοβινισμός που προώθησαν και διατύπωσαν την αναθεωρητική γραμμή το έκαναν αντίθετα με τους δυτικούς ιμπεριαλιστές που είχαν σε όλο τον ψυχρό πόλεμο γραμμή σύμπλευσης με την τιτοϊκή Γιουγκοσλαβία. Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος του αντιδυτικισμού και του έμμεσου φιλοσοσιαλιμπεριαλισμού του Χοτζικού σοσιαλφασισμού. Επίσης η αλβανική κοσοβάρικη, ύπουλη εθνοκάθαρση των Σέρβων του Κόσοβου τη δεκαετία του ’80 που προκάλεσε την αναβίωση του σοβινισμού στη Σερβία δεν έχει καμιά υποκίνηση από τη Δύση και τους φιλοδυτικούς της τότε Γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας. Δεύτερον, ποτέ ο αλβανικός αναθεωρητισμός δεν θα έβρισκε την πρακτική πολιτική δυνατότητα να προωθήσει τη γραμμή του στο Κόσοβο αν δεν υπήρχε η πρώτη πρακτική επιτυχία μιας αναθεωρητικής πολιτικής, εκείνη της Σερβίας στη Βοσνία. Τρίτον, ποτέ ο αλβανικός σοβινισμός δεν θα μπορούσε να πετύχει το πέρασμα του Κόσοβου σε κατάσταση προτεκτοράτου, δηλαδή στον προθάλαμο της ανεξαρτησίας, αν δεν είχε προηγηθεί η σέρβικη μαζική εθνοκάθαρση των αλβανών Κοσσοβάρων στη διάρκεια της αμερικάνικης επίθεσης στη Σερβία το 1999. Είναι οι μαζικές δολοφονίες και το διώξιμο του περισσότερου κοσοβάρικου αλβανικού πληθυσμού, που έδωσε τόσο πλατειά υποστήριξη και σε ένα μεγάλο βαθμό έκανε αναπόφευκτη και στο εσωτερικό του Κόσοβου και διεθνώς την κατάσταση του διεθνούς προτεκτοράτου που επίσης την υποστήριξε και η Μόσχα για να χωθεί στο Κόσοβο και να εξαρτήσει διπλωματικά τη Σερβία. Η κτηνώδης σέρβικη συμπεριφορά στο Κόσοβο οφείλεται στο ότι ο σέρβικος σοβινισμός φασισμός είχε ήδη δοκιμάσει αίμα στην Κροατία και στην Βοσνία και είχε πάρει για τα καλά την πολιτική και ιδεολογική εξουσία στο Βελιγράδι. Τέταρτον, η γραμμή της αμερικάνικης επίθεσης στη Σερβία είναι έμπνευσης της πιο φιλορώσικης και αντιτριτοκοσμικής τάσης του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού πάνω στην οποία πάτησε ο ρωσόδουλος Κλίντον για να κάνει τον προβοκατόρικο πόλεμο του 1999 ενάντια στην Σερβία και να σπρώξει τον αλβανικό σοβινισμό οριστικά προς την απόσχιση. Ήδη από το 1997 το δίδυμο Κλίντον –Τένετ είχε βοηθήσει στην πτώση του Μπερίσα και την άνοδο του σοβινιστή Φάτος Νάνο σε στενή συνεργασία με τους έλληνες ρωσόδουλους. Πέμπτον, η ίδια η Ρωσία και οι άνθρωποί της στη Σερβία, ο εθνοεκκαθαριστής Κοστουνίτσα και ο δήθεν ευρωπαιόφιλος Τάντιτς προωθούν για το Κόσοβο τη γραμμή του εθνοτικού διαμελισμού, γραμμή που αναγνώριζε τα τετελεσμένα της παλιότερης αλβανικής εθνοκάθαρσης και παρέδιδε την πλήρη εσωτερική κυριαρχία των αλβανών σοβινιστών στο ένα κομμάτι του Κόσοβου.
Στην πραγματικότητα η τελική αμερικανική και ευρωπαϊκή αναθεωρητική γραμμή στο Κόσοβο προετοιμάστηκε για χρόνια από το σέρβικο, ελληνικό και σε τελική ανάλυση από το ρώσικο νεοναζιστικό αναθεωρητισμό. Στην ουσία το βασικό μέλημα του δυτικού ιμπεριαλισμού, ακριβώς επειδή αυτός είναι κυρίαρχος οικονομικά δεν είναι η αναθεώρηση των υπαρχόντων κρατικών συνόρων και μάλιστα με τη βία, αλλά η διατήρηση της παλιάς κρατικής μορφής που δεν θα του αποσταθεροποιεί πολιτικά και στρατιωτικά την κυριαρχία τις αγορές, ούτε θα φέρνει στην εξουσία τοπικούς και περιφερειακούς κρατικοφασίστες πολέμαρχους. Αν οι ΗΠΑ υιοθέτησαν ειδικά στο Κόσοβο την αναθεωρητική διαμελιστική γραμμή ήταν κυρίως για να μη χάσουν την Αλβανία, δηλαδή για να μη συγκρουστούν με τον αλβανικό σοβινισμό όπως αναπόφευκτα θα γινόταν αν δεν αναγνώριζαν αυτήν την ανεξαρτησία. Συμπεριφέρονται έτσι γιατί πιστεύουν ότι η Αλβανία είναι ένα από τα δύο μοναδικά φιλικά τους ερείσματα στα όλο και πιο ρωσόφιλα Βαλκάνια. Το άλλο έρεισμα είναι γι αυτούς η Δημοκρατία της Μακεδονίας. Με την αναγνώριση του Κόσοβου οι ΗΠΑ ελπίζουν ότι έτσι θα κατευνάσουν την Αλβανία για να μην προχωρήσει στο διαμελισμό και της Μακεδονίας. Οι ιμπεριαλιστές δουλεύουν χωρίς δημοκρατικές αρχές, ιδιαίτερα όταν αυτές αφορούν την κυριαρχία μικρών εθνών και κρατών, προκειμένου να σταθεροποιήσουν τις θέσεις τους. Στην ουσία θα αποτύχουν σε όλα. Γιατί ικανοποιώντας τον αλβανικό κανίβαλο με ένα γερό κομμάτι κρέας από τη Σερβία όχι μόνο δεν θα του κόψουν αλλά θα του ανοίξουν την όρεξη για ένα κομμάτι κρέας από την πολύ πιο αδύναμη και τρυφερή Μακεδονία. Γι αυτό το λόγο πιστεύουμε ότι και ο αλβανικός κανίβαλος, όπως ο σέρβικος, θα βρει τελικά τον μεγάλο προστάτη του στην πουτινική Ρωσία. Γιατί είναι αυτή ο υπερκανίβαλος που λιγουρεύεται όλο τον πλανήτη και ήδη έχει ξεκινήσει το γεύμα του αρχίζοντας από τα σύνορά της (Μολδαβία, Γεωργία, Βαλτικές) ενώ διευκολύνει και εμπνέει παντού όσους ανώμαλους ψάχνουν οπουδήποτε στον κόσμο για ένα καλό κομμάτι ανθρώπινο κρέας, είτε με τη μορφή κρατικού εδάφους, είτε φυλετικής κυριαρχίας.
Κάναμε αφετηρία της ανάλυσής μας τον β΄ παγκόσμιο πόλεμο και τους αντιαποικιακούς αγώνες προκειμένου να πατήσουμε σε στέρεα κριτήρια και αρχές για να αναζητήσουμε το δίκιο και τη σωστή στάση για την περίοδο που αναλύουμε μέσα στα ταραγμένα και ματωμένα Βαλκάνια για τα ζητήματα που αφορούν τα σύνορα και την κρατική κυριαρχία. Αυτό δεν σημαίνει ότι αρνούμαστε σώνει και καλά κάθε αδικία που έγινε στη χάραξη αυτών των συνόρων με το διαχωρισμό εθνών που θα μπορούσαν να παραμείνουν πιο ενιαία μέσα σε μια κρατική οντότητα, ούτε ότι αρνούμαστε ότι υπάρχει καταπίεση εθνοτήτων που άρχισε ή συνεχίστηκε μετά από αυτήν την κοσμογονική εποχή. Σημαίνει μόνο ένα πράγμα: Ότι δεν πρέπει οι καταπιεσμένοι και οι αδικημένοι να δώσουν πάλη για την αλλαγή αυτών των συνόρων, ιδιαίτερα στην καταματωμένη Ευρώπη και ιδιαίτερα όσο στον κόσμο κυριαρχεί ο ιμπεριαλισμός και ο σοσιαλιμπεριαλισμός οι οποίοι είναι σε θέση να χειρίζονται τις διακρατικές εδαφικές διενέξεις και συχνά να οξύνουν τους εθνικισμούς των καταπιεσμένων και αδύναμων κρατών για να