Οι ευρωεκλογές της 26 του Μάη ενώ έχουν ένα πραγματικά μεγάλο και μάλιστα παγκόσμιο ενδιαφέρον στην πανευρωπαϊκή τους διάσταση καθώς πραγματικά έχει μεγάλη σημασία αν θα συνεχίσουν να κρατάνε την πλειοψηφία του ευρωκοινοβουλίου οι φιλοευρωπαϊκές ή οι φιλορώσικες φασιστικές αντιευρωπαϊκές διαλυτικές δυνάμεις, στην ελληνική εσωτερική διάστασή τους θα επηρεάσουν τους πολιτικούς συσχετισμούς μέχρι τις βουλευτικές εκλογές, αλλά όχι τόσο αποφασιστικά όσο φαίνεται το ζήτημα της πραγματικής πολιτικής εξουσίας. Σε ότι αφορά τις ταυτόχρονες αυτοδιοικητικές εκλογές, αυτές στις δοσμένες συνθήκες είναι ένα καλό δείγμα για το ποιος μπορεί να έχει από την άποψη της πολιτικής επιρροής την πραγματική κρατική εξουσία στη χώρα, επειδή γίνονται σε δύο γύρους και έτσι μπορούν να φανούν πιο εύκολα τα αληθινά πολιτικά μέτωπα και οι συμμαχίες. Νομίζουμε ότι εδώ οι μάχες στο δεύτερο γύρο θα έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Κύριος εχθρός τα τρία φασιστικά κόμματα και οι στρατοί τους, οπότε μαύρο και στα τρία
Είναι πάντως σε όλους φανερό ότι από τις δύο αυτές εκλογικές αναμετρήσεις οι πιο καίριες είναι οι ευρωεκλογές. Αυτό που κρίνεται σε μια πρώτη ανάγνωση είναι το αν ο φασιστικός μηχανισμός του ΣΥΡΙΖΑ θα συνεχίσει ανεμπόδιστος στο δρόμο που έχει χαράξει για να αλώσει για λογαριασμό και με τη βοήθεια των δύο άλλων ρωσόδουλων φασιστικών κομμάτων, της ναζιστικής “Χρυσής Αυγής” και του ψευτοΚΚΕ (και της κύρια φασιστικής εξωκοινοβουλευτικής ουράς τους), όλους τους καίριους μηχανισμούς του κράτους, κυρίως το στρατό, τη δικαιοσύνη, και την τηλεόραση ή αν θα τον σταματήσει για λίγο το μισοδημοκρατικό φιλοευρωπαϊκό στη βασική του στελέχωση κόμμα της ΝΔ σε μια αυτοδύναμη κυβέρνηση ή σε συγκυβέρνηση με το επίσης μισοδημοκρατικό ΠΑΣΟΚ. (Εδώ χρειάζεται να κάνουμε τη διευκρίνιση ότι σε αντίθεση με τη Χ.Α, που τη θεωρούμε από πάνω ως κάτω φασιστική ακόμα και τη συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων της, θεωρούμε φασιστικό μόνο το στελεχικό μηχανισμό του ΣΥΡΙΖΑ και του ψευτοΚΚΕ και όχι όλη την οργανωμένη βάση τους, πόσο μάλλον τους ψηφοφόρους τους).
Στην πραγματικότητα το διακύβευμα των εκλογών αυτών δεν είναι τόσο μεγάλο, γιατί ούτε η ΝΔ ούτε ακόμα περισσότερο το ΠΑΣΟΚ μπορούν να σταματήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ από το να αποσπάσει όλη την κρατική εξουσία. Μπορούν μόνο να καθυστερήσουν αυτήν την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ αλλά με αντάλλαγμα, ιδιαίτερα για το σχετικά πιο δημοκρατικό κομμάτι της ΝΔ να τσακιστεί το ίδιο και να εκτεθεί μπροστά στους ψηφοφόρους του επειδή θα έχει προδώσει όλες τις ελπίδες και τις υποσχέσεις που τους έχει δώσει.
Αυτό δεν το λέμε επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ έχει οποιοδήποτε αληθινό κύρος μέσα στις μάζες. Το αντίθετο. Είναι το πιο ανυπόληπτο κοινοβουλευτικό κόμμα της χώρας, με την έννοια ότι η πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας το απεχθάνεται σαν απόλυτα απατεωνίστικο και ξεδιάντροπα κυνικό. Η αληθινή δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στο ότι αυτή τη στιγμή είναι το πιο αγαπημένο κόμμα όλου του ιμπεριαλισμού, δηλαδή όχι μόνο του ανερχόμενου νεοναζιστικού Άξονα Ρωσίας-Κίνας που είναι το αληθινό αφεντικό του, αλλά και των ΗΠΑ και όλων των β΄ γραμμής ιμπεριαλιστών της Ευρώπης που στην πτώση τους καταφεύγουν ακόμα και σε ενεργούμενά του Άξονα, όπως είναι ο ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος έχει όψιμα μεταμφιεστεί σε φίλο τους για να εισοδίζει μέσα τους, προκειμένου να βρουν μια σταθερή βάση στα Βαλκάνια.
Είναι η στήριξη από σύσσωμο τον ιμπεριαλισμό που επιτρέπει σήμερα στο ΣΥΡΙΖΑ να εξαγοράζει έστω ψηφοφορικά μερικά τμήματα της φτωχολογιάς, δίνοντας τους κάποια οικονομική ανακούφιση όχι από την αναδιανομή ενός μέρους της υπεραξίας που συσσωρεύτηκε από την εργασία όλων των μισθωτών, αλλά μοιράζοντας τους ένα κομμάτι από τα όλο και λιγότερα παραγωγικά πάγια από τα οποία θα εξασφαλίζουν τα μελλοντικά τους όλο και πιο χαμηλά επιδόματα, συντάξεις, και μεροκάματα εξάντλησης αλλά και πείνας. Κυρίως όμως η σημερινή παν-ιμπεριαλιστική στήριξη επιτρέπει στο ΣΥΡΙΖΑ να ανοίγει πιο ορμητικά το δρόμο του στην κρατική αλλά και οικονομική εξουσία μέσα από τα δύο επίσης φασιστικά σύμμαχά του κόμματα και τους τρεις παρακρατικούς στρατούς τραμπούκων που ο ίδιος και αυτά ελέγχουν. Αναφερόμαστε στο στρατό του φιλο17νοεμβρίτικου αναρχοφασισμού που βρίσκεται κάτω από την πολιτική προστασία του ΣΥΡΙΖΑ, στο στρατό του ΠΑΜΕ που είναι το μετωπικό όνομα του ψευτοΚΚΕ, και το στρατό των ταγμάτων εφόδου της ναζι-Χρ. Αυγής.
