Κεντρική θέση στην προσπάθειά τους έχει η υπονόμευση της πολιτικής ενότητας των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κυρίως μέσω της εκστρατείας των ρωσόφιλων και ρωσόδουλων ανά την Ευρώπη ενάντια στο βρετανικό εμβόλιο της AstraZeneca, με ταυτόχρονους «ύμνους» στο ρώσικο εμβόλιο Sputnik V. Για το τελευταίο, η Μόσχα αρνείται εδώ και καιρό να στείλει ολοκληρωμένα και πλήρη στοιχεία στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (EMA), προκειμένου ο τελευταίος να τα εξετάσει και να το εγκρίνει προς χρήση στο έδαφος της ΕΕ. Οι γκεμπελιστές φίλοι της Ρωσίας πιάνονται από απειροελάχιστα περιστατικά θρομβοεμβολών μετά τη χρήση του εμβολίου της AstraZeneca (π.χ. στη Βρετανία, παρουσιάστηκαν 30 περιστατικά σε σύνολο 18,1 εκατομμυρίων εμβολιασμών, με τα 7 από αυτά να είναι θανατηφόρα), όμως ως δια μαγείας για το ρώσικο εμβόλιο, που είναι παραπλήσιας τεχνολογίας με εκείνο της Astra (αδενοϊού), όλες τους οι ανησυχίες και αντεμβολιαστικές προλήψεις ως δια μαγείας χάνονται, όπως και κάθε επιπλοκή από τη χρήση του εμβολίου.
Ήδη οι ξετσίπωτα ρωσόφιλοι δεξιοί και ακροδεξιοί, τύπου Κουρτς και Όρμπαν της Αυστρίας και της Ουγγαρίας αντίστοιχα, κάνουν τους πλασιέ του ρώσικου εμβολίου, με το δεύτερο ήδη να εμβολιάζει το λαό του με ρώσικα και κινέζικα εμβόλια που δεν έχουν λάβει καμία έγκριση από τις ευρωπαϊκές αρχές. Στην Ελλάδα είδαμε τους ντόπιους πλασιέ του Sputnik Τσίπρα και Βελόπουλο να ζητούν με πάθος την αγορά του από την Ελλάδα στη συζήτηση στη Βουλή την Παρασκευή 2 Απριλίου, ακόμη και σε σύγκρουση με την ΕΕ, ενώ ανάλογη ερώτηση είχε κάνει προ ημερών και ο Κεγκέρογλου του ΚΙΝΑΛ (υπέρ και του ρώσικου, αλλά και των κινέζικων εμβολίων!). Ο Μητσοτάκης, φυσικά, παρά το γεγονός ότι ψέλλισε δυο λόγια για την ανυπαρξία πλεονάσματος εμβολίων στη Ρωσία για εξαγωγή και για το γεγονός ότι οι Ρώσοι δεν στέλνουν τα απαραίτητα στοιχεία στον EMA, δεν κατάγγειλε καθόλου τους πλασιέ του Sputnik V, με πρώτο τον Τσίπρα, ως υπονομευτές της ευρωπαϊκής ενότητας έναντι μιας Ρωσίας που συστηματικά και αποδεδειγμένα την υπονομεύει. (Για το ζήτημα AstraZeneca και την άρρηκτη σχέση του με τη ρώσικη προσπάθεια υπονόμευσης της ΕΕ, έχουμε γράψει αναλυτικά βλ. Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ ΕΜΒΟΛΙΟ ΤΗΣ AstraZeneca ΚΑΙ ΤΟ ΣΠΟΥΤΝΙΚ).
Τα παραπάνω συμβαίνουν την ίδια στιγμή που η Ρωσία πηγαίνει απελπιστικά αργά τον εμβολιασμό του ίδιου του ρώσικου λαού, αποκαλύπτοντας πόσο κυνικά χρησιμοποιεί η Μόσχα το εμβόλιο για την κατάκτηση θέσεων και επιρροής, ιδιαίτερα σε μη ιμπεριαλιστικές χώρες του Τρίτου Κόσμου, με τις οποίες ανακοινώνει συνεχώς συμφωνίες για την παραγωγή του. Αυτό αναγκάστηκε να το παραδεχτεί και η πλέον εξαιρετικά ύποπτη για τη στάση της στους εμβολιασμούς εγκάθετη της Μέρκελ στην προεδρία της Κομισιόν, Φον Ντερ Λάιεν, αντανακλώντας το ότι στα όργανα της ΕΕ υπάρχει αυθόρμητη οργή και αντίσταση στα βρώμικα παιχνίδια των λακέδων του ρώσικου σοσιαλιμπεριαλισμού μες στην Ευρώπη.
