Με την ευκαιρία της επετείου της 25 Μαρτίου δημοσιεύουμε παρακάτω ένα κείμενο πολύ σημαντικό για την διαμόρφωση της πολιτικής σκέψης της ΟΑΚΚΕ. Είναι μέρος μιας σειράς κειμένων μιας θεωρητικής διαπάλης σχετικής με τον πολιτικοκοινωνικό χαρακτήρα του 1821 που δόθηκε στα 1995 από δύο βασικά συντρόφους της συντακτικής της Νέας Ανατολής, τον Ηλία Ζαφειρόπουλο και τον Παντελή Σοφτζόγλου με τον ιστορικό Λύσανδρο Παπανικολάου. Αυτά τα κείμενα μπορεί να τα βρει κανείς στο ιστολόγιο της Νέας Ανατολής. Αργότερα υπήρξε μια ακόμα ανταπάντηση από τον Λ. Παπανικολάου που μαζί με όλα τα προηγούμενα κείμενα είναι δημοσιευμένη σε έναν βιβλίο που έκδοσε ο τελευταίος.

Στο παρακάτω κείμενο γίνεται ένα προχώρημα της ελληνικής μαρξιστικής ανάλυσης για το 21 καθώς προβάλλεται η θέση ότι ο συνολικός ιστορικός του απολογισμός και από εξωτερική διεθνή σκοπιά και από εσωτερική δεν πρέπει να θεωρείται θετικός. Για τον ουσιαστικά αρνητικο διεθνή του χαρακτήρα, δηλαδή για τον ρόλο του υπέρ του τσαρισμού στην Ευρώπη είχαν μιλήσει οι Μαρξ και Έγκελς στο Ανατολικό ζήτημα. Αλλά αυτή η θέση δεν είχε γίνει μπούσουλας όχι μόνο για την αστική αλλά ούτε για την μαρξιστική ελληνική ιστοριογραφία σε ότι αφορούσε την εκτίμηση του ρόλου του 21 στην εσωτερική πολιτικοκοινωνική εξέλιξη της νεας Ελλάδας. Η μαρξιστική ιστοριογραφία είχε πάει ως την άκρη της την πιο προοδευτική αστική κριτική που κατηγορούσε σαν πιο δεξιά τάση των ηγετικών πολιτικοκοινωνικών δυνάμεων του 21 την φιλορώσικη αντίθετα από ότι έκανε η πολιτική αντίδραση. Όμως και η αριστερή κριτική δεν αμφισβητούσε τον ιστορικά θετικό χαρακτήρα του 21 για την νεοελληνική εξέλιξη συνολικά. Η ΟΑΚΚΕ με το παρακάτω κείμενο και στη βάση της απόφασης του 1ου συνεδρίου της στα 1991 τόλμησε και πέρασε και σε αυτήν την κριτική.

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ήταν ιστορικά αναγκαία μια εθνικοαπελευθερωτική αντιοθωμανική επανάσταση στην Ελλάδα αλλά ότι αυτή που επιχειρήθηκε το 21 επιχειρήθηκε πολύ πρόωρα καθώς ακόμα δεν είχε δημιουργηθεί μια ελληνική αστική τάξη στοιχειωδώς ισχυρή και αυτόβουλη που να μπορεί να πάρει η ίδια ιστορικές πρωτοβουλίες και να ηγηθεί ενός εθνικού απελευθερωτικού αγώνα. Έτσι την ιδεολογικοπολιτική καθόδηγηση και οργάνωση του αντιοθωμανικού αγώνα της του 1821 που τελικά δεν μπορούσε να είναι εθνικοαπελευθερωτικός αλλά φεουδαρχικός άλλου τύπου, την ανέλαβε ο τσαρισμός. Αυτός σηκώνοντας ακόμα και αστοδημοκρατικά σύμβολα και ιδέες για να εξαπατήσει την δυτική Ευρώπη΄στρατολόγησε για τα δικά του αντιτουρκικά του σχέδια τις κυρίαρχες φεουδαρχικές, προκαπιταλιστικές ή και τις πιο περιθωριακές αντιδραστικές τάξεις της ελληνικής κοινωνίας που έδωσαν στη σύγκρουση αυτή έναν άγριο και τελικά καταστροφικό για την σε σπάργανα αστική τάξη θρησκευτικοφυλετικό χαραχτήρα.

Σε αυτή τη διαπίστωση βρίσκεται όλο το κλειδί της ερμηνείας της νεοελληνικής κοινωνικής και κρατικής εξέλιξης. Ιδιαίτερα αυτό που μας ταλαιπωρεί τώρα πολιτικοκοινωνικά είναι μια συγγενική αρνητική επανάληψη του 21 με τους ίδιους πρωταγωνιστές σε άλλη φάση της ιστορικής τους εξέλιξης. Στη θέση της φεουδαρχικής Τουρκίας βρίσκεται σαν κύριος εχθρός του έθνους η καπιταλιστική Δύση, στη θέση της φεουδαρχικής Ελλάδας η καπιταλιστική Ελλάδα, στη θέση της τσαρικής ρώσικης αυτοκρατορίας η ρώσικη νεοναζιστική υπερδύναμη. Αυτή η τελευταία επιχειρεί να σύρει την Ελλάδα σε έναν νεοαποικιακό αντιευρωπαϊκό πόλεμο σηκώνοντας μια εθνικοκοινωνικά απελευθερωτική αντικαπιταλιστική σημαία όπως τότε σήκωνε την αντιφεουδαρχική θρησκευτικόκοινωνικά απελευθερωτική σημαία. Τους εχθρούς της αστούς τους λέει προσκυνημένους στη Δύση, όπως τότε έλεγε προσκυνημένους στην Τουρκία τους νοικοκυραίους, ήρωές της είναι τώρα οι λούμπεν πλιατσικολόγοι του τραπεζικού κεφάλαιου και του δημόσιου όπως τότε ήταν οι κλέφτες των νοικοκυραίων αλλά και του φτωχού δημοσίου και των όποιων πλούσιων αγγλικών δανείων.

