Η σφαγή της Κωνσταντινούπολης, τα τρία πλήκτρα και η μοιραία απόφαση του τούρκικου συνταγματικού δικαστηρίου

 

Είναι η δεύτερη φορά που ένα μεγάλο πολιτικό αποτέλεσμα σε μια χώρα κρίνεται από μια σφαγή πολιτών πάντα από ισλαμοφασίστες.

Η πρώτη φορά ήταν με τη σφαγή στη Μαδρίτη η οποία έγινε ελάχιστες μέρες πριν από τις βουλευτικές εκλογές και επηρέασε άμεσα το αποτέλεσμα τους φέρνοντας στην εξουσία τον Θαπατέρο. Τότε είχε καταποντιστεί ο Αθνάρ γιατί έσπευσε  αμέσως μετά τη σφαγή να καταγγείλει όπως ήταν φυσικό σαν υπεύθυνη της σφαγής την ΕΤΑ, που μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν η μόνη οργάνωση που έκανε στην Ισπανία σφαγές αμάχων. Αμέσως μετά και εύκολα αποκαλύφθηκε ότι η σφαγή έγινε από ισλαμοφασίστες και ο Αθνάρ έγινε αυτόματα αναξιόπιστος. Το αποτέλεσμα ήταν να μην εκλεγεί. Από τότε η Ισπανία με υπουργό εξωτερικών τον Μορατίνος ακολουθεί σε όλα τα μεγάλα ευρωπαϊκά και διεθνή ζητήματα την γενική ρώσικη γραμμή. (Μακεδονικό, Κυπριακό, Τουρκία, Μεσανατολικό, Λατινική Αμερική κλπ)

Τώρα η μαζική σφαγή στην Κωνσταντινούπολη στις 27/7 με την έκρηξη δύο βομβών που σκότωσαν 14 άτομα ήρθε να επηρεάσει αποφασιστικά υπέρ της ρώσικης πολιτικής μια ακόμα πιο σοβαρή και πιο στρατηγικής σημασίας απόφαση από εκείνη της Μαδρίτης, την απόφαση του ανώτατου συνταγματικού δικαστηρίου της Τουρκίας αν θα θέσει εκτός νόμου τον ισλαμοφασίστα Ερντογάν και το κόμμα του ή όχι. Πράγματι λίγες μέρες μετά την έκρηξη η απόφαση ήταν το «όχι» και ήταν οριακή με ψήφους 6 έναντι 5.

Η σφαγή έχει μέσα της δύο χαρακτηριστικά που έχουν εκείνες των ρωσόδουλων προβοκατόρων της Αλ Κάιντα. Το ένα είναι ότι στόχευε αποκλειστικά σε αμάχους και το άλλο ότι περιλάμβανε δυο εκρήξεις. Η πρώτη σκότωσε τους πρώτους ανυποψίαστους και η δεύτερη σκότωσε εκείνους που πήγαν να βοηθήσουν τους τραυματίες της πρώτης έκρηξης.

