Για να υπερασπιστούμε τους μισθούς και τις συντάξεις μας πρέπει να παλέψουμε ενάντια στο παραγωγικό σαμποτάζ και για ταξικά συνδικάτα
Οι εργαζόμενοι είναι δίκαια ανήσυχοι και οργισμένοι με τα ασφαλιστικά
μέτρα που ετοιμάζο-νται, δηλαδή με την ουσιαστική περικοπή των συντάξεών τους.
Γι αυτό αντιστέκονται. Το κακό είναι ότι επικεφαλής των αγώνων τους βρίσκεται
ένα αντεργατικό, κυρίως ένα ψευτοαριστερό πολιτικό-συνδικαλιστικό μπλοκ που
χρησιμοποιεί εδώ και χρόνια τη δυσαρέσκεια τους μόνο και μόνο για να ανοίξει
το δικό του δρόμο προς την πολιτική εξουσία ρίχνοντας τους αντίπαλούς του υπουργούς
και αλλάζοντας τους συσχετισμούς δύναμης μέσα στα δύο μεγάλα κόμματα. Για τους
εργαζόμενους και τις συντάξεις τους αυτή η ηγεσία όχι μόνο δεν θα κάνει τίποτα
καλό αλλά θα τους βυθίσει παραπέρα στη φτώχεια! Γιατί όσο και να μη φαίνεται
είναι το ίδιο αυτό ηγετικό μπλοκ που ευθύνεται περισσότερο από όλους για την
καταστροφή της μεγάλης σύγχρονης παραγωγής, ιδιαίτερα της βιομηχανικής καθώς
και της παραγωγής επιστημονικής γνώσης και τεχνολογίας.
Όσο παραμένει αυτό το σημερινό επίπεδο παραγωγικής συγκρότησης της χώρας, όσο
εμποδίζο-νται όλες οι μεγάλης κλίμακας επενδύσεις και ο εκσυγχρονισμός των παλιών
εργοστασίων με τα ψευτο-οικολογικά και «αντικαπιταλιστικά» κινήματα του ψευτοΚΚΕ
και του ΣΥΝ και με τις διοικητικές πράξεις των αντιβιομηχανιστών μέσα στο ΠΑΣΟΚ
και στη ΝΔ δεν θα υπάρχει ψηλή νέα παραγόμενη αξία. Και αν δεν υπάρχει τέτοια
αξία, δεν θα υπάρχει ούτε ψηλή αμοιβή της εργατικής δύναμης, ούτε σημαντική
υπεραξία για να φορολογηθεί ή να επανεπενδυθεί.
Από την άλλη μεριά οι κυβερνήσεις και η ψευτοαριστερά για να αντιρροπίσουν κάπως
αυτήν την καταστροφή της μεγάλης σύγχρονης παραγωγής επιτρέπουν μόνο την μικρή
και τεχνολογικά καθυστερημένη παραγωγή της πόλης και του χωριού. Αλλά αυτή η
παραγωγή για να επιβιώνει σε μια ανοιχτή διεθνή και εσωτερική αγορά χρειάζεται
μια πάμφθηνη εργασία. Και η πιο φτηνή είναι η μαύρη εργασία σε συνδυασμό με
την εισαγωγή μιας καινούργιας όλο και πιο φτηνής μετανα-στευτικής εργατικής
δύναμης. Με αυτή τη μέθοδο σπάει διαρκώς σε όλους τους κλάδους ή όποια καταχτημένη
τιμή της εργατικής δύναμης των ντόπιων και των εγκατεστημένων μεταναστών. Αυτή
η κατάσταση όχι μόνο βαθαίνει το έλλειμμα των ταμείων λόγω εισφορο-διαφυγής
αλλά ανοίγει ένα βαθύ ρήγμα μέσα στο εσωτερικό της εργατικής τάξης, δηλαδή σπρώχνει
στο ρατσι-σμό τα ιδεολογικά πιο καθυστερημένα τμήματα της και διευκολύνει την
άνοδο του φασισμού.