Αν αξίζει να σημειωθεί εδώ κάτι περισσότερο, είναι ότι σημαντικός στόχος της Μόσχας είναι να οξύνει περαιτέρω τις σχέσεις ΕΕ - Βρετανίας, στα πλαίσια της φασιστικής «γεωπολιτικής» ανάλυσης του Ντούγκιν περί μιας Βρετανίας - “μακριού χεριού” των ΗΠΑ στην Ευρώπη, που εμποδίζει την ευρασιατική ολοκλήρωση ηπειρωτικής Ευρώπης - Ρωσίας - Κίνας. Δεν είναι τυχαίο που ο λακές της Ρωσίας στο Λονδίνο, Φάρατζ, προμοτάρει ακριβώς τη γραμμή μιας Βρετανίας που έχει πολύ μεγαλύτερη πολιτισμική σχέση με τον αγγλοσαξονικό κόσμο (ΗΠΑ, Καναδάς, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία) παρά με την Ευρώπη, προσπαθώντας να διευρύνει το χάσμα που άνοιξε το Brexit. Ήδη οι προτεστάντες αγγλόφιλοι σοβινιστές στη Βόρεια Ιρλανδία ζητούν από τον Τζόνσον να αγνοήσει το πρωτόκολλο που προβοκατόρικα του επέβαλε η ΕΕ, με το οποίο πρακτικά επιβάλλονται τελωνειακοί έλεγχοι στο εμπόριο μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας, δηλαδή μεταξύ επαρχιών της ίδιας χώρας (Ηνωμένο Βασίλειο), γεγονός που αναμένεται να οξύνει περαιτέρω τις σχέσεις Λονδίνου και Βρυξελλών, προς χαρά του ρωσοκινέζικου Άξονα.
Κατασκοπεία, Ουκρανία και Λευκορωσία
Την ίδια στιγμή που οι ρωσόφιλοι και ρωσόδουλοι που έχουν εγκατασταθεί στις ευρωπαϊκές καγκελαρίες και στις Βρυξέλλες δίνουν μάχες περί όνου σκιάς με τη Βρετανία, η μία μετά την άλλη οι ευρωπαϊκές χώρες ανακαλύπτουν δίκτυα κατασκοπείας των Ρώσων σοσιαλιμπεριαλιστών, τα οποία μάλιστα λειτουργούν και με ελάχιστες -πια- προφυλάξεις.
Προ ημερών η Βουλγαρία ανακοίνωσε την ανακάλυψη δικτύου ρωσικής κατασκοπείας με κέντρο τη ρώσικη πρεσβεία στη Σόφια, η οποία «χειριζόταν» γυναίκα αξιωματούχο του βουλγάρικου υπουργείου Άμυνας, που φέρεται να παρέδιδε σημαντικά στοιχεία για τα αμυντικά σχέδια του NATO. Στην Ιταλία, υποπλοίαρχος του πολεμικού ναυτικού βρέθηκε να πουλάει έναντι 5.000 ευρώ στρατιωτικά σχέδια σε Ρώσο αξιωματούχο. Κι όλα αυτά σε δύο από τις πλέον ρωσόφιλες σε επίπεδο ηγεσίας χώρες της ΕΕ, με το “Βουλγαρικό Σοσιαλιστικό Κόμμα” των πρώην μπρεζνιεφικών “κνιτών” να αποτελεί κανονικό ρώσικο πρακτορείο, αλλά και τη «φιλοευρωπαϊκή» κυβέρνηση Μπορίσοφ να έχει ως εταίρους της τους ακροδεξιούς ρωσόφιλους φασίστες. Στη δε Ιταλία, ούτε ένα από τα εκπροσωπούμενα στη Βουλή πολιτικά ρεύματα, ακροδεξιά, κεντρώα ή ψευτοαριστερά, δεν έχει εκφράσει οποιεσδήποτε αντιπουτινικές τάσεις, ενώ όλα ομνύουν στις καλές σχέσεις με τη Μόσχα. Έτσι, ο τουλάχιστον υφεσιακός προς τη Ρωσία «οικουμενικός» πρωθυπουργός Ντράγκι δεν έβγαλε άχνα για την υπόθεση της κατασκοπείας, περιοριζόμενος στη σιωπηρή απέλαση δύο Ρώσων διπλωματών. Έχουμε δει και από την περίπτωση Τσίπρα - Κοτζιά το 2018 πόσο «αποδεικτικές» του αντιπουτινισμού είναι αυτού του τύπου οι απελάσεις, που πιθανότατα γίνονται σε συνεννόηση με τη Ρωσία για τα μάτια των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της ηγεσίας του ΝΑΤΟ κλπ.