Όμως το βασικό στοιχείο για την πολιτική φύση των σφαγέων ήταν ο πολιτικός τρόπος με τον οποίο χρησιμοποίησε τη σφαγή ο ισλαμοφασισμός και με τον οποίο τόσο πετυχημένα επηρέασε το αποτέλεσμα. Αμέσως λοιπόν μετά τη έκρηξη ο Ερντογάν έριξε την ευθύνη της στο PKK παρόλο που αυτό αρνήθηκε την εμπλοκή του σε αυτήν. Όμως επειδή και η κεμαλική αντιπολίτευση με επικεφαλής τον Μπαϊκάλ έκανε το ίδιο, είτε από πολιτική μυωπία είτε επειδή από εθνικισμό θεωρεί το PKK σαν τον κύριο άμεσο εχθρό της Τουρκίας (το οποίο με τη σειρά του κάνει ότι μπορεί για να το επιβεβαιώσει με τις δολοφονικές του επιθέσεις) ο Ερντογάν έριξε αμέσως την γραμμή που ήξερε ότι θα υποχρέωνε το δικαστήριο να ψηφίσει υπέρ του: Κάλεσε όλο το έθνος σε ενότητα ενάντια στους «διαμελιστές του PKK». Αν εκείνη τη στιγμή οι δικαστές έβγαζαν εκτός νόμου το κόμμα του Ερντογάν αυτόματα θα κατηγορούνταν σαν διασπαστές του έθνους και αβανταδόροι του PKΚ και της Δύσης. Σημειώνουμε ότι το επίσης ανατολικό PKK προβάλλεται μεθοδικά στα μάτια της όλο και πιο δουλεμένης από τους ισλαμοφασίστες και από τους ρωσόφιλους φασίστες του Μπαχτσελί ενάντια στη Δύση τουρκικής κοινής γνώμης σαν αμερικανόφιλο. Και τούτο καθώς γιατί είναι ντε φάκτο σύμμαχος των στην κύρια πλευρά δυτικόφιλων Κούρδων του Ιρακινού Κουρδιστάν, στο οποίο αυτό διατηρεί τη στρατιωτική βάση του. Στην πραγματικότητα όμως εκείνη η φράξια των Κούρδων που προστατεύει πολιτικά και στρατιωτικά το PKK στο Ιράκ δεν είναι η δυτικόφιλη του Μπαρζανί του Κουρδικού Δημοκρατικού κόμματος, αλλά η ρωσόδουλη-ιρανόφιλη του Πατριωτικού κόμματος του Κουρδιστάν με επικεφαλής τον Ταλαμπανί, που με τις πλάτες του Ιράν έχει αποσπάσει την προεδρία του Ιράκ.

Να λοιπόν πως χρησίμευσε πολιτικά μια καλομελετημένη σφαγή.  Ο ισλαμοφασισμός μπορεί ανενόχλητα να συνεχίσει την στρατηγική του για την άλωση του τουρκικού κράτους καθώς και τη ρωσόφιλη διπλωματία του, μια διπλωματία που ο κεντρικός ρόλος που αναθέτει στην Τουρκία είναι να αποκόψει την Ευρώπη από τα πετρέλαια της Κασπίας και της Μέσης Ανατολής και από την άλλη να εξασφαλίσει στον πολεμικό της στόλο την εντελώς ανεμπόδιστη έξοδο στη Μεσόγειο. Να γιατί εδώ στην διπλωματικά ήδη ρωσόδουλη Ελλάδα οι πάντες εύχονταν να είναι αρνητική η απόφαση του δικαστηρίου γιατί αλλιώς έλεγαν η χώρα αυτή θα βυθιστεί στο χάος και το χάος αυτό θα το πληρώσει και η Ελλάδα. Στην πραγματικότητα η Ελλάδα και όλος ο πλανήτης θα πληρώσει πολύ περισσότερο με αυτήν την απόφαση. Με αυτήν αποφεύχθηκε το βραχυπρόθεσμο χάος μέσα στην Τουρκία αλλά θα διευκολυνθεί το χιλιάδες φορές μεγαλύτερο μακροπρόθεσμο πολεμικό χάος για την ίδια την Τουρκία, για όλη την Μέση Ανατολή και τον Καύκασο και τελικά για την Ευρώπη που με μια ρωσόφιλη Τουρκία θα γίνει οπωσδήποτε στόχος της ρώσικης στρατιωτικής επίθεσης .