Πολλοί προοδευτικοί άνθρωποι μπερδεύονται από τις αντιθέσεις, καμιά φορά και βίαιες, που εκδηλώνονται ανάμεσα σε αυτούς τους τρεις στρατούς και στα τρία κόμματα που τους καθοδηγούν, και δεν βλέπει την κοινή στρατηγική τους και κυρίως το ότι οι σπάνιες συγκρούσεις τους οφείλονται από τη μια στο συμπληρωματικό και εξειδικευμένο ρόλο που παίζει ο καθένας από αυτούς στα πλαίσια της κοινής στρατηγικής και από την άλλη στο ότι ακριβώς αυτές οι συγκρούσεις καλύπτουν αυτή την κοινή στρατηγική ή και κοινή πρακτική σε καίρια πολιτικά ζητήματα στα μάτια της βάσης τους, που στην περίπτωση της ψευτοαριστεράς περιέχει και έναν όγκο πραγματικών αριστερών ανθρώπων. Αυτή η ενότητα τους αποκαλύπτεται όταν από κοινού σαμποτάρουν κάθε ντόπια ή δυτική παραγωγική επένδυση στρατηγικής σημασίας και ταυτόχρονα υποστηρίζουν στην πράξη κάθε ρωσοκινέζικη αποικιακή αρπαγή και ρεμούλα, όταν από κοινού ψηφίζουν για να χάνουν τα τηλεοπτικά κανάλια οι δυτικόφιλοι εχθροί τους και να τα παίρνουν κυρίως τα ρώσικα αφεντικά τους, και όταν από κοινού υποστηρίζουν κάθε προσάρτηση και γενοκτονική επίθεση του Άξονα απέναντι σε εξεγερμένους λαούς και κυρίαρχες χώρες. Όμως αυτό που τους προδίδει και τους ενοποιεί βαθύτερα, όπως κάθε γνήσιο φασίστα, είναι όταν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, δειλά ή με θράσος, συλλογικά ή με επιμέρους στελέχη τους ανάλογα με τη στιγμή και τις ανάγκες των συμμαχιών τους εκδηλώνουν τον κανιβαλισμό τους, δηλαδή τον αντισημιτικό αντισιωνισμό τους.
Όμως εκείνος ο παράγοντας που συσκοτίζει αυτή τη στρατηγική τους ενότητα είναι οι διακριτοί και εξειδικευμένοι ρόλοι των τριών στρατών και των τριών κομμάτων που τους καθοδηγούν. Δύσκολα δηλαδή φαίνεται πως ο στρατός των ψευτοαναρχικών τραμπούκων του ΣΥΡΙΖΑ είναι εξειδικευμένος στο να στρατολογεί κυρίως το λούμπεν προλεταριάτο και χρησιμοποιείται από τον ΣΥΡΙΖΑ για αποφασιστικά εξωτερικά χτυπήματα στα εχθρικά προς την τριάδα τμήματα της αστικής τάξης και στους κρατικούς υπαλλήλους που δεν είναι φασίστες. Ούτε φαίνεται ότι το ψευτοΚΚΕ στρατολογεί τους τραμπούκους του κυρίως από συντηρητικά στοιχεία της μικροαστικής τάξης ή κακά στοιχεία της εργατικής που θέλουν να αισθανθούν ισχυρά μέσα από τη συμμετοχή τους σε μια κρατική και συνδικαλιστική δικτατορία σαν αυτή που σχεδιάζει η ηγεσία του για να ελέγξει την κρίσιμη στιγμή τόσο το κράτος, όσο και τις μεγάλες επιχειρήσεις για λογαριασμό των νεοχιτλερικών αφεντικών του. Εκείνο που κρύβεται πιο σχολαστικά από σύσσωμο το πολιτικό καθεστώς είναι ότι ο στρατός των φονιάδων της ΧΑ, που στρατολογεί κυρίως μέσα από ό,τι το πιο εγκληματικό και ψυχολογικά πιο συμπλεγματικό υπάρχει στην κοινωνία, θέλει πάνω απ όλα να φτιάξει έναν στρατό βασανιστών και δοσιλόγων στον πυρήνα μιας αστυνομίας και ενός στρατού που θα είναι ολοκληρωτικά αφοσιωμένοι στις ρωσοκινέζικες κατοχικές δυνάμεις.Ήδη για να προσαρμοστεί καλύτερα σε αυτές τις ανάγκες ο χρυσαυγίτικος στρατός βρίσκεται μέσω της τόσο μακρόσυρτης και τόσο καθυστερημένης δίκης της ΧΑ υπό εσωτερική αναδιάταξη-εκκαθάριση προκειμένου να γίνει πιο πειθαρχημένος νεοταγματασφαλίτικος. Έτσι εξηγείται η τρομακτικά σταθερή επιμονή των ψευτοΚΚΕ-ΣΥΡΙΖΑ στη νομιμότητα του ναζιδολοφονικού αυτού κόμματος, έτσι το ότι η δίκη κρύφτηκε μεθοδικά και από τα κρατικά κανάλια του ΣΥΡΙΖΑ ώστε να μην μάθουν οι μάζες το βάθος της αχρειότητας και της κτηνωδίας του, έτσι και το ότι ζυμώνεται η μείωση των ποινών από τους μηχανισμούς του ΣΥΡΙΖΑ ώστε το ναζιστικό κόμμα να μείνει νόμιμο και με ισχυρή πολιτική βάση και από την άλλη να αναβαθμιστεί κατά πάσα πιθανότητα με μια πολύ μικρότερη ποινή ο ρόλος του πιο ισχυρού στο στρατό, πιο αποφασιστικού στις φιλορώσικες εξάρσεις του και πιο ευέλικτο ως προς το ψευτοΚΚΕ ναζιΚασιδιάρη, σε σχέση με τον πιο εκτεθειμένο με τον κλασικό ταγματασφαλιτισμό και αντικομμουνισμό του ναζιΜιχαλολιάκου.