Αυτά είναι τα πιο εμφανή οικονομικά και πολιτικά αποτελέσματα της «πολιτικής
οικονομίας» των σαμποταριστών, δηλαδή των ηγεσιών των 5 κομμάτων που έχουν επικεφαλής
τους εκείνες της ψευτοαριστεράς. Αυτές οι δυνάμεις εκπροσωπούν το ανατολικό
μπλοκ της αστικής τάξης που θέλει να προσαρτήσει τη χώρα στο μιλιταριστικό άξονα
Ρωσίας - Κίνας, ιδιαίτερα στην πρώτη, και γι αυτό τσακίζει με φωτιές, με σφαίρες,
με οικολογικά προσχήματα και με επιλεκτικά σκάν-δαλα κάθε σύγχρονο δυτικού τύπου
κεφάλαιο και μαζί του τη σύγχρονη εργατική τάξη. Από την άλλη οι ίδιες δυνάμεις
προσφέρουν τα πάντα στο πιο αρπακτικό και διεφθαρμένο κεφάλαιο, το κρατικοδίαιτο
ανατολικής προέλευσης ή προσανατολισμού (Κόκκαλης, Μπόμπολας, Μυτιληναί-ος κλπ).
Να γιατί οι 5 κοινοβουλευτικές ηγεσίες υποστηρίζουν το μισοφασιστικό καθεστώς
που έχει εγκαταστήσει ο καγκεμπίτης αρχιδολοφόνος Πούτιν, να γιατί όλοι τους
χαιρετούν τη νεοαποικια-κή σύμβαση για τον αγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη, να
γιατί θέλουν να αποκλείσουν την ΕΕ από κάθε άλλο ενεργειακό δρόμο εκτός από
εκείνους που περνάνε από τη Ρωσία, να γιατί ομόφωνα σαμποτάρουν το λιγνίτη και
τον λιθάνθρακα για να εξαρτηθούμε από το ρώσικο φυσικό αέριο, να γιατί όλοι
τους σιωπούν ένοχα για τους S-300 και τα ρώσικα τάνκς, να γιατί με μια ενιαία
διπλωματική γραμμή έχουν κάνει την Ελλάδα δούρειο ίππο της Ρωσίας μέσα στην
ΕΕ σερβίροντας σα δημοκράτη τον ισλαμοφασίστα ρωσόφιλο Ερντογάν και σπρώχνοντας
τη Δημο-κρατία της Μακεδονίας στην αγκαλιά της Μόσχας με εργαλείο το κατασκευασμένο
ζήτημα του ονόματος. (Εδώ ξεσκεπάζονται εύκολα γιατί ενώ κάνουν πως θεωρούν
το όνομα ζήτημα αρχής αλλάζουν αυτή την αρχή σα λάστιχο αρκεί να κρατάνε τη
γειτονική χώρα έξω από τη ΕΕ και το ΝΑΤΟ). Σε αυτήν την υποταγή της ηγεσίας
των 5 κομμάτων σε ένα νέο διεθνές φασιστικό κέντρο πρέπει να αποδοθεί στο βάθος
η αυξανόμενη κρατική βία, ο εκφασισμός της αστυνομίας, και αυτή η ασύλληπτη
νομιμότητα των ναζί δολοφόνων. Είναι αυτή η πολιτική που επέτρεψε την είσοδο
μετά βαΐων και κλάδων στη Βουλή σε ένα φασιστικό κόμμα σαν το ΛΑΟΣ ακριβώς επειδή
είναι ρωσόδουλο.
Έτσι εξηγείται πως συμπαρατάσσονται και οι 5 ηγεσίες σε όλες τις φασιστικού
τύπου πολιτικές εκκαθαρίσεις μέσω σκανδάλων. Με αυτές εξοντώνουν τα φιλοδυτικά
στελέχη μέσα στο ΠΑΣΟΚ τα οποία συνήθως συγκεντρώνουν τα πυρά των 3 ηγετικά
μασίφ ρωσόδουλων κομμάτων, του ΣΥΝ, του ψευτοΚΚΕ και του φιλοναζιστικού ΛΑΟΣ.