Την ίδια ώρα, και φαινομενικά εκτός φάσης, η Ρωσία, δύο μήνες μετά την αποχώρηση του εκλεκτού της φίλου Τραμπ από τον Λευκό Οίκο, άρχισε να συγκεντρώνει στρατό κοντά στα σύνορα της με την Ουκρανία, δηλαδή κοντά στις μισοκατεχόμενες από δικούς της μισθοφόρους ουκρανικές επαρχίες του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ. Μέσω των κρατικών χαλκείων της, RT και Sputnik, η Μόσχα άρχισε ξαφνικά να διαδίδει ότι η Ουκρανία σκοπεύει να επιτεθεί στις «λαϊκές δημοκρατίες» του Ντονμπάς, να κάνει χρήση μη επανδρωμένων αεροσκαφών που έχει προμηθευτεί από την Τουρκία για να ανακαταλάβει τα κατεχόμενα εδάφη, ότι θα βοηθηθεί από στρατεύματα του ΝΑΤΟ κλπ.
Φυσικά, η κριτική που πρέπει να ασκείται εδώ στους Αμερικάνους ιμπεριαλιστές και στους υπόλοιπους δυτικούς μονοπωλιστές που κυριαρχούν πολιτικά και στρατιωτικά στο πλαίσιο του NATO δεν είναι ότι «προκαλούν» τη Ρωσία (που στην πραγματικότητα καθόλου δεν το κάνουν), αλλά αντίθετα ότι άφησαν την Ουκρανία και ειδικότερα την Κριμαία και το Ντονμπάς έρμαια στη ρώσικη φασιστική επεκτατικότητα, ακριβώς λόγω του οικονομισμού τους, των ενεργειακών τους δεσμών με το καθεστώς Πούτιν, αλλά και της σιχαμερής αγάπης του για το «στάτους κβο», το οποίο βέβαια κάθε άλλο παρά διατηρούν υποχωρώντας απέναντι στους νεοχιτλερικούς εισβολείς και ακρωτηριαστές χωρών του Κρεμλίνου. Κι όταν προσπαθούν να το ανατρέψουν, είναι πάντα σε συνεργασία και με την άδεια της Ρωσίας, η οποία στο τέλος «μαζεύει όλο το πολιτικό χαρτί», όπως έκανε πριν χρόνια στη Σερβία, στον Αφγανιστάν, στο Ιράκ, στη Λιβύη και τώρα στη Λευκορωσία με τον Λουκασένκο.
