Η ΡΩΣΙΑ ΠΑΕΙ ΓΙΑ ΕΠΙΔΙΑΙΤΗΤΗΣ ΣΤΗ ΣΥΡΙΑΚΗ ΚΡΙΣΗ
Στις 16/3 ο Κόφι Ανάν, επιτετραμμένος σήμερα του ΟΗΕ και του Αραβικού Συνδέσμου για τη Συρία, επιβεβαίωσε στο Συμβούλιο ασφαλείας του ΟΗΕ ότι μέσα στις επόμενες μέρες θα σταλεί μία αντιπροσωπεία στη Δαμασκό για να συζητήσει τους όρους μιας ενδεχόμενης αποστολής διεθνών παρατηρητών στη χώρα με άμεσο στόχο την κατάπαυση των εχθροπραξιών. Όπως εξηγεί η γαλλική Le Monde στις 17/3, η πρόταση που προωθεί ο Ανάν είναι η πραγματική ρωσική θέση πάνω στο ζήτημα, ενώ ο τίτλος του σχετικού άρθρου γράφει:
«Η Μόσχα στο δρόμο για να επιβάλει τις απόψεις της στον ΟΗΕ».Αυτό που φαίνεται με μια πρώτη επιπόλαιη ματιά είναι ότι η Ρωσία υποστηρίζει σθεναρά το καθεστώς Άσαντ και αρνείται οποιαδήποτε επέμβαση για την ανατροπή ή εγχείρησή του. Όμως αυτή η εικόνα δεν εκφράζει την αληθινή ρωσική στάση. Το Κρεμλίνο όχι μόνο έχει αντιθέσεις με τον Άσαντ αλλά είναι αυτό που κίνησε όλη την ισλαμοφασιστική εξέγερση εναντίον του όπως έκανε και στις άλλες αραβικές «ανοίξεις». Απλά σε κάθε χωρα παίζει αλλιώς το παιχνίδι. Στην Τυνησία, στην Αίγυπτο και στη Λιβύη είχε να καθαιρέσει τριτοκοσμικά καθεστώτα που ήταν σαφώς ή σε μεγάλο βαθμό δυτικόφιλα οπότε πήγε με σαφήνεια με τους ισλαμοφασίστες που είναι φανατικά αντιδυτικοί και στους οποίους η Ρωσία διαθέτει πανίσχυρες εσωτερικές φράξιες αλλά δεν τους ελέγχει. Άρα ήθελε να ρίξει τα παλιά καθεστώτα και μετά να κάνει το εσωτερικό ξεκαθάρισμα μέσα στους νικητές ισλαμοφασίστες αξιοποιώντας όμως γι αυτό το σκοπό και μερικές φράξιες από το παλιό καθεστώς και μερικούς δικούς της εισοδιστές στην όποια κοσμική αντιπολίτευση (πχ Μπαραντέι). Στη Συρία όμως η Ρωσία δεν θέλει να ρίξει εντελώς το τριτοκοσμικό σοσιαλφασίστικό καθεστώς που είναι σε μεγάλο βαθμό φιλικό της εδώ και δεκαετίες. Θέλει να ρίξει τον Άσαντ που είναι στον πυρήνα αυτού του καθεστώτος και ο οποίος της έκανε μεγάλα νερά τα τελευταία χρόνια όπως αποδείξαμε σε μεγάλο άρθρο μας πριν μήνες (φ. 466, Απρίλης 2011) όταν άρχισε η εξέγερση των ισλαμοφασιστών (αυτοί ως συνήθως σύρανε πίσω τους και ένα μέρος της κοσμικής αντιπολίτευσης που ηλιθίως όπως παντού αλλού συμμαχεί με τις τιγρεις για να διώξει τους λύκους). Δηλαδή η Ρωσία θέλει στη Συρία να κάνει μια εγχείρηση. Θέλει να βγάλει τον πυρήνα ενός κυττάρου και να κρατήσει το πλάσμα του που όμως κι αυτό θα το αναμείξει με ένα κομμάτι ισλαμοφασισμού.
