ΙΡΑΚ: ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ, ΙΡΑΝΙΚΗ ΔΙΕΙΣΔΥΣΗ, ΡΩΣΙΚΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

Ο νέος αμερικανός πρόεδρος προσδιόρισε την ολοκλήρωση της αμερικανικής στρατιωτικής αποστολής στο Ιράκ για το τέλος Αυγούστου του 2010. Κι ενώ οι αμερικανικές δυνάμεις κατοχής ετοιμάζουν τις αποσκευές τους για να αποχωρήσουν, άλλες δυνάμεις φέρνουν τις δικές τους για να εγκατασταθούν εκεί μόνιμα. Η Ρωσία, η Κίνα, η Συρία και το Ιράν – κράτη με μέτριες έως καθόλου διπλωματικές σχέσεις με τις ΗΠΑ – έχουν κληθεί από την ιρακινή κυβέρνηση να ανοίξουν πρεσβείες στη Βαγδάτη (βλ. Νιου Γιορκ Τάιμς, 14/4). Η πρόσκληση είναι ενδεικτική της απόστασης που χωρίζει τη σημερινή ιρακινή ηγεσία από την Ουάσιγκτον, που υποτίθεται την έχει αναδείξει για να προασπίσει τα συμφέροντά της.
Η σιίτικη κυβέρνηση της χώρας διατυμπανίζει διαρκώς σε όλους τους τόνους την απομάκρυνσή της από την αμερικανική πολιτική επιρροή. Σε πρόσφατη συνδιάσκεψη της Αραβικής Ένωσης στη Ντόχα του Κατάρ, ο πρωθυπουργός Μαλίκι δήλωσε: «Η αραβική και ισλαμική ταυτότητα του Ιράκ καθώς και η ενότητα και κυριαρχία του είναι κόκκινες γραμμές που κανείς δεν μπορεί να διασχίσει και δεν αποτελούν αντικείμενο συμβιβασμού». Ακόμη πιο αυστηρός απέναντι στις ΗΠΑ, ο υπουργός των εξωτερικών Ζεμπαρί αποκαλεί τώρα τις ΗΠΑ, που ο ίδιος και οι άλλοι φιλο-ιρανοί και φιλορώσοι σιίτες κάλεσαν και έφεραν στην χώρα, καταχτητική δύναμη λέγοντας: «Πώς να αντιπροσωπεύσεις τη χώρα σου κάτω από ξένη κατοχή; Ήταν μία ακραία πρόκληση, μια κουραστική πρόκληση» (στο ίδιο). Τι παλιάνθρωποι και υποκριτές αυτοί οι ισλαμοφασίστες!
Ο ίδιος εθνικο-ανεξαρτησιακός ίστρος βέβαια δεν επικρατεί όταν γίνεται λόγος για τον ισχυρό γείτονα που επεμβαίνει καθημερινά στην πολιτική ζωή του Ιράκ και επηρεάζει τις αποφάσεις της ηγεσίας του με έναν κατάφορο τρόπο (μέσω των κληρικαλιστικών θεσμών που ελέγχει, μέσω των πολιτικών ηγετών που έχει προσεγγίσει και των κομμάτων που χρηματοδοτεί) αλλά ούτε όταν παραδίδουν τα κοιτάσματα της χώρας στη Μόσχα και το Πεκίνο. Ειδικά για την ωμή επέμβαση του Ιράν στα εσωτερικά του Ιράκ ο υπουργός εξωτερικών δεν έχει παρά τα καλύτερα λόγια να πει: «Καταφέραμε να κατευθύνουμε τη σχέση μας μαζί τους με αγώνα, πολιτικά, επίσημα». «Γίνονται επισκέψεις, πάρα πολλές επισκέψεις και στις δύο πλευρές», είπε. «Κάθε βδομάδα υπάρχει και μία αντιπροσωπεία είτε εδώ από τους Ιρανούς είτε από ιρακινούς αντιπροσώπους στο Ιράν. Το Ιράν έχει μεγάλη δύναμη πλάγιας πολιτικής και τη χειρίζονται πολύ έξυπνα». Και βέβαια, μέσα σε τόσες επισκέψεις κανένας Ιρακινός δεν έχει τολμήσει ποτέ να υποδεχτεί τους ιρανούς επισήμους με καμιά παντόφλα στο κεφάλι…