Η διαφορά είναι ότι τότε η Ρώσικη φεουδαρχία είχε απέναντί της σαν αντίπαλο μόνο την ελληνική, δηλαδή μια πολύ πιο καθυστερημένη από τη δικιά της φεουδαρχία. Μα και τώρα θα πεί κανείς έχει σαν αντίπαλο μόνο τον πολύ πιο καθυστερημένο από τον δικό της ελληνικό καπιταλισμό. Επιφανειακά ναι, αλλά ποιοτικά και βαθιά όχι. Τώρα οι νέοι τσάροι και τα καποδιστριακά και τα κολοκοτρωνέικα τσιράκια τους έχουν μπροστά τους έστω και αριθμητικά ελάχιστο ένα προοωθημένο απόσπασμα του μεγαλύτερου μελλοντικού εχθρού της, του μαοικού προλεταριάτου. Αυτό είναι σε θέση να αποκαλύπτει όλες τις επιστημονικές μεταμφιέσεις του νέου σοσιαλ-τσαρισμού, δηλαδή του τσαρισμού που έχει μάθει να νικάει και κομμουνιστικές επαναστάσεις από τα μέσα, δηλαδή να μεταμφιέζεται σε σοσιαλισμό και κομμουνισμό. Το ότι η ΟΑΚΚΕ αποκάλυψε έστω και σε σκαρίφημα προς το παρόν την τσαρική λογική στο 21 δεν είναι μια απλή σύμπτωση. Πρόκειται για το ότι ο μαοισμός είναι η αντιπαλινορθωτική θεωρία του προλεταριάτου και αυτό το προλεταριάτο ιδιαίτερα όταν βρίσκεται στην Ελλάδα μπορεί να ξαναδιαβάσει σωστά το ανατολικό ζήτημα που επέστρεψε εδώ και 50 χρόνια στην κοιτίδα του.

Αν ο σπουδαίος Μιαούλης χωρίς καμιά διεθνή και θεωρητική γνωση έκανε την πελώρια κίνηση να κάψει στον Πόρο τον ελληνικό στόλο για να μην πέσει στα χέρια του ρώσου ναύραχου Ρίκορντ μπορεί κανείς να φανταστεί σε πόσο πιο ευνοϊκή θέση θα είναι πολιτικά για να αντισταθεί ένα ελληνικό προλεταριάτο που μελετάει κάτω από το μαρξιστικό πρίσμα το νέο ανατολικό ζήτημα.

ΝΕΑ ΑΝΑΤΟΛΗ αρ.φ. 233, 9 Ιούνη 1995

ΤΟ ΑΝΤΙΔΡΑΣΤΙΚΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ ’21 - ΤΑ ΤΡΙΑ ΜΕΓΑΛΑ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ

Αν το ’21 είναι ιστορικά εκτεθειμένο μια φορά για τους εξωτερικούς του δεσμούς με την κύρια αντιδραστική δύναμη της εποχής, (την τσαρική Ρωσία) είναι πολύ περισσότερο από την εσωτερική του εξέλιξη.

Ο Λ. Παπανικολάου (από δω και κάτω θα αναφέρεται ως Λ.Π) παραδέχεται μόνο μετά από την άσκηση της δικής μας κριτικής πως το ’21 ξεκίνησε σα μια “ληστανταρσία”. ΄Ετσι έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τα 4 άρθρα του, στα οποία φανερά χαρακτηρίζει τη “ληστανταρσία” “επανάσταση”: <<Οι Αυστριακοί όμως τον φυλάκισαν (σσ.: εννοεί τον Αλ. Υψηλάντη), με τη συγκατάθεση πιθανότατα του τσάρου, που ήθελε να τον εμποδίσει να κατέβει στην επαναστατημένη Ελλάδα. Γατί στην άλλη άκρη της βαλκανικής χερσονήσου έβραζε κιόλας η ελληνική επανάσταση>> (άρθρο 2ο, σελ. 4).

Αλλά και η λέξη “ληστανταρσία” είναι ωραιοποιητική.

Το ’21 ξεκίνησε σα μια θρησκευτική γενοκτονία, πράξη που σφραγίζει ολόκληρο το χαρακτήρα του και αποτελεί μια απίστευτη οπισθοδρόμηση όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για τον ευρωπαϊκό κόσμο του 19ου αιώνα.

Μέσα σε ελάχιστους μήνες, κάτω από την προτροπή των Φιλικών και της Ρωσίας που δούλεψαν χρόνια τις συνειδήσεις σ’ αυτή την κατεύθυνση σε όλη την Ελλάδα, σφάχτηκαν οι μισοί Τούρκοι της Ελλάδας και έγιναν σκλάβοι των “επαναστατών” ή πουλήθηκαν σαν σκλάβοι ή μπόρεσαν να διαφύγουν οι υπόλοιποι. Ας σημειώσουμε εδώ ότι οι τούρκοι κάτοικοι της “επαναστατημένης” Ελλάδας αποτελούσαν τότε το 10% του συνολικού πληθυσμού! ΄Αντρες, γυναίκες και παιδιά, οπλισμένοι και άοπλοι, πλούσιοι αγάδες ή εξαθλιωμένοι αγρότες, όποτε ήταν μπορετό σφάχτηκαν σαν τα τραγιά. Μόνο στην Τριπολιτσά ο Κάρατζιτς του ’21, ο Κολοκοτρώνης, περηφανεύεται που <<το ασκέρι το ελληνικό έκοβε και σκότωνε από Παρασκευή έως Κυριακή γυναίκες, παιδιά και άνδρες 32.000... ΄Ελληνες σκοτώθηκαν 100>>.

