ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ ΤΟ ΠΟΛΥ ΚΑΛΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΜΑΝΩΛΗ ΒΑΣΙΛΑΚΗ «Η ΜΑΣΤΙΓΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»

Πρόκειται για ένα αξιόλογο βιβλίο-καταγγελία του φαινομένου του ορθοδοξοφασισμού μέσα από τη διερεύνηση του βίου και της πολιτείας του ηγετικού του εκπροσώπου στην Ελλάδα, αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου. Ο συγγραφέας αποκαλύπτει εδώ, παραθέτοντας τα ίδια τα λόγια του προκαθημένου της ελλαδικής εκκλησίας, τη φασιστική ιδεολογία του Χριστόδουλου αναλύοντας τους ιδεολογικούς και υλικούς δεσμούς του με τη δικτατορία των συνταγματαρχών και περιγράφοντας τη μετεξέλιξη του χουντικού δόγματος του «ελληνοχριστιανισμού» στην «ελληνορθοδοξία» της μεταπολιτευτικής εποχής στην οποία, όπως γράφει, «μετακενώθηκε και ο σλαβορθόδοξος ανορθολογισμός».
Ο Βασιλάκης καταγγέλλει το Χριστόδουλο ως κήρυκα σκοταδισμού και εχθρό του ευρωπαϊκού διαφωτισμού. Στο σημείο αυτό μας δίνει μια εικόνα της αντιδραστικής φύσης της ορθοδοξίας στον μεταμεσαιωνικό κόσμο, λέγοντας για παράδειγμα ότι «ενώ ήδη από τον όψιμο 17ο αι. οι δυτικοί θεολόγοι είχαν παύσει να υπερασπίζονται το γεωκεντρικό μοντέλο, οι πρόγονοι του Χριστόδουλου μάχονταν υπέρ αυτού μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα!». Κυρίως όμως καυτηριάζει το απροκάλυπτα λαϊκιστικό, αντιδυτικό, αντισημιτικό κι εθνορατσιστικό του κήρυγμα που τώρα πια δε γίνεται μόνο στη βάση της κλασσικής «φυλετικής ανωτερότητας» αλλά και της λεγόμενης «πολιτισμικής διαφορετικότητας» των εθνών. Και το σημαντικότερο: ο Χριστόδουλος εμφανίζεται στο βιβλίο όχι τόσο σαν ένας γραφικός φασίστας – υπόλειμμα μιας παλιότερης εποχής – όσο σαν μια επικίνδυνη για το μέλλον του τόπου πολιτική φυσιογνωμία η οποία χαίρει σκανδαλώδους ανοχής και ασυλίας από το πολιτικό κατεστημένο.
Θα μπορούσαμε να ονομάσουμε τη «μάστιγα του Θεού» τη Μαύρη Βίβλο του Χριστόδουλου, γιατί δίνει μια συγκεντρωμένη, μεθοδική και διεξοδική καταγραφή όλης της αρνητικής σκέψης και δράσης αυτού του πιο σιχαμερού διαφθορέα των μαζών. Το βιβλίο δεν είναι ωστόσο μια συλλογή ψυχρών στοιχείων. Αυτό που το κάνει συναρπαστικό είναι ότι έχει γραφτεί με τη ζωντανή γλώσσα ενός εντομολόγου που ανατέμνει αράχνες αλλά δεν κρύβει την απέχθειά του γι αυτές. Το βιβλίο αποτελεί μια μεγάλη συνεισφορά στο δημοκρατικό κίνημα της χώρας. Είναι το δεύτερο βιβλίο με το οποίο ο Βασιλάκης έρχεται σε σύγκρουση με το φαιοκόκκινο μέτωπο στην Ελλάδα. Το πρώτο ήταν το «Καλά να πάθουν» που αποτελούσε τη μαύρη βίβλο του φασιστικού καθεστωτικού αντιαμερικανισμού όπως εκφράστηκε σε όλη την κτηνωδία του με τη «διακριτική ανακούφιση του έθνους» για τη μεγάλη σφαγή των δίδυμων πύργων από τους ισλαμοναζήδες. Γι αυτό το βιβλίο του ο Βασιλάκης είχε υποστεί όχι μόνο κριτική, αλλά και βία από τους φαιοκόκκινους, ιδιαίτερα από το 17νοεμβρίτικο ρεύμα, δηλαδή από τον ΣΥΝ, μέχρι του σημείου να χάσει τη δουλειά του στην εφημερίδα που εργαζόταν.