Αν αντίθετα αυτό το κόμμα θετόταν εκτός νόμου, τουλάχιστον για ένα πρώτο μεγάλο διάστημα, η Τουρκία θα έπαυε να κινείται προς τη Ρωσία και τον περιφερειακό της υποάξονα Ιράν-Συρίας, και το σημαντικότερο θα ανακοπτόταν η δραστήρια κίνηση των ισλαμοφασιστών για την άλωση του κράτους και την εξουδετέρωση του πολύ πιο προοδευτικού και εθνικού κεμαλικού ρεύματος. Βέβαια η απαγόρευση αυτή δεν θα έλυνε από μόνη της το πρόβλημα από την ώρα που οι πολιτικά επιδέξιοι ισλαμοφασίστες και μέσα στην Τουρκία και απέναντι στην Δύση παίζουν το δημοκρατικό παιχνίδι οπότε ακόμα δεν έχει αποδειχτεί ολόπλευρα η φασιστική τους φύση. Έτσι εκείνο που θα έκανε η απαγόρευση σε μια πρώτη φάση θα ήταν να εκθέσει τους κεμαλιστές και γενικά τους πιο οξυδερκείς δημοκράτες υπερασπιστές του κοσμικού κράτους σαν φασίστες αφού η απαγόρευση θα στηριζόταν κύρια στην στρατιωτική τους ισχύ, αλλά μετά από αυτήν την απόφαση οι ισλαμοφασίστες θα μπαίνανε υποχρεωτικά στη διαδικασία του εμφύλιου και εκεί θα αποκαλύπτονταν ποιοι είναι πραγματικά γιατί θα τον διεξήγαγαν με τον μόνο τρόπο που ξέρει ο πραγματικός φασισμός να διεξάγει έναν πόλεμο, εμφύλιο ή όχι, την άσκηση βίας πάνω στις μάζες. Έτσι έχασε στρατηγικά την πολιτική μάχη στην Αλγερία και ο ισλαμοφασισμός πριν δυο περίπου δεκαετίες όταν εμποδίστηκε να έρθει στην εξουσία πάλι από το στρατό ενώ είχε κερδίσει τις εκλογές παίζοντας και εκεί το δημοκρατικό παιχνίδι. Οι κραυγές των φασιστών για δημοκρατία δεν πρέπει ποτέ να λογαριάζονται γιατί παντού όπου ο φασισμός έχει έρθει στην εξουσία με εκλογές δεν έχει διστάσει στη συνέχεια να εξαπολύσει τις πιο βάναυσες δικτατορίες αφού καταχτήσει για τα καλά την κρατική εξουσία και βασικά μόλις αναλάβει τον έλεγχο του στρατού.

 

Μα, μπορεί κανείς να αναρωτηθεί στο σημείο αυτό, πως είναι δυνατό μια προβοκάτσια με μιάμιση δεκάδα νεκρούς σε μια χώρα δεκάδων εκατομμυρίων να επηρεάσει  σε τέτοιο βαθμό μια απόφαση με παγκόσμιες στρατηγικές επιπτώσεις; 

Στην πραγματικότητα αυτή δεν ήταν μόνη της. Η σφαγή-προβοκάτσια της Κωνσταντινούπολης ήταν απλά η τελευταία πινελιά σε ένα ολόκληρο διεθνές σχέδιο πίεσης πάνω στην αντι-ισλαμοφασιστική αστική τάξη της Τουρκίας και πάνω στην κεμαλική ηγεσία του τουρκικού στρατού ειδικότερα. Αυτή η προβοκάτσια ήταν απλά προορισμένη να σπάσει τις τελευταίες ταλαντεύσεις μέσα στο δικαστήριο όπου οι συσχετισμοί αποδείχτηκε ότι ήταν οριακοί και προφανώς γνωστοί στους ισλαμοφασίστες.

Μπορεί δηλαδή οι εκρήξεις της Κωνσταντινούπολης να έκαναν ένα 5 έναντι 6 σε ένα 6 έναντι 5, αλλά το γεγονός ότι τελικά βρέθηκαν τόσοι πολλοί δικαστές που είναι συντριπτικά υπέρ του κοσμικού κράτους να ψηφίζουν υπέρ της νομιμότητας των ισλαμοφασιστών, αυτό οφείλεται στην αφόρητη διεθνή πίεση που ασκήθηκε πάνω στην κεμαλική αστική τάξη. Με τη σειρά της αυτή η πίεση δυνάμωσε στο έπακρο όταν η ρώσικη διπλωματία ανέλαβε να διευκολύνει την κυβέρνηση Ερντογάν χτυπώντας ταυτόχρονα και λίγους μήνες πριν την απόφαση του δικαστηρίου τρία πλήκτρα του αόρατου ρώσικου διπλωματικού πιάνου. Γιατί η Ρωσία δουλεύει στο σκοτάδι πάντα μέσο πρακτόρων και όχι μέσο εξωτερικών εντολών και επεμβάσεων όπως κάνει η έτη φωτός πιο καθυστερημένη, πιο αδύναμη και ταυτόχρονα πιο αλαζονική  αμερικάνικη διπλωματία.

