ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ ΤΗ ΡΩΣΙΚΗ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΤΣΕΤΣΕΝΙΑ

Στις 24-1 εξεταζόταν από την κοινοβουλευτική συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης το ζήτημα των μυστικών κέντρων κράτησης που εικάζεται ότι χρησιμοποιεί η αμερικανική ΣΙΑ σε ευρωπαϊκό έδαφος για να ανακρίνει πολίτες άλλων χωρών. Είναι γεγονός ότι ανεξάρτητα από το αν υπήρξαν αυτά τα κέντρα ή όχι ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός χρησιμοποίησε και χρησιμοποιεί στην πάλη του ενάντια στην ισλαμοφασιστική τρομοκρατία μέθοδες ανάκρισης που καταπατούν βάναυσα τις ίδιες του τις διακηρυγμένες αρχές.

Αυτά τα κάνει κάθε ιμπεριαλισμός αλλά βέβαια κάθε ιμπεριαλισμός δεν έχει την ίδια βαρβαρότητα. Το Γκουαντανάμο παραβιάζει τις αρχές του δημοκρατισμού στη μεταχείριση αιχμαλώτων πολέμου ή έστω ποινικών εγκληματιών. Όμως η βία εκεί δεν μπορεί να συγκριθεί με τη βία στα στρατόπεδα βασανιστηρίων, βιασμών και ακρωτηριασμών στα στρατόπεδα φιλτραρίσματος στην Τσετσενία για τα οποία δεν βγάζει ποτέ άχνα ο παγκόσμιος κνίτης. Επί πλέον η βία των ΗΠΑ κατά κρατουμένων είναι αντικείμενο κριτικής και καταγγελίας από τμήματα της ίδιας της αμερικανικής αστικής τάξης και σύσσωμης της αμερικάνικης κοινής γνώμης. Έτσι και η βία έρχεται στην επιφάνεια και μετριάζεται και στις ακραίες περιπτώσεις τιμωρείται. Αντίθετα στη βία του σοσιαλιμπεριαλισμού η βία ούτε έρχεται στην επιφάνεια, ούτε μετριάζεται ούτε τιμωρείται.
Όταν λοιπόν στη σύνοδο του Συμβουλίου της Ευρώπης ρώσοι βουλευτές, προσκείμενοι στο κόμμα του Πούτιν, πήραν το λόγο για να καταδικάσουν απερίφραστα αυτές τις πρακτικές βίας τις οποίες ο ερευνητής της υπόθεσης Ντικ Μάρτυ χρεώνει στις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες, η αίθουσα κάγχασε. Κανείς δεν μπορούσε να ανεχτεί αυτή την επίδειξη ηθικής «ευαισθησίας» εκ μέρους των αντιπροσώπων ενός κράτους που αποδεδειγμένα διαπράττει εδώ και χρόνια εγκλήματα γενοκτονίας στον Καύκασο. Ο εκπρόσωπος της μη κυβερνητικής οργάνωσης «Human Rights Watch», Τζον Σίφτον που πρωτοστατεί στην αποκάλυψη των παραβιάσεων των δημοκρατικών δικαιωμάτων από τις αρχές των ΗΠΑ, επεσήμανε ότι η έρευνα πάνω στα κέντρα κράτησης και τις μεταφορές κρατουμένων «δεν πρέπει να είναι ένα ζήτημα αντιαμερικανισμού, ούτε κυνηγιού μαγισσών στρεφόμενο ενάντια στη ΣΙΑ, αλλά ένα πρόβλημα που αφορά τους ίδιους τους Ευρωπαίους» (Μοντ, 24-1). Την επομένη, η κοινοβουλευτική συνέλευση υιοθέτησε απόφαση καταδίκης των μεθόδων που χρησιμοποιεί ο ρωσικός στρατός κατοχής στην Τσετσενία, αλλά και γενικότερα στον Καύκασο.
Το κείμενο της απόφασης του Συμβουλίου της Ευρώπης είναι βασισμένο στην αναφορά του γερμανού αντιπροσώπου Ρούντολφ Μπίντιχ κι αναφέρεται σε «σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράττονται μαζικά και ατιμώρητα στην Τσετσενική Δημοκρατία». Η αναφορά περιλαμβάνει «σοβαρές, ακριβείς και τεκμηριωμένες κατηγορίες για βίαιες εξαφανίσεις, θανάτους και περιπτώσεις βασανισμού» καθώς και «μέτρα αντεκδίκησης» των ρωσικών δυνάμεων. Σ’ αυτή την τελευταία κατηγορία εντάσσεται και η τραγική ιστορία του Σαίτ-Χουσείν Ελμουρσάεφ από το Ντούμπα Γιουρτ, ο οποίος ανακάλυψε το πτώμα του γιου του τον Απρίλη του 2004 στην άκρη του δρόμου μαζί με άλλα οκτώ πτώματα Τσετσένων, όλων κακοποιημένων και δολοφονημένων από ρώσους στρατιώτες. Ο Σαίτ-Χουσείν αποφάσισε τότε να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ζητώντας την τιμωρία των υπευθύνων. Λίγους μήνες αργότερα ρώσοι στρατιώτες μπήκαν στο σπίτι του, συνέλαβαν τον ίδιο μαζί με έναν άλλο από τους γιους του και τους μετέφεραν σε άγνωστη τοποθεσία. Το πτώμα του άτυχου άνδρα βρέθηκε στις 8 Μάη 2005 στον ποταμό Σούνια κοντά στο Γκρόζνυ (βλ. Μοντ, 27-1). Κι αυτή είναι μόνο μία από τις τόσες και τόσες παρόμοιες περιπτώσεις κτηνωδίας που έχουν γίνει γνωστές.
Μπορεί η ρωσική κυβέρνηση να ισχυρίζεται ότι έχει καταφέρει να επιβάλει την τάξη στην ανυπόταχτη Τσετσενία αλλά τα στοιχεία των ανθρωπιστικών οργανώσεων που διαρκώς έρχονται στο φως, όπως εκείνα της «Human Rights Watch» που τελευταία μίλησε για «εγκλήματα κατά πολιτών σε σχεδόν καθημερινή βάση: απαγωγές, βιασμοί, βασανιστήρια, ομαδικές εκτελέσεις που διαπράττουν τα ρωσικά ομοσπονδιακά στρατεύματα», τη διαψεύδουν κατηγορηματικά. Η παραπάνω οργάνωση μάλιστα έθεσε τις ακριβείς διαστάσεις του ζητήματος χαρακτηρίζοντας τις αυθαιρεσίες των ρώσων νεοναζί ως εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.