ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ 2013

ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ Η ΎΠΑΡΞΗ ΤΗΣ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ Η ΕΠΙΒΙΩΣΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

Αυτό που ζούμε σαν λαός δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτό που έρχεται, δηλαδή σε αυτό που μας ετοιμάζουν οι ηγεσίες των 6 κομμάτων και της ναζιστικής δολοφονικής συμμορίας (που αυτές οι 6 ηγεσίες έχουν εγκαταστήσει στη Βουλή).

Το ειδικό ελληνικό πρόβλημα δεν είναι ότι βυθίζεται ασταμάτητα το εισόδημα των μισθωτών και των συνταξιούχων και ότι δυναμώνει η ανεργία. Αυτά συμβαίνουν σε κάθε κυκλική καπιταλιστική κρίση και τέτοιες κρίσεις έχουμε τώρα σε όλες τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου εκτός από την Ελλάδα. Αυτές οι κρίσεις φέρνουν ανείπωτο πόνο και ερείπια, ερείπια ανθρώπινα και ερείπια παραγωγικά. Όμως στο τέλος κάθε τέτοιου καταστροφικού κύκλου έρχεται από καθαρά οικονομική άποψη ένας κύκλος σχετικής ανόρθωσης της παραγωγής και του επίπεδου διαβίωσης των εργαζομένων και της φτωχολογιάς.

 Στην Ελλάδα δεν έχουμε μια τέτοια καπιταλιστική κρίση, δηλαδή μια κρίση που να οφείλεται χοντρικά στο ότι πάρα πολλά πράγματα παράγονται που η κοινωνία κάτω από το δοσμένο σύστημα παραγωγής δεν μπορεί να καταναλώσει.

Στην Ελλάδα είχαμε για χρόνια το πρόβλημα ότι πολύ λίγα πράγματα παραγάγαμε για πολλά χρόνια σε σχέση με αυτά που καταναλώναμε οπότε πτωχεύσαμε. Τώρα παράγουμε σαν χώρα τόσα λίγα πράγματα που σε λίγο ούτε αυτά τα λίγα που καταναλώνουμε δεν θα μπορούμε να καταναλώνουμε.

Αυτά οφείλονται στο ότι είχαμε μια συστηματική καταστροφή των μέσων παραγωγής, ειδικά της βιομηχανίας, που άρχισε χοντρικά πριν 30 χρόνια από ηγετικά τμήματα των κυβερνήσεων και από τις ψευτοαριστερές αντιπολιτεύσεις. Αυτές οι δυνάμεις έκαναν δουλειά σαμποτάζ μέσα από τη νομοθετική και εκτελεστική εξουσία, μέσα από τους δήμους, από τα δικαστήρια, από τα συνδικάτα και από μια σειρά δήθεν περιβαλλοντικά κινήματα. Πάντα το ιδεολογικό-πολιτικό περικάλυμμα της καταστροφής ήταν ο αντικαπιταλισμός. Δηλαδή ότι η βιομηχανία και γενικά η σύγχρονη παραγωγή πρέπει να πεθάνουν επειδή προκαλούν την ανάπτυξη του κεφαλαίου το οποίο, επιδιώκοντας το κέρδος σκοτώνει τη φύση και τους ανθρώπους. Αντί να απαιτήσουν δηλαδή μέτρα αντιρρύπανσης, και εφόσον ποτέ οι συγκεκριμένοι «αντικαπιταλιστές» δεν βάζανε, ούτε μπορούσαν σε αυτήν την περίοδο να βάλουν,  άμεσο ζήτημα λαϊκής αντικαπιταλιστικής εξουσίας, σαμποτάρανε τις επενδύσεις και κλείνανε εργοστάσια ή εργοτάξια μεγάλων υποδομών.

