Η αντιπολίτευση όχι μόνο συμμετείχε αμέσως στο παράνομο δημοψήφισμα αλλά και αποδέχτηκε αμέσως το βρώμικο, μη πραγματικά διλημματικό τρόπο τοποθέτησης του ζητήματος και πρότεινε στο λαό να ψηφίσει το δεύτερο, δηλαδή να ζητήσει πιο λίγα λεφτά και να ρίξει λίγο τα μούτρα του στους «εκβιαστές», γιατί δεν είναι αρκετά δυνατός για να τα βάλει μαζί τους, και ότι αν τα βάλει μαζί τους θα πάθει τα χειρότερα.
Τελικά ο λαός διάλεξε σαφώς την «επαναστατική» απάντηση, και είπε περήφανα «όχι» στη «ραγιάδικη ευρωπαϊκή αντιπολίτευση» του παλιού μνημονιακού πολιτικού κόσμου. Και είπε «όχι» ακριβώς γιατί αυτός ο κόσμος σαν κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, του έχει πει πολλές φορές το ίδιο πράγμα εδώ και πέντε χρόνια, δηλαδή ότι όλες οι άλλες 18 χώρες, υπό την ηγεμονία της Γερμανίας, ασκούν πράγματι εκβιασμούς στη «μικρή και πάντα αδικημένη Ελλάδα». Αυτοί βέβαια του δήλωναν ότι ήταν υποχρεωμένοι να υποχωρήσουν στους «εκβιαστές» και να υπογράψουν τα μνημόνιά τους για να πάνε αύριο καλύτερα. Όμως κάθε φορά πήγαιναν όλο και χειρότερα.
Βεβαίως κανείς δεν είχε πει σε αυτούς τους ανθρώπους –εκτός από τη μειοψηφία στην οποία μπορούσε να απευθυνθεί η ΟΑΚΚΕ- ότι αυτή η χειροτέρευση δεν οφειλόταν κυρίως στα μνημόνια των δανειστών αλλά στο βιομηχανικό σαμποτάζ των κυβερνήσεων των διαφόρων κατά καιρούς «ναι» και ιδίως των δημαγωγών των μόνιμων «όχι» που εμφανίζονταν σαν προστάτες της φτωχολογιάς. Έτσι αυτοί οι τελευταίοι πήραν τελικά την εξουσία, δηλαδή δικαιώθηκαν οι πιο λυσσασμένοι καταστροφείς της σύγχρονης βιομηχανικής και αγροτικής παραγωγής, της έρευνας και της τεχνολογίας χάρη στις κυβερνήσεις των «ραγιάδων της Ευρώπης». Στην πραγματικότητα ο λαός είπε με το «όχι» για μια ακόμα φορά ζήτω στους χειρότερους εχθρούς του, δηλαδή σε αυτούς που ουσιαστικά πρωταγωνίστησαν στη δημιουργία της ανεργίας και της πείνας του. Έτσι πίστεψε ότι οι χειρότεροι εχθροί του είναι οι 18 χώρες της ΕΖ που στην πραγματικότητα έχασαν εκατοντάδες δις για να δανείσουν τη χώρα του.
Έτσι μόνο μπορούμε να εξηγήσουμε πως αυτό το 60% προσκολλήθηκε τόσο πολύ στους αρχισαμποταριστές και απατεώνες του αντιευρωπαϊκού «όχι». Μάλιστα αυτή η σχέση, που αναπτύχτηκε σταδιακά εδώ και 5 χρόνια, έγινε στενότερη τους τελευταίους μήνες επειδή για πρώτη φορά αυτός που είπε «όχι» προεκλογικά είπε «όχι» και μετεκλογικά. Έτσι πίστεψε ότι ο Τσίπρας ήταν ο πρώτος συνεπής πρωθυπουργός «του λαού». Δεν θα αργήσει να μάθει ότι η αντιευρωπαϊκή «συνέπεια» αυτού του πονηρού πρακτορίσκου είναι μια άλλη βρώμικη τακτική του ίδιου αφεντικού. Ο Τσίπρας είναι ο ιδανικός πράκτορας για την περίοδο μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Οι άλλοι (Σημίτης, Καραμανλής, ΓΑΠ, Σαμαράς) ήταν οι ιδανικοί πράκτορες για την περίοδο που προηγήθηκε της εισβολής.
