ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ «ΠΑΙΔΕΙΑ ΓΙΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ»

Η ΟΛΜΕ ΣΕ ΔΥΣΚΟΛΗ ΘΕΣΗ ΜΠΡΟΣΤA ΣΤΟΝ ΚΑΘΡΕΦΤΗ ΣΠΑΕΙ ΤΟΝ ΚΑΘΡΕΦΤΗ

Ο διαγωνισμός PISA (Programm for International Student Assessment) του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη είναι η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών συστημάτων ενός συνόλου χωρών που ελέγχουν τα 9/10 της παγκόσμιας οικονομίας. Ο διαγωνισμός αξιολογεί το τελικό αποτέλεσμα της εκπαίδευσης των 15χρονων μαθητών, εξετάζοντας την ικανότητά τους να λύνουν σύνθετα προβλήματα της καθημερινής ζωής, να μπορούν να επικοινωνούν με ακρίβεια, να καταλαβαίνουν τα πράγματα που τους περιβάλλουν και να κατανοούν τα φυσικά φαινόμενα. Η εξέταση στη γλώσσα στα μαθηματικά και στη φυσική δεν είναι μια σχολική εξέταση σε συγκεκριμένη ύλη. Ο μαθητής δεν χρειάζεται να χρησιμοποιήσει κανένα νόμο της φυσικής στη μαθηματική του μορφή, ή κάποιο νόμο των μαθηματικών για να απαντήσει στις ερωτήσεις που αναπαριστούν καταστάσεις της καθημερινής ζωής. Πρόκειται για ένα διαγωνισμό που διερευνά εκτιμά και συγκρίνει ανάμεσα στις διάφορες χώρες το χέρσο και το καλλιεργημένο πρακτικό επιστημονικό πνεύμα, την αγραμματοσύνη και την εγγραμματοσύνη με την πλατιά έννοια, στη μαθητική νεολαία της κάθε χώρας.
Στη χώρα μας διαγωνίζονται περίπου 5000 μαθητές και κατατάσσονται σχεδόν στο τέλος ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ που είναι και οι περισσότερο ανεπτυγμένες. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα επομένως σύμφωνα και με τα ελάχιστα κριτήρια του ΟΟΣΑ περί αγραμματοσύνης με την πλατιά έννοια παράγει το μεγαλύτερο ποσοστό μαθητών με μια βασική αδυναμία: Η εκπαίδευσή τους δεν έχει παρά ελάχιστη σχέση με την πραγματικότητα και τη ζωή, είναι κούφια. Πρόκειται για αυτό που όλοι γνωρίζουν αλλά που αποδεικνύει και ο διαγωνισμός Pisa. To σχολείο της παπαγαλίας, της λογοκοπίας, του εθνικισμού και της παπαδοκρατίας, των ιερών και των οσίων της φυλής, βρίσκεται στον πάτο της κατάταξης ανάμεσα στις ανεπτυγμένες χώρες.

Η ΦΑΙΟΚΟΚΚΙΝΗ ΟΛΜΕ ΚΑΙ Η ΨΕΥΤΟΑΡΙΣΤΕΡΑ ΞΕΣΚΕΠΑΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ PISA

Για την ΟΛΜΕ και τα δύο κόμματα της ψευτοαριστεράς, που είναι και τα κύρια στηρίγματα αυτού του σχολείου, ο διαγωνισμός είναι στημένος από το διεθνές κεφάλαιο για να προσανατολίζει τάχα την παγκόσμια εκπαίδευση στην υπηρεσία των συμφερόντων του. Η ΟΛΜΕ και ο σοσιαλφασισμός καταγγέλλουν την «διεθνή συνομωσία», δηλαδή την διεθνή αυτή αξιολόγηση, γιατί η εξουσία τους στην εκπαίδευση κλονίζεται με κάθε αξιολόγηση, γιατί εκτίθενται, αφού το σχολείο που ελέγχουν και στηρίζουν είναι το χειρότερο σχολείο. Αν αναγνωρίσουν αυτήν την αξιολόγηση θα πρέπει αυτό το σχολείο να αλλάξει και να κάνει ένα βήμα προς την πραγματικότητα και τη ζωή. Μα ένα βήμα αυτού του σχολείου προς την ζωή είναι χίλια βήματα μακριά από την ΟΛΜΕ και τις παρατάξεις της.