 Αυτήν την καταστροφή οι ίδιες δυνάμεις την συνεχίζουν και τώρα πάνω στην κρίση και την βαθαίνουν ασταμάτητα και μανιασμένα με ρυθμούς πολεμικής ισοπέδωσης με το προκάλυμμα τώρα της διάσωσης από τη χρεωκοπία που οι ίδιες προκαλέσανε. Για παράδειγμα με πρόσχημα ότι πρέπει να μαζευτούν φόροι οι σαμποταριστές αυξάνουν πολύ την τιμή του πετρελαίου θέρμανσης, ενώ την ίδια ώρα αυξάνουν ασύλληπτα την τιμή της ΔΕΗ ειδικά για τη βιομηχανία (2 έως 3 φορές ψηλότερα από την τιμή όλης της υπόλοιπης Ευρώπης), και κρατάνε ψηλά την τιμή του ρώσικου φυσικού αερίου (2 φορές ψηλότερα από την υπόλοιπη Ευρώπη). Ταυτόχρονα αυξάνουν τόσο πολύ τους φόρους στα σπίτια και στη γη ώστε σταματάνε εντελώς κάθε οικοδομική δραστηριότητα με αποτέλεσμα να στερείται καταναλωτών η καρδιά της ελληνικής βιομηχανίας, βαριάς και ελαφριάς, ιδιαίτερα της βαριάς που έχει σχέση με την οικοδομή. Ειδικά οι ηλεκτροβόρες βιομηχανίες έχουν τόσο ψηλά κόστη που δεν μπορούν ούτε στο εξωτερικό να εξαγάγουν. Το πιο τυπικό παράδειγμα ωμού βιομηχανικού σαμποτάζ σε ώρα κρίσης είναι η υπονόμευση της εξόρυξης και μεταλλουργίας χρυσού με τη διοικητική εκ των άνω ματαίωσή της στη Θράκη και με τη φασιστική βία στη Χαλκιδική.

Με αυτό το αδιάκοπο παραγωγικό σαμποτάζ συν τα αλλεπάλληλα φορολογικά γιουρούσια κάθε μέρα που περνάει ένα εργοστάσιο κλείνει και τελευταία ετοιμάζονται να κλείσουν τα εργοστάσια της βαριάς βιομηχανίας, βασικά η χαλυβουργία, και τα τσιμέντα.

 Αυτή η βιομηχανική καταστροφή δεν απασχολεί καθόλου τα 6 κόμματα, και τη ναζιστική συμμορία τους. Μιλάνε διαρκώς και μόνο για τη μείωση των εισοδημάτων κρύβοντας το πιο βασικό ότι αυτή η μείωση είναι όλο και περισσότερο αποτέλεσμα της μειωμένης παραγωγής, και ιδιαίτερα της τρομακτικής αποεπένδυσης των τελευταίων χρόνων. Δηλαδή κρύβουν ότι έρχεται πολύ μεγαλύτερη μείωση των μισθών και των συντάξεων και μεγαλύτερη αύξηση της ανεργίας, αν ο λαός δεν αντιδράσει γιατί καταστρέφονται τα μέσα παραγωγής και αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης.

Στην Ελλάδα δηλαδή δεν έχουμε απλά μια παροδική εξαθλίωση της εργατικής τάξης, αλλά έχουμε μια μακρόχρονη, μια ιστορικού τύπου ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ, μια ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ ενός πελώριου και ανεπτυγμένου, συχνά τεχνικά καταρτισμένου μέρους της  εργατικής τάξης, που το μεγαλύτερο κομμάτι πάει στην ανεργία ή τη μισοανεργία και την εξοντωτική και στείρα μικρή παραγωγή και το μικρότερο και πιο ειδικευμένο, πάει στη μετανάστευση. Ζούμε μια εργατική, μια ταξική γενοκτονία που είναι συνέπεια μιας βιομηχανικής παραγωγικής καταστροφής. Στην Ελλάδα δεν πρέπει να μιλάμε απλά για κινεζοποιήση γιατί οι κινέζοι εργάτες έχουν τουλάχιστον στη διάθεσή τους άφθονα μέσα παραγωγής για να δουλεύουν, και το ζήτημα γι αυτούς είναι να αποτινάξουν τις κτηνώδεις σχέσεις παραγωγής και βασικά τις μισοδουλοκτητικές σχέσεις διανομής. Στην Ελλάδα πρέπει να μιλάμε για σομαλοποίηση και για αφγανοποίηση, δηλαδή για πόλεμο και τριτοκοσμοποίηση της χώρας, να μιλάμε δηλαδή για πρωτοφανή ιστορική οπισθοδρόμηση.