Ο Φίνλεϊ γράφει: <<Οι γυναίκες και τα παιδιά περνούσαν από βασανιστήρια πριν δολοφονηθούν. Την τρίτη ημέρα οι ΄Ελληνες συγκέντρωσαν δύο χιλιάδες περίπου άτομα, αδιακρίτως ηλικίας και φύλου, αλλά κυρίως γυναικόπαιδα, τους οδήγησαν στο πιο κοντινό βουνό και αφού τους έσφαξαν μέχρις ενός πέταξαν τα πτώματα σ’ ένα φαράγγι>>.
Μετά από τη σφαγή χιλιάδες πτώματα έμειναν άταφα. Αυτό έγινε και σε πολλές άλλες πόλεις, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει ένας λοιμός που απλώθηκε σε όλη την Ελλάδα και πριν τελειώσει το ’21 έστειλε στον άλλο κόσμο περισσότερους χριστιανούς από όσους σκότωσαν οι Τούρκοι σε ολόκληρη την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Σύσσωμη η ελληνική ιστοριογραφία δικαιολογεί την “πρωτοπόρα” αυτή πράξη εθνικής εκκαθάρισης στην Ευρώπη για το 19ο αιώνα (και που πληρώνουμε τώρα και στον εικοστό) με τα λόγια του Τρικούπη <<Λαός όστις αποτινάσσει πολυχρόνιον και βαρύν ζυγόν, κινείται πάντοτε θηριωδώς κατά των δεσποτών του>>.

Αυτό το ψέμα καταρρέει από δύο πλευρές. Από τη μια η μεγαλύτερη μάζα των σφαγμένων Τούρκων ήταν φτωχή αγροτιά που ζούσε ειρηνικά μέχρι το 1770, δηλαδή μέχρι τη ρώσικη ανάμειξη στα ελληνικά πράγματα, δίπλα στους ΄Ελληνες. Γιατί μέχρι εκείνη την ώρα για το λαό αυτής της χώρας, ΄Ελληνες και Τούρκους, οι κοινοί εχθροί ήταν οι πασάδες, οι κοτζαμπάσηδες και οι κλέφτες. Την έχθρα την έσπειρε η “Φιλική” κυρίως τα 3 τελευταία χρόνια πριν το 1821.

Επιπλέον, συχνά το μεσαίο και φτωχό τουρκικό στοιχείο καταπιεζόταν περισσότερο από την οθωμανική εξουσία στα τελευταία χρόνια της από ό,τι το ελληνικό, που ήταν πιο μορφωμένο, ενώ παράλληλα διέθετε πολιτική εκπροσώπηση στην κεντρική εξουσία μέσω των Φαναριωτών, του Πατριαρχείου και των προνομίων που έδινε στο εμπορικό του ανώτερο τμήμα η ρώσικη πολιτική κάλυψη.

΄Οταν οι κλασικοί του μαρξισμού και ο μόνος ουσιαστικά έλληνας διαφωτιστής της εποχής, ο Κοραής, διαπιστώνουν το ίδιο πράγμα, ότι δηλαδή το ’21 ήταν πρόωρο, εννοούν ότι δεν είχε ακόμα ωριμάσει στην Ελλάδα πολιτικοοικονομικά η ηγετική τάξη των ευρωπαϊκών δημοκρατικών επαναστάσεων, η αστική τάξη.

Μια τέτοια τάξη ασφαλώς θα συγκρουόταν μετά από μισό αιώνα με το Σουλτάνο και την τοπική οθωμανική εξουσία, αλλά δε θα έδινε ποτέ σ’ αυτή τη σύγκρουση θρησκευτικό γενοκτονικό χαρακτήρα, όπως δεν το έκαναν οι πολύ μεταγενέστερες βαλκανικές επαναστάσεις, παρ’ όλο που όλες ήταν χρόνια δηλητηριασμένες από το ίδιο τσαρικό φαρμάκι. Ποτέ μια δημοκρατική αστική τάξη δε θα ξεκινούσε την πολιτική της σταδιοδρομία παίρνοντας για δούλους γυναίκες και παιδιά, όπως έκαναν οι σφαγείς της Τριπολιτσάς και του Ναυαρίνου. Ούτε οι αρχηγοί της θα υπόσχονταν στα μελλοντικά θύματά τους ότι θα τους χάριζαν τη ζωή αν τους έδιναν τα κοσμήματά τους, ούτε θα οδηγούνταν σε “ταξική” σύγκρουση με τους στρατιώτες τους γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, επειδή δηλαδή ήθελαν αυτοί οι τελευταίοι να κάνουν το πλιάτσικό πάνω στους σφαγμένους και όχι οι αρχηγοί.

Η Ρωσία μπόρεσε εύκολα σα φεουδαρχία να πάρει την πολιτικοϊδεολογική ηγεμονία του ’21 ακριβώς επειδή η αστική τάξη, ο βαθύς της αντίπαλος, δεν είχε προβάλει ακόμα ισχυρός στο ελληνικό κοινωνικό και πολιτικό στερέωμα.

Η τραγωδία για την Ελλάδα βρίσκεται στο ότι το ’21 καθυστέρησε ακριβώς αυτή τη διαδικασία, γιατί τσάκισε στην εμβρυακή τους μορφή και, κυρίως, γιατί διέφθειρε τα πρώτα αποσπάσματα αυτής της επαναστατικής τάξης.