Είναι χαρακτηριστική η τερατώδης κοινή τους στάση υπέρ της καθαίρεσης του Ζαχόπουλου
με τη χρήση εκβιαστικού υλικού υποκλοπής. Αν ψάξει κανείς την υπόθεση θα διαπιστώσει
ότι αυτός ο κατά τα άλλα κλασσικός κομματικός παράγοντας που στήνει πελατειακά
δίκτυα, τους ενοχλούσε επειδή επέτρεπε τη δημιουργία παραγωγικών επενδύσεων
σε χώρους που οι σαμποταριστές είχανε για χρόνια μπλοκάρει με εργαλείο τους
το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο.
Οι σαμποταριστές για να καλυφθούν στο εγκληματικό έργο τους αποδίδουν την αποβιομηχάνι-ση
στη μετεγκατάσταση του βιομηχανικού κεφάλαιου σε χώρες με φτηνότερα μεροκάματα.
Αυτό όμως συμβαίνει μόνο για τα κεφάλαια ψηλής έντασης εργασίας και δεν εξηγεί
γιατί η Ελλάδα είναι η μόνη από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες -που πράγματι όλες
μετακίνησαν κάποιους βιομηχα-νικούς κλάδους τους προς χώρες με φτηνά μεροκάματα-
που καταβυθίστηκε και βιομηχανικά και ερευνητικά και γεωργικά. Σε ποια άλλη
ευρωπαϊκή χώρα υπάρχει μια σχέση τρία προς ένα ανάμεσα στις εισαγωγές και τις
εξαγωγές και εξαιτίας αυτού ένα τέτοιο ασύλληπτο έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο
της; Και σε ποια άλλη χώρα έχει δεσμευτεί με οικολογικά και αρχαιολογικά προσχήματα
σχεδόν όλη η γη και δεν μπορεί να διατεθεί για μεγάλη βιομηχανία και τουρισμό
με εξαίρεση τις παροχές προς τους ανατολικούς ολιγάρχες; Εμείς σαν μαρξιστές
δεν μπορούμε να δημαγωγούμε κόντρα στους αριθμούς και στους νόμους της υλικής
παραγωγής. Δεν είμαστε απατεώνες για να λέμε στους εργαζόμενους ότι υπάρχουν
απύθμενα σεντούκια με χρήμα στα κρατικά ταμεία και στα χρηματοκιβώτια των μεγαλοαστών
που μπορούν να τους αλλάξουν ξαφνικά τη ζωή. Έχουμε αποδείξει με αριθμούς ότι
όσο και να φορολογηθεί το μεγάλο κεφάλαιο στη Ελλάδα δεν πρόκειται να καλυτερεύσει
αισθητά η κατάσταση της εργατικής τάξης γιατί είναι μικρός ο όγκος της μεγάλης
σύγχρονης παραγωγής σε σχέση με τη θάλασσα της μικρής παραγω-γής. Τα καθαρά
κέρδη των 25000 μεγάλων και μεσαίων επιχειρήσεων ήταν 6 δις το 2006 σε ένα σύνολο
μισθωτών και συνταξιούχων 6 εκατομμυρίων. Με μια διαίρεση μπορεί να δει κανείς
τι μένει για κάθε εργαζόμενο αν διανεμηθούν σε αυτούς ακόμα και όλα αυτά τα
καθαρά κέρδη (πράγμα βέβαια που θα τέλειωνε όχι μόνο τους καπιταλιστές αλλά
και τη διευρυμένη αναπαρα-γωγή των υλικών όρων της παραγωγής). Πολύ λιγότερα
θα αντιστοιχούσαν σε κάθε εργαζόμενο αν μοιράζονταν σε αυτούς μόνο τα διανεμόμενα
κέρδη που είναι χοντρικά το 1/3 των καθαρών. Αν υπάρχουν κάποια ποσά που θα
άλλαζαν κάπως αισθητά τις απολαβές των μισθωτών αυτά είναι τα πάνω από 10 δις
ευρώ που υπολογίζεται ότι κοστίζει η εκτεταμένη κρατικο-υπαλληλική διαφθορά
αλλά και η εξαιρετικά χαμηλή μέση παραγωγικότητα του κρατικού τομέα. Αλλά και
αυτό στην ουσία είναι μέρος του παραγωγικού σαμποτάζ με την ευρύτερη έννοια.
Το σάπισμα του κρατικού τομέα είναι αποτέλεσμα μιας συνειδητής πολιτικής των
ανατολικών που θέλουν να δημιουργήσουν μια κρατική παρασιτική υπαλληλία που
να τους βοηθάει να ελέγξουν το κράτος και να στρέφεται ενάντια σε κάθε εκσυγχρονισμό
της χώρας.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ένα μέρος από τη φτώχια της ελληνικής εργατικής τάξης
οφείλεται στη γενική πτωτική κίνηση των μισθών όλου του προλεταριάτου των ανεπτυγμένων
χωρών. Αυτή η πτώση οφείλεται με τη σειρά της εν μέρει στον ανταγωνισμό του
τριτοκοσμικού και του ανατολικού προλεταριάτου, ιδιαίτερα του υπό μισοδουλοκτησία
κινέζικου και εν μέρει στο ότι αυτόν τον ανταγωνισμό τον έχουν αφήσει να λειτουργεί
ελεύθερα οι πουλημένοι μεγαλοσυνδικα-λιστές του δυτικού μονοπώλιου. Όμως η ειδική
ελληνική συντριβή των μισθών οφείλεται σε κάτι που είναι ειδικά ελληνικό δηλαδή
στο λυσσαλέο παραγωγικό σαμποτάζ.
Λέμε λοιπόν καθαρά στους εργαζόμενους στην πόλη και στο χωριό, στους ντόπιους
και στους μετανάστες, ότι μοιραία θα πέφτουν και οι μισθοί και οι συντάξεις
τους όσο δεν θα σταματή-σει το σαμποτάζ στην παραγωγή. Το αίτημα «ούτε μια δραχμή
μείωση στις συντάξεις», έχει νόημα μόνο όταν ταυτόχρονα προβάλλεται το πολιτικό
αίτημα προς την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση: «όχι στο σαμποτάζ της παραγωγής,
της έρευνας και της εκπαίδευσης από τις κρατικογραφειοκρατικές συντεχνίες και
τα ψευτο-οικολογικα κινήματα».
Όλες οι υπόλοιπες, οι άμεσες οικονομικές διεκδικήσεις απέναντι στην όποια εργοδοσία
ειδικά στη σημερινή Ελλάδα πρέπει να έχουν σαν άξονα αυτήν την κορυφαία πολιτική
και οικονομική διεκδίκηση. Μόνες τους οι άμεσες οικονομικές διεκδικήσεις δεν
μπορούν να ματαιώσουν την κατρακύλα της εργατικής κατάστασης αλλά μόνο να την
καθυστερήσουν και να ανακουφίσουν προσωρινά το προλεταριάτο. Μπορεί δηλαδή να
υπάρξει μια σχετική ανακούφιση των μισθωτών και των συνταξιούχων μόνο αν υπάρξει
συνδικαλιστική οργάνωση και πάλη για αυξήσεις στους μισθούς. Δεν πρέπει να ξεχνάμε
την εξής οικονομική αρχή που οι δημαγωγοί θέλουν συνειδητά να κρύβουν από τους
εργάτες δίνοντας πάντα μια αυτόνομη ύπαρξη στις συντάξεις: Οι συντάξεις είναι
ένα κομμάτι του συνολικού μισθού που η εργοδοσία και το κράτος οφείλουν στην
αποσυρμένη εργατική δύναμη και της το έχουν κατακρατήσει γι αυτό το σκοπό, αλλά
στην πράξη αυτό το τμήμα μισθού αποδίδεται κάθε στιγμή στην αποσυρμένη εργατική
τάξη από την εν ενεργεία εργατική δύναμη μιας χώρας. Χαμηλός μισθός σημαίνει
χαμηλή σύνταξη και χαμηλό επίδομα εργασίας. Ψηλός μισθός σημαίνει ψηλή σύνταξη
και ψηλό επίδομα ανεργίας.