 Βεβαίως ένα τέτοιο ιστορικό πλήγμα δεν δίνεται από τα ίδια τα ελαττώματα ενός λαού και ενός έθνους, ούτε καν από τα ελαττώματα της πράγματι άθλιας άρχουσας τάξης του. Δεν δίνεται ούτε από μερικά μεσαία και μεγάλα λαμόγια, ούτε από τον κρατισμό, ούτε από τη διεφθαρμένη γραφειοκρατία, όπως λένε οι ντόπιοι και ευρωπαίοι αστο-φιλελεύθεροι. Αυτά όλα υπήρχαν και προηγούμενα, μάλιστα πριν λίγες δεκαετίες η ίδια αυτή γραφειοκρατική και πολύ διεφθαρμένη χώρα αύξαινε την παραγωγή της με ρυθμούς κινέζικους και έμπαινε πρώτη στην ομάδα των βιομηχανικών χωρών του ευρωπαϊκού νότου. Τέτοια πλήγματα ιστορικού πολεμικού βάρους δίνονται από πολεμικά καθεστώτα με διεθνή ιμπεριαλιστική εμβέλεια. Μόνο μια πολύ μεγάλη δύναμη ή ένα μέτωπο μεγάλων δυνάμεων μπορεί να οργανώσει τα ελαττώματα και τις αδυναμίες ενός μικρού έθνους αξιοποιώντας και κατευθύνοντας κατάλληλα τις εσωτερικές και διεθνείς συγκυρίες υπέρ αυτής της καταστροφής.

Μια τέτοια δύναμη δεν είναι η Ενωμένη Ευρώπη που δεν έχει το στοιχειώδη συγκεντρωτισμό και τη στοιχειώδη κοινή στρατηγική που απαιτείται για τη διεξαγωγή ενός τέτοιου παρατεταμένου πολέμου υπονόμευσης και άλωσης μιας χώρας, ούτε μπορεί να είναι μια Γερμανία που από μόνη της είναι απλά ένας διπλωματικός  και στρατιωτικός νάνος μέσα σε μια Ευρώπη που είναι όλο και πιο εχθρική πολιτικά απέναντί της. Άλλωστε τα γεγονότα διαψεύδουν ότι αυτή επωφελείται από την ελληνική τραγωδία, όπως επιμένουν οι φαιοί και «κόκκινοι» σαμποταριστές. Ο μόνος παράγοντας διεθνούς εμβέλειας που έχει την ενεργειακή, τη γεωστρατηγική και κυρίως τη διπλωματική  μηχανή, την ιστορική εμπειρία και τον πολιτικό συγκεντρωτισμό για να εφαρμόσει μια τέτοια μακρόχρονη πολιτική καταστροφής και άλωσης είναι η ρώσικη σοσιαλιμπεριαλιστική υπερδύναμη.Αυτό αποδεικνύεται από το ποιος αγοράζει σήμερα τη  χώρα, ή αλλιώς από το ποιος επωφελείται από την καταστροφή της.

