ΑΡΑΦΑΤ: ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ

Πολλοί στην Παλαιστίνη έκλαψαν για την απώλεια του Γιάσερ Αραφάτ, ενός ανθρώπου του οποίου η ζωή σημάδεψε βαθιά τη μοίρα του λαού του. Υπήρξε ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης του παλαιστινιακού έθνους, ο άνθρωπος που κατάφερε να κινητοποιήσει τις παλαιστινιακές μάζες, που σε γενικές γραμμές μπόρεσε να δώσει κύρος στον αγώνα τους και που επιχείρησε να τον συνδέσει, όσο αυτό ήταν δυνατό, με το αντι-ιμπεριαλιστικό κίνημα των λαών του τρίτου κόσμου.

Σαν πολιτική φυσιογνωμία ο Αραφάτ ήταν εξαιρετικά αντιφατικός. Μπορούσε να είναι μια με την πρόοδο και μια με την αντίδραση εκφράζοντας στο βάθος την αντιφατικότητα και τις αντιθέσεις της περικυκλωμένης από τους ισχυρότερους αραβικούς εθνικισμούς και από την ισλαμική αντίδραση νεαρής παλαιστινιακής αστικής τάξης. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ήταν ιδιαίτερα δύσκολο για ένα τόσο μικρό σε όγκο πληθυσμό να δώσει μια πάλη ταυτόχρονα με τον ισραηλινό επεκτατισμό και με το δυτικό ιμπεριαλισμό δίχως να υποταχθεί στο σοσιαλιμπεριαλισμό. Από εκεί απορρέει η ακροβατική πολιτική του Αραφάτ να αντιστέκεται ασταμάτητα στην αραβική αντίδραση και στο σοσιαλιμπεριαλισμό, αλλά και ασταμάτητα να συνεργάζεται μαζί τους προετοιμάζοντας άθελά του το έδαφος για τη μετατροπή του παλαιστινιακού εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα σε στρατηγική εφεδρεία του ρωσο-κινέζικου άξονα.

Με την ίδρυση της Φατάχ στα 1959 ο Αραφάτ, πρώην οπαδός των αιγύπτιων Αδελφών Μουσουλμάνων, έθεσε τις βάσεις για τη δημιουργία του παλαιστινιακού εθνικο-ανεξαρτησιακού κινήματος. Το κόμμα αυτό διακήρυττε την προσήλωσή του στον ένοπλο αγώνα αλλά πάλευε και για τη χειραφέτηση αυτού του αγώνα από τον έλεγχο των γειτονικών αραβικών κρατών. Ωστόσο, δεν τολμούσε ακόμα να διαχωριστεί σε βάθος με την αραβική εθνικιστική αντίδραση. Αυτή έχοντας σαν κύριο εχθρό τους αγγλο-γάλλους αποικιοκράτες, ήταν μάλλον απρόθυμη να αποδεχτεί τη νίκη τους ενάντια στο Χίτλερ. Άλλωστε από αντισιωνιστικό μένος ο αραβικός εθνικισμός όχι μόνο αδιαφορούσε για τα δεινά που επεφύλαξε για τους εβραίους ο ναζισμός, αλλά σε ένα βαθμό είδε με συμπάθεια την αντισημιτική και αντιδυτική χιτλερική πολιτική. Σύσσωμος ο αραβικός εθνικισμός αντιδρούσε με κάθε τρόπο στην ύπαρξη του ισραηλινού κράτους. Το όργανο της Φατάχ διακήρυττε ανοιχτά ότι "Στόχος είναι η απελευθέρωση του συνόλου των παλαιστινιακών εδαφών και η καταστροφή των πολιτικών, στρατιωτικών, οικονομικών και κοινωνικών δομών της σιωνιστικής οντότητας", πράγμα που σημαίνει ότι όλοι οι εβραίοι που κατοικούσαν στην περιοχή θεωρούνταν έποικοι και έπρεπε να εκδιωχτούν.