Εκεί, σε μια «σχιζοφρενική» κατάσταση, η ΕΕ βρέθηκε να υποστηρίζει μια εντελώς ρωσόφιλη αντιπολίτευση, η οποία κατηγορούσε τον Λουκασένκο λίγο έως πολύ ως εθνικιστή και όχι αρκετά ρωσόφιλο, ενώ ο Πούτιν, ο οποίος κάνει πάντα τον ουδέτερο προς φίλο του κάθε τριτοκοσμικού εθνικιστή δικτάτορα, περίμενε υπομονετικά ο αρκετά ανεξάρτητος Λουκασένκο να “σπάσει” και να συρθεί στα πόδια του για βοήθεια. Κι αυτό έγινε, οπότε πλέον η αντιπολίτευση στη Λευκορωσία μόλις που ακούγεται, η στρατιωτική συνεργασία Ρωσίας - Λευκορωσίας έχει αναβαθμιστεί σε βαθμό συγχώνευσης, ενώ ολοένα και φουντώνουν οι φήμες για ενοποίηση των δύο χωρών, δηλαδή για καταβρόχθιση των Λευκορώσων από το γιγάντιο ιμπεριαλιστή γείτονά τους. Κι όλα αυτά όταν λίγο πριν τις εκλογές του Αυγούστου 2020, ο Λουκασένκο είχε συλλάβει Ρώσους μισθοφόρους και είχε προχωρήσει στα μεγαλύτερα δυνατά ανοίγματά του προς την ΕΕ. Όπως ακριβώς είχαμε προβλέψει, είτε ο Λουκασένκο θα υποτασσόταν ολοκληρωτικά στη Ρωσία, με αποδυνάμωση των αυτοδυναμικών εθνικιστών και ενδυνάμωση των ρωσόδουλων μέσα στο καθεστώς του (όπως φαίνεται να γίνεται ως τώρα) ή, αν αποδεικνυόταν πραγματικά ατίθασος έναντι της Μόσχας, ο Πούτιν θα έστριβε την τανάλια μαζί με την Ευρώπη και θα προέκυπτε μια ευρω-ρώσικη Λευκορωσία, τύπου Σερβίας, που μετά τη “φιλοευρωπαϊκή” εξέγερση του 2001, είναι πιο φιλορώσικη απ’ ό,τι επί Μιλόσεβιτς.
Φαίνεται ότι, μολονότι πάντα η τριτοκοσμική ανεξαρτησία θα είναι ο βαθύτερος εχθρός κάθε ιμπεριαλιστή και ειδικότερα κάθε υπερδύναμης - και μάλιστα φασιστικής όπως η Ρωσία, ο Πούτιν προτιμά πια την υποταγή του τριτοκοσμικού κρατικού ηγέτη, με παραμονή του όμως στην εξουσία (Άσαντ, Μαδούρο, Λουκασένκο), ως δέλεαρ για κάθε αυταρχικό στο εσωτερικό της κάθε δοσμένης μη ιμπεριαλιστικής χώρας δικτατορίσκο.
Ήδη η στάση της Ρωσίας στο πρόσφατο πραξικόπημα στη Μιανμάρ και το δυνάμωμα των δεσμών της Μόσχας με τη νεόκοπη τοπική χούντα, που άρχισε να σκοτώνει πατριώτες και δημοκράτες Βιρμανούς δείχνει πόσο η τελευταία, μαζί με τους Κινέζους σοσιαλιμπεριαλιστές και ηγεμονιστές, είναι έτοιμη να αναλάβει το ρόλο του προστάτη κάθε δολοφόνου, πραξικοπηματία και διεθνή παρία, στο όνομα τάχα της αντίθεσης στη «διεθνή τάξη πραγμάτων» των ΗΠΑ και της Δύσης. Μάλιστα στη Μιανμάρ οι Ρώσοι βγήκαν πιο φανατικοί χουνταίοι και από τους Κινέζους φασίστες φίλους τους, ενώ από ρεπορτάζ που είδαν το φως της δημοσιότητας φαίνεται ότι η Ρωσία διατηρεί δεσμούς με τους Βιρμανούς καραβανάδες ήδη από την εποχή των Μπρέζνιεφ - Γκορμπατσόφ (βλ. Russia's gamble in post-coup Myanmarστηνταϊλανδική Bangkok Post).
Χονγκ Κονγκ και Ουιγούροι
Ο δεύτερος πόλος του ρωσοκινέζικου Άξονα, οι Χαν νεοκουμφουκιανοί εθνικοσοσιαλιστές που κυβερνούν στο Πεκίνο, περνάνε πια στο ανοιχτό χτύπημα κάθε επίφασης δημοκρατισμού που τον επέτρεπαν ως ένα ελάχιστο σημείο για να ξεγελούν κάποιες μετρημένες στα δάχτυλα διεθνείς οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα ή κανέναν κάπως ευαίσθητο σε ζητήματα δημοκρατισμού βρετανό βουλευτή.