Είναι μάλιστα η υποτιθέμενη νίκη του ’21, δηλαδή αυτή η πλασματική ανεξαρτησία του νέου ελληνικού κράτους (του Καποδιστριακού και Οθωνικού), που έδωσε βάση και αιώνια φτερά στη διοικητική και στρατιωτική γραφειοκρατία, την αφοσιωμένη μόνιμα στο όνειρο της εδαφικής επέκτασης, που κυριάρχησε για πάντα από τότε πάνω στη βιομηχανική και εμπορική αστική τάξη της Ελλάδας.

Η θρησκευτική γενοκτονία του ’21 δε στέρησε μόνο τη χώρα ολότελα από μια εθνότητα, την τούρκικη, και από ένα μέρος μιας άλλης, τους μουσουλμάνους Αλβανούς, και, βέβαια, τους Εβραίους, ούτε μόνο έφερε θανατηφόρο λοιμό. Το χειρότερο σ’ αυτήν είναι ότι διέφθειρε βαθιά όλο το ελληνικό έθνος, ακόμα και το τούρκικο.

Κατ’ αρχήν έκανε ηγετική δύναμη του έθνους τις στρατιωτικές συμμορίες του Μοριά, δηλαδή την πρώην κλεφτουριά, που δεν ήταν τίποτα άλλο από κοινούς ζωοκλέφτες που ζούσαν σε βάρος των φτωχών χριστιανών χωρικών, ενώ σπάνια έκαναν την αποκοτιά να επιτεθούν σε κανέναν πλούσιο έλληνα προεστό ή, σπανιότερα, σε τούρκο Αγά.

Αυτές οι συμμορίες, που οι αρχηγοί τους στρατολογήθηκαν από τη “Φιλική” προφανώς σαν το καλύτερο υλικό για τα σχέδια του τσάρου, διέπρεψαν στη σφαγή και τη ληστεία των αμάχων Τούρκων, και στη βάση αυτή συγκρότησαν τους ιδιωτικούς στρατούς τους.

΄Ολοι αυτοί από το ’21 έως το ’27 ελάχιστα ταλαιπώρησαν τα τουρκικά και αιγυπτιακά στρατεύματα της οθωμανικής εξουσίας, αλλά αφάνταστα την ελληνική, ιδίως τη μωραΐτικη αγροτιά, που κυριολεκτικά τη λεηλάτησαν. Ενώ το ίδιο έκαναν, βουτώντας και από τα κρατικά ταμεία που τα γέμιζαν με δάνεια οι ανόητοι ΄Αγγλοι φιλελεύθεροι.

Αυτοί οι στρατοί-συμμορίες επέβαλαν το νόμο τους και κουρέλιασαν όλα τα συντάγματα και τις εθνοσυνελεύσεις και επέβαλαν σε όλες τις κυβερνήσεις τη γενική ρώσικη γραμμή, μόνες τους ή με τη βοήθεια του ρώσου ναυάρχου Ρίκορντ, όποτε χρειαζόταν. Αυτοί είναι που αργότερα αποτέλεσαν το εσωτερικό στρατιωτικό στήριγμα του Καποδίστρια. Ο Παπανικολάου, ξέροντας ότι δεν μπορεί και πολύ να υπερασπίσει ένα τέτοιο ’21, καταφεύγει στο επιχείρημα ότι εκείνο που ανύψωσε το ’21 από στάση σε επανάσταση δεν ήταν <<ο εξωτερικός αγώνας, αλλά ο εσωτερικός αγώνας, ο εμφύλιος πόλεμος με τις εγχώριες αντιδραστικές δυνάμεις, που ήταν κανονικά ρωσόφιλες>>.

Το ζήτημα βέβαια σε ό,τι μας αφορά δεν είναι αν το ’21 είναι στάση, αλλά αν έχουμε να κάνουμε με μια αντιδραστική στάση ή με μια προοδευτική στάση. Αν η στάση είναι αντιδραστική, τότε είναι και η “επανάσταση στην οποία η στάση υψώνεται”. Και, βέβαια, μια γενοκτονία που διεκπεραιώνουν ληστές δεν μπορεί να μετεξελιχθεί σε επανάσταση δίχως την εξόντωση των γενοκτόνων.

Η ατυχία για την Ελλάδα και το συγγραφέα μας είναι ότι κάθε δύναμη που αντιστάθηκε στους ρωσόδουλους δεν μπόρεσε ποτέ να ηγεμονεύσει πάνω τους στο πολιτικοϊδεολογικό επίπεδο, ώστε να αλλάξει τη φύση του προτσές του ’21, και έμεινε πάντα η θλιβερή και διεφθαρμένη ουρά του.

Αυτό είναι το δεύτερο μεγάλο έγκλημα αυτής της υποτιθέμενης επανάστασης.

Πρόκειται δηλαδή για το ότι η αστική τάξη που ήταν έτοιμη να ξεπεταχτεί στις πόλεις, και κυρίως στα ισχυρά νησιά ΄Υδρα, Σπέτσες, Ψαρά, και μια αστική τάξη εμπόρων και βιοτεχνών που ήταν έτοιμη να γεννηθεί και που σε λίγο θα σάρωνε όλη τη Μεσόγειο, μια τέτοια τάξη αναγκάστηκε με το ’21 να μείνει στο προκαπιταλιστικό επίπεδο της συντεχνίας, να σταματήσει κάθε παραγωγική δραστηριότητα και -το χειρότερο- να ριχτεί στην πειρατεία και να διαφθαρεί από τα ψεύτικα κοινοβούλια και την κρατική λεηλασία.

΄Εφτανε ένα έμπειρος πράκτορας της “Φιλικής” σαν τον Οικονόμου για να ξεσηκώσει τα άνεργα, για μια περίοδο, πληρώματα της ΄Υδρας ενάντια στα αφεντικά τους, τους αρβανίτες καραβοκυραίους, που δεν ήθελαν με τίποτα να μπουν στην εξέγερση, και στη συνέχεια όλους μαζί να τους ρίξει στην καταστροφική γι’ αυτούς περιπέτεια του ’21, από την οποία ειδικά αυτά τα νησιά ποτέ δε συνήλθαν.

