Πολυτεχνείο εναντίον Πολυτεχνείου

Η ΛΑΪΚΗ ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΥΠΟΥΛΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΗΣ

ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ

Η λαϊκή εξέγερση του Πολυτεχνείου ωρίμασε κόντρα στη γραμμή της “φιλελευθεροποίησης” που προωθούσε εκείνη την περίοδο η φασιστική χούντα κάτω από την πίεση όλης της Ευρώπης και της κοινής γνώμης των ΗΠΑ. Αυτή η περίοδος άρχισε με το χουντοδημοψήφισμα, με την “πολιτική” κυβέρνηση Μαρκεζίνη, με την απελευθέρωση αρκετών πολιτικών κρατουμένων από τα ξερονήσια και με την προσπάθεια για διενέργεια εκλογών.
Αξίζει πραγματικά να δει κανείς τη στάση των διάφορων πολιτικών δυνάμεων εκείνη την εποχή.
Σε όλα τα παλιά πολιτικά κόμματα υπήρχε μια σοβαρή κρίση, αποτέλεσμα της άρνησής τους να δώσουν με συνέπεια την αντιχουντική πάλη. Έτσι, η γραμμή της φιλελευθεροποίησης της χούντας όξυνε την πάλη μέσα τους προκαλώντας έντονες αντιθέσεις. Μέσα στην προδιχτατορική ΕΡΕ εμφανίζεται μια διαμάχη ανάμεσα στον Καραμανλή και τον Κανελλόπουλο, ο οποίος κατηγορεί τον Καραμανλή, λόγω της σιωπής του, ότι αποδέχεται τη λύση Μαρκεζίνη και ζητάει την αντιχουντική συνεργασία, στην οποία περιλαμβάνει και το ψευτοΚΚΕ. Στο χώρο του Κέντρου υπάρχει επίσης μια έντονη εσωτερική διαπάλη. Ο Μαύρος με την υποστήριξη του Βήματος φαίνεται να ήθελε τη λύση Μαρκεζίνη. Από την άλλη πλευρά, ο Ζίγδης και μια σειρά βουλευτές του Α. Παπανδρέου αντιτάσσονται σε αυτή τη λύση. Μεγάλη σ’ αυτό είναι η αντίθεση των στελεχών της Δημοκρατικής Άμυνας. Επίσης το Γραφείο Εσωτερικού βρίσκεται αρκετά κοντά στην υποστήριξη της λύσης Μαρκεζίνη, κάτι που διαφαίνεται στις δηλώσεις του Δρακόπουλου τότε στην Ακρόπολη.
Έχουμε δηλαδή μια κατάσταση όπου καμιά πτέρυγα της αστικής τάξης δεν έχει μια ξεκαθαρισμένη θέση και μια πολιτική διέξοδο για τον τόπο.
Σ’ αυτή την περίοδο το ψευτοΚΚΕ ρίχνει τη γραμμή της οικουμενικής κυβέρνησης, πιέζοντας βασικά τα παλιά πολιτικά κόμματα να δεχτούν και τη δικιά του συμμετοχή στη μεταβατική εποχή.
Η οικουμενική κυβέρνηση δεν προϋπέθετε για το ψευτοΚΚΕ την πτώση της χούντας. Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες ήταν, σύμφωνα με την ανάλυσή του, η καλύτερη εκμετάλλευση των «νόμιμων μορφών πάλης που πρόσφερε η κρίση της δικτατορίας». Η οικουμενική κυβέρνηση θα έκανε αυτή τις εκλογές, ως απάντηση στις εκλογές του Μαρκεζίνη.