Τα δύο σοσιαλφασιστικά κόμματα με εργαλείο τους την ΟΛΜΕ, σέρνουν εύκολα μαζί τους και τους εθνικιστές υποστηρίζοντας τις φαντασιώσεις τους ως γνήσιων κληρονόμων του αρχαιοελληνικού πνεύματος και της πνευματικής ανωτερότητας των προγόνων τους. Τους λένε ότι δεν απέτυχε το σχολείο της ΟΛΜΕ, αλλά ότι ο διαγωνισμός αποτυγχάνει να αναγνωρίσει τη θέση που δικαιούνται στο σύγχρονο κόσμο οι απόγονοι των αρχαίων ελλήνων. Διαδίδουν αυτοί οι απατεώνες ότι η αξιολογική αυτή συνωμοσία κατά του έθνους μας γίνεται με το ότι ο ΟΟΣΑ κρύβει τα θέματα σε κάποιες χώρες ενώ σε κάποιες άλλες τα διδάσκουν στα σχολεία για να πάρουν αυτές μια καλή θέση στην τελική κατάταξη και στη συνέχεια να εκμεταλλευτούν οι κυβερνήσεις τους πολιτικά το γεγονός. Λένε επίσης ότι τα θέματα δεν προσιδιάζουν στην κουλτούρα του εκπαιδευτικού μας συστήματος αλλά στοχεύουν να διερευνήσουν τις εργασιακές δεξιότητες των μαθητών και επομένως δεν αναδεικνύουν την ιδιαίτερη φυσική πνευματική υπεροχή των μαθητών μας, αλλά το πόσο καλοί μισθωτοί δούλοι θα μπορούν να γίνουν κλπ. Τα δύο κόμματα της ψευτοαριστεράς όμως δουλεύουν πολύ βαθύτερα, και στο τέλος ενάντια και στους εθνικιστές, που τους ξεπουλούν μέχρι την συγκρότηση του επόμενου κοινού αντιδυτικού και «αντικαπιταλιστικού» μετώπου. Ο εθνικιστής ζει με τις φαντασιώσεις του και τον ενδιαφέρει μόνο η χώρα του, ο σοσιαλφασισμός όμως δεν ενδιαφέρεται για τη χώρα του. Αντίθετα καταστρέφει συστηματικά την παραγωγή και τους ανθρώπους, την εκπαίδευση και τη σύγχρονη γνώση ως την μεγαλύτερη παραγωγική δύναμη, για να παραδώσει τη χώρα αυτή ανήμπορη και κομπλεξική στη Ρωσία του Πούτιν, στο νεοναζιστικό άξονά της με την Κίνα και το Ιράν, δηλαδή να την μετατρέψει σε κρέας για τα κανόνια αυτού του άξονα.
Διαμαρτύρεται λοιπόν η ΟΛΜΕ γιατί ο διαγωνισμός «….είναι προσανατολισμένος περισσότερο προς την πράξη και την εφαρμογή παρά προς τη θεωρία..». Και συνεχίζει. «Αυτή η τεχνοκρατική προσέγγιση στοχεύει έμμεσα στην προσαρμογή των παρεχόμενων από το σχολείο γνώσεων σε μια κοινή κατεύθυνση, που υπαγορεύεται κατά βάση από τις απαιτήσεις της αγοράς. Η προσαρμογή των γνώσεων που παρέχει το σχολείο στις κλίσεις και στις δεξιότητες των παιδιών και η ανάπτυξη της ικανότητας εφαρμογής των γνώσεων αυτών στην καθημερινή τους ζωή αποτελούν μόνο ένα από τους σκοπούς της εκπαίδευσης που επιδιώκει το σχολείο».
