ΨΕΥΤΟΚΚΕ-ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΓΙΑ ΕΝΑ ΑΝΤΙΔΥΤΙΚΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΧΩΡΙΣ ΤΑ ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ

Η απουσία επεισοδίων στη φετινή πορεία του Πολυτεχνείου στην Αθήνα δεν οφείλεται στην αποτελεσματικότητα και τον επαγγελματισμό της αστυνομίας αλλά στην πολιτική συμφωνία του ψευτοΚΚΕ με την ηγεσία του υπουργείου Δημοσίας Τάξης για την περιφρούρηση της.
Το κόμμα που κατηγόρησε τους φοιτητές που ξεκίνησαν την κατάληψη του Πολυτεχνείου το 1973 σαν προβοκάτορες της ασφάλειας (Πανσπουδαστική, φύλλο 8) και που ήταν αντίθετο σ’ αυτή τη μορφή πάλης έχει γίνει ο κηδεμόνας, ή καλύτερα το πολιτικό αφεντικό του εορτασμού της επετείου αντιστρέφοντας το επαναστατικό της πνεύμα. Έτσι κάθε χρόνο χρησιμοποιεί την επέτειο για να δυναμώνει και να πλαταίνει τον καθεστωτικό αντιαμερικανισμό, τον αντικαπιταλισμό φασιστικού τύπου και πιο πρόσφατα τον αντισημιτισμό που κρύβεται σαν «αντισιωνισμός». Η σημαία του ανεστραμμένου αυτού Πολυτεχνείου είναι εκείνη με την οποία αυτό το κόμμα βαδίζει από τη μεταπολίτευση και πέρα στη νέα, ακόμα πιο φασιστική, στη ρώσικη δικτατορία που λυσσαλέα επιδιώκει. Αυτή λοιπόν τη γιορτή, ιδιαίτερα τη μεγάλη κρατική τελετή κλεισίματος, που είναι η πορεία στην αμερικανική πρεσβεία, τη θέλει μαζική και θα μπορούσε να την έχει πιο μαζική ο σοσιαλφασισμός. Γιατί κάθε επέτειος φέρνει νεολαίους και παιδιά από όλο το λεκανοπέδιο που αγαπάνε το πνεύμα του Νοέμβρη στο άδειο από επανάσταση κουφάρι του Πολυτεχνείου. Αυτό σαν λειψανο αγίου το κρατάνε στα χέρια τους και το εμπορεύονται πολιτικά οι κνίτες, αλλά τα παιδιά δεν έχουν ιδέα από πολιτική. Ο σοσιαλφασισμός σκέφτεται ότι πολλά από αυτά τα πιθανά θύματά του αλλά και παλιοί αριστεροί και μερικοί συναισθηματικοί δημοκράτες δεν κατεβαίνουν στην πορεία καθώς κάθε φορά δίπλα σε αυτή ή και μέσα της υψώνεται στον ουρανό το σύννεφο του δακρυγόνου και το κέντρο πνίγεται από τη μυρωδιά από τα αποκαίδια που αφήνει πίσω της η μολότωφ.

