Η απόφαση των ασφαλιστικών δικαίωσε τους εργαζόμενους που μετά από παρατεταμένες κινητοποιήσεις από αύριο ξαναπιάνουν δουλειά στα μεταλλεία και βγαίνουν προς το παρόν από την κατάσταση της διαθεσιμότητας που σημαίνει αργία, μισά λεφτά και πολύ αγωνία. Από πολιτική άποψη η απόφαση αυτή ήταν μια δικαίωση των εργαζόμενων μπροστά στην κοινή γνώμη που με όλο και πιο μεγάλο ενδιαφέρον παρακολουθεί την υπόθεσή τους και ακόμα περισσότερο ήταν ένα μεγάλο ράπισμα στην κυβέρνηση Τσίπρα και στο θρασύ τραμπούκο υπουργό της το Σκουρλέτη που νομίζουν ότι μπορούν να κάνουν ότι θέλουν σ’ αυτή τη χώρα ακόμα και σε βάρος χιλιάδων ανθρώπων που δουλεύουν σκληρά για το ψωμί τους.
Όμως παρά τη νίκη αυτή υπάρχουν δύο προβλήματα. Το ένα είναι νομικό. Η απόφαση για τα ασφαλιστικά μέτρα δεν προδικάζει αυτόματα το αποτέλεσμα της τελικής προσφυγής που θα βγει, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των δικηγόρων, ως το τέλος του Οκτώβρη. Αν δηλαδή αυτή η απόφαση είναι αρνητική, αυτή είναι που θα μετρήσει τελικά. Πρέπει ωστόσο να επισημάνουμε ότι στις 11 ως τώρα προσφυγές κατά της επένδυσης που έχουν εκδικαστεί όλες έχουν απορριφθεί από το ΣτΕ. Εμείς ωστόσο που έχουμε δει το ΣτΕ να γκρεμίζει τη μισή ελληνική βιομηχανία, δεν έχουμε κανένα λόγο να εφησυχάζουμε πόσο μάλλον που ο Σκουρλέτης απομάκρυνε από τα πόστα τους όλους τους εμπειρογνώμονες του υπουργείου που είναι υπέρ της επένδυσης για να τοποθετήσει τους ορκισμένους εχθρούς της . Το άλλο πρόβλημα είναι πολιτικό και είναι το πιο βασικό. Πολιτικό σημαίνει ότι η κυβέρνηση Τσίπρα περισσότερο από κάθε άλλη ελληνική κυβέρνηση γράφει στα παλιά της τα παπούτσια καίριες αποφάσεις των ανώτατων δικαστηρίων (δες περίπτωση μη μείωσης αντικειμενικών τιμών στον ΕΝΦΙΑ) ενώ από την άλλη, όπως έχει αποδείξει με τους Λαφαζάνη και Σκουρλέτη, είναι σε θέση να ανακαλύπτει διαρκώς νέα ανύπαρκτα προβλήματα με τα οποία μπορεί να σταματά τις εργασίες στις Σκουριές και έτσι να εξαντλεί οικονομικά τον κεφαλαιούχο ώστε να τον αναγκάσει τελικά να κλείσει για τα καλά τα μεταλλεία και να φύγει.
Αυτή η δεύτερη απειλή, η καθαρά πολιτική, είναι αυτή που μας ανησυχεί περισσότερο και αυτή μπορεί να αντιμετωπιστεί κύρια με πολιτικά και όχι τόσο με νομικά μέσα. Για την ακρίβεια τα νομικά μέσα βοηθούν τα πολιτικά μέσα, δηλαδή μια θετική απόφαση από το ΣτΕ βοηθάει την πολιτική πάλη για την επιβίωση των μεταλλείων, βοηθάει την προπαγάνδα των εργαζομένων στο λαό υπέρ της επένδυσης αλλά δεν φτάνει για μια πολιτική νίκη, δεν φτάνει δηλαδή για να κόψει το χέρι της κυβέρνησης των σαμποταριστών να μαχαιρώνουν κάθε τόσο την επένδυση. Αν η κυβέρνηση δεν αποδειχτεί και στο εσωτερικό της χώρας αλλά και στο εξωτερικό σαν κακόβουλη, αναξιόπιστη και αναίτια εχθρική στην επένδυση, τότε το εγκληματικό χέρι της δεν θα κοπεί.