Η ΟΛΜΕ κατηγορεί τον ΟΟΣΑ ότι προωθεί με τον διαγωνισμό την έμμεση προσαρμογή των παρεχόμενων από το σχολείο γνώσεων σε μια κοινή κατεύθυνση, που υπαγορεύεται κατά βάση από τις απαιτήσεις της αγοράς!!! Σε ότι αφορά την εξέταση ακόμα και στη γλώσσα, που εκεί χωρούν άνετα ερωτήσεις ιδεολογικού περιεχομένου, οι ερωτήσεις δεν έχουν κανένα τέτοιο περιεχόμενο, στοχεύουν να αναδείξουν και μόνο την ικανότητα του μαθητή να κατανοεί με ακρίβεια ένα κείμενο και να επικοινωνεί.
Σε ότι τώρα αφορά λοιπόν την αγορά που πίσω της βρίσκεται η παραγωγή, ο διαγωνισμός αυτός του ΟΟΣΑ, που είναι ένας οργανισμός αστικών χωρών, διερευνά μέχρι σήμερα, όπως είπαμε, μόνο την αγραμματοσύνη και την εγγραμματοσύνη και δεν ασχολείται καθόλου με την συμβατότητα των συγκεκριμένων δεξιοτήτων και γνώσεων των μαθητών με την παραγωγή ούτε και ο διαγωνισμός αυτός είναι σχεδιασμένος σαν ιδεολογικοπολιτικό εργαλείο προπαγάνδας στους μαθητές. Οποιαδήποτε παραγωγική άρχουσα τάξη ενδιαφέρεται προφανώς για το τελικό αποτέλεσμα του εκπαιδευτικού της συστήματος που εξετάζει ο διαγωνισμός, γιατί ο αστικός δημοκρατισμός είναι πολύ μακριά από τη ξενόδουλη ανατολικού τύπου κοινωνική αντίδραση της ψευτοαριστεράς και της ΟΛΜΕ.
Βλέπουμε στο παραπάνω απόσπασμα ότι η πρακτική εφαρμογή των γνώσεων που παίρνει ο μαθητής στο σχολείο είναι κατά την ΟΛΜΕ δευτερεύουσας σημασίας, είναι μια τεχνοκρατική αντίληψη! Μέσα από αυτή τη δευτερεύουσα πλευρά φαίνεται ότι παρεισφρύει στο αποκαθαρμένο σχολείο της ΟΛΜΕ, στο σχολείο της «καθαρής παιδείας», της «καθαρής θεωρητικής σκέψης», το μίασμα της σύγχρονης επιστήμης, της πράξης, της σύγχρονης τεχνολογίας και της ζωής, πίσω από το διεθνές κεφάλαιο, για να διαφθείρει αυτό το σχολείο. Διαβάζουμε και άλλες διαμαρτυρίες για την επιστήμη και την πράξη από το σκοταδιστικό κείμενό της ΟΛΜΕ που δεν είναι παρά αντιγραφή των θέσεων των δύο κομμάτων της ψευτοαριστεράς. Ειδικότερα κατηγορούν το PISA 2006 ότι εστιάζει κυρίως στην κατανόηση των επιστημονικών εννοιών και την εφαρμογή τους σε πραγματικές καταστάσεις. Και αυτό αποτελεί κουσούρι για την ΟΛΜΕ και τις παρατάξεις της. Σύμφωνα με αυτούς αφού ο καπιταλισμός θέλει να προσαρμόζει τελικά την εκπαίδευση στις πρακτικές ανάγκες της ζωής για να εκμεταλλεύεται τους ανθρώπους δεν χρειάζεται ούτε πράξη ούτε επιστήμη ούτε καμιά σύνδεση με τη ζωή! Η απάντηση στον ΟΟΣΑ που δίνει η ΟΛΜΕ στο κείμενό της είναι: η αύξηση στους μισθούς των καθηγητών, δηλαδή αυτών των καθηγητών που οι μαθητές τους έρχονται πάτος στο διαγωνισμό, επίσης η «υποστήριξη» των μαθητών για να μειωθεί η «μαθητική διαρροή» (τι