Το πρόβλημα δηλαδή είναι ότι αυτή τη γιορτή του ψευτοΚΚΕ τη χαλάνε κάθε χρόνο οι αναρχικοί με τη δημιουργία επεισοδίων στο κέντρο της χώρας. Αφού για χρόνια το χρησιμοποίησε για να ρίχνει από την εξουσία ανεπιθύμητους για τη ρώσικη πολιτική υπουργούς του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, το ψευτοΚΚΕ το 1995 παράδωσε αυτό το πολιτικά καθυστερημένο, πότε χρήσιμο και πότε ενοχλητικό ρεύμα στην αστυνομία για να το αναγκάσει να του παραχωρήσει το δικαίωμα σε μια μαζικότερη πορεία. Παρ’ όλα αυτά οι αναρχικοί παρέμειναν το ίδιο ξεροκέφαλοι και συνέχισαν να δημιουργούν επεισόδια. Το ψευτοΚΚΕ δοκίμασε να τιθασεύσει αυτό το αναβράζον πλήθος είτε με απ ευθείας βία πάνω του ή παραδίνοντάς το ανοιχτά στην αστυνομία. Και οι δυο αυτές μέθοδες αποδείχτηκαν καταστροφικές γιατί το ψευτοΚΚΕ μισήθηκε πολύ από ένα ρεύμα που σε άλλες στιγμές του είναι εντελώς απαραίτητο. Είδαμε για παράδειγμα πως το καλοκαίρι το ψευτοΚΚΕ και ο ΣΥΝ χρειάστηκαν το σπαζοτζαμάκικο αναρχισμό για να προκαλέσουν επιθέσεις των ΜΑΤ στα μπλοκ του «κινήματος παιδείας» και έτσι να δώσουν στους ίδιους τους συμμετέχοντες στο κίνημα αυτό, αλλά περισσότερο στις πιο ριζοσπαστικές μάζες την εντύπωση ότι αυτό το ακραία αντιδραστικό κίνημα είναι ένας αντικαθεστωτικός λαϊκός αγώνας. Τώρα λοιπόν δοκίμασαν μια τρίτη μέθοδο: Συνενοήθηκαν «κατ ιδίαν» με την αστυνομία και κανόνισαν πως ακριβώς θα γίνει η δουλειά ώστε και το αναρχικό μπλοκ να τσακιστεί και το ψευτοΚΚΕ να μην εκτεθεί πολιτικά.
Λίγοι πρόσεξαν και ακόμα λιγότεροι κατάλαβαν την σημασία της συνάντησης αντιπροσωπείας του ψευτοΚΚΕ στις 14 Νοέμβρη με την ηγεσία της αστυνομίας. «Ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως κ. Βύρων Πολύδωρας και ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας Αντιστράτηγος Αναστάσιος Δημοσχάκης συναντήθηκαν σήμερα (14-11-2006) στο γραφείο του κ. Υπουργού με Αντιπροσωπεία του Κουμμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος (Κ.Κ.Ε.), αποτελούμενη από τον Κοινοβουλευτικό Εκπρόσωπο κ. Ορέστη Κολοζώφ και την βουλευτή κα Βαρβάρα Νικολαΐδου.
Η Αντιπροσωπεία του Κ.Κ.Ε. τόνισε την ανάγκη διαφύλαξης του απαραβίαστου του ασύλου, αίτημα προς το οποίο ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως συμφώνησε απολύτως.
Ο κ. Βύρων Πολύδωρας σημείωσε ότι η Ελληνική Αστυνομία μεριμνά για το ακώλυτο και ειρηνικό της πραγματοποίησης των εκδηλώσεων και της μεγάλης πορείας κατά τον εορτασμό της επετείου του Πολυτεχνείου.»
(Δελτίο Τύπου του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης, 14/11)
Σε ανακοίνωση που έκδωσε το ψευτοΚΚΕ μετά τη συνάντηση αναφέρεται ότι ο υπουργός διαβεβαίωσε την αντιπροσωπεία του ότι «το πανεπιστημιακό άσυλο σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να παραβιαστεί και ότι οι αστυνομικές δυνάμεις θα μεριμνήσουν ώστε οι εκδηλώσεις και η πορεία προς την πρεσβεία των ΗΠΑ να διεξαχθούν ειρηνικά» (Βήμα, 15/11). Είναι χαρακτηριστική επίσης η έκκληση της συντονιστικής επιτροπής του εορτασμού (που ελέγχεται από το σοσιαλφασισμό) προς τα ΜΜΕ «να συμβάλουν στην αποτροπή του έργου των σκοτεινών δυνάμεων και των «γνωστών-αγνώστων», που εδώ και χρόνια προσπαθούν να αμαυρώσουν τις αγωνιστικές παρακαταθήκες του Πολυτεχνείου» (στο ίδιο).

