Αυτό το τελευταίο τμήμα του φιλοσοφικού δοκιμίου του Μάο Τσε Τουνγκ “για την πράξη” ολοκληρώνει την μελέτη της κίνησης της γνώσης και εμβαθύνει παραπέρα σε αυτό που είναι ο σκοπός της γνώσης στο κοινωνικό πεδίο: ο πρακτικός επαναστατικός μετασχηματισμός της κοινωνίας και ο πρακτικός μετασχηματισμός της φύσης. Εδώ ο Μάο φωτίζει και αναπτύσσει τον σημαντικότερο ρόλο που παίζει η πράξη στο διαλεκτικό δίπολο γνώση-πράξη μιας και αυτή είναι όχι μόνο ο καλύτερος τροφοδότης των αισθητηριακών δεδομένων από τα οποία ξεκινάει η γνωστική λειτουργία αλλά και ο μεγάλος ελεγκτής της αλήθειας κάθε γνώσης καθώς και ο προωθητής της ανάπτυξής της. Φτάνει να έχει κανείς κάποια ιδέα από την καθοδηγητική πορεία του Μάο στην κινέζικη επανάσταση για να διαπιστώσει ότι αυτά που γράφει έχουν επιβεβαιωθεί ξανά και ξανά από την πείρα του αλλά είναι και θεωρητικές αναπτύξεις από τον ίδιο της μαρξολενινιστικής διδασκαλίας χάρη στην πείρα του ίδιου και των επαναστατικών τάξεων που καθοδήγησε. Είναι χαρακτηριστικό εκείνο το σημείο στο οποίο ο Μάο αναφέρεται στη διαρκή διόρθωση και ανάπτυξη των επαναστατικών σχεδιασμών, που σημαίνει στη διόρθωση της πολιτικής γραμμής μέσα από την εφαρμογή της στην πράξη. Αυτό που πρέπει να κρατάμε στο μυαλό μας στη σημερινή εποχή των πιο ασύλληπτων και πρωτόφαντων αλλαγών στην ιστορία του ιμπεριαλισμού είναι αυτό στο οποίο το δοκίμιο καταλήγει στο τέλος του: “Από την πρακτική να ανακαλύπτουμε τις αλήθειες, και ακόμα από την πρακτική να επιβεβαιώνουμε τις αλήθειες και να τις αναπτύσσουμε. Να ξεκινάμε από την αισθητηριακή γνώση για να υψωθούμε ενεργά στη λογική γνώση, μετά να ξεκινάμε από τη λογική γνώση για να καθοδηγούμε δραστήρια την επαναστατική πρακτική για να μετασχηματίσουμε τον υποκειμενικό και αντικειμενικό κόσμο. Η πρακτική, η γνώση, μετά ξανά η πρακτική και η γνώση. Αυτή η κυκλική μορφή δεν έχει τέλος, και επί πλέον, σε κάθε κύκλο, το περιεχόμενο της πρακτικής και της γνώσης υψώνεται σε ένα ανώτερο επίπεδο”. Αυτά όλα σημαίνουν για μας πάλη για την παραπέρα ανάπτυξη της θεωρίας ενάντια στην παγωμένη γνώση, είτε τη δεξιά της περασμένης φάσης είτε την “αριστερή” του κούφιου τσιτάτου της πάντα αυριανής “τελικής επέλασης”. Οι νέες καταστάσεις θέλουν όχι μόνο μελέτη των ιστορικών διδαγμάτων των δύο μεγάλων προλεταριακών επαναστάσεων, της ρώσικης και της κινέζικης, κάτω από το φως του μαρξισμού-λενινισμού-μαοισμού αλλά και δραστήρια συμμετοχή στην πρακτική πολιτική πάλη δίπλα και μέσα στις μάζες με παγκόσμια ματιά και προοπτική καθώς και με διαρκή μελέτη των εμπειριών αυτής της πάλης.

Έτσι θα νικηθούν τα ακαδημαϊκά φουσάτα της παγκόσμιας αντιδραστικής διανόησης ιδιαίτερα εκείνα των κρατικών ψευτομαρξιστών που ειδικεύονται σε ένα πράγμα πάνω απ όλα: στον ιδεολογικό θάνατο κάθε γνήσιας επαναστατικής πρωτοπορίας.

