Επίσημη σελίδα ΟΑΚΚΕ

 Χαλκοκονδύλη 35, τηλ-φαξ: 2105232553 email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΜΟΝΟ ΜΕ ΤΟ ΛΑΪΚΟ ΠΟΛΕΜΟ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΕΣΕΙ Η ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΣΤΗ ΒΕΝΕΖΟΥΕΛΑ- ΟΧΙ ΣΤΟ ΒΡΩΜΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΠΟΥΤΙΝ-ΤΡΑΜΠ- ΟΧΙ ΣΤΗ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΕΠΕΜΒΑΣΗ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟ

Σε προηγούμενο άρθρο με τίτλο «Γκουαϊδό: Πολύ ξαφνικός και πολύ αποδεκτός ήρωας για να είναι αληθινός εχθρός της φασιστικής δικτατορίας Μαδούρο» (δημοσιεύτηκε στις 1/2 στην ιστοσελίδα μας, https://www.oakke.gr/global/item/1106-), είχαμε επισημάνει ορισμένα στοιχεία που μας κάνουν να αμφιβάλουμε για το δημοκρατικό χαρακτήρα του νέου αρχηγού της αντιπολίτευσης στη Βενεζουέλα.

 

 

Τέτοια στοιχεία ήταν: α) η ξαφνική αναγνώριση του σαν πρωθυπουργού της χώρας από το ρωσόφιλο φασίστα Τραμπ ενώ κανείς πριν από αυτόν ηγέτης της αντιπολίτευσης με πολύ μεγαλύτερο κύρος, όπως ήταν αυτός του πολύχρονου παλλαϊκού κινήματος της αντιπολίτευσης Καπρίλες, δεν είχε ποτέ αναγνωριστεί σαν τέτοιος, β) η εκφρασμένη πρόθεση του Γκουαϊδό να διασώσει τους αρχηγούς και τα στελέχη του φασιστικού καθεστώτος υποσχόμενος σε αυτούς ότι θα υπάρχει μια κανονική, κοινοβουλευτικού τύπου μεταφορά εξουσίας και ότι αυτοί δεν θα χάσουν τίποτα από τον πλούτο τους και καμιά ποινή δεν θα τους επιβληθεί για τα εγκλήματά τους κατά του λαού, γ) η υποστήριξή του Γκουαϊδό από τον επίσης φιλορώσο και ανοιχτό υπερασπιστή της παλιότερης σκληρής βραζιλιανής χούντας νέο πρόεδρο της χώρας Μπολσονάρο, και δ) και το πιο σημαντικό, η πλάγια στήριξη που έχει προσφέρει η ρωσική διπλωματία στον Γκουαϊδό με το να μην τον καταδικάζει απόλυτα, όπως έκανε για τους προηγούμενους αρχηγούς της αντιπολίτευσης, αλλά να ζητάει συμφωνημένες και από τον Μαδούρο εκλογές μετά από διαπραγματεύσεις.

Στο μεταξύ οι πολιτικές εξελίξεις έχουν φέρει στο φως νέα στοιχεία για το είδος της μεταβίβασης εξουσίας που ετοιμάζουν οι Πούτιν και Τραμπ για τη Βενεζουέλα και που αυξάνουν τις επιφυλάξεις μας για το κατά πόσο ο Γκουαϊδό είναι ένας πραγματικός εχθρός της βενεζουελάνικης δικτατορίας.