Όλη η ορχήστρα του σοσιαλφασισμού έπαιξε εκείνες τις μέρες στον ίδιο σκοπό. Ο στόχος ήταν το αναρχικό μπλοκ να εξουδετερωθεί στρατιωτικά, πριν προλάβει να χαλάσει την τελετή. Αυτή η νέα μέθοδος μέχρι στιγμής πήγε πολύ καλά. Μετά την άγρια επίθεση και το ξύλο που δέχτηκε από την αστυνομία το αναρχικό μπλοκ σε όλες τις συνιστώσες του το γενικό συμπέρασμα που τα μέλη του έβγαλαν είναι ότι η αστυνομία είναι πράγματι ο κύριος εχθρός τους, όπως πάντα πίστευαν, και από πουθενά από όσο γνωρίζουμε δεν ακούστηκε η καταγγελία ότι για αυτήν την επίθεση έφταιξε το ψευτοΚΚΕ. Ίσα-ίσα μάλιστα ένα από τα πιο σκληρά εξωκοινοβουλευτικά δορυφορικά τάγματα του ψευτοΚΚΕ, το αντισημιτικό ΕΕΚ, έγινε εξαιρετικά αγαπητό στα εμβρόντητα θύματα τα οποία χώθηκαν μέσα στο μπλοκ του για να γλυτώσουν από το βάναυσο ξυλοδαρμό της αστυνομίας. Και πραγματικά βρήκαν εκεί μια τέλεια ασφάλεια αφού το ΕΕΚ περισυνέλεξε πολλαπλάσιους κυνηγημένους στις ολιγάριθμες τάξεις του δίχως να ενοχληθεί ούτε κατά διάνοια από την αστυνομία.
Είναι φανερό ότι υπήρχαν δύο κόσμοι σε αυτήν την πορεία. Νομίζουμε ότι όποιος εκείνη τη μέρα έμπαινε πίσω από ένα οποιοδήποτε άλλο μπλοκ της γενικά «κόκκινης» πορείας θα έχαιρε απόλυτης ασφάλειας. Το μάθημα που έδωσε το βαθύ καθεστώς στους αναρχικούς εκείνη τη μέρα είναι σαφές για όσους μπορούν να καταλάβουν. Το μαύρο-κόκκινο είναι ελεύθερο και ασφαλές αρκεί στα χέρια του να κρατάει κάθε φορά ένα διαβατήριο από το «κόκκινο» παρακράτος. Ή αλλιώς ο σοσιαλφασισμός είπε στους αναρχικούς στις 17 του φετεινού Νοέμβρη: «Κύριοι μπορείτε να σπάτε και να καίτε, μπορείτε και να δέρνετε αστυνομικούς, αλλά όποτε το επιτρέπουμε εμείς». Αυτό φάνηκε από το γεγονός ότι ενώ ποτέ τα τελευταία χρόνια δεν έπεσε τόσο πολύ και τόσο απρόκλητο ξύλο από την αστυνομία ποτέ τα κανάλια δεν έπνιξαν αυτό το ξύλο τόσο πολύ και τα κόμματα «του λαού» δεν το κατήγγειλαν τόσο λίγο.
Αυτά ήταν όλα κανονισμένα από την αρχή όπως θα αποδείξουμε και παρακάτω.

Ας δούμε τα γεγονότα. Διαβάζουμε σε ανακοίνωση της Αναρχικής Αρχειοθήκης Αθήνας: «την ημέρα της πορείας του Πολυτεχνείου, ο κρατικός κατασταλτικός μηχανισμός προχωρεί σε προσαγωγές (στη Β. Ηρακλείου και στη Κολοκοτρώνη) συντρόφων της Αναρχικής Αρχειοθήκης Αθήνας (που μεταφέρουν πανώ για την πορεία) ενώ διμοιρίες των ΜΑΤ και ασφαλίτες με κουκούλες full-face, περικυκλώνουν για ώρες τα γραφεία της αρχειοθήκης εμποδίζοντας την αποχώρηση όσων συντρόφων ήταν μέσα κα τη συμμετοχή τους στην πορεία. Ο αποκλεισμός των γραφείων της Αναρχικής Αρχειοθήκης διαρκεί ώρες.
