ΑΝΤΙΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ:
ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΟΥ ΟΓΔΟΟΥ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΕΠΤΑ

Η διεθνής της αντίδρασης πραγματοποιεί σε λίγες μέρες στη Γένοβα την πιο μεγάλη της γιορτή.
Οι σοσιαλφασίστες και οι κλασσικοί ακροδεξιοί φασίστες όλου του πλανήτη, βασικά αυτοί του πλούσιου βορρά, θα μαζευτούν για μια ακόμα φορά θα διαδηλώσουν ενάντια στην παγκοσμιοποίηση.
Είναι αλήθεια ότι αυτό το πολύχρωμο πλήθος που θα παρελάσει μπροστά από τους Αυτοκράτορες του και θα τους αποδοκιμάσει εκ του ασφαλούς δεν αποτελείται αποκλειστικά από αντιδραστικούς. Όμως οι αντιδραστικοί αποτελούν την ηγεσία του, καθώς αυτοί χαράσσουν την γενική πολιτική και ιδεολογική γραμμή και κυρίως αυτοί το οργανώνουν.
Η διεθνής της αντίδρασης πραγματοποιεί σε λίγες μέρες στη Γένοβα την πιο μεγάλη της γιορτή.
Οι σοσιαλφασίστες και οι κλασσικοί ακροδεξιοί φασίστες όλου του πλανήτη, βασικά αυτοί του πλούσιου βορρά, θα μαζευτούν για μια ακόμα φορά θα διαδηλώσουν ενάντια στην παγκοσμιοποίηση.
Είναι αλήθεια ότι αυτό το πολύχρωμο πλήθος που θα παρελάσει μπροστά από τους Αυτοκράτορες του και θα τους αποδοκιμάσει εκ του ασφαλούς δεν αποτελείται αποκλειστικά από αντιδραστικούς. Όμως οι αντιδραστικοί αποτελούν την ηγεσία του, καθώς αυτοί χαράσσουν την γενική πολιτική και ιδεολογική γραμμή και κυρίως αυτοί το οργανώνουν.
Η βάση του “αγώνα” δηλαδή ο μέσος τύπος του πλήθους είναι αυτό το είδος ριζοσπαστικοποιημένου μικροαστού που ζει σε μια ανεπτυγμένη χώρα του βορρά, που είναι συνήθως μισοδιαννοούμενος, που κατά κανόνα σπρώχνεται έξω από τα ψηλά σκαλιά της σύγχρονης παραγωγής, και είναι γι αυτό εξοργισμένος με τους αστούς και τα μονοπώλια δίχως να συμπαθεί καθόλου μα καθόλου τους εργάτες και τους άλλους συνηθισμένους μέσους ανθρώπους της κοινωνίας που γενικά τους ονομάζει αλλοτριωμένους από το κεφάλαιο.
Σε άλλες εποχές, επαναστατικές, αυτός ο τύπος θα μπορούσε να ακολουθήσει με πάθος το προλεταριάτο και μάλιστα θα έμπαινε στην πρώτη γραμμή της μάχης, ενώ θα γέμιζε τον προλεταριακό στρατό με τις μικροαστικές προκαταλήψεις του. Όμως τώρα ακολουθεί τη διεθνή του σοσιαλφασισμού επειδή το επαναστατικό προλεταριάτο είναι πεσμένο κατά γης. Πρόκειται για ένα ρεύμα ανάλογο μ’ εκείνο που ακολούθησε τα κινήματα του χιτλερικού και φασιστικού αντικαπιταλισμού πριν εβδομήντα χρόνια, που πριν 20 χρόνια ακολούθησε τους μουλάδες του Ισλάμ, που την τελευταία δεκαετία τρέχει πίσω από τους εθνικοσοσιαλιστές του ΡΚΚ και της ΕΤΑ ή βρίσκει μια κρυφή ελπίδα στους πραξικοπηματίες “ιθαγενιστές” Ζαπατίστας.
Αυτός ο μικροαστικός ριζοσπαστικός τύπος δεν είναι ο μοναδικός τύπος του “λαού του Σηάτλ” ή του “λαού του Πόρτο Αλλέγκρε” όπως αυτοονομάζεται αυτό το πλήθος. Εκεί είναι και εκπρόσωποι της συνδικαλιστικής αριστοκρατίας του Βορρά, είναι και οικολόγοι σοσιαλδημοκρατικού τύπου, είναι και εκπρόσωποι ενός ρεφορμιστικού και φιλανθρωπικού κινήματος υπέρ του τρίτου κόσμου.
Όμως αυτή η “ρεφορμιστική” πτέρυγα του κινήματος, αυτή δηλαδή που θέλει μια πιο δημοκρατική, πιο ισότιμη, πιο φιλάνθρωπη πολιτική του ιμπεριαλιστικού κόσμου απέναντι στην παγκόσμια φτωχολογιά, δεν είναι αυτή που δίνει τον τόνο. Τον τόνο τον δίνει ο μικροαστός ριζοσπαστικός αντικαπιταλιστικός στρατός και πάνω απ’ όλα οι σοσιαλφασίστες και οι φασίστες ηγέτες του.
Αυτό φαίνεται καλύτερα αν προσέξει κανείς το απόσπασμα που έστειλε η Ελλάδα στη Γένοβα. Είναι εκεί όλο το γνωστό μέτωπο που αποτελείται από τους κνίτες, τους τροτσκιστές, και τους αναρχικούς, κάτω από την ηγεμονία του ΣΥΝ και του ψευτοΚΚΕ. Αλλά όλο και θα βρει κανείς και κανέναν ρεφορμιστή της ΓΣΣΕ και κανέναν ξέμπαρκο Παπαγιαννάκη.
Όμως στην ουσία δεν έχουμε παρά μια εκδρομή στην Ιταλία της γνωστής διαδήλωσης που υπερασπίζει τους σέρβους σφαγείς, τους εθνικοσοσιαλιστές του ΡΚΚ και τα “δημοκρατικά” δικαιώματα της “17 Νοέμβρη” τη διεφθαρμένη κρατική γραφειοκρατία και γκρεμίζει τη βιομηχανία στο όνομα της πάλης ενάντια στο ιδιωτικό κεφάλαιο, και που σε κάθε ευκαιρία συλλαμβάνει όμηρο το λαό για το καλό των “επαναστατικών αγώνων του”.
Πιστεύουμε ότι αυτή η σύνθεση δεν είναι η τυπική για κάθε “εθνική” αντιπροσωπεία που θα φτάσει στη Γένοβα. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που ηγεμονεύεται από το σοσιαλφασισμό και το τσούρμο της θα πρέπει να είναι από τα χειρότερα. Όμως αυτό το τσούρμο δεν θα παθιαζότανε τόσο πολύ για να βρεθεί στη Γένοβα αν δεν ήξερε ότι θα βρεθεί στο στοιχείο του. Ξέρει δηλαδή ότι εκεί θα είναι όλοι οι ομοϊδεάτες του, δηλαδή οι φαιοκόκκινοι όλου του κόσμου δίπλα σε λίγους αφελείς φιλάνθρωπους φιλελεύθερους και ακόμα πιο λίγους σοσιαλδημοκράτες που λειτουργούν σαν άλλοθι και σαν προκάλυψη του φασισμού σε αυτές τις εξορμήσεις.
Βέβαια, το ελληνικό τσούρμο δείχνει από μια άλλη σκοπιά την πραγματική πολιτικοκοινωνική φυσιογνωμία της Γένοβα. Δείχνει τον βαθιά καθεστωτικό της χαρακτήρα.
Πρέπει να πάρει κανείς σοβαρά υπ’ όψη του το γεγονός ότι εδώ και δύο βδομάδες σύσσωμος ο ελληνικός τύπος, με επικεφαλής το βασικό έντυπο της ελληνικής αστικής τάξης, τη ρωσόφιλη Ελευθεροτυπία, προπαγανδίζει ασταμάτητα την εξόρμηση και δεν βρίσκει τα κατάλληλα λόγια για να υμνήσει το “λαό του Σηάτλ” και τον υπέροχο αγώνα του. Με ένα τέτοιο σφυροκόπημα είναι φυσικό τα Νέα της 16 Ιούλη να καμαρώνουν με τον πρωτοσέλιδο τίτλο τους ότι το 54% του ελληνικού λαού είναι υπέρ της Γένοβα και κατά της παγκοσμιοποίησης.
Μα μήπως ο πρώτος κήρυκας της αντιπαγκοσμιοποίησης δεν είναι ο Χριστόδουλος, αυτός ο αναπαλαιωτής του πιο μαύρου σοβινισμού; Μαζί τους δεν είναι ο υπουργός άμυνας και όλοι ανεξαίρετα οι κομματικοί ηγέτες που καταγγέλλουν τουλάχιστον τον τρόπο με τον οποίο σήμερα γίνεται η παγκοσμιοποίηση και χαιρετίζουν την ειρηνική πλευρά δηλαδή ολόκληρη την πολιτική πλατφόρμα των διαδηλώσεων τύπου Γκέτεμποργκ, Γένοβας κλπ; Είναι φανερό ότι σύσσωμο το έθνος, η εκκλησία, ο στρατός, η κυβέρνηση και τα κόμματα είναι στο πλευρό των παιδιών μας που θα αποβιβασθούν στη Γένοβα. Οι τροτσκιστές του ΣΕΚ έχουν μαζί τους τις ευχές του έθνους, όσο και οι πρωταθλητές του στίβου.
