Η άμεση μαζική κινητοποίηση του ουγγρικού λαού (δεκάδες χιλιάδες άτομα συμμετείχαν στη διαδήλωση της 28/10 στην πρωτεύουσα) έδειξε πόσο εύκολα ο υποκειμενικός παράγοντας μπορεί να μετατραπεί σε υλική δύναμη ικανή να νικήσει ένα αυταρχικό πολιτικό καθεστώς. Τόσο αποφασιστική ήταν η εναντίωση του λαού στα απαγορευτικά κυβερνητικά μέτρα ώστε η «συμβιβαστική» πρόταση της κυβέρνησης περί επιβάρυνσης 700 φράγκων το μήνα σε πρόσωπα και 5.000 φράγκων σε επιχειρήσεις που θα πληρώνεται από τους παρόχους υπηρεσιών του διαδικτύου έπεσε στο κενό.
Το συντηρητικό κυβερνών κόμμα «Φίντες» (τμήμα του ΕΛΚ) έχει δικαιολογήσει το πιο πάνω μέτρο σαν απαραίτητο για την ισοσκέλιση του κρατικού προϋπολογισμού όμως αυτό δεν είναι παρά μία κάλυψη της σταθερά αυταρχικής πορείας της ουγγρικής πολιτικής ηγεσίας σε βάρος των λαϊκών δικαιωμάτων και των ελευθεριών. Τα λαϊκά συμφέροντα πλήττονται μεταξύ άλλων από την επιβολή μιας άγριας έμμεσης φορολογίας (η μεγαλύτερη στην ΕΕ), από την απόπειρα της κυβέρνησης να ελέγξει τα ΜΜΕ μέσω μιας δικτατορικής «ανεξάρτητης» αρχής, από τις διώξεις σε βάρος ΜΚΟ που χαρακτηρίζονται σαν «ξένοι πληρωμένοι πράκτορες», την εντεινόμενη καταπίεση σε βάρος θρησκευτικών μειονοτήτων, και φυσικά από τη μεγάλη οργανωμένη άνοδο του νεοναζισμού (Γιόμπικ). Η καταστροφική αυτή πορεία της χώρας ντύνεται ιδεολογικά με μια αντιφιλελεύθερη ρητορική που υποστηρίζει την οικοδόμηση ενός κράτους «με πυρήνα μία εθνική θεώρηση». Στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων εκφράζεται με την απομάκρυνση της Βουδαπέστης από την ενωμένη δημοκρατική Ευρώπη προς όφελος της φασιστικής Ρωσίας και των συμμάχων της. Το Μάρτη π.χ. υπογράφηκε συμφωνία ύψους 10 δις ευρώ με τη Μόσχα για τον εκσυγχρονισμό του πυρηνικού εργοστασίου του Πακς, ενώ τον Αύγουστο ξεκίνησε ένας γύρος «στρατηγικών διαβουλεύσεων πάνω στα αμυντικά θέματα» με το Πεκίνο (βλ. El Pais, 13/8). Την ίδια στιγμή, η Βουδαπέστη παρακάμπτει τις ανησυχίες της ΕΕ πάνω στη ρωσική ενεργειακή περικύκλωσή της και ξεμπλοκάρει την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου South Stream που προωθεί το Κρεμλίνο με όρους ασύμφορους για την ΕΕ (Financial Times, 5/11).
Η στροφή αυτή προς τον ανατολικό φασισμό είναι κάτι που οι αγωνιζόμενες λαϊκές μάζες γνωρίζουν πολύ καλά και το αντιστρατεύονται γεμίζοντας τους δρόμους της Βουδαπέστης με ευρωπαϊκές σημαίες. Σύμφωνα με τον Σάμπα Τοτ, διευθυντή του κέντρου ανάλυσης “Instituto Republikon”, «αυτές οι διαμαρτυρίες πηγαίνουν μακρύτερα απ’ το οικονομικό κόστος που σημαίνει ο νέος φόρος και είναι επίσης μια αντίδραση για την υπεράσπιση του νεωτερισμού, της ελευθερίας και του δυτικού τρόπου ζωής, απέναντι στην ολοένα και πιο φανερή στροφή του Ορμπάν προς τη Ρωσία.
Η ουγγρική κυβέρνηση έχει κλείσει σημαντικές οικονομικές συμφωνίες με τη Μόσχα και έχει κριτικάρει τις κυρώσεις της ΕΕ κατά της χώρας αυτής που οφείλονται στον πόλεμο στην Ουκρανία.
Ο ίδιος ο Ορμπάν δεν έχει κρύψει το σχέδιό του για ένα «άνοιγμα προς την Ανατολή» στο οικονομικό, παρότι επιμένει πως η Ουγγαρία πλέει στο καράβι της ΕΕ. Μέσα σ’ αυτή τη δύσκολη ισορροπία ανάμεσα στη Δύση και τη Ρωσία, ο πρόεδρος του Κοινοβουλίου, Λάζλο Κέβερ, διαβεβαίωσε ότι, αν οι Βρυξέλλες επιχειρήσουν να υπαγορεύσουν τις πολιτικές τους στην Ουγγαρία, “θα ήταν ωφέλιμο να σκεφτούμε πώς θα αναχωρήσουμε αργά και προσεχτικά απ’ αυτές.”» (El Pais, 29/10)
Σε αντίθεση με την Ελλάδα όπου ο εισοδισμός των ρωσόδουλων είναι βαθύτερος, οι λαϊκές μάζες της Ουγγαρίας μπόρεσαν γρήγορα να κατανοήσουν την ουσία του πολιτικού καθεστώτος της χώρας τους και να κερδίσουν μια μικρή νίκη. Ωστόσο, ο μικρός βαθμός πολιτικής οργάνωσης του κινήματος, που με τη σειρά του οφείλεται στη σαπίλα των κλασικών αστικών πολιτικών δυνάμεων τις οποίες ο λαός απεχθάνεται, επιτρέπει στο καθεστώς να διεισδύει μέσα του, να το διαβρώνει και να το καναλιζάρει. Το γεγονός ότι στην ηγεσία του κινήματος εμφανίστηκε ένα στέλεχος του πρώην σοσιαλφασιστικού κόμματος, που τώρα καμώνεται το σοσιαλδημοκρατικό, ονόματι Μπάλας Γκούλιας, μας ανησυχεί ιδιαίτερα. Επίσης μας ανησυχεί η κίνηση του νεοναζιστικού Γιόμπικ να προαναγγείλει την παροχή δωρεάν wi-fi στους δήμους που ελέγχει πολιτικά, μία «διευκόλυνση» μαφιόζικου τύπου που ήρθε να δέσει με την κατάφορη κυβερνητική απαγόρευση.