Μόνο οι ίδιοι οι μεταλλωρύχοι μπορούν να σώσουν την επένδυση
Με δεδομένο ότι κανένα άλλο κόμμα στη χώρα με την εξαίρεση της ΟΑΚΚΕ δεν θέλει να αποκαλύψει πολιτικά αυτήν την κυβέρνηση σαν σαμποταριστική γενικά και ειδικά λυσσασμένη στο ζήτημα των μεταλλείων της Χαλκιδικής, το βάρος αυτής της αποκάλυψης πέφτει στις πλάτες των 2000 εργαζομένων των μεταλλείων και των άλλων 3000 που ζουν από αυτά. Αυτό σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουν ένα δικό τους σχέδιο, μια δικά τους στρατηγική αγώνα σαν απάντηση στο στρατηγικό σχέδιο του ορκισμένου εχθρού τους. Αν αντιταχθούν πειστικά σε αυτό το σχέδιο του εχθρού δεν χρειάζονται καμιά μεγάλη πολιτική βοήθεια από τον κυρίαρχο πολιτικό κόσμο. Αυτός εκτός από το ότι στην ηγεσία του είναι με τους σαμποταριστές, δεν έχει πια αληθινό κύρος μέσα στις μάζες γιατί είτε έχει πει ατέλειωτα ψέμματα, είτε κάνει πως δεν καταλαβαίνει ότι η χώρα αργοπεθαίνει από το χτύπημα της παραγωγής. Επίσης οι μεταλλωρύχοι δεν πρέπει να στηρίζονται για την επιβίωση της επένδυσης στην πολιτική δύναμη της εταιρείας. Γιατί και οι εταιρείες σαν εκμεταλλεύτριες οντότητες δεν έχουν κύρος στην κοινή γνώμη, καθώς λένε πάντα ότι τις συμφέρει, και επίσης γιατί γενικά δεν θέλουν να τα βάζουν με τις πολιτικές εξουσίες στις οποίες στηρίζονται για τα κέρδη τους.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες όλα θα κριθούν από τους ίδιους τους μεταλλωρύχους. Οι μεταλλωρύχοι κοντολογής κρατάνε στα χέρια τους την επιβίωση της επένδυσης και τη δικιά τους. Ο καταβασανισμένος λαός αυτής της χώρας είναι έτοιμος να ακούσει τους μεταλλωρύχους δηλαδή ανθρώπους που είναι ένα κομμάτι του λαού, που δουλεύουν σκληρά και που ποτέ δεν κορόιδεψαν και δεν εκμεταλλεύτηκαν κανένα. Αν οι μεταλλωρύχοι μιλήσουν και ξεσκεπάσουν τα ψέμματα των εχθρών τους είμαστε σίγουροι ότι θα νικήσουν.
Αλλά ας προσπαθήσουμε να καταλάβουμε τι σχεδιάζει η κυβέρνηση για τα μεταλλεία της Χαλκιδικής. Η κυβέρνηση αυτή αποδεικνύεται σήμερα ότι προχωράει με ένα πολύμορφο στρατηγικό σχέδιο επίθεσης. Στόχος αυτού του σχεδίου είναι να κλείσει το μεταλλείο υποχρεώνοντας τους καναδούς να φύγουν χωρίς το ελληνικό πολιτικό καθεστώς να εκτεθεί σε διεθνές επίπεδο ότι ωμά προκάλεσε τη φυγή τους, αλλά και χωρίς να αποκαλυφθεί στο εσωτερικό από ένα κίνημα μεταλλωρύχων το οποίο ήδη έχει αρχίσει να παίρνει μαζί του την κοινή γνώμη. Για να πετύχει αυτό το σχέδιο πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να οδηγήσει σε ασφυξία την καναδική εταιρεία και να την απομονώσει διοικητικά και πολιτικά, ιδιαίτερα πρέπει να σπάσει το αντικειμενικό μέτωπο που υπάρχει ανάμεσα σε αυτήν (που δεν θέλει να χάσει τα εκατοντάδες εκατομμύρια που έχει βάλει σ’ αυτή τη δουλειά), και τους χιλιάδες εργαζόμενους της περιοχής που δεν θέλουν να χάσουν τη δουλειά τους σε μια χώρα που βυθίζεται σε έναν ωκεανό ανεργίας. Όταν λέμε αντικειμενικό μέτωπο δεν εννοούμε ότι δεν υπάρχουν αντίθετα συμφέροντα ανάμεσα στους εργαζόμενους και στην εταιρεία, και ότι δεν πρέπει οι εργαζόμενοι να διεκδικούν και σε αυτήν την περίοδο αυτά που δικαιούνται, αλλά ότι οι αντιθέσεις αυτές θα είναι δευτερεύουσες όσο είναι κυρίαρχη και ανταγωνιστική η αντίθεση ανάμεσα στο δυτικό κεφάλαιο των Καναδών και το ανατολικό κεφάλαιο των Ρώσων κρατικοκαπιταλιστών που δεν θέλουν καμιά μεγάλη δυτική ή ντόπια βιομηχανία να σταθεί σε μια χώρα που θέλουν να την μετατρέψουν σε αποικία τους, ειδικά δίπλα στο Άγιο Όρος που το θέλουν για θρησκευτική τους βάση στους ορθόδοξους πληθυσμούς του πλανήτη.
Για να τσακίσουν αυτή την επένδυση οι σαμποταριστές καθοδήγησαν το κομπογιαννίτικο ψευτοεπιστημονικό κίνημα των αντι-γκολντ που σταδιακά το μετέτρεψαν σε κοινωνικό κίνημα μιας μικρής περιοχής και μετά σε κίνημα βίας με κέντρο αυτήν την περιοχή. Τώρα μετά τις εκλογές και με σημαία αυτό το κίνημα παίρνουν αλλεπάλληλες θέσεις κλειδιά μέσα στο κράτος.
Το σχέδιο περικύκλωσης και η μουγκή Τριμερής δήθεν διαπραγμάτευση
Έτσι αρχικά, το Μάη, ο Σύριζα προχώρησε στην εγκατάσταση σαν δημάρχου του Αριστοτέλη ενός ανοιχτού εχθρού της επένδυσης, του Ζουμπά παραμερίζοντας τον ως τότε επίσης φιλοσυριζαίο αλλά επίτηδες πιο μεσοβέζο Μίχο, που πήρε ύπουλα τη δημαρχία παριστάνοντας τον ουδέτερο. Νωρίτερα, το Φλεβάρη, έδωσε ένα πρώτο χτύπημα σταματήματος των εργασιών ο Λαφαζάνης και πριν τις εκλογές χτύπησε ο Σκουρλέτης, ο πιο προκλητικός από όλους τους τραμπούκους της κυβέρνησης. Αυτός σταμάτησε για τα καλά τις εργασίες αφαιρώντας τις άδειες λειτουργίας. Το πρόσχημα για αυτή την ενέργεια ήταν ότι η εταιρεία δεν έκανε ένα πείραμα για την εξαγωγή του χρυσού με τη μέθοδο της ακαριαίας τήξης στην Ελλάδα αλλά το έκανε με μετάλλευμα της περιοχής στην έδρα της φινλανδικής εταιρείας (Outotec) που είχε την πατέντα της πολύ εξελιγμένης και ασφαλούς αυτής μεθόδου. Στην ουσία για να γίνει αυτό το πείραμα στην Ελλάδα θα έπρεπε είτε να έχει προχωρήσει η εγκατάσταση των μηχανημάτων της μεταλλουργίας χρυσού πράγμα που η ελληνική πλευρά με τα αλλεπάλληλα εμπόδια που βάζει εδώ και χρόνια έκανε αδύνατο, είτε θα έπρεπε να εγκαταστήσει μηχανήματα μόνο για το πείραμα αξίας πάνω από 15 εκατομμύρια Ευρώ, δηλαδή θα έδινε πολλά λεφτά για πέταμα χωρίς να αλλάζει τίποτα στην ουσία.