Γιατί ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι δεν αποτελούν αναχώματα στα τρία φασιστικά κόμματα
Για να καταλάβει ωστόσο κανείς τους πραγματικούς πολιτικούς μετεκλογικούς συσχετισμούς πρέπει όχι μόνο να προσθέσει στα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ και αυτά της Χ. Αυγής και εκείνα του ψευτοΚΚΕ (και της εξωκοινοβουλευτικής ουράς του ιδιαίτερα της ΛΑΕ), όχι μόνο να πάρει υπ όψιν του την αποτελεσματικότητα της βίας των τριών στρατών που αναφέραμε στην εκκαθάριση και τον έλεγχο του κράτους και της οικονομίας, αλλά κυρίως στο ότι οι τόσο η ΝΔ όσο και το ΠΑΣΟΚ είναι στο βαθύ ηγετικό τους μηχανισμό και στην πολιτική τους γραμμή αποφασιστικά φιλορώσικα και κινεζόφιλα κόμματα και γι αυτό στο βάθος και αντιδημοκρατικά και αντιαναπτυξιακά. Μάλιστα και ο Μητσοτάκης στη ΝΔ και η Γεννηματά στο ΠΑΣΟΚ είναι δημοκρατικές, χοντρικά φιλοευρωπαϊκές βιτρίνες δύο κομμάτων που οι πραγματικοί τους αρχηγοί, δηλαδή ελεγκτές των μηχανισμών, οι Καραμανλής-Σαμαράς για τη ΝΔ και ο Λαλιώτης για το ΠΑΣΟΚ είναι τόσο ρωσόδουλοι όσο και το συριζέικο ανώτατο επιτελείο, πράγμα που τουλάχιστον ο Καραμανλής και οι άνθρωποί του δεν προσπαθούν να κρύψουν, όταν παίρνουν από κοινού με τον ΣΥΡΙΖΑ την Προεδρία της Δημοκρατίας ή μπαίνουν με στελέχη τους γέφυρες στην κυβέρνηση Τσίπρα (Παπακώστα). Μάλιστα από την άποψη του φιλοσυριζαϊσμού το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται πολύ πιο δεξιά από τη ΝΔ γιατί θεωρεί αυτήν πιο μεγάλο εχθρό και όχι τον ΣΥΡΙΖΑ που τον κατηγορεί σαν δεξιό με τη φιλο-νεοδημοκρατική έννοια.
Έτσι, όπως και να πάνε αριθμητικά τώρα στις διπλές εκλογές και αύριο στις βουλευτικές τα μη φασιστικά, μη φαιο-«κόκκινα» ως προς το μέσο στελεχικό τους επίπεδο κόμματα (τέτοιο είναι και το Ποτάμι του επίσης κρυφοσυριζαίου Θεοδωράκη), αυτά θα είναι αδύνατο να κυβερνήσουν σε ουσιαστικά διαφορετική ή ακόμα περισσότερο σε αντίθετη γραμμή από τον ΣΥΡΙΖΑ στα δύο πιο κεφαλαιώδη σήμερα ζητήματα, αυτό της σε διαδικασία στραγγαλισμού πολιτικής δημοκρατίας και σε αυτό του ξεμπλοκαρίσματος της σαμποταρισμένης από τους φαιο-«κόκκινους» εγκληματίες παραγωγικής, εκπαιδευτικής και ερευνητικής μηχανής. Ιδιαίτερα όσοι περιμένουν επενδύσεις από τη ΝΔ ή το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι πρέπει να σκεφθούν ότι αυτά τα κόμματα ποτέ τους δεν υστέρησαν σημαντικά από το ΣΥΡΙΖΑ σε σαμποτάζ με περιβαλλοντικά και γραφειοκρατικά προσχήματα. Ιδιαίτερα αυτό φαίνεται από το πόσο ελεεινά φέρθηκαν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ στο σαμποτάζ της μεταλλουργίας Χρυσού στη Χαλκιδική από τους τρεις φασιστικούς στρατούς και πόσο πολύ αποφεύγουν να καταγγείλουν τη σαμποταριστική καθυστέρηση του ΣΥΡΙΖΑ στο Ελληνικό. Επίσης πρέπει οι δημοκρατικοί άνθρωποι να σκεφθούν κυρίως με πόση αντιδημοκρατική και σιχαμερή συνενοχή φέρθηκαν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ στη βίαιη διάλυση από το ΠΑΜΕ όχι απλά του συνέδριου της ΓΣΕΕ, αλλά κάθε δημοκρατισμού στο ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα, και, ακόμα χειρότερο πόσο πολύ για να διαφυλάξουν τάχα την εσωτερική ενότητα τους συμπαρατάχθηκαν, ιδιαίτερα η ΝΔ, με τα συλλαλητήρια με χρυσαυγίτικη πλατφόρμα στο Μακεδονικό, ακόμα και με τα καθαρά χρυσαυγίτικα στους μαθητές.
Αυτά τα λέμε για να καταλάβουν οι δημοκρατικοί άνθρωποι ότι δεν πρέπει να περιμένουν από αυτές τις εκλογές ούτε και από τις επόμενες βουλευτικές μια πρακτική προοδευτική στροφή στη χώρα ακόμα και αν ο ΣΥΡΙΖΑ ηττηθεί αριθμητικά ή, το πιο σημαντικό ηττηθεί αριθμητικά το συνολικό φαιο-«κόκκινο» κόμμα: ΣΥΡΙΖΑ – ΧΑ - ψευτοΚΚΕ (συν τα εξωκοινοβουλευτικά αποσπάσματα του τελευταίου).