Το βασικό πλήκτρο ήταν η Συρία η οποία όρισε ξαφνικά τον Ερντογάν σαν μεσολαβητή ανάμεσα στην ίδια και το Ισραήλ για να ξεκινήσει μια τακτική προσέγγιση της Συρίας με το Ισραήλ και τη Δύση γενικότερα. Το Ισραήλ ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση και εξασφάλισε μια προσωρινή ησυχία και ελπίδες ειρήνης στην Γάζα και τα κατεχόμενα, αλλά με αντάλλαγμα του ίδιου και της Δύσης να αναγνωρίσουν την πολιτική ηγεμονία στο Λίβανο της Χεζμπολάχ, δηλαδή της Συρίας που μάλιστα έσπασε για τα καλά την πολύχρονη απομόνωση της από την ΕΕ.  Μέσα σε αυτήν την πλασματική ατμόσφαιρα της ευωχίας με τη Συρία η ρώσικη διπλωματία ενθάρρυνε και τις ΗΠΑ να προσεγγίσουν το Ιράν για τα πυρηνικά και να συμμετέχουν μαζί με την ΕΕ, τη Ρωσία και την Κίνα σε συζητήσεις μαζί του.  Την ίδια όμως ώρα και από την αντίθετη πλευρά και η Ελλάδα προχωρούσε μαζί με το Ισραήλ σε μια αεροπορική άσκηση στο Αιγαίο και στην Κρήτη στα πλαίσια της στρατηγικής αντι-ιρανικής γραμμής του Ισραήλ και των ΗΠΑ. Αυτή η άσκηση, που προφανώς ενθουσίασε τις ΗΠΑ, είχε σαν βασική προϋπόθεση τις εξαιρετικές ελληνοτουρκικές σχέσεις στο Αιγαίο και την Κύπρο που υποτίθεται μόνο ο «ειρηνιστής» και «αντικεμαλικός-αντιεθνικιστής Ερντογάν» μπορεί να   εξασφαλίσει σήμερα.