Σχετικά με την εκδήλωση της παρουσίασης του βιβλίου του Βασιλάκη στην ΕΣΗΕΑ

Παρόλη τη συντριπτικά θετική πλευρά του βιβλίου του από την άποψη της γενικής ιδεολογικής και πολιτικής του κατεύθυνσης ο Μαν. Βασιλάκης, όπως και όλο το αστοφιλελεύθερο πολιτικό και ιδεολογικό ρεύμα στο οποίο ανήκει, κάνει ένα σοβαρό πολιτικό λάθος στην ανάλυση του Χριστόδουλου. Αυτό έγινε καθοριστικό στην εκδήλωση της παρουσίασης του βιβλίου στην ΕΣΗΕΑ το περιεχόμενό της οποίας ήταν πολιτικά πολύ πιο πίσω από το βιβλίο. Εκεί όλοι οι ομιλητές, δηλαδή και οι δημοκράτες, πραγματικοί αντικληρικαλιστές Σταθόπουλος, Μάνος, Σηφουνάκης, Σωμερίτης και βεβαίως ο άνθρωπος του ΣΥΝ Κύρκος χτυπήσανε το Χριστόδουλο σαν έναν ακραίο σοβινιστή και ακροδεξιό, που αντιστρατεύεται την εκκλησιαστική κάθαρση, και το χωρισμό εκκλησίας κράτους. Πρωτοστάτης σε αυτήν την κριτική ήταν ο Κύρκος που καθαρά ταύτισε τον Χριστόδουλο με τον Χομεϊνί και την «Χρυσοπηγή», αν και δεν μπόρεσε να μη παραδεχτεί ότι ο ίδιος υποστήριξε την άνοδο του Χριστόδουλου στην εξουσία.
Αυτή η κριτική για ακροδεξιό σοβινισμό δεν ενοχλεί καθόλου τον Χριστόδουλο. Γιατί η δουλειά του είναι να εμφανίζεται σαν τέτοιος στους κάθε λογής σοβινιστές τους οποίους θέλει να εκπροσωπεί για να τους εξοντώνει πιο εύκολα. Και αυτό το κάνει σαν πιστός υπηρέτης της ρώσικης ορθόδοξης διπλωματίας. Κάνει ο Χριστόδουλος ό,τι έκανε πριν από αυτόν ο Α. Παπανδρέου. Και αυτός ηγήθηκε του σοβινισμού για να στρέψει τη χώρα ενάντια στη Δύση και προς τη στρατηγική του ορθόδοξου τόξου και μόλις το κατάφερε με την περιβόητη κάθαρση του 89 εξόντωσε τους σοβινιστές που τον φέρανε στην εξουσία. Ποτέ έλληνες σοβινιστές δεν θα υπεράσπιζαν τα πρωτεία της ρώσικης εκκλησίας ενάντια στο Φανάρι και ποτέ αντίστροφα έλληνες σοβινιστές δεν θα συμμαχούσαν με το Φανάρι για να πάρουν την πατριαρχική ράβδο των Ιεροσολύμων από τα χέρια ενός σοβινιστή σαν τον Ειρηναίο και να τη δώσουν σε ένα άνθρωπο της Ρωσίας, όπως είναι ο Θεόφιλος Θαβωρίου. Επίσης ποτέ ένας αληθινός εκπρόσωπος της Χρυσοπηγής δεν θα χρησιμοποιούσε την κάθαρση για να εξοντώσει τον αρχηγό της Χρυσοπηγής Καλλίνικο του Πειραιά και δεν θα αποδυνάμωνε σε τέτοιο βαθμό τον Αμβρόσιο Αιγιαλείας. Οι σοβινιστές του τύπου της Χρυσοπηγής ήταν πάντα κυρίως σλαβόφοβοι και λιγότερο αντιδυτικοί, αντίθετα με τον Χριστόδουλο που είναι ακριβώς σλαβόφιλος και λυσσαλέα αντιδυτικός.