Μια τέτοια γραμμή ήταν στην πραγματικότητα η πιο “αριστερή” έκφραση της φιλελευθεροποίησης του φασιστικού καθεστώτος, γιατί, ενώ εμφανιζόταν με τα πιο αριστερά λόγια ενάντια στη λύση Μαρκεζίνη, δεν έβαζε ως βασική προϋπόθεση για κάθε αλλαγή την πτώση της χούντας.
Αυτό δεν ήταν αποτέλεσμα ενός οπορτουνισμού δεξιού τύπου. Ήταν η συνειδητή έκφραση της γραμμής των αφεντικών του, των σοβιετικών σοσιαλιμπεριαλιστών, για εκείνη την πολιτική στιγμή στην Ελλάδα. Η Ρωσία δεν ήθελε την πτώση της χούντας, γιατί αυτή, όντας όλο και πιο απομονωμένη από τη Δύση, αναζητούσε πολιτικά ερείσματα στο ανατολικό μπλοκ και στα φιλοανατολικά κράτη του Τρίτου Κόσμου. Αυτό φαίνεται και από το ότι όλα τα αντιχουντικά κινήματα, ακόμα και οι επίσημες αντιδικτατορικές κρατικές δηλώσεις, αλλά και πράξεις στο εξωτερικό, έρχονταν από την Ευρώπη και από τις ΗΠΑ και όχι από την ΕΣΣΔ.
Είναι χαραχτηριστικά τα παρακάτω αποσπάσματα από το 9ο Συνέδριο του ψευτοΚΚΕ:
«Η δικτατορία, μπρος στο νέο διεθνές κλίμα που διαμορφώνεται και τις προσπάθειες για ειρηνική συνεργασία από μέρους των σοσιαλιστικών χωρών, αναγκάζεται να αναπροσαρμόζει την πολιτική της. Δηλώνει ότι είναι υπέρ της ύφεσης, υπογράφει συμφωνίες οικονομικής συνεργασίας με τα σοσιαλιστικά κράτη, μίλησε για ουδετερότητα στον πόλεμο της Μέσης Ανατολής»... (ο τονισμός των γραμμάτων δικός μας).
(…) «Είναι αλήθεια πως η δικτατορία δεν μπορεί να αγνοήσει το νέο διεθνές κλίμα, την πολιτική ειρήνης και τις προτάσεις συνεργασίας της Σοβιετικής Ένωσης και των άλλων σοσιαλιστικών χωρών, ιδιαίτερα της γειτονικής μας Λ.Δ. Βουλγαρίας. Οι σχετικές συμφωνίες που βρέθηκε υποχρεωμένη να υπογράψει χάρη σε αυτή τη πολιτική των σοσιαλιστικών χωρών ανταποκρίνονται αντικειμενικά στο συμφέρον της ειρήνης, φθείρουν ένα από τα βασικά προπαγανδιστικά όπλα στο ελληνικό οπλοστάσιο του αντικομμουνισμού»...
(…) «Ο υπουργός των Εξωτερικών της υπό δικτατορική εντολή κυβέρνησης Μαρκεζίνη, όπως είναι γνωστό, διακήρυξε τη στάση της Ελλάδας στον τελευταίο Αραβοϊσραηλινό πόλεμο σαν στάση ουδετερότητας»
.