Αυτό οφείλεται στο ότι η πολιτική διεξόδου και η απάντηση στην επαπειλούμενη πολιτική δικτατορία, την παραγωγική συντριβή της χώρας και τη μεγάλη πείνα και την εθνική υποτέλεια που έρχεται μαζί της, δεν μπορεί να έρθει από την αστική τάξη, ιδιαίτερα μια ιστορικά τόσο ξενόδουλη όπως η ελληνική. Αυτηνής ακόμα και τα λίγα τμήματα που βλέπουν αρκετά καθαρά το έρεβος που έρχεται δεν μπορούν να αντιδράσουν γιατί δεν έχουν τη δύναμη να αντισταθούν στον ιμπεριαλισμό και αυτό γιατί φοβούνται να στηριχθούν στο λαό, ιδιαίτερα στην καρδιά του, την εργατική τάξη. Τα φριχτά βάσανα αυτής της τάξης λείπουν ουσιαστικά από τα προγράμματα τους καθώς το μόνο που ξέρουν να κάνουν καλά είναι να την ξεζουμίζουν στο έπακρο και να τη συνθλίβουν, αρπάζοντας την ευκαιρία της μεγάλης ανεργίας που φέρνει το σαμποτάζ.
Μόνο ένα πλατύ αντιφασιστικό μέτωπο με επικεφαλής την εργατική τάξη και τους πραγματικούς κομμουνιστές μπορεί να σώσει τη χώρα
Γι αυτούς τους λόγους η ΟΑΚΚΕ πιστεύει ότι μόνο η βιομηχανική εργατική τάξη επικεφαλής όλου του εργαζόμενου λαού και έχοντας δίπλα της τη στρατιά των ανέργων μπορεί να μπει επικεφαλής όλων των καταπιεσμένων από τους νεοχιτλερικούς τάξεων και να σώσει τη χώρα από μια οικονομική καταστροφή, μια πολιτική δικτατορία και μια εθνική υποδούλωση που θα έχουν ασύλληπτες διαστάσεις. Οι γενικές αιτίες αυτών των δεινών βρίσκονται στην παγκόσμια άνοδο του νεο-χιτλερικού ρωσοκινέζικου ιμπεριαλισμού σε συνδυασμό με τη στάση Μονάχου που κρατάει απέναντι του το δυτικό ιμπεριαλιστικό κεφάλαιο που έτσι θέλει να ξεφύγει από τη σχεδόν μόνιμη κρίση υπερπαραγωγής του, η δε εντελώς ξεχωριστή τους ένταση για τη χώρα μας οφείλονται στον ειδικό ιστορικό χαρακτήρα της ελληνικής άρχουσας τάξης και του κράτους της.
Μόνο επειδή λείπει η ταξική και πολιτική συγκρότηση της εργατικής τάξης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά ιδιαίτερα στην Ελλάδα, οργιάζουν σήμερα εδώ οι φασίστες πράκτορες του νεοχιτλερισμού, τα τρία κόμματά τους και οι τρεις στρατοί τους σε αντίθεση με την εποχή των παλιών χιτλερικών όπου η εργατική τάξη με το κόμμα της το ΚΚΕ, κάτω από τη σημαία του παγκόσμιου αντιφασιστικού αγώνα που είχε σαν κέντρο του τη σοσιαλιστική ΕΣΣΔ, έγινε ο ηγέτης του πιο πλατιού μετώπου για τη δημοκρατία, για την οικονομική ανόρθωση και τελικά για την εθνική απελευθέρωση της χώρας. Αλλά το να ξανασηκωθεί η εργατική τάξη και να αντιμετωπίσει τους νέους χιτλερικούς όχι μόνο στη χώρα μας αλλά παγκόσμια στήνοντας τα νέα αντιφασιστικά μέτωπα είναι κάτι το ιδιαίτερα δύσκολο σήμερα γιατί οι νέοι χιτλερικοί διαλύσανε από τα μέσα τα κομμουνιστικά κόμματα σε όλο τον κόσμο και ουσιαστικά έχουν σφετεριστεί τις ιδεολογικές σημαίες ή ακόμα και το όνομα και την ιστορία αυτών των κομμάτων. Μάλιστα ειδικά στη χώρα μας ο βασικός σφετεριστής, το ψευτοΚΚΕ, έχει συμμετάσχει πρακτικά στη βίαιη διάλυση του πραγματικού ΚΚΕ, ενώ έχει στηρίξει πολιτικά τη δολοφονία του ηγέτη του σαν δοσίλογος των ρώσων νεοχιτλερικών που πραγματοποίησαν τη φυσική του εξόντωση.
Το σημαντικό είναι ωστόσο ότι ο κύριος εσωτερικός εχθρός της εργατικής τάξης, δηλαδή αυτός που διέλυσε και πλαστογράφησε το κόμμα της, αρχίζει να φαίνεται έστω αμυδρά τα τελευταία χρόνια ότι αποτελεί ουσιαστικά και τον κύριο εξωτερικό εχθρό της καθώς α) κλιμακώνει ακόμα και μέσα στην κρίση το βιομηχανικό και παραγωγικό σαμποτάζ του, β) υποχρεώνεται να προστατεύει συνδικαλιστικά τα εργασιακά γκέτο και στις επενδύσεις των ανατολικών αφεντικών του, γ) εφορμά με φασιστική βία για να ελέγξει τα συνδικάτα που δεν μπορεί να ελέγχει, και δ) υποχρεώνεται να στηρίξει τις κλιμακούμενες πλέον γενοκτονίες και εδαφικές προσαρτήσεις των προϊσταμένων του. Έτσι για πρώτη φορά μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου και μετά τις πρώτες μέρες της μεταπολίτευσης, όπου πάλι αυτός ο εσωτερικός εχθρός είχε χτυπήσει και από μέσα και σε ένα βαθμό και από τα έξω την εργατική τάξη και τους κομμουνιστές, αρχίζει να γίνεται σχετικά πιο εύκολη από όσο τα προηγούμενα χρόνια η συσπείρωση εναντίον του. Και μάλιστα όχι μόνο εναντίον της ταξικής- εργατικής μορφής του «Κ»ΚΕ που παίρνει ο κύριος εχθρός αλλά και της δημοκρατικής και διεθνιστικής μορφής που παίρνει το εισοδιστικό απόσπασμα του ψευτοΚΚΕ μέσα στο κράτος, την αστική τάξη και τη Δύση που λέγεται ΣΥΡΙΖΑ.