έκφραση!) και προπάντων καμιά αξιολόγηση, και πλήρης ασυλία και ασυδοσία σ’ αυτούς τους δάσκαλους που υποστηρίζουν ξεκάθαρα ότι πρότυπο μαθητή είναι ο ανίκανος να συνδεθεί με την πραγματική ζωή και την παραγωγή γιατί έτσι κανένα κεφάλαιο δεν θα μπορεί να τον εκμεταλλευτεί. Αυτός είναι ο παπαγάλος που μπορεί να ζήσει μόνο σαν παρασιτικός γραφειοκράτης. Το κεφάλαιο δηλαδή σύμφωνα με την ΟΛΜΕ πρέπει να ζημιωθεί και να καταστραφεί, όχι μόνο με το συνειδητό και συστηματικό σαμποτάρισμα της παραγωγής, αλλά ακόμα και με την καταστροφή των ανθρώπων. Οι εκπαιδευτικές αρχές της φαιοκόκκινης ΟΛΜΕ που είναι και οι αρχές του εκπαιδευτικού συστήματος είναι ότι ο μαθητής πρέπει να διδάσκεται να απεχθάνεται την ανάπτυξη και την πρόοδο, τα σύγχρονα επιστημονικά και τεχνολογικά ρεύματα, και τελικά τη βιομηχανία και την παραγωγή. Ακόμα να διδάσκεται να οχυρώνεται πίσω από τον σοβινιστικό αντιιμπεριαλισμό και τον μικροαστικό αντικαπιταλισμό, για να προστατευθεί από τα προοδευτικά παραγωγικά και πολιτιστικά κύματα που ακόμα και κάτω από την καθοδήγηση της αστικής τάξης σπάνε τα κρατικά σύνορα και φέρνουν από στρατηγική άποψη πιο κοντά τους λαούς και τις κοινωνικές επαναστάσεις.

Η ΟΛΜΕ ΚΑΙ Η ΨΕΥΤΟΑΡΙΣΤΕΡΑ ΣΑΜΠΟΤΑΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΑΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ

Ποιες είναι οι ομοιότητες και οι διαφορές ανάμεσα στην ΟΛΜΕ και σε κάποιους εγγλέζους φάρμερ του προπερασμένου αιώνα που για να προσλάβουν ένα εργάτη τον ανάγκαζαν να υπογράφει συμφωνητικό ότι δεν θα έστελνε τα παιδιά του στο σχολείο; Ο φάρμερ, ως ο γενικός εκπρόσωπος της πιο καθυστερημένης μορφής κεφαλαίου, ήθελε και το παιδί του εργάτη να γίνει χειρώνακτας εργάτης γιατί σαν καθυστερημένος παραγωγός δεν ήθελε να αλλάξει την τεχνική σύνθεση του κεφαλαίου του. Η ΟΛΜΕ σαν εργαλείο των δύο κομμάτων της ψευτοαριστεράς και του πεντακομματικού συντονιστικού διάλυσης της εκπαίδευσης, επίσης σαμποτάρει την προσαρμογή του εκπαιδευτικού συστήματος στις ανάγκες της παραγωγής και της σύγχρονης ζωής, καταστρέφει τη νεολαία, την θέλει αγράμματη, σαμποτάρει δηλαδή όπως ο παλιός φάρμερ την αύξηση της αξίας της εργατικής δύναμης και την μόρφωση. Οι εξηγήσεις που έδινε ο φάρμερ και δίνει η ΟΛΜΕ είναι διαφορετικές αυτό που κάνουν όμως και οι δυο, γιατί έχουν κοινό συμφέρον, είναι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη μείωση της αξίας της εργατικής δύναμης, με την αποσύνθεση της συγκρότησης των πρακτικών γνώσεων και δεξιοτήτων στη βάση μιας ψυχοσωματικής συγκρότησης δούλου που προωθούν. Και μείωση της