ΠΡΑΚΤΟΡΑΣ ΜΕ ΤΟ ΣΤΑΝΙΟ: Η ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΟΥ ΡΩΣΟΥ ΔΗΜΟΚΡΑΤΗ ΙΓΚΟΡ ΣΟΥΤΙΑΓΚΙΝ

 

Μέχρι πριν λίγα χρόνια ο Ιγκόρ Β. Σουτιάγκιν, επικεφαλής του τμήματος στρατιωτικο-τεχνολογικής και στρατιωτικο-οικονομικής πολιτικής του ινστιτούτου για τη μελέτη των ΗΠΑ και του Καναδά της ρωσικής ακαδημίας επιστημών, δε θα μπορούσε να φανταστεί ότι θα εμπλεκόταν ποτέ σε ένα σκάνδαλο κατασκοπίας, σαν κι αυτό που ξέσπασε τις τελευταίες βδομάδες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Όπως πολύς κόσμος, είχε πιστέψει κι αυτός στο παραμύθι της ξαφνικής «κατάρρευσης» του ρωσικού σοσιαλιμπεριαλισμού και στο βελούδινο τερματισμό του ψυχρού πολέμου.   

 

Όμως τον Οκτώβρη του 1999, κοντά στη λήξη της προεδρίας Γέλτσιν, συνελήφθη από το FSB (πρώην KGB) με την κατηγορία της κατασκοπίας για λογαριασμό των ΗΠΑ. Το έγκλημά του ήταν ότι είχε συλλέξει πληροφορίες που αφορούσαν τα υποβρύχια και τα συστήματα πυραυλικής προειδοποίησης των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων μέσα από ιστοσελίδες κανονικής ελεύθερης πρόσβασης και στη συνέχεια τις πούλησε στην εταιρία Alternative Futures με έδρα το Λονδίνο, η οποία σύμφωνα με την εκδοχή της ρώσικης εισαγγελίας δεν ήταν παρά μια προκάλυψη της CIA. Στα 2004 ολοκληρώθηκε η εκδίκαση της υπόθεσης και ο Ιγκόρ βρέθηκε ένοχος αντιμετωπίζοντας ποινή 15ετούς φυλάκισης. Οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατήγγειλαν αρκετές παρατυπίες σε ό,τι αφορούσε τη διεξαγωγή της δίκης, όπως ήταν π.χ. η ασάφεια των κατηγοριών και η θεμελίωσή τους σε μυστικά διατάγματα στα οποία ο κατηγορούμενος δεν είχε πρόσβαση, ο στιγματισμός του από αξιωματούχους του καθεστώτος κατά τη διάρκεια της δίκης κτλ. Ο Ι. Σουτιάγκιν δε σταμάτησε να παλεύει για την αποκατάσταση του ονόματός του και μέσα από τη φυλακή – ένα γκούλαγκ στη μακρινή αρκτική περιοχή του Αρχάνγκελσκ – συνέχισε να αρνείται την πρακτόρική ιδιότητα που του κόλλησε η ΚαΓκεΜπε.

 

Έζησε εκεί έξι χρόνια για να δοκιμάσει ένα δεύτερο μεγάλο σοκ! Ένα πρωί μεταφέρθηκε εσπευσμένα στη Μόσχα όπου του ανακοινώθηκε ότι στα πλαίσια μιας αμερικανο-ρωσικής συμφωνίας αυτός και άλλοι τρεις κρατούμενοι στις ρώσικες φυλακές θα ανταλλάσσονταν με 10 ρώσους κατασκόπους που είχαν μόλις συλλάβει και δικάσει οι αμερικανικές αρχές. Αρκούσε να παραδεχτεί την κατασκοπευτική του ιδιότητα κι ένα αεροπλάνο θα τον μετέφερε κατευθείαν στη Δύση. Τότε εκείνος έσπασε και δέχτηκε να υπογράψει την ενοχή του. Λίγο αργότερα θα μεταφερόταν με αεροπλάνο στη Βιέννη, ανακουφισμένος που θα έληγε η πολύχρονη ομηρία αλλά σίγουρα όχι περήφανος για τη συνολική στάση του. Όμως η ενοχή στο σημείο αυτό βαρύνει πολύ περισσότερο την αμερικανική πολιτική ηγεσία που τον ενέπλεξε σ’ αυτή την υπόθεση πρακτόρων. Γιατί ήταν ο Ομπάμα και η ρωσόδουλη υπουργός του Κλίντον που μεθόδευσαν τη σωτηρία των συλληφθέντων στις ΗΠΑ πραγματικών ρώσων κατασκόπων και την επακόλουθη δυσφήμιση του δημοκράτη Σουτιάγκιν προκειμένου να μην πληγεί το κύρος της KGB και να μη διαταραχτούν έτσι οι καλές σχέσεις της Ουάσιγκτον με τη Μόσχα. 