Ένα βασικό νέο στοιχείο είναι ότι μόλις το Κρεμλίνο καταψήφισε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ μαζί με την Κίνα, όπως αναμενόταν, τη διεξαγωγή εκλογών χωρίς προηγούμενη συμφωνία Μαδούρο - Γκουαϊδό, η Ρωσία ζήτησε ανοιχτά και ξεδιάντροπα διαπραγματεύσεις ανάμεσα στη Ρωσία και τις ΗΠΑ για το ποιο θα είναι το μέλλον της Βενεζουέλας χωρίς ο Γκουαϊδό να καταδικάσει αυτού του είδους την περιφρόνηση στη θέληση του ίδιου του λαού της Βενεζουέλας (!) Συγκεκριμένα ο ρώσος ΥΠΕΞ Λαβρόφ σε τηλεφωνική επικοινωνία του με τον αμερικανό ομόλογό του Πομπέο εξέφρασε πριν λίγες μέρες την πρόθεση της Μόσχας να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να προτείνει τη σύναψη διμερούς (!) συμφωνίας με την Ουάσιγκτον έτσι ώστε να λυθεί αναίμακτα η συγκεκριμένη κρίση! (https://www.protothema.gr/world/article/870029/lavrof-i-rosia-einai-anoihti-se-dimeri-sumfonia-me-tis-ipa-gia-ti-venezouela/AMP/). Αυτή η στάση του Κρεμλίνου είναι χαρακτηριστική για το πόσο η ρώσικη υπερδύναμη (αλλά και η αμερικάνικη, αφού δεν απέρριψε εμφατικά αυτήν την πρόταση) γράφει στα παλιά της τα παπούτσια όχι μόνο την βενεζουελάνικη αποικία της αλλά και τον ίδιο τον άθλιο τοποτηρητή της Μαδούρο προκειμένου να έχει εκεί μια συμφέρουσα γι αυτή, αλλά και για το φίλο της Τραμπ, αλλαγή στον τρόπο διακυβέρνησης της χώρας τέτοια που να την εκθέτει λιγότερο και ταυτόχρονα να της εξασφαλίσει συνέχεια του ελέγχου και της λεηλασίας της.

Στην ίδια κατεύθυνση της συνδιαλλαγής με την αντιπολίτευση με μια ακόμα πιο ασυνήθιστη κίνηση ο κινέζος ΥΠΕΞ είχε καλέσει στις 23/1 τα πολιτικά κόμματα της Βενεζουέλας, δηλαδή κυβέρνηση και αντιπολίτευση, να συνδιαλεχθούν προς αναζήτηση μιας συμφωνίας μέσα σε «συνταγματικά» πλαίσια. Όμως η πιο αποκαλυπτική γι αυτόν κίνηση ήταν η εξής δήλωση του ίδιου του Γκουαϊδό: «Αυτό που περισσότερο ταιριάζει στη Ρωσία και την Κίνα είναι η σταθερότητα της χώρας και μια αλλαγή κυβέρνησης», για να προσθέσει «Ο Μαδούρο δεν προστατεύει τη Βενεζουέλα, δεν προστατεύει κανενός τις επενδύσεις, και δεν είναι μια καλή ευκαιρία γι’ αυτές τις χώρες» (https://www.atlanticcouncil.org/blogs/new-atlanticist/venezuela-and-great-power-competition)!

Αν το αντιφασιστικό κίνημα ήταν πιο ισχυρό παγκόσμια και κυρίως λιγότερο εγκαταλελειμμένο και προδομένο από το δυτικό δημοκρατισμό, η πιο πάνω δήλωση θα προκαλούσε ένα κύμα διαμαρτυρίας. Γιατί δεν μπορεί να ισχυρίζεται κανείς ότι μισεί το φασιστικό καθεστώς της χώρας του και ταυτόχρονα να υποστηρίζει ανοιχτά τους πενταφάνερους και ξεδιάντροπους διεθνείς του προστάτες, δηλαδή τις ιμπεριαλιστικές εκείνες δυνάμεις που έχουν καταληστέψει, πεινάσει μέχρι μαζικής εξόντωσης και καταβασανίσει ή έχουν ρίξει στην προσφυγιά το λαό της Βενεζουέλας. Όταν λες ότι θα προστατέψεις καλύτερα από την υπάρχουσα κυβέρνηση τα συμφέροντα της Ρωσίας και της Κίνας τότε δεν έχεις πάνω σου τίποτα το πραγματικά αντικαθεστωτικό, το δημοκρατικό ή το πατριωτικό. Από την άλλη μεριά δεν είναι ούτε πραγματικά δημοκρατικό και πατριωτικό το να δέχεσαι σαν μια πιθανή λύση ή σαν έναν εκβιασμό για την πτώση της δικτατορίας μια ξένη στρατιωτική επέμβαση, όπως εκείνη που διαρκώς απειλεί ότι θα πραγματοποιήσει και ήδη πραγματοποιεί σε επίπεδο οικονομικού αποκλεισμού ο φασίστας Τραμπ.