Ασφαλώς οι ναυτικοί αυτοί ήταν ό,τι πιο προχωρημένο μέσα στο ελεεινό συνάφι της υποτιθέμενης επαναστατικής εξουσίας. Είναι ακόμα αλήθεια ότι μπροστά στα τάγματα των καπετάνιων ληστών-σφαγέων, ακόμα και η τοπική αριστοκρατία των κοτζαμπάσηδων, ιδιαίτερα στη Μάνη, καθώς και πολλοί καπετάνιοι της Ρούμελης και ο ενοριακός κλήρος, εκπροσωπούσαν την πρόοδο. Αλλά μόνο απέναντι σ’ αυτούς. Απέναντι στον ελληνικό λαό και απέναντι στην ιστορία δεν έστεκαν στο προοδευτικό στρατόπεδο. Απλά ήταν οι λιγότερο αντιδραστικοί. Το ότι όλοι αυτοί συγκρότησαν αργότερα το αγγλικό και το γαλλικό κόμμα, για να αξιοποιήσουν την αγγλική και τη γαλλική προστασία και ανάμειξη, δε σημαίνει ότι διέθεταν, τουλάχιστον στην περίοδο ’21-’29, κάτι από το αγγλικό πνεύμα της οργάνωσης και το γαλλικό ριζοσπαστικό πολιτικό πνεύμα. Αυτοί αποτελούσαν περισσότερο την αντανάκλαση της ασυνέπειας της αγγλικής και της γαλλικής αστικής τάξης να υποστηρίξουν μια ρώσικη υπόθεση όπως το ’21.

Το ’21 τους μετέτρεψε όλους αυτούς σε αντιδραστικούς, αφού δεν υπήρξε καμιά μεγάλη αχρειότητα που να μην την προσυπογράψουν.

Αυτό αποδείχνεται από το ότι οι εμφύλιοι μέσα στο ’21 δεν έδωσαν σε καμιά από τις δύο πλευρές τη δυνατότητα να συγκινήσει και να συσπειρώσει δίπλα της την καταπιεσμένη και παραμερισμένη μάζα της ελληνικής αγροτιάς. Ο μόνος αληθινός εμφύλιος και η μόνη αληθινή εξέγερση έγινε με το τέλος του ’21 ενάντια στον Καποδίστρια. Αυτή όμως ήταν μια συνειδητά αντιρώσικη εξέγερση που πνίγηκε στο αίμα των κατοίκων του Πόρου και με την καταστροφή όλου του ελληνικού στόλου και που άνοιγε μια εποχή αγώνων δεκαετιών για την οικοδόμηση ενός στοιχειωδώς ανεξάρτητου ελληνικού κράτους.

Εκείνο που κατά τη γνώμη μας πρέπει να κάνει ένας μαρξιστής είναι να απαντήσει στο μεγάλο αίνιγμα που έβαλε ο τίμιος Φίνλεϊ, ο οποίος, παρεμπιπτόντως, βεβαιώνει ότι πολλοί Φιλικοί ήταν πληρωμένοι πράκτορες του τσάρου: <<Για λόγους τους οποίους θεωρούμε ανεξήγητους και κατά συνέπεια πρέπει με ευλάβεια να τους αποδώσουμε στη θέληση του Θεού, η Ελληνική Επανάσταση δεν παρουσίασε κανέναν άνδρα με πραγματική ανωτερότητα, κανέναν αδιάβλητο πολιτικό, κανένα στρατιωτικό με ηγετική ιδιοφυΐα>>.

Αυτό είναι το αίνιγμα που έβαζε διαρκώς ακόμα και μετά από έναν αιώνα η πιο προωθημένη δημοκρατική διανόηση με το στόμα του Γληνού και το πιο ανεπτυγμένο προλεταριάτο με την πένα του Ζαχαριάδη: Γιατί η Ελλάδα δεν έβγαλε ποτέ μια φωτισμένη επαναστατική αστική τάξη;

Η απάντηση, κατά τη γνώμη μας, βρίσκεται στο ότι το ’21 διέφθειρε την αστική τάξη πάνω στη γέννα της τόσο, ώστε αυτή να γεράσει ανάπηρη και να είναι από τότε το προλεταριάτο η μόνη αληθινά εθνική τάξη αυτού του βασανισμένου τόπου. Ωστόσο την τελική καταδίκη για το ’21 δεν τη δίνει η πολιτική και κοινωνική, αλλά η οικονομική ιστορία. ΄Ολες οι επαναστάσεις για μια μικρή περίοδο, όσο διαρκεί η μεγάλη τους παρόξυνση, χτυπάνε τις παραγωγικές δυνάμεις και αμέσως μετά η παραγωγή εκτινάσσεται στα ύψη. ΄Ομως το ’21 και οι κατοπινές πολιτικές εξουσίες που βγήκαν από αυτό αποτέλεσαν στρατηγική οπισθοδρόμηση, γιατί κατέστρεψαν τους ανθρώπους, τη γη και τα εργαλεία σε μια ασύλληπτη κλίμακα. ΄Ετσι εξηγείται πώς, ακόμα και μετά το τέλος της “επαναστατικής” εποχής, χιλιάδες οικογένειες εγκατέλειπαν το νέο ελληνικό κράτος για να εγκατασταθούν στις τούρκικες περιοχές: <<Εις την επικράτειαν του προτέρου των τυράννου καταφεύγουν. Προκρίνουν οι ταλαίπωροι τον παλαιόν αλλόφυλλον ζυγόν, παρά να τυραννώνται από ομογενείς και ομοθρήσκους>> (Κοραής).