Δεν αγοράζει τη χώρα τζάμπα η Γερμανία, ούτε καν η «φιλική» μας Γαλλία. Αυτές πουλάνε τις τράπεζες και τα αεροδρόμια τους και ούτε μια μεγάλης κλίμακας επένδυση δεν μπορούν να κάνουν (δες πως τα 6 κόμματα μπλόκαραν τα γερμανικά φωτοβολταϊκά στην Κρήτη). Αυτός που αγοράζει και μάλιστα πάμφθηνα και ουσιαστικά χωρίς διαγωνισμούς είναι η Ρωσία και μετά οι σύμμαχοί της. Αυτή με έναν πουτινικό ολιγάρχη, τον Νέσις, αγόρασε σε μια ανύποπτη στιγμή εντελώς αθόρυβα, (που σημαίνει με διακομματική ανοχή), το κρίσιμο σχετικά μεγαλύτερο πακέτο των πολύ διασπαρμένων μετοχών της Πειραιώς (10%). Από τότε, μέσω της Πειραιώς, η Ρωσία αγοράζει όποια τράπεζα υπάρχει και δεν υπάρχει με πρώτη τη στρατηγική για τον έλεγχο της αγροτιάς ΑΤΕ. Μέσω της ΑΤΕ πήρε την αγροτο-κτηνοτροφική Δωδώνη με σικέ διαγωνισμό πάλι ένας ρώσος κρατικοολιγάρχης, ο Σέκτσερ. Επίσης, ένας τσέχος μέτοχος της Πειραιώς, άνθρωπος του Νέσις, αγοράζει τον ΟΠΑΠ για να ελέγξει και τον τζόγο και τον αθλητισμό. Ήδη ένας άλλος ρώσος, άνθρωπος του Πούτιν (ο Σαββίδης) αγόρασε τον ΠΑΟΚ και την αγροτοσυνεταιριστική ΣΕΚΑΠ, ενώ είναι οι ρώσοι και οι συμμαχοί της Ρωσίας, δηλαδή οι εμίρηδες του Κατάρ και οι κρατικοολιγάρχες της Κίνας, αγοράζουν ασταμάτητα χάρη στην υπερφορολόγηση των ντόπιων μεσαίων ιδιοκτητών ή ετοιμάζονται να αγοράσουν την πιο πολύτιμη τουριστική γη και κυρίως τα οικονομικά γάγγλια, συγκοινωνιακά (λιμάνια, αεροδρόμια, σιδηροδρόμους) και ενεργειακά (ΔΕΠΑ, ΔΕΣΦΑ) της χώρας.