Γι αυτούς τους λόγους το σύνθημα του διαχωρισμού της εκκλησίας από το κράτος, έτσι όπως διατυπώνεται, δεν χτυπάει σήμερα αλλά βοηθάει το Χριστόδουλο γιατί πρόκειται για ένα μερικό διαχωρισμό που έχει σα στόχο όχι να αποθρησκευτικοποιήσει το κράτος αλλά να πετάξει έξω από την πολιτική εξουσία τους σοβινιστές της εκκλησίας. Γιατί χομεϊνισμός στην Ελλάδα δεν είναι δυνατός όπως και στη Ρωσία. Στις χώρες της βυζαντινής και μεταβυζαντινής ορθοδοξίας η εκκλησία ήταν πάντα υπηρέτρια της πολιτικής εξουσίας και ποτέ πολιτική εξουσία η ίδια. Έτσι αυτού του είδους ο μερικός διαχωρισμός θα δώσει τη δυνατότητα στο Χριστόδουλο από τη μια μεριά να ξεφορτωθεί πιο γρήγορα τους σοβινιστές αντιπάλους του και από την άλλη να ναζιστικοποιήσει χωρίς περιορισμούς και εμπόδια το εκκλησιαστικό σώμα με το δηλητηριώδες ναζιστικού τύπου κήρυγμα κάτω από την ανοχή του πολιτικού καθεστώτος.
Δυστυχώς, και αυτό ήταν το χειρότερο σημείο αυτής της εκδήλωσης, δεν δόθηκε μετά τις εισηγήσεις από τους διοργανωτές δικαίωμα λόγου στους παριστάμενους έστω και για μια λιγόλεπτη τοποθέτηση.
Έτσι έμεινε και αυτή μια μαζική εκδήλωση στην οποία άκουσαν τον εαυτό τους οι φιλελεύθεροι αντιεθνικιστές που ενώ σε μια προηγούμενη περίοδο ήταν υπό διωγμό σήμερα είναι απαραίτητοι στο φαιοκόκκινο καθεστώς γιατί κάνουν το λάθος να θεωρούν προοδευτική όποια πολιτική είναι αντιεθνικιστική. Αντιεθνικιστική είναι και η ιμπεριαλιστική πολιτική, ιδιαίτερα η πολιτική του ιμπεριαλισμού ναζιστικού τύπου που συντρίβει τα έθνη και τους εθνικισμούς από τα δεξιά. Αυτό θα το μάθουν οι φιλελεύθεροι με πολλή οδύνη αργότερα αλλά την άγνοιά τους θα την πληρώσει όλο το αντιφασιστικό στρατόπεδο όταν η πλασματική σημερινή πολιτική «ειρήνης» της Ελλάδας στο Αιγαίο, στην Κύπρο και στα Βαλκάνια θα αποδειχτεί πολιτική πολέμου και διάσπασης για τα Βαλκάνια και πολιτική φασισμού για το εσωτερικό της χώρας μας. Τότε θα καταλάβουν τι δουλειά έχουν ανάμεσά τους οι πιο διπρόσωποι άνθρωποι του σοσιαλφασισμού, οι Κύρκος, Μπίστης και Δαμανάκη. Αλλά τότε θα είναι αργά.