Το συγκλονιστικότερο όμως είναι η τεράστια παραγωγική καταστροφή που προκάλεσε το ’21. Στο έγκυρο έργο του Εξάρτηση και αναπαραγωγή ο Τσουκαλάς γράφει: <<Η οικονομική αποδιοργάνωση, συνέπεια της δεκαετίας του απελευθερωτικού πολέμου, αποδείχτηκε ολέθρια για όλα τα εμπορικά κέντρα. Η παραδοσιακή εξαγωγή βιοτεχνικών προϊόντων με βάση την ντόπια παραγωγή εξαφανίστηκε στα χρόνια της Επανάστασης, και οι άμεσες εμπορικές σχέσεις με το εξωτερικό ανακόπηκαν (...) Τα λιμάνια που είχαν που είχαν πλουτίσει από τη ναυτιλία (το Γαλαξίδι, η Ναύπακτος, οι Σπέτσες, η Κύμη, και κυρίως η ΄Υδρα) και είχαν δημιουργήσει σ’ αυτή τη βάση μικρές αλλά συμπαγείς αστικές κοινότητες, γρήγορα καταστράφηκαν και έχασαν τον πρωτο-αστικό χαρακτήρα τους (...) Από τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας τα περισσότερα παράκτια κέντρα παρακμάζουν με γοργό ρυθμό (...) Για πολλαπλούς λόγους, με την ελληνική ανεξαρτησία όλες οι τοπικές αστικές δραστηριότητες εξολοθρεύονται>> (σελ. 174-176). Τα ίδια συμβαίνουν και στην ύπαιθρο: <<Τον πρώτο καιρό της ανεξαρτησίας, η στασιμότητα που χαρακτήριζε την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στην ύπαιθρο ήταν σχεδόν ολοκληρωτική (...) Από το 1850-1860, και κυρίως από το 1875-1880, αρχίζουν να εμφανίζονται μαζικά καλλιέργειες που προόριζαν τα προϊόντα τους για την αγορά>> (σελ 90).

Ο Παπανικολάου διαμαρτύρεται γιατί η Ν.Α. του καταλογίζει ότι θεωρεί το ’21 θετικό και απαντάει ότι το ’21 συνδυάζει το “πνεύμα της αναγέννησης” με το “πνεύμα της αντίδρασης”, δίχως να μπει στον κόπο να πει τι είναι το κύριο ανάμεσα στα δύο, τι είναι δηλαδή αυτό που χαρακτηρίζει το φαινόμενο. Το να απαντάει κανείς μ’ ένα ναι ή μ’ ένα όχι στην ερώτηση “ποιο είναι το κύριο;” δεν είναι μεταφυσική, αλλά υποχρέωση της διαλεκτικής, που πάντα επιδιώκει τη σύνθεση που είναι πάντα η κυριαρχία του ενός πόλου πάνω στο άλλο.

Αντίθετα, είναι εκλεκτικισμός να απαντάει κανείς “και το ένα και το άλλο”. Η Ισπανική Επανάσταση ήταν ένα θετικό γεγονός για την ευρωπαϊκή εξέλιξη, όπως και η Ιταλική, παρά το πνεύμα της αντίδρασης που υπήρχε και στις δύο.

΄Ομως ο τσαρισμός δεν είχε καθόλου εκλεκτικό πνεύμα όταν τις καταδίκαζε και τις δύο, ούτε είχε εκλεκτικισμό ο πιο τυπικός εκπρόσωπος του ’21, ο Κολοκοτρώνης, που έλεγε: <<Κακοί άνθρωποι, καρμπονάροι>>, ταυτίζοντας την κακία με την ιταλική επανάσταση και διαχωρίζοντας έτσι τον ελληνικό αντιδραστικό-θρησκευτικό πόλεμο από τις δημοκρατικές αστικές επαναστάσεις.

Αλλά ούτε και ο ΄Ενγκελς είχε εκλεκτικισμό όταν τη μια έβριζε τους Βούλγαρους και την άλλη τους εκθείαζε. Αντίθετα μάλιστα, διάλεγε και διάλεγε αποφασιστικά, απόλυτα και ακραία το “ένα από τα δυο”.

΄Οταν έλεγε τους Βούλγαρους “γουρουνολαό”, ήταν ακριβώς όταν έκαναν αντιδραστικό κίνημα στο πλευρό του τσαρισμού, όταν δηλαδή όντως εκδήλωναν τη γουρουνίσια πλευρά τους (γράμμα στον Bernstein, 22/2/1882). ΄Οταν όμως οι Βούλγαροι με το Βάτεμπεργκ αντιστάθηκαν στον τσάρο και νίκησαν τους Σέρβους που αυτός εξαπέλυσε εναντίον τους, τότε ο ΄Ενγκελς τους εξύμνησε γιατί έπαιξαν προοδευτικό ρόλο (γράμμα στο Λαφάργκ, 25/10/1886). ΄Ετσι κι εμείς απαιτούμε από τον καθένα να τοποθετηθεί στο ζήτημα τι ρόλο έπαιξαν οι ΄Ελληνες όχι γενικά, αλλά στη διάρκεια του ’21.

Ασφαλώς λοιπόν υπάρχει για μας, που κατηγορούμε το ’21 σαν συνολικά και συντριπτικά αρνητικό, και η υποχρεωτική θετική του πλευρά, που μένει ωστόσο πάντα η δευτερεύουσα. Η οδυνηρή γνωριμία του ελληνικού λαού με τον τσαρισμό και τα εσωτερικά του στηρίγματα είναι ένα πρώτο μεγάλο κέρδος, και η εξοικείωσή του με τα όπλα μέσα από την πάλη του ενάντια στην οθωμανική βία είναι ένα δεύτερο.