Αυτό το εκτρωματικό φαινόμενο, που μετράει για επανάσταση, γίνεται ακόμα πιο χτυπητό στην περίπτωση της Ιταλίας, όπου το βαθύ καθεστώς, δηλαδή η ψευτοαριστερή νομενκλατούρα που διοικεί τη χώρα καθώς και ο καθολικός κύκλος, η μάνα της ιταλικής, και ένα από τα οχυρά της παγκόσμιας αντίδρασης, είναι φανατικά στο πλευρό των “αγωνιστών” και κατεβάζει πολλές χιλιάδες από αυτούς. Ο ελεγχόμενος από αυτό το καθεστώς δήμος της Γένοβας δίνει χώρο και μέσα επικοινωνίας στο επιτελείο του αγώνα, δίνει κατάλυμα στα σχολεία σε όλους τους ξένους διαδηλωτές. Ταυτόχρονα συρρέουν οι μισοί διάσημοι ιταλοί σκηνοθέτες για να απαθανατίσουν σε μια αρκετά ακριβή παραγωγή την μεγάλη μάχη.
Από πότε οι επαναστάτες, αυτοί που προκαλούν κατάμουτρα τους αρχηγούς του πλανήτη και τους κλείνουν μέσα σε καράβια για να έχουν ασφάλεια, και που τους οδηγούν στην πολιτική άμυνα, εξασφαλίζουν δωρεάν χώρο γενικού επιτελείου, ύπνο (ακόμα και φαί) και άπειρη ευνοϊκή δημοσιότητα;
Αυτά δεν τα πετυχαίνουν ποτέ επαναστάτες. Αυτά είναι κατορθώματα φραξιών των καθεστώτων και αφού εδώ πρόκειται για ενωμένες διεθνείς φράξιες ενάντια τάχα στο διεθνές καθεστώς, θα πρέπει ο διοργανωτής να είναι μια φράξια αυτού του διεθνούς καθεστώτος, δηλαδή μια συγκεκριμένη διεθνής καθεστωτική δύναμη.
Πραγματικά αυτή η δύναμη υπάρχει και βρίσκεται ανάμεσα στους G8. Πρόκειται για την όγδοη δύναμη, τη Ρωσία.
Η σοσιαλφασιστική διεθνής, έκφραση με την οποία εννοούμε τις καθοδηγητικές πολιτικές ομάδες του “λαού του Σηάτλ”, επεξηγεί το G8 σαν ένα G7 συν τη Ρωσία. Η Ρωσία είναι το όνομα που θέλουν να ξεχνιέται μέσα σ’ αυτή την οχτάδα. Λένε με στόμφο “οι εφτά πιο ανεπτυγμένες χώρες” ή οι “εφτά πιο πλούσιες χώρες” και μετά λένε γρήγορα και κάπως αμήχανα “και η Ρωσία”.
Το μεγάλο ζήτημα, δηλαδή το τι δουλειά έχει αυτή η υποτιθέμενη φτωχή και μισοδιαλυμένη Ρωσία, ανάμεσα στους πανίσχυρους του πλανήτη, κανείς από αυτούς τους θεωρητικούς της αντιπαγκοσμιοποίησης δεν το εξετάζει στα σοβαρά.
Βέβαια όλοι θα σου πουν ότι η Ρωσία βρίσκεται εκεί σαν μια επικίνδυνη πυρηνική χώρα, αλλά δεν θα μπουν στον κόπο να συσχετίσουν αυτή την πυρηνική ισχύ με την πολιτική και ύστερα με την οικονομική της ισχύ στον κόσμο.
Έτσι η Ρωσία περνάει απαρατήρητη μέσα σ’ αυτή τη μάζωξη σαν ένα αταίριαστος φτωχός συγγενής. Χάρη σ΄ αυτή την όχι τυχαία αποσιώπηση οι θεωρητικοί και πρακτικοί της αντιπαγκοσμιοποίησης συγκεντρώνουν τα πυρά τους αποκλειστικά στους G7. Όλα τους τα επιχειρήματα και όλα τους τα αιτήματα έχουν να κάνουν αποκλειστικά με αυτούς. Σε ότι αφορά την πολιτική τους αιχμή αυτή συγκεντρώνεται πάντα σε έναν από τους εφτά, τις ΗΠΑ.
Αυτή η διεθνής διάταξη των δυνάμεων, αυτή η διάταξη των “εχθρών των λαών” είναι η κλασσική διάταξη που προβάλλει εδώ και δεκαετίες ο ρώσικος και σήμερα πια και κινέζικος σοσιαλιμπεριαλισμός, όπως και κάθε άλλος αντιδραστικός πόλος στον κόσμο.
Αναφερόμαστε εδώ στην γενική πολιτική πλατφόρμα του κινήματος για να μπούμε στον πυρήνα του ζητήματος. Γιατί μέσα στο γενικό “λαό του Σηάτλ” όπως εξηγήσαμε πριν υπάρχει ένα πλήθος από πρακτικά υποκινήματα, οργανώσεις και συνδικάτα, που το κάθε ένα μπορεί να επικεντρώνεται στην μια ή στην άλλη πλευρά των διεθνών οικονομικών και κοινωνικών αντιθέσεων και να προβάλλει επιμέρους αιτήματα, ανάμεσα στα οποία πολλά θα μπορούσε να τα προσυπογράψει ένας προοδευτικός άνθρωπος αν μπαίνανε μέσα σε ένα άλλο γενικότερο πολιτικό πλαίσιο. Για παράδειγμα το βασικό αίτημα των αμερικάνικων εργατικών συνδικάτων που πρωταγωνίστησαν στο Σηάτλ ήταν να χτυπηθούν εκτός από τα μονοπώλια και τα σοσιαλφασιστικά καθεστώτα και πρώτα πρώτα η Κίνα που σε συνεργασία με τα πρώτα επιβάλουν απόλυτη εκμετάλλευση και φασιστική καταπίεση στους εργάτες που δουλεύουν στα εργαστήριά τους. Αυτό το αίτημα έφερε ένα πραγματικό ρήγμα μέσα στο κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης κάνοντας έξαλλη την κυρίαρχη σοσιαλφασιστική πλευρά του. Τώρα στη Γένοβα αυτό το αίτημα φαίνεται να έχει εξαφανιστεί.
Προοδευτικό επίσης είναι γενικά και το αίτημα για μια ουσιαστική ελάφρυνση των χρεών των πιο φτωχών χωρών του τρίτου κόσμου, που το προβάλλουν μια σειρά μη κυβερνητικές οργανώσεις, όμως πρέπει να τοποθετιέται με άλλο τρόπο.
Τέτοιας φύσης είναι και το αίτημα για αντιμετώπιση του έητζ στον τρίτο κόσμο, ειδικά στην Αφρική με εξασφάλιση φτηνών φαρμάκων.
Όμως σε όλες αυτές τις περιπτώσεις το ιδεολογικό πλαίσιο, δηλαδή ότι η παγκοσμιοποίηση είναι μια καταστροφική εξέλιξη, καθώς και η πολιτική αφετηρία ότι ο κύριος εχθρός είναι η Δύση, δίνουν σε αυτά τα αιτήματα ένα αντιδραστικό χρώμα.
Ασφαλώς από τα ρεύματα της αστικής και μικροαστικής ιδεολογίας, δηλαδή από τους εθνικιστές, τους οπαδούς της επιστροφής στη φύση, τους θρησκόληπτους, τους αντισημίτες και τους ιδεαλιστές κάθε είδους δεν μπορεί να περιμένει κανείς κάτι άλλο. Αυτά τα ρεύματα εκφράζουν τουλάχιστον τον αιώνιο τρόμο της καθυστέρησης μπροστά στην πρόοδο.
Όμως πρέπει να είναι κανείς ξεχωριστά αυστηρός απέναντι σε εκείνους που πολεμάνε την παγκοσμιοποίηση σηκώνοντας τη σημαία του μαρξισμού – λενινισμού. Αυτοί είναι απόλυτα ασυνεπείς και ανέντιμοι χώρια από την αντιδραστική τους θέση. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που αυτοί ακριβώς αποτελούν την ακροδεξιά, δηλαδή την σοσιαλφασιστική πλευρά του κινήματος της αντιπαγκοσμιοποίησης, στον ίδιο βαθμό με τους ανοιχτούς ναζιστές.
Γιατί η παγκοσμιοποίηση έχει μεν σήμερα κοινωνικό φορέα και πρωταγωνιστή το κεφάλαιο, και μάλιστα το μονοπωλιακό κεφάλαιο της Δύσης, αλλά πρώτα απ’ όλα αυτή αποτελεί μια έκρηξη, ένα πλάτεμα και ένα πρωτοφανές βάθεμα των παραγωγικών δυνάμεων της εργασίας σε παγκόσμια κλίμακα, ενώ ταυτόχρονα, όπως κάθε άλλη παραγωγική επανάσταση αποτελεί μια πελώρια και αδυσώπητη μηχανή καταστροφής των εθνικών συνόρων, των εθνικιστικών προκαταλήψεων και τελικά ενοποίησης των λαών και συντόμευσης της διαδικασίας της επανάστασης.
Αυτές οι τάσεις ισχύουν γενικά για τον ώριμο καπιταλισμό και τις παραγωγικές δυνάμεις που αυτός αναπτύσσει. Ο Λένιν αναφέρεται στον “ώριμο καπιταλισμό που τραβά για να μετατραπεί σε σοσιαλιστική κοινωνία και που χαρακτηρίζεται από την επιταχυνόμενη σύσφιξη των κάθε λογής σχέσεων ανάμεσα στα έθνη, το σπάσιμο των εθνικών φραγμών, τη δημιουργία της διεθνούς ενότητας του κεφάλαιου, της οικονομικής ζωής γενικά, της πολιτικής, της επιστήμης, κ.λπ.” και παρακάτω: “ο μαρξισμός προβάλλει στη θέση κάθε εθνικισμού το διεθνισμό που αναπτύσσεται μπροστά στα μάτια μας με κάθε βέρστι σιδηροδρομικής γραμμής, με κάθε διεθνές τράστ, με κάθε ένωση εργατών (διεθνή ως προς την οικονομική της δράση, και κατόπιν ως προς τις ιδέες και τις επιδιώξεις της)” (Κριτικά σημειώματα πάνω στο εθνικό ζήτημα, 19ος τόμος).

Ο ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ

Στην εποχή του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού αυτές οι τάσεις που καταγράφει ο Λένιν έρχονται στην άκρη τους και ζωγραφίζουν τώρα δα μπροστά στα μάτια μας τους υλικούς και τελικά τους διανοητικούς όρους της νέας παγκόσμιας σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός που είναι στην πραγματικότητα παγκοσμιοποιημένος ιμπεριαλισμός, είναι συνυφασμένος με μια σειρά μεγάλες επιστημονικές και τεχνικές ανακαλύψεις που έχουν φέρει όχι μία, αλλά μια σειρά από επαναστάσεις στις παραγωγικές δυνάμεις και στις μεθόδους παραγωγής σε πολλά επίπεδα. Στην κορωνίδα αυτών των ανακαλύψεων στέκεται εκείνη της πληροφορικής που έφερε μια διπλή παραγωγική επανάσταση, πρώτα μια επανάσταση πάνω στην ταχύτητα της επικοινωνίας και ύστερα μια επανάσταση στην επεξεργασία δεδομένων οπότε και στη λογική ικανότητα και την επιδεξιότητα των αυτοματοποιημένων συστημάτων.
Τελικά η πληροφορική επαναστατικοποίησε και την ίδια την επιστήμη. Έτσι αποτέλεσε την αναγκαία υλική προϋπόθεση της σύγχρονης φυσικής θεωρίας του χάους, ενώ πρόσφερε ένα ασύλληπτο εργαλείο προόδου σε όλους τους υπόλοιπους επιστημονικούς τομείς. Η επανάσταση της γεννετικής και της βιοτεχνολογίας για παράδειγμα θα ήταν αδύνατη δίχως την επανάσταση της πληροφορικής.
Πραγματικά χρειάζεται πολύς χώρος μόνο για να αραδιάζει κανείς νέους επιστημονικούς κλάδους, τεχνικές ανακαλύψεις, τεχνολογικούς άθλους, και νέα συστήματα παραγωγής που ξεπετάγονται ακατάπαυστα. Ο κόσμος, ακόμα και ο καθημερινός κόσμος αλλάζει με μια ταχύτητα που κάνει απαρχαιωμένη κάθε μαθησιακή διαδικασία και κάθε εμπειρική τεχνική συνήθεια σχεδόν λίγο μετά την εισαγωγή της.
Μέσα σ’ αυτή την ιλιγγιώδη κίνηση οφείλουμε πάντως να συγκρατήσουμε το ειδικά καινούργιο και το σχετικά σταθερό για μια μεγαλύτερη περίοδο που κουβαλάει μέσα του ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός, δηλαδή το ειδικό στην εποχή της παγκοσμιοποίησης.
Αυτό είναι το γεγονός ότι η ίδια η βιομηχανική παραγωγική διαδικασία ενός ενιαίου προτσές παραγωγής δεν ξετυλίγεται όπως προηγούμενα μέσα σ’ ένα γεωγραφικά περιορισμένο χώρο ενός εργοστασίου, σ’ ένα χώρο που είναι τμήμα μιας περιορισμένης εδαφικής κρατικής επικράτειας, αλλά ξετυλίγεται σ’ ένα ευρύτατο χώρο που απλώνεται σε περισσότερες από μια κρατικές εδαφικές επικράτειες. Έτσι το ενιαίο προτσές παραγωγής γίνεται διεθνές-διακρατικό.
Αυτή δεν είναι ακόμα η καθολική μορφή που έχει πάρει το παραγωγικό προτσές στον σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο, αλλά είναι η νέα τυπική μορφή που παίρνουν όλο και περισσότερο οι πιο προωθημένες παραγωγικές λειτουργίες του σύγχρονου μονοπώλιου και του σύγχρονου ιμπεριαλισμού.

Τι εννοούμε όταν λέμε διεθνές – διακρατικό ενιαίο προτσές παραγωγής.

Εννοούμε ότι μέχρι τώρα όποιος κι αν ήταν ο όγκος, η κεφαλαιϊκή σύνθεση και η διεθνής έκταση του συνολικού κεφάλαιου που καταλάμβανε μια καπιταλιστική επιχείρηση, δηλαδή όσα εργοστάσια κι αν έλεγχε, σε διάφορα μέρη του πλανήτη, όσο διασκορπισμένες κι αν ήταν οι πηγές προμήθειας αυτών των εργοστασίων, όσο διασκορπισμένες οι αγορές κατανάλωσης των προϊόντων τους, όσο διαχυμένες οι χρηματιστικές πηγές και η “εθνική σύνθεση” του μετοχικού του όγκου, ίσχυε σε ότι αφορά την παραγωγή ένα πράγμα, ότι κάθε μεγάλης κλίμακας βιομηχανική διαδικασία ολοκλήρωνε την κατασκευή ενός προϊόντος μέσα στον ίδιο γεωγραφικό και επακόλουθα κρατικό χώρο. Τώρα και αυτό έχει αλλάξει. Αυτό μπορούμε να το δούμε αν πάρουμε μια σύγχρονη αυτοκινητοβιομηχανία. Η γενική παραγωγική τάση που επικρατεί σ’ αυτήν είναι ότι τα ειδικά μέρη που αποτελούν το τελικό προϊόν, παράγονται ή συναρμολογούνται σε ξεχωριστές παραγωγικές εγκαταστάσεις σε όλο τον πλανήτη. Αυτά τα ειδικά μέρη (τα εξαρτήματα) δεν μπορούν να υπάρξουν αυτόνομα αν δεν ολοκληρωθεί το ενιαίο προτσές της σύνθεσής τους. Αυτό δεν ολοκληρώνεται πια στα πλαίσια μιας γιγαντιαίας ενιαίας παραγωγικής διαδικασίας σ’ έναν ορισμένο χώρο, αλλά σ’ έναν πελώριο διεθνή χώρο. Βεβαίως ένα εξάρτημα, π.χ. ένα ανταλλακτικό μπορεί να υπάρξει μόνο του σαν εμπόρευμα, αλλά με τον όρο ότι έχει παραχθεί προηγούμενα το συνολικό προϊόν (π.χ. ένα αυτοκίνητο) που κάποια στιγμή θα κάνει απαραίτητη τη χρησιμοποίηση του ανταλλακτικού για να συνεχίσει να λειτουργεί.
Συχνά αυτές οι ξεχωριστές διαδικασίες παραγωγής αποκεντρώνονται σε ειδικές εταιρίες που κατασκευάζουν εξαρτήματα ή ολόκληρα μέρη του αυτοκινήτου και που λειτουργούν σαν αποκλειστικοί προμηθευτές ή υπεργολάβοι της κεντρικής εταιρίας. Βέβαια η τελική συναρμολόγηση γίνεται σε μια καθορισμένη μονάδα, και σε ένα καθορισμένο γεωγραφικό χώρο, όμως καμμιά μονάδα δεν μπορεί να είναι σήμερα τόσο μεγάλη για την ακρίβεια, δεν συμφέρει από την άποψη της παραγωγικής αποδοτικότητας να συγκεντρώνει μέσα της όλη τη γκάμα των εξαρτημάτων και όλες τις διαδικασίες που συγκροτούν το τελικό προϊόν.
Μια τέτοια καθετοποίηση είναι σήμερα τεχνικά και παραγωγικά ασύμφορη.
Η επιπόλαιη αντικαπιταλιστική κριτική αυτής της τρομακτικά προοδευτικής εξέλιξης στο σύγχρονο παραγωγικό προτσές υψώνει το εξής επιχείρημα. Ότι το παραγωγικό σπάσιμο της ενιαίας διαδικασίας γίνεται μόνο και μόνο για να αξιοποιηθούν τα φτηνότερα μεροκάματα με τα οποία μπορεί να δουλεύει το ίδιο το συγκρότημα, ή οι υπεργολάβοι του, σε ορισμένες χώρες. Κατ’ αρχήν ούτε αυτό το επιχείρημα δεν αναιρεί το γεγονός ότι και όταν συμβαίνει αυτό η παραγωγή διαχέεται υποχρεωτικά και στις χώρες με τα φτηνότερα μεροκάματα, που είναι συνήθως και οι σχετικά λιγότερο ανεπτυγμένες παραγωγικά με αποτέλεσμα αυτές να γίνονται απαραίτητες και καθοριστικές στην λειτουργία της συνολικής παραγωγικής αλυσίδας και να εκσυγχρονίζονται βιομηχανικά στο έπακρο. Ωστόσο ο καταμερισμός των διαφορετικών μορφών και φάσεων της παραγωγικής διαδικασίας σε διαφορετικά γεωγραφικά σημεία μόνο δευτερευόντως έχει να κάνει με τη διαφοροποίηση των μισθών. Κυρίως έχει να κάνει με τον διεθνή τεχνικό καταμερισμό (δεν μιλάμε εδώ για τον κοινωνικό) της εργασίας που οφείλεται στα αντικειμενικά διαμορφωμένα ειδικά πλεονεκτήματα στην παραγωγή και τον σχεδιασμό ειδικών προϊόντων ή τμημάτων προϊόντων των διαφορετικών παραγωγικών οργανισμών σε διαφορετικές χώρες. Αυτό αποδεικνύεται από το ότι σήμερα το πιο σύγχρονο και ανεπτυγμένο διεθνικό – διακρατικό εργοστάσιο που περιγράψαμε δεν απλώνεται κύρια ανάμεσα στον ανεπτυγμένο και στον αναπτυσσόμενο βιομηχανικό κόσμο, αλλά ανάμεσα στις διαφορετικές χώρες του ίδιου του ανεπτυγμένου βιομηχανικού κόσμου.