Την ίδια ώρα, ΣΕ ΟΛΟ ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ της Αθήνας, εξαπολύονται προληπτικές συλλήψεις και έρευνες σε τσάντες ανθρώπων που κατευθύνονται στο χώρο της συγκέντρωσης, ανεβάζοντας τον αριθμό των «προσαχθέντων» σε περισσότερους από 50». Αυτές οι ενέργειες «εμπόδισαν αυτούς που καλούσαν για συγκέντρωση και πορεία του αναρχικού μπλοκ (από την πλατεία Κλαυθμώνος στις 2.30) να φτάσουν στο χώρο και έτσι δεν έγινε δυνατό να κατέβουν ΤΟ ΠΑΝΩ ΚΑΙ ΟΙ ΣΗΜΑΙΕΣ. Η προσπάθεια του κράτους να κτυπήσει το αναρχικό μπλοκ ήταν προφανής»
.
Ωστόσο, σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση, «περισσότεροι από 2000 άνθρωποι κατεβαίνουν στην Κλαυθμώνος σε ένα πυκνότατο σχηματισμό, που δημιουργήθηκε αυθόρμητα» φτιάχνουν ένα «αυτοσχέδιο» πανώ και συγκροτούνται σε μπλοκ. «Η επίθεση των κρατικών δολοφόνων ξεκινά στο ύψος της Ρηγίλλης, όταν πετάγονται μερικές πέτρες και μπουκάλια με νερό προς το κτίριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης…Οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες του αναρχικού μπλοκ, διασκορπίζονται σε άλλα σημεία της πορείας. Ακολουθεί συντονισμένη και επίσης άγρια επίθεση των κρατικών δολοφόνων στο ύψος του Χίλτον στο μπλοκ της Αντιεξουσιαστικής Κίνησης το οποίο επίσης διαλύεται…» Τα μέλη της, σύμφωνα με αναφορές στο Ιντιμίντια, κατέφυγαν και βρήκαν προστασία στο μπλοκ του ΕΕΚ (τροτσκιστές). Τι εμπόδισε όμως την Αστυνομία να τους κυνηγήσει και να τους συλλάβει εκεί; Η απάντηση βρίσκεται στις δηλώσεις του αρχηγού της Αστυνομίας αντιστράτηγου Α. Δημοσχάκη:
«Ήτανε μια πάρα πολύ δύσκολη μέρα, υπήρξε εκ μέρους των διοργανωτών άψογος σχεδιασμός και τα κόμματα και οι οργανώσεις που συμμετείχαν είχαν ικανοποιητική έως επαρκή περιφρούρηση.
[…] Ήταν μια επιχείρηση ευρείας κλίμακος, με δύο περιστατικά τοπικού ενδιαφέροντος, χωρίς περαιτέρω εκτράχυνση, χωρίς να διαλυθεί η πορεία, η οποία και πραγματοποιήθηκε στο σύνολό της.
[…] Υπήρξε ωριμότητα και σοβαρότητα, από όλους που συμμετείχαν, πλην των δύο μπλοκ που … ήταν αποφασισμένοι να δημιουργήσουν σοβαρά προβλήματα στην πόλη. […] Από τη δική μας πλευρά υπήρχε στόχος: Να πραγματοποιηθεί η πορεία στο σύνολό της και να μην διαταραχθούν τα μπλοκ τα οποία πραγματικά ήξεραν γιατί κατέβηκαν και ήξεραν που θα φτάσουν.