Να γιατί το 60% έμεινε μαζί με τους σοσιαλφασίστες αυτούς ακόμα και όταν ενώθηκαν με τους ναζιστές στον κοινό εθνικό αγώνα για το «όχι». Βέβαια αυτό το πλήθος είχε εκπαιδευτεί από το 1992 να εγκαταλείπει την ταξική και πολιτική δημοκρατική συνείδηση του στα εθνικά και στα επιλεκτικά αντικαπιταλιστικά μέτωπα στα οποία το καλούσε η ψευτοαριστερά. Είχε μάθει ότι δεν υπήρχε πρόβλημα να είναι ενωμένος με τους ναζί στο μακεδονικό, στο σερβοβοσνιακό, και πάνω απ’ όλα στους «αγανακτισμένους». Κυρίως είχε μάθει να μην νοιάζεται για την παραγωγή, πόσο μάλλον για τις τράπεζες που όταν σε συνθήκες καπιταλισμού κλείνουν, τσακίζουν αυτή την παραγωγή όσο τίποτα άλλο. Βέβαια, θύμωσε για τις ουρές στα ΑΤΜ αλλά αποδείχτηκε ότι πίστεψε τα λόγια των ψεύτικων φίλων του ότι τις τράπεζες τις έκλεισαν οι δανειστές, ακόμα και όταν όλα τα κανάλια έφεραν τους πιο έγκυρους οικονομολόγους καθηγητές και δημοσιολόγους να αποδείξουν πέρα από κάθε αμφιβολία το αντίθετο. Οι «όχι» δεν ήθελαν να ακούσουν και να πιστέψουν τίποτα άλλο επειδή είχαν δουλευτεί όχι μόνο από τους σοσιαλ-φασίστες, αλλά από όλη την ελεεινή και δίχως αρχές φιλοευρωπαϊκή αστική τάξη ότι είναι η Ευρώπη των 18 που τους πείνασε, ότι αυτή η Ευρώπη είναι στην πραγματικότητα υποχείριο της Γερμανίας, και ότι ο ευρωπαϊστής, και από ότι φαίνεται αντιπουτινικός Σόιμπλε είναι ο κύριος εχθρός τους.
Είναι χαρακτηριστικό που όταν η πάλη των στελεχών του «ναι» ενάντια στο «όχι» ήταν προχθές στο φόρτε της, αυτά χρησιμοποιούσαν σαν ένα βασικό επιχείρημα ότι ο Σόιμπλε ήταν τάχα υπέρ του «όχι» για να διώξει την Ελλάδα από το Ευρώ. Στην ουσία ο Σόιμπλε είχε γίνει αποκρουστικός από την προπαγάνδα των ρωσόδουλων γιατί ακριβώς αποκάλυψε στο γερμανικό λαό σαν ευρωπαϊστής και αντίπαλος του Πούτιν, ότι η κυβέρνηση Τσίπρα έπαιζε ένα επιθετικό και διασπαστικό παιχνίδι σε βάρος των 18 και κυρίως γιατί έβαλε εμπόδιο στη σταζίτισα Μέρκελ να παίξει το παιχνίδι του Τσίπρα με τους Ολάντ, Γιουνκέρ και Ρέτζι.
Ότι οι επικεφαλής του «Ναι» είναι μαζί με τον Τσίπρα αποδείχτηκε τώρα δα που πήγαν με τον Τσίπρα και στήσανε γύρω του μια σιχαμερή εθνική υποστηρικτική ζώνη διαπραγμάτευσης για να κάνουν άλλη μια επιχείρηση διάσπασης της Ευρώπης, ακριβώς την ώρα που αυτός μαχαίρωνε με το κλείσιμο των τραπεζών όλη την παραγωγή της χώρας, ιδιαίτερα την εξαγωγική, σε κλίμακα που δεν έχει ξαναζήσει η Ελλάδα.