Ερχόμαστε δηλαδή ξανά κοντά και μάλιστα σε ανώτερο επίπεδο στη δημιουργία ενός νέου εργατικού ταξικού κινήματος και ενός νέου κομμουνιστικού κόμματος, το οποίο από την άποψη των βασικών πολιτικών και ιδεολογικών αρχών, της συγκεκριμένης στρατηγικής ανάλυσης της συγκεκριμένης κατάστασης καθώς και από την άποψη του οργανωμένου πυρήνα του είναι εδώ, και είναι η ΟΑΚΚΕ.
Ο καίριος ρόλος της ΟΑΚΚΕ και ποιο είναι το νόημα του να μπει στην κάλπη η δήλωση υποστήριξής της
Ένα σημαντικό πρόβλημα ωστόσο στην ελληνική τουλάχιστον περίπτωση είναι ότι η αποκάλυψη του κύριου εχθρού έρχεται μαζί με το αλματώδες παγκόσμιο, αλλά κυρίως τοπικό δυνάμωμά του σε επίπεδο κρατικής και οικονομικής εξουσίας, πράγμα που σημαίνει ότι όσοι τον συνειδητοποιούν χρειάζονται χρόνο για να στρατευτούν έμπρακτα και οργανωμένα σε όλη τη γραμμή με τον κύριο πόλο συσπείρωσης για την αντιμετώπισή του δηλαδή την ΟΑΚΚΕ. Γιατί δεν φτάνει κανείς να υιοθετήσει μια πλευρά της ΟΑΚΚΕ για να ενταχθεί σε αυτήν ακόμα και τόσο καίρια και όπως είναι ο αντιφαιο-«κόκκινος» αντιφασισμός της, δηλαδή το μίνιμουμ δημοκρατικό της πρόγραμμα που από μόνος του είναι ένας άθλος για κάθε αριστερό άνθρωπο, κυρίως γιατί τον φέρνει σε σύγκρουση με όλη σχεδόν τη λεγόμενη αριστερά, οπότε συχνά και με τον περίγυρό του. Πρέπει επίσης να υιοθετήσει και το προλεταριακό επαναστατικό της πρόγραμμα, όπως αυτό εκφράζεταιμε το συνεπή διεθνισμό του δηλαδή με την πάλη ενάντια στον ελληνικό εθνοεκκαθαριστικό σοβινισμό και επεκτατισμό, καικυρίωςμε την εφαρμοσμένη στην πράξη αντίληψη για τις σχέσεις της οργανωμένης πρωτοπορίας με τις μάζες, οι οποίες στο βάθος εξαρτιούνται από τη βαθιά και παρατεταμένη πάλη, ιδιαίτερα την εσωτερική μέσα στο κόμμα και μέσα στον καθένα πάλη με τον αστισμό, που σημαίνει από την έμπρακτη κατανόηση της μαρξολενινιστικής μαοϊκής θεωρίας για τη συνέχισή της ταξικής πάλης κάτω από τις συνθήκες της δικτατορίας του προλεταριάτου.
Έτσι αυτό που συμβαίνει σε μια τελευταία περίοδο, η οποία έχει ξεκινήσει μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία και την άνοδο των φαιο-«κόκκινων» στην Ευρώπη, είναι ότι για πρώτη φορά από την ίδρυση της ΟΑΚΚΕ εδώ και 34 χρόνια έχει σπάσει ο πολιτικός καθεστωτικός κλοιός, κυρίως ο σοσιαλφασιστικός, γύρω από την ΟΑΚΚΕ και αυτή έχει αρχίσει να αποκτάει πλατειές συμπάθειες, βαθειά εκτίμηση ακόμα και ανοιχτή πολιτική στήριξη από αριστερούς, και πραγματικούς κομμουνιστές πράγμα που μας γεμίζει χαρά και παγιώνει την πεποίθηση μας ότι δεν είναι πολύ μακριά η στιγμή που η ΟΑΚΚΕ θα παίξει τον αποφασιστικό για τη χώρα και το λαό ρόλο της. Όμως προς το παρόν αυτή η νέα κατάσταση δεν μεταφράζεται για τους λόγους που προαναφέραμεσε ουσιαστική οργανωτική ανάπτυξη, πράγμα που θα αντιρρόπιζε τις λόγω κρίσης πεσμένες οικονομικές μας δυνατότητες. Εννοούμε ότι η χρεωκοπία της χώρας βρήκε την οργάνωση, που ήταν πάντα πολύ μικρότερη αριθμητικά σε σχέση με τις άλλες εξωκοινοβουλευτικές που κατεβαίνανε στις εκλογές, και σε συντριπτικό ποσοστό προλεταριακή στη σύνθεση της, να μην μπορεί να εξασφαλίσει τα 35000 Ευρώ του κόστους συμμετοχής στις εκλογές (30000 για τις ευρωεκλογές). Και τούτο γιατί οι μισθοί και οι συντάξεις των συντρόφων από τους οποίους έβγαινε κυρίως αυτό το κόστος κατέρρευσαν, κάποιοι σύντροφοι μπήκαν στο βασανιστικό χώρο της ανεργίας, και κυρίως κανένα μέλος ή στενός φίλος του κόμματος δεν μπορούσε να έχει πια πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό. Έτσι η οργάνωση δεν κατέβηκε στις εκλογές του Γενάρη του 2015, ενώ κατάφερε και κατέβηκε στις δεύτερες του Σεπτέμβρη του 2015 με πραγματική αυτοθυσία όλων των συντρόφων, δηλαδή τη χρησιμοποίηση κάθε ρευστού που υπήρχε για μια στιγμή ανάγκης και επίσης με τον προσωπικό δανεισμό κάποιων συντρόφων που πήρε μια τριετία να ξεχρεωθεί από το κόμμα.
Αυτές οι οικονομικές δυνατότητες δεν υπάρχουν αυτή τη φορά οπότε η ΟΑΚΚΕ δεν κατεβαίνει σε τούτες τις εκλογές με αποτέλεσμα να χάνει τις τρεις σημαντικές πολιτικές δυνατότητες που της δίνουν : Α) να ρίχνει μέσα από τη τηλεόραση τη γραμμή της σε ένα πλατύ κοινό σε όλη τη χώρα στο οποίο είναι αδύνατο να απευθυνθεί κάτω από άλλες περιστάσεις (μέσα από το διαδίκτυο μπορεί να απευθυνθεί σε ένα αυξανόμενο μεν αλλά πάντως πολύ πιο περιορισμένο κοινό), Β) να μετράει την επιρροή της ιδεολογικής και πολιτικής γραμμής της και Γ) να δίνει το πολιτικό παρόν και να συσπειρώνει την πολιτική επιρροή της για την εκλογική μάχη.
