Οι εκκλησιαστικές διαμάχες είναι πάντα πολιτικές διαμάχες με θρησκευτική
μορφή. Αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο στη χώρα μας, όπου η εκκλησία
είναι τμήμα του κράτους καθώς δέχεται τις κρατικές επεμβάσεις στην
ηγεσία της, πληρώνεται από το κράτος, εξασφαλίζει χάρη σε αυτό το
μονοπώλιο της ορθόδοξης λατρείας και ασκεί μαζί του εξωτερική πολιτική
(πχ εθνικά συλλαλητήρια). Εξαιτίας της εξόχως πολιτικής φύσης της
εκκλησίας κάθε σημαντική διαμάχη στους κόλπους της πρέπει να ενδιαφέρει
κάθε πολίτη, πιστό ή όχι..
Δεν υπάρχει λοιπόν τίποτα πιο υποκριτικό
από τη στάση της "μη ανάμειξης" που υποτίθεται ότι ακολουθούν
κυβέρνηση και ΝΔ στη διένεξη της Αρχιεπισκοπής με το Πατριαρχείο.
Στην πραγματικότητα η "μη ανάμειξη" στις δοσμένες συνθήκες
σημαίνει ανάμειξη υπέρ της Αρχιεπισκοπής. Γιατί αν το ελληνικό κράτος
δεν στηρίξει πολιτικά το Πατριαρχείο, τότε η ελληνική
κρατική εκκλησία εύκολα θα κατατροπώσει μια μη κρατική εκκλησία
που έχει την έδρα της στο έδαφος ενός παλιού καλοδουλεμένου "εθνικού
εχθρού" όπως είναι η Τουρκία.
Το ερώτημα είναι γιατί το ελληνικό
κράτος, η κυβέρνηση και τα κόμματα αποφάσισαν τώρα, μετά
από 70 χρόνια να αφήσουν το Πατριαρχείο να νικηθεί από την ελληνική
κρατική εκκλησία και γιατί τώρα που κατασκευάζουν τάχα
την πιο ειρηνική σχέση με την Τουρκία, αφήνουν αναπάντητο το αποφασιστικό
επιχείρημα των αντιπατριαρχικών περί "τούρκου Βαρθολομαίου";
Αποφάσισαν έτσι τώρα γιατί η σημερινή
ηγεσία του Πατριαρχείου έχει κάνει την "ιεροσυλία" να
συγκρουστεί με το Πατριαρχείο Μόσχας, δηλαδή με την εξωτερική πολιτική
της Ρωσίας, με την οποία δουλικά συντονίζεται η ελληνική διπλωματία
από την εποχή του Α. Παπανδρέου. Η σύγκρουση Ρωσίας-Πατριαρχείου,
που πάντα υπέβοσκε από την απαίτηση της Μόσχας να κυριαρχήσει πάνω
σε όλους στους ορθόδοξους λαούς και εκκλησίες, οξύνθηκε από τη στιγμή
που ανεξαρτητοποιήθηκαν από τη Ρωσία τα κράτη της πρώην ΕΣΣΔ. Τότε
οι αντίστοιχες ορθόδοξες εκκλησίες, ειδικά εκείνες της Εσθονίας
και Ουκρανίας αποφάσισαν να αποσπαστούν από το Πατριαρχείο της Μόσχας
και ζήτησαν να υπαχθούν στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Η Μόσχα
απείλησε με ρήξη το Πατριαρχείο αν αποδεχόταν το παραπάνω αίτημα.
Όμως αυτό δέχτηκε στους κόλπους του την εκκλησία της Εσθονίας το
1996 και προσέγγισε την ανεξάρτητη ουκρανική. Από τότε η Ρωσία έχει
κηρύξει πόλεμο στο Βαρθολομαίο σε όλα τα επίπεδα.