Αποδεικνύεται σήμερα μόλις ένα 24ωρο μετά από αυτό το βρώμικο δημοψήφισμα πόσο σωστή ήταν η γραμμή της ΟΑΚΚΕ ότι το βασικό ζήτημα ήταν το σαμποτάζ στις τράπεζες και πόσο σωστή ήταν η γραμμή της για αποχή κόντρα στη γραμμή του «ναι». Αν το βρώμικο μέτωπο κορυφής του «ναι» έριχνε, όπως θα έπρεπε, τη γραμμή της αποχής το δημοψήφισμα θα έβγαινε άνετα άκυρο αφού η εγκυρότητα πετυχαίνεται με συμμετοχή 40%. Επίσης επιβεβαιώθηκε η θέση της ΟΑΚΚΕ ότι η ηγεσία του «ναι» θα το πούλαγε ξεδιάντροπα πηγαίνοντας αυτό το «ναι» στον Τσίπρα για να διασπάσει την Ευρώπη και να κάνει κακό στη χώρα, ενθαρρύνοντας την κυβέρνηση να συνεχίσει το τρομακτικό της έγκλημα να κρατάει τις τράπεζες κλειστές κάνοντας το σκληρό στους δανειστές.
Με αυτή της την αρχειακή και ανεξάρτητη πολιτική στάση σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή, η ΟΑΚΚΕ έδειξε πόσο σημαντικό είναι να μπορεί να στέκεται σαν μια προλεταριακή οργάνωση, όχι μόνο απέναντι στον κύριο εχθρό, το σοσιαλφασισμό, αλλά και απέναντι στη φιλελεύθερη αστική τάξη που εδώ και χρόνια πουλάει την ίδια της την τάξη και τη χώρα τρέχοντας δουλικά πίσω από τους σοσιαλφασίστες και πράκτορες ηγέτες της.
Αυτό που πρέπει να δούμε καθαρότερα σαν πολύτιμη εμπειρία αυτής της εκλογικής μάχης είναι το πόσο επιθετικά φασιστικός ήταν ο πολιτικός και οργανωτικός μηχανισμός του στρατοπέδου του «όχι». Αποδείχτηκε ότι αυτό το στρατόπεδο φτιάχνει πια συνειδητά και οργανώνει μηχανισμούς φασιστικής δικτατορίας. Αυτό φάνηκε από το ότι έριξε παντού τη γραμμή από τις παρέες ως το διαδίκτυο ότι η βάση του μετώπου του «ναι» αποτελείται από γερμανοτσολιάδες, δηλαδή από συνεργάτες ενός στρατού κατοχής, δηλαδή από ανθρώπους στους οποίους μπορεί και πρέπει να ασκηθεί βία. Αυτά δείχνουν ότι ο στρατός των αληθινών ταγματασφαλιτών, των ρωσόδουλων ταγματασφαλιτών που προετοιμάζουν τη δικτατορία και την κατοχή της χώρας από τα αφεντικά τους συγκροτείται δραστήρια και αρχίζει να εκγυμνάζεται στο πολιτικο-ιδεολογικό επίπεδο.
Σημειώνουμε τη μεγάλη προειδοποίηση Καμμένου ο οποίος δίπλα στον Τσίπρα είπε ότι «ο στρατός διασφαλίζει τη σταθερότητα στο εσωτερικό της χώρας», δηλαδή η έμμεση απειλή για δικτατορία την κατάλληλη στιγμή. Θα πρέπει στο σημείο αυτό να μιλήσουμε και για τη λαθεμένη εκτίμηση που κάναμε ότι ο Σύριζα είχε συμφέρον από ένα ελαφρά πλειοψηφικό «ναι» ή έστω οριακά μειοψηφικό για να μπορεί να προσεγγίσει τους 18 της Ευρωζώνης και να υποχωρήσει σε αυτούς χωρίς να εκτεθεί υπερβολικά στη βάση του Σύριζα προκειμένου η χώρα να μείνει στην Ευρωζώνη όπως εκτιμούμε ότι θέλει ακόμα η Ρωσία.