Ένας συνηθισμένος τύπος τέτοιας παραγωγικής συγχώνευσης στην αυτοκινητοβιομηχανία είναι οι στρατηγικές συνεργασίες διαφορετικών αυτοκινητοβιομηχανιών π.χ Ρενό και Volvo ή Ρενό και Νισσάν που η καθεμιά από αυτές αναλαμβάνει την σχεδιαστική ανάπτυξη και την παραγωγή ενός μέρους του αυτοκινήτου π.χ ενός εξελιγμένου τύπου μηχανής ή ακόμα ενός μέρους της παραγωγικής διαδικασίας π.χ κοινές πλατφόρμες συναρμολόγησης. Σε τελική ανάλυση αυτή η ένωση διαφορετικών γεωγραφικά διασκορπισμένων επιστημονικοτεχνικών και παραγωγικών μηχανισμών είναι αποτέλεσμα του όλο και πιο τεράστιου όγκου γνώσης στην έρευνα και τεχνολογία, τεχνικής κατάρτισης των άμεσων παραγωγών και όγκου υλικού κεφάλαιου, που απαιτείται για να κατασκευαστεί ένα σύγχρονο πολύπλοκο προϊόν σε μια μαζική κλίμακα.
Αυτό φαίνεται με ενάργεια στην πιο ακραία περίπτωση ενιαίου διεθνικού παραγωγικού προτσές που είναι η βιομηχανία κατασκευής αεροπλάνων της Αίρμπας. Εδώ ο ευρωπαϊκοί βιομηχανικοί γίγαντες της αεροναυπηγικής και της ηλεκτρομηχανοκατασκευής, διαπίστωσαν ότι δεν θα μπορούσαν ο καθένας ξεχωριστά να ανταγωνιστούν την Μπόϊνγκ αν δεν ένωναν στα γρήγορα τη βρετανική βιομηχανία κατασκευής τουρμπινοκινητήρων, με τη γαλλική σχεδιαστική και κατασκευαστική γνώση στην αεροναυπηγική και τη γερμανική τελειότητα στις ηλεκτρομηχανολογικές κατασκευές.
Το νέο Αίρμπας μεγάλης χωρητικότητας συμφωνήθηκε να συναρμολογείται στη Γαλλία αλλά η καρδιά, τα νεύρα του και τα πιο μεγάλα τμήματα του σκελετού του θα χτίζονται στην Αγγλία και στη Γερμανία. Για να μπορούν τα μέρη της πελώριας ατράκτου του νέου Αίρμπας να μεταφερθούν από το Αμβούργο στην Τουλούζη όπου θα γίνεται η τελική συναρμολόγηση θα πρέπει να διευρυνθεί σε πλάτος και σε ύψος (ανύψωση γεφυρών) ένας ήδη πολύ φαρδύς γαλλικός αυτοκινητόδρομος. Η παγκοσμιοποιημένη κατασκευή του νέου Αίρμπας θα αλλάξει ακόμα και την κλίμακα ενός μέρους του γαλλικού τοπίου.
Αλλά το σπάσιμο των κρατικών συνόρων δεν είναι μόνο μια άμεση παραγωγική αναγκαιότητα για κράτη μεσαίας κλίμακας, όπως τα ευρωπαϊκά. Είναι μια όλο και πιο αδυσώπητη ανάγκη ακόμα και για γιγαντιαία κράτη της έκτασης και του παραγωγικού δυναμικού των ΗΠΑ όταν πρόκειται για τους πιο προωθημένους τομείς τεχνολογικής αιχμής όπως είναι η έρευνα του μικρόκοσμου ή η διαστημική έρευνα και οι διαστημικές εφαρμογές όπου στο επίπεδο μιας διαστημικής εξέδρας, ή των πυραύλων που εκτοξεύουν τηλεπικοινωνιακούς δορυφόρους, ή ενός επιταχυντή στοιχειωδών σωματιδίων στα οποία όχι μόνο ένα πολυεθνικό μονοπώλιο, αλλά ούτε μια υπερδύναμη δεν μπορεί πια να τα βγάλει πέρα μόνη της. Το διακρατικό εργοστάσιο λοιπόν εκτός από το να σημαίνει γεωγραφική διασπορά του ενιαίου προτσές παραγωγής σε πολλές εθνικές επικράτειες, μπορεί να σημαίνει ιδιοκτησία και έλεγχο ενός ορισμένου και συγκεντωμένου στο χώρο πελώριου μέσου παραγωγής ή έρευνας, από πολλά κράτη. (Αυτή είναι μια ανώτερη βαθμίδα διεθνικής – διακρατικής συνεργασίας από εκείνη της πολυεθνικής επιχείρησης).
Αυτή η παραγωγική παγκοσμιοποίηση που περιγράψαμε δεν θα μπορούσε να γίνει ποτέ δυνατή δίχως την επανάσταση της πληροφορικής. Αν σήμερα είναι δυνατό να λειτουργήσει ένα ενιαίο παραγωγικό προτσές σε μια απέραντη γεωγραφική έκταση ή ένα συγκεντρωμένο στο χώρο προτσές με διεθνική – διακρατική συμμετοχή και έλεγχο αυτό είναι δυνατό χάρη χάρη στην επανάσταση της πληροφορικής.
Δίχως τα δίκτυα της πληροφορικής που μεταφέρουν δεδομένα, εικόνες, και ντιρεκτίβες σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης και μέσα σε όλες τις ίνες της σύγχρονης επιχείρησης σε χρόνο μηδενικό θα ήταν αδύνατος ο έλεγχος και η πραγματοποίηση μιας τόσο ακριβούς και λεπτής σύνθεσης τόσο πολύμορφων και απομακρυσμένων στο χώρο δραστηριοτήτων όσο αυτών που περιγράψαμε.
Εννοείται ότι αφού είναι δυνατό το ενιαίο υλικό παραγωγικό προτσές σε μια τόσο πλατιά γεωγραφική κλίμακα είναι ακόμα πιο εύκολες οι “άϋλες” χρηματιστικές λειτουργίες του κεφάλαιου.
Σε αυτό το τελευταίο επίπεδο, δηλαδή το επίπεδο της κυκλοφορίας του κεφάλαιου, γίνεται πιο χτυπητή η παγκοσμιοποίηση και πιο αντιληπτή στη μέση συνείδηση, σαν παγκοσμιοποίηση των χρηματιστιριακών αγορών. Είναι εδώ που η πληροφορική έχει εκμηδενίσει το χρόνο και τις αποστάσεις για τη συνείδηση της πλατειάς μάζας και εδώ που σε μηδενικό χρόνο εκδηλώνονται οι καταστροφές ολόκληρων οικονομιών καθώς τα κεφάλαια μετατοπίζονται σε στιγμές κρίσης αστραπιαία από μια περιοχή του πλανήτη σε μια άλλη.
Πάνω εδώ σπεκουλάρει κυρίως ο αγοραίος αντικαπιταλισμός για να χτυπήσει την παγκοσμιοποίηση γενικά. Όπως σπεκουλάρει και στην αυξανόμενη απόλυτη ή και σχετική εξαθλίωση των μαζών, όπως σπεκουλάρει και στο αυξανόμενο χάσμα ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές και στις εξαρτημένες χώρες του τρίτου κόσμου.
Όπως κάθε αντιδραστικός αντικαπιταλισμός στην ιστορία, έτσι κι αυτός ενάντια στην παγκοσμιοποίηση θέλει και μπορεί να βλέπει μόνο τη μια, την καταστροφική πλευρά του κεφάλαιου. Είναι αδύνατο από την φύση των αντιδραστικών αντικαπιταλιστικών τάξεων, να δουν την πλευρά των παραγωγικών δυνάμεων που το κεφάλαιο εκπροσωπεί και που επί ποινή θανάτου οφείλει διαρκώς να επαναστατικοποιεί. Έτσι όχι μόνο επιτίθενται και στην παραγωγική πλευρά του αλλά βασικά επιτίθενται με περισσότερη λύσσα σε αυτήν γιατί αντιλαμβάνονται ότι οι νέες γιγαντιαίες παραγωγικές δυνάμεις είναι αυτές που θα δώσουν το τελειωτικό μοιραίο χτύπημα σε όλες τις αντιδραστικές τάξεις.
Έτσι λοιπόν επιτίθενται στη συγκέντρωση των παραγωγικών δυνάμεων σε παγκόσμια κλίμακα, επιτίθενται στην επικοινωνία και το σπάσιμο των συνόρων και τέλος επιτίθενται στις νέες επιστημονικές και τεχνολογικές ανακαλύψεις. Επιτίθενται δηλαδή σε όλους εκείνους τους παράγοντες στους οποίους το συνειδητό διεθνές προλεταριάτο βλέπει την μελλοντική του απελευθέρωση και ευημερία.
Σημαίνει αυτό ότι το συνειδητό προλεταριάτο χαιρετίζει τον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό; Όχι. Αντίθετα θέλει να ανατρέψει τον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό, στο βαθμό που είναι κι αυτός μια αναπτυγμένη ώριμη εκδήλωση του ιμπεριαλισμού. Όμως θέλει να τον ανατρέψει όχι επειδή είναι παγκοσμιοποιημένος, αλλά αποκλειστικά επειδή είναι καπιταλισμός. Μάλιστα χαιρετίζει την παγκοσμοιοποιημένη του πλευρά, κυρίως γιατί πάνω σ’ αυτήν θα πατήσει για να την ανατρέψει. Γιατί είναι αυτή η πλευρά που θα αποτελέσει την βάση για την διεθνή ενότητα των εργατών. Μόνο μια τέτοια ενότητα σε τελική ανάλυση θα μπορεί να αντιπαρατεθεί και να νικήσει το διεθνές κεφάλαιο. Και μια τέτοια ενότητα είναι δυνατή πάλι σε τελική ανάλυση μόνο αν δημιουργηθούν όχι απλά οι ιδεολογικοί, αλλά κυρίως οι υλικοί όροι για το πραγματικό, υλικό πέσιμο των συνόρων και για τη συντριβή των εθνικισμών που έχουν αποτελέσει ως τώρα το μεγαλύτερο βαρίδι στην προλεταριακή επανάσταση.