κυριαρχούν σε αυτά. Ειδικά ο σοσιαλιμπεριαλισμός σαν διάδοχος του τσαρισμού έχει μια ιστορική ιδιομορφία που την έχει αναγάγει σε ιστορική τέχνη: να χρησιμοποιεί το σύνθημα της αυτοδιάθεσης των εθνοτήτων (δηλαδή των εθνικών μειονοτήτων) για να εμποδίζει, στη μεν τσαρική εποχή το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των εθνών, δηλαδή το δικαίωμά τους να αποχωρίζονται και να συγκροτούνται σε κράτος, στη δε σημερινή σοσιαλιμπεριαλιστική εποχή όπου ήδη έχουν δημιουργηθεί τα εθνικά κράτη, το δικαίωμα τους στην κρατική ανεξαρτησία και στην κρατική κυριαρχία στο εσωτερικό τους. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε την ασταμάτητη παραίνεση του Μάο Τσε Τουνγκ και του ΚΚ Κίνας προς όλα τα κράτη του τρίτου κόσμου να σεβαστούν τα σύνορα που κληρονόμησαν από την εποχή της αποικιοκρατίας με όση αδικία και αυθαιρεσία και αν αυτά πολλές φορές είχαν χαραχτεί. Ακόμα και τώρα οι χώρες της πιο τυπικής αποικιοκρατίας, εκείνης στην αφρικανική ήπειρο, συνεχίζουν να σέβονται σε πολύ μεγάλο βαθμό αυτήν την ιστορική κληρονομιά ακόμα και μέσα στην περίοδο αυτή της μεγάλης οπισθοδρόμησης που γνωρίζει η ήπειρος στο επίπεδο των τρομερών διαφυλετικών και διακρατικών συγκρούσεων.
Να γιατί είναι αντιιστορικές, επικίνδυνες και πρέπει να αντιμετωπίζονται με αποτροπιασμό σαν κηρύγματα κανιβαλισμού θέσεις όπως ότι π.χ. το Κουβέιτ, ο Λίβανος, το Ισραήλ, τα Εμιράτα κλπ δεν έχουν το δικαίωμα να αποτελούν κράτος γιατί τα έφτιαξε ο ιμπεριαλισμός ή γιατί έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στην ανεξάρτητη ύπαρξή τους άλλες εξωτερικές προς αυτά κρατικές δυνάμεις ή ότι ποτέ οι λαοί τους δεν υπήρξαν διακριτοί σαν έθνη. Μα ούτε ο ιμπεριαλισμός, ούτε οι όποιες κρατικές σκοπιμότητες δεν έφτιαξαν ποτέ κράτη χωρίς κατοίκους. Ακόμα και λαοί που ήρθαν απ έξω και ίδρυσαν νέα κράτη (Ισραήλ, εν μέρει και η Λιβερία), ρίζωσαν και έφτιαξαν τη δικιά τους ζωή και τη δικιά τους κουλτούρα μέσα σε αυτά, ακόμα και τη δικιά τους γλώσσα. Έτσι έδωσαν τη δικιά τους ταξική, δημοκρατική και αντιιμπεριαλιστική πάλη μέσα σε αυτά και κέρδισαν και οι ίδιοι και τα κράτη τους το δικαίωμα της ισότιμης ύπαρξης κάτω από τον παγκόσμιο ήλιο. Υπάρχουν ακόμα και έθνη που φτιάχτηκαν σχεδόν ταυτόχρονα με τα κράτη τους μέσα από την πολιτική τους πάλη για την ύπαρξη και όχι τόσο μέσα από την αυθόρμητη οικονομική τους επικοινωνία.
Για τους δημοκράτες και τους επαναστάτες τα κράτη που υπάρχουν πρέπει να διαφυλαχτούν πάση θυσία από τον ιμπεριαλισμό ιδιαίτερα από τον πιο κανιβαλικό. Και πρέπει να φυλαχτούν για να μπορούν οι λαοί τους να απελευθερωθούν από τον εθνικισμό, ώστε να μπορούν να ενωθούν ανάμεσά τους για να δώσουν από κοινού και δίχως δηλητήρια την ταξική πάλη που είναι παγκόσμια στο περιεχόμενό της. Μέσα από αυτήν την επαναστατική ενότητα θα μπορούν να ρίξουν και τα σύνορα. Κοντολογής υπερασπίζουμε τα κρατικά σύνορα των εθνών ενάντια στον ιμπεριαλισμό για να καταργήσουμε τα σύνορα. Υπερασπίζουμε τα σύνορα σημαίνει ότι πρώτα απ όλα και κύρια παλεύουμε ενάντια στις νέες εκφράσεις του ναζισμού. Στη δικιά μας χώρα και τη δικιά μας γειτονιά οι αντιναζιστές έχουν πολλή δουλειά μπροστά τους.