Είναι πολύ χαραχτηριστικό πως σ’ αυτό το συνέδριο τα χαιρετιστήρια τόσο του ΚΚΣΕ όσο και του ΚΚ Βουλγαρίας δεν αναφέρουν λέξη για αγώνα ενάντια στη χούντα, ούτε καν ότι υπάρχει φασισμός στην Ελλάδα.

Είναι σαφές πως εκείνη την περίοδο ο σοσιαλιμπεριαλισμός έχει κάνει το άνοιγμά του στη φασιστική χούντα. Η πρόταση του ψευτοΚΚΕ για «οικουμενική κυβέρνηση» αξιοποιεί αυτά τα διπλωματικά ανοίγματα της ΕΣΣΔ για να πετύχει το δυνάμωμα του εργαλείου του, του ψευτοΚΚΕ, στο εσωτερικό μέτωπο, ιδιαίτερα με τη συσπείρωση της σοβινιστικής αστικής τάξης.
Το κλειδί είναι το Κυπριακό. Ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός, και σε πρώτη φάση ο ελληνικός σοβινισμός (Παπαδόπουλος), για να εξασφαλίσει τη σταθερότητα του ΝΑΤΟ στην περιοχή ανάμεσα σε Ελλάδα, Τουρκία και Κύπρο, προωθούσε τη λύση της διπλής ένωσης. Σ’ αυτή τη λύση αντιτάχθηκε στην Κύπρο ο Μακάριος, που ήθελε μεν ένα ενιαίο κράτος, με την πλήρη όμως κυριαρχία των Ελληνοκύπριων πάνω στους Τουρκοκύπριους, ενώ ο πιο ακραίος ελληνικός σοβινισμός (Ιωαννίδης) ήθελε όλη την Κύπρο για τον εαυτό του, ιδιαίτερα από την ώρα που κατέρρευσε το σχέδιο της διπλής Ένωσης. Έτσι ο ελληνικός σοβινισμός έρχεται, για πρώτη ίσως φορά, σε σύγκρουση με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Αυτή τη σύγκρουση προσπαθεί να αξιοποιήσει για το δικό του συμφέρον ο σοβιετικός σοσιαλιμπεριαλισμός με τα ανοίγματά του στη φασιστική χούντα.
Μέσα λοιπόν στα πλαίσια της φασιστικής χούντας υπάρχει μια πολύ έντονη διαπάλη. Ο Παπαδόπουλος, μετά την αντίσταση του Μακάριου, βλέπει ότι δεν μπορεί να επιβάλει την αμερικάνικη λύση, που άλλωστε δεν ικανοποιεί και τους πιο ακραίους σοβινιστές μέσα στα πλαίσια της φασιστικής χούντας. Οι πιέσεις που δέχεται από αυτούς για δυναμικές λύσεις στην Κύπρο στη γραμμή της Ένωσης είναι μεγάλες. Σ’ αυτές ουσιαστικά τις πιέσεις αναζητάει πολιτικά στηρίγματα, και στο βάθος αυτή είναι η πολιτική λύση Μαρκεζίνη. Για το σοσιαλιμπεριαλισμό ο κύριος κίνδυνος προέρχεται από την ακραία σοβινιστική γραμμή Ιωαννίδη, από τη γραμμή δηλαδή της Ένωσης, ενώ, αντίθετα, ένας αδύναμος Παπαδόπουλος, απομονωμένος από τη Δύση και με ανοιχτό το Κυπριακό, ήταν ό,τι καλύτερο γι’ αυτόν εκείνη την περίοδο, για το δυνάμωμα δηλαδή των δικών του θέσεων. Αυτό άλλωστε φάνηκε καθαρά αργότερα, όταν οι σοβιετικοί, για να ανατρέψουν την Ένωση, υποστήριξαν ανοιχτά την τούρκικη επέμβαση στην Κύπρο.
Είναι λοιπόν φανερό πως ο σοσιαλιμπεριαλισμός και τα τσιράκια του στην Ελλάδα, μέσα σ’ αυτές τις πολιτικές συνθήκες, δεν ήθελαν με τίποτα αντιφασιστικούς αγώνες και εξεγέρσεις που θα ανέτρεπαν τους στρατηγικούς σχεδιασμούς τους, αλλά ούτε εσωτερικά πραξικοπήματα μέσα στη δικτατορία και πολεμικές περιπέτειες του πιο άρρωστου ελληνικού σοβινισμού. Τα σχέδιά τους χαλάσανε, γιατί και ο λαός κινήθηκε ακραία με τη Νομική και το Πολυτεχνείο και αχρήστευσε την παπαδοπουλική, δηλαδή την πιο πολιτικά ευέλικτη πτέρυγα της χούντας, και ο άρρωστος σοβινισμός κινήθηκε με την κλίκα Ιωαννίδη μέχρι τον απόλυτο τυχοδιωκτισμό, οδηγώντας τη χούντα στη στρατιωτική καταστροφή και στην αύτανδρη πτώση. Έτσι πέθανε κάθε ενδιάμεση λύση καταστρέφοντας και τα ανατολικά σχέδια και τα κάπως «πιο ρεαλιστικά» σχέδια της χούντας. Ήταν φυσικό λοιπόν που οι σοβιετικοί και οι πράκτορές τους, έξαλλοι από την αποτυχία τους, θέλησαν να δουν στους οργανωτές της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, και μάλιστα στους επικεφαλής της, πράκτορες της ΚΥΠ, δηλαδή την ανύπαρκτη συμμαχία ακραίων της χούντας και ακραίων αντιφασιστών, δηλαδή τη συνεργασία των πιο ορκισμένων εχθρών αυτής της εποχής. Αυτό είναι το νόημα της περιβόητης ιστορικής πολιτικής γελοιοποίησης, αλλά και αποκάλυψης του ψευτοΚΚΕ, που ονομάζεται Πανσπουδαστική Νο 8.