Σημαίνει μήπως αυτό ότι το πέσιμο των συνόρων και η διεθνής ενότητα του κεφάλαιου θα μετριάσει και θα κάνει πιο ανώδυνη την διεθνή ταξική πάλη όπως πιστεύουν μερικοί σοσιαλδημοκράτες, οπαδοί της παγκοσμιοποίησης; Όχι. Αντίθετα θα την κάνει πιο ωμή, πιο ανοιχτή και πιο βίαιη. Μάλιστα μερικοί από τους αντικαπιταλιστές εχθρούς της παγκοσμιοποίησης είναι καλυμμένοι ρεφορμιστές που την τρέμουν ακριβώς επειδή αυτή κάνει πιο ξεκάθαρη την ταξική καταπίεση δηλαδή της στερεί τον εθνικό μανδύα ο οποίος τόσο περιπλέκει τα πράγματα.
Αντίθετα λοιπόν ακριβώς από την “αναγκαστική” θέση του αντικαπιταλιστικού επαναστατικού προλεταριάτου υπέρ της παγκοσμιοποίησης, οι μικροαστοί και κυρίως οι σοσιαλφασίστες αντικαπιταλιστές εξεγείρονται ενάντια στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό κύρια επειδή είναι παγκοσμιοποιημένος. Μάλιστα εξεγείρονται πάνω απ’ όλα γιατί “αφομιώνει τα έθνη”, “καταργεί τις εθνικές ταυτότητες και κουλτούρες” τις “παραδόσεις” κ.λπ. Αυτά τα λέγανε πάντα εθνικιστές, παπάδες και αντισημίτες. Αλλά γι’ αυτούς που παριστάνουν τον μαρξιστή – λενινιστή υπάρχουν άφθονες φράσεις σαν αυτή του Λένιν: “Μένει η παγκόσμια ιστορική τάση του καπιταλισμού να σπάζει τους εθνικούς φραγμούς, να σβήσει τις εθνικές διαφορές και να αφομοιώνει τα έθνη, τάση που από δεκαετία σε δεκαετία εκδηλώνεται με όλο και μεγαλύτερη ισχύ και αποτελεί έναν από ισχυρότερους κινητήρες που μετατρέπουν τον καπιταλισμό σε σοσιαλισμό” (Στο ίδιο, η υπογράμμιση του Λένιν).
Βεβαίως εκτός από τη διεθνιστική πλευρά της η παγκοσμιοποίηση πληγώνει όλους τους μικροαστούς αντικαπιταλιστές, σοσιαλφασίστες και μη, και με την παραγωγική και επιστημονικοτεχνική της πλευρά. Είναι γνωστός ο τρόμος που έχει καταλάβει τον οικολογικό μεσαίωνα, τους παπάδες, τους αντισημίτες και την κάθε μορφής καθυστέρηση για την επανάσταση στη γεωργία (μεταλλαγμένα) και την ιατρική (κλωνοποίηση) που έχουν φέρει οι καταπληκτικές ανακαλύψεις της γεννετικής, όπως είναι γνωστός ο παλιότερος κοινός τρόμος όλων αυτών για την πυρηνική ενέργεια, ή η κατακλυσμική υπερεκτίμηση που κάνουν για το φαινόμενο του θερμηκηπίου και γενικά για την κατάρρευση της φυσικής ισορροπίας του πλανήτη.
Αυτά όλα είναι λίγο πολύ γνωστά και αντιληπτά σε όσους έχουν έστω και μια μικρή εξοικείωση με τη σύγχρονη επιστήμη και τεχνολογία καθώς και με την μαρξιστική θεωρία και την ιστορία των προλεταριακών επαναστάσεων. Άλλωστε η μεγάλη μάζα των προοδευτικών και ενημερωμένων ανθρώπων βλέπει με μεγάλη δυσπιστία όλο αυτό το κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης και ακόμα λιγότερο συμμετέχει σ’ αυτό.

Η ΑΝΤΙ-ΠΑΓΚΟΣΜΟΙΟΠΟΙΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΟΥ ΟΓΔΟΟΥ G

Εκείνο όμως που είναι ελάχιστα γνωστό και που είναι πολύ δύσκολο να το μαντέψει κανείς, είναι αυτό που γράψαμε στην εισαγωγή του άρθρου μας, ότι το κίνημα αυτό είναι κύρια ένα κίνημα που αντικειμενικά υπηρετεί τα συμφέροντα ειδικά του όγδοου των G8 και γενικότερα του ρωσο-κινέζικου φασιστικού άξονα.
Εδώ δεν θα αναφερθούμε τόσο στα στοιχεία με τα οποία μας τροφοδοτεί η σύνθεση των διαδηλωτών της Γένοβας που το πιο χτυπητό ανάμεσά τους είναι η ομόθυμη δραστήρια και μαζική συμμετοχή των σοσιαλφασιστών όλης της Ευρώπης και μάλιστα η τεράστια αναλογικά συμμετοχή των σοσιαλφασιστών της πιο ρωσόφιλης από όλες τις χώρες της Ευρώπης, της Ελλάδας. Είναι η ίδια η φύση της γενικής αντιπαγκοσμιοποιητικής πλατφόρμας που υπηρετεί τα συμφέροντα του ρώσικου σοσιαλιμπεριαλισμού και ευρύτερα τα συμφέροντα του άξονα Μόσχας, Πεκίνου, Τεχεράνης. Άλλωστε θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο, ή μάλλον αδύνατο σε μικροαστούς να πραγματοποιήσουν τέτοιας κλίμακας συντονισμένες κινητοποιήσεις σαν αυτές από το Σηάτλ και μετά δίχως μια κεντρική και συντονισμένη διεθνή πολιτική υποστήριξη. Ο διεθνής κνίτης δεν τρέχει πουθενά δίχως να φυσάει διεθνής κνίτικος άνεμος και είναι ανίκανος για την παραμικρή σημαντική πολιτική πρωτοβουλία, έξω από τον περίγυρο της σχολής του.
Αυτό δεν σημαίνει ότι την μικροαστική πλατφόρμα την εφεύρε ο σοσιαλιμπεριαλισμός. Τα στοιχεία αυτής της πλατφόρμας παράγονται ασταμάτητα και αυθόρμητα στο κεφάλι των μικροαστών, των παπάδων, των εθνικιστών και των αντισημιτών στην επαφή τους με τη σύγχρονη πραγματικότητα παντού στον κόσμο. Εκείνο που κάνει ο σοσιαλιμπεριαλισμός είναι αυτά τα αυθόρμητα στοιχεία που είναι πάντα αντιφατικά, να τα επιλέγει, να τα συστηματοποιεί και να τα ενοποιεί ώστε να υπηρετούν τη δικιά του παγκόσμια πολιτική στρατηγική.
Που φαίνεται λοιπόν το Κρεμλίνο στην πλατφόρμα της αντι-παγκοσμιοποίησης;
Φάινεται στο ότι με αυτή βάλλεται αποκλειστικά το δυτικό οικονομικό μονοπώλιο και καθόλου το ανατολικό στρατοκρατικό. Χτυπιέται αποκλειστικά ο ελεύθερος ανταγωνιστικός καπιταλισμός της Δύσης και ποτέ ο γραφειοκρατικός κρατικός καπιταλισμός της Ανατολής. Χτυπιέται ο αστικός φιλελευθερισμός και όχι ο αστικός φασισμός. Χτυπιέται η κυριαρχία του χρήματος και όχι η κυριαρχία του χωροφύλακα και του στρατοκράτη, χτυπιέται η πτώχευση και η ανεργία και όχι τα βασανιστήρια και η καταναγκαστική εργασία. Χτυπιέται ο κοσμοπολιτισμός του κεφάλαιου και όχι οι εθνικοί και θρησκευτικοί σοβινισμοί.
Δεν είναι τυχαίο ότι ποτέ οι “αντιπαγκοσμιοποιηστές” δεν έκαναν κεντρικό ζήτημα τις χιτλερικές σφαγές που πραγματοποίησαν οι “ανατολικοί ορθόδοξοι” Σέρβοι στη Βοσνία όταν δεν τις υποστήριξαν και ακόμα λιγότερο, την χειρότερη από χιτλερική συμπεριφορά της Ρωσίας στην Τσετσενία, ενώ πάντα υποστηρίζουν τους σοσιαλναζί τύπου ΕΤΑ και του ΡΚΚ.
Επίσης δεν είναι τυχαίο που κάνουν κεντρικό ζήτημα για το περιβάλλον την συμφωνία του Κιότο, που ευνοεί σκανδαλωδώς τη Ρωσία και την Κίνα σε βάρος της δυτικής βιομηχανίας και δεν λένε λέξη για το ότι η μεγαλύτερη μόλυνση, συμβατική και πυρηνική, καθώς και σπατάλη φυσικού περιβάλλοντος σε όλο τον πλανήτη γίνεται πάλι στη Ρωσία.
Κυρίως όμως το ίδιο τους το κεντρικό σύνθημα ενάντια στην εμπορευματοποίηση και τον νεοφιλελευθερισμό που λέγεται με πολλούς τρόπους: “η γη δεν είναι εμπόρευμα”, “ ο άνθρωπος πάνω από τα κέρδη”, “η παιδεία, η υγεία, η ασφάλεια δεν είναι εμπορεύματα” κ.λπ κρύβει τον πυρήνα της σοσιαλφασιστικής λογικής όλου του κινήματος.
Η κατάργηση του εμπορευματικού χαρακτήρα που παίρνει το προϊόν της ανθρώπινης παραγωγικής δραστηριότητας και τελικά σχεδόν κάθε πράγμα και κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα στο σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο, είναι ένας στρατηγικός στόχος του επανασταστικού προλεταριάτου. Η κατάργηση του καπιταλισμού σημαίνει τελικά την κατάργηση του εμπορεύματος.