Στην διαμελισμένη Κύπρο βρίσκεται το δεύτερο και το τρίτο πλήκτρο που πάτησαν οι σχεδιαστές του Κρεμλίνου. Εδώ η υπερδύναμη μετά την άνοδο του πολιτικού της πρακτορείου που λέγεται ΑΚΕΛ στην εξουσία παίζει ότι μουσική θέλει. Ήδη στο Βορρά ο Ερντογάν με όπλο του το θνησιγενές σχέδιο Ανάν είχε καθαρίσει τον πανίσχυρο ως τότε τούρκο εθνικιστή Ντενκτάς και είχε φέρει στην εξουσία τον επίσης ρώσο πράκτορα συμφοιτητή του Χριστόφια στη Μόσχα, Μεχμέτ Αλί Ταλάτ που είναι αρχηγός του Ρεπουμπλικανικού Τουρκικού Κόμματος το οποίο ήταν ανέκαθεν το τουρκοκυπριακό ΑΚΕΛ. Έτσι για πρώτη φορά βρέθηκαν και στις δυο πλευρές της Κύπρου δύο ενεργούμενα της Μόσχας που σαν τέτοια είναι «αντιεθνικιστές», ενώ σαν υπάλληλοι μιας διπλωματίας που η αρχή της είναι να παίζει με όλες τις πλευρές και να καθησυχάζει όλα τα μελλοντικά θύματά της είναι «ειρηνόφιλοι». Να λοιπόν πως πάνω στην κρίσιμη στιγμή άρχισαν οι δύο τους μια σειρά από απ’ ευθείας επίσημες συναντήσεις, δηλαδή χωρίς την μεσολάβηση του ΟΗΕ. Αυτές η Μόσχα τις απαγόρευε για 45 ολόκληρα χρόνια μέσω των πρακτόρων της που ήταν ντυμένοι εθνικιστές στην Ελλάδα και στην Κύπρο και βέβαια με την αφιλόκερδη βοήθεια των πραγματικών εθνικιστών. Οι συζητήσεις αυτές ξεκίνησαν στα τέλη του Μάη, εκεί που άρχισαν τα δύσκολα για τον Ερντογάν με το συνταγματικό δικαστήριο, και στα γρήγορα οι δυο υπάλληλοι του Κρεμλίνου στήσανε  6 ομάδες εργασίας και 7 τεχνικές επιτροπές διαπραγμάτευσης μπροστά σε μια Αγγλία και μια Αμερική που τους παρακολουθούσε καταγοητευμένη που επιτέλους φαγώθηκαν οι εθνικιστές και υποτίθεται ότι υπάρχουν για πρώτη φορά προϋποθέσεις για μια λύση του Κυπριακού. Αυτή η παράσταση ειρήνης δεν θα μπορούσε ποτέ να δοθεί αν δεν δέσποζε σε αυτήν ο τούρκος πρωθυπουργός  ο «ευρωπαίος» και επίσης «αντιεθνικιστής» Ερντογάν που ανέλαβε με αρκετή περίσκεψη, ώστε να μη θυμώσει τους στρατηγούς στην Άγκυρα αλλά και αρκετά επιδεικτικά ώστε να τον βλέπουν οι δυτικοί, να στηρίζει καθαρά τις απευθείας συναντήσεις για μια υποτιθέμενη λύση Χριστόφια-Ταλάτ. Μέσα στην τύφλα τους οι δυτικοί θα είδαν με χαρά  ότι και ο ιστορικά πιο τουρκοφαγικός παράγοντας της Κύπρου, η εκκλησία της με επικεφαλής τον Χρυσόστομο (που δεν δίστασε στην τελευταία σύγκρουση της Μόσχας με το Φανάρι να πάρει το μέρος της πρώτης), υποστηρίζει τις απευθείας συναντήσεις. Και καθόλου δεν θα τους ανησύχησε που μετά την επιστροφή του από τη Μόσχα δήλωσε:  «Η κυβέρνηση, η Εκκλησία και ο λαός της Ρωσίας στηρίζουν τον αγώνα της Κύπρου για ελευθερία, επανένωση του νησιού και ειρηνική συμβίωση με τους Τουρκοκύπριους» (22 Ιούλη). Ούτε θα τους ανησύχησε η δήλωση του Χριστόφια ότι «η ιδιοκτησία των διαπραγματεύσεων (για τη Λύση του Κυπριακού) ανήκει στους ίδιους τους Κυπρίους και ότι τα Ηνωμένα Έθνη θα διαδραματίσουν βοηθητικό ρόλο», δηλαδή ότι από δω και μπρος στο κυπριακό το πάνω χέρι θα το έχει η Ρωσία με τους δύο πράκτορές της και όχι η Δύση.

Με το πάτημα αυτών των δύο πλήκτρων οι δυτικοί μονοπωλιστές της ΕΕ και των ΗΠΑ έζησαν ξαφνικά την αυταπάτη μιας μεσανατολικής και βαλκανικής ειρήνης που με αγωνία την βλέπουν να απομακρύνεται τα τελευταία χρόνια και να τους βυθίζει στη ενεργειακή και χρηματιστική κρίση. Μπορεί λοιπόν κανείς να υποθέσει πόσο έντονα θα πίεσαν αυτόν τον καιρό τους τούρκους στρατηγούς και γενικότερα τους υπερασπιστές του κοσμικού κράτους για να διατηρήσουν στη θέση του τον διεθνή «ειρηνοποιό» πρωθυπουργό της χώρας. Μπορεί ακόμα κανείς να υποθέσει πόσο οι τελευταίοι αυτοί θα αισθάνθηκαν έντονη αυτήν την πίεση και την απειλή της απομόνωσης όταν μαζί με την Δύση τους πιέζει και η Ανατολή, όταν η τουρκική οικονομία έχει μπει σε φάση ύφεσης και όταν τα δικά τους υπερδεξιά ρεύματα ετοιμάζουν ήδη εντελώς ανώμαλες και φασιστικές εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις (υπόθεση Εργκενεκόν). Να γιατί έγιναν οριακοί οι συσχετισμοί μέσα στο κεμαλικό συνταγματικό δικαστήριο και να γιατί η σφαγή της Κωνσταντινούπολης ήρθε να δώσει την κρίσιμη ώθηση και τη νίκη στους ισλαμοφασίστες.