Όμως αυτή η γελοιότητα είναι μόνο η μια πλευρά του ζητήματος, η άλλη πλευρά του είναι σοβαρή.
Συγκεκριμένα: Όταν ο Σύριζα καλεί το λαό να κατεβεί στην απεργία δεν εννοεί να κατεβεί ενάντια στην κυβέρνηση, εννοεί να κατεβεί ενάντια στα μέτρα της κυβέρνησης για τα οποία η ίδια ισχυρίζεται ότι δεν έχει καμιά ευθύνη. Αυτό που επαναλαμβάνει διαρκώς η κυβέρνηση Σύριζα, είναι ότι η ίδια δεν εγκρίνει καθόλου τα μέτρα που επιβάλει, αλλά τα επιβάλει γιατί τελεί υπό καθεστώς εκβιασμού και βιασμού. Η κυβέρνηση λέει ότι βιάζεται από τους δανειστές, και δέχεται να υποκύπτει σε αυτό το βιασμό όχι επειδή δεν έχει αξιοπρέπεια αλλά επειδή θυσιάζεται για το λαό, σαν τη μάνα που δέχεται το βιασμό για να σώσει το παιδί της που απειλείται με εξόντωση από το βιαστή.
Το ότι ο Τσίπρας πήρε 35% στις εκλογές και ο Καμμένος άλλο ένα 4%, και όλη η υδρόγειος απόρησε, ενώ πολλοί στη χώρα μας είπανε ότι έχουμε έναν ηλίθιο και αδύναμο λαό, που ανέχτηκε την πιο ξεδιάντροπη εξαπάτηση όλων των εποχών, έχει κι αυτό μια ανάλογη εξήγηση.
Η εξήγηση είναι ότι η εικόνα της βιαζόμενης κυβέρνησης δεν είναι καθόλου έξω από τη συνείδηση αυτού του λαού. Για την ακρίβεια είναι εντελώς μέσα στη συνείδηση του, και μάλιστα όχι μόνο του 35%, ότι όλη η χώρα μας εκβιάζεται και βιάζεται από τους δανειστές εδώ και 5 χρόνια. Όλη η πολιτική ζωή της χώρας μας ξετυλίγεται με δεδομένη εδώ και χρόνια τη διακομματική αυτή εικόνα που το καθεστώς έχει φιλοτεχνήσει για το λαό και το μόνο διαφιλονικούμενο ζήτημα είναι αν μπορούμε ή όχι σαν έθνος να αντισταθούμε στο βιαστή, δηλαδή στους δανειστές, δηλαδή στην Ευρώπη. Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ πάντα απαντούσαν στην κύρια πλευρά της προπαγάνδας τους ότι δεν υπάρχει ούτε θα υπάρξει άλλος δρόμος από την αποδοχή του βιασμού γιατί τέτοιος είναι από τη φύση του ο συσχετισμός δύναμης ανάμεσα στο θύτη και το θύμα. Ο Σύριζα, μαζί με το ψευτοΚΚΕ, η εξωκοινοβουλευτική λεγόμενη αριστερά και οι Ναζί της ΧΑ απαντούσαν κι απαντούν ότι μπορούμε να νικήσουμε το βιαστή τοκογλύφο και τους προδότες φίλους του της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ αν το θελήσουμε είτε με ένα αντινεοφιλελεύθερο μέτωπο (ο Σύριζα) είτε με τη λαϊκή εξουσία (το ψευτοΚΚΕ) ή με μια «πατριωτική» συμμαχία με τη Ρωσία (οι Ναζί).
Ο Σύριζα εμφανίστηκε το Σεπτέμβρη λέγοντας ότι δεν εγκατέλειψε τη δικιά του θέση, δηλαδή ότι δεν έκανε καμιά κωλοτούμπα, απλά έδωσε με πάθος μια πρώτη μεγάλη μάχη με το βιαστή τοκογλύφο, την έχασε λόγω διεθνών συσχετισμών και αναγκάστηκε μετά να υποχωρήσει τακτικά. Όμως υποσχέθηκε ότι θα συνεχίσει την αντίσταση για να σώσει ότι μπορεί να σωθεί, ώσπου να υπάρχουν τάχα καλύτεροι συσχετισμοί για μια νέα ανοιχτή αναμέτρηση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές του Σεπτέμβρη γιατί ο κόσμος που τον πίστεψε και τον ψήφισε το Γενάρη, θέλησε να τον πιστέψει αν και πολύ πιο ανόρεχτα το Σεπτέμβρη για να μην ξαναγυρίσει στην παραδομένη υποτίθεται στους βιαστές συγκυβέρνηση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, και για να μην χαθεί με τις ονειροφαντασίες που του πρόσφερε το ψευτοΚΚΕ, η ΛΑΕ και οι βρυκόλακες Ναζί.