Όμως κάθε κατάργηση του εμπορεύματος και της εμπορευματικής παραγωγής δεν σημαίνει σώνει και καλά κατάργηση του καπιταλισμού.
Η κατάργηση της εμπορευματικής παραγωγής ή έστω το χτύπημα και ο περιορισμός της εμπορευματικής παραγωγής μπορεί να γίνει και από το μονοπώλιο το ίδιο το οποίο αποτελεί σε τελική ανάλυση μια άρνηση του κεφάλαιου μέσα από το ίδιο το κεφάλαιο.
Το μονοπώλιο το ίδιο δηλαδή αναιρεί το βασικό νόμο της εμπορευματικής ζωής που είναι η ανταλλαγή λίγο πολύ αξιακά ισοδύναμων προϊόντων ανάμεσα σε ελεύθερους εμπορευματο-κατόχους με τη μεσολάβηση του χρήματος. Γιατί το μονοπώλιο επιβάλλει σε τελική ανάλυση άνισους όρους ανταλλαγής μέσω της οικονομικής ή της πολιτικής βίας. Είναι μια βασική αντίφαση του καπιταλισμού άλλωστε ότι ο ελεύθερος ανταγωνισμός γεννάει από τη φύση του τη συγκέντρωση του κεφάλαιου και η συγκέντρωση αυτή γεννάει το μονοπώλιο που με τη σειρά του συντρίβει τον ελεύθερο ανταγωνισμό. Πάνω στην αντίφαση αυτή συντρίβεται πάντα και ο αστικός φιλελευθερισμός στην οικονομία και τελικά και στην την πολιτική. Όμως η πιο απεχθής μορφή του σύγχρονου μονοπώλιου είναι η μορφή του κρατικού μιλιταριστικού μονοπώλιου, δηλαδή του οικονομικού μονοπώλιου που ελέγχει απόλυτα την πολιτική εξουσία. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις το μονοπώλιο γίνεται η συμπύκνωση της εξωοικονομικής βίας γίνεται καθαρή πολιτική βία και μπορεί να καταργήσει κάθε ελευθερία στην ανταλλαγή.
Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να καταργήσει (και μάλιστα καταργεί πρώτα πρώτα) την ελευθερία του κατόχου του εμπορεύματος, “εργατική δύναμη”, δηλαδή του εργάτη, να πουλήσει στην αγορά το εμπόρευμά του, δηλαδή να ανταλλάξει ελεύθερα την εργατική του δύναμη με άλλα εμπορεύματα. Το κρατικό μιλιταριστικό μονοπώλιο μπορεί να μετατρέπει την εργατική δύναμη σε ιδιοκτησία του κράτους ή ιδιοκτησία μιας κρατικά πανίσχυρης ολιγαρχίας και έτσι να την καταργήσει σαν εμπόρευμα. Όταν έτσι γίνεται καταναγκαστική η εργασία αυτόματα γίνεται καταναγκαστική, υποχρεωτική και τελικά μη εμπορευματική και κάθε άλλη ανταλλαγή στην κοινωνία.
Αυτού του τύπου η καπιταλιστική οικονομία έχει υπάρξει. Η πιο τυπική της έκφραση είναι η οικονομία του πολεμικού καπιταλισμού των κρατικών στρατοκρατικών ιμπεριαλισμών της Γερμανίας και της Ιαπωνίας, στη διάρκεια και πριν από τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο, ενώ λίγο-πολύ κάθε προηγούμενος από αυτούς πολεμικός καπιταλισμός, έχει το χαρακτηριστικό της κατάργησης των καθ’ αυτό εμπορευματικών σχέσεων.
Σε μικρότερους βαθμούς και σε διαφορετική κάθε φορά ποιότητα συγκρούεται με την εμπορευματική παραγωγή και την ανταλλαγή στα πλαίσια του ελεύθερου ανταγωνιστικού καπιταλισμού, κάθε σημερινός κρατικός μιλιταριστικός καπιταλισμός, είτε είναι σοσιαλιμπεριαλιστικός, όπως στη Ρωσία και την Κίνα, είτε είναι τριτοκοσμικού τύπου.
Όταν είναι αυτού του τύπου ο καπιταλισμός τότε συγκρούεται με τον κυρίως εμπορευματικό, δηλαδή τον καπιταλισμό “φιλελεύθερου τύπου” από τα δεξιά. Στο πολιτικό επίπεδο πρόκειται για τη σύγκρουση της φασιστικής δικτατορίας της αστικής τάξης με την δημοκρατική δικτατορία της αστικής τάξης. Αυτή η διαφορά είναι πάντα ζωτική για το προλεταριάτο και τους λαούς του κόσμου ιδιαίτερα σε περιόδους σαν τη σημερινή που η ταξική τους συγκρότηση, είναι σχεδόν ανύπαρκτη και που χρειάζονται σαν το οξυγόνο την πολιτική δημοκρατία για να ζυμώσουν τις ιδέες του νέου κύματος των επαναστατικών τους εξορμήσεων και για να οργανώσουν τα νέα κόμματά τους.
Το κίνημα του όγδοου των G ενάντια στους υπόλοιπους επτά G είναι το κίνημα της ανερχόμενης παγκόσμιας φασιστικής αντίδρασης των στρατοκρατών, των κρατικιστών τυρράνων, των διεφθαρμένων και αρπακτικών γραφειοκρατών, των σοβινιστών, των σύγχρονων δουλοκτητών και φεουδαρχών, των εγληματικών μαφιών κάθε είδους ενάντια στις πιο σύγχρονες στο παραγωγικό επίπεδο και τις πιο δημοκρατικές στο πολιτικό επίπεδο μορφές του παγκόσμιου καπιταλισμού.
Το κίνημα του όγδοου G, που το ονομάζουμε παγκόσμιο σοσιαλφασιστικό κίνημα καταφέρεται ενάντια στη φιλελεύθερη πλευρά του καπιταλισμού από την πλευρά της πιο αντιδραστικής, της πιο φασιστικής, της πιο τυπικά “μονοπωλιακής” του πλευράς.
Αυτοί που καταφέρονται ενάντια στο δυτικό οικονομικό μονοπώλιο σαν το κατ’ εξοχήν ιμπεριαλιστικό μονοπώλιο το κάνουν, όταν δεν ανήκουν συνειδητά στο μαύρο μέτωπο που περιγράψαμε, επειδή δεν καταλαβαίνουν ότι το μονοπώλιο σε τελευταία ανάλυση οδηγεί στην εξωοικονομική βία, δηλαδή στην πολιτική βία πάνω στην αγορά και τελικά στην κατάργηση της αγοράς. Το οικονομικό μονοπώλιο ολοκληρώνεται σαν τέτοιο, όταν γίνει πολιτικό μονοπώλιο, και μάλιστα όταν αυτή η εξουσία εξελιχθεί σε απόλυτη και ωμή βία στις μάζες και στον κάθε ανταγωνιστή της. Δεν είναι τυχαίο ότι το κρατικό δηλαδή το “πολιτικό” μονοπώλιο του σοσιαλιμπεριαλισμού, που στην Κίνα έχει πάρει τις πιο λεπτές, ευρηματικές και ακόμα κτηνώδεις ιδιότητες από παντού αλλού στον κόσμο, συνδέεται θαυμάσια, συμμαχεί και συγχωνεύεται με το δυτικό μονοπώλιο για να ασκήσει την πιο σκληρή δικτατορία στις μάζες, και κυρίως για να ασκήσει παγκόσμια ηγεμονική πολιτική.
Το δυτικό μονοπώλιο χώνεται στη σκλαβωμένη κινέζικη αγορά εργατικής δύναμης και ρουφάει φτηνή εργατική δύναμη με μια ασύλληπτη βουλιμία κι έτσι τελικά αιχμαλωτίζεται, και γίνεται πολιτικός όμηρος των κινέζων κρατικών μονοπωλιστών (δες πως το δυτικό μονοπώλιο χρηματοδότησε την κινέζικη Ολυμπιάδα, ή πως πούλησε τη Δημοκρατία του Χονγκ-Κονγκ στους κινέζους δημίους, ή πως ετοιμάζεται να παραδώσει την Ταϊβάν). Εδώ φαίνεται πως το κρατικό μιλιταριστικό μονοπώλιο συνεργάζεται τελικά με το δυτικό οικονομικό μονοπώλιο εξαιτίας ακριβώς της επίσης “φυσικά” βίαιης και αντιλαϊκής φύσης και του δεύτερου. Όμως σ’ αυτή τη συνεργασία ο πολιτικός ηγεμόνας είναι το ανατολικό φασιστικό μονοπώλιο, επειδή εκεί το οικονομικό μονοπώλιο έχει μετατραπεί σε συμπαγή πολιτική, σε ολοκληρωτική κρατική βία, δηλαδή έχει γίνει “τέλειο” μονοπώλιο.
Αλλά αυτή η βία του κρατικού ιμπεριαλιστικού μονοπώλιου, για να γίνει αποτελεσματική πρέπει να γίνει παγκόσμια. Ο ρώσικος σοσιαλιμπεριαλισμός και ο νεόκοπος και πιο άπληστος κινέζικος, δεν θα μπορέσουν να ησυχάσουν αν δεν καταβροχθίσουν τις παγκόσμιες παραγωγικές δυνάμεις και δεν υποτάξουν την παγκόσμια αγορά στην κυριαρχία τους. Όσο δεν το κάνουν αυτό χάνουν έδαφος απέναντι στο πιο “οικονομικό” και πιο “ανταγωνιστικό”, δηλαδή στο πιο προσαρμοσμένο στον καθ’ αυτό εμπορευματικό ανταγωνισμό, οπότε και πιο παραγωγικό δυτικό μονοπωλιακό κεφάλαιο.