Όμως η υποτέλεια στο Ιράν δηλαδή σε ένα σκοταδιστικό και στυγνά καταπιεστικό καθεστώς που μάλιστα προβάλλει τον εαυτό του σαν παγκόσμιος ηγέτης του γενοκτονικού αντισημιτισμού δεν επιφυλάσσει καλή τύχη για καμία χώρα. Αυτό που προσπαθούν επιμελώς να κρύψουν οι λακέδες της Τεχεράνης είναι ότι ετοιμάζουν πογκρόμ σε βάρος όλων των σουνιτών μουσουλμάνων που στέκονται εμπόδιο στην απόλυτη κυριαρχία του Ιράν μέσα στο Ιράκ μετά την αποχώρηση του αμερικανικού στρατού. Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλοί σουνίτες ηγέτες αφού αντιστάθηκαν για καιρό στους αμερικάνους εισβολείς, ζήτησαν συμμαχία με τις ΗΠΑ για να καταπολεμήσουν το ισλαμοφασιστικό αντάρτικο της φιλο-ιρανικής ψευτοσουνίτικης Αλ-Κάιντα που κυρίως έσφαζε τους σουνίτες αντιστασιακούς. Έτσι οι τελευταίοι με την υποστήριξη όλου σχεδόν του σουνίτικου πληθυσμού εθνικιστές συγκρότησαν μια σουνίτικη πολιτοφυλακή με την ονομασία «Αφύπνιση» που εξοπλίστηκε από τις ΗΠΑ και χρηματοδοτήθηκε από τις ΗΠΑ αλλά και από τη σιίτικη κυβέρνηση της χώρας πράγμα που η τελευταία έκανε με πολύ βαριά καρδιά. Η ανησυχία για την τύχη του σουνιτικού πληθυσμού και για την τύχη της χώρας είναι όμως τώρα έκδηλη μέσα στις γραμμές της πολιτοφυλακής αυτής καθώς εν όψει της αποχώρησης των ΗΠΑ, η κυβέρνηση Μαλίκι αρχίζει να συλλαμβάνει τους ηγέτες της. Σ’ ένα προάστιο της Βαγδάτης σημειώθηκε εξέγερση από ένα τέτοιο απόσπασμα όταν η κυβέρνηση συνέλαβε τον ηγέτη του και τον κατηγόρησε για εγκλήματα «κατά της πατρίδας». «Φοβόμαστε πολύ, συνόψισε ο Αλ-Λουχαϊμπί, ότι θα βρεθούμε ανάμεσα σε δύο πυρά, εκείνο της κυβέρνησης κι εκείνο της Αλ-Κάιντα, όταν θα έχουν φύγει οι Αμερικανοί». «Στην Ντιγιάλα, μια μικτή σουνιτο-σιιτική επαρχία όπου η Αλ-Κάιντα διαθέτει ακόμα μαχητές, ο Χαλέντ Χοντέιρ Αλ-Κουχαϊμπί, αρχηγός της τοπικής πολιτοφυλακής, επαναλαμβάνει το ίδιο τροπάρι που ακούγεται στις τάξεις όλων των «αφυπνισμένων» σουνιτών της χώρας, ότι η ουσιαστικά σιιτική κυβέρνηση του Νουρί Αλ-Μαλικί «υπακούει στο Ιράν, είναι υποτελής στο Ιράν» και «υπάρχει για το Ιράν» (Μοντ, 2/4). (Με αυτήν την εκτίμηση των αντιιρανών σουνιτών δεν συμφωνούμε απόλυτα. Η κυβέρνηση Μαλίκι είναι σε μεγάλο βαθμό ιρανόφιλη, αλλά το σε ποιον είναι υποτελής ο ίδιος ο Μαλίκι είναι συζητήσιμο. Γιατί τα περισσότερα στοιχεία πολιτικής ανάλυσης που έχουμε στη διάθεσή μας αλλά και το γεγονός ότι ο Μαλίκι υπήρξε προστατευόμενος της Συρίας και όχι του Ιράν, μας σπρώχνουν περισσότερο στο συμπέρασμα ότι ο Μαλίκι είναι άνθρωπος της Ρωσίας).
