Μία ημέρα μετά, τη Δευτέρα 19 του Γενάρη, ήταν προγραμματισμένη η κατάθεσή του εισαγγελέα σε επιτροπή του αργεντίνικου Κογκρέσου, όπου θα τεκμηρίωνε τις κατηγορίες του, τόσο κατά της Κίρχνερ όσο και κατά του υπουργού Εξωτερικών, Χέκτορ Τίμερμαν.
Το τελευταίο του μήνυμα, το οποίο εστάλη σε συγγενείς του από το κινητό του την ημέρα της δολοφονίας του, έλεγε: “Είμαι καλύτερα από ποτέ και αργά ή γρήγορα η αλήθεια θα νικήσει”. Ο Νισμάν ήταν Αργεντίνος εβραίος και ζούσε τα τελευταία 10 χρόνια υπό συνεχείς απειλές για τη σωματική του ακεραιότητα και τη ζωή του.
Ενώ οι αρχές του νεοπερονιστικού, σοσιαλφασιστικού καθεστώτος της Αργεντινής πήγανε να κουκουλώσουνε στα γρήγορα την υπόθεση, λέγοντας ότι “δεν υπάρχουν στοιχεία εγκληματικής ενέργειας” κι ότι πρόκειται δήθεν για αυτοκτονία, η κατάσταση βρομούσε από χιλιόμετρα κι έτσι η αφήγηση της Κίρχνερ άλλαξε σχεδόν αμέσως: ο εισαγγελέας έγινε “ενεργούμενο σκοτεινών δυνάμεων”, οι οποίες τάχα τον εκμεταλλεύτηκαν και μετά τον σκότωσαν, τάχα για να “ενοχοποιήσουν” το “αντιιμπεριαλιστικό” καθεστώς, που έχει κάνει την Αργεντινή έναν από τους καλύτερους φίλους του Άξονα Ρωσίας - Κίνας - Ιράν στη Λατινική Αμερική.
Όμως, επειδή η Αργεντινή δεν είναι Ελλάδα να έχει για “αντιπολίτευση” στο σοσιαλφασισμό Σαμαράδες, Βενιζέλους και ρώσικα “Ποτάμια”, ο λαός της και σε ένα βαθμό και η μη σοσιαλφασιστική αντιπολίτευση σήκωσαν το γάντι: διαδηλώσεις άναψαν αμέσως, με πρωτοπορία τους εβραίους και τους δημοκράτες της χώρας, με κορυφαία εκείνη η οποία διοργανώθηκε στις 18 Φεβρουαρίου, ακριβώς έναν μήνα μετά τη δολοφονία του έντιμου δικαστικού. Επρόκειτο για μια “πορεία σιωπής” στη μνήμη του Νισμάν, στην οποία έλαβαν ενεργά μέρος και πολλοί εν ενεργεία δικαστικοί της χώρας και μάλιστα ως βασικοί διοργανωτές. Αυτό επίσης θα ήταν αδιανόητο στην Ελλάδα όπου η πλειοψηφία του Αρείου Πάγου ψήφισε υπέρ του ναζί Πλεύρη.
Ο εισαγγελέας Χεράρντο Πογισίτα, ο οποίος ανέλαβε τον φάκελο της υπόθεσης που κόστισε τη ζωή του Νισμάν, δεσμεύθηκε να συνεχίσει την έρευνα του προκατόχου του και να οδηγήσει κυβερνητικούς αξιωματούχους ακόμη και στο δικαστήριο, εάν αποδειχτεί η συμμετοχή τους στη συγκάλυψη του ιρανικού φασιστικού - αντισημιτικού εγκλήματος. Η κυβέρνηση της Αργεντινής χαρακτήρισε προκλητικά την απόφασή του ως “δικαστικό πραξικόπημα”.
Η σοσιαλφασίστρια πρόεδρος μάλιστα δημοσίευσε αμέσως διάταγμα με το οποίο διαλύει τις - προφανώς μη ελεγχόμενες από την ίδια- υπηρεσίες πληροφοριών της χώρας και τις αντιθιστά με μια νέα υπηρεσία, τυπικά υπό τον έλεγχο της δικαιοσύνης, ουσιαστικά όμως υπό τον δική της προσωπική, δικτατορική εξουσία.
Ο δάκτυλος των μουλάδων
Η Οργάνωση του Ισλαμικού Τζιχάντ, σιιτική ισλαμοφασιστική οργάνωση που δρούσε στο νότιο Λίβανο με ιρανική χρηματοδότηση και στήριξη τη δεκαετία του ’80, είχε χτυπήσει στις 17 Μαρτίου 1992 την πρεσβεία του Ισραήλ στο Μπουένος Άιρες, αφήνοντας πίσω της 29 νεκρούς και 242 τραυματίες. Το δε πλήγμα στην Ισραηλινο-Αργεντινική Ένωση που ερευνούσε ο Νισμάν, με τους 85 νεκρούς και 300 τραυματίες, στις 18 Ιουλίου του 1994, σύμφωνα με όλα τα στοιχεία, ήταν οργανωμένο από την Τεχεράνη και το διεκπεραίωσαν σιίτες ισλαμοφασίστες της λιβανικής Χεζμπολάχ.