Μάο Τσε Τουνγκ

Για την πράξη (1937)

(Μετάφραση της ΟΑΚΚΕ από τη επίσημη γαλλική έκδοση των κινεζικών Εκδόσεων του Λαού του τότε επαναστατικού ΚΚ Κίνας)

Δεύτερη συνέχεια και τέλος

Αν σταματούσαμε την υλιστική-διαλεκτική κίνηση της γνώσης στην λογική γνώση, δεν θα μιλούσαμε παρά για το μισό πρόβλημα, και μάλιστα, από την άποψη της μαρξιστικής φιλοσοφίας, για εκείνο το μισό που δεν είναι το πιο σημαντικό. Η μαρξιστική φιλοσοφία θεωρεί ότι το ουσιαστικό δεν είναι να κατανοεί κανείς τους νόμους του αντικειμενικού κόσμου για να είναι σε θέση να τον εξηγεί, αλλά να χρησιμοποιεί την γνώση αυτών των νόμων για να μετασχηματίζει ενεργητικά τον κόσμο.

Από την μαρξιστική άποψη η θεωρία είναι σημαντική και η σημασία της εκφράζεται με πληρότητα σε αυτά τα λόγια του Λένιν: “Χωρίς επαναστατική θεωρία δεν υπάρχει επαναστατικό κίνημα”. (7) Όμως ο μαρξισμός αποδίδει μεγάλη σπουδαιότητα στην θεωρία ακριβώς και αποκλειστικά γιατί αυτή μπορεί να είναι οδηγός για δράση. Αν, εφόσον φτάσουμε σε μια σωστή θεωρία, αρκεστούμε στο να την κάνουμε ένα θέμα συζήτησης και την αφήσουμε στη συνέχεια στην άκρη χωρίς να την βάλουμε σε πράξη, τότε αυτή η θεωρία, όσο ωραία και να είναι, μένει δίχως ενδιαφέρον. Η γνώση αρχίζει με την πράξη? όταν έχουμε καταχτήσει μέσα από την πράξη θεωρητικές γνώσεις πρέπει να ξαναγυρίζουμε στην πράξη. Ο ενεργητικός ρόλος της γνώσης δεν εκφράζεται μόνο στο ενεργητικό δέσιμο της αισθητηριακής γνώσης με τη λογική γνώση, αλλά ακόμα, πράγμα που είναι πιο σημαντικό, πρέπει να εκφράζεται στο δέσιμο της λογικής γνώσης με την επαναστατική πρακτική.

Έχοντας αποκτήσει τη γνώση των νόμων του κόσμου πρέπει να την κατευθύνουμε ξανά προς την πρακτική του μετασχηματισμού του κόσμου, να την εφαρμόσουμε ξανά στην πρακτική της παραγωγής, στην πρακτική της επαναστατικής πάλης των τάξεων και του επαναστατικού αγώνα για την απελευθέρωση του έθνους, καθώς και στην πρακτική του επιστημονικού πειραματισμού. Αυτή είναι η διαδικασία της επαλήθευσης και ανάπτυξης της θεωρίας, η προέκταση όλης της διαδικασίας της γνώσης.

Το ζήτημα του να ξέρουμε αν μια θεωρία αντιστοιχεί στην αντικειμενική αλήθεια δεν λύνεται και δεν μπορεί να λυθεί ολοκληρωτικά στην κίνηση της αισθητηριακής γνώσης στην λογική γνώση για την οποία μιλήσαμε παραπάνω. Για να απαντήσουμε εντελώς σε αυτό το ερώτημα είναι αναγκαίο να κατευθύνουμε ξανά την λογική γνώση προς την κοινωνική πρακτική, να εφαρμόσουμε τη θεωρία στην πράξη και να δούμε αν αυτή μπορεί να οδηγήσει στον στόχο που έχουμε βάλει. Μεγάλος αριθμός των θεωριών των επιστημών της φύσης έχουν αναγνωριστεί σαν αληθινές όχι μόνο γιατί έχουν θεωρηθεί σαν τέτοιες όταν οι επιστήμονες τις επεξεργάστηκαν, αλλά γιατί επαληθεύτηκαν στη συνέχεια στην επιστημονική πρακτική.