Την ίδια στιγμή που έκλεινε τα μεταλλεία ο Σκουρλέτης έδινε ένα ακόμα πιο βαθύ χτύπημα στην επένδυση: καθαίρεσε, όπως είπαμε, και μάλιστα χωρίς εξηγήσεις στην κοινή γνώμη όλους τους τεχνικούς εμπειρογνώμονες του υπουργείου για τα περιβαλλοντικά ζητήματα, που είχαν εγκρίνει τις μελέτες της εταιρείας και έβαλε στη θέση τους λυσσασμένους εχθρούς της επένδυσης. Με αυτόν τον τρόπο μπορούσε να πετύχει δύο πράγματα: να βρίσκει εύκολα διαρκώς νέα προσχήματα για να σταματάει τις εργασίες και δεύτερο να ετοιμάζει πιο αρνητικές τεχνικές γνωμοδοτήσεις από πλευρά δημοσίου στις δίκες που γίνονται στο ΣτΕ. Να σημειώσουμε ότι η καθαίρεση μόνιμων ειδικευμένων τεχνικών στελεχών από μια δημόσια υπηρεσία χωρίς να υπάρχει μια ανοιχτή και σαφής αιτιολόγηση για την απομάκρυνσή τους είναι μια εντελώς ασυνήθιστη πρακτική με φασιστική οσμή.
Αφού τα έκανε όλα αυτά το καθεστώς ΣΥΡΙΖΑ, τότε και μόνο τότε, δηλαδή με τα μεταλλεία κλειστά και ενώ η εταιρεία καθώς και οι εργαζόμενοι είχαν προσφύγει στο ΣτΕ, ο Σκουρλέτης κάλεσε την εταιρεία για πρώτη φορά σε διαπραγματεύσεις. Στην ίδια συνάντηση κάλεσε και τους εργαζόμενους από τους οποίους όμως αφαίρεσε προηγούμενα το δικαίωμα του λόγου, δίνοντας τους τη θέση του παρατηρητή ενώ τους είχε προσκαλέσει για να συμμετάσχουν σε μια Τριμερή. Αυτή ήταν μια πράξη που είχε στόχο να ταπεινώσει τους εργαζόμενους που είχαν ξεκινήσει έναν αγώνα διαμαρτυρίας στις στοές των μεταλλείων σε όλη τη Χαλκιδική και τελικά στην Αθήνα με κατασκήνωση τους έξω από το υπουργείο του ΥΠΑΠΕΝ.
Στη συνάντηση αυτή ο Σκουρλέτης δεν έκανε καμιά απολύτως διαπραγμάτευση επί της ουσίας αφού επέμενε ότι πολύ καλά έκανε και έκλεισε το εργοτάξιο επειδή τάχα το πείραμα της ακαριαίας τήξης δεν έγινε στην Ελλάδα ενώ το όποιο αποτέλεσμα του πειράματος αφορούσε κάτι το μελλοντικό που δεν επιδρούσε καθόλου στις εργασίες που θα γίνονται για πολύ καιρό ακόμα στην περιοχή ώσπου να χτιστεί το εργοστάσιο. Όμως, όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια, η βαθύτερη στόχευση του Σκουρλέτη σε αυτή την κατά το 1/3 μουγκή τριμερή ήταν μία : να βάλει σφήνα ανάμεσα στους εργαζόμενους και στην καναδική εταιρεία καλώντας τη δεύτερη να τους επαναπροσλάβει ενώ της έχουν αφαιρεθεί οι άδειες και τους πρώτους να καταφύγουν στην επιθεώρηση εργασίας αν αυτήν δεν το κάνει!!! Δηλαδή ο τραμπούκος αυτός αφού αφαίρεσε από τους εργαζόμενους το αντικείμενο της δουλειάς τους, τους κάλεσε να τα βάλουν με την εταιρεία που έπαψε να τους απασχολεί! Συγκεκριμένα μάλιστα ζήτησε από την εταιρεία να συνεχίσει τις εργασίες της για την αποκατάσταση του περιβάλλοντος χωρίς όμως να συνεχίσει τις βασικές εργασίες της για την παραγωγή.