[…] Καταγράφονται ως θετικά τα σημερινά γεγονότα για την Αθήνα και για τη Θεσσαλονίκη. […] Τα επεισόδια ήταν περιορισμένης έκτασης τοπικού ενδιαφέροντος».

Ολοκληρώνοντας, επεσήμανε: «Η Αστυνομία είναι ισχυρή, έχει τη συμπαράσταση όλων των Ελλήνων και πιστεύω ότι ενήργησε με πολλή αυτοσυγκράτηση, με πολλή ψυχραιμία. Ήταν απόλυτα σε κάθε περίπτωση αμυντική και όταν άρχισαν να διαπράττονται αδικήματα … ενήργησε άμεσα και είχαμε αυτές τις προσαγωγές που όλοι σας ξέρετε. […] Η αυτοσυγκράτηση και η ψυχραιμία της Αστυνομίας ήταν παροιμιώδης […] όμως είναι και απάνθρωπο και επικίνδυνο να επιτίθενται με καδρόνια κατά αστυνομικών … και κατά πολιτών, κατά συμπολιτών μας […]».
(Δελτίο Τύπου στη διεύθυνση
http://www.ydt.gr/main/Article.jsp?ArticleID=146460)

Όλη η αλήθεια βρίσκεται στη φράση «Από τη δική μας πλευρά υπήρχε στόχος: Να πραγματοποιηθεί η πορεία στο σύνολό της και να μην διαταραχθούν τα μπλοκ τα οποία πραγματικά ήξεραν γιατί κατέβηκαν και ήξεραν που θα φτάσουν». Μπορούμε λοιπόν να βεβαιωθούμε ότι υπήρχαν για την αστυνομία εγκεκριμένα και μη εγκεκριμένα μπλοκ διαδηλωτών πράγμα που δεν μπορεί παρά να συμφωνήθηκε στη συνάντηση του ψευτοΚΚΕ με την ηγεσία της Αστυνομίας. Είναι επίσης γεγονός ότι η επίθεση των ΜΑΤ στο μπλοκ της Αντιεξουσιαστικής Κίνησης που την είδαμε στην τηλεόραση, αλλά και σύμφωνα με τις αναφορές των ΜΜΕ, υπήρξε πραγματικά απρόκλητη και βίαια.
Το ψευτοΚΚΕ μπόρεσε να καλύψει την πολιτική του συμφωνία με το μαζικό ξυλοδαρμό πίσω από την καταγγελία του ξυλοδαρμού του κύπριου φοιτητή στη Θεσσαλονίκη. Εκεί μίλησε άνετα και ξέσπασε για «κουκουλοφόρους προβοκάτορες της αστυνομίας και για το μήνυμα του Πολυτεχνείου που είναι επικίνδυνο για την άρχουσα τάξη κλπ». Πραγματικά ο ατομικός ξυλοδαρμός στη Θεσσαλονίκη ήταν το πρόσχημα πίσω από το οποίο και το ψευτοΚΚΕ αλλά και ο ΣΥΝ καλύφθηκαν για να πνίξουν προπαγανδιστικά σαν κύριο πολιτικό ζήτημα το μαζικό ξυλοδαρμό της Αθήνας. Πραγματικά ο σοσιαλφασισμός είναι ασύλληπτος. Πρώτα συνεννοείται και κάνει συμφωνίες με την αστυνομία και μετά την κατηγορεί.