Αλλά για να κάνει αυτήν τηνπολύ λεπτή δουλειά η Ρωσία θέλει να αναλάβει τον ρόλο του επιδιαιτητή του συσριακού εμφύλιου. Για να το πετύχει αυτό δεν πρέπει να αφήσει την αντιπολίτευση να ανατρέψει όλο το καθεστώς και να στήσει το δικό της όπως έκανε στην Λιβύη. Δεν φτιάχνει μια υπερδύναμη όποια ώρα θέλει πχ ναυτικές βάσεις σε μια χώρα για να αφήσει την όποια αντιπολίτευση να τις διαπραγματευτεί ξανά αν έρθει στην εξουσία. Άρα πρέπει η αντιπολίτευση να είναι αρκετά δυνατή για να διώξει τον Ασαντ, αλλά όχι τόσο δυνατή ώστε να ξεπατώσει το καθεστώς και να γίνει η ίδια ο νέος απόλυτος κυρίαρχος. Γι αυτό η Ρωσία αφήνει τον Άσαντ να σφάζει την αντιπολίτευση ώστε να της κόψει την ελπίδα ότι μπορεί να κυριαρχήσει μόνη της, χωρίς δηλαδή την μεσολάβση της Ρωσίας. Ταυτόχρονα όμως δεν αφήνει τον Άσαντ να σφάξει εντελώς την αντιπολίτευση γιατί τότε αυτός θα μείνει στην εξουσία και μάλιστα πιο δυνατός από όσο ήταν πριν. Από την άλλη η Ρωσία δεν θέλει να εκτείθεται στην ισλαμική αντιπολίτευση σαν καθαρός εχθρός της στο βαθμό που ανοιχτά εμποδίζει τον ΟΗΕ να βομβαρδίσει τη Συρία όπως βομβάρδισε τη Λιβύη. Γιατί αν εμφανιστεί σαν ανοιχτός εχθρός αυτή δεν θα της αναγνωρίσει (της Ρωσίας) το ρόλο του μεσολαβητή με τον Άσαντ. Επίσης η Ρωσία δεν θέλει να γίνει αντιπαθητική στους ισλαμοφασίστες στην Αίγυπτο, στην Τυνησία και στη Λιβύη που σαν τέτοιοι υποστηρίζουν έντονα τη αντι-Ασαντ συριακή εξέγερση.
Γι αυτούς τους δύο λόγους, η Ρωσία έχει στήσει σαν συμμάχους της ισλαμοφασιστικής αντιπολίτευσης της Συρίας όλα τα τσιράκια της στη ευρύτερη περιοχή για να την κουμαντάρουν κατάλληλα. Έτσι έχει χώσει την Χαμάς με το τεράστιο παναραβικό και πανισλαμικό γόητρό της, έχει διαθέσει το Κατάρ, δηλαδή την κεντρική φιλορώσικη διεθνή ντουντούκα του ισλαμοφασισμού που λέγεται Αλ Τζαζίρα. Δεν είναι καθόλου τυχαία η απόφαση της ηγεσίας της Χαμάς, που είναι ήδη έτοιμη να συγκυβερνήσει με τη Φατάχ, να μετακομίσει το επιτελείο της από τη Δαμασκό στην Ντόχα του Κατάρ. Επίσης έχει παραταχθεί με τη συριακή αντιπολίτευση ο ως τώρα ταυτισμένος σε όλα με τη ρώσικη γραμμή ιδεολογικοπολιτικό ηγέτεη όλου του αιγυπτιακού αλλά και του παναραβικού σουνιτισμού, ο αντισημίτης νεοχιτλερικός Καρανταβί, και τελικά έχει διαθέσει σαν το μέγιστο στρατηγικό μετόπισθεν της αντιπολίτευσης την Τουρκία του Ερντογάν.
Αλλά ένα μέρος της διπλής τακτικής της Ρωσίας μπορεί κανείς να το καταλάβει ακούγοντας και τη ίδια.
Όπως εξηγεί ο ρώσος υπουργός εξωτερικών Λαβρόφ:
«Εμείς δεν είμαστε φίλοι ή σύμμαχοι του προέδρου Άσαντ» (…) «Δεν είπαμε ποτέ ότι η παραμονή του Άσαντ στην εξουσία είναι προϋπόθεση για να ρυθμίσουμε την κατάσταση. Είπαμε κάτι άλλο – είπαμε ότι η απόφαση θα πρέπει να βγει από τους Σύριους, από τους ίδιους τους Σύριους» (New York Times, 31/1). Στην πραγματικότητα ο στόχος των σοσιαλιμπεριαλιστών της Μόσχας να ανατρέψουν τον Άσαντ αλλά όχι το καθεστώς του. τους υποχρεώνει να κρατούν μία κεντρίστικη στάση, η οποία με τη σειρά της τους επιτρέπει να κατευθύνουν τις εξελίξεις.Η υποκρισία του Κρεμλίνου φάνηκε από την υποστήριξη που έδωσε στην αραβική αντιπροσωπεία παρατηρητών στη Συρία τη στιγμή που το ίδιο είχε καταψηφίσει προηγούμενα τις δυτικές επεμβατικές εισηγήσεις μέσα στο Συμβούλιο Ασφαλείας και κραύγαζε ενάντια στην εξωτερική ανάμιξη τους στις εσωτερικές υποθέσεις της Συρίας. Υπό την ηγεσία του Κατάρ, ο αραβικός σύνδεσμος προωθεί τη λύση «Υεμένης», δηλ. την παραίτηση του προέδρου Άσαντ με μοχλό το αντιπολιτευτικό κίνημα και στη συνέχεια την αντικατάστασή του από τον αντιπρόεδρο του κράτους. Αυτό πρέπει να είναι και το ρωσικό στρατηγικό σχέδιο για τη Συρία.
Το κλειδί για την κατανόησή της ρώσικης τακτικής πιστεύουμε πως βρίσκεται μέσα στην πάλη γραμμών που διεξάγεται στο εσωτερικό της πολυδιασπασμένης συριακής αντιπολίτευσης. Εκεί, η πιο δημοφιλής φράξια είναι το Συριακό Εθνικό Συμβούλιο (ΣΕΣ), ένα ετερόκλιτο σχήμα που επιδιώκει τη βίαιη ανατροπή της κυβέρνησης με ή χωρίς εξωτερική επέμβαση. Το ΣΕΣ αρνείται όμως μέχρι στιγμής να δεχτεί τη ρωσική διαμεσολάβηση, σε αντίθεση με μία μικρότερη ομάδα, τη Συντονιστική Επιτροπή για την Αλλαγή, της οποίας ο εκπρόσωπος στο εξωτερικό, Αϊθάμ Μάνα, ταξίδεψε πρόσφατα σε Πεκίνο και Μόσχα προκειμένου να πετύχει μία συμφωνία (βλ. El Pais, 7/2). Η τελευταία αυτή ομάδα αποφεύγει τις βίαιες, ριζοσπαστικές λύσεις και κατηγορείται από αντιπάλους της ότι είναι εκτός κλίματος. Προηγούμενες προσπάθειες ενοποίησης της αντιπολίτευσης που έγιναν από τα αραβικά κράτη υπό την ηγεσία του Κατάρ απέτυχαν. Έτσι, η ρωσική διπλωματία αποφάσισε ότι θα έπρεπε να αδυνατίσει το αντιπολιτευτικό στρατόπεδο όσο χρειάζεται για να καμφθούν οι έντονες αντικαθεστωτικές του ενστάσεις και κυρίως η άρνησή του να δεχτεί τη ρώσικη επιδιαιτησία. Γι’ αυτό η Ρωσία επέμεινε για μήνες στην άρνησή της να υποστηρίξει οποιεσδήποτε δυτικές κυρώσεις απέναντι στον Ασαντ, και αυτή η τακτική στήριξη στον Ασαντ οδήγησε στη στρατιωτική ήττα της αντιπολίτευσης. Για τον ίδιο λόγο η μυστική υπάλληλος του Κρεμλίνου μέσα στο Λευκό Οίκο, Κλίντον, αρνήθηκε τόσο καιρό να αναγνωρίσει το Συριακό Εθνικό Συμβούλιο σαν το μοναδικό εκπρόσωπο του συριακού λαού όπως είχε κάνει με το αντίστοιχο κίνημα στη Λιβύη και το καλούσε να έρθει σε συμφωνία με τις άλλες μικρότερες ομάδες, δηλαδή να υποταχθεί τελικά στη Συντονιστική Επιτροπή για την Αλλαγή. Επίσης και η Κλίντον και ο Ομπάμα για να κόψουν κάθε ελπίδα της αντιπολίτευσης ότι μπορεί να σωθεί χωρίς τη μεσολάβηση της Ρωσίας διατυπώνουν την αντίθεσή τους σε οποιαδήποτε στρατιωτική επέμβαση κατά του Άσαντ. Το ίδιο βγαίνει αντιθετη στον εξοπλισμό της συριακής αντιπολίτευσης και η Τουρκία.