Αυτό που δίνει την ασύλληπτη παραγωγική και επιστημονικοτεχνική ζωτικότητα στο δυτικό μονοπωλιακό κεφάλαιο αυτή την εποχή είναι ότι μπορεί ακόμα να ξεπερνάει την κρίση στο οποίο το οδηγεί ο άναρχος χαρακτήρας του, δίχως να καταργεί τους όρους του σχετικά ελεύθερου ανταγωνισμού μέσα στον οποίο εκτυλίσσεται η οικονομική του δραστηριότητα. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε την τεράστιας παραγωγικής σημασίας επανάσταση στο εργοστασιακό προτσές που περιγράφεται με τον όρο “διαδικασία total quality” (ολοκληρωτικής ποιότητας) ή τογιοτισμός (toyotism), και αποτελεί εξέλιξη και ταυτόχρονα άρνηση του τεϊλορισμού. Στο βάθος πρόκειται για την πλατιά και δημιουργική συμμετοχή των εργατών-παραγωγών σε μαζικά κινήματα ανάπτυξης εθελοντικού ελέγχου και ευρεσιτεχνιών για την τελειοποίηση του προϊόντος και της αποδοτικότητας της διαδικασίας της παραγωγής. Έχουμε να κάνουμε εδώ με στοιχεία σοσιαλιστικού παραγωγικού κινήματος μέσα στον καπιταλισμό, στοιχεία που βρίσκουν στον καπιταλισμό αξεπέραστα όρια. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτή η παραγωγική επανάσταση ξεκίνησε από τα αμερικάνικα εργοστάσια την εποχή του αντιφασιστικού πολέμου στον οποίο η αμερικάνικη αστική τάξη δούλευε με πνεύμα συμμετοχής και ενθουσιασμού. Η διαδικασία της total quality είναι αδύνατη στην περίπτωση της φασιστικής καταπίεσης πάνω στην εργατική τάξη.
Έτσι το ανατολικό μονοπώλιο και η φασιστική κρατική του δομή συναντάνε διαρκώς αξεπέραστα εμπόδια στο επίπεδο της γραφειοκρατίας, της διαφθοράς, της έλλειψης παραγωγικής πρωτοβουλίας και ενθουσιασμού καθώς και υπονόμευσης του επιστημονικού πνεύματος μέσα στις μάζες.
Αν οι σοσιαλφασίστες λυσσομανάνε ενάντια στην ιδιωτικοποίηση των διάφορων υπηρεσιών του κράτους, στις δυτικές χώρες δεν είναι γιατί έτσι θα υποφέρουν οι μάζες όπως λένε, αλλά αντίθετα γιατί ο δυτικός καπιταλισμός έχει βρει τρόπο να χώσει την εμπορευματική παραγωγή, οπότε και τον καπιταλιστικό έλεγχο μέσα στους χώρους στους οποίους διαπρέπουν οι κρατικές γραφειοκρατίες οι οποίες αποτελούν τεράστιο βαρίδι στο σύγχρονο αστικό κράτος και στο πολιτικό και στο οικονομικό επίπεδο. Αυτές οι γραφειοκρατίες με τη σειρά τους αποτελούν άντρα του σοσιαλφασισμού.
Τι εννοούμε λέγοντας άντρα του σοσιαλφασισμού; Εννοούμε ότι τα πιο διεφθαρμένα αστικά και μικροαστικά στρώματα της δημόσιας υπαλληλίας και οι πουλημένοι συνδικαλιστές των κρατικών εργοστασίων και υπηρεσιών αποτελούν εκείνο τον ταξικό χώρο που προσπαθεί να συσπειρώσει γύρω του το πιο φασιστικό τμήμα της αστικής τάξης για να έρθει γρήγορα στην κρατική εξουσία και για να ασκήσει τελικά την απόλυτη πολιτική του εξουσία, δηλαδή την πολιτική του δικτατορία. Αυτό το τμήμα της αστικής τάξης ντόπιας ή ξένης, μονοπωλιακής, ή όχι δεν έχει σημασία, υπόσχεται στα πιο διεφθαρμένα αστικά και μικροαστικά στρώματα της κρατικής γραφειοκρατίας συμμετοχή στο οικονομικό πλιάτσικο και συμμετοχή στη δικιά του πολιτική δικτατορία. Γι’ αυτό οι σοσιαλφασίστες συγκροτούν πάντα σ’ ένα “αντιφιλελεύθερο μέτωπο” τις κρατικές συντεχνίες των διεφθαρμένων και τις μαθαίνουν να βλέπουν το κράτος σαν ιδιοκτησία τους και την κοινωνία σαν λεία τους. Η μικροαστική φασιστική γραφειοκρατία ξέρει ότι ποτέ δεν θα ανέβει στην οικονομική εξουσία δηλαδή δεν θα γίνει αστική τάξη, αν δεν συμμετέχει για λογαριασμό της φασιστικής ολιγαρχίας την οποία υπηρετεί, στο δικό της μονοπώλιο της κρατικής εξουσίας. Αυτός είναι ο λόγος που όλοι οι σοσιαλφασιστικοί στρατοί του κόσμου είναι εχθροί του σχετικά ελεύθερου καπιταλιστικού εμπορευματικού ανταγωνισμού και αυτός ο λόγος που τελικά όλοι διαισθάνονται λίγο-πολύ ότι για την άνοδό τους στην εξουσία είναι απαραίτητα τα πυρηνικά και οι κτηνώδεις στρατοί των ρώσων και των κινέζων σοσιαλφασιστών, οι οποίοι αποτελούν την καρδιά του παγκόσμιου σοσιαλφασιστικού μετώπου.
Καταλαβαίνουμε εδώ γιατί όταν οι αντι-G7 μιλάνε για μη εμπορευματικές υπηρεσίες υγείας, παιδείας κ.λπ είναι ελεεινοί απατεώνες και υποκριτές. Μα με το να μην είναι η υγεία στα χέρια του ιδιώτη καπιταλιστή και να είναι στα χέρια του κράτους δεν σημαίνει ότι είναι λιγότερο καπιταλιστική, αφού το κράτος είναι καπιταλιστικό. Το ζήτημα είναι πότε είναι πιο σπάταλη, πιο διεφθαρμένη, πιο απάνθρωπη η υγεία και η παιδεία για τις μάζες, όταν είναι στα χέρια του ιδιώτη ή του κρατικού καπιταλιστή; Ο Έγκελς έχει απαντήσει ότι όσους περισσότερους τομείς της παραγωγής και της κοινωνικής ζωής παίρνει στα χέρια του το κράτος, τόσο πιο καταπιεστικό γίνεται απέναντι στους πολίτες, και γι’ αυτό έχει καταγγείλει με σαφήνεια κάθε βισμαρκικού τύπου κρατικό σοσιαλισμό.
Πάντως, τελικά η απάντηση στο ερώτημα κράτος ή ιδιώτης είναι πολιτική. Έχει να κάνει κυρίως με το ποιο τμήμα της αστικής τάξης ηγεμονεύει στο κράτος. Σήμερα, σχεδόν παντού στον κόσμο όπου ο σοσιαλφασισμός μπορεί να διεισδύει στην εξουσία και να τη δυναμώνει μέσα από τον έλεγχο του κρατικού τομέα, η κρατική γραφειοκρατική διαχείριση είναι χειρότερη για τις μάζες.
Επειδή λοιπόν ο σοσιαλφασισμός θέλει σήμερα ένα πλατύ και διεφθαρμένο κρατικό τομέα στα χέρια των γραφειοκρατικών συμμοριών, συμμοριών που αποτελούν τη μαζική βάση κάθε ανερχόμενης κρατικοφασιστικής ολιγαρχίας, το σύνθημα σήμερα ενάντια στην εμπορευματοποίηση είναι σημαία του σοσιαλφασισμού κρυμμένη πίσω από ένα στρατηγικό σοσιαλιστικό αίτημα.

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΦΑΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Ο Γ΄ ΚΟΣΜΟΣ

Η δύναμη του σοσιαλφασισμού είναι κυρίως στο επίπεδο της πολιτικής γιατί η πολιτική ισχύς του ανατολικού μονοπώλιου είναι πολλαπλάσια εκείνης του δυτικού, εξ αιτίας του συγκεντρωτικού χαρακτήρα του πρώτου. Το δυτικό μονοπώλιο και γενικά οι δυτικοί ιμπεριαλισμοί παραλύουν συχνά από τις εσωτερικές συγκρούσεις τους και σχεδιάζουν βραχυπρόθεσμα, ενώ οι ανατολικοί σοσιαλιμπεριαλισμοί καθώς και οι μικρότεροι, εξαρτημένοι από αυτούς κρατικοφασισμοί (ιρανικού τύπου) χάρη στις στενές ολιγαρχικές ομάδες που διαχειρίζονται την πολιτική μηχανή, οργανώνουν σε βάθος χρόνου, ενιαία και αποτελεσματικά τη στρατηγική τους. Έτσι καταφέρνουν να παίζουν ηγεμονικό ρόλο στις διεθνείς εξελίξεις.
Αυτό που κάνουν λοιπόν με τα διάφορα θορυβώδη τους κινήματα οι σοσιαλιμπεριαλισμοί είναι να αξιοποιούν την πολιτική τους υπεροπλία για να περιορίσουν την οικονομική υπεροπλία και τελικά τις πολιτικές άμυνες των δυτικών ανταγωνιστών τους.
Αυτή τους η στρατηγική εκδηλώνεται την απόπειρά τους να συγκεντρώσουν τις χώρες του τρίτου κόσμου, ιδιαίτερα τις πιο φτωχές ενάντια στους G7 πετυχαίνοντας μια διεθνή περικύκλωση του βορρά από το νότο.
Για τις χώρες του τρίτου κόσμου ήταν και είναι κεντρικό ζήτημα η πολιτική και η οικονομική ανεξαρτησία απέναντι στις ιμπεριλιστικές χώρες γενικά.