Αυτή τη βρώμικη διπλή πολιτική το ψευτοΚΚΕ αλλά και ο ΣΥΝ μπορούν να την εφαρμόζουν γιατί ο αναρχισμός όλο και περισσότερο σαν ρεύμα περνάει κάτω από την πολιτική και ιδεολογική ηγεμονία τους, ιδιαίτερα κάτω από την ηγεμονία του δεύτερου στα πλαίσια των κατανομών που έχουν κάνει ανάμεσά τους τα δύο κόμματα του Κρεμλίνου. Το σημείο καμπής σε αυτήν την κατάπτωση ήταν η φυλάκιση των σοσιαλφασιστών 17νοεμβριτών σε συνδυασμό με την απόλυτη πολιτική κυριαρχία τους στις δίκες. Αυτή η κυριαρχία δεν ήταν βέβαια αποτέλεσμα της υπεροχής των δικών τους ιδεών αλλά οφείλεται στην ελεεινή λιποταξία της φιλελεύθερης αστικής τάξης στην οποία ανήκαν τα θύματα τους η οποία, για να μη συγκρουστεί με το ψευτοΚΚΕ και τον ΣΥΝ απέφυγε να δώσει οποιαδήποτε πολιτική πάλη στη δίκη και προτίμησε να την κηρύξει καθαρά ποινική υπόθεση. Έτσι όχι μόνο έμεινε αλώβητη αλλά και ενισχύθηκε η πολιτική γραμμή των δολοφόνων που είναι η κνίτικη καθεστωτική αντιδυτική και αντικαπιταλιστική γραμμή που στην περίπτωση της “17Ν” απλά κρατάει πιστόλι. Έτσι πραγματοποιήθηκε ένα ποιοτικό άλμα. Ένα κομμάτι του αναρχισμού, το πιο καθυστερημένο πολιτικά και το πιο μικροαστικό αντικαπιταλιστικό στην ιδεολογία του προσχώρησε στον φιλο17νοεμβριτισμό κι έτσι γεννήθηκε και γρήγορα δυνάμωσε η Αντιεξουσιαστική Κίνηση, ο υποδοχέας αυτού του ρεύματος. Αυτή έχει υιοθετήσει την τακτική και τις μέθοδες του σοσιαλφασισμού. Τα πιο «κλασσικά» ρεύματα του ντόπιου αναρχισμού αντιστέκονται ακόμα στη γραμμή της και στις μεθόδους της αλλά, με μικρές ακόμα εξαιρέσεις, σε τελική ανάλυση σέρνονται πίσω της όταν αυτή αποφασίσει να συγκρουστεί με την αστυνομία ή παραλύουν. Ο βασικός λόγος είναι ότι αυτού του είδους ο αναρχισμός δεν μπορεί αυθόρμητα να καταγγείλει καμιά αντι-αστυνομική βία γιατί στα μάτια του η αστυνομία είναι το κέντρο του κράτους, αφού είναι ο πιο οργανωμένος και ο πιο ανοιχτός μηχανισμός της εσωτερικής ταξικής βίας που αυτό το κράτος ασκεί. Έτσι δεν μπορεί να καταλάβει ότι το κράτος της βίας είναι κάτι πολύ ευρύτερο από το κράτος της επίσημης αστυνομικής βίας και ότι μάλιστα ειδικά σε περιόδους φασιστικής ανόδου το κέντρο της κρατικής βίας βρίσκεται γενικά έξω από το επίσημο κράτος, βρίσκεται στο παρακράτος που οικοδομείται από το φασιστικό κόμμα στο όνομα του λαού, του αντικαπιταλισμού και του αντιιμπεριαλισμού. Τέτοια είναι η βία του τραμπούκικου συνδικάτου, η βία της πορείας που κάνει μπούκα στο υπουργείο ή κρατάει όμηρο όλο τον πληθυσμό της πόλης όταν κλείνει το κέντρο της, τέτοια η βία της σοσιαλφασιστικής συμμορίας που γραπώνει τους καθηγητές του πανεπιστήμιου από το παντελόνι τους και τους πετάει έξω από το γραφείο τους, τέτοιας φύσης η βία των τραμπούκων που παραλίγο να σκοτώσουν τον Πολυζωγόπουλο και που είναι στο βάθος η μαζική αλλά και «μαλακή» μορφή της βίας της “17Ν”. Αν αυτές τις νέες και βαθιές μορφές της κρατικής βίας μπορεί κάπως να τη δει ο πιο πολιτικός και πιο ουμανιστικός αναρχισμός, δεν μπορεί να τις δει εύκολα ο εξαρχιώτικος αναρχισμός που έχει μια τόσο παλιά σπαζοτζαμάκικη ιστορία και τόσο μίσος στην εφησυχασμένη μικροαστική τάξη ώστε να τις καίει ευχαρίστως μαγαζιά και αυτοκίνητα.
Αυτός λοιπόν ο κόσμος δεν είδε κανένα ψευτοΚΚΕ σαν εχθρό στις 17 του Νοέμβρη. Είδε μόνο την αστυνομία και μάλιστα βεβαιώθηκε γι αυτό που πάντα πίστευε ότι αυτή είναι ο αληθινός φασισμός. Γιατί χτυπήθηκε για πρώτη φορά με τόσο ελάχιστη πρόκληση, ουσιαστικά απρόκλητα σύμφωνα με το «εθιμικό δίκαιο» των ελληνικών δρόμων, και μάλιστα τόσο άγρια και αλύπητα ώστε ο αληθινός προβοκάτορας να είναι αυτή τη φορά η αστυνομία. Έτσι ο αναρχικός σαν αγνό και αναντίρρητο θύμα αυτή τη φορά ανανέωσε τον όρκο του να τη χτυπάει όπου και όπως μπορεί μιας τώρα έχει έναν ιστορικό λόγο. Με λίγα λόγια είναι πιο έτοιμος από ποτέ να παίξει το διπλό παιχνίδι του σοσιαλφασισμού που κάθεται τάχα στο κέντρο ανάμεσα στους αναρχικούς και την αστυνομία παρακολουθώντας με αληθινή απόλαυση τους πρώτους να μισούν όλο και περισσότερο την αστυνομία της μεταπολιτευτικής δυτικής μισοδημοκρατίας και την αστυνομία να μισεί όλο και πιο θανάσιμα τους δεύτερους που επειδή ποτέ δεν μπόρεσαν να γευτούν ένα πραγματικό επαναστατικό αγώνα δηλητηριάστηκαν από τα σοσιαλφασιστικά υποκατάστατα. Έτσι θα έχουμε μια όλο και περισσότερο αντιλαϊκή και χρυσαυγίτικη αστυνομία και απέναντί της έναν όλο και πιο κνίτη αναρχικό. Και οι δυο μαζί με επικεφαλής τους σοσιαλφασίστες είτε σα συνδικαλιστές αστυνομικοί, είτε σα 17νοεμβρίτες αναρχικοί θα γκρεμίζουν σα θανατερό δίπολο την ετοιμόρροπη ελληνική μεταπολιτευτική Βαϊμάρη για να ανοίξουν το δρόμο στη σοσιαλφασιστική δικτατορία. Το κακό είναι ότι οι μάζες ήδη έχουν προσανατολιστεί στο να μισούν τον αναρχισμό πολύ περισσότερο από την αστυνομία. Όλο αυτό το μίσος θα το εισπράξουν πάνω τους οι νέες λαϊκές δυνάμεις που αναμφισβήτητα θα γεννηθούν για να αντιπαλέψουν το νέο φασισμό και την όλο και πιο βάρβαρη αστυνομία σε δίκαιους και αληθινά επικίνδυνους αγώνες για την πολιτική και την κοινωνική δημοκρατία. Αυτό ακριβώς συμβαίνει κάθε φορά με το κάψιμο της ελληνικής σημαίας που δίνει αέρα στα πανιά κάθε εθνορατσιστή, φασίστα και ναζιστή. Οι μάζες όταν χάνουν την αυτοεκτίμησή τους και αναζητάνε εθνική δόξα δεν πρέπει να προβοκάρονται με περισσότερη ταπείνωση, αλλά να διαφωτίζονται υπομονετικά και να ανακαλύπτουν τη δύναμή τους μέσα από την οργάνωση τους και τις πραγματικές τους έστω και μικρές επιτυχίες τους απέναντι στους καταπιεστές και εκμεταλλευτές τους.