Ήδη η Κίνα καταργεί πρακτικά όλες τις εγγυήσεις για διατήρηση κάποιων ψηγμάτων αστικής δημοκρατίας στο Χονγκ Κονγκ, τα οποία περιλαμβάνονται στη Σινο-Βρετανική διακήρυξη του 1984 και αποτέλεσαν προϋπόθεση για την παράδοση της πόλης από τους Βρετανούς στους Κινέζους το 1997. Οι εγγυήσεις αφορούν την περίοδο τουλάχιστον έως το 2047 και ποδοπατιούνται τώρα βάναυσα, με τη μείωση των άμεσα εκλεγόμενων βουλευτών του Χονγκ Κονγκ στην τοπική βουλή σε 20 στους 90 και με αύξηση των άμεσα διορισμένων επιτρόπων - «βουλευτών» από πλευράς Πεκίνου. Ήδη πολλοί εξ όσων συμμετείχαν στο δημοκρατικό, αν και προβοκαρισμένο στην ηγεσία του κίνημα του 2019 στην πόλη βρίσκονται στη φυλακή ή υπό περιορισμό, ενώ πολλοί επιλέγουν να λάβουν βρετανικό διαβατήριο και να φύγουν για το Ην. Βασίλειο, προβλέποντας όξυνση του κλίματος διχτατορικής ασφυξίας.
Οι Κινέζοι φασίστες δεν κάνουν βήμα πίσω και σχετικά με τις καταγγελίες που δέχονται για την πρωτοφανή για την εποχή μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο χιτλερικού τύπου καταπίεση που ασκούν στο μουσουλμανικό λαό των Ουιγούρων, στη δυτική κινεζική επαρχία Σινγιάνγκ.
Διεθνείς οργανώσεις υπολογίζουν ότι άνω του 1,5 εκατ. Ουιγούροι έχουν κρατηθεί (από το 2014 έως τουλάχιστον το 2019) χωρίς τη χρήση οποιουδήποτε νομικού πλαισίου, ακόμη και του φασιστικού κινεζικού, σε μυστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης στη συγκεκριμένη κινεζική επαρχία, προκειμένου να τους γίνει «ιδεολογική θεραπεία» αποριζοσπαστικοποίησης (!). Στα στρατόπεδα αυτά της ταπείνωσης, οι άνθρωποι υποχρεώνονται να διαβάζουν την προπαγάνδα του σοσιαλφασιστικού “Κ”Κ Κίνας και να τραγουδούν καθημερινά συνθήματα υπέρ της μακροζωΐας του «προέδρου Σι». Υπάρχουν επίσης καταγγελίες σεξουαλικών βασανιστηρίων, βιασμών και μαζικών επεμβάσεων στείρωσης (!!) γυναικών, καθώς το κινεζικό κράτος θεωρεί τα θηλυκά μέλη της μειονότητας “μηχανές παραγωγής μωρών”, κάτι που θέλει να το σταματήσει για δημογραφικούς λόγους!
Ταυτόχρονα, τα στρατόπεδα αυτά λειτουργούν και ως στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας για την κατασκευή εξαγωγικών προϊόντων, κυρίως παραγόμενων από το βαμβάκι που παράγεται στο ίδιο το Σινγιάνγκ και αποτελεί το ένα πέμπτο του βαμβακιού που παράγεται σε όλο τον πλανήτη.
Οι ΗΠΑ απαγόρευσαν τον Ιανουάριο του 2021 τις εισαγωγές βαμβακιού από την περιοχή, ενώ και μεγάλες εταιρείες και μάρκες ένδυσης και υπόδυσης, όπως οι Nike και H&M, είχαν δηλώσει νωρίτερα ότι αναθεωρούν τις σχέσεις τους με προμηθευτές τους από την ευρύτερη περιοχή. Σ’ αυτή την εκστρατεία, οι Κινέζοι φασίστες απάντησαν με θράσος πρόσφατα, σημειώνοντας ότι κηρύσσουν μποϊκοτάζ στις ηλεκτρονικές πλατφόρμες λιανικού εμπόριου στα προϊόντα των συγκεκριμένων εταιρειών.