Έτσι και ο μαρξισμός-λενινισμός αναγνωρίστηκε σαν αλήθεια όχι μόνο γιατί αυτή τη θεωρία την επεξεργάστηκαν επιστημονικά οι Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν και Στάλιν, αλλά γιατί επιβεβαιώθηκε από την κατοπινή πρακτική της επαναστατικής ταξικής πάλης και της επαναστατικής πάλης για την απελευθέρωση του έθνους. Ο διαλεκτικός υλισμός είναι μια γενική αλήθεια γιατί κανείς στην πρακτική του δεν μπορεί να βγει από αυτό το πλαίσιο. Η ιστορία της ανθρώπινης γνώσης μας διδάσκει ότι πολλές θεωρίες είχαν μια ανολοκλήρωτη αλήθεια και ήταν η επαλήθευσή τους στην πράξη που επέτρεψε σε αυτήν την αλήθεια να συμπληρωθεί. Πολλές θεωρίες ήταν λαθεμένες και ήταν η επαλήθευσή τους στην πράξη που τους επέτρεψε να διορθωθούν. Γι αυτό η πράξη είναι το κριτήριο της αλήθειας. “Η άποψη της ζωής, της πρακτικής, πρέπει να είναι η πρώτη, η βασική άποψη της θεωρίας της γνώσης”. (8) Ο Στάλιν εκφράστηκε με έναν αξιοσημείωτο τρόπο στο θέμα αυτό: “...Η θεωρία γίνεται χωρίς αντικείμενο αν δεν είναι δεμένη με την επαναστατική πρακτική? το ίδιο, ακριβώς, η πρακτική γίνεται τυφλή αν ο δρόμος της δεν φωτίζεται από την επαναστατική θεωρία”. (9)

Εδώ τελειώνει η κίνηση της γνώσης;

Απαντάμε ναι και όχι. Όταν ο άνθρωπος μέσα στην κοινωνία καταπιάνεται με μια πρακτική δραστηριότητα με σκοπό την τροποποίηση μιας καθορισμένης αντικειμενικής διαδικασίας (είτε φυσικής είτε κοινωνικής) σε έναν καθορισμένο βαθμό της ανάπτυξης αυτής της δραστηριότητας, μπορεί, χάρη στην αντανάκλαση της αντικειμενικής διαδικασίας στον εγκέφαλό του και χάρη στην δικιά του υποκειμενική δραστηριότητα, να περάσει από την αισθητηριακή γνώση στην λογική γνώση, να επεξεργαστεί ιδέες, θεωρίες, πλάνα ή ευρύτερους σχεδιασμούς που να αντιστοιχούν στο σύνολό τους στους νόμους αυτής της αντικειμενικής διαδικασίας. στη συνέχεια μπορεί να εφαρμόσει αυτές τις ιδέες, τις θεωρίες, τα πλάνα ή τους ευρύτερους σχεδιασμούς στην πρακτική της τροποποίησης αυτής της ίδιας της αντικειμενικής διαδικασίας. αν φτάσει στον καθορισμένο στόχο, δηλαδή αν πετύχει, στην πρακτική πορεία αυτής της διαδικασίας να πραγματοποιήσει, τουλάχιστον στις γενικές τους γραμμές, τις ιδέες, τις θεωρίες, τα πλάνα ή τους ευρύτερους σχεδιασμούς που προηγούμενα είχε επεξεργαστεί, η κίνηση της γνώσης αυτής της συγκεκριμένης διαδικασίας μπορεί τότε να θεωρηθεί σαν ολοκληρωμένη.

Παραδείγματος χάριν, στην διαδικασία της τροποποίησης της φύσης, η πραγματοποίηση ενός κατασκευαστικού σχεδίου, η επιβεβαίωση μιας επιστημονικής υπόθεσης, η δημιουργία ενός μηχανισμού, η συγκομιδή ενός καλλιεργημένου φυτού, ή στη διαδικασία της τροποποίησης της κοινωνίας, η επιτυχία μιας απεργίας, η νίκη σε έναν πόλεμο, η πραγματοποίηση ενός εκπαιδευτικού προγράμματος, σημαίνουν ότι κάθε φορά ο καθορισμένος στόχος έχει επιτευχθεί. Ωστόσο, γενικά είναι σπάνιο, τόσο στην πρακτική της τροποποίησης της φύσης όσο και σε αυτήν της τροποποίησης της κοινωνίας οι ιδέες, οι θεωρίες, τα πλάνα ή οι ευρύτεροι σχεδιασμοί που οι άνθρωποι είχαν επεξεργαστεί να πραγματοποιηθούν χωρίς να υποστούν την παραμικρή αλλαγή. Αυτό οφείλεται στο ότι οι άνθρωποι που μετασχηματίζουν την πραγματικότητα υπόκεινται συνεχώς σε πολλαπλούς περιορισμούς: περιορίζονται όχι μόνο από τις επιστημονικές και τεχνικές συνθήκες, αλλά ακόμα και από την ανάπτυξη της ίδιας του αντικειμενικής διαδικασίας και του βαθμού στον οποίο αυτή η διαδικασία εκδηλώνεται φανερά (επειδή οι διαφορετικές πλευρές και η ουσία της αντικειμενικής διαδικασίας δεν έχουν ακόμα εντελώς φανερωθεί). Σε μια τέτοια κατάσταση, εξ αιτίας της εμφάνισης στην πράξη απρόβλεπτων περιστάσεων, οι ιδέες, οι θεωρίες, τα πλάνα ή οι ευρύτεροι σχεδιασμοί βρίσκονται συχνά εν μέρει η μερικές φορές και ολοκληρωτικά τροποποιημένοι. Με άλλα λόγια συμβαίνει οι ιδέες, οι θεωρίες, τα πλάνα ή οι ευρύτεροι σχεδιασμοί που έχουμε επεξεργαστεί από την αρχή να μην αντιστοιχούν στην πραγματικότητα, είτε μερικά, είτε ολοκληρωτικά, και έτσι να είναι μερικά ή ολοκληρωτικά λαθεμένοι. Συχνά είναι μόνο μετά από επανειλημμένες αποτυχίες που καταφέρνουμε να εξαλείψουμε το λάθος, να συμμορφωθούμε με τους νόμους της αντικειμενικής διαδικασίας, να μετατρέψουμε έτσι το υποκειμενικό σε αντικειμενικό, δηλαδή να φτάσουμε πρακτικά στα αναμενόμενα αποτελέσματα. Σε κάθε περίπτωση είναι αυτή τη στιγμή που η κίνηση της γνώσης των ανθρώπων που αντιστοιχεί σε μια καθορισμένη αντικειμενική διαδικασία η οποία βρίσκεται σε μια καθορισμένη βαθμίδα της ανάπτυξής της, μπορεί να θεωρηθεί ολοκληρωμένη.

Ωστόσο αν θεωρήσουμε τη διαδικασία στην ανάπτυξή της, η κίνηση της ανθρώπινης γνώσης δεν τελειώνει εδώ. Κάθε προτσές είτε φυσικό είτε κοινωνικό, προχωράει και αναπτύσσεται εξ αιτίας των εσωτερικών αντιθέσεων και αγώνων του, και η κίνηση της ανθρώπινης γνώσης πρέπει επίσης να προχωράει και να αναπτύσσεται με αυτόν τον τρόπο.

Αν πρόκειται για ένα κοινωνικό κίνημα, οι πραγματικοί επαναστάτες καθοδηγητές πρέπει όχι μόνο να ξέρουν να διορθώνουν τα λάθη που εμφανίζονται στις ιδέες, θεωρίες, πλάνα ή ευρύτερους σχεδιασμούς τους, όπως ειπώθηκε προηγούμενα, αλλά πρέπει ακόμα, όταν μια αντικειμενική διαδικασία προχωράει και περνάει από μια βαθμίδα της ανάπτυξής της σε μια άλλη, να είναι ικανοί οι ίδιοι και όλοι όσοι συμμετέχουν στην επανάσταση μαζί τους, να μεταφέρουν αυτή την διαδικασία και αυτό το πέρασμα στην υποκειμενική τους γνώση, δηλαδή πρέπει να κάνουν έτσι ώστε τα νέα επαναστατικά καθήκοντα και τα νέα προτεινόμενα σχέδια εργασίας να αντιστοιχούν στις νέες μεταβολές της κατάστασης. Σε μια επαναστατική περίοδο η κατάσταση αλλάζει πολύ γρήγορα. αν οι επαναστάτες δεν προσαρμόζουν γρήγορα την γνώση τους στην κατάσταση, θα είναι ανίκανοι να οδηγήσουν την επανάσταση σε θρίαμβο.