Πραγματικά, η οθωμανική αντεκδίκηση υποχρέωσε όχι απλά τις ληστοσυμμορίες των καπεταναίων, αλλά και μια πελώρια λαϊκή μάζα σε πολλές περιστάσεις να μπει σε ένοπλο και ηρωικό αγώνα για την ύπαρξή της. Τέτοια τυπική περίπτωση είναι η αντίσταση του Μεσολογγιού. Όμως το βασικό στην οθωμανική βία είναι ότι και αυτή ξέσπασε με φυλετικό και θρησκευτικό τρόπο και συγκρότησε πίσω της όλο τον τούρκικο λαό, ενώ η σουλτανική εξουσία ήταν τόσο πολύ ξεκομμένη απ’ αυτόν.

Και εδώ βρίσκεται το τρίτο μεγάλο κακό που προξένησε το ’21.

Οι σφαγές και οι θηριωδίες των πρώτων μηνών της λεγόμενης επανάστασης έδωσαν νέα ζωή στις πιο αντιδραστικές δυνάμεις της οθωμανικής αυτοκρατορίας, που ήταν ο χρεωκοπημένος γενιτσαρισμός και ο θρησκευτικός φανατισμός των ουλεμάδων. Είναι αυτοί που πραγματοποίησαν, με την έγκριση βέβαια του σουλτάνου, τις σφαγές της Μικρασίας και της Χίου και κινητοποίησαν έναν καθυστερημένο όχλο σαν απάντηση στην γενοκτονία στο Μοριά και στη Ρούμελη. ΄Ετσι μπήκαν και οι βάσεις για να χωρίσουν για πάντα δύο λαοί που θα μπορούσαν να κάνουν από κοινού την αστικοδημοκρατική τους επανάσταση, έστω και σε δύο ξεχωριστά κράτη, ενώ τότε δόθηκε και το σύνθημα της γενοκτονίας και της εθνικής εκκαθάρισης σε όλα τα Βαλκάνια.

ΤΟ “ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟ” ΥΠΟΤΕΛΕΣ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ Η “ΡΩΣΟΠΛΗΞΙΑ”

Να λοιπόν γιατί το ’21 και το υποτιθέμενο ανεξάρτητο κράτος που γέννησε ήταν ένας επιβραδυντής τόσο της εσωτερικής ελληνικής, όσο και της βαλκανικής εξέλιξης συνολικά. Να πόσο δεν έχει νόημα η διάκριση υποτέλειας και ανεξαρτησίας που κάνει ο Παπανικολάου.

Στην πραγματικότητα το ακραία υποτελές στη Ρωσία ελληνικό κράτος ήταν το ανεξάρτητο “φάντασμα” που αυτή δημιούργησε. ΄Ενα τέτοιο “ανεξάρτητο” κράτος ήταν η καλύτερη λύση για την κυριαρχία της Ρωσίας, αφού η Ιόνια Πολιτεία απόδειξε, ακριβώς αντίθετα από ό,τι ισχυρίζεται ο συγγραφέας μας, πόσο εύκολα μια εξαρτημένη από το σουλτάνο ηγεμονία μπορούσε να περάσει από τα χέρια της Ρωσίας στα χέρια της Γαλλίας και μετά της Αγγλίας. Πραγματικά, μόνο για τους κουτόφραγκους ο τσάρος “χίμαιρα” ανέβαζε και “χίμαιρα” κατέβαζε την ανεξαρτησία.

Βέβαια, εδώ ο συγγραφέας εξακοντίζει εναντίον μας την τρομερή κατηγορία ότι θεωρούμε την ιστορία του 19ου αιώνα γραμμένη από το τρίτο γραφείο του τσαρισμού. Εμείς έχουμε συνηθίσει στην ανάλογη κατηγορία για ρωσοπληξία που διαρκώς απευθύνουν ενάντιά μας οι πιο ορκισμένοι αντίπαλοί μας όχι σχετικά με το 19ο αιώνα, αλλά με τα τελευταία χρόνια του 20ού, που ήδη διανύουμε. Και πραγματικά το γλεντάμε, γιατί έτυχε με τη ρωσόπληχτη πολιτική μας ανάλυση να προβλέψουμε καλύτερα απ’ όλους τους επικριτές μας -και μάλιστα με εντυπωσιακή ακρίβεια- τις βασικές πολιτικές τάσεις της παγκόσμιας και της εσωτερικής πολιτικής εξέλιξης των τελευταίων χρόνων.

Σε ό,τι αφορά λοιπόν το 19ο, τον 20ό και τους αιώνες που έρχονται θέλουμε να παρατηρήσουμε το εξής:

Η μεγάλη δύναμη, το τρίτο της γραφείο και οι πράχτορες του τρίτου γραφείου είναι αναντίρρητοι ιστορικοί συντελεστές.