Θα περίμενε κανείς ότι η εταιρεία μπροστά σε ένα τέτοιο θράσος θα κατήγγειλε αμέσως το υπουργείο και αυτές τις διαπραγματεύσεις που πραγματοποιούνται κάτω από το καθεστώς βίας, τετελεσμένων, παρανομίας, και διοικητικών εκκαθαρίσεων. Επίσης και μόνο η αναφορά του Σκουρλέτη στις συνομιλίες ότι κακώς η εταιρεία προσέφυγε στο ΣτΕ και ότι το ζήτημα έπρεπε να λυθεί σε πολιτικό επίπεδο δείχνει ότι οι συνομιλίες αποτελούσαν ανοιχτή προσπάθεια προκαταβολικής αχρήστευσης των δικαστικών αποφάσεων οι οποίες ως τώρα, 11 τον αριθμό, ήταν όλες κατά της κρατικής διοίκησης χώρια από την τελευταία των ασφαλιστικών μέτρων που δεν είχε ληφθεί όταν ο Σκουρλέτης έκανε τις συναντήσεις. Δηλαδή θα ήταν άλλο πράγμα αν η κυβέρνηση καλούσε την εταιρεία και τους εργαζόμενους σε διαπραγματεύσεις με τα μεταλλεία ανοιχτά και χωρίς να στρέφεται κατά της δικαιοσύνης και άλλο να τα κλείνει και να προχωράει σε δήθεν διαπραγματεύσεις κόντρα σε ενδεχόμενες θετικές δικαστικές αποφάσεις (που αποδείχτηκε ότι ήταν καταρχήν θετικές πράγμα που πιθανά ο Σκουρλέτης προεξοφλούσε).
Κι όμως η εταιρεία με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Θεοδωρακόπουλο δέχτηκε από την αρχή με χαρά και ανεπιφύλακτα ένα τέτοιο πλαίσιο διαπραγμάτευσης και μάλιστα την θεώρησε θετική ακόμα και -μετά την πραγματοποίηση της πρώτης συνάντησης όπου εκδηλώθηκε η πλήρης αδιαλλαξία της κυβέρνησης, η επίθεση στο ΣτΕ και η προσπάθεια της να διασπάσει τους θιγόμενους από την απόφαση της συνομιλητές της. Για κάποιον που δεν ξέρει την φύση της εταιρείας αυτής η στάση αυτή αποτελεί άλυτο αίνιγμα καθώς με πρώτη ματιά είναι αυτοκτονική.
Η διφυής αντιφατική «Ελληνικός Χρυσός» και το πανδοχείο του τρόμου
Για μας το αίνιγμα δεν είναι άλυτο. Το κλειδί της λύσης βρίσκεται στο ότι η συγκεκριμένη εταιρεία είναι στην πράξη ένα αντιφατικό δικέφαλο ον. Εταιρεία είναι από τη μια μεριά ο κύριος του κεφαλαίου της που είναι η καναδική Ελντοράντο με πρόεδρο τον Πολ Γουάιτ. Αυτή έχει σαν θυγατρική της την «Ελληνικός Χρυσός» που έχει συγκεκριμένα αναλάβει την εξόρυξη και τη μεταλλουργία χρυσού. Η διεύθυνση της «Ελληνικός Χρυσός» είναι στα χέρια του Μπόμπολα. Δεν είναι καθόλου ασυνήθιστο οι ξένες εταιρίες να βάζουν σε θέσεις διεύθυνσης ντόπιους διευθυντές που έχουν δεσμούς με την πολιτική εξουσία για να τους ανοίγουν δρόμους μέσα στην κρατική, κομματική και κυβερνητική μηχανή στην οποία αυτές δεν έχουν άμεση πρόσβαση αι επίσης να διαχειρίζονται τη ντόπια κοινή γνώμη και τις σχέσεις με τον ντόπιο πληθυσμό που οι ξένοι επίσης δεν την ξέρουν καθόλου. Στην συγκεκριμένη περίπτωση μάλιστα ο ντόπιος πολιτικός διαχειριστής, ο Μπόμπολας, είναι και διαχειριστής της εργατικής δύναμης, δηλαδή αυτός, που με τους διευθυντές του, στρατολογεί και διευθύνει το εργατικό προσωπικό, και έτσι μπορεί έμμεσα και επεμβαίνει και σε συνδικαλιστικά ζητήματα.
Ως εδώ όμως δεν υπάρχει καμιά θεμελιώδης αντίφαση. Η αντίφαση αρχίζει από την ώρα που ο ντόπιος πολιτικός διαχειριστής της επένδυσης και προσωπάρχης δεν είναι ένας απλός υπάλληλος των ξένων κεφαλαιούχων αλλά είναι ένας κρατικός, δηλαδή ένας πανίσχυρος καθεστωτικός ολιγάρχης που έγινε τέτοιος επειδή ήταν πάντα και είναι το αγαπημένο παιδί των ρωσόδουλων που δεν θέλουν την επένδυση. Δηλαδή είναι φίλος του ψευτοΚΚΕ- που κυριαρχεί συνδικαλιστικά στον Άκτορα, και του ΣΥΡΙΖΑ που κυριαρχεί στο κράτος. Πάντα σημειώναμε ότι ο Μπόμπολας πήρε σχεδόν τζάμπα για 11 εκατομμύρια ευρώ τα μεταλλεία από το καθεστώς αφού τα εγκατέλειψε, μετά από απόφαση του ΣτΕ η επίσης καναδική TVX (που μάλιστα χρεωκόπησε γι αυτό το λόγο). Ο Μπόμπολας κράτησε και δούλεψε για μερικά χρόνια τα μεταλλεία χωρίς να γίνει κανένα ουσιαστικό κίνημα εναντίον του στη Χαλκιδική πράγμα που αποδεικνύει πόσο πολιτικά ελεγχόμενα από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτά τα κινήματα. Αυτή η ησυχία υπέρ του Μπόμπολα κορυφώθηκε όταν η Αυγή, δηλαδή ο πολιτικός ηγέτης του αντι-γκολντ, δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ, έκανε διαφήμιση της «Ελληνικός Χρυσός». Χάρη σε αυτήν την εξαιρετική παράσταση αγάπης του ΣΥΡΙΖΑ στα μεταλλεία χρυσού ο Μπόμπολας έπεισε την καναδική Ελντοράντο να αγοράσει τις μετοχές του τσεπώνοντας περίπου μισό δις Ευρώ (μαζί με τις προηγούμενες μεταβιβάσεις που έκανε στην European Goldfields). Έτσι η Ελντοράντο, πήρε τη θέση της TVX στο ελληνικό πανδοχείο του Τρόμου, όπου ο επισκέπτης γίνεται δεκτός με μουσική μέσα στη φωτισμένη μεγάλη σάλα του ισογείου και σταδιακά τεμαχίζεται και μετατρέπεται σε γεύμα μέσα στα σκοτεινά του υπόγεια.