Η ΠΑΛΗ ΣΤΟ ΦΟΙΤΗΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

Η “φιλελευθεροποίηση” στα πανεπιστήμια είχε μια ποιοτική πολιτική διαφορά με τη «φιλελευθεροποίηση» στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο . Η διαφορά ήταν ότι εδώ υπήρχε, παρά την ανωριμότητα στην πολιτική συνείδηση, ένα οργανωμένο δημοκρατικό κίνημα, το φοιτητικό. Επρόκειτο για ένα πολιτικό κίνημα που, έστω και αυθόρμητα, έπαιζε καίριο ρόλο στις εξελίξεις. Το κίνημα αυτό χρησιμοποίησε τη “φιλελευθεροποίηση” στα πανεπιστήμια για τη μαζικοποίησή του μέσα από νόμιμες ή μισονόμιμες μορφές και μέσα από ανοιχτούς αντιφασιστικούς αγώνες, όπως οι δύο καταλήψεις της Νομικής και μια σειρά από αντιφασιστικές διαδηλώσεις. Αυτό είχε φοβίσει ιδιαίτερα τη χούντα και αυτός ήταν ο βασικός λόγος που την ανάγκασε να προσπαθεί να κάνει πρώτα τις βουλευτικές και μετά τις φοιτητικές εκλογές. Ήθελε δηλαδή να χειραγωγήσει το φοιτητικό κίνημα μέσα από τις συμφωνίες με τον παλιό πολιτικό κόσμο και τα δύο, τότε, ψευτοΚΚΕ.
Όλη η πάλη στο φοιτητικό κίνημα, που κατέληξε στη μεγαλειώδη λαϊκή εξέγερση του Πολυτεχνείου, δόθηκε πάνω στο ζήτημα των φοιτητικών εκλογών, πάνω δηλαδή στη συγκεκριμένη ερμηνεία του τι σημαίνει “φιλελευθεροποίηση” στα πανεπιστήμια. Οι φοιτητές κατήγγειλαν, και σωστά, αυτές τις εκλογές ότι από μόνες τους, χωρίς δηλαδή ένα αντιφασιστικό πολιτικό περιεχόμενο, νομιμοποιούσαν το χουντικό συνδικαλισμό.
Το φοιτητικό κίνημα είχε πάρει το δρόμο του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού αγώνα για την ανατροπή της δικτατορίας. Αυτό σημαίνει ότι το Φ.Κ. βρισκόταν σε σύγκρουση με τα παλιά αστικά κόμματα και τα δύο κόμματα της ψευτοαριστεράς, που προωθούσαν τη «φιλελευθεροποίηση» και το συνταγματικό κοινοβουλευτικό φασισμό. Το φοιτητικό κίνημα είχε ξεκαθαρίσει σε μεγάλο βαθμό ότι τα μεν αστικά κόμματα βρίσκονταν κάτω από την ομπρέλα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, όπως -σε τελική ανάλυση- και η χούντα, και καταλάβαινε ενστικτωδώς ότι η συμμετοχή της ψευτοαριστεράς στο νέο πολιτικό σύστημα θα σήμαινε την είσοδο της ρώσικης πολιτικής στο εσωτερικό της χώρας. Ο αντιδικτατορικός αγώνας λοιπόν του φοιτητικού κινήματος, η ίδια η εξέγερση του Πολυτεχνείου δεν είναι παρά η λαϊκή απάντηση, η άρνηση της πολιτικής τακτικής τόσο του αμερικάνικου όσο και, κυρίως, του ρώσικου σοσιαλιμπεριαλισμού και των εξαρτημένων κομμάτων που προωθούσαν λύσεις με το λαό στο περιθώριο. Γι’ αυτό το λόγο η εξέγερση του Πολυτεχνείου δεν μπορεί παρά να εκφράζει μόνο στις δευτερεύουσές του πλευρές τον αντιδικτατορικό αγώνα των αντιστασιακών οργανώσεων της αστικής τάξης και των δύο ψευτοΚΚΕ. Για τους παραπάνω λόγους το πρώτο σύνθημα του Πολυτεχνείου ήταν Λαοκρατία, Έξω οι Αμερικάνοι, Έξω το ΝΑΤΟ, που για την ψευτοαριστερά ήταν εξτρεμιστικά συνθήματα! Για τους ίδιους λόγους η λαϊκή εξέγερση και τα ιστορικά της διδάγματα δεν υπάρχουν στο πρόγραμμα κανενός κοινοβουλευτικού κόμματος σήμερα. Και για τους ίδιους λόγους το προδομένο Πολυτεχνείο ζητά την εκδίκησή του με τα νέα αντιφασιστικά και αντιιμπεριαλιστικά Πολυτεχνεία, όπως και αν τα ονομάσει αυτά η Ιστορία.