 Αυτή η καταλήστευση ντόπιου πλούτου από μια ξένη χώρα δεν έπεσε από τον ουρανό. Προετοιμάστηκε για δεκαετίες μέσα από μια διπλή διαδικασία στην οποία συμμετείχαν όλες οι κυβερνήσεις και όλες οι ψευτοαριστερές αντιπολιτεύσεις. Από τη μια, όπως αναφέραμε, προετοιμάστηκε μέσα από την καταστροφή ή την υπονόμευση κάθε μεγάλης ντόπιας ή δυτικής, κρατικής ή ιδιωτικής παραγωγικής επένδυσης, και από την άλλη προετοιμάστηκε μέσω του περάσματος ενός μέρους του κεφάλαιου σε μια νέα ρωσόδουλη αλλά ντόπια στη μορφή ολιγαρχία, την κρατικο-ολιγαρχία των Κόκκαλη, Μπόμπολα, Κοπελούζου, Μυτιληναίου, Βγενόπουλου.  Αυτή η διπλή διαδικασία περιλάμβανε από τη μια τη φυσική ή ηθική-πολιτική εξόντωση των ντόπιων βιομηχανικών αστών και των πολιτικών εκπροσώπων τους με επιλεκτικές εκκαθαρίσεις και δολοφονίες και από την άλλη την υπερπάχυνση των ανατολικών κρατικοολιγαρχών-βδελλών με απευθείας σκανδαλωδώς παράνομες αναθέσεις. Τώρα απλά από τους ντόπιους ρωσόδουλους κρατικο-ολιγάρχες περνάμε στη μεταφορά πλούτου στους ίδιους τους ρώσους και τους κινέζους κρατικο-ολιγάρχες. Μπαίνουμε δηλαδή στην τυπική υποδούλωση-αποικιοποίηση της χώρας. Γι αυτό τώρα και το σαμποτάζ πάει στην άκρη του και το ξεπούλημα στο νεοναζιστικό άξονα Ρωσίας-Κίνας πάει στην άκρη του. Έτσι έχουμε δύο καταστροφές ταυτόχρονα για την εργατική τάξη: Η μία, η σαφώς μεγαλύτερη είναι ότι  οι εργάτες εξοντώνονται στρατηγικά σαν τάξη με το γκρέμισμα των εργοστασίων. Η άλλη είναι ότι οι εργάτες που μένουν στην παραγωγή είναι καταδικασμένοι να μείνουν σαν μισθωτοί σκλάβοι στα κάτεργα των ρωσοκινέζων ολιγαρχών και σαν μεροκαματιάρηδες χωρίς καμιά ουσιαστική συνδικαλιστική οργάνωση στα μικρομάγαζα που οι ρωσοκινέζοι θα επιτρέψουν να  υπάρχουν γιατί εύκολα μπορούν πολιτικά και οικονομικά (μέσω των τραπεζών) να τα ελέγχουν. Αυτή η υποδούλωση μοιάζει με την κινεζοποίηση αλλά είναι πολύ χειρότερη γιατί τα νέα αφεντικά δεν θα επιτρέψουν ποτέ την ανάπτυξη μεγάλης βιομηχανίας στην Ελλάδα, ούτε καν ρωσοκινέζικης, γιατί τρέμουν την ταξική οπότε και την εθνική οργάνωση ενός πολυάριθμου ελληνικού προλεταριάτου. Γι αυτό η υποδούλωση των εργαζομένων (και των κρατικών υπαλλήλων, που θα μπορούν να απολύονται για να μείνουν στο δημόσιο μόνο οι υποταγμένοι στα νέα αφεντικά), θα πηγαίνει μαζί με το παραγωγικό σαμποτάζ δηλαδή θα πηγαίνει μαζί με την πελώρια αύξηση της ανεργίας ώσπου δεν θα υπάρχει κανένα άλλο μεγάλο ντόπιο εργοστάσιο για να κλείσει. Και εννοείται ότι όσο πιο πολύ η ανεργία θα μεγαλώνει τόσο πιο εύκολο θα γίνεται για τα νέα αφεντικά, μεγάλα και μικρά, ανατολικά ή δυτικά και ντόπια, να υποδουλώσουν τους εργαζόμενους.

Να γιατί πρέπει η εργατική τάξη πάνω σε αυτήν εδώ την πρωτομαγιά να συλλάβει ότι η θέση και τα καθήκοντα της είναι ενός άλλους είδους. Τώρα πρέπει να τελειώνει με το συνδικαλισμό των ΓΣΕΕ και ΠΑΜΕ. Αυτοί στην μεγάλη πλειοψηφία τους, ιδιαίτερα αυτοί των ψευτοΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ, είναι και θα είναι όλο και περισσότερο υπάλληλοι και επιστάτες των κρατικο-ολιγαρχών. Τα εργοτάξια της ΚΟΣΚΟ δείχνουν που το πάνε αυτοί οι πουλημένοι. Επίσης, τώρα πάνω στη  καταστροφή και στο κλείσιμο των βαριών βιομηχανιών δεν δείχνουν σαν βασικό εχθρό το κράτος που τις κλείνει με τους φόρους, τη ΔΕΗ, τη ΔΕΠΑ κλπ, αλλά τις ίδιες τις εταιρείες. Ακόμα και την μισθολογική βία που ασκούν οι δυτικοί δανειστές με την τρόικά τους, πιστεύοντας ότι με την μείωση του μεροκάματου θα κάνουν ανταγωνιστική μια βιομηχανία που βομβαρδίζεται από τους ψευτο-ευρωπαίους που κυβερνάνε τη χώρα, δεν απαντάνε οι ΓΣΕΕ_ΠΑΜΕ με πραγματικούς αγώνες  αλλά με ψευτο24ωρες. Στόχος του είναι να μένει η Ελλάδα στην ΕΕ για να διαλύει η Ρωσία την ΕΕ, αλλά ο ελληνικός λαός να μισεί την ΕΕ και όχι τη Ρωσία ή την Κίνα.