Από γενική πολιτική άποψη πάντως το μη κατέβασμα της ΟΑΚΚΕ πρέπει να αποδοθεί και σε έναν καθεστωτικό εκλογικό νόμο που έγινε ακόμα πιο δυσμενής για τα μικρά λαϊκά κόμματα καθώς παρά τη χρεωκοπία διατήρησε στο ίδιο μεγάλο ύψος τα εκλογικά παράβολα, ενώ συνέχισε να φορτώνει όλο το κόστος του τυπώματος των ψηφοδελτίων στους υποψήφιους συνδυασμούς. Αυτό δεν σημαίνει ότι η ΟΑΚΚΕ παραιτείται από το εργαλείο πολιτικής πάλης που λέγεται εκλογική συμμετοχή.Εκείνο απλά που θα κάνει από δω και μπρος είναι να κινητοποιήσει και την ευρύτερη πολιτική της επιρροή σε έναν πιο μακροπρόθεσμο οικονομικό σχεδιασμό που θα της επιτρέπει να συσσωρεύει ένα ικανοποιητικό ποσό για το πανελλαδικό κατέβασμα τουλάχιστον στις πιο κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις που έρχονται.
Μένει ωστόσο η απάντηση στο ερώτημα που βάζουν οι φίλοι μας και γενικότερα οι άνθρωποι του λαού σε εμάς όταν δεν κατεβαίνουμε στις εκλογές: Τι να κάνουμε αφού δεν μπορούμε να ψηφίσουμε εσάς; Τι μας προτείνετε να κάνουμε;
Αυτό που τους το προτείνουμε εμείς τώρα, όπως το προτείναμε και στις εκλογές του Γενάρη του 2015, είναι το εξής: Να κάνουν μια πολιτική δήλωση υποστήριξης της ΟΑΚΚΕ και να τη ρίξουν στην κάλπη γράφοντας το w ΟΑΚΚΕ πάνω σε ένα λευκό χαρτί. Αυτή η δήλωση σαν ψήφος καταγράφεται σαν άκυρο και τυπικά είναι άκυρο. Αλλά ουσιαστικά σημαίνει ότι ο άνθρωπος που κάνει αυτή τη δήλωση θεωρεί ότι η ΟΑΚΚΕ αν και δεν κατεβαίνει στις εκλογές είναι το μόνο κόμμα που έχει μια συγκεκριμένη και συνολική γραμμή πολιτικής διεξόδου για τη χώρα και πρέπει να στηριχθεί αποφασιστικά για αυτό.
Βέβαια εδώ υπάρχει η ένσταση: Και τι νόημα έχει μια δήλωση πολιτικής υποστήριξης που δεν καταγράφεται συγκεκριμένα, όπως καταγράφεται μια έγκυρη ψήφος, οπότε χάνεται; Η αλήθεια όμως είναι ότι αυτή η ψήφος χάνεται μόνο ως προς τα επίσημα κρατικά κατάστιχα, αλλά υπάρχει και μένει σαν πολιτική πράξη γιατί κανείς σχεδόν δεν ψηφίζει οτιδήποτε αν δεν το υποστηρίξει στους γύρω του, και μάλιστα στην περίπτωση ενός άκυρου αν δεν ζυμώσει στους γύρω του το νόημα και την ανάγκη αυτού του συγκεκριμένου άκυρου. Ακόμα είναι σημαντικό για τους πολιτικούς στρατούς των εχθρών και των ενδιάμεσων δυνάμεων που στέλνουν εκπροσώπους τους στις εφορευτικές επιτροπές να βλέπουν το λευκό με το όνομα της ΟΑΚΚΕ πάνω του όταν ανοίγουν οι κάλπες και να ξέρουν ότι η ΟΑΚΚΕ επιμένει και είναι παρούσα. Τέλος το ποιο σημαντικό είναι το ότι η ίδια η ΟΑΚΚΕ σαν κόμμα υπερασπίζει και ζυμώνει μέσα σε εκλογές από τις οποίες λείπει την πίστη της στον εαυτό της, στην ανάγκη να τη δυναμώσει ο λαός και η εργατική τάξη για να παίξει τόσο τον αναντικατάστατο ρόλο της στις πολιτικές εξελίξεις όσο και για να πραγματοποιήσει τον ιδρυτικό της στόχο να ανασυγκροτήσει το κόμμα της εργατικής τάξης.
Ωστόσο στο σημείο αυτό δεν τελειώνει κάθε εκλογική ζύμωση της ΟΑΚΚΕ. Ήδη το κείμενο που διαβάζετε αυτή τη στιγμή και είναι το πιο βασικό της γι αυτές τις εκλογές ξεκαθαρίζει ότι δεν είναι όλα τα άλλα κόμματα που κατεβαίνουν στις εκλογές ένας ταυτόσημος αντιδραστικός πολτός, καθώς μόνο τρία από αυτά η «Χρυσή Αυγή», ο ΣΥΡΙΖΑ, και το ψευτοΚΚΕ (τα δύο τελευταία σε στελεχικό επίπεδο)είναι φασιστικά κόμματα.
Όμως δεν είναι το ίδιο αρνητικό πράγμα το να ψηφίσει κανείς τα υπόλοιπα αστικά κόμματα καθώς σε αυτά υπάρχει στο μέσο στελεχικό τους επίπεδο, καθώς και στη μισοδημοκρατική, φιλοευρωπαϊκή γραμμή τους, μια πλευρά αντίστασης στα τρία φασιστικά κόμματα, που όμως είναι η δευτερεύουσα πλευρά αυτών των κομμάτων και όχι η κύρια που είναι η συνεργασία με αυτά τα κόμματα και τα νεοχιτλερικά αφεντικά τους. Γι αυτό δεν θεωρούμε την ψήφο σε αυτά τα κόμματα στην κύρια πλευρά προοδευτική και την προτείνουμε σε κάποιον μόνο αν ταλαντεύεται ανάμεσα στα τρία φασιστικά και σε κάποιο από τα άλλα αστικά κόμματα.