Λίγο μετά αφότου ανέλαβε την ηγεσία της ΟΑΠ (Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης) ο Αραφάτ, η στάση αυτή απέναντι στους Ισραηλινούς άρχισε να μεταστρέφεται. Το κίνημα στόχευε πλέον όχι στην εκκαθάριση των εβραίων αλλά στη δημιουργία μιας "κοσμικής και δημοκρατικής Παλαιστίνης" όπου θα συνυπάρχουν άραβες, εβραίοι και χριστιανοί. Σπουδαίο ρόλο σε αυτή την εξέλιξη σίγουρα έπαιξε το παράδειγμα του αλγερινού εθνικο-ανεξαρτησιακού αγώνα που οδήγησε στη συντριβή της γαλλικής αποικιοκρατίας. Η πορεία αυτή προς τη δημιουργία ενός δημοκρατικού αντι-ιμπεριαλιστικού κινήματος συνεχίστηκε όταν, στα 1973, μετά τον πόλεμο του Ισραήλ με τη Συρία και την Αίγυπτο, ο Αραφάτ ενθάρρυνε τους συναγωνιστές του να αποκτήσουν επαφές με ισραηλινούς δημοκράτες. Εκείνη την εποχή το Ισραήλ είχε μετατραπεί σε προχωρημένο φυλάκιο του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού μέσα στον αραβικό κόσμο και η επεκτατική του πολιτική σε βάρος των γειτονικών αραβικών εθνών προκάλεσε ένα ενστικτώδες κύμα συμπάθειας για την παλαιστινιακή υπόθεση από πολλούς αντι-ιμπεριαλιστές καθώς και την πλατιά διπλωματική αναγνώριση της ΟΑΠ.
Ωστόσο, την ουσιαστική απόρριψη του αντιδραστικού αραβικού εθνικισμού επιτάχυνε η ρήξη του επιτελείου της παλαιστινιακής αντίστασης με το σοσιαλφασιστικό καθεστώς της Δαμασκού. Στα 1983 η Συρία υποκινεί πραξικόπημα για την ανατροπή του Αραφάτ από μερίδα της Φατάχ εξαιτίας της πρόθεσης του ηγέτη της να αποδεχτεί το αμερικάνικο ειρηνευτικό σχέδιο που προέβλεπε αυτονομία για τη Δ. Όχθη στα πλαίσια μιας συνομοσπονδίας με τη γειτονική δυτικόφιλη Ιορδανία. Η διαμάχη παίρνει τη μορφή ανοιχτής ένοπλης σύγκρουσης κι ο Αραφάτ, που απ' την αρχή έχει καταγγείλει τη Συρία και τη Λιβύη για την υποκίνηση της εξέγερσης και για την επέμβαση στα εσωτερικά της ΟΑΠ, βρίσκεται στριμωγμένος σε στρατιωτικό επίπεδο. Όμως, χάρη στην κατακραυγή των παλαιστινιακών μαζών οι στασιαστές απομονώνονται και η σοβιετική διπλωματική επέμβαση οδηγεί σε συμβιβασμό: τη διατήρηση του Αραφάτ στην ηγεσία της οργάνωσης με αντάλλαγμα την απέλασή της από το Λίβανο, όπου είχε βρει καταφύγιο για πάνω από μια δεκαετία. Η ρήξη θα είναι οριστική. Η Δαμασκός ιδρύει μια αντίστοιχη της ΟΑΠ οργάνωση που ανταγωνίζεται με την ΟΑΠ για την καθοδήγηση της εξέγερσης που έχει ξεσπάσει στα παλαιστινιακά εδάφη. Στις 15/11/1988 το παλαιστινιακό εθνικό συμβούλιο ψηφίζει την πρόταση του Αραφάτ για δημιουργία ενός ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους στο πλάι του Ισραήλ μέσα στα κατεχόμενα από τον ισραηλινό στρατό από το 1967 εδάφη. Ακολούθησε η αμοιβαία αναγνώριση ΟΑΠ-Ισραήλ, η συμφωνία του Όσλο και η ίδρυση της παλαιστινιακής αρχής σε ένα μέρος των παλαιστινιακών εδαφών.