Το ψευτοΚΚΕ, μέσα από την ΚΝΕ και την ΑντιΕΦΕΕ, έκανε ό,τι μπορούσε για να εμποδίσει και, στη συνέχεια, να χτυπήσει την εξέγερση.
Εφαρμόζοντας τη γραμμή της “οικουμενικής κυβέρνησης” στις φοιτητικές εκλογές, δεχόταν ουσιαστικά τη νομιμοποίησή τους, βάζοντας ως όρο να διεξαχθούν από εκλεγμένες εφορευτικές επιτροπές.
Κόντρα σ’ αυτή τη γραμμή βασικά οι συνδικαλιστές της ΑΑΣΠΕ, φοιτητικής παράταξης εκείνη την εποχή του ΕΚΚΕ, αλλά και μια σειρά από ανεξάρτητους αντιφασίστες αγωνιστές προωθούσαν τη γραμμή πως ελεύθερες εκλογές μπορούσαν να γίνουν μόνο με την κατάργηση μιας σειράς φασιστικών νομοθετικών διαταγμάτων. Αυτό μπορούσε ουσιαστικά να γίνει μόνο με κλιμάκωση του αντιφασιστικού αγώνα.
Όλη η πάλη που οδήγησε στο Νοέμβρη δόθηκε πάνω στις δύο αυτές γραμμές.
Εδώ είναι χαραχτηριστικά δύο αποσπάσματα από αντίστοιχα κείμενα της ΚΝΕ και της ΑΑΣΠΕ έναν περίπου μήνα πριν το Πολυτεχνείο.
Σε ανακοίνωσή του Κ.Σ. της ΚΝΕ στα τέλη του Οχτώβρη του 1973 γράφουν για την προηγούμενη δράση τους:
«Αντίθετα τονιζόταν, και μάλιστα έντονα, ότι θα πρέπει να αποφευχθούν οι περιπτώσεις ξεκομμένων ενεργειών του φοιτητικού κινήματος και ειδικά με τη μορφή κατάληψης κτιρίων κάτω από την επίδραση των αυθόρμητων και αριστερίστικων στοιχείων».
Αντίθετα, σε διακήρυξη της ΑΑΣΠΕ στις 14 Οχτώβρη του 1973 γράφεται:
«Το φοιτητικό κίνημα έμαθε μέσα από την ίδια του την πείρα πώς πίσω από τον εκδημοκρατισμό κρύβεται το φίδι του φασισμού, πως πίσω από κάθε προσφορά κρύβεται η απάτη και η τρικλοποδιά για την ένταξή μας στη φασιστική νομιμότητα. Το φοιτητικό κίνημα έμαθε πως, όταν αγωνίζεται με συνέπεια για τα πραγματικά του συμφέροντα, το μόνο που έχει να περιμένει είναι η κρατική φασιστική βία. Ξέρουμε πως η λευτεριά δεν δωρίζεται αλλά καταχτιέται, γι’ αυτό και θα παλέψουμε ενάντια στη φασιστική επιστράτευση και τα φασιστικά Ν.Δ. 720/ 70 και 1347/73, γι’ αυτό και θα αγωνιστούμε να καταχτήσουμε τις πραγματικές μας δημοκρατικές ελευθερίες διεκδικώντας μαχητικά τα δικαιώματά μας, θα αγωνιστούμε με όλους τους τρόπους για να τσακίσουμε τα φασιστικά θεσμικά πλαίσια που επιβάλλουν οι καταπιεστές του τόπου και του λαού μας».
Έτσι φτάνουμε στις συνελεύσεις την Τετάρτη 14 του Νοέμβρη, που καλούνται να αποφασίσουν πάνω στο ζήτημα των εκλογών. Δύο είναι οι βασικές, μια στη Νομική και μια στο Πολυτεχνείο. Και στις δύο αυτές συνελεύσεις ανατρέπεται η γραμμή του ψευτοΚΚΕ και ξεκινάει η κατάληψη.
Από νωρίς στο προαύλιο του Πολυτεχνείου μαζεύονται φοιτητές που, κόντρα στη γραμμή της ΚΝΕ και ανεξάρτητα από τις αποφάσεις των συνελεύσεων, φωνάζουν αντιφασιστικά συνθήματα και αποτελούν πόλο συσπείρωσης. Το νέο μαθεύεται στη Νομική, όπου, παρά τις αντιδράσεις των Κνιτών, πάνω από 1.000 φοιτητές φεύγουν από τη συνέλευση με επικεφαλής την ΑΑΣΠΕ και με μαχητική πορεία πηγαίνουν στο Πολυτεχνείο και ενώνονται μ’ αυτούς που βρίσκονται στο προαύλιο. Είναι αυτοί ακριβώς που οι σοσιαλφασίστες θα ονομάσουν λίγο μετά «350 πράκτορες της ΚΥΠ». Η Εξέγερση έχει ξεκινήσει.

Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ

Δε θα αναφερθούμε εδώ στα γνωστά γεγονότα της ηρωικής εξέγερσης, αλλά στα καίρια πολιτικά γεγονότα που συνήθως πνίγονται από τους ιστορικούς και αναλυτές της ημέρας. Ας δούμε λοιπόν το ξεκίνημα της κατάληψης, με τη διαδήλωση από τη Νομική στο Πολυτεχνείο.
Στην Πανσπουδαστική με αριθμό έκδοσης 8, που εκδόθηκε το Γενάρη-Φλεβάρη του 1974, δημοσιεύουν ένα κείμενο κάποιας Συντονιστικής Επιτροπής αγώνα του Πολυτεχνείου, την οποία οι ίδιοι έφτιαξαν και η οποία καμία σχέση δεν είχε με τη Συντονιστική της εξέγερσης. Σ’ αυτό το κείμενο γράφουν:
«Καταγγέλλουμε την προσχεδιασμένη εισβολή στο χώρο του Πολυτεχνείου την Τετάρτη 14 του Νοέμβρη 350 περίπου οργανωμένων πραχτόρων της ΚΥΠ σύμφωνα με το προβοκατόρικο σχέδιο των Ρουφογάλη-Καραγιαννόπουλου...»
Στα υλικά της 4ης Ολομέλειας της ΚΕ του ψευτοΚΚΕ τον Ιούλη του 1976, δηλαδή δυόμισι χρόνια μετά από την Πανσπουδαστική Νο 8, αυτοί οι ίδιοι, που στο μεταξύ έχουν γίνει οι μεγαλύτεροι έμποροι της εξέγερσης, προσπαθούν να καλύψουν την αχρειότητά τους πίσω από φτηνές δικαιολογίες:
«Η ΚΟΑ και το Γραφείο του ΚΣ της ΚΝΕ είδαν καταρχήν την κατάληψη σαν μια επικίνδυνη περιπλοκή στην ανάπτυξη της αντιχουντικής πάλης. Η σκέψη τους ήταν κυρίως να πάρουν μέτρα για την άμεση απαγκίστρωση των φοιτητών από το Πολυτεχνείο...»
Ωστόσο αργότερα μετανιώνουν πικρά γι’ αυτή τους την έμμεση παραδοχή υπονόμευσης της εξέγερσης. Σήμερα είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να βρει κανείς ολόκληρη την απόφαση της παραπάνω 4ης ολομέλειας που να περιέχει όλα τα σχετικά με το παραπάνω αποσπάσματα.

Σε πρώτη λοιπόν φάση το ψευτοΚΚΕ προσπάθησε με κάθε θυσία να τσακίσει πολιτικά την κατάληψη και να τη διαλύσει οργανωτικά (αυτό σημαίνει η λεξούλα «απαγκίστρωση»). Όταν δεν μπόρεσε να αποτρέψει την κατάληψη, προσπάθησε να επιβάλει σ’ αυτήν το δικό του έλεγχο με μέθοδες τραμπουκισμού και πλαστογραφιών της Συντονιστικής Επιτροπής κατάληψης, δηλαδή να βάλει το κίνημα αυτό στην υπηρεσία της γραμμής του, να το χειραγωγήσει.
Έχει σημασία να δούμε μέσα από τα ίδια τα κείμενά τους την καθημερινή τους αρχική προσπάθεια για την “απαγκίστρωση” και μετά για τη χειραγώγηση του κινήματος. Τα αποσπάσματα είναι από το προηγούμενο κομματικό τους ντοκουμέντο:
«Το Γραφείο του ΚΣ της ΚΝΕ έμαθε τα γεγονότα σχεδόν τυχαία την Πέμπτη το πρωί... Πρώτη του εχτίμηση ήταν ότι τα γεγονότα αποτελούν ανεύθυνη ως ένα βαθμό ενέργεια έξω από τη γραμμή της οργάνωσης... και χαράζει τη σωστή προοπτική να μετεξελιχθεί η στατική μορφή της κατάληψης σε έξοδο και διαδηλώσεις...
»Το μεσημέρι της Παρασκευής, λίγα λεπτά πριν τη συνεδρίαση της ΣΕ, ο τότε γραμματέας της ΚΝΕ Πολυτεχνείου συναντά μέλος της ΣΕ και του ανακοινώνει ότι λίγο πριν η καθοδήγηση του έβαλε ζήτημα για το πώς θα κατορθώσουν να φύγουν από το Πολυτεχνείο...
»αλλά αντίθετα είναι μάλλον βέβαιο ότι, αν η ΚΝΕ ήταν σωστά προετοιμασμένη και τα στελέχη της δούλευαν έγκαιρα, σωστά και επιτόπου μέσα στο ΦΚ, με αυτή την κατεύθυνση, θα ήταν δυνατόν ή να μην επιλεγεί καθόλου η μορφή της κατάληψης, ή και αν προσωρινά πραγματοποιούνταν, να στρεφόταν γρήγορα προς άλλες εξελίξεις».