Αυτό λοιπόν που φαίνεται σαν σκέτα γελοίο με το «Σύριζα εναντίον Σύριζα» της 12 του Νοέμβρη έχει πίσω του το βαθιά ριζωμένο μεγάλο πανεθνικό καθεστωτικό παραμύθι του βιασμού της χώρας από τους δανειστές. Η ΟΑΚΚΕ είναι το μόνο πολιτικό κόμμα που έχει αποκαλύψει με συνέπεια αυτήν την απάτη αποδεικνύοντας βήμα βήμα ότι οι βιαστές δεν είναι έξω αλλά μέσα στη χώρα, ότι δεν είναι οι δανειστές αλλά οι ίδιοι οι πρωθυπουργοί και οι κομματικές ηγεσίες που προκάλεσαν με το σαμποτάζ της παραγωγής τη χρεωκοπία της χώρας το 2009 και τη συνεχιζόμενη βύθιση της χώρας με τη συνέχιση και μάλιστα την κλιμάκωση του παραγωγικού σαμποτάζ μέσα στη χρεωκοπία και χάρη στη χρεωκοπία.
Στη βάση αυτού του εθνικού παραμυθιού οικοδομήθηκε η στρατηγική του ελληνικού καθεστώτος των σαμποταριστών-βιαστών να διασπάει πολιτικά τους δανειστές, δηλαδή την ΕΕ και την ΕΖ για λογαριασμό του αφεντικού του, του αρχισαμποταριστή, αρχιβιαστή των λαών και αρχιπροβοκάτορα Πούτιν. Αυτή η στρατηγική συνίσταται εδώ και πέντε χρόνια στο να προσποιείται η κάθε ελληνική κυβέρνηση ότι θέλει να δεχτεί τους όρους του ξένου βιαστή, αλλά ότι τάχα την εμποδίζει ασταμάτητα η λαϊκή οργή που την εκφράζει η εκάστοτε αντιπολίτευση με τις 24ωρες ψευτοαπεργίες της, τις πληκτικές διαδηλώσεις της, και τις φαντασμαγορίες των μολότωφ του ψευτοαναρχισμού σε έναν μη πόλεμο με την αστυνομία που στήνει το πολιτικό καθεστώς γιατί μόνο έτσι προσφέρεται στα διεθνή πρακτορεία η εικόνα μιας ανύπαρκτης λαϊκής εξέγερσης. Υποταγή και αντίσταση είναι το πάγιο στημένο δίπολο του διακομματικού πολιτικού καθεστώτος που σε επίπεδο κορυφής μοιράζει ρόλους και κρατάει όλη την Ευρώπη στα νύχια καμιά φορά και στα πρόθυρα νευρικής κρίσης καθώς ξενυχτάει κάθε τόσο τους ηγέτες της σε ατελείωτες διαπραγματεύσεις.
Αυτό το παιχνίδι παίζεται και τώρα με το Σύριζα αλλά σε ανώτερη ποιότητα. Ενώ δηλαδή με τα ΝΔ-ΠΑΣΟΚ οι κυβερνήσεις δήλωναν φιλικές με το δανειστή- υποτιθέμενο βιαστή, η κυβέρνηση Σύριζα δηλώνει την έχθρα της γι αυτόν, τόσο πολύ ώστε να καλεί το λαό να τον καταγγείλει μαζί με τη δήθεν όλο και πιο αριστερή αντιπολίτευση.
Το αληθινό πρόβλημα σε αυτό το σκηνικό δεν είναι τόσο η διπροσωπία του αρχι-σαμποταριστή Σύριζα που αρνείται, όπως και η προηγούμενη κυβέρνηση να εφαρμόσει οποιοδήποτε θετικό μέτρο που θα απελευθέρωνε τις συστηματικά μπλοκαρισμένες παραγωγικές δυνάμεις της χώρας, όσο η αθλιότητα των δυτικών μονοπωλιστών δανειστών που ευχαρίστως δέχονται να αναλαμβάνουν την πολιτική ευθύνη των μέτρων πείνας που οφείλονται συντριπτικά στο εσωτερικό σαμποτάζ. Δηλαδή δέχονται να εμφανίζονται αυτοί στον ελληνικό λαό σαν οι βιