Μπροστά στην επερχόμενη ψήφιση του αναπτυξιακού νομοσχεδίου που περιλαμβάνει αλλαγές στις ρυθμίσεις για εργασιακά θέματα και κυρίως για τις συλλογικές συμβάσεις, το ΠΑΜΕ, δηλαδή το ψευτοΚΚΕ, κήρυξε με μεγαλύτερο από κάθε άλλη φορά θράσος 24ωρη πανελλαδική απεργία στις 24 Σεπτέμβρη!
Αυτή ήταν ως τώρα μια διασπαστική πρακτική του ΠΑΜΕ που παράκαμπτε τη ΓΣΕΕ για να κηρύξει τις δικές του απεργίες ενεργώντας το ίδιο σαν τριτοβάθμια οργάνωση για τα σωματεία, βασικά κλαδικά και άμαζα, που το κόμμα αυτό ελέγχει με όρους βίας και νοθείας. Σήμερα αυτή η τακτική δεν είναι απλά ένα συνδικαλιστικό πραξικόπημα, αλλά η αρχή μιας συνδικαλιστικής δικτατορίας στη χώρα από το ψευτοΚΚΕ. Γιατί αυτή τη φορά η ΓΣΕΕ δεν έχει απλά παρακαμφθεί, αλλά προηγούμενα έχει προαναγγελμένα και κατ επανάληψη δαρθεί από τους τραμπούκους του ψευτοΚΚΕ με την πλήρη κάλυψη της αστυνομίας και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και την ανοχή αυτού του αίσχους από όλη την αντιπολίτευση, και στη συνέχεια έτσι δαρμένη και με απαγορευμένο από τους τραμπούκους το συνέδριο της έχει καθαιρεθεί και αλυσοδεθεί από την πάντα πρόθυμη να εκτελέσει τις διακομματικές συμφωνίες ελληνική «δικαιοσύνη». Όσο το ανώτατο τριτοβάθμιο συνδικαλιστικό όργανο των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα και των ΔΕΚΟ της χώρας είναι με αυτόν τον τρόπο καταργημένο κανείς εργαζόμενος που θέλει να υπερασπιστεί τη στοιχειώδη δημοκρατία στα συνδικάτα και στη χώρα γενικά, οπότε και το μεροκάματο και τα εργατικά δικαιώματα του γενικότερα δεν πρέπει να προτείνει στο πρωτοβάθμιο σωματείο στο χώρο δουλειάς του το φασιστικό κάλεσμα να συμμετέχει σε απεργία- πρόσχημα γι αυτήν την κατάργηση. Αν παρόλα αυτά ο χώρος δουλειάς του ή το πρωτοβάθμιο σωματείο αποφασίσει να συμμετέχει σε απεργία που κήρυξαν οι σοσιαλφασίστες ο εργαζόμενος που παλεύει για την οικοδόμηση της βαθιά υπονομευμένης συνδικαλιστικής ενότητας της τάξης, αρχίζοντας από τα κάτω, θα συμμετέχει σε αυτήν έχοντας προηγούμενα εκφράσει την πιο έντονη διαφωνία του. Αυτή είναι μια πάγια θέση της ΟΑΚΚΕ για όλες τις από την αρχή πουλημένες από τα πάνω πραξικοπηματικές απεργίες κυρίως του σοσιαλφασισμού, αλλά και γενικότερα του γραφειοκρατικού αποσπασμένου από τη βάση συνδικαλισμού κορυφής.
Στην πραγματικότητα ο στόχος αυτών που κήρυξαν αυτήν την απεργία ήταν να νομιμοποιήσει τους τραμπούκους, συνωμότες και σφετεριστές που θέλουν να αντικαταστήσουν μια ΓΣΕΕ που με όλα της τα κουσούρια και τις αθλιότητες επιτρέπει να αντιπροσωπεύονται στα συνδικάτα όλα τα πολιτικά ρεύματα πλην των ναζιστών και να δίνεται λίγο πολύ ελευθερία αντιπροσώπευσης και λόγος σε όλα τα πολιτικά ρεύματα της χώρας και όλες τις τάσεις του εργατικού κινήματος, όποιες και να είναι οι πολιτικές τους, με έναν αντεργατικό στρατό που λειτουργεί επίσημα και ανοιχτά ενάντια στη δημοκρατική εκλογή οργάνων και ενάντια στη συμμετοχή των εργαζομένων σε γενικές συνελεύσεις με ελεύθερο δικαίωμα λόγου και ψήφου.
Η ΓΣΕΕ αυτή τη στιγμή δεν μπορεί πια να προκηρύξει καμία απεργία. Μετά τη φασιστική ματαίωση του εκλογικού συνεδρίου της με διακομματική, αστυνομική και δικαστική κάλυψη, πράγμα που σημαίνει εισαγωγή της χώρας σε μια περίοδο κοινοβουλευτικής δικτατορίας, το δικαστήριο διόρισε την ίδια προσωρινή διοίκηση με την προηγούμενη που στην πράξη καθαιρέθηκε με μόνη δυνατότητα και υποχρέωση να κάνει εκλογές. Όμως αφού διόρισε σε αυτή και τους εκπροσώπους του ΠΑΜΕ, εκλογές θα γίνουν μόνο όταν, και εάν το επιτρέψει το ψευτοΚΚΕ, που δεν θα το επιτρέψει μόνο αν πάρουν την πλειοψηφία το ίδιο και οι φίλοι του.
Σε ότι αφορά την πραξικοπηματική και παράνομη απεργία της 24/9 είναι πολύ θετικό ότι η ηγεσία της ΓΣΕΕ αντιστάθηκε στους εκβιασμούς και τις απειλές να συρθεί πίσω από το ΠΑΜΕ όπως καταγγέλλει σε ανακοίνωσή της στις 19/9 και αποφάσισε να προωθήσει ανεξάρτητες κινητοποιήσεις των σωματείων της στις 2 Οκτώβρη (https://gsee.gr/?p=36598).
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, για πρώτη φορά η ηγεσία της ΑΔΕΔΥ, δηλαδή η συνδικαλιστική ηγεσία των δημοσίων υπαλλήλων, έδειξε την πολιτική και ταξική φύση της συμμετέχοντας σε αυτή την πανελλαδική κινητοποίηση του ΠΑΜΕ σαν να ήταν ένα σωματείο του, η καλύτερα σαν ουραγός, αβανταδόρος και συνεργός του εγκλήματός του κατά της ΓΣΕΕ. Συγκεκριμένα στις 17 Σεπτέμβρη αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του ΠΑΜΕ κάλεσμα για απεργία της 24/9, και σχεδόν ταυτόχρονα προκήρυξε απεργία και το Εργατικό Κέντρο Αθήνας. Αμέσως μετά στις 19 Σεπτέμβρη δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα της ΑΔΕΔΥ ανακοίνωση – κάλεσμα για απεργία στις 24 Σεπτέμβρη με την εξής εισαγωγή: «Σε καλούμε να δώσεις το «παρών» στη Γενική Απεργία που αποφασίσαμε, μαζί με τα συνδικάτα των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, να πραγματοποιήσουμε την Τρίτη, 24 Σεπτεμβρίου 2019», όπου «τα συνδικάτα των εργαζόμενων του ιδιωτικού τομέα» είναι τα συνδικάτα του ΠΑΜΕ και του ΕΚΑ. Το ότι αυτή ήταν μία ελεεινή πράξη δουλικής εκδούλευσης της ηγεσίας της ΑΔΕΔΥ στο ΠΑΜΕ φάνηκε από το ότι το νομοσχέδιο αυτό, ειδικά σε ότι αφορά τα εργασιακά δεν αγγίζει σχεδόν καθόλου το δημόσιο τομέα και τις συμβάσεις του. Μάλιστα, η τοποθέτηση της ΑΔΕΔΥ για το πως επηρεάζονται οι δημόσιοι υπάλληλοι από το νομοσχέδιο είναι μία δήλωση υπέρ του γραφειοκρατικού σαμποτάζ στην έκδοση των αδειών. Σε ανακοίνωση της Εκτελεστικής Επιτροπής η ΑΔΕΔΥ καταγγέλλει το νομοσχέδιο για το ότι δίνεται «η δυνατότητα για προνομιακή αδειοδότηση, με χαλαρότερους όρους, όσων επιχειρήσεων βρίσκονται μέσα σε επιχειρηματικά πάρκα και η αδειοδότηση εξπρές, υπό τη δαμόκλειο σπάθη των πειθαρχικών ποινών, ακόμα και της παύσης των αρμοδίων δημοσίων υπαλλήλων» (https://www.kathimerini.gr/1043016/article/epikairothta/ellada/adedy-panelladikh-apergia-stis-24-septemvrioy).
Δηλαδή, η ΑΔΕΔΥ θίγεται από μια αλλαγή του νόμου που θα επιβάλει στους δημόσιους υπαλλήλους να διεκπεραιώνουν γρήγορα τις αιτήσεις για άδειες, που καθυστερούν συνήθως για αόριστο χρονικό διάστημα τις βιομηχανικές επενδύσεις, εκτός βέβαια αν πρόκειται για τα κοντέινερ της Κόσκο ή το Σαββίδη, οπότε όλες οι άδειες βγαίνουν σε χρόνο μηδέν.
Σήμερα η ΓΣΕΕ αντικειμενικά εκπροσωπεί την πάλη για δημοκρατία στο συνδικαλισμό ενάντια στη σοσιαλφασιστική βία από την οποία προέρχεται ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την κατάλυση κάθε εργασιακού δικαιώματος σε αυτή τη χώρα γιατί αυτή είναι εργαλείο για την αποικιοποίησή της από τη νεοχιτλερική Ρωσία και τη σύμμαχό της Κίνα που δεν μπορούν παρά να ποδοπατήσουν τους εργαζομένους για να πετύχουν το στόχο τους.
Γι’ αυτό είναι θετικό να υποστηριχτούν οι κινητοποιήσεις της 2 Οκτώβρη από τους εργαζόμενους που θα θελήσουν να αντισταθούν σε ένα νόμο που τους αφήνει ακάλυπτους απέναντι στην εργοδοτική τρομοκρατία, και μόνο εφόσον αυτές οι κινητοποιήσεις επικυρωθούν με γενικές συνελεύσεις των αντίστοιχων σωματείων ή όπου δεν υπάρχουν σωματεία όπου ο κάθε εργαζόμενος προτείνει την απεργία στους συναδέλφους του στους χώρους δουλειάς, και αυτοί αποφασίσουν τη συμμετοχή.
Λίγα λόγια για το αναπτυξιακό σκέλος του νόμου
Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι ο νέος αναπτυξιακός έχει στόχο την επιτάχυνση της ανάπτυξης με την κατάργηση μίας σειράς γραφειοκρατικών διαδικασιών, και ότι είναι μία απόπειρα διάσωσης των προβληματικών επιχειρήσεων με κατάργηση ευνοϊκών ρυθμίσεις των κλαδικών συμβάσεων για αυτές.
Έχουμε γράψει πολλές φορές κι έχει αποδειχθεί ότι όσες επιταχύνσεις και αν προωθήσει οποιοσδήποτε νόμος, δεν πρόκειται να έρθει καμία ουσιαστική ανάπτυξη αν δεν δοθεί η πολιτική σύγκρουση μπροστά στο λαό και στην εργατική τάξη με τις δυνάμεις που προωθούν το σαμποτάζ, κυρίως το ΣΥΡΙΖΑ και το ψευτοΚΚΕ (και τους εξωκοινοβουλευτικούς κολαούζους τους) μέσα από τα δασαρχεία, τις αρχαιολογικές υπηρεσίες, τη βιομηχανοκτόνα νομοθεσία και νομολογία, τα διάφορα ψευτοοικολογικά «κινήματα πολιτών», αλλά και τους οργανωμένους τραμπούκικους στρατούς, σαν εργαλεία κατεδάφισης και αποικιοποίησης της χώρας από τα ρωσοκινέζικα κεφάλαια. Τέτοια σύγκρουση δεν την έχει δώσει ποτέ η ΝΔ, αντίθετα φρόντισε να αγκαλιάσει στην κυβέρνησή της διοικητικά στελέχη που είχαν διακριθεί για καθυστερήσεις έργων για τέτοιους λόγους όπως η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη. Μένει στην πράξη να φανεί πως θα λειτουργήσει ο νέος αναπτυξιακός.