Ταυτόχρονα η Ρωσία, μέσω που παίζει και με τα δύο στρατόπεδα, μπορεί να επεμβαίνει στη Συρία και μέσω Κατάρ δηλώνει ότι επιθυμεί τον εξοπλισμό της συριακής αντιπολίτευσης (βλ. Financial Times, 27/2) για να μπορέσει κάποια στιγμή να της γίνει απαραίτητη.. Όμως στην πράξη ελάχιστα την βοηθάει για να μην παραδυναμώσει. Η μόνη που το θέλει έμπρακτα και αποφασιτικά να δώσει και δίνει αρκετά όπλα είναι η Σαουδική Αραβία. Αυτή πήρε θέση καθαρά υπέρ της αντιπολίτευσης ενώ αρχικά είχε ταλαντευτεί υπέρ του Άσαντ μέχρι που αυτός την έδιωξε κατόπιν απαίτησης του Ιράν. Έτσι η Συρία σήμερα δεν έχει και πάρα πολλούς υποστηρικτές, γι’ αυτό και η υποκριτική αυτή υποστήριξη που προσφέρει η Μόσχα στη Δαμασκό της είναι πολύτιμη. Γι αυτό με βαριά καρδιά ο Άσαντ λέει ναι στην ρώσικη μεσολάβηση που όπως είπαμε την εκτελεί άψογα ο άνθρωπος που πάντα καταγγέλαμε σαν πρακτορά της όταν ήταν Γ. γραμμάτεας του ΟΗΕ
Το ότι το παιχνίδι των σοσιαλιμπεριαλιστών στη Συρία είναι υποκριτικό δηλαδή ότι θέλουν να αδυνατίσει η αντιπολίτευση αλλά όχι και να εξοντωθεί φάνηκε και από την αλλαγή στάσης του αμέσως μετά την υποχώρηση της αντιπολίτευσης από το προπύργιό της στην Χομς, όταν μαζί με την Κίνα υποστήριξε την απόφαση των δυτικών να ζητήσουν από τη Δαμασκό την άμεση πρόσβαση εκεί των ανθρωπιστικών επιτροπών του ΟΗΕ (1/3).
Λύση στο πρόβλημα της Συρίας δεν πρόκειται να υπάρξει εάν πρώτα δεν αποκαλυφθεί ο βρώμικος ρόλος της Ρωσίας και των συμμάχων της. Από την πλευρά μας θεωρούμε σωστή την εξής γραμμή: καμιά ανάμειξη στα εσωτερικά της Συρίας από κανέναν ιμπεριαλιστή. Αν η αντπολίτευση στον Ασαντ μπορέσει να ενώσει ενάντιον του τον συριακό λαό, ας το κάνει, και τότε θα βρεί στον παρατεταμένο αγώνα της πλατεια διεθνή υποστήριξη από τους λαούς και τα όπλα. Αλλά πιστεύουμε ότι ο ισλαμοφασισμός, σαν φασισμός που είναι, δεν μπορεί να ενώσει κανέναν λαό, ούτε να αντιπαρατάξει ένα πλατύ αντιιμπεριλαιστικό μέτωπο. Είναι ένα μαύρο πράγμα. Ζητάει στηριξη από τη μια η από την άλλη ξένη δύναμη γιατί θέλει να επιβάλει μια δική του χειρότερη δικτατορία.Γι αυτό κουβάλησε τις υπερδυνάμεις στη Συρία και ειδικα βοήθησε τη νεοχιτλερική Ρωσία να βάλει πιο βαθιά εκεί τα πόδια της, ακριβώς στο πιο κεντρικό σημείο σημερα εκδήλωσης των παγκόσμιων αντιθέσεων.