 

«Από την πρώτη στιγμή», μας πληροφορούν οι Νιου Γιορκ Τάιμς της 10/7, «που ο πρόεδρος ενημερώθηκε για την υπόθεση στις 11 Ιούνη – 16 μέρες πριν τη σύλληψη των ρώσων πρακτόρων – εμφανίστηκε η ανταλλαγή σαν μια επιλογή που θα μπορούσε να εξομαλύνει μια δυναμικά εκρηκτική κατάσταση χωρίς να ανακοπεί η προσπάθεια του κ. Ομπάμα να ξαναχτίσει τις ρωσο-αμερικανικές σχέσεις (…) Υπό τον κ. Μπρέναν, ο Λευκός Οίκος είχε καθημερινά στις 7:30 π.μ. τηλεδιασκέψεις με διάφορες υπηρεσίες και σύντομα συμφώνησε με την ανταλλαγή. Εμφανίστηκαν αξιωματούχοι με μια λίστα τεσσάρων Ρώσων που είχαν καταδικαστεί για παράνομες επαφές με τη Δύση και τους οποίους ήθελαν να ελευθερώσουν: τον κ. Ζαπορόσκι και δυο άλλους πρώην ρώσους αξιωματικούς πληροφοριών, τον κ. Σκριπάλ και τον κ. Βασιλιένκο, καθώς κι έναν ερευνητή του ελέγχου των εξοπλισμών, τον κ. Σουτιάγκιν».

 

(…) Η C.I.A. ανέλαβε να κάνει την επαφή με το S.V.R., τη ρωσική υπηρεσία εξωτερικής κατασκοπίας, στις 30 Ιούνη, λιγότερο από τρεις μέρες μετά τις συλλήψεις, σύμφωνα με ένα διοικητικό αξιωματούχο. Την ίδια μέρα ο Υπό τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Γουίλιαμ Τζ. Μπερνς συναντήθηκε με το ρώσο πρέσβη Σεργκέι Ι. Κισλιάκ, και συζήτησαν την υπόθεση κατασκοπίας.

 

Οι Ρώσοι εξέτασαν την ανταλλαγή για δύο μέρες και στη συνέχεια δέχτηκαν τη διαπραγμάτευση. Ο Λέον Ε. Πανέτα, ο διευθυντής της C.I.A., διαπραγματεύτηκε τις λεπτομέρειες με τον ομόλογό του τού S.V.R., Μιχαήλ Γ. Φραντκόφ, με τρία τηλεφωνήματα, επικυρώνοντας τη συμφωνία στις 3 του Ιούλη».

 

Κι έτσι η μοίρα θέλησε να παίξει ένα τέτοιο παιχνίδι στον ρώσο πολιτή Ιγκόρ Σουτιάγκιν ώστε να τον μετατρέψει δύο φορές σε θύμα: τη μία σε θύμα του ρωσικού σοσιαλφασισμού και της αναβίωσης του ψυχρού πολέμου και τη δεύτερη σε θύμα της προσέγγισης με τους νέους Χίτλερ που προωθεί με όλο και μεγαλύτερη ένταση η μονοπωλιακή αστική τάξη των Ηνωμένων Πολιτειών στα βήματα της Αγγλίας του Τσάμπερλεν του 1938.