Το ότι αυτή η εκτίμηση μας διαψεύστηκε από τα γεγονότα, όπως είχε διαψευστεί και η αντίστοιχη εκτίμησή μας το Δεκέμβρη ότι ο Σύριζα δεν ήθελε εκλογές, μας δείχνει ότι ο σοσιαλφασισμός προχωράει σε σύγκρουση με την Ευρώπη πιο γρήγορα από όσο νομίζαμε και ότι το μόνο που τον νοιάζει χάρη στην κάλυψη που έχει από τις υπόλοιπες δήθεν ελληνικές ευρωπαϊκές ηγεσίες, είναι να καταστρέφει την παραγωγή και πάνω απ όλα να παίρνει αλματώδικα θέσεις μέσα στο κράτος. Αυτό έκανε ο Σύριζα στους 5 μήνες της εξουσίας που προσποιόταν πως διαπραγματευόταν. Αυτό πιθανά να κάνει και τώρα μη υπογράφοντας με την ΕΖ νέες συμφωνίες, είτε υπογράφοντας τες για να τις ποδοπατήσει στην πράξη, όπως έκανε με αυτήν της 20 του Φλεβάρη.
Μας μπαίνει δηλαδή μετά το μεγάλο αντιευρωπαικό «όχι» που πήρε η κυβέρνηση για πρώτη φορά το σοβαρό ενδεχόμενο το καθεστώς να έχει αποφασίσει ρήξη με την Ευρωζώνη, πέρασμα στη δραχμή και γοργή κίνηση πολιτικοοικονομική προς τη Ρωσία. Μια τέτοια έξοδος είναι δύσκολο να σταθεί οικονομικά και πολιτικά χωρίς μορφές φασιστικής δικτατορίας κοινοβουλευτικού τύπου μέσω του πολυάριθμου ελληνικού φαιο-«κόκκινου» παρακράτους. Είναι ανατριχιαστική και επειβεβαιώνει αυτήν την κατεύθυνση ανάλυσης η πρόσφατη ανακοίνωση του νεοναζιστή Ντούγκιν, θεωρητικού του Πούτιν, που ανάμεσα στα άλλα λέει ότι στις «στις 5 Ιουλίου ξεκινά η θεμελιακή διαδικασία της ευρωπαϊκής απελευθέρωσης από την δικτατορία της Νέας Παγκόσμιας Τάξης. Είναι ο δικός μας αγώνας (...), οι Έλληνες πρέπει να κατανοήσουν ότι οι Ρώσοι βρίσκονται στο δικό τους πλευρό, ότι δεν τους αφήνουμε μόνους στα δεινά τους, ότι θα βοηθήσουμε και θα παράσχουμε κάθε στήριξη. Οι Βρυξέλλες και η φιλελεύθερη ηγεμονία επιδιώκουν να καταστρέψουν την Ελλάδα. Εμείς θέλουμε να την σώσουμε».
Πρέπει σε κάθε περίπτωση να ετοιμαζόμαστε για ανώμαλες πολιτικές εξελίξεις και να επιταχύνουμε την πάλη για τη δημιουργία ενός αντιφασιστικού μετώπου.
Πρέπει να κινηθούμε πιο γρήγορα και πιο αποφασιστικά για την αποτροπή της δικτατορίας και να απευθυνθούμε και προς τον δημοκρατικό κόσμο του «ναι» και προς τη λαϊκή βάση του «όχι» για να εμποδίσουμε την εθνική οικονομική και πολιτική αυτοκτονία, που σημαίνει την πείνα και την εθνική υποδούλωση. Το αυτοκτονικό «όχι» έχει αυτό το καλό: ότι τελειώνει να καλύπτει τους ρωσόδουλους σοσιαλφασίστες, όπως όλα τα ως τώρα «ναι». Είναι μόνοι τους πια μπροστά στις ευθύνες τους. Μόνο τώρα μέσα στον πιο μεγάλο πόνο του λαού και του έθνους υπάρχουν συνθήκες για τη μεγάλη αντιφασιστική ενότητα. Η ΟΑΚΚΕ έχει σημαντικό ρόλο να παίξει.
Αθήνα 6 Ιούλη 2015