ΣΟΣΙΑΛΦΑΣΙΣΤΙΚΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ ΣΤΗΝ ΑΚΤΗ ΤΟΥ ΕΛΕΦΑΝΤΟΣΤΟΥ
Ή πόσο δύσκολα φεύγει ο σοσιαλφασισμός όπου εγκατασταθεί
Σοσιαλφασισμός στην εξουσία σημαίνει αυθαιρεσία, τρομοκρατία και βία ενάντια στο λαό στο όνομα του λαού. Ο λαός της Ακτής του Ελεφαντοστού το γνωρίζει αυτό από πρώτο χέρι. Πέρυσι είχε την ευκαιρία, για πρώτη φορά ύστερα από 10 χρόνια να εκδηλώσει στις κάλπες την προτίμηση ή την απέχθειά του απέναντι στο ρωσοκινεζόφιλο σοσιαλφασιστικό καθεστώς Γκμπάγκμπο. Έχοντας υποφέρει κάτω από την πολύχρονη αυταρχική του διακυβέρνηση, ο λαός υπερψήφισε τον αντίπαλο υποψήφιο για την προεδρία, Αλασάν Ουαταρά, με ποσοστό 54,1%. Αυτό ανακοινώθηκε στις 2/12 από την ανεξάρτητη εκλογική επιτροπή. Λίγο αργότερα όμως το συνταγματικό συμβούλιο που ελέγχεται από τους σοσιαλφασίστες του Γκμπάγκμπο χαρακτήρισε άκυρη την αναγγελία με τη δικαιολογία ότι ειπώθηκε εκπρόθεσμα και ανακοίνωσε τον Γκμπάγκμπο νικητή των εκλογών, ο οποίος έσπευσε να σχηματίσει κυβέρνηση.
Για να επιβεβαιώσει το αδιαμφισβήτητο της εκλογικής του «επιτυχίας» ο Γκμπάγκμπο προέβη σε ένα όργιο κατατρομοκράτησης του λαού εξαπολύοντας αποσπάσματα θανάτου, τις δυνάμεις ασφαλείας του καθώς και λιβεριανά μισθοφορικά στρατεύματα για να σκοτώσουν, να ξυλοκοπήσουν, να ξεγυμνώσουν και να βιάσουν τους αντιπάλους του. Σύμφωνα με την ηγεσία της αντιπολίτευσης: «Έχουν καταμετρηθεί περίπου 200 νεκροί και 1000 τραυματίες από πυρά, 40 εξαφανίσεις και 732 συλλήψεις (…) Η [Διεθνής] Αμνηστία είπε ότι έχει αποδείξεις ανθρώπων που συνελήφθησαν ή απήχθηκαν στο σπίτι ή στο δρόμο, συχνά από απροσδιόριστους ενόπλους που συνοδεύονταν από στοιχεία του στρατού, των δυνάμεων ασφαλείας και της πολιτοφυλακής» (Γκάρντιαν, 21/12). Ορισμένοι δεν γύρισαν πίσω ζωντανοί. Ο ΟΗΕ καταγγέλλει ότι εμποδίστηκε να προσεγγίσει μέρος όπου πιστεύεται ότι υπάρχουν δύο ομαδικοί τάφοι (El Pais, 6/1). Στις 16 Δεκέμβρη η αστυνομία του Γκμπάγκμπο κατέπνιξε μία ειρηνική διαδήλωση στο προάστιο Αμπομπό σκοτώνοντας τουλάχιστο 30 πολίτες. Δεδομένης της έκρυθμης κατάστασης, χιλιάδες αντίπαλοι του καθεστώτος έχουν αναζητήσει καταφύγιο έξω από τη χώρα, στη γειτονική Λιβερία.
Αποκλεισμένος μέσα σ’ ένα ξενοδοχείο της πρωτεύουσας ο αστοδημοκράτης Ουατάρα, πραγματικός νικητής των εκλογών, έχει σχηματίσει τη δική του κυβέρνηση και συγκαλεί συνεδριάσεις από μια σκηνή στον περίβολο του κτιρίου χρησιμοποιώντας το φαξ της διεύθυνσης για να επικοινωνεί με ξένες πρεσβείες. Οι δυνάμεις του ΟΗΕ που σταθμεύουν στην πρωτεύουσα προσπαθούν να βρουν τρόπο για να του διοχετεύσουν τρόφιμα ενώ ο δικτάτορας Γκμπάγκμπο έχει ζητήσει την αποχώρηση των κυανοκράνων και των γαλλικών στρατευμάτων από τη χώρα.
Οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης είναι πάντως αρκετά αισιόδοξες και πιστεύουν ότι με ένα συνδυασμό σωστής εσωτερικής πάλης και διεθνών πιέσεων το καθεστώς Γκμπάγκμπο μπορεί να οδηγηθεί σύντομα στην κατάρρευση. Το πραξικόπημά του ήταν τόσο προκλητικά χτυπητό που καμία κυβέρνηση στον κόσμο, πέραν εκείνων της Αγκόλας και του Λιβάνου που ανήκουν στο ρωσοκινεζικό άξονα, δεν τόλμησε να του δώσει διπλωματική κάλυψη. Οι προστάτες του, Ρωσία και Κίνα προτίμησαν να σιωπήσουν για να αφήσουν στον νοτιοαφρικανό επίσης σοσιαλφασίστα Μπέκι τη διαμεσολάβηση, επίσημα εκ μέρους της Αφρικανικής Ένωσης, χωρίς όμως επιτυχία. Η διεθνής αποστροφή και το βαθύ μίσος που προκαλεί στο λαό της Ακτής του Ελεφαντοστού η αυταρχική εξουσία των πρακτόρων της Μόσχας και του Πεκίνου θα είναι ο καθοριστικός παράγοντας για την οριστική τους συντριβή.