Από τα κόμματα που κατεβαίνουν στις εκλογές η μόνη αντιφασιστική ψήφος είναι αυτή στο «Ουράνιο Τόξο»
Όμως σε αυτήν την εικόνα υπάρχει μια εξαίρεση. Υπάρχει δηλαδή ένα κόμμα που κατεβαίνει στις εκλογές και η ψήφος σε αυτό είναιαντιφασιστική. Αυτό σημαίνει ότι αν για έναν οποιονδήποτε λόγο ένας δημοκρατικός άνθρωπος δεν θέλει να ρίξει στην κάλπη την πολιτική δήλωση υπέρ της ΟΑΚΚΕ, είναι καλό να ψηφίσει το «Ουράνιο Τόξο», και σε κάθε περίπτωση να το στηρίξει σαν κόμμα της μακεδονικής εθνικής μειονότητας. Το «Ουράνιο Τόξο» είναι εδώ και 25 χρόνια και με μεγάλη συνέπεια η κραυγή και η οργάνωση των άγρια καταπιεσμένων εθνικά και γλωσσικά από το ελληνικό κράτος και καταπροδομένων από τους ψευτοκομμουνιστές εθνικά μακεδόνωνπου τολμάνε να αντιστέκονται σε αυτήν την καταπίεση και να καταγγέλουν τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν και συνεχίζουν να διαπράττονται εναντίον τους. Από αυτά τα χειρότερα είναι κατά τη γνώμη μας δύο: Το ένα είναι η απαγόρευση να επιστρέψουν στη χώρα τους οι μακεδόνες πολιτικοί πρόσφυγες μαχητές του ΔΣΕ, δηλαδή αυτοί που έδωσαν το αίμα τους για μια πραγματικά λαϊκή και δημοκρατική Ελλάδα, και το δεύτερο ότι κάθε τόσο το ελληνικό κράτος εξαπολύει τους ναζήδες της ΧΑ για να ασκούν βία και να τρομοκρατούν το Ουράνιο Τόξο χωρίς όχι μόνο να μην τιμωρούνται αλλά ούτε καν να καταγγέλλονται από σύσσωμο τον επίσημο πολιτικό κόσμο που έτσι καλύπτει απολύτως αυτή τη βία και την τρομοκρατία, αφού το μεγαλύτερο«έγκλημα»γι αυτούς είναι εκείνο των εθνικά μακεδόνων να λένε ότι υπάρχουν. Το ίδιο το Ουράνιο Τόξο είναι η απόδειξη ότι αυτό το κράτος δεν έγινε ποτέ δημοκρατικό οπότε η μακεδονική μειονότητα αναγκάστηκε ουσιαστικά να φτιάξει ένα πολιτικό κόμμα για να μπορεί νααποδείξει και να υπερασπίσει την ύπαρξη της και τα δικαιώματά της σαν τέτοια.
Αλλά εκείνο το στοιχείο που δίνει προοδευτικό και δημοκρατικό χαρακτήρα στο Ο. Τόξο είναι το ότιέδωσε μια σκληρή και παρατεταμένη πάλη για να μην υποκύψει η μειονότητα και το ίδιο, όπως συμβαίνει με όλα σχεδόν τα εθνομειονοτικά κόμματα και κινήματα, στον εθνικισμό του κράτους μητέρας, εν προκειμένω αυτού της Δημ. της Μακεδονίας. Γι αυτό πολέμησε από την ίδρυση του όχι μόνο το μακεδονικό αλυτρωτισμό και κάθε αποχωρισμό για τον οποίο τόσο βρώμικα και προβοκατόρικα το ελληνικό πολιτικό καθεστώς το συκοφαντεί, αλλά ακόμα και την ανάμειξη της γειτονικής χώρας στα εθνομειονοτικά. Ταυτόχρονα εξ αιτίας της αριστερής και δημοκρατικής παράδοσης του μακεδονικού κινήματος στην Ελλάδα και του πολέμουπου δέχτηκε από τον φασισμό και τον σοσιαλφασισμό το Ο.Τ κινήθηκε αποφασιστικά προς την Ευρώπη και τον ευρωπαϊκό δημοκρατισμό. Η υποστήριξη της ΟΑΚΚΕ και αρκετών ελλήνων δημοκρατών στο Ο.Τ, και το σπάσιμο της ασφυκτικής πολιτικής απομόνωσης του την οποία του έχουν επιβάλει όχι μόνο τα ανοιχτά εθνικιστικά κόμματα, αλλά με ελάχιστες εξαιρέσεις και τα λεγόμενα δημοκρατικά φιλελεύθερα, και ιδίως τα ψευτοαριστερά «ταξικά» και «διεθνιστικά», αποτελούσε πάντα μια μεγάλη ενίσχυση στις δημοκρατικές και διεθνιστικές διαθέσεις των πρωτοπόρων μακεδόνων και στην ανάγκη τους να δεθούν με τον ελληνικό λαό, σε πρώτη φάση με τους έλληνες δημοκράτες. Αυτή η στάση διευκολύνει το βασικό, εκείνο που αφορά τη μεγάλη πλειοψηφία, δηλαδή τη δημοκρατική και διεθνιστική διαπαιδαγώγηση του ελληνικού λαού, που έχει δηλητηριαστεί για δεκαετίες από τη βρώμικη προπαγάνδα περί δήθεν αλυτρωτισμού της μακεδονικής εθνικής μειονότητας. Αυτό δεν σημαίνει κατά τη γνώμη μας ότι ο μακεδονικός εθνικισμός δεν θα επιδιώξει στο μέλλον να επηρεάσει αρνητικά την μακεδονική εθνική μειονότητα από την ώρα που παντού οι εθνικισμοί δυναμώνουν ενώ αυτός της γειτονικής χώρας έχει μπει έντονα κάτω από τη ρώσικη επιρροή. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι για πρώτη φορά η πουτινική Ρωσία αξιοποιεί το μίσος που έχουν ξεσηκώσει οι φασίστες ενάντια στη μειονότηταμε αφορμή την προβοκατόρικη και χωρίς καμιά προηγούμενη διαφώτιση του ελληνικού λαού προώθηση των Πρεσπών από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος μέσω αυτών επίσης έμμεσα καμώνεται το φίλο των εθνικά Μακεδόνων. Έτσιτο ρώσικο κράτος επιχειρεί τελευταία να πλησιάσει άμεσα τη μειονότητα και μάλιστα να δώσει για πρώτη φορά δημοσιότητα στο ίδιο το Ο.Τ μέσα από το διεθνές φασιστικό εργαλείο παραπληροφόρησης του που είναι το Σπούτνικ.