Ενώ η πάλη για συντάξεις χωρίς την ταυτόχρονη πάλη για το μεροκάματο είναι μια
ουτοπία, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες προβάλουν τις μισθολογικές διεκδικήσεις
συνήθως μόνο απέναντι στην κρατική και στη συλλογική ιδιωτική εργοδοσία και
όχι απέναντι και στον κάθε εργοδότη ξεχωρι-στά. Αυτό το κάνουν επειδή συνήθως
συνεργάζονται στενά με τους επί μέρους εργοδότες. Πρέπει γι αυτό τα ταξικά συνδικάτα
να παλεύουν παντού για ψηλότερα μεροκάματα αρχίζοντας από εκεί που υπάρχουν
οι πιο «δουλοκτητικές» σχέσεις και όπου σχηματίζονται τα πιο ψηλά σχετικά κέρδη
κυνηγώντας τους εργοδότες για την εισφοροδιαφυγή (ανεξάρτητα από το μέγεθος
της επιχείρησης) αλλά κυνηγώντας και τις σάπιες επιθεωρήσεις εργασίας. Πρέπει
να παλέψουμε για ουσιαστικές αυξήσεις όπου είναι δυνατό σε όλους τους κλάδους,
σύγχρονους και μη, παίρνοντας πάντως υπ όψιν μας και την κατάσταση της κάθε
επιχείρησης, όπως παλιά έκανε το πραγματικό κομμουνιστικό κόμμα.
Για να γίνει ταξικός αγώνας για την υπεράσπιση της παραγωγής, του μεροκάματου
και των συντάξεων δηλαδή για να έχουμε ένα μέλλον σαν τάξη πρέπει να φτιάξουμε
σε κάθε συνδικάτο μια παράταξη ενιαίου ταξικού μετώπου, δηλαδή μια παράταξη
που να ενώνει όλους τους εργαζό-μενους ανεξάρτητα από τις πολιτικο-ιδεολογικές
τους πεποιθήσεις πάνω σε μερικές βασικές αρχές. Οι βασικές αυτές αρχές είναι
κατά τη γνώμη μας οι εξής: Όχι στο παραγωγικό σαμποτάζ. Όχι στο ξεπούλημα του
μεροκάματου και στην εντατικοποίηση της δουλειάς. Όχι στις τρεις διασπάσεις
(διάσπαση με την εύνοια στους κομματικά «δικούς μας», διάσπαση ντόπιων - μετα-ναστών,
διάσπαση με άνισους μισθούς για την ίδια δουλειά κυρίως ανάμεσα σε παλιούς και
νέους προσληφθέντες). Όχι στην τρομοκρατία του αφεντικού και στο ρουφιανιλίκι.
Όχι στην τρομοκρα-τία της ψευτοαριστεράς, ιδιαίτερα του ψευτοΚΚΕ, στα συνδικάτα
που ελέγχει. Αληθινή εργατική δημοκρατία μέσα στο κάθε συνδικάτο.
Αυτές πιστεύουμε είναι οι πραγματικές βάσεις της διεξόδου από τον κύκλο της
πείνας και της χρεωκοπίας για τη χώρα μας. Αυτοί είναι οι βασικοί όροι της συνδικαλιστικής
ανασυγκρότησης της τάξης στη χώρα μας. Με μια τέτοια ανασυγκρότηση θα έχουμε
πραγματικά αποτελεσματικές και προοδευτικές στο πολιτικό τους περιεχόμενο απεργίες.
Τα άλλα είναι καταστροφικές αυταπάτες.
Αθήνα, 13/2/2008