αξίας της εργατικής δύναμης στην ιστορία προωθούν μόνο εκείνα τα αφεντικά που ανήκουν στο πιο καθυστερημένο κομμάτι της άρχουσας τάξης: αυτό που διαθέτει την χειρότερη τεχνική σύνθεση του κεφαλαίου, αυτό που κινείται με την χειρωνακτική εργασία με δούλους και κολίγους χωρίς μηχανήματα ή με τα λιγότερο παραγωγικά μέσα την ίδια στιγμή που το παραγωγικό κεφάλαιο ποντάρει στην καινοτομία, τη νέα τεχνική και την αύξηση της αξίας της εργατικής δύναμης με την αυξημένη συγκρότηση των δυνατοτήτων της. Αυτή η κίνηση του κεφαλαίου με σκοπό την αύξηση των κερδών του φέρνει ασυνείδητα και την πρόοδο σε ότι αφορά την αύξηση του κοινωνικού χαρακτήρα της παραγωγής και το ανέβασμα του πολιτιστικού επιπέδου. Οι οικονομικές ακόμα και οι τεχνικές-πολιτιστικές βάσεις του καπιταλισμού είναι που κληρονομούνται από την κοινωνία των απελευθερωμένων παραγωγών και πάνω σ’ αυτές εκείνοι θα χτίσουν. Η ΟΛΜΕ όμως δεν είναι καν ο παλιός Εγγλέζος τσιφλικάς. Είναι χειρότερη. Γιατί υπηρετεί δουλικά τα πολιτικά συμφέροντα του ανατολικού τύπου κεφαλαίου που τα κέρδη του τα εισπράττει όχι από παραγωγικές δραστηριότητες, αλλά από τις βουτιές στα δημόσια ταμεία από τις κρατικές προμήθειες, από την εκμετάλλευση του κράτους των δήμων και των νομαρχιών, και τέλος από την μίζα.

Η ΟΛΜΕ υπηρετεί τη στρατηγική πρόσδεσης της χώρας στο άρμα της Ρωσίας του Πούτιν μια πολιτική που καταστρέφει καθημερινά ανθρώπους και μηχανήματα επενδύσεις και βιομηχανίες για να βοηθήσει τα δύο σοσιαλφασιστικά κόμματα να παραδώσουν τη χώρα χεροπόδαρα δεμένη στον ρώσικο ναζισμό. Γιατί όλα αυτά δεν είναι λάθη παραλήψεις και αβλεψίες της «αριστεράς». Την παρακάτω θέση της ιδρυτικής διακήρυξης της Κίνησής μας την επιβεβαιώνουν τα αποτελέσματα του διαγωνισμού Pisa.
«Η διάλυση της εκπαίδευσης οφείλεται σ’ αυτό το παρατεταμένο μορφωτικό σαμποτάζ, που είναι συμπλήρωμα του ευρύτερου παραγωγικού σαμποτάζ των δύο-τριών τελευταίων δεκαετιών. Η απομόνωση της εκπαίδευσης από την παραγωγή και την κοινωνία, από την πράξη και τον πειραματισμό, από τη σύγχρονη επιστήμη και την τεχνολογία, έχει ως αποτέλεσμα την υπονόμευση του επιστημονικού πνεύματος των μαζών, τη μείωση των σύγχρονων γνώσεων και δεξιοτήτων του λαού και των μαθητών, επομένως, και τη σχετική μείωση της αξίας της εργατικής δύναμης. Το εκπαιδευτικό σαμποτάζ φέρνει σε αναντιστοιχία την εργασία με τις σύγχρονες παραγωγικές δυνάμεις, παρεμβάλλει δυσκολίες στην ένωση της εργασίας με τα μέσα της παραγωγής και τελικά σαμποτάρει την παραγωγή και όλους γενικά τους υλικούς και πνευματικούς όρους της κοινωνικής ζωής.»

Αθήνα 6/2/2009