Συμβαίνει συχνά ωστόσο οι ιδέες να καθυστερούν ως προς την πραγματικότητα και αυτό γιατί η ανθρώπινη γνώση περιορίζεται από πολλές κοινωνικές συνθήκες.

Παλεύουμε στις επαναστατικές μας γραμμές ενάντια στους ξεροκέφαλους που οι ιδέες τους δεν ακολουθούν τον ρυθμό των τροποποιήσεων της αντικειμενικής κατάστασης, πράγμα που στην ιστορία εκδηλώθηκε με τη μορφή του δεξιού οππορτουνισμού. Αυτοί οι άνθρωποι δεν βλέπουν ότι η πάλη των αντιθέτων ήδη προχώρησε την αντικειμενική διαδικασία ενώ η δική τους γνώση μένει ακόμα στην προηγούμενη βαθμίδα. Αυτή η ιδιαιτερότητα είναι χαρακτηριστική στις ιδέες όλων των ξεροκέφαλων. Οι ιδέες τους είναι ξεκομμένες από την κοινωνική πρακτική, και δεν ξέρουν να βαδίζουν πριν από το κάρο της κοινωνίας για να το οδηγούν αλλά σέρνονται από πίσω παραπονούμενοι ότι πάει πολύ γρήγορα και προσπαθούν να το ξαναφέρουν πίσω ή να το κάνουν να κυλίσει στην αντίθετη κατεύθυνση.

Είμαστε επίσης ενάντια στους φρασεολόγους της “αριστεράς”.

Οι ιδέες τους περιπλανώνται πέρα από το καθορισμένο στάδιο της αντικειμενικής διαδικασίας. άλλοι παίρνουν τις φαντασιώσεις τους για πραγματικότητες, άλλοι προσπαθούν να πραγματοποιήσουν με το ζόρι, στο παρόν, ιδεώδη που δεν είναι πραγματοποιήσιμα παρά στο μέλλον. οι ιδέες τους, ξεκομμένες από την σημερινή πρακτική της πλειοψηφίας των ανθρώπων, ξεκομμένες από την σημερινή πραγματικότητα, μεταφράζονται στην πράξη σε τυχοδιωκτισμό.

Ο ιδεαλισμός και ο υλιστικός μηχανικισμός, ο οππορτουνισμός και ο τυχοδιωκτισμός χαρακτηρίζονται από τη ρήξη ανάμεσα στο υποκειμενικό και το αντικειμενικό, από το χωρισμό της γνώσης από την πράξη. Η μαρξιστική-λενινιστική θεωρία της γνώσης, που διακρίνεται για την επιστημονική κοινωνική πρακτική, οφείλει αναγκαστικά να δώσει έναν αποφασιστικό αγώνα ενάντια σε αυτές τις λαθεμένες αντιλήψεις. Οι μαρξιστές αναγνωρίζουν ότι στη γενική, απόλυτη διαδικασία ανάπτυξης του σύμπαντος, η ανάπτυξη κάθε ξεχωριστής διαδικασίας είναι σχετική και ότι, κατά συνέπεια, στο άπειρο κύμα της απόλυτης αλήθειας, η γνώση που έχουν οι άνθρωποι για ένα ειδικό προτσές δεν είναι παρά μια σχετική αλήθεια. Από το άθροισμα των αμέτρητων σχετικών αληθειών συγκροτείται η απόλυτη αλήθεια. (10)