Την ίδια ώρα, τα κινεζικά πολεμικά αεροσκάφη μπαίνουν ολοένα και πιο συχνά τις τελευταίες ημέρες στη ζώνη αεράμυνας της δημοκρατικής εδώ και αρκετές δεκαετίες Ταϊβάν, αναγκάζοντας τις ένοπλες δυνάμεις του νησιού να ενεργοποιούν αντιαεροπορικά όπλα και να βρίσκονται σε συνεχή επαγρύπνηση.
Όλες οι τελευταίες κινήσεις των καθεστώτων Πούτιν - Σι επισφραγίστηκαν και επικυρώθηκαν με την επίσκεψη Λαβρόφ στο Πεκίνο, που έμμεσα πλην σαφώς διακήρυξε την ύπαρξη των ρωσοκινέζικου Άξονα και την πλήρη απέχθειά του για κάθε μορφή δημοκρατίας, καθώς αυτή την ταύτισε έντεχνα με την ιμπεριαλιστικού τύπου «εξαγωγή δυτικού τύπου δημοκρατίας από τις ΗΠΑ». Παράλληλα, ο Λαβρόφ κάλεσε οι δύο χώρες να ξεφορτωθούν το αμερικανικό δολάριο στις μεταξύ τους συναλλαγές.
Αντιστάσεις
Μέσα σε ένα τέτοιο σκηνικό, το γεγονός ότι ο Μπάιντεν, έστω και υπό την πίεση του δημοσιογράφου Τζορτζ Στεφανόπουλος, αποκάλεσε τον Πούτιν “δολοφόνο”, δείχνει, εκτός της αυξημένης συνειδητοποίησης από πλευράς των πολιτικών εκπροσώπων του αμερικάνικου μονοπώλιου, μετά τη λαίλαπα Τραμπ, για τον κίνδυνο που αποτελεί η Ρωσία, και το πόσο απομονωμένη είναι πια η κατερχόμενη υπερδύναμη από φίλους και συμμάχους.
Εκτός του ότι ο Μπάιντεν έχει απέναντί του το κόμμα της άλλης μισής αστικής τάξης της χώρας του, που ακόμη σε επίπεδο στελεχών τρέμει τον Τραμπ και δεν τολμά να του ασκήσει κριτική για να μη χάσει τις ρεπουμπλικανικές έδρες σε Βουλή και Γερουσία, έχει και το εσωτερικό μέτωπο των «κνιτών» και «βαρουφάκηδων» μέσα στο Δημοκρατικό Κόμμα, τύπου Σάντερς και Κορτέζ (AOC), που πάντα υπονομεύουν μέσα στον προοδευτικό κόσμο την αντιρώσικη και αντικινεζική γραμμή ως «εκδήλωση αμερικάνικου ιμπεριαλισμού», συντηρώντας δηλαδή και μέσα στην αμερικάνικη φτωχολογιά και διανόηση τη βρώμικη θεωρία ότι η Ρωσία και η Κίνα βρίσκονται γενικά σε άμυνα έναντι των τάχα «παντού και πάντα» επιτιθέμενων ΗΠΑ.
Ούτε όμως στην Ευρώπη η δήλωση Μπάιντεν έγινε δεκτή με ενθουσιασμό. Και πώς θα μπορούσε, όταν η σταζίτισσα Μέρκελ έβγαλε ήδη νέο αρχηγό της CDU τον Λάσετ, δηλωμένο ξετσίπωτα ρωσόφιλο και κινεζόφιλο, ενώ παραπίσω για την καγκελαρία περιμένει και ο Ζέντερ (CSU) της Βαυαρίας, επίσης φίλος της προσέγγισης με τη Ρωσία και κολλητός του έτερου φίλου του Πούτιν, του Αυστριακού Κουρτς. Την ίδια ώρα, η Ιταλία, όπως αναφέραμε και νωρίτερα, είναι μασίφ ρωσόφιλη, η Ισπανία των Σοσιαλιστών και των - γνωστών για τους δεσμούς τους με μουλάδες του Ιράν και Μαδούρο - ρωσόδουλων Podemos κάθε άλλο παρά ενοχλεί τη Μόσχα, ενώ ο -στην πράξη- πολιτικός αρχηγός της ΕΕ, Γάλλος πρόεδρος Μακρόν, θυμήθηκε πριν από έναν χρόνο την Αντάντ και μπήκε μπροστά για «επανεκκίνηση» των σχέσεων με τη Ρωσία, προφανώς γιατί η Μόσχα του πουλάει εκδουλεύσεις και βοήθεια για τη γαλλική επιρροή στο Λίβανο, στο Μαγκρέμπ και στην υποσαχάρια Αφρική.