Σχετικά με αυτό το τελευταίο ζήτημα πρέπει να κάνουμε πιο σαφή τη διαφορά της θέσης μας με εκείνη των σοσιαλφασιστών καθώς μια τέτοια επέμβαση στη Βενεζουέλα την καταγγέλλουν σήμερα κυρίως οι ρώσοι ιμπεριαλιστές και οι ψευτοαριστεροί εγκάθετοί τους σε όλο τον κόσμο. Η δικιά μας στάση κατά της ξένης στρατιωτικής επέμβασης για την πτώση της δικτατορίας έχει την αντίθετη αφετηρία, την αντίθετη λογική και τις αντίθετες συνέπειες από τη δικιά τους.

Ναι στη διεθνή στήριξη σε έναν ένοπλο αντιφασιστικό αγώνα που θα έχει παλλαϊκή βάση

Όχι σε κάθε ξένη στρατιωτική επέμβαση και σε κάθε ενεργειακό εμπάργκο

Εμείς είμαστε αντίθετοι στις ξένες κρατικές επεμβάσεις που θέλουν για να απαλλάξουν τους λαούς από φασιστικές δικτατορίες τους με τη βία, δηλαδή είτε με ανοιχτή στρατιωτική επέμβαση είτε με οικονομικό αποκλεισμό, όχι επειδή είμαστε με αυτές τις δικτατορίες όπως κάνουν η Ρωσία και η Κίνα, αλλά επειδή πιστεύουμε ότι δεν μπορεί ένας λαός να απελευθερωθεί από τους καταπιεστές του αν αυτό δεν το κάνει ο ίδιος. Κι αυτό γιατί στο βάθος δεν μπορεί ένας λαός και οι πολιτικοί οργανισμοί που τον εκφράζουν να διοικήσουν μια χώρα αν δεν μάθουν να τη διοικούν μέσα από την ίδια τη διαδικασία της απελευθέρωσής της. Αν άλλοι λαοί απελευθερώσουν αυτό το λαό και όχι ο ίδιος η εξουσία τους θα είναι ξένη σε αυτόν το λαό οπότε αυτός θα χρειαστεί να επαναλάβει την ίδια μάχη ή και μια δυσκολότερη από την αρχή.