Στην ανάπτυξη του ένα αντικειμενικό προτσές είναι γεμάτο αντιθέσεις και αγώνες, και το ίδιο συμβαίνει με την κίνηση της ανθρώπινης γνώσης. Κάθε διαλεκτική κίνηση στον αντικειμενικό κόσμο, αργά ή γρήγορα, αντανακλάται στην ανθρώπινη γνώση. Στην κοινωνική πρακτική η διαδικασία της εμφάνισης, της ανάπτυξης και της εξαφάνισης είναι άπειρη, επίσης άπειρη είναι η διαδικασία της εμφάνισης, της ανάπτυξης και της εξαφάνισης στην ανθρώπινη γνώση. Επειδή η πρακτική των ανθρώπων, που μετασχηματίζει την αντικειμενική πραγματικότητα σύμφωνα με τις καθορισμένες ιδέες, θεωρίες, πλάνα και ευρύτερους σχεδιασμούς προχωράει πάντα, η γνώση τους για την αντικειμενική πραγματικότητα δεν έχει όρια. Η κίνηση του μετασχηματισμού του κόσμου της αντικειμενικής πραγματικότητας δεν έχει τέλος, και ο άνθρωπος δεν έχει ποτέ τελειώσει να γνωρίζει την αλήθεια στη διαδικασία της πρακτικής. Ο μαρξισμός-λενινισμός δεν έχει καθόλου εξαντλήσει την αλήθεια. αδιάκοπα, στην πράξη, ανοίγει το δρόμο στη γνώση της αλήθειας. Το συμπέρασμά μας είναι η ιστορική, η συγκεκριμένη ενότητα του υποκειμενικού και του αντικειμενικού, της θεωρίας και της πράξης, της γνώσης και της δράσης. είμαστε ενάντια σε όλες τις λαθεμένες αντιλήψεις, της “αριστεράς” ή της δεξιάς, ξεκομμένες από την συγκεκριμένη ιστορία.

Στην συγκεκριμένη εποχή της κοινωνικής ανάπτυξης, η ιστορία έχει επιφορτίσει το προλεταριάτο και το κόμμα του με την ευθύνη να αποκτήσουν μια πλήρη γνώση του κόσμου και να τον μετασχηματίσουν. Αυτή η διαδικασία, η πρακτική του μετασχηματισμού του κόσμου, διαδικασία καθορισμένη από την επιστημονική γνώση, έχει φτάσει σε ένα ιστορικό σημείο, στην Κίνα όπως και στον υπόλοιπο κόσμο, σε ένα σημείο μεγάλης σημασίας, χωρίς προηγούμενο στην ιστορία της ανθρωπότητας - το σημείο να διαλύσει ολοκληρωτικά τα σκοτάδια στην Κίνα καθώς και σε ολόκληρο τον κόσμο, και να μετατρέψει τον κόσμο μας σε έναν κόσμο ακτινοβόλο, τέτοιον που ποτέ δεν γνωρίσαμε.

Ο αγώνας του προλεταριάτου και του επαναστατικού λαού για τον μετασχηματισμό του κόσμου σημαίνει την πραγματοποίηση των παρακάτω καθηκόντων: τον μετασχηματισμό του αντικειμενικού κόσμου καθώς και του υποκειμενικού κόσμου του καθένα- τον μετασχηματισμό των νοητικών ικανοτήτων του καθένα καθώς και αυτόν της σχέσης ανάμεσα στον υποκειμενικό και στον αντικειμενικό κόσμο. Αυτός ο μετασχηματισμός άρχισε ήδη σε ένα μέρος της γης, στην Σοβιετική Ένωση. Επιταχύνουμε σήμερα αυτή τη διαδικασία. Ο κινεζικός λαός και οι λαοί όλου του κόσμου έχουν μπει σε αυτήν τη διαδικασία μετασχηματισμού ή θα μπουν. Και ο αντικειμενικός κόσμος που είναι για μετασχηματισμό περιλαμβάνει όλους τους αντίπαλους αυτού του μετασχηματισμού. Αυτοί πρέπει να περάσουν από το στάδιο του καταναγκασμού πριν μπορέσουν να προσεγγίσουν το στάδιο του συνειδητού μετασχηματισμού.