Η μικρή δύναμη, οι πολιτικοί της ηγέτες, οι τάξεις και οι λαϊκές μάζες της μικρής δύναμης είναι επίσης αναντίρρητοι ιστορικοί συντελεστές. Το να μην αναγνωρίζει λοιπόν κανείς το καθοριστικό βάρος του καθένα από τους δύο αυτούς παράγοντες είναι μεταφυσικό, όπως είναι μεταφυσικό να μην τους βλέπει στην αλληλεπίδρασή τους, αλλά ξεκομμένους. Ασφαλώς οι ρώσοι πράχτορες δεν έφταναν για να σύρουν την Ελλάδα στην καταστροφή του ’21: Κλέφτες και αρματολοί, κοτζαμπάσηδες, φαναριώτες, έμποροι, κλήρος, νησιώτες, συντεχνίες, φτωχοί αγρότες ήταν όλοι εκεί με το χαρακτήρα, τις συνήθειες και τα όνειρα με τα οποία τους έθρεψε η ζωή και η ιστορία, με το ρεαλισμό και τις ψευδαισθήσεις τους στη δοσμένη στιγμή της ύπαρξής τους και στο δοσμένο ιστορικό πλαίσιο. Το μόνο που έκαναν οι πράχτορες της “Φιλικής” ήταν να εκμεταλλευτούν ό,τι πιο αδύναμο και καθυστερημένο υπήρχε σ’ αυτή τη μάζα, να κάνουν πολιτικό κίνημα αυτή την καθυστέρηση και να αναδείξουν ό,τι χειρότερο στην ηγεσία του. Αυτός ήταν ο καίριος ρόλος της ορθοδοξίας, που πάντρευε την κυρίαρχη φεουδαρχική ιδεολογία αυτής της μάζας με την κυρίαρχη ιδεολογία της ισχυρότερης αυτοκρατορίας της Ανατολής.

Από την άλλη μεριά, η ίδια αυτή καταστροφική κίνηση έφερνε στο προσκήνιο τον αληθινό δράστη της, τον τσαρισμό, σα νικητή. ΄Ετσι όμως έδινε μια νέα συνείδηση στο λαό της μικρής χώρας και γεννούσε ουσιαστικά ένα νέο έθνος, που η πρώτη προοδευτική του πράξη με διεθνή σημασία ήταν η εκτέλεση του ορθόδοξου νικητή Καποδίστρια μπροστά σε μια εκκλησία. Αυτή την πράξη χαιρέτισε ο Μαρξ.

Αντίθετα από τον Παπανικολάου, που δε βλέπει ότι η Ρωσία έγινε εσωτερικός παράγοντας του ’21, και μάλιστα ηγεμονικός για μια ολάκερη περίοδο, εμείς μπορούμε να διακρίνουμε και με ποιο ακριβώς αντίστροφο τρόπο οι εσωτερικές δυνάμεις της χώρας διαμορφώνονταν παράλληλα εξωτερικά ως προς τον τσαρισμό και τους πράχτορές του και έτειναν ακριβώς απέναντί του να δημιουργήσουν την αληθινή εθνική τους συνείδηση και όχι την ψεύτικη θρησκευτική. Αυτές είναι αληθινές αντιθέσεις, γιατί τα αποτελέσματά τους είναι συγκεκριμένα και δραματικά, ενώ πουθενά δεν έδειξε δραματικά αποτελέσματα η οποιαδήποτε διαμάχη των “Φιλικών” ανάμεσά τους, πέρα από τη δολοφονία του Γαλάτη (που απλά άλλαξε στρατόπεδο, και γι’ αυτό τον χτύπησε ο Καποδίστριας στο υπόμνημά του), ή η υποτιθέμενη διαμάχη τους με τον τσαρισμό, όπως ισχυρίζεται ο συγγραφέας. Οι αντιθέσεις ανάμεσα σε πράχτορες ή ανάμεσα σε πράχτορες και τους προϊσταμένους τους είναι ιστορικά αναπόφευκτες, αφού κάθε πράγμα χωρίζεται στα δυο: κάθε τάξη, κάθε πολιτική δύναμη, ακόμα και κάθε άνθρωπος. Το ζήτημα είναι αν υπήρχε ένα γενικό και ενιαίο ρώσικο σχέδιο για την καθοδήγηση των ελληνικών εξελίξεων στα 1821 και για την παραπλάνηση των ενδιάμεσων διεθνών δυνάμεων, στο οποίο λίγο-πολύ υποτάχθηκε η δράση όλης της “Φιλικής” και γενικά των ανθρώπων της Ρωσίας μέσα στο ’21.

Αυτό που επιχειρήσαμε εμείς πρώτα και κύρια μέσα απ’ αυτή τη θεωρητική διαπάλη μέσω της Νέας Ανατολής ήταν να εισαγάγουμε τους αναγνώστες της στα βαθιά νερά των πρώτων θυελλωδών χρόνων που σημάδεψαν τη γέννηση του ελληνικού έθνους και του ελληνικού κράτους, και που ασφαλώς κρύβουν πολλά από τα μεγάλα μυστικά της κατοπινής εξέλιξης.

΄Ομως αποφύγαμε συστηματικά να κριτικάρουμε μια θέση που επανέλαβε συχνά ο Λ. Παπανικολάου: ότι τα εθνικά βαλκανικά κράτη δε θα μπορέσουν ποτέ να λύσουν το εθνικό ζήτημα στα Βαλκάνια, αλλά μόνο η παγκόσμια επανάσταση. Κι αυτό ακριβώς γιατί θα χρειαζόταν να μιλήσουμε για υστερότερες εποχές της βαλκανικής ιστορίας. Το καλό πάντως είναι ότι ξεκινήσαμε την έντονη πάλη σ’ εκείνο το ιστορικό ζήτημα που μπορεί να μην είναι της πιο άμεσης προτεραιότητας, αλλά για το οποίο ισχύουν τα λόγια του μεγάλου Δημητρόφ: <<Κομμουνιστές που δεν κάνουν τίποτα για να φωτίσουν στις εργαζόμενες μάζες ιστορικά, πιστά, με πραγματικά μαρξιστικό, λενινιστικό-μαρξιστικό πνεύμα το παρελθόν του ίδιου τους του λαού, για να συνδέσουν τον τωρινό τους αγώνα με τις επαναστατικές παραδόσεις του λαού τους στο παρελθόν, τέτοιοι κομμουνιστές παρατάνε εθελοντικά ό,τι έχει αξία στο ιστορικό παρελθόν του έθνους στους φασίστες πλαστογράφους, για την αποβλάκωση των λαϊκών μαζών>>.