Σε αυτήν την πιο βασική απελευθερωτική αρχή των κομμουνιστών, που συμπυκνώνεται στο ότι «της γης οι κολασμένοι μοναχοί θε να σωθούν» οι κάθε λογής φιλελεύθεροι και φιλάνθρωποι, ιμπεριαλιστές ή όχι, απαντούν ότι δεν είναι δυνατό να περιμένουν οι δημοκρατικές χώρες τους λαούς να πέσουν πάνω στα τανκς δικτατοριών και να πνιγούν στο αίμα, αλλά πρέπει αυτές να τους απαλλάξουν από τις δικτατορίες με το λιγότερο δυνατό πόνο. Με ένα τέτοιο σκεπτικό οι αμερικάνοι ιμπεριαλιστές ετοιμάζουν, πιο σωστά απειλούν τη δικτατορία Μαδούρο με μια επέμβαση τους -εισβολή στη Βενεζουέλα, ενώ ήδη έχουν επιβάλει εμπάργκο στη χώρα αυτή για να αδυνατίσουν όπως λένε οικονομικά αυτήν τη δικτατορία. Λέμε ότι απειλούν με εισβολή και όχι ότι ετοιμάζουν εισβολή για το μόνο λόγο ότι ποτέ, ως κατερχόμενη, η αμερικάνικη υπερδύναμη δεν έχει επιχειρήσει να ανατρέψει με εισβολή την κυριαρχία της ανερχόμενης Ρωσίας σε οποιαδήποτε χώρα, αλλά έχει κάνει εισβολές μόνο σε χώρες (Αφγανιστάν, Ιράκ, Λιβύη) όπου η Ρωσία δεν είχε καμιά κυριαρχία αλλά την απέκτησε χάρη σε αυτές τις εισβολές. Στη Βενεζουέλα η Ρωσία έχει την κυριαρχία και ποτέ δεν θα επιχειρούσαν μια εισβολή σε αυτήν οι ΗΠΑ του ρωσόφιλου Τραμπ, όμως μια αμερικάνικη απειλή για εισβολή βοηθάει τη Ρωσία να υποτάξει περισσότερο και μάλιστα με πιο πολιτικά ασφαλείς και διεθνώς πιο ευπαρουσίαστους τρόπους τη Βενεζουέλα. Σε ότι αφορά τον Γκουαϊδό η στάση του να υποστηρίζει την απειλή εισβολής από τις ΗΠΑ δεν διαφέρει από άποψη αρχής από το να υποστηρίζει την ίδια την εισβολή, ενώ το οικονομικό και μάλιστα το ενεργειακό εμπάργκο που ήδη ασκούν οι ΗΠΑ στη Βενεζουέλα και το οποίο υποστηρίζει ο Γκουαϊδό είναι το ίδιο μια εξωτερική βία κατά της χώρας του και επειδή ξεσπάει και ενάντια στο λαό, αν η δικτατορία δεν πέσει άμεσα θα της δώσει το επιχείρημα ότι η κλιμάκωση της πείνας που θα προκύψει από αυτό το εμπάργκο δεν θα είναι ευθύνη τόσο της δικτατορίας όσο της αντιπολίτευσης που επικροτεί το εμπάργκο.

Όμως πέρα από τα όποια πελώρια προβλήματα και τις αρνητικές εξελίξεις θα φέρει η αμερικάνικη ιμπεριαλιστική επέμβαση με θερμό ή με οικονομικό πόλεμο για την απελευθέρωση του λαού της Βενεζουέλας από τη δικτατορία που τον βασανίζει, όπως το απέδειξε άλλωστε η περίπτωση του Ιράκ και της Λιβύης, και μόνο η δημιουργία ενός νέου προηγούμενου αναγνώρισης του δικαιώματος στον ιμπεριαλισμό να ασκεί βία σε ένα άλλο κράτος για λόγους που είναι ακόμα εσωτερικοί – στην κύρια πλευρά- θα οδηγήσει σε ενθάρρυνση των χειρότερων ιμπεριαλιστικών ενστίκτων και σε μια άνευ προηγουμένου οπισθοδρόμηση στις διεθνείς διακρατικές σχέσεις.

Γι αυτό η σύγχρονη παγκόσμια ιστορία έχει δείξει άλλους δρόμους αντιφασιστικής απελευθέρωσης. Έτσι σχετικά με τη Βενεζουέλα όταν ένας λαός αντιπαλεύει ειρηνικά επί 10 χρόνια μια δικτατορία με μεγάλες ασταμάτητες διαδηλώσεις και ματώνει άοπλος πέφτοντας ξανά και ξανά ηρωικά πάνω στις ξιφολόγχες των δικτατόρων, και το χειρότερο πεθαίνει μαζικά από την πείνα και τις αρρώστιες και αναγκάζεται να προσφυγοποιείται κατά εκατομμύρια, αυτός ο λαός δεν έχει εξαντλήσει τα μέσα πάλης του, και όσο μένει στα παλιά μέσα πάλης συνθλίβεται και μαραζώνει. Σε μια τέτοια περίπτωση είναι υποχρεωμένος να αξιοποιήσει την έσχατη και πιο καίρια μορφή αγώνα του, που είναι ταυτόχρονα και το ανώτερο σχολείο της πολιτικής και ιδεολογικής ωρίμανσης του για να αποσπάσει την αντιφασιστική εξουσία (και, αν οι δικτάτορες επιμένουν, ίσως και τη λαϊκή εξουσία). Αυτή η μορφή αγώνα και αυτό το σχολείο είναι ο ένοπλος αγώνας του.