Η δικαιοσύνη της Αργεντινής, μετά από χρόνια ερευνών που είχαν καθυστερήσει αδικαιολόγητα, κατηγόρησε και επισήμως το Ιράν για τη δεύτερη και μεγαλύτερη επίθεση του 1994, η οποία, σύμφωνα με την έρευνα, έγινε σε αντίποινα για την τότε απόφαση της λατινοαμερικανικής χώρας να σταματήσει να παρέχει στην Τεχεράνη πυρηνικά υλικά και τεχνολογία αιχμής.
Οργανωτής της επίθεσης ήταν ο αξιωματούχος των Φρουρών της Επανάστασης του Ιράν (των ιρανικών ισλαμοφασιστικών SS, που δρούν δίπλα και παράλληλα με τον ιρανικό στρατό) Αχμάντ Βαχίντι, ο οποίος διατέλεσε αργότερα, μεταξύ 2009 και 2013, υπουργός Άμυνας της κυβέρνησης του Αχμαντινετζάντ.
Οι Αργεντίνοι σοσιαλφασίστες συγκαλύπτουν
Η απόδειξη της συνενοχής του αργεντίνικου καθεστώτος υπό την Κίρχνερ με τους φονιάδες της Τεχεράνης είναι διττή: αφ’ ενός, τον Ιανουάριο του 2013, υπέγραψαν με την κυβέρνηση των μουλάδων του Ιράν “μνημόνιο συνεργασίας για την ανακάλυψη της αλήθειας για την επίθεση”. Όπως είχε σχολιάσει τότε η Αμερικανική Εβραϊκή Επιτροπή, “αυτό ισοδυναμεί με υπογραφή μνημονίου με τη χιτλερική Γερμανία για την ανακάλυψη της αλήθειας για τη Νύχτα των Κρυστάλλων”.
Αφ ‘ετέρου, η Κίρχνερ πέτυχε τη διάσπαση των οικογενειών των θυμάτων και των πολυάριθμων οργανώσεών τους, δεχόμενη στο προεδρικό μέγαρο και κάνοντας αβρότητες μόνο στους συγγενείς εκείνους που ήταν διατεθειμένοι να δεχτούν τη γραμμή της συνεργασίας με το Ιράν, που διαφωνούσαν με την έρευνα του εισαγγελέα Νισμάν και που ήταν επίσης έτοιμοι να δεχθούν ότι τόσο η έρευνα σαν τέτοια όσο και οι αντιδράσεις μετά τη δολοφονία του εισαγγελέα ήταν τάχα “ποδηγετημένες από την αντιπολίτευση για μικροπολιτικούς λόγους”.
Η έρευνα του Νισμάν ήταν τόσο εμπεριστατωμένη και φτάνει τόσο βαθιά στο παρελθόν, που κάνει λόγο για τρομοκρατικό δίκτυο υπό την ηγεμονία και οργάνωση του Ιράν, στημένο ήδη από τη δεκαετία του ’80, το οποίο διαθέτει επιχειρησιακούς βραχίονες σε Αργεντινή, Βραζιλία, Παραγουάη, Χιλή, Κολομβία, Γουϊάνα, Τρίνινταντ - Τομπάγκο και Σουρινάμ.
Η Κίρχνερ με τον Άξονα, ο λαός με την ανεξαρτησία
Η Κίρχνερ, με πρόσχημα την πρόσφατη διαμάχη της με τα funds των ΗΠΑ, υποστήριξε - μέσω αποχής - στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ τη ρωσική προσάρτηση της ουκρανικής Κριμαίας, έχει κάνει ήδη την Κίνα τον σημαντικότερο εμπορικό εταίρο της Αργεντινής, ενώ η Ρωσία την υποστήριξε - ανέξοδα - στη διαμάχη της με τη Μεγάλη Βρετανία για τα νησιά Μαλβίδες - Φόκλαντς.
Η Μόσχα έχει χωθεί ήδη βαθιά στην πυρηνική ενέργεια, στα ορυχεία και στα υδροηλεκτρικά της Αργεντινής, με τους Πούτιν - Κίρχνερ να μιλούν για “στρατηγική συμμαχία” των χωρών τους. Μετά την Κούβα, τη Νικαράγουα, τη Βενεζουέλα, τη Βολιβία, τον Ισημερινό και την Ουρουγουάη, σε μεγάλο βαθμό και τη Βραζιλία, ο σοσιαλιμπεριαλισμός έχει κερδίσει άλλη μια βάση στην πάλαι ποτέ “αυλή” του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού.
Ωστόσο, η αντίσταση του λαού της Αργεντινής στη βρόμικη πρόσδεση της χώρας στο νεοχιτλερικό Άξονα των ανατολικών φασισμών, σε συνδυασμό με τις αντιστάσεις τμήματος της ίδιας της αργεντίνικης αστικής τάξης, δείχνουν ότι ο δρόμος των σοσιαλφασιστών δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα.
Η Αργεντινή είναι μια αναπτυγμένη χώρα του Τρίτου Κόσμου κι έχει τη φυσική τάση για κρατική ανεξαρτησία, όπως και ο λαός της για εθνική λευτεριά. Το αρνητικό παράδειγμα του κουβανικού κάτεργου, που έσυρε στη λάσπη τις παρακαταθήκες της δίκαιης επανάστασης του 1956-1959, καθώς και η βαθιά κρίση του μισοδικτατορικού καθεστώτος Τσάβες - Μαδούρο στη Βενεζουέλα, δείχνουν στους Αργεντίνους τι πρέπει να αποφύγουν και τους οδηγούν αντικειμενικά στη στράτα του δημοκρατικού, πατριωτικού αντιιμπεριαλιστικού αγώνα.