Το κύριο σήμερα είναι ότι η εκπαίδευση στην Ελλάδα είναι ουσιαστικά διαλυμένη, ξεκομμένη από την παραγωγή και την πράξη, με περιεχόμενο σπουδών απαρχαιωμένο ή αντιδραστικό, με τις φυσικές επιστήμες, την τεχνολογία και τα μαθηματικά να είναι σε δεύτερη μοίρα και να κυριαρχούν τα αστικά ταξικά (ή ανθρωπιστικά όπως κατ’ ευφημισμό τα αποκαλούν) μαθήματα και τα αρχαία ελληνικά. Το ελληνικό σχολείο της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι έτσι ένα όλο και πιο υποδειγματικό σχολείο της παπαγαλίας και της απουσίας της κριτικής σκέψης, της απουσίας του επιστημονικού πειραματισμού και της πράξης, της ανορθογραφίας και της αδυναμίας ορθής σύνταξης ενός κειμένου από τους μαθητές. Πρόκειται για ένα σχολείο σπατάλης των ζωντανών δυνάμεων της νεολαίας και του ευνουχισμού της, σχολείο της πλήξης και της βαρεμάρας. Το χειρότερο είναι ότι πρόκειται για ένα σχολείο που οι τάξεις του είναι σε σπάνιο βαθμό τόσο βαθιά ταξικά διαιρεμένες στα δύο. Στους «καταραμένους της πίσω τάξης», που είναι κυρίως τα παιδιά της φτωχολογιάς και σε αυτούς που τα καταφέρνουν πηγαίνοντας σχεδόν στο σύνολό τους στα φροντιστήρια που είναι τα παιδιά συνήθως των σχετικά πιο εύπορων ή μορφωμένων γονιών που μπορούν να τα βοηθήσουν.
Σε αυτά τα πιο θεμελιώδη προβλήματα και τα ουσιώδη αρνητικά χαρακτηριστικά του σχολείου εδώ και πολλά χρόνια (αναφερόμαστε βασικά στην πρωτοβάθμια και μέση εκπαίδευση) δεν απαντά το νομοσχέδιο, όπως δεν ενδιαφέρεται ποτέ γι αυτά η ΟΛΜΕ, για την ακρίβεια ενδιαφέρεται να τα διαιωνίζει.
Ας δούμε πιο αναλυτικά το νέο νόμο αναφερόμενοι στις βασικές του διατάξεις που αφορούν την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
α) Υπάρχει μια διάταξη που εισάγει στο Νηπιαγωγείο, στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο τα λεγόμενα Εργαστήρια Δεξιοτήτων. Δεν εννοούν με τούτο τη σύνδεση του παιχνιδιού στο νηπιαγωγείο με την τεχνολογία ή με χειροτεχνικές δραστηριότητες ή στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο τη σύνδεση των μαθημάτων των φυσικών επιστημών με την τεχνική και την τεχνολογία, δηλαδή τη σύνδεσή τους με τις πρακτικές εφαρμογές τους, ούτε βέβαια τη Ρομποτική σαν αυτοτελές μάθημα, αλλά μια σειρά μαθημάτων που έχουν σχέση με το περιβάλλον, την κλιματική αλλαγή, τα ανθρώπινα δικαιώματα κλπ. Υπάρχει βέβαια σαν μια θεματική ενότητα αλλά ανάμεσα σε πολλά άλλα η Ρομποτική και το STEM/STEAM(STEMείναι τα διεθνή αρχικά για τις θετικές επιστήμες, την τεχνολογία, τη μηχανική και τα μαθηματικά) που έχουν εισαχθεί εδώ και χρόνια σε όλο τον κόσμο με μεγάλο βάρος σε κάθε εκπαιδευτικό πρόγραμμα αλλά εδώ το κάνουν ξέσουρα μόνο και μόνο για να μην τους ξεφωνίσουν διεθνώς. Πρόκειται για μια διάταξη κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της ιδεολογικής και πολιτικής γραμμής του ΣΥΡΙΖΑ και του ψευτοΚΚΕ, δηλαδή της γραμμής του σαμποταρίσματος της παραγωγής. Στην πραγματικότητα τα δύο πιο βασικά μαθήματα η Ρομποτική και το STEM, είναι το άλλοθι για το πέρασμα της γραμμής ΣΥΡΙΖΑ, αφού αυτό που θα γίνεται θα είναι μάθημα για το περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή και με αφορμή την προστασία του περιβάλλοντος, θα γίνεται το χτύπημα της βιομηχανίας και ιδιαίτερα της βαριάς, αφού σύμφωνα με τους σοσιαλφασίστες κοινοβουλευτικής και εξωκοινοβουλευτικής κοπής, η βιομηχανία ρυπαίνει και παράγει μόνο το κέρδος του καπιταλιστή, οπότε είναι εξ ορισμού αρνητική ή στην καλύτερη περίπτωση αναγκαίο κακό. Πρόκειται για μια προβοκατόρικη διάταξη.