Μέρος αυτού του πολέμου είναι
και η επίθεση του Χριστόδουλου στο Πατριαρχείο. Προσποιούμενος
το φίλο του Βαρθολομαίου για να ανεβεί στην εξουσία, αυτός
ο διπρόσωπος έγινε ο κήρυκας της ρώσικης στρατηγικής
του "ορθόδοξου μετώπου ενάντια στη Δύση" και ανέπτυξε
τους πιο στενούς δεσμούς με τη ρώσικη εκκλησία. Σε πρόσφατη διεκκλησιαστική
Σύνοδο ο Χριστόδουλος ψήφισε μαζί με το Πατριαρχείο Μόσχας
για να αφαιρεθεί από το Φανάρι ο τίτλος του πρώτου Πατριαρχείου
της ορθόδοξης εκκλησίας. Αυτό σημαίνει πρακτικά αναγνώριση των πρωτείων
της Μόσχας, δηλαδή αναγνώριση της ρώσικης ηγεμονίας στον ορθόδοξο
κόσμο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο πόλεμος ενάντια στο Φανάρι ξέσπασε
μόλις χήρεψε η μητρόπολη Θεσσαλονίκης. Το ρώσικο προξενείο της
Θεσσαλονίκης για το οποίο τόσες δεκαετίες πάλεψε το Κρεμλίνο,
θέλει δίπλα του μια φιλική μητρόπολη για να πετύχει τον μεγάλο στόχο
του, να ελέγξει το Άγιο Όρος, σημείο κλειδί της ορθοδοξίας. Αντίστοιχα
ισχύουν και για την Κρήτη: Πραγματικά πόσο "αποτελεσματικά"
ένας μητροπολίτης φίλος του Πατριαρχείου μπορεί να ευλογεί τις βάσεις
των S-300 στην Κρήτη, δηλαδή το μάτι και το χέρι της Ρωσίας στη
Μεσόγειο; Και γενικότερα, πως είναι δυνατό η τεράστιας σημασίας
πολιτικο-στρατιωτική συμφωνία συνεργασίας της Ελλάδας με τη Ρωσία
που έγινε αθόρυβα τον Ιούνη του 2003 να μην απαιτεί το εκκλησιαστικό
της ισοδύναμο, δηλαδή μια Ιερά σύνοδο υποταγμένη στο Χριστόδουλο
και τη Μόσχα;
Όμως η ρώσικη διπλωματία δεν θέλει
να αποκαλυφθεί η ίδια σαν υποκινητής της ρήξης Αθήνας- Πατριαρχείου.
Γι αυτό χτυπάει με τον γνωστό τρόπο της: Βάζει άλλους να δώσουν
τα κύρια χτυπήματα στο Φανάρι, ενώ οι άνθρωποί της παριστάνουν το
φίλο του ή τον ουδέτερο. Το ρόλο του φίλου τον παίζουν εδώ ο Χρυσόστομος
Ζακύνθου και ο Κωνσταντόπουλος, ενώ οι Σημίτης, Παπανδρέου, Καραμανλής
παριστάνουν τον ουδέτερο. Αυτό δεν τους κοστίζει τίποτα γιατί το
ρόλο των ανοιχτών εχθρών έχουν αναλάβει αυθόρμητα οι πολυάριθμοι
εθνικιστές (π.χ. Έβερτ).
Να λοιπόν γιατί πρέπει και οι δημοκράτες
να πάρουν θέση στον εκκλησιαστικό-πολιτικό πόλεμο που μόλις ξέσπασε.
Αυτά είναι τα παιχνίδια της ιστορίας. Ένα Φανάρι σε γενικές γραμμές
παράγοντας της πολιτικής αντίδρασης παίζει αυτή τη στιγμή έναν αντικειμενικά
προοδευτικό ρόλο καθώς καθυστερεί την επέλαση του ρώσικου σοσιαλιμπεριαλισμού
στην Ανατολική Ευρώπη και στα Βαλκάνια.
Αθήνα, 9/11/2003 |