Ο δε όλο και πιο πουτινόφιλος -παρά τις κάποιες αντιστάσεις του στο Ουκρανικό- Ερντογάν βγήκε να υπερασπιστεί το νέο καλό του φίλο, Πούτιν, επιπλήττοντας τον Μπάιντεν για τον τρόπο που εκφράστηκε, δείχνοντας ανάγλυφα το πόσο έχουν αλλάξει οι συσχετισμοί μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων όχι μόνο σε σχέση με την Τουρκία, αλλά και διεθνώς.
Εκείνος που παρά την ξεπερασμένη και εν μέρει γεμάτη φαντασιώσεις διευρυμένης επιρροής περί «παγκόσμιας» Βρετανίας, κρατά αρκετά καλά είναι ο Τζόνσον, με το υπουργείο Εξωτερικών του να τοποθετεί, στην πρόσφατη έκθεσή του για την εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφάλειας, τη Ρωσία ως την “πλέον άμεση απειλή για την ασφάλεια του κράτους» και την Κίνα ως τον «No1 εθνικό στρατηγικό αντίπαλο». Καλά στέκεται τόσο στο θέμα του Χονγκ Κονγκ και των Ουιγούρων, όσο και σε εκείνα της Ουκρανίας και της ρωσικής επιθετικότητας. Δεν είναι, δε, καθόλου απίθανο οι συνεχείς τρικλοποδιές και οξύνσεις της σχέσης ΕΕ - Βρετανίας, που σχεδόν πάντα, μετά το οριστικό διαζύγιο την 1η του Γενάρη του 2021, ξεκινάνε από τις Βρυξέλλες, να είναι ο φόρος που πληρώνει για την σχετικά με όλους τους άλλους δυτικούς σθεναρή στάση του έναντι του ρωσοκινέζικου σοσιαλιμπεριαλισμού (πρόσφατα διακήρυξε - και σωστά - την αύξηση και τον εκσυγχρονισμό των βρετανικών πυρηνικών κεφαλών, ώστε να πλησιάσουν τις γαλλικές στις μερικές εκατοντάδες, καθώς Ρωσία και ΗΠΑ διαθέτουν χιλιάδες).
Οι λαοί, πάντως, μόνο ως εφεδρείες μπορούν να χρησιμοποιήσουν αντιστάσεις τύπου Μπάιντεν και Τζόνσον. Αυτές καθυστερούν τον αντίπαλο και δίνουν ευκαιρίες ζύμωσης και συνειδητοποίησης για τους λαούς του ιμπεριαλιστικού πρώτου και δεύτερου κόσμου. Από την άλλη μεριά όμως, ο ρώσικος και ο κινέζικος σοσιαλιμπεριαλισμός, ακριβώς σαν “σοσιαλ”, δηλαδή σαν «αντιιμπεριαλιστικοί», ενίοτε και «αντικαπιταλιστικοί» ιμπεριαλισμοί, πρέπει να βρουν μπροστά τους μέτωπα λαών, εθνών, μη ιμπεριαλιστικών χωρών και λαϊκές αντιστάσεις μέσα σε κάθε χώρα - στόχο τους, ιμπεριαλιστική ή μη. Πλατιά δημοκρατικά, αντιφασιστικά, πατριωτικά μέτωπα, με ισχυρή, καθοδηγητική την προλεταριακή συνιστώσα που θα αποκαλύπτει τους ρωσοκινέζους γκαουλάιτερ από τα αριστερά στις μάζες και θα ποδοπατά την «αντινεοφιλελεύθερη αντιδυτική», τελικά αντισημιτική δημαγωγία τους είναι ο μόνος δρόμος για την ανάσχεσή τους και για την προετοιμασία -σε τελική ανάλυση- της τελικής μάχης ενάντια σε κάθε ιμπεριαλισμό, κάθε μεσαιωνική αντίδραση, κάθε εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και έθνους από έθνος.