Αυτό που πρέπει λοιπόν να κάνουν οι συνειδητοί εργάτες, όπως επαναλαμβάνει διαρκώς η ΟΑΚΚΕ είναι να οργανώνονται σε κάθε χώρο δουλειάς, να αποκαλύπτουν το σαμποτάζ και να χτυπάνε τους σαμποτέρ με αγώνα ενάντια στο κράτος, την κυβέρνηση και την ρωσόδουλη αντιπολίτευση,. Τα συνδικάτα πρέπει να μελετάνε την κατάσταση μιας επιχείρησης και να απαιτούν από τον εργοδότη να τους δίνει βασικά οικονομικά στοιχεία της και να ελέγχουν αν αυτή είναι όντως σε κρίση ή αν εκμεταλλεύεται την ανεργία για να κάνει κάτεργο το χώρο δουλειάς. Αυτή είναι μια μορφή εργατικού ελέγχου. Δεν πρέπει οι εργάτες να δεχτούν να πληρώνουν εκείνοι το βιομηχανικό σαμποτάζ όπως θέλουν οι συμβιβασμένες εργοδοσίες για να μη συγκρούονται με το κράτος, αλλά ούτε πρέπει όπως θέλουν οι ΓΣΕΕ και το ΠΑΜΕ να κάνουν κύριο εχθρό την εργοδοσία όταν οι σαμποταριστές μέσω ΔΕΗ, ΔΕΣΦΑ φόρων, γραφειοκρατικής υπονόμευσης κλπ κλείνουν τις εταιρείες  και δεν αφήνουν τους εργάτες να καταγγείλουν όλους αυτούς που κάνουν αυτό το σαμποτάζ και να παλέψουν για την επιβίωση των εργοστασίων.

Η εργατική τάξη είναι η ώρα να πάρει τις ιστορικές της ευθύνες. Αυτή κύρια μπορεί να κρατήσει τη βιομηχανία και αν μπορέσει να το πετύχει, δεν θα υπάρχει καμιά αστική τάξη και κανένας ιμπεριαλισμός που να μπορεί να ξαναρίξει αυτή τη μεγάλη επαναστατική τάξη που έβγαλε το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και το ΔΣΕ ποτέ ξανά στο πολιτικό περιθώριο.

Έτσι η εργατική τάξη θα βάλει υποθήκες για την επαναστατική εξουσία της καθώς η στάση της αυτή θα έρθει σε χτυπητή αντίθεση με την ανικανότητα και τον παρασιτικό χαρακτήρα της αστικής τάξης που επέτρεψε σε μια χούφτα πρακτόρων να πισωγυρίσει ιστορικά την υλική ανάπτυξη της χώρας και να ρίξει το λαό σε έναν παρατεταμένο εφιάλτη. Επίσης έτσι θα είναι σε θέση να παλέψει τώρα δα για τα εργατικά δικαιώματα σε όλα τα εργοστάσια και επιχειρήσεις όπου τα αφεντικά μαζικά πια εκμεταλλεύονται την ανεργία που προκαλούν οι σαμποταριστές για να τα κάνουν πλήρη κάτεργα απολύοντας όσους θέλουν, όπως θέλουν και όποτε θέλουν προσλαμβάνοντας μισθωτούς σκλάβους χωρίς κανένα δικαίωμα ούτε στο χρόνο εργασίας, ούτε στις συνθήκες εργασίας, ούτε στην αμοιβή.