Το δικαίωμα αυτού ακριβώς του ένοπλου αγώνα αρνείται επίμονα στο λαό της Βενεζουέλας όχι τόσο η ντόπια αστική τάξη που ηγείται της αντιδικτατορικής του πάλης όσο, κυρίως, ο ιμπεριαλισμός. Μάλιστα όχι μόνο ο ανατολικός ιμπεριαλισμός μισοκατακτητής και αποικιοκράτης, αλλά και ο υποτιθέμενα σύμμαχός του δυτικός ιμπεριαλισμός που απεχθάνεται το να δει να ξανασηκώνεται κάπου στον κόσμο ένας επαναστατικός λαϊκός αγώνας που τον φοβάται πολύ περισσότερο από όσο φοβάται τα κάθε λογής τζιχαντίστικα κανιβαλικά σκιάχτρα. Δεν είναι τυχαίο που εδώ και δυο χρόνια, ενώ έχει αποδειχτεί ότι η δικτατορία δεν θα είχε καμιά αναστολή να χύσει όλο το αίμα που κυλάει στις φλέβες των διαδηλωτών της αντιπολίτευσης, όλες οι δυτικές χώρες καθώς και αυτές της Λατινικής Αμερικής δηλώνουν τη συμπαράσταση τους στο δημοκρατικό αγώνα της Βενεζουέλας αλλά με έναν ρητό και επαναλαμβανόμενο όρο: να μην προχωρήσει σε ένοπλο αγώνα. Ουσιαστικά επισείουν σε αυτόν το μαχητικό λαό την κτηνώδη άδεια που έδωσαν στη ρωσο-ιρανική συμμαχία να πνίξει στο αίμα τον αντι-Ασαντικό, παλλαϊκό και δημοκρατικό στην κύρια πλευρά του, συριακό ένοπλο αγώνα.

Η περίπτωση της Συρίας αποδεικνύει ότι ένας παλλαϊκός ανταρτοπόλεμος ενάντια σε έναν φασιστικό τρομοκρατικό καθεστώς είναι δυνατός, και μπορεί και να είναι νικηφόρος αν δεν υπάρξει ξανά μια ατιμώρητη από τη διεθνή κοινότητα εξωτερική επίθεση εναντίον του από τους ξένους στρατούς που είναι προστάτες της δικτατορίας και κυρίως αν δεν υπάρξει γενοκτονικός βομβαρδισμός αμάχων από τη φασιστική αεροπορία. Σε αυτές τις περιπτώσεις κάθε δημοκρατική χώρα της γης έχει και το δικαίωμα και την ηθική υποχρέωση να ενισχύσει τον ένοπλο λαό με ελαφριά σύγχρονα αντιαεροπορικά όπλα που μπορούν να αναχαιτίσουν έναν γενοκτονικό βομβαρδισμό και, στην περίπτωση που η ξένη φασιστική επέμβαση μετατραπεί σε μαζική εισβολή, όλες οι χώρες του κόσμου έχουν και το δικαίωμα και την υποχρέωση να βοηθήσουν τη χώρα που δέχεται εισβολή διώχνοντας με διεθνή στρατεύματα τους εισβολείς.

