Η
διπλωματική ταχτική της Ρωσίας έγκειται στη διατήρηση λεπτών ισορροπιών ανάμεσα
στους πόλους μιας αντίθεσης, στην προσποίηση δηλαδή του αμέτοχου τρίτου, κρατώντας
την καίρια παρέμβασή της για την κρίσιμη στιγμή. Στο ζήτημα του Λιβάνου η Ρωσία
προσποιούνταν τον ουδέτερο απέχοντας από την ψηφοφορία για την έγκριση της απόφασης
1559. Σκόπευε μ’ αυτή την κίνηση να ταλαντεύσει τη Γαλλία, να διασπάσει το αντισυριακό
γαλλο-αμερικανικό μέτωπο που είχε ήδη αρχίσει να διαμορφώνεται και τελικά να
γείρει την πλάστιγγα υπέρ μιας "μέσης λύσης" που όμως θα διέσωζε ουσιαστικά
το καθεστώς της Δαμασκού από μια πανωλεθρία. Δυστυχώς όμως για το Κρεμλίνο οι
προσπάθειές του απέτυχαν παταγωδώς κι έτσι στις φωνές που ζητούσαν αποχώρηση
της Συρίας προστέθηκε απρόθυμα και η δική του. Αυτή η μεταστροφή φάνηκε λίγο
ύστερα από την παραίτηση της λιβανικής κυβέρνησης, ενώ στις 3 Μάρτη ο ρώσος
υπουργός των εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ επανέλαβε την ανάγκη να εφαρμοστεί η
απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ συμπληρώνοντας ωστόσο ότι “θα πρέπει
να εξασφαλίσουμε ότι η αποχώρηση δε θα διαταράξει τις εύθραστες ισορροπίες που
έχουμε στο Λίβανο, που είναι μια πολύ δύσκολη εθνοτικά χώρα” (New York Times,
3-3).
Ήταν η μεταστροφή της Ρωσίας που άλλαξε τους συσχετισμούς μέσα στον Αραβικό
Σύνδεσμο επιτρέποντας μια πρώτη κίνηση ταχτικής υποχώρησης από πλευράς Δαμασκού.
Η τελευταία προχώρησε σε μια αναδιάταξη μέρους των δυνάμεών της στην κοιλάδα
Μπεκάα, και στην αναγγελία μιας πρώτης συμβολικής αποχώρησης χωρίς όμως να ορίσει
συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για την ολοκλήρωσή της. Έκανε πάντως μια κίνηση
υποχώρησης. Με άλλα λόγια, ό,τι δεν κατάφεραν επί ένα μήνα οι συντονισμένες
δυτικές πιέσεις, τα διαβήματα και οι αποφάσεις του Σ.Α. το κατάφερε αμέσως η
διπλωματία του Κρεμλίνου, κάτι που φανερώνει αφενός την πολιτική της ισχύ σε
παγκόσμιο και περιφερειακό επίπεδο κι αφετέρου το βαθμό εξάρτησης του διεφθαρμένου
συριακού καθεστώτος από τους ρώσους σοσιαλιμπεριαλιστές.
Αυτοί, παρά την απρόσμενη ήττα που υπέστησαν, δε σταμάτησαν να εργάζονται για
τη διάσωση των σύριων υποταχτικών τους. Και η επισήμανση του Λαβρόφ περί "εύθραστων
ισορροπιών" σ’ αυτή τη "δύσκολη εθνοτικά" χώρα χρησιμοποιήθηκε
ως φόβητρο για τη Δύση καθώς υπονοούσε ότι σε περίπτωση που η Συρία δε διατηρήσει
τμήμα της εξουσίας της στο Λίβανο παραμονεύει ο κίνδυνος ενός νέου εμφυλίου.
Τον φιλοσυριακό πόλο ενός τέτοιου επαπειλούμενου εμφύλιου αποτελεί το ισλαμοφασιστικό
κόμμα της Χεζμπολάχ, που προσελκύει ένα σημαντικό τμήμα της σιίτικης μερίδας
του πληθυσμού και διατηρεί ένοπλες πολιτοφυλακές στο νότο της χώρας. Στις 8-10
η Συρία κατέβασε τη Χεζμπολάχ στο δρόμο διοργανώνοντας μια φιέστα με λιβανέζικες
σημαίες και εκκλήσεις για εθνική ομοψυχία στην προσπάθειά της να πείσει Αμερική
και Γαλλία ότι η πλήρης αποχώρησή της θα μετατρέψει το Λίβανο σε μια νέα κόλαση.