β) Ο Νόμος εισάγει στο Νηπιαγωγείο τη διδασκαλία των Αγγλικών σαν δημιουργική δραστηριότητα πράγμα που είναι θετικό. Την εισάγει επίσης και στις Α και Β τάξεις του Δημοτικού, αλλά αφαιρώντας μία ώρα αντίστοιχα από το σημαντικό μάθημα Μελέτη Περιβάλλοντος. Η εισαγωγή των Αγγλικών είναι θετική αλλά η αφαίρεση μια ώρας από τη Μελέτη Περιβάλλοντος είναι αρνητική. Την εισαγωγή των Αγγλικών, δηλαδή τη γλώσσα της διεθνούς συνεννόησης τη χτυπούν με μανία η ψευτοαριστερά του ΣΥΡΙΖΑ και το ψευτοΚΚΕ επειδή τη θεωρούν ιμπεριαλιστική .
γ) Εισάγει μια σειρά από αυστηρότερα εξεταστικά μέτρα τόσο στο Γυμνάσιο όσο και στο Λύκειο. Οι εξετάσεις είναι γνωστό ότι στο αστικό σχολείο που δεν στηρίζεται στη συλλογική πράξη και μελέτη αλλά κυρίως στην ατομική θεωρητική επίδοση (στην Ελλάδα σε μεγάλο βαθμό απομνημονευτικού χαρακτήρα) είναι το μόνο μέσο με το οποίο ελέγχονται οι όποιες στοιχειωδώς αναγκαίες γνώσεις οι οποίες αποκτήθηκαν στη διάρκεια της σχολικής χρονιάς. Ειδικά στο ελληνικό σχολείο της πλήξης και της παπαγαλίας οι εξετάσεις είναι απαραίτητες γιατί είναι ο μόνος τρόπος για να διαβάζουν και να παρακολουθούν και κάτι χρήσιμο να μαθαίνουν οι μαθητές. Χωρίς καθόλου εξετάσεις ειδικά το ελληνικό σχολείο δεν θα υπήρχε καν.