Όμως η Συρία, βοηθούμενη μετά τα 1980 και από τους μουλάδες του Ιράν, ποτέ δε σταμάτησε να επεμβαίνει στα εσωτερικά της Παλαιστίνης και του Ισραήλ. Προσφέροντας αναγνώριση στις διάφορες συρο-κινούμενες ισλαμοφασιστικές δολοφονικές συμμορίες, η δημιουργία της παλαιστινιακής εξουσίας περιείχε ήδη το σπέρμα της εσωτερικής αποσύνθεσης. Κι αν με τη λήξη της πρώτης Ιντιφάντα η Δαμασκός και η Τεχεράνη απέκτησαν ένα κάποιο έρεισμα μέσα στην Παλαιστίνη, η δεύτερη ξέσπασε για να διαλύσει ό,τι είχε μέχρι τότε επιτευχθεί. Ανίκανος να καταστείλει αποφασιστικά τη δράση της φιλοσυριακής και φιλο-ιρανικής αντιπολίτευσης στο εσωτερικό του κόμματός του ο Αραφάτ, απομονωμένος διεθνώς λόγω της υποστήριξής του στην εισβολή του Σαντάμ στο Κουβέιτ, και συνθλιβόμενος μόνιμα από τη συντονισμένη εξωτερική επίθεση που δεχόταν από το άτυπο μέτωπο Σαρόν-Χαμάς, προτίμησε να συμβιβαστεί κλείνοντας τα μάτια στις δολοφονικές ενέργειες της δεύτερης. Τελικά για να καλοπιάσει την εμποτισμένη με το δηλητήριο του αντισημιτισμού παλαιστινιακή αντίδραση και πιο πολύ για να καλοπιάσει τους ισλαμοφασίστες βύθισε σε ακόμα μεγαλύτερη ανυποληψία το κίνημά του. Η διάβρωση του παλαιστινιακού αγώνα ήταν προδιαγεγραμμένη και με το θάνατο του ιστορικού ηγέτη η Παλαιστίνη είχε ήδη μετατραπεί σ' ένα φυτώριο αντισημιτισμού, αντιδραστικού αντιαμερικανισμού και ισλαμικού φονταμενταλισμού. Απ' εδώ αρχίζει μια νέα περίοδος ''εθνικής ενότητας'' όλων των ρευμάτων του κινήματος, πλην ίσως του ρεύματος που εκφράζει ακόμη ο συνεπής αντι-ισλαμοφασίστας Ραγιούμπ, κάτω από την ηγεμονία της Χαμάς. Ήδη επιχειρείται η προσέγγιση της ΟΑΠ με τη Χαμάς και το συριακό καθεστώς.

Τώρα που ο ηγέτης είναι νεκρός δε μένει στους σοσιαλφασίστες παρά να προσποιηθούν τους πολιτικούς του κληρονόμους και να πάρουν στα χέρια τους τις τύχες των παλαιστινιακών μαζών. Όταν μάλιστα ανακοινώθηκε ο θάνατός του οι σοσιαλφασίστες μέσα στη Φατάχ μετονόμασαν το δολοφονικό τους απόσπασμα σε "ταξιαρχίες των μαρτύρων του Αραφάτ". Αυτοί χρειάζονται έναν Αμπού Μαζέν στην προεδρία, στο ρόλο του δήθεν αντίπαλου της ισλαμοφασιστικής βίας, για τον καθησυχασμό του Ισραήλ και των Δυτικών, και έναν Μπαργκουτί ο οποίος θα πλησιάζει περισσότερο τις διαθέσεις της “βάσης” και που, μέσα από τη φυλακή, θα "πιέζει" την ηγεσία να κινηθεί σε μια τάχα πιο ριζοσπαστική αντι-ισραηλινή και φιλο-Χαμάς κατεύθυνση.
Η τραγωδία του Αραφάτ έγκειται στο δύσκολο ρόλο που ανέλαβε να παίξει ως ηγέτης ενός εθνικού κινήματος μιας πολύ δύσκολης περιοχής σε μια πολύ δύσκολη εποχή. Το σίγουρο είναι ότι από όλη αυτή του την πορεία και όλους αυτούς τους οππορτουνισμούς έχει απομείνει η γενική γραμμή του που συνεχίζει να κινεί ένα μεγάλο μέρος των στελεχών και της βάσης της Φατάχ, η γραμμή της ανεξάρτητης ύπαρξης του παλαιστινιακού έθνους και κράτους. Αυτή η γραμμή από τη φύση της θα έρχεται σε σύγκρουση όχι μόνο με τον εξωτερικό εχθρό, το σιωνισμό και τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό αλλά και με τον “εσωτερικό” εχθρό το ρώσικο σοσιαλιμπεριαλισμό και τους αραβικούς σοβινισμούς. Τίποτα δεν πάει χαμένο. Ο Αραφάτ δεν υπήρξε μεγάλος αλλά υπήρξε ως το τέλος Παλαιστίνιος.