Η Χεζμπολάχ ελέγχει τις σιίτικες μάζες μέσα από ένα συνδυασμό οικονομικής εξαγοράς
της φτωχολογιάς με φιλανθρωπικά δίκτυα, πολιτικής τρομοκρατίας, αντισημιτισμού
και σοσιαλφασιστικής δημαγωγίας. Έτσι μαζεύτηκαν πάνω από 200.000 άνθρωποι ζητώντας
συγγνώμη από τη Συρία και φωνάζοντας αντιαμερικανικά και αντισημιτικά συνθήματα.
Λίγες μέρες αργότερα επαναλήφθηκε ανάλογης μαζικότητας διαδήλωση στο αρχηγείο
της Χεζμπολάχ στη Ναμπατίγιε. Το κατοχικό καθεστώς αναθάρρησε. Σημειώθηκαν επιθέσεις
σε βάρος δημοκρατών. Ο διορισμένος πρόεδρος Λαχούντ επανέφερε τον Καραμί στην
προηγούμενη θέση του. Το ρωσικό υπουργείο εξωτερικών ανακοίνωσε ότι η διαδικασία
αποχώρησης "δεν πρέπει να διαρκέσει επί μακρόν" αλλά ούτε
να είναι και υπερβολικά σύντομη γιατί υπάρχει ο κίνδυνος "αποσταθεροποίησης"
(Ελευθεροτυπία, 10-3). Είπε δηλαδή ότι πρέπει να δοθεί ο απολύτως απαραίτητος
χρόνος στη Συρία ώστε να ελέγξει το νέο πολιτικό σκηνικό του Λιβάνου, και να
αναβάλει επ' άπειρον την αποχώρηση των στρατευμάτων της.
Η απάντηση όμως τη δημοκρατίας και της εθνικής ανεξαρτησίας δόθηκε στις
14 Μάρτη, ακριβώς ένα μήνα από τη δολοφονία του Χαρίρι, από τη δημοκρατική αντιπολίτευση.
Ένα πολλαπλάσιο πελώριο πλήθος 800.000 ατόμων κατέκλυσε τη
Βηρυτό σε ένα σύνολο πληθυσμού 4 εκ. ανθρώπων διαδηλώνοντας ενάντια στη συριακή
κατοχή και καταγγέλλοντας τις μυστικές υπηρεσίες ως υπεύθυνες για τη δολοφονία
του πρώην πρωθυπουργού. Ήταν η μεγαλύτερη διαδήλωση που είχε γίνει ποτέ στη
Βηρυτό. Σ’ αυτή συμμετείχαν άνθρωποι από όλες τις θρησκευτικές ομάδες της χώρας,
με τον κόσμο, που ήρθε από διάφορες περιοχές της χώρας, να στριμώχνεται στις
πλατείες και στα παράθυρα των τζαμιών. Η Συρία αναγκάστηκε να δηλώσει ότι ως
το τέλος του μήνα θα έχει αποσύρει το ένα τρίτο των δυνάμεών της, ενώ ανακοινώθηκε
η αποχώρηση των συριακών υπηρεσιών πληροφοριών από τρία κέντρα τους στο βορρά
και η σχεδιαζόμενη εγκατάλειψη άλλων τεσσάρων (στο ίδιο, 15-3). Δύο βδομάδες
αργότερα ο ψευτοπρωθυπουργός Καραμί υπέβαλε εκ νέου την παραίτησή του. Τώρα
το καθεστώς, στην προσπάθειά του να πλήξει την πορεία του Λιβάνου προς την ανεξαρτησία
και τη δημοκρατία, οργανώνει βομβιστικές επιθέσεις στην πρωτεύουσα κι αλλού,
δίνοντας έτσι το πρόσχημα στις συριακές δυνάμεις για να παρατείνουν την παραμονή
τους.
Οι θέσεις του σοσιαλιμπεριαλισμού σ’ αυτή τη χώρα των 4 εκατομμυρίων ψυχών αποδεικνύονται
εξαιρετικά ασταθείς και τον καθοριστικό ρόλο γι’ αυτό έπαιξε ο μεγάλος παλλαϊκός
αντιφασιστικός αγώνας τους.