Μέχρι σήμερα για να προαχθεί κανείς σε μια επόμενη τάξη ή να απολυθεί είτε από το Γυμνάσιο, είτε από το Λύκειο αρκεί να είχε γενικό μέσο όρο 9,5 και έδινε επίσης σε 4 μαθήματα εξετάσεις τον Ιούνη στο Γυμνάσιο. Τι έγινε στην πράξη με αυτό; Έστω ότι κάποιος μαθητής είχε ετήσιο μέσο όρο στα Μαθηματικά 5, στην Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία 5, στη Φυσική 5, στη Χημεία 5 και στα Αρχαία 5, αλλά είχε Θρησκευτικά 20, Πολιτική Αγωγή 19 και Γεωγραφία 15 (συνηθέστατο και ευκολότατο στην ελληνική σχολική πραγματικότητα) και στα υπόλοιπα πάνω από 9,5. Ο μαθητής αυτός περνούσε την τάξη και ας είχε στα βασικά μαθήματα βαθμό 5, δηλαδή δεν ξέρει τίποτα. Στη σημερινή ελληνική σχολική πράξη κανείς μαθητής δεν έχει βαθμό 5, αλλά από 8 και πάνω κι ας μην ξέρει τίποτα οπότε και η προαγωγή είναι ακόμη ευκολότερη. Το αντίστοιχο ίσχυε και στο Λύκειο. Αυτός ο παραλογισμός, δηλαδή η αποθέωση της σχολικής διάλυσης ψηφίστηκε από το ΣΥΡΙΖΑ και τέλειωσε το σχολείο σαν χώρο μεταφοράς γνώσης ειδικά γι αυτούς τους μαθητές που εμείς λέμε «πίσω τάξη» που σταμάτησαν εντελώς και να διαβάζουν και να παρακολουθούν, αφού η προαγωγή τους ήταν έτσι κι αλλιώς εξασφαλισμένη. Και επειδή κανείς δεν ασχολείται με την «πίσω τάξη» γίνεται φανερό ότι αυτή η «πίσω τάξη» έφευγε από το σχολείο ουσιαστικά αγράμματη αφού περίμενε να περάσουν τα χρόνια μιας υποχρεωτικής μαρτυρικής παρακολούθησης κατά την οποία τα μάτια δεν έβλεπαν, τα αυτιά δεν άκουγαν και το μυαλό δεν μπορούσε καν να ταξιδέψει ελεύθερα αλλά απλά σταματούσε.
Ο νέος νόμος, για να αντιμετωπίσει αυτόν τον παραλογισμό, αυξάνει από 4 σε 7 τα μαθήματα που εξετάζονται γραπτά τον Ιούνιο στο Γυμνάσιο πράγμα που εμείς θεωρούμε θετικό, ενώ αυξάνει το όριο προαγωγής και απόλυσης από 9,5, ανεξάρτητα από βαθμούς στα επιμέρους μαθήματα, σε 10 μέσο όρο για κάθε μάθημα χωριστά, ενώ ταυτόχρονα ορίζει μετεξεταστέους για το Σεπτέμβρη σε έως τέσσερα μαθήματα κάτω από τη βάση αρκεί να έχει κανείς 13 μέσο όρο. Αλλιώς επαναλαμβάνεται η τάξη. Θεωρούμε το 13 σαν μέσο όρο για να μείνει κανείς μετεξεταστέος για το Σεπτέμβρη άδικο και καταπιεστικό από τη στιγμή που δεν παίρνονται μέτρα για την ενίσχυση των αδύνατων μαθητών.
Για το Λύκειο απλά από 9,5 ο γενικός μέσος όρος προαγωγής και απόλυσης γίνεται 10. Ουσιαστικά στο Λύκειο δεν άλλαξε κάτι. Η ΟΛΜΕ φυσικά είναι και αντίθετη σε όλα αυτά μιας και είναι ο εκφραστής του ότι χειρότερο, αντιδραστικότερο και αδιάφορο έχει στη σχέση της με το λαό, και εν προκειμένω με τους μαθητές η κρατική υπαλληλία. Η ΟΛΜΕ θέλει το σχολείο της καταναγκασμένης παρουσίας του μαθητή με τη μαρτυρική πλήξη του και την εξασφαλισμένη πλήρη αμάθεια που δεν απαιτεί καμμιά προσπάθεια από το δάσκαλο, μόνο τη διεκπεραίωση ενός αχθοφορικού καθήκοντος εκφώνησης της ύλης και βαθμολόγησης του παπαγαλισμένου περιεχομένου της.
δ) Ο νόμος επαναφέρει την Τράπεζα Θεμάτων διαβαθμισμένης δυσκολίας. Πρόκειται για ένα σύνολο από θέματα στα διάφορα μαθήματα, που γράφεται από εκπαιδευτικούς και αναρτάται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Παιδείας και από όπου οι εκπαιδευτικοί είναι υποχρεωμένοι να επιλέξουν ένα αριθμό θεμάτων για τις γραπτές εξετάσεις. Η Τράπεζα αυτή είχε εισαχθεί από τη ΝΔ και είναι γεγονός ότι βοήθησε στο διάβασμα των μαθητών, ενώ την κατάργησε ο ΣΥΡΙΖΑ. Η σχολική πραγματικότητα έδειξε ότι αμέσως με την κατάργηση της Τράπεζας και σε συνδυασμό με την εύκολη προαγωγή στην επόμενη τάξη, σταμάτησε να διαβάζει ο μεγαλύτερος αριθμός μαθητών. Το μόνο αρνητικό της είναι ότι πρέπει να γίνεται επιλογή των θεμάτων που εισάγονται στην τράπεζα και όχι να εισάγει καθένας ότι νάναι. Φυσικά η ΟΛΜΕ και όλη η ψευτοαριστερά είναι αντίθετοι στην Τράπεζα θεμάτων με το επιχείρημα ότι την προηγούμενη φορά που εφαρμόστηκε αυξήθηκε η σχολική αποτυχία. Η «πονηρή» ΟΛΜΕ φυσικά δεν αναφέρει ότι η εισαγωγή της συνοδεύτηκε με αύξηση του διαβάσματος και της παρακολούθησης στο σχολείο, ότι η αύξηση της αποτυχίας δεν οφειλόταν στην υπερβολική δυσκολία των θεμάτων, αλλά στο γεγονός ότι το γνωστικό επίπεδο των μαθητών είναι πολύ χαμηλό, ούτε φυσικά και στο γεγονός ότι με την κατάργησή της από το ΣΥΡΙΖΑ, που αναφέρθηκε και σαν μεγάλη επιτυχία του συνδικαλιστικού κινήματος, η πλειοψηφία των μαθητών σταμάτησε να διαβάζει και να ασχολείται με το διάβασμα (σε συνδυασμό και με τη βάση 9,5 και με την ελάττωση του αριθμού των εξεταζόμενων μαθημάτων τον Ιούνη).
ε) Ο νόμος εισάγει την αναγραφή στα απολυτήρια Γυμνασίου και Λυκείου τη διαγωγή του μαθητή, η οποία είχε καταργηθεί από το ΣΥΡΙΖΑ το 2017. Πρόκειται για ένα αναχρονιστικό μέτρο που φέρνει την εκπαίδευση στις μαύρες εποχές της αντιδημοκρατίας και του αυταρχισμού. Πρέπει να καταργηθεί άμεσα.
ζ) Ο νόμος νομοθετεί (με λεκτικές αλλαγές) την αξιολόγηση-εσωτερική και εξωτερική-των σχολείων. Τα σχετικά άρθρα είναι σχεδόν πιστή αντιγραφή του αντίστοιχου νόμου 4547/2018 του ΣΥΡΙΖΑ. Η διαφορά είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έλεγε την αξιολόγηση «αποτίμηση εκπαιδευτικού έργου», ενώ στο νέο νόμο λέγεται αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων (εσωτερική αξιολόγηση) και εξωτερική αξιολόγηση των σχολικών μονάδων ως προς το εκπαιδευτικό έργο τους. Ο νόμος προβλέπει τον προγραμματισμό στην αρχή της χρονιάς των δράσεων των εκπαιδευτικών του σχολείου ή ομάδας εκπαιδευτικών ή ομάδας σχολείων παρουσία ενός Συντονιστή (που υπάρχει και σήμερα για μια ομάδα σχολείων μιας Διεύθυνσης Εκπαίδευσης) και στο τέλος της χρονιάς ο ίδιος σύλλογος συντάσσει μια έκθεση που τη στέλνει στο Συντονιστή και την αναρτά στην ιστοσελίδα του σχολείου. Αυτή είναι η εσωτερική αξιολόγηση. Ο Συντονιστής συντάσσει μια έκθεση με τις παρατηρήσεις του την οποία αποστέλλει στο αντίστοιχο όργανο της Περιφέρειας και αυτό με τις παρατηρήσεις του από το σύνολο των σχολείων της περιφέρειάς του αποστέλλει στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Αυτή είναι η εξωτερική αξιολόγηση. Στην πραγματικότητα αυτό που ζητείται εδώ είναι τα αυτονόητα. Αν δηλαδή η σχολική μονάδα θα πραγματοποιήσει κάποιους στόχους πέρα από τη διδασκαλία των μαθημάτων. Ασφαλώς δεν θα διαφωνήσουμε, αλλά, με την προϋπόθεση ότι αυτή η αξιολόγηση θα χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά και μόνο για τη βελτίωση της διδασκαλίας, της παρεχόμενης γνώσης και της βελτίωσης των δεξιοτήτων των εκπαιδευτικών. Είμαστε αντίθετοι με κάθε είδους τιμωρητική αξιολόγηση για τους εκπαιδευτικούς και κάθε είδους διαχωρισμό των σχολικών μονάδων που ίσως στο μέλλον έχει σχέση με την κρατική τους χρηματοδότηση. Η ΟΛΜΕ φυσικά αρνείται οποιαδήποτε αξιολόγηση, ακόμη και για τα αυτονόητα επισείοντας τον μπαμπούλα της ατομικής τιμωρητικής αξιολόγησης των καθηγητών, που ο νόμος δεν αναφέρει.
στ) Ο νόμος θεσπίζει εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας που συντάσσεται από το διευθυντή αλλά αποφασίζεται από το σύλλογο διδασκόντων, το ΔΣ του συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του σχολείου, έναν εκπρόσωπο του αντίστοιχου δήμου και για τη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση και από το προεδρείο του 15μελούς των μαθητών του σχολείου. Δηλαδή από όλους τους παράγοντες της σχολικής ζωής. Πρόκειται αναμφίβολα για θετικό άρθρο. Οπότε είναι φυσικό η ΟΛΜΕ να είναι αντίθετη. Η ΟΛΜΕ με επικεφαλής το ψευτοΚΚΕ, τον ΣΥΡΙΖΑ και τις Παρεμβάσεις είναι πάντα αντίθετη με οποιαδήποτε συμμετοχή είτε των μαθητών, είτε των γονιών στη σχολική ζωή. Ζητάει πάντα προσλήψεις και ειδικούς. Αντίθετα θα έπρεπε να ζητείται η μαζική συμμετοχή γονέων, μαθητών και καθηγητών στο ζήτημα αυτό. Η ΟΛΜΕ και τα σοσιαλφασιστικά κόμματα που εκπροσωπούνται σε αυτήν δεν θέλουν ποτέ οι μάζες να κάνουν τίποτα που να είναι έξω από τον έλεγχό τους. Αυτό δείχνει πόσο πολύ υποτιμούν και φοβούνται την οργάνωση των ανθρώπων για την αλλαγή και την οργάνωση της ζωής τους.
ζ) Ο νόμος θεσπίζει επίσης Σύμβουλο Σχολικής Ζωής, που είναι δύο εκπαιδευτικοί του σχολείου, για την επίλυση ενδοσχολικών προβλημάτων (σχολικός εκφοβισμός κλπ), οι οποίοι όμως θα βοηθιούνται από το σύλλογο διδασκόντων. Θεωρούμε ότι αυτό θα ήταν πολύ θετικό αν τα ενδοσχολικά προβλήματα λυνόντουσαν από την τριάδα σύλλογος διδασκόντων, μαζί με το 15μελές των μαθητών με τη βοήθεια ενός παιδαγωγού ειδικευμένου σε τέτοια ζητήματα. Η ΟΛΜΕ θέλει τα ζητήματα αυτά να τα λύνουν αποκλειστικά οι ειδικοί ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί που λειτουργώντας ανεξέλεγκτα από τα συλλογικά όργανα του σχολείου για τόσο ζωτικά και λεπτά ζητήματα θα έχουν όλο και περισσότερο τη τάση να τα λύνουν στο σκοτάδι και συμβιβαστικά υπέρ της κάθε φορά πιο ισχυρής πλευράς μια διένεξη. Όπως η ΟΛΜΕ γράφει στη σχετική ανακοίνωσή της (28-4): «όσο πιο ανταγωνιστικό και δύσκολο είναι ένα εκπαιδευτικό σύστημα τόσο πιο πολύ αυξάνονται οι απορριπτικές τάσεις και τα φαινόμενα σχολικού εκφοβισμού». Άρα εύκολες και λίγες εξετάσεις και φυσικά φταίει πάντα ο καπιταλισμός, «από τον οποίο θα απαλλαχτείτε εύκολα ψηφίζοντας εμάς». Δεν χρειάζεται να κάνετε τίποτα άλλο! Ο σοσιαλφασισμός που διαλύει μια χώρα για να υποδουλωθεί αυτή στα ξένα νέα αφεντικά σε όλο το μεγαλείο του.
η) Ο νόμος τιμωρεί τον αναπληρωτή ο οποίος θα παραιτηθεί μετά την ανάληψη της υπηρεσίας του με στέρηση του δικαιώματος πρόσληψης εκτός του τρέχοντος έτους και για άλλα δύο ακόμη χρόνια χωρίς πρόσληψη. Θεωρούμε απαράδεκτο αυτό το άρθρο που πρέπει να καταργηθεί άμεσα. Αυτό, γιατί είναι γνωστό ότι οι αναπληρωτές δέχονται πιέσεις από τις σημερινές συνθήκες της φτώχειας από τη μια, από το γεγονός ότι οι περισσότεροι είναι μεγάλης ηλικίας με οικογένειες, και από το γεγονός ότι πολλές φορές το κόστος διαμονής στον τόπο πρόσληψης εξαιτίας του τουρισμού είναι πολύ υψηλό και άρα δυσβάσταχτο για τους αναπληρωτές. Το κράτος ακόμη και οι δήμοι δεν παίρνουν κανένα μέτρο, ενώ θα έπρεπε να γίνεται το αντίθετο για αυτούς τους εκπαιδευτικούς.
θ) Ο νόμος αυξάνει τον αριθμό των Πειραματικών και των Πρότυπων σχολείων. Όσον αφορά τα Πειραματικά σχολεία, εφόσον η πρόσβαση σε αυτά είναι ελεύθερη θεωρούμε ότι καλά υπάρχουν και αυξάνονται γιατί πράγματι εκεί δοκιμάζονται νέες και καινοτόμοι εκπαιδευτικές μέθοδες και οι δάσκαλοι είναι γενικά καλοί και αποτελεσματικοί στη διδασκαλία. Όσον αφορά στη λειτουργία των Προτύπων θα επανέλθουμε σε επόμενο άρθρο μας.
Συμπερασματικά ο νέος νόμος έχει θετικά στοιχεία σε σχέση πάντα με την προηγούμενη διαλυτική πορεία του σχολείου, αλλά είναι αρνητικός σε σχέση με μια πραγματικά προοδευτική πολιτική για το σχολείο και δεν θα μπορέσει να ανακόψει ουσιαστικά αλλά μόνο να καθυστερήσει την πορεία προς τη διάλυση του ενταγμένη στην αποικιοποίηση της χώρας από το σαμποταριστικό διακομματικό καθεστώς που τη διοικεί.