Όχι στις ειδικές οικονομικές ζώνες με χαμηλά μεροκάματα
Σε ότι αφορά τις ρυθμίσεις για τις συλλογικές συμβάσεις, οι περισσότερες και ιδίως αυτές που καταγγέλλουν το ψευτοΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι καθόλου καινούριες, έχουν ισχύσει σε όλη την περίοδο των μνημονίων.
Το καινούριο που εισάγεται με αυτό το νόμο και το οποίο όχι τυχαία το υποβαθμίζουν οι ψευτοαριστεροί φίλοι της εργατικής τάξης είναι ότι δίνει τη δυνατότητα να συναφθούν σε τοπικό επίπεδο κλαδικές συμβάσεις που θα ισχύουν ακόμα και με χειρότερους όρους από τις αντίστοιχες κλαδικές που ισχύουν πανελλαδικά, ανεξάρτητα μάλιστα από το αν οποιαδήποτε ή οποιεσδήποτε τοπικές επιχειρήσεις του κλάδου είναι προβληματικές. Έτσι σε περίοδο επέλασης στη χώρα της κινέζικης Κόσκο στον Πειραιά, ρώσων ολιγαρχών όπως ο Σαββίδης, στη Θεσσαλονίκη, και κάποιων δυτικών μονοπωλιστών φίλων της Ρωσίας ανοίγει ο δρόμος για τη δημιουργία ολόκληρων περιοχών (ειδικές οικονομικές ζώνες) στις οποίες θα επικρατούν με νόμο δουλοκτητικοί όροι εργασίας. Τίποτα δεν εμποδίζει στη συνέχεια, να θεσπιστούν τοπικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας για όλες τις επιχειρήσεις μίας συγκεκριμένης περιοχής που θα ποδοπατούν την εθνική συλλογική σύμβαση εργασίας και τον κατώτατο μισθό, όπου ο εργαζόμενος θα δουλεύει σε μία εργασιακή ζούγκλα με τη βούλα του νόμου, και καμία επιθεώρηση δεν θα μπορεί να επέμβει.
Φταίει το σαμποτάζ για τις χρεωκοπίες και καθόλου το μισθολογικό κόστος.
Το νομοσχέδιο νομιμοποιεί τις επιχειρησιακές συμβάσεις, δηλαδή συμβάσεις που συμφωνούνται μεταξύ πρωτοβάθμιων σωματείων και εργοδοσίας, που προβλέπουν χειρότερους όρους από τις κλαδικές συμβάσεις. Με αυτό το περιεχόμενο, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες ανεργίας, η ρύθμιση ανοίγει το δρόμο στην εκβιαστική μείωση μισθών. Η ρύθμιση αυτή έδωσε ωστόσο μια ευκαιρία στο ψευτοΚΚΕ να επιτεθεί για άλλη μια φορά στον πρωτοβάθμιο συνδικαλισμό σαν “εργοδοτικό”.
Ο μεγαλύτερος πριμοδότης του λεγόμενου «εργοδοτικού συνδικαλισμού» που τώρα κάνει ότι τον καταγγέλλει είναι το ψευτοΚΚΕ. Γιατί είναι το ίδιο εκείνο κόμμα που έχει σαμποτάρει με λύσσα αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας ως τα σήμερα και έχει τσαλαπατήσει τα πρωτοβάθμια σωματεία στις επιχειρήσεις υπέρ των κλαδικών που τα κάνει ότι θέλει γιατί μαζεύει τα μέλη του σε αυτά και εύκολα παίρνει την εξουσία σε συνδυασμό με τραμπουκισμούς, εξαγορές συνειδήσεων και εκλογικές νοθείες. Αντίθετα στα πρωτοβάθμια σωματεία που ο καθένας εργαζόμενος ξέρει τον άλλο, και μπορεί να εφαρμοστεί η πολιτική του ενιαίου εργατικού μετώπου χωρίς πολιτικούς αποκλεισμούς, τόσο οι υποτακτικοί της εργοδοσίας και οι φασίστες όσο και οι διπρόσωπες ιδιοτελείς φράξιες του ψευτοΚΚΕ μπορούν να απομονωθούν σε μεγάλο βαθμό. Μόνο αν δεν υπάρχουν σωματεία στις επιχειρήσεις οι συνδικαλιστικές ιδιοτελείς συμμορίες του ψευτοΚΚΕ μπορούν να κάνουν το αφεντικό σε κάθε επιχείρηση, είτε σαν εξυπηρετητές της φιλικής τους εργοδοσίας τσακίζοντας γνήσιες εργατικές αντιστάσεις, είτε σαν εκβιαστές κάθε εργοδοσίας που δεν υποτάσσεται στα συμφέροντα των ρωσοκινέζικων φασιστικών μονοπωλίων, είτε σαν κατεδαφιστές βιομηχανικών μονάδων που στέκονται στο δρόμο τους.
Το περιεχόμενο ρυθμίσεων που προωθεί σήμερα η κυβέρνηση που δίνουν ισχύ σε χειρότερους εργασιακούς όρους συμβάσεων στις επιχειρήσεις απέναντι στους πιο ευνοϊκούς των κλαδικών, καθιερώθηκε και έγινε νόμος του κράτους μέσω των «μνημονίων των δανειστών», ακριβώς λόγω της πολιτικής του παραγωγικού σαμποτάζ, που συνέτριψε τη μέση παραγωγικότητα της εργασίας, αποβιομηχάνισε τη χώρα, οπότε έφερε την κρατική χρεωκοπία, τη χρεωκοπία των τραπεζών, οπότε το κλείσιμο χιλιάδων επιχειρήσεων, την πιο μεγάλη ανεργία και τα μνημόνια.
Η συγκεκριμένη ρύθμιση που εισάγει το νομοσχέδιο Βρούτση ίσχυε από το 2011 και ως το επίσημο τέλος του προγράμματος των μνημονίων (δηλαδή και επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ) για όλες τις επιχειρήσεις, ενώ την ίδια περίοδο και ανεξάρτητα από το τι πρόβλεπαν ή δεν πρόβλεπαν οι νόμοι κυριάρχησε μία πρωτοφανής και εκτεταμένη καταστρατήγηση κάθε συλλογικής σύμβασης στα σύγχρονα εργασιακά κάτεργα με τις απλήρωτες υπερωρίες, τα εξαντλητικά ωράρια, τις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας και τα μαύρα μεροκάματα, και με απουσία ελέγχων επιθεώρησης, που έχουν πάντα ένα φάρο στη χώρα: το κάτεργο της Κόσκο στις προβλήτες ΙΙ και ΙΙΙ. Αυτό που ισχυρίζονται ότι πάνε να το αποτρέψουν με κούφιες, μονοήμερες, εντελώς μη αποτελεσματικές απεργίες εντυπωσιασμού, το έχουν αφήσει για χρόνια να περάσει και να κυριαρχήσει και μάλιστα στη χειρότερη μορφή του.
Το χτύπημα του μεροκάματου με μνημόνια ή όχι, με νόμους που μικραίνουν το νόμιμο μεροκάματο ή όχι στην ουσία θα είναι πάντα παρόν όσο το παραγωγικό σαμποτάζ, ειδικά το σαμποτάζ της βιομηχανίας συνεχίζεται με αμείωτη ένταση. Αυτή η διαρκής και πολύ μεγάλη πτώση του ελληνικού μεροκάματου δεν είναι ένα φαινόμενο του παγκόσμιου καπιταλισμού, αλλά φαινόμενο των εμπόλεμων χωρών, και η Ελλάδα είναι μια από αυτές, αφού βρίσκεται σε έναν ακήρυκτο πολιτικό και οικονομικό πόλεμο με χαρακτηριστικά εμφυλίου και με κύρια πολεμική μορφή το παραγωγικό, ιδιαίτερα το βιομηχανικό σαμποτάζ. Σε τέτοιες χώρες ο νομοθετικός προσδιορισμός ενός αξιοπρεπούς μεροκάματου πρέπει ασφαλώς να παλεύεται με ένταση και συνέπεια και όχι προσχηματικά γιατί βοηθάει όλη την τάξη και πιο πολύ εκείνο το αρκετά σημαντικό σε όγκο και πολιτικά ακόμα πιο σημαντικό, αλλά όχι πλειοψηφικό κομμάτι της εργατικής τάξης που δουλεύει στις σύγχρονες μέσης ή κάπως ψηλής παραγωγικότητας επιχειρήσεις. Όμως στην πράξη όλο και περισσότερο αποτυγχάνει να ελαφρύνει τόσο από την ένταση της δουλειάς, όσο και από τη διάρκεια, οπότε τελικά ούτε και μισθολογικά το αυξανόμενο τμήμα του προλεταριάτου που δουλεύει στην πλειοψηφία με μερικά ωράρια, με μαύρα, η με απλήρωτες υπερωρίες στα κάτεργα κυρίως της μικρομεσαίας ή της κάθε νεοαποικιακής επιχείρησης τύπου ΚΟΣΚΟ.
Όχι στην καταπάτηση των κλαδικών
Λέει λοιπόν ο νέος νόμος ότι όπου υπάρχει επιχειρησιακή σύμβαση, ή όπου μπορεί να γίνει επιχειρησιακή σύμβαση που να έχει μειωμένους μισθούς σε σχέση με την κλαδική αυτή υπερισχύει της κλαδικής μόνο για προβληματικές που βρίσκονται στα πρόθυρα της πτώχευσης, αλλά και ζημιογόνες με κριτήρια που θα ορίσει ο υπουργός. Αυτό όμως είναι μόνο ένα μέτρο παραπέρα μείωσης του εργασιακού κόστους όταν η πείρα και η λογική δείχνουν ότι δεν είναι το εργασιακό κόστος η αιτία που γίνονται οι επιχειρήσεις προβληματικές. Το ύψος των μισθών στα πλαίσια μάλιστα των πολύ χαμηλών ποσών των συλλογικών συμβάσεων των τελευταίων χρόνων δεν είναι μια αιτία των χρεωκοπιών. Αιτίες είναι: η αδυναμία λόγω σαμποτάζ και εσκεμμένων γραφειοκρατικών εμποδίων του εκσυγχρονισμού του παραγωγικού εξοπλισμού, ο ακριβός τραπεζικός δανεισμός που απαγορεύει αυτόν τον εκσυγχρονισμό, η πολύ ακριβή ενέργεια, η μεγάλη φορολογία κλπ.
Ο κίνδυνος του εργοδοτικού εκβιασμού γίνεται ακόμα μεγαλύτερος επειδή διατηρείται η διάταξη της συριζαίας Αχτσιόγλου για αυξημένη απαρτία 50+1 στις γενικές συνελεύσεις των πρωτοβάθμιων που αποφασίζουν απεργιακές κινητοποιήσεις, στις περιπτώσεις που οι εργαζόμενοι αντιδρούν στην εφαρμογή των χειρότερων όρων της επιχειρησιακής σύμβασης. Από την υποχρέωση τέτοιας απαρτίας είχαν βολικά εξαιρεθεί τα κλαδικά σωματεία, οπότε το ψευτοΚΚΕ που τα ελέγχει «ξέχασε» το αίτημα της κατάργησής της μετά την ψήφιση του νόμου τον Γενάρη του 2018 (https://www.oakke.gr/εργατικα-συνδικαλισμοσ/item/910-).
Το πόσο εύκολα έχει περάσει η επανειλημμένη μείωση των μισθών την τελευταία δεκαετία που δεν ίσχυαν οι ευνοϊκότερες κλαδικές, δείχνει τον κίνδυνο που σημαίνει για τους μισθούς η επαναφορά μιας τέτοιας ρύθμισης, που σταμάτησε για λίγο μόνο να ισχύει μετά το ονομαστικό τέλος των μνημονίων. Το βασικό έγκλημα είναι ο ευνουχιστικός και εντελώς διαλυτικός για το εργατικό κίνημα τρόπος με τον οποίο αποφασίζονται οι κλαδικές. Θυμίζουμε ότι οι όροι των κλαδικών προκύπτουν από διαπραγμάτευση κλαδικών σωματείων στα οποία υπάγονται πολλές επιχειρήσεις με τις αντίστοιχες ενώσεις εργοδοτών. Έχει καθιερωθεί τα τελευταία χρόνια, οι εργαζόμενοι στις επιχειρήσεις να μένουν εντελώς έξω από αυτή τη διαδικασία, αφού δεν έρχονται οι προτάσεις του κλαδικού να ζυμωθούν σε γενικές συνελεύσεις σωματείων πριν τη διαπραγμάτευση των από τα πάνω «σωτήρων» των κλαδικών, πολλά από τα οποία ελέγχονται στενά κομματικά και κυρίως από το ψευτοΚΚΕ. Έτσι οι εργαζόμενοι δεν κάνουν πάλη για διεκδικήσεις με δική τους οργάνωση και με απεργιακούς αγώνες απέναντι στο κάθε συγκεκριμένο αφεντικό. Γιατί μπορεί μια κλαδική να δίνει σχετικά ανεκτούς μισθούς για επιχειρήσεις μέσης ή χαμηλής παραγωγικότητας, αλλά αυτοί μπορεί να είναι πολύ χαμηλοί για επιχειρήσεις του ίδιου κλάδου που έχουν πολύ ψηλή παραγωγικότητα και βγάζουν μεγάλα κέρδη. Σε αυτές τις περιπτώσεις το επιχειρησιακό σωματείο μπορεί να προβάλει διεκδικήσεις για αυξήσεις ακόμα και σε περιόδους κρίσης. Αυτού του είδους ο συνδικαλισμός αναπτύσσει πολύ τις οικονομικές και πολιτικές γνώσεις των εργατών για αυτό το ψευτοΚΚΕ τις απεχθάνεται λέγοντας ότι δεν πρέπει οι εργάτες να ανακατεύονται στα οικονομικά των επιχειρήσεων, δηλαδή να μένουν πάντα πολιτικά και ταξικά καθυστερημένοι σκλάβοι του αφεντικού, ώστε ποτέ να μην πάρουν την πολιτική και οικονομική εξουσία. Όμως έτσι όχι επανάσταση δεν θα κάνουν ποτέ, αλλά ούτε ανθρώπινους μισθούς και συνθήκες δουλειάς θα κατακτήσουν. Γι αυτό το ψευτοΚΚΕ ζητάει πάντα και παντού πολύ ψηλούς μισθούς που να μην έχουν καμιά σχέση με την πραγματικότητα, ώστε οι εργάτες να μην μπουν ποτέ σε διαπραγμάτευση με την εργοδοσία και έτσι να αναγκαστούν να μάθουν και να παλέψουν συνδικαλιστικά σε ένα ανώτερο επίπεδο.
Να γιατί το ψευτοΚΚΕ καταφεύγει σε βρισιές και κατηγορίες όποτε κάνουν διαπραγματεύσεις σωματεία που δεν ελέγχει γιατί δεν θέλει τους εργάτες οργανωμένους έξω από τον έλεγχο του, γιατί οι ίδιοι εργάτες θα μπορέσουν μετά να πολεμήσουν κάθε αφεντικό, δηλαδή και τα ρωσοκινέζικα αφεντικά τα συμφέροντα των οποίων προστατεύει η ηγεσία αυτού του κόμματος. Την ίδια στάση κρατάει και για τα κλαδικά σωματεία που δεν ελέγχει. Τα τελευταία χρόνια που έχει δυναμώσει το ρωσοκινέζικο κεφάλαιο στη χώρα, το μόνο που κάνει όπου δεν έχει την πλειοψηφία είναι να σαμποτάρει τις κλαδικές και να καταγγέλλει αυτούς που τις υπογράφουν, όπως έκανε με όλες τις συλλογικές συμβάσεις στην προβλήτα Ι που υπογράφηκαν μεταξύ σωματείων και ΟΛΠ-Κόσκο. Η μέθοδος κι εδώ είναι να ζητάει μεγάλες αυξήσεις τέτοιες που διασφαλίζουν ότι δεν θα υπάρξει ποτέ συμφωνία. Στην πράξη θέλει την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων και εργαζόμενους που θα είναι έρμαια στις ορέξεις του κάθε Captain Fu.
Γι αυτό ποτέ δεν έχει κάνει κεντρικό ζήτημα την πιο σκανδαλώδη μείωση των μισθών που έχει γίνει στο κάτεργο της Cosco που σκάει από τα κέρδη και έχει τους εργαζόμενους των εργολάβων στις προβλήτες ΙΙ και ΙΙΙ να δουλεύουν με αποδοχές στα όρια της εθνικής συλλογικής σύμβασης χωρίς να υπάγεται σε καμία κατηγορία προβληματικής επιχείρησης.
Σε αφίσα μας ενάντια στο σαμποτάζ και τις σύγχρονες εργασιακές γαλέρες είχαμε προσδιορίσει τους όρους της πάλης ενάντια στο παραγωγικό σαμποτάζ και τα κάτεργα ως εξής (www.oakke.gr/afises/2013-02-16-20-46-50/item/786-αφισσα-οακκε-8-3-2017) «Η αστική τάξη, ακόμα και τα πιο βαλλόμενα από τους σαμποταριστές παραγωγικά τμήματά της, έχει αποδείξει ότι δεν μπορεί να σώσει τη χώρα από την καταστροφή. Αυτό μπορούν να το πετύχουν μόνο οι βιομηχανικοί εργάτες, οι υπάλληλοι του ιδιωτικού τομέα, και οι άνεργοι αν οργανωθούν και σχηματίσουν γύρω τους ένα πλατύ δημοκρατικό και πατριωτικό μέτωπο, που θα εμποδίζει την ακύρωση με ψεύτικες δικαιολογίες κάθε παραγωγικής, ιδιαίτερα βιομηχανικής επένδυσης. Επίσης, σε κάθε επιχείρηση που κινδυνεύει με κλείσιμο οι εργαζόμενοι όχι μόνο δεν πρέπει να είναι αδιάφοροι, όπως τους ζητάει η ψευτοαριστερά, αλλά να μπαίνουν μπροστά, να απαιτούν γνώση της οικονομικής κατάστασης της επιχείρησης και να διεκδικούν από το κράτος και τις τράπεζες μέτρα επιβίωσης της. Ταυτόχρονα, πρέπει εκεί και παντού αλλού να αρνούνται να δουλεύουν με όρους γαλέρας, με κλέψιμο της δουλειάς τους, του μισθού τους και της ασφάλισής τους και να οργανώνονται γι’ αυτό ενάντια στην εργοδοσία. Τέλος μόνο οι εργαζόμενοι και οι άνεργοι μπορούν σαν μαζικό κίνημα να επιβάλουν ένα επίδομα ανεργίας για όλους τους ανέργους, κόντρα στο καθεστώς που τους αναγκάζει να επιβαρύνουν τους συνταξιούχους συγγενείς τους πράγμα που υπονομεύει το ηθικό τους και την οργανωμένη αντίστασή τους στο καθεστώς της εξαθλίωσης.
Με όλα αυτά οι εργαζόμενοι και οι άνεργοι μπορούν να αποκτήσουν πολιτική υπεροχή συνολικά απέναντι στην εργοδοσία και στο κράτος και να έρθουν πιο κοντά στο να παίξουν τον ιστορικό επαναστατικό τους ρόλο».
Αυτή η γραμμή είναι η απάντηση και στην κυβερνητική πολιτική και στην αντεργατική επίθεση των σοσιαλφασιστών.