Παλεύοντας για την πολιτική δημοκρατία και την ενότητα του ελληνικού λαού όλων των εθνοτήτων κόντρα σε κάθε ξένη μεγαλοκρατική και κυρίως κάθε ιμπεριαλιστική επέμβαση και στα πλαίσια της ιστορικής της διεθνιστικής υποχρέωσης απέναντι στην κληρονομιά του ΚΚΕη ΟΑΚΚΕ στάθηκε πάντα δίπλα στη μακεδονική μειονότητα και το κόμμα της το Ο.Τ. Μάλιστα πραγματοποίησε και εκλογική ενότητα μαζί του στις βουλευτικές του 1996. Αυτό όμως το εγχείρημα συνάντησε την εγγενή δυσκολία ότι το Ο.Τ ήταν και έμεινε ένα κόμμα που εκπροσωπούσε μια μικρή αλλά πλατειά στη φύση της μάζα μιας καταπιεσμένης εθνικής μειονότητας, οπότε ήταν πάντα συγκεντρωμένο κυρίως στο τεράστιο για την ίδια και για τη χώρα δημοκρατικό ζήτημα του εθνομειονοτικού. Έτσι δεν μπορούσε σαν τέτοιο να σηκώσει εύκολα στην εκλογική συνεργασία του με την ΟΑΚΚΕ, την ανάπτυξη της πλατφόρμας του σε γενικότερα και μάλιστα σκληρής αντιπαραθετικής φύσης πολιτικά ζητήματα εσωτερικά και διεθνή όπως ήταν υποχρεωμένη να κάνει η ΟΑΚΚΕ σαν καθαρά πολιτικό κόμμα. Νομίζουμε ότι αυτή η αντίφαση θα μπορεί να λυθεί μόνο αν θα γίνουν πιο μαζικά τα δημοκρατικά αντιφασιστικά πολιτικά ρεύματα και μέτωπα στην Ελλάδα, οπότε και πιο διαυγής και κατανοητή η γραμμή τους στις καταπιεσμένες μάζες, οπότε και στις εθνομειονοτικές. Αυτός είναι ο λόγος που η ΟΑΚΚΕ ιεραρχεί και σε αυτές τις εκλογές την ανάγκη της πολιτικής δήλωσης υπεράσπισης μιας συνολικής γραμμής διεξόδου απέναντι στο φασισμό και την εθνική υποτέλεια με ένα άκυρο στην κάλπη υπέρ της ΟΑΚΚΕ πιο ψηλά από όσο την ανάγκη ψήφισης του Ο.Τ για ένα πολύ ισχυρό αλλά πιο μερικό ζήτημα, ενώ ταυτόχρονα ζυμώνει την ανάγκη της γενικότερης στήριξης του Ο.Τ.
Τέλος δυο λόγια για τις δημοτικές εκλογές και τα «καλά παιδιά»
Τελειώνοντας θέλουμε να πούμε με δυο λόγια για την πρόταση της ΟΑΚΚΕ για τις δημοτικές εκλογές στις οποίες ελάχιστες φορές έχει συμμετάσχει με κάποια στελέχη της σε μερικούς Δήμους. Εδώ έχουμε όπως όλα τα τελευταία χρόνια τη θέση της αποχής στον πρώτο γύρο εκτός αν σε κάποιον δήμο ή περιφέρεια υπάρχει περίπτωση απόλυτης πλειοψηφίας στην πρώτη Κυριακή ενός υποψηφίου που προέρχεται από τα τρία φαιο-«κόκκινα» κόμματα. Σε αυτήν την περίπτωση, όπως και στην περίπτωση που στο δεύτερο γύρο βρεθεί υποψήφιος από ένα από αυτά, ψηφίζουμε έναν μη φασίστα αντίπαλό του. Εδώ πρέπει να προσεχθεί πολύ η απατεωνιά με τους δήθεν ανεξάρτητους υποψήφιους που την εφαρμόζει κατά κόρον ειδικά σε αυτές τις εκλογές ο αδίστακτος ΣΥΡΙΖΑ επειδή όπως είχαμε πει στην αρχή είναι αυτή τη στιγμή το πιο μαζικά αντιπαθητικό κόμμα της χώρας και σαν τέτοιο θα ήταν αδύνατο να βγάλει δήμαρχο. Είναι το κόλπο οι υποψήφιοι του να κάνουν πως δεν αποδέχονται ή και αποδοκιμάζουν την υποστήριξη του ΣΥΡΙΖΑ (πχ Καραμέρος στο Μαρούσι). Έτσι ξαφνικά φέτος η χώρα γέμισε όσο ποτέ από υποψήφιους ανεξάρτητους δημάρχους «καλά παιδιά» που κοιτάνε μόνο τα τοπικά προβλήματα. Αν το επέτρεπε το Σύνταγμα θα είχε γεμίσει η χώρα και από ανεξάρτητους από κόμματα πρωθυπουργούς «καλά παιδιά» που κοιτάνε μόνο το συμφέρον της χώρας.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι πολύ πιθανό κάποια στιγμή επειδή γενικά τα αστικά κόμματα και ειδικά τα φασιστικά που έχουν πάρει εξουσία πολιτική, συνδικαλιστική ή δημοτική, χρεωκοπούν γοργά στη συνείδηση του λαού, να επιλεγεί ένα ανεξάρτητο «καλό παιδί» που αγαπάει μόνο την πατρίδα και όχι το κόμμα να μας αλυσοδέσει σε μια ανοιχτή δικτατορία των νέων αφεντικών.