Μέσα απ’ αυτά τα αποσπάσματα νομίζουμε ότι γίνεται αντιληπτή με πλήρη σαφήνεια η στάση του ψευτοΚΚΕ σ’ αυτό το ζήτημα.
Στο δεύτερο ζήτημα, της ένταξης δηλαδή του κινήματος στη δικιά του γραμμή, θα αναφέρουμε μόνο το κομμάτι στην ανακοίνωση της ΣΕ προς τον Τύπο που προσπάθησαν να βάλουν οι Κνίτες, αλλά που τελικά αφαιρέθηκε κάτω από τη μεγάλη πίεση αντιφασιστών αγωνιστών. Το κείμενο αυτό έλεγε:
«Πιστεύοντας ότι αυτή τη στιγμή του αγώνα εκφράζουμε τη θέληση του ελληνικού λαού για ενότητα, καλούμε όλες τις αντιδικτατορικές αντιστασιακές δυνάμεις και όλα τα δημοκρατικά αντιδικτακτορικά κόμματα να αγωνιστούν μαζί μας. Να κάνουν κοινό πρόγραμμα βασισμένο οπωσδήποτε στις αρχές της λαϊκής κυριαρχίας και της εθνικής ανεξαρτησίας, με βασικό στόχο την ανατροπή της δικτατορίας». Το γενικό αντιδικτατορικό κάλεσμα «πίσω από την κατάληψη» από μόνο του δεν ήταν καθόλου κακό, αλλά το ζουμί ήταν στην πονηρή φρασούλα για «κοινό πρόγραμμα» που ακολουθούσε και το οποίο -στις δοσμένες συνθήκες- θα σήμαινε ότι οι έμπειροι πραξικοπηματίες του ψευτοΚΚΕ θα άρχιζαν εκ μέρους της Συντονιστικής τις γνωστές ατέλειωτες διαβουλεύσεις για το «κοινό πρόγραμμα» με τον παλιό συμβιβασμένο αστικό πολιτικό κόσμο, οπότε και στα κρυφά τις βολιδοσκοπήσεις προς τη Χούντα. Οι καταληψίες θα παρακολουθούσαν τις ίντριγκες σαν χαμένοι, η κατάληψη θα σάπιζε και η εξέγερση δε θα γινόταν ποτέ.

Αλλά, παρά την απόφαση της Σ.Ε., αυτό το απόσπασμα διαβάστηκε τελικά μέσα από το ραδιοφωνικό πομπό με πραξικόπημα των Κνιτών. Δεν μπορούσαν όμως να εφαρμόσουν αυτό που διάβασαν.