Η εποχή στην οποία όλη η ανθρωπότητα θα αναλάβει με συνειδητό τρόπο τον δικό της μετασχηματισμό και το μετασχηματισμό του κόσμου θα είναι η εποχή του παγκόσμιου κομμουνισμού.

Από την πρακτική να ανακαλύπτουμε τις αλήθειες, και ακόμα από την πρακτική να επιβεβαιώνουμε τις αλήθειες και να τις αναπτύσσουμε. Να ξεκινάμε από την αισθητηριακή γνώση για να υψωθούμε ενεργά στη λογική γνώση, μετά να ξεκινάμε από τη λογική γνώση για να καθοδηγούμε δραστήρια την επαναστατική πρακτική για να μετασχηματίσουμε τον υποκειμενικό και αντικειμενικό κόσμο. Η πρακτική, η γνώση, μετά ξανά η πρακτική και η γνώση. Αυτή η κυκλική μορφή δεν έχει τέλος, και επί πλέον, σε κάθε κύκλο, το περιεχόμενο της πρακτικής και της γνώσης υψώνεται σε ένα ανώτερο επίπεδο.

Αυτή είναι στο σύνολό της η υλιστική-διαλεκτική της γνώσης, αυτή είναι η υλιστική διαλεκτική σύλληψη της ενότητας της γνώσης και της πράξης.

[1] Β.Ι. ΛΕΝΙΝ: “Σημειώσεις στην Επιστήμης της Λογικής του Χέγκελ”, τρίτο βιβλίο, τρίτο τμήμα: “Η ιδέα” στη “Συνόψιση της Επιστήμης της λογικής του Χέγκελ”. (Σεπτέμβρης-Δεκέμβρης 1914)

[2] Κ. ΜΑΡΞ: “Θέσεις για τον Φόϋερμπαχ”, (άνοιξη του 1845) και Β.Ι. ΛΕΝΙΝ: “Υλισμός και εμπειριοκριτισμός”, (δεύτερο εξάμηνο του 1908) κεφάλαιο 2, τμήμα 6

[3] Το μυθιστόρημα των τριών βασιλείων (Σαν κουό γιέν γι) -περίφημο ιστορικό μυθιστόρημα, που συγγραφέας του ήταν ο Λουό Κουάν Τσόνγκ (τέλη 14ου - αρχές 15ου αιώνα)

[4] Β.Ι. ΛΕΝΙΝ: “Σημειώσεις στην Επιστήμη της Λογικής του Χέγκελ”, βιβλίο 3ο: “Επιστήμη της υποκειμενικής λογικής η θεωρία της έννοιας” στη “Περίληψη της Επιστήμης της λογικής του Χέγκελ”.

[5] Από τη δυναστεία των Τανγκ, οι αυτοκρατορικές εξετάσεις στην φεουδαρχική οργανώνονταν σε τρεις βαθμίδες: εθνική, περιφερειακή, ή της επαρχίας (τσέου). Αυτός που πετύχαινε στις εξετάσεις της επαρχίας λεγόταν σιεουτσάι.

[6] ο Β.Ι. ΛΕΝΙΝ: “Σημειώσεις στην Επιστήμη της Λογικής του Χέγκελ”, βιβλίο 3, τρίτο τμήμα: “Η Ιδέα” στην “Περίληψη της Επιστήμης της λογικής του Χέγκελ” (Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος 1914), όπου ο Λένιν λέει: “Για να καταλάβουμε πρέπει να αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε, να μελετάμε εμπειρικά, να ανεβαίνουμε από το εμπειρικό στο γενικό”. “Κριτική της επιστήμης της λογικής του Χέγκελ”, Φιλοσοφικά τετράδια, σελ. 169, Κοινωνικές εκδόσεις, Παρίσι, 1955.

[8] Β. Ι. ΛΕΝΙΝ: Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός, κεφάλαιο II, τμήμα 6

[9] Ι. ΣΤΑΛΙΝ : Οι αρχές του λενινισμού (Απρίλης- Μάης), μέρος III : “Η θεωρία”.

[10] Β. Ι. ΛΕΝΙΝ : Υλισμός και εμπειριοκριτισμός, κεφάλαιο II, τμήμα 5