Η ιδεολογική και πολιτική φύση της εσωτερικής σύγκρουσης που έρχεται στο Ιράκ παραπέμπει πάντως σε κάθε περίπτωση στις μηχανορραφίες του παγκόσμιου νεοναζιστικού άξονα Μόσχας-Πεκίνου-Τεχεράνης που καθοδηγείται από το Κρεμλίνο. Είναι οι ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις του τελευταίου για παγκόσμια κυριαρχία που επανέφεραν στην πολιτική ζωή του Ιράκ (και όχι μόνο) τη λογική των θρησκευτικών τόξων και των θρησκευτικών εκκαθαρίσεων. Η χώρα απορροφιέται γοργά αλλά αθόρυβα από τον άξονα με εργαλεία την Αλ Κάιντα από το ένα μέρος και τη σιιτική φιλο-ιρανική και φιλορώσικη κυβέρνηση από το άλλο. Το Ιράκ κινείται αναπόδραστα προς μία δικτατορία που θα είναι πολύ χειρότερη εκείνης του Σαντάμ Χουσεΐν κι αυτή η πορεία συμβαδίζει με την ισχυροποίηση του ρόλου της Ρωσίας μέσα στη χώρα. Σιγά-σιγά οι ρώσοι σοσιαλιμπεριαλιστές βάζουν πόδι στην οικονομία του Ιράκ.
Το Φλεβάρη, σε συνάντηση που είχαν ο ιρακινός υπουργός εξωτερικών με το ρώσο ομόλογό του των οικονομικών Α. Κουντρίν αποφασίστηκε η διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους από το χρέος της Βαγδάτης προς τη Μόσχα αλλά και το άνοιγμα της ιρακινής αγοράς σε ρώσους επενδυτές. «Οι πόρτες είναι ανοιχτές για τις ρωσικές εταιρίες σε όλα τα πεδία αλλά μόνο επί ίσοις όροις», είπε ο Ζεμπαρί θέλοντας να αποφύγει την αποκάλυψη των ειδικών σχέσεων που συνδέουν την κυβέρνησή του με το Κρεμλίνο. Ωστόσο η ρωσική πλευρά δεν κατάφερε να κρύψει τον ενθουσιασμό της για τη συμφωνία και έδωσε μία κάπως διαφορετική εκδοχή της συνομιλίας τους: «Ο Κουντρίν είπε τη Δευτέρα ότι η διαγραφή του χρέους έγινε δυνατή αφού το Ιράκ δέχτηκε να υπογράψει ένα υπόμνημα υποσχόμενο καλή μεταχείριση στις ρωσικές εταιρίες παρότι, πρόσθεσε, το υπόμνημα δεν είχε νομική ισχύ» (Ρόιτερς, 14/2). Το ενδιαφέρον της Μόσχας επικεντρώνεται βασικά στο πετρελαϊκό κοίτασμα της Δυτικής Κούρνα το οποίο είχε παραχωρηθεί στη Λουκόιλ αλλά τα συμβόλαια για την εκμετάλλευσή του τα είχε ακυρώσει ο Σαντάμ, πράγμα που οδήγησε τον Πούτιν στο να δώσει ουσιαστικά το πράσινο φως στον Μπους να κάνει την εισβολή και μετά να υποστηρίξει ανοιχτά την αμερικάνικη κατοχή της χώρας στον ΟΗΕ. Η σημερινή κυβέρνηση της Βαγδάτης – η στηριγμένη στα αμερικανικά στρατεύματα – δηλώνει πρόθυμη να επανεξετάσει και ίσως να ανανεώσει τα συμβόλαια που παραχωρούσαν στους Ρώσους το εν λόγω κοίτασμα.
Όσο θα οξύνονται οι διαθρησκευτικές αντιθέσεις, όσο θα δυναμώνει η εξουσία του ισλαμοφασισμού και η υποτέλεια της χώρας στα νέα αφεντικά, τόσο ο λαός του Ιράκ θα υποφέρει και θα καταριέται την αμερικανική υπερδύναμη που με την απρόκλητη εισβολή της πρόσφερε τη χώρα κατευθείαν στο πιάτο των νεοχιτλερικών του Ιράν και της Ρωσίας.