Οι χώρες του τρίτου κόσμου χρειάζονται πάνω απ’ όλα ισοτιμία στους όρους της διεθνούς πολιτικής και στους όρους των οικονομικών σχέσεων με τις πλούσιες και ισχυρές χώρες του βορρά. Συνήθως φορτωμένες με τεράστια χρέη, αγωνίζονται να ανοίξουν ένα δρόμο προς τις αγορές του βορρά που είναι τόσο πιο καλά προφυλαγμένες, όσο αυτός από την πλευρά του απαιτεί, διαρκώς να ανοίγουν τις δικές τους αγορές στα δικά του βιομηχανικά προϊόντα. Οι πολιτικές επεμβάσεις των ιμπεριαλιστών στα εσωτερικά τους με όπλο τους οικονομικούς εκβιασμούς είναι η πιο συνηθισμένη πρακτικη, ενώ με τον έναν ή τον άλλον τρόπο οι επεμβάσεις των ιμπεριαλιστών στις διακρατικές συγκρούσεις του τρίτου κόσμου καταλήγουν τις πιο πολλές φορές στην ικανοποίηση των πιο επιθετικών κρατών.
Όμως το κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης δίνει την έμφαση σε μια γραμμή ιστορικής εκδίκησης του νότου εναντίον του βορρά. Η γενική τους θεωρία είναι ότι ο νότος ιδιαίτερα η Αφρική είναι φτωχή επειδή αφαιμάχθηκε από το βορρά ή ακόμα χειρότερα ότι όλος ο πλούτος του βορρά οφείλεται στην αφαίμαξη του νότου. Αυτή είναι μια ρατσιστική – εθνικιστική θεωρία που προβάλλεται παντού από τους σοσιαλφασίστες στον τρίτο κόσμο (στη Γένοβα η κεντρική αφίσσα υπέρ της μετανάστευσης δείχνει ένα λευκό μωρό να θηλάζει μέχρι εξάντλησης μια Αφρικάνα μάνα) και αποσκοπεί σε μια γενοκτόνα συμμετοχή του νότου στο πλευρό του σοσιαλιμπεριαλισμού σε έναν πόλεμο του τελευταίου ενάντια στη Δύση.
Είναι αλήθεια ότι ο ιμπεριαλισμός έχει πραγματοποιήσει την πρωταρχική του συσσώρευση και σε βάρος του γ’ κόσμου αλλά κύρια την έχει πραγματοποιήσει σε βάρος των ίδιων των λαών και του προλεταριάτου του βορρά. Η εξαθλίωση, το μαρτύριο της υπερκόπωσης και ο θάνατος από την πολλή δουλειά των ευρωπαίων προλετάριων την αυγή της βιομηχανικής επανάστασης (18ος αιώνας) είναι γνωστά σε όσους έχουν εντρυφήσει ελάχιστα στη σύγχρονη οικονομική ιστορία και πιο πολύ στους αναγνώστες των κλασσικών του μαρξισμού. Πάνω στη δουλειά αυτή και τη δουλειά πολλών γενεών προλετάριων του βορρά στηρίχθηκε και στηρίζεται και σήμερα ο παραγωγικός πλούτος του ανεπτυγμένου βιομηχανικού κόσμου. Η θεωρία ότι ο πλούτος του βορρά, δηλαδή και ο πλούτος των εργατών του βορρά, είναι και ήταν ο κύριος υπεύθυνος για τη φτώχεια του νότου είναι μια θεωρία που εκτός από τον σοσιαλιμπεριαλισμό βολεύει τις αστικές τάξεις και μάλιστα τις χειρότερες αστικές τάξεις του τρίτου κόσμου. Στηριγμένοι σ’ αυτή τη λογική οι εθνικοφασίστες του τρίτου κόσμου ζητάνε ανοιχτά σύνορα από τις χώρες του βορρά για τους μετανάστες του νότου, όπως ζητάνε και παραγραφή κάθε χρέους ανεξάρτητα από τις ευθύνες και τις τις ρεμούλες των τριτοκοσμικών αστικών τάξεων. Ακόμα κρύβουν οι σοσιαλφασίστες ότι δεν γίνονται σήμερα όλες οι χώρες του τρίτου κόσμου απόλυτα φτωχότερες, αλλά ένα μόνο κομμάτι τους και μάλιστα όχι το μεγαλύτερο πληθυσμιακά.
Για παράδειγμα η Νότια και Ανατολική Ασία (Ινδίες, Κίνα, οι 4 τίγρεις, η Ινδονησία) όπως και ο μεγαλύτερος όγκος της Λατιν. Αμερικής είναι σε διαδικασία μέσης ανάπτυξης, αν και σε πολλές από αυτές η σχετική με το βορρά ανάπτυξη μειώνεται.
Αν προσέξει κανείς τις χώρες της απόλυτης κατάπτωσης θα διαπιστώσει είτε ότι είναι κάτω από την πολιτική ηγεμονία του σοσιαλιμπεριαλισμού και των σοσιαλφασιστικών ντόπιων αστικών τάξεων, είτε έχουν διαλυθεί από ατέλειωτους φυλετικούς πολέμους που καθοδήγησαν οι σοσιαλφασίστες, είτε αδυνάτισαν από εξωτερικές επιθέσεις σοσιαλφασιστικών κρατών. Αυτό συμβαίνει ιδιαίτερα στη μαύρη Αφρική.

Η βασική πηγή της απελπισίας, της παρακμής και της πείνας στον σύγχρονο κόσμο είναι ο σοσιαλιμπεριαλισμός.

Αυτό σημαίνει ότι οι λαοί στον τρίτο κόσμο θα σωθούν και θα αναπτυχθούν δίχως σύγκρουση και με το δυτικό ιμπεριαλισμό; Όχι. Δεν είναι δυνατόν να κλείσουν ποτέ την ψαλίδα τους με τις δυτικές ιμπεριαλιστικές χώρες αν δεν προχωρήσουν σε σύγκρουση με αυτές. Αλλά αυτή η σύγκρουση θα είναι πρώτα απ’ όλα σύγκρουση με τον σοσιαλφασισμό, τον εθνικισμό, τις διεφθαρμένες γραφειοκρατίες και κάθε ντόπια αντίδραση στον τρίτο κόσμο.
Είναι ολοένα και πιο φανερό ότι οι μεσαίες και μικρές χώρες του τρίτου κόσμου είναι αδύνατο να αναπτυχθούν δίχως μορφές οικονομικής, οπότε και πολιτικής ένωσης, ανάμεσά τους. Είναι οπότε υποχρεωμένες να αρνηθούν τον ιμπεριαλιστικό οικονομικό φιλελευθερισμό και να προστατεύσουν τις οικονομίες τους αξιοποιώντας και τις πιο καθυστερημένες δίπλα στις πιο σύγχρονες τεχνολογίες. Όμως άλλο τόσο είναι υποχρεωμένες σχηματίζοντας ευρύτερα διακρατικά σύνολα να κινηθούν και μέσα στην παγκόσμια αγορά. Αυτή η κίνηση θα φέρει και το προλεταριάτο και τους λαούς του τρίτου κόσμου σε επαφή με το προλεταριάτο και τους λαούς του ανεπτυγμένου βιομηχανικού κόσμου. Είναι το χτύπημα του τριτοκοσμικού σοσιαλφασισμού, του νέου αντίστροφου ρατσισμού και εθνικισμού, το χτύπημα του πνεύματος της ιστορικής εκδίκησης, και της επιστροφής στις ρίζες εκείνο που θα δώσει ώθηση στις νέες τριτοκοσμικές επαναστάσεις. Αυτός είναι ο λόγος που ο τρίτος κόσμος, ενώ έχει να διαχωρίσει τον εαυτό του από τον ιμπεριαλιστικό οικονομικό φιλελευθερισμό και να αντισταθεί σ’ αυτόν, δεν πρέπει με τίποτα να συμμαχήσει ενάντια σ’ αυτόν με τις διεφθαρμένες και αρπακτικές κρατικοδίαιτες γραφειοκρατίες και ολιγαρχίες, και πολύ περισσότερο με τους σοσιαλφασίστες και σοσιαλιμπεριαλιστές.
Η διεθνής του σοσιαλφασισμού προσφέρει όπιο στον τρίτο κόσμο, προσφέρει δηλαδή ένα τυφλό μίσος στο βορρά και όχι ένα εργαλείο πάλης που να ξεκινάει κύρια από την ταξική πάλη μέσα στον ίδιο το νότο.
Όμως ο βαθύς τρίτος κόσμος ξεχωρίζει την υγεία από το όποιο και έχει αρχίσει τους μεγάλους επαναστατικούς του αγώνες που είναι μαζικοί αγώνες και όχι πόλεμοι συμμοριών. Πρόκειται για επαναστατικούς αγώνες ενάντια στο σοσιαλιμπεριαλισμό και το σοσιαλφασισμό. Τέτοια ήταν η μεγάλη εξέγερση της Τιεν Αν Μεν στην Κίνα. Τέτοιος ο εθνικο-απελευθερωτικός και δημοκρατικός αγώνας του βοσνιακού λαού ενάντια στο σέρβικο φασισμό. Τέτοιος ο μεγάλος εθνικο-απελευθερωτικός αγώνας του τσετσένικου λαού ενάντια στους ρώσους ναζί. Εκεί είναι οι μεγάλες εξορμήσεις λαών ολόκληρων. Εκεί ο αληθινός κίνδυνος. Εκεί η θυσία, εκεί το αίμα, εκεί η φρίκη. Στις Γένοβες είναι οι θρασύδειλες και απομονωμένες από τους λαούς φράξιες. Οι διπρόσωποι και οι πραξικοπηματίες. Οι φίλοι των τυρράνων. Εκεί δεν υπάρχει ίχνος δόξας και τιμής. Εκεί βρίσκεται η διεθνής των νάνων.