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ

Το Πολυτεχνείο ήταν μια αυθόρμητη λαϊκή εξέγερση. Μια εξέγερση όμως που έγινε για να ανατρέψει μια συγκεκριμένη πολιτική, εκείνη της “φιλελευθεροποίησης” της φασιστικής χούντας, αλλά και όλου του παλιού πολιτικού κόσμου και του ρεβιζιονισμού των δύο τότε ψευτοΚΚΕ όπως την αναλύσαμε παραπάνω.
Απ’ αυτή την άποψη και παρά τον αυθόρμητο χαρακτήρα του, το Πολυτεχνείο πέτυχε το στόχο του. Η Ελλάδα είτε θα είχε δημοκρατία είτε δε θα είχε καθόλου. Σ’ αυτό το μέτωπο και από την άποψη των οργανωμένων δυνάμεων πρωτοπόρο ρόλο έπαιξε η στάση της ΑΑΣΠΕ και του τότε ΕΚΚΕ (εκείνο το ΕΚΚΕ δεν έχει καμιά σχέση με το σημερινό σοβινιστικό και περιθωριοποιημένο έκτρωμα με το ίδιο όνομα).
Σ’ αυτό λοιπόν το επίπεδο η λαϊκή εξέγερση κατάκτησε μια τεράστια πολιτική νίκη, τινάζοντας στον αέρα τα σχέδια της φασιστικής χούντας και όλων των αστικών και ρεβιζιονιστικών κομμάτων. Ο βαθμός όμως της πολιτικής ανωριμότητας και του επιπέδου οργάνωσης του επαναστατικού και κομμουνιστικού κινήματος καθόρισε την αδυναμία του στη χάραξη συγκεκριμένων πολιτικών προτάσεων, τέτοιων που να δίνουν τη δυνατότητα στο ευρύτερο δημοκρατικό κίνημα να ανεβάσει την πάλη του σε ανώτερες θέσεις. Έτσι το κίνημα αυτό βρέθηκε σε αδυναμία να παίξει ηγεμονικό ρόλο στη χώρα, όταν η χούντα έπεσε. Γιατί η χούντα δεν έπεσε επειδή αυτό το κίνημα ωρίμασε πολιτικά και αριθμητικά και την ανέτρεψε, αλλά έπεσε επειδή κατέρρευσε και ξεφτιλίστηκε το «εθνικό» της πρόγραμμα, δηλαδή η κατοχή της Κύπρου. Μαζί μ’ αυτό το εθνικό πρόγραμμα κατέρρευσε και ο ως τότε εθνικά προστάτης ιμπεριαλισμός, ο αμερικάνικος. Αυτός είναι ο λόγος που αυτοί που πήραν την ηγεμονία της δημοκρατικής μεταπολίτευσης ήταν οι ρωσόφιλοι, υψώνοντας τη σημαία της εθνικής εκδίκησης σε βάρος των ΗΠΑ και της Τουρκίας. Ο Ιωαννίδης έπεσε, αλλά ο ιωαννιδισμός ξαναγεννήθηκε με νέο, «αριστερό» πρόσωπο. Ακροδεξιοί και χουντικοί, ενωμένοι με τους εθνικιστές αντιιμπεριαλιστές, με επικεφαλής τους τους αποστάτες της εργατικής τάξης και κάτω από τα χειροκροτήματα των πάντα ανόητων αστοφιλελεύθερων, κάψανε τους φακέλλους στη «Χαλυβουργική» για να σώσουν τους δοσίλογους και τους μετεμφυλιακούς ρουφιάνους από το μίσος του λαού και από την Ιστορία. Έτσι μπήκαμε στην εποχή του φαιοκόκκινου, που προετοιμάζει τη νέα, την πιο μεγάλη δικτατορία. Μπήκαμε στην εποχή που το Πολυτεχνείο το πήραν οι υπονομευτές του, για να κάνουν όλο και περισσότερο δολοφονική «17Ν» και όλο και λιγότερο Εξέγερση του Πολυτεχνείου.

Όμως τίποτα δεν πάει χαμένο. Το αληθινό Πολυτεχνείο ζει και αυτό απέναντι στο προβοκατόρικο επίσημο ομοίωμά του. Είναι μέσα στις μάζες ως κουλτούρα πια, ως παγιωμένος αντιμιλιταρισμός, ως σιωπηλός αλλά λυσσασμένος αντιφασισμός, ως ανυπότακτο επαναστατικό πνεύμα. Αυτοί που έχουν καταλάβει το κτίριο και το χρησιμοποιούν σε κάθε επέτειο ως άντρο και σύμβολο της φαιοκόκκινης εξουσίας τους θα έχουν πάντα απέναντί τους την ψυχή του που θα υπερασπίζεται ως το τέλος τη δημοκρατία και την επανάσταση. Σ’ αυτή τη χώρα η ταξική πάλη που έρχεται θα έχει για πολλά χρόνια τη μορφή: Πολυτεχνείο εναντίον Πολυτεχνείου, ώσπου η δημοκρατία του λαού στην τελική της έφοδο να ξαναπάρει αυτό το κτίριο και την ψυχή του.