Αρκεί να παρακολουθήσει κανείς την τακτική των στελεχών της «Ελληνικός Χρυσός» για να καταλάβει πως μαζί με την κυβερνητική δράση καταβροχθίζεται πολιτικά η Ελντοράντο και μαζί της οι εργαζόμενοι.
Η διεύθυνση της “Eλληνικός Xρυσός” είναι ο πιο βασικός πολιτικός υπονομευτής αυτής της επένδυσης, δηλαδή του κεφαλαιούχου που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί. Η τακτική Μπόμπολα δηλαδή η τακτική της διεύθυνσης της “Ελληνικός Χρυσός” συνίσταται πάνω απ’ όλα στο να μη ρίχνει πυρά στους σαμποταριστές του ΣΥΡΙΖΑ αλλά να ζητάει πάντα μια συνεννόηση μαζί τους στη βάση της αλληλοκατανόησης, δηλαδή στη βάση της λύσης τάχα μιας παρεξήγησης. Αυτό το έκανε και πριν ο ΣΥΡΙΖΑ γίνει κυβέρνηση και όταν ήταν ένα μικρό κόμμα και το έκανε και το κάνει κυρίως για να αφοπλίσει πολιτικά τον αγώνα των εργαζομένων ενάντια στον κύριο εχθρό τους. Γι’ αυτό η διεύθυνση της «Ελληνικός Χρυσός» κρύβει επί χρόνια σχολαστικά ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο καθοδηγητής και ο άμεσος οργανωτής του αντιεπενδυτικού και τελικά φασιστικού κινήματος της Ιερισσού. Θα διαπιστώσει κανείς με έκπληξη πως ο διευθύνων σύμβουλος Θεοδωρακόπουλος αλλά και ο διευθυντής πρώην κνίτης Στρατουδάκης φροντίζουν πάντα στις τοποθετήσεις τους να θεωρούν υπεύθυνους του κινήματος της Ιερισσού όχι τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά κάποιους ξεκάρφωτους τοπικούς «οικολόγους» που με πρωτοβουλία τους παραπληροφορούν τον πληθυσμό της Ιερισσού και γενικά τον πληθυσμό της χώρας, και ότι ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να ικανοποιήσει πολιτικά αυτόν τον παραπληροφορημένο, δηλαδή εξαπατημένο πληθυσμό και γενικά τις οικολογικές διαθέσεις των πανελλαδικών ψηφοφόρων του. Δηλαδή αντί η «Ελληνικός Χρυσός» να λέει την αλήθεια ότι ο ΣΥΡΙΖΑ διαμορφώνει το κίνημα της Ιερισσού λέει το τρομερό ψέμμα ότι το κίνημα της Ιερισσού διαμορφώνει την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η θέση εμφανίζει την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και κάθε ελληνική κυβέρνηση στην ουσία σαν θύμα πιέσεων δύο αντίθετων υπαρκτών κινημάτων, του κινήματος της Ιερισσού και του κινήματος των μεταλλωρύχων. Αυτή η γραμμή οδηγεί σήμερα στη θέση ότι οι δύο πλευρές πρέπει οπωσδήποτε να τα βρουν αλλιώς η επένδυση είναι καταδικασμένη δηλαδή υπονοεί ότι η αλήθεια είναι τάχα κάπου στη μέση. Η αλήθεια και το δίκιο εδώ δεν βρίσκεται στη μέση, αλλά στη μια πλευρά, και το άδικο και το ψέμμα βρίσκονται στην άλλη πλευρά. Αυτή η εσκεμμένα ύπουλη και μεσοβέζικη γραμμή οδηγεί στις επαίσχυντες, χωρίς δημοκρατικό πλαίσιο, διαπραγματεύσεις Σκουρλέτη-Εταιρείας, τάχα για κοινά αποδεκτή λύση. Να ποιο είναι το νόημα της φράσης της εταιρίας : η κυβέρνηση προσπαθεί να καταλάβει τις θέσεις μας και εμείς τις θέσεις της κυβέρνησης. Λες και τώρα τις πρωτάκουσαν οι δύο πλευρές μετά από 20 χρόνια όπου τραβάει στην πραγματικότητα αυτή η τρομακτικά σαφής και συχνά βίαιη σύγκρουση.