Οι προσποιήσεις του Πούτιν και ο μόνος τρόπος για να μην πιάνουν

Με λίγα λόγια η βασική διαφορά στο ζήτημα της μη επέμβασης στη Βενεζουέλα ανάμεσα στη στάση του σοσιαλφασισμού και σε εκείνη της συνεπούς αντιφασιστικής δημοκρατίας είναι ότι η πρώτη δεν θέλει καμιά ξένη επέμβαση μόνο όσο η ίδια εξασφαλίζει μέσω των πρακτόρων της την πολιτική και στρατιωτική κυριαρχία της στη χώρα, ενώ η αντιφασιστική δημοκρατία πιστεύει ότι η ένοπλη βία του λαού μπορεί να εξουδετερώσει κάθε βία μιας δικτατορίας που δεν έχει πάρει ανοιχτή και εξωτερική επεμβατική μορφή. Γι αυτό το λόγο στην πραγματικότητα την πιο επιθυμητή «λύση» που θέλουν να δουν στη Βενεζουέλα τόσο οι ρωσοκινέζοι προστάτες της φασιστικής δικτατορίας, όσο και οι δυτικοί ιμπεριαλιστές, προστάτες της αστικής ηγεσίας της δημοκρατικής αντιπολίτευσης, είναι μία: συνδιαλλαγή μεταξύ των ανατολικών και δυτικών ιμπεριαλιστών πίσω από τις πλάτες της πλατειάς λαϊκής βάσης της δημοκρατικής αντιπολίτευσης. Εννοείται ότι μέσα στις τακτικές προετοιμασίες αυτής της συνδιαλλαγής δεν μπορεί να αποκλειστεί ακόμα και μια ελεγχόμενη σύγκρουση ενόπλων που κατά τη γνώμη μας δεν θα επιτραπεί ποτέ να οδηγηθεί σε λογική μαζικού λαϊκού πολέμου γιατί τότε δεν θα μπορέσει να ελεγχθεί από τους σοσιαλφασίστες.

Μια τέτοια συνδιαλλαγή λοιπόν, αν πραγματοποιηθεί, με ενισχυμένο παντού το ρωσοκινεζικό άξονα και με διασπασμένη σχεδόν παντού τη Δύση θα σημαίνει σε τελική ανάλυση υποταγή της αντιπολίτευσης στις ταξικές και πολιτικές δυνάμεις που σήμερα ασκούν τη δικτατορία και επωφελούνται από αυτήν. Ωστόσο είναι νωρίς ακόμα για να μπορούμε να εκτιμήσουμε ποια μορφή θα πάρει αυτό το βρώμικο παιχνίδι ανάμεσα στον Πούτιν και στη Δύση στην οποία τον προεξάρχοντα ρόλο παίζει ο πιστός φίλος του πρώτου, προβοκάτορας και επικεφαλής όλης της υφεσιακής και απομονωτιστικής Αμερικής Ντ. Τραμπ.

Δεν αποκλείεται η Ρωσία να σκοπεύει να κάνει στη Βενεζουέλα με τον Γκουαϊδό κάτι ανάλογο με αυτό που έκανε παλιότερα στη Σερβία όταν αντικαθιστούσε τον παλιό φθαρμένο φίλο της (αν και όχι τόσο πιστό όσο ο Μαδούρο) εθνικιστή φασίστα Μιλόσεβιτς με ακόμα πιο σίγουρους και λιγότερο φθαρμένους φίλους της σαν τους Τόσιτς και Σία που ξέρανε καλύτερα να παριστάνουν ταυτόχρονα και τους φίλους της Δύσης αλλά και να εξαπατάνε το λαό της, χρησιμοποιώντας κατά του Μιλόσεβιτς τη δύναμη ενός αρκετά δημοκρατικού τότε κομματιού της σέρβικης αντιπολίτευσης. Αυτήν την αλλαγή φρουράς την πέτυχε τότε η Ρωσία με το να παριστάνει ως το τέλος την καλή φίλη του Μιλόσεβιτς ενώ ταυτόχρονα τον πουλούσε προσποιούμενη ότι δυσφορεί με τους αντικαταστάτες του που τάχα τους είχε επιβάλει η Δύση.

Μια τέτοια αλλαγή έχει πολύ μεγαλύτερες δυσκολίες στην περίπτωση της Βενεζουέλας γιατί εδώ η αντιπολίτευση είναι σε επίπεδο βάσης πολύ πιο πλειοψηφική και πραγματικά πολύ δημοκρατική και δεν θα καταπιεί εύκολα τις όποιες συνδιαλλαγές θα επιχειρήσει ο Γκουαϊδό με τους τσαβίστες. Πάντως τα σημάδια μιας τέτοιας κίνησης τα διακρίνουμε στο πως η ρώσικη διπλωματική μηχανή διαρρέει προς τους πιο έγκυρους δημοσιογραφικούς οργανισμούς στη Δύση το σενάριο (Τάιμς της 8 του Μάρτη https://www.nytimes.com/2019/03/08/world/americas/russia-venezuela-maduro-putin.html) ότι στη Ρωσία υπάρχει δήθεν αυτή τη στιγμή μια εσωτερική διαμάχη δύο πολιτικών στρατοπέδων που προσπαθούν να επηρεάσουν τον Πούτιν στο ζήτημα της Βενεζουέλας. Από αυτά το ένα, το υποτιθέμενο πιο ιδεολογικά πιστό στη Βενεζουέλα και στο οποίο τάχα ανήκει η στρατιωτική ηγεσία και τα κρατικά πετρέλαια της Ρόζνεφτ, στέκεται στο πλευρό του Μαδούρο (αγοράζοντας και μεταπουλώντας το βενεζουελάνικο κρατικό πετρέλαιο). Το άλλο στρατόπεδο, το υποτίθεται πιο πραγματιστικό και στο οποίο τάχα ανήκει το υπουργείο Εξωτερικών και κάποια ιδιωτικά μονοπώλια τύπου Λουκόιλ (η οποία σταμάτησε να αγοράζει βενεζουελάνικο πετρέλαιο ενώ και η τράπεζα της Γκάζπρομ έπαψε να ανοίγει νέους λογαριασμούς για τους βενεζουελάνους πελάτες της) θέλει μια συμφωνία με τον Τραμπ για μια ομαλή διαδοχή του Μαδούρο με την οποία η Ρωσία θα εξασφαλίσει τάχα ένα κάπως πιο ευνοϊκό γι αυτήν μοίρασμα της χώρας με τις ΗΠΑ.

Εννοείται ότι στις σημερινές παγκόσμιες συνθήκες κανένα από τα δυτικά σενάρια συνδιαλλαγής με τη ρώσικη μονοπωλιακή αστική τάξη δεν μπορούν να τη διασπάσουν την ώρα που αυτή επελαύνει και η οποία σε κάθε διεθνές σημείο σύγκρουσης με τη Δύση κερδίζει τους περισσότερους πολιτικούς πόντους και παραχωρεί τους λιγότερους. Αντίθετα τέτοιου είδους σενάρια το μόνο που κάνουν είναι να διασπάνε τη Δύση. Ήδη στη Βενεζουέλα οι άνθρωποι της Ρωσίας μέσα στην ΕΕ (Τσίπρας, Κόντε, Μογκερίνι) έχουν διασπάσει και παραλύσει την ευρωπαϊκή διπλωματία ζητώντας συνεννόηση με τον Μαδούρο προκειμένου να αποφασιστεί ο δρόμος προς τις εκλογές και οι όροι τους, και όχι άμεσα εκλογές με παραίτηση του Μαδούρο όπως ακόμα ζητάει ο Γκουαϊδό.

Όμως τελικά τη μόνη γλώσσα που πάντα καταλαβαίνει ο φασισμός είναι η γλώσσα της αποφασιστικότητας στην υπεράσπιση της πολιτικής δημοκρατίας και των δημοκρατικών διακρατικών σχέσεων. Αυτή η γλώσσα σημαίνει στην περίπτωση της Βενεζουέλας: Βοήθεια στο δημοκρατικό ξεσηκωμό του λαού της Βενεζουέλας για να αντισταθεί στα μαδουρικά τέρατα, όποια μορφή και αυτή αν πάρει, παρεμπόδιση των διεθνών προστατών αυτών των τεράτων να επέμβουν στρατιωτικά υπέρ τους.