Κρύβουν για παράδειγμα συστηματικά οι εκπρόσωποι του Μπόμπολα, που είναι ντε φάκτο και εκπρόσωποι των καναδών, ότι οι δήθεν επιστημονικές επιτροπές του ΤΕΕ Κεντρικής Μακεδονίας και του ΑΠΘ κατά της επένδυσης δεν είχαν καμιά σχέση με τις επίσημες, εκλεγμένες επιστημονικές επιτροπές του κεντρικού ΤΕΕ αλλά ήταν, είτε επιτροπές στημένες από ανθρώπους του ΣΥΡΙΖΑ (αυτό συμβαίνει με την σχετική ad Hoc επιτροπή του τοπικού ΤΕΕ Κ. Μακεδονίας), είτε οι γνωμοδοτήσεις τους δεν ήταν ψηφισμένες από το αντίστοιχο τμήμα (τμήμα δασολογίας του ΑΠΘ) και γι αυτό άκυρες. Κρύβουν κυρίως ότι είναι η βία που παίζει τον αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση των δύο στρατοπέδων στη Χαλκιδική, δηλαδή ότι δεν πρόκειται απλά για δύο στρατόπεδα γνώμης το ένα κατά, το άλλο υπέρ της επένδυσης, αλλά δύο στρατόπεδα όπου το ένα επιβάλλει τη θέση του με τη βία και το άλλο αμύνεται στη βία. Κρύβουν δηλαδή ότι τα ψευτοαναρχικά αντεργατικά τάγματα εφόδου επελαύνουν κάθε τόσο στην περιοχή επειδή καλύπτονται πολιτικά από τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως κρύβουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και πανελλαδικά και τοπικά καλύπτει τη φασιστική ψυχολογική και υλική βία κατά των μεταλλωρύχων που ζουν στην Ιερισσό και μάλιστα κρύβουν το χιτλερικού τύπου στιγματισμό και απομόνωση των παιδιών τους στα σχολεία, και τελικά τον εξαναγκασμό πολλών από αυτές τις οικογένειες σε ξεριζωμό από τον τόπο τους. Για τους υπεύθυνους επικοινωνίας του Μπόμπολα ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το ίδιο αντίθετος με όλα τα άλλα κόμματα απέναντι στην επένδυση (πρόσφατη δήλωση Θεοδωρακόπουλου ) και κραυγάζουν διαρκώς πως δεν θέλουν σαν εταιρεία καμιά εμπλοκή στην πολιτική και κομματική αντιπαράθεση την ώρα που ένα και μόνο ένα κόμμα εμποδίζει με πολιτική, διοικητική και παρακρατική βία την επένδυσή τους. Μάλιστα όσοι παρακολουθούν έστω και λίγο την πολιτική του Μπόμπολα στη Χαλκιδική έχουν διαπιστώσει ότι στη βάση της γραμμής των «ίσων αποστάσεων» και της «παρεξήγησης» βοήθησε στην ανάδειξη του Μίχου στη δημαρχία του Αριστοτέλη, ενώ εξαπέλυσε πόλεμο εναντίον του Πάχτα, που θέλει την επένδυση και που το μεγάλο του έγκλημα ήταν ακριβώς ότι χάρισε τα μεταλλεία στον Μπόμπολα όταν έφυγε η TVX.
Το κλειδί της νίκης είναι η συντριβή της κομπογιαννίτικης δημαγωγίας περί μόλυνσης
Τα παραπάνω αποδεικνύουν ότι είναι εσκεμμένη η μόνιμη άρνηση της «Ελληνικός Χρυσός» να κάνει κεντρικό το ζήτημα της μη μόλυνσης του περιβάλλοντος από τη συγκεκριμένη επένδυση. Γ ι αυτό δεν οργάνωσε ποτέ ούτε μια μεγάλη συζήτηση στα τηλεοπτικά ΜΜΕ (που το σημαντικότερο από αυτά το ΜΕΓΚΑ, το ελέγχει σε μεγάλο βαθμό) ώστε μπροστά στο ελληνικό κοινό, να αντιπαρατεθούν οι ντόπιοι και διεθνείς ειδικοί της μεταλλουργίας ή της δασολογίας ή οι περιβαλλοντολόγοι με τους αντίστοιχους υποτιθέμενους ειδικούς του στρατοπέδου της αντιεξόρυξης, τους αντι-γκολντ, όπου σίγουρα με την ασχετοσύνη τους θα γελοιοποιούνταν. Χωρίς αυτήν την αντιπαράθεση, το να μιλάει για χρόνια ο ίδιος ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας στα κανάλια ή, καμιά φορά, οι τεχνικοί της εταιρείας για τη μη μόλυνση δεν είναι καθόλου πειστικό στη χώρα του ψέμματος, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ανθρώπους του πιο γνωστού για τις σκανδαλώδεις αναθέσεις του δημοσίου κρατικο-ολιγάρχη. Επίσης δεν είναι πειστικό από μόνο του το επιχείρημα που προβάλει και η εταιρεία σχετικά με την απώλεια θέσεων εργασίας, αλλά και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι ότι έχουν δίκιο επειδή δεν πρέπει να χάσουν τη δουλειά τους. Όμως το δικαίωμα να έχουν τη δουλειά τους έρχεται μετά από εκείνο του υπόλοιπου πληθυσμού να μην χάσει την υγεία του και τη δικιά του δουλειά. Οι μεταλλωρύχοι έχουν δίκιο όχι γιατί δεν πρέπει να χάσουν τη δουλειά τους αλλά γιατί υπάρχουν όλα τα επιστημονικά στοιχεία και όλες οι τοποθετήσεις των ειδικών που αποδεικνύουν ότι τα δύο αυτά δικαιώματα, το δικαίωμα στη δουλειά, και το δικαίωμα στο καθαρό περιβάλλον, στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έρχονται σε σύγκρουση. Η δουλειά ενός πραγματικά ταξικού σωματείου είναι να φέρει σε γνώση του κοινού τα σχετικά στοιχεία.
Για τους παραπάνω λόγους η ΟΑΚΚΕ σε αλλεπάλληλες ανακοινώσεις, εφημερίδες τοίχου και προκηρύξεις της και κυρίως στις ζωντανές επαφές με τους μεταλλωρύχους έχει επιμείνει στο ότι το κεντρικό ζήτημα της πάλης τους για την επένδυση, για τη διατήρηση της δουλειάς τους και για την ευημερία της χώρας, είναι η υποστήριξη κυρίως από την πλευρά τους της θέσης ότι η μεταλλουργία χρυσού δεν μολύνει. Αυτή η έλλειψη είναι φανερή στη συνθηματολογία αυτού του κινήματος όπου δεν προβάλλεται η θέση ότι η επένδυση δεν μολύνει. Αυτή η στάση εξυπηρετεί τη γραμμή Μπόμπολα και του ΣΥΡΙΖΑ να μένουν οι εργαζόμενοι σαν κίνημα έξω από το κατεξοχήν επίμαχο και πολιτικά ζωτικό ζήτημα της μόλυνσης του περιβάλλοντος σαν ένα τάχα τεχνικό ζήτημα που είναι για την εργοδοσία και όχι για τους εργάτες. Μια τέτοια στάση, εκτός από το ότι ευνοεί σήμερα συγκεκριμένα τους σαμποταριστές και σκοτώνει τους εργάτες, είναι η γενική ιδεολογική στάση του οικονομισμού, η τόσο χαρακτηριστική του σοσιαλφασιστικού συνδικαλισμού, τύπου ΠΑΜΕ. Σύμφωνα με αυτήν οι εργαζόμενοι πρέπει να ασχολούνται με τις αμοιβές τους και τη διατήρηση της δουλειάς τους και ότι τα τεχνικά ζητήματα της παραγωγής είναι δουλειά των ειδικών που σαν τέτοιοι είναι στην υπηρεσία του κεφάλαιου. Αυτή η στάση εμποδίζει τους εργάτες να υψωθούν σαν τάξη πέρα από τη μισθωτή τους σχέση και να αποκτήσουν τη γενική εικόνα της διαδικασίας παραγωγής, δηλαδή να αντιληφθούν την παραγωγή σαν δική τους σχέση με τη φύση, και τελικά τις παραγωγικές δυνάμεις σαν δικές τους κοινωνικές δυνάμεις οι οποίες μπορούν να βρουν την ολοκλήρωση τους σαν τέτοιες μόνο όταν οι εργαζόμενοι θα γίνουν ιδιοκτήτες αυτών των μέσων παραγωγής.
Ειδικά λοιπόν σήμερα όπου η διεύθυνση Μπόμπολα σέρνοντας πίσω της και την καναδική εργοδοσία, που θέλει από την ταξική φύση της να βολευτεί με την όποια πολιτική εξουσία όπως μπορεί, αφήνει την κοινή γνώμη έκθετη στα ψέμματα των σκοταδιστών του ΣΥΡΙΖΑ, οι εργαζόμενοι είναι υποχρεωμένοι να αναλάβουν εκείνοι την υπεράσπιση της επένδυσης από την καθαρά παραγωγική της πλευρά. Αυτό μπορούν να το κάνουν χρησιμοποιώντας τους ειδικούς τεχνικούς της εργοδοσίας και τους ειδικούς επιστήμονες ακριβώς όπως θα το έκανε το επίσης ειδικό στην επιστήμη κεφάλαιο που τους απασχολεί. Δηλαδή θα έπρεπε οι μεταλλωρύχοι οι ίδιοι να οργανώσουν με τα συνδικαλιστικά τους όργανα και τους τεχνικούς συναδέλφους τους αυτές τις αντιπαραθέσεις με τους σκοταδιστές του ΣΥΡΙΖΑ στα ΜΜΕ που η δικέφαλη εταιρία δεν θέλει ή είναι ανίκανη να οργανώσει. Αυτή η στάση όχι μόνο δεν θα έκανε τους εργάτες λιγότερο ταξικούς, αλλά θα αποκάλυπτε πως η συγκεκριμένη εργοδοσία ειδικά και η εργοδοσία γενικότερα δεν είναι σε θέση να υπερασπίσουν τις ίδιες τις παραγωγικές δυνάμεις που κατέχουν και θέλουν να βάλουν σε κίνηση, και ότι το κενό μπορεί να το καταλάβει εκείνη η τάξη που είναι αντικείμενο της εκμετάλλευσης και γι αυτό μπορεί να συγκρουστεί και με το κράτος και με την εταιρία όταν χρειαστεί. Γιατί ειδικά στις δοσμένες συνθήκες με την καταστροφή της επένδυσης ενώ το κεφάλαιο θα χάσει τα κέρδη του και ένα μέρος από την αξία του, οι εργάτες θα χάσουν ένα μεγάλο μέρος από την ίδια τους την ύπαρξη ίσως κάποιοι και όλη τους την ύπαρξη μέσα στις δοσμένες συνθήκες ανεργίας και πείνας. Άρα η θα μείνουν στον οικονομισμό όπως θέλει ο δήμιος τους Σκουρλέτης και οι σοσιαλφασίστες του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΜΕ και θα ζητάνε ανύπαρκτες αποζημιώσεις από την φευγάτη εταιρία και το χρεωκοπημένο κράτος ή θα υψωθούν σε τάξη που αλλάζει τις πολιτικές σχέσεις στη χώρα, επιβάλλοντας το έργο σε μια σάπια άρχουσα τάξη που έχει πια εκτεθεί και εσωτερικά και διεθνώς. Αν είναι οι μεταλλωρύχοι που θα επιβάλουν την πολιτική λύση, αξιοποιώντας κάθε νομικό όπλο και τις εσωτερικές και διεθνείς αντιθέσεις, μοιραία θα έχουν αποκτήσει αφάνταστη γνώση και δύναμη στο μέλλον, αν η επένδυση ζήσει, για να επιβάλουν τους ευνοϊκότερους όρους εργασίας και όρους συνδικαλιστικού ελέγχου απέναντι στην όποια εργοδοσία.
Πιστεύουμε ότι αυτός είναι ο μόνο δρόμος για τη νίκη των μεταλλωρύχων απέναντι στους σαμποταριστές του καθεστώτος, ο μόνος με τον οποίο μπορούν να πάρουν μαζί τους την κουρασμένη από τους πολιτικούς απατεώνες και σαμποταριστές κοινή γνώμη.
Ο συνδικαλισμός που προτείνει η ΟΑΚΚΕ δεν βγαίνει από το κεφάλι της αλλά από τις ανάγκες της ζωής. Εμείς συμπαραστεκόμαστε ανοιχτά και με ένταση σε αυτόν τον αγώνα και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε. Αλλά η δικά μας συμπαράσταση έχει δυο χαρακτηριστικά: πρώτον δεν θέλει να επιβάλει με το ζόρι τη γραμμή της αλλά να τη βάλει στην κρίση των εργατών και αυτοί να την κρίνουν μέσα από τη ζωντανή τους πείρα και δεύτερον δεν κρύβει τις θέσεις και τις προτάσεις της ακόμα και όπου αυτές είναι σε σύγκρουση με εκείνες μιας πλειοψηφίας ή της ηγεσίας ενός αγώνα. Η αντίληψή μας είναι ότι οι εργαζόμενοι πρέπει να μαθαίνουν από την πείρα τους και να βαδίζουν σύμφωνα με τις δικές τους δημοκρατικά παρμένες αποφάσεις αλλά ότι κανείς δεν μπορεί να κρύβει από αυτούς όποια δεδομένα, αναλύσεις και προτάσεις έχει στη διάθεση του. Με γνώμονα αυτή τη στάση οφείλουμε να εκφράσουμε τη διαφωνία μας με τη θέση που διατυπώθηκε από εκπροσώπους των δύο σωματείων μετά την πρώτη διαπραγμάτευση με το Σκουρλέτη ότι «υπάρχει η αρχή ενός διαλόγου και ένας δρόμος που οδηγεί στο να συνεχιστεί η μεταλλευτική δραστηριότητα» και ότι φταίει για το ότι δεν βρέθηκε λύση «και το υπουργείο και η εταιρεία».
Νομίζουμε ότι αποδείξαμε ότι μια τέτοια διαδικασία δεν αποτελεί διάλογο και δεν μπορεί από τη φύση της να οδηγήσει σε συνέχιση της μεταλλευτικής δραστηριότητας αλλά ότι αντίθετα χρειάζεται σύγκρουση με αυτήν την πολιτική ηγεσία και αυτή τη διαδικασία, και από την άλλη ότι είναι λάθος να μπαίνει αυτή τη στιγμή στο ίδιο τσουβάλι η εταιρεία και το υπουργείο και έτσι να ελαφρύνεται η συντριπτικά κύρια ευθύνη του δεύτερου για την όποια αργία των εργαζομένων και για το μόνιμο κίνδυνο που θα συνεχίσει να κρέμεται πάνω από το κεφάλι τους όποια και να είναι η επόμενη απόφαση του ΣτΕ.
Κατά τη γνώμη μας οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να επαφίενται σε μια απόφαση του ΣτΕ εφόσον ο Σκουρλέτης προχώρησε σε εκκαθαρίσεις των ειδικών του υπουργείου πριν τη δίκη στο ΣτΕ και τοποθέτησε αντίπαλους της επένδυσης. Το κυριότερο όμως, όπως είπαμε, είναι μόνο ένα πολιτικό κίνημα καταγγελίας των ψεμμάτων γύρω από την επένδυση και του ίδιου του Σκουρλέτη μπορεί να εμποδίσει τον τελευταίο να κλείνει κάθε τόσο το εργοτάξιο.
Κλείνουμε αυτό το σημείωμα μας με την παρατήρηση ότι η κυβέρνηση και γενικά οι εχθροί της επένδυσης έχουν ήδη αρχίσει να χάνουν πόντους στη μάχη της μόλυνσης , γι αυτό αρχίζουν να μετατοπίζουν την επιχειρηματολογία τους στο ότι η επένδυση είναι αποικιακού χαρακτήρα δηλαδή ότι το κράτος χάνει λεφτά από αυτήν. Βέβαια και μόνο αυτή η μετατόπιση του ζητήματος αποκαλύπτει ότι τα περί μόλυνσης είναι προσχηματικά. Γιατί είτε παίρνει περισσότερα είτε λιγότερα λεφτά το κράτος από την εξόρυξη του χρυσού, αυτό δεν μειώνει τους υποτιθέμενους νεκρούς και αρρώστους που αυτή προκαλεί ούτε τις καταστροφές σε άλλους παραγωγούς.
Σε κάθε περίπτωση πάντως οι εργαζόμενοι πρέπει να μελετάνε κάθε επιχείρημα των αντιπάλων τους, να μαζεύουν συγκεκριμένα στοιχεία, ιδιαίτερα συγκριτικά στοιχεία για το ότι συμβαίνει σε ανεξάρτητες και δημοκρατικές χώρες με ανάλογες εξορυκτικές εκμεταλλεύσεις. Η εργατική τάξη πρέπει να ξέρει. Αυτό έχει αποδειχτεί ότι είναι πολύ καίριο για να μετατραπεί από τάξη καθ εαυτή, όπως λέει ο Μαρξ, σε τάξη για τον εαυτό της, δηλαδή σε επαναστατική τάξη ή αλλιώς σε ιδιοκτήτρια τάξη πριν καταργήσει τον εαυτό της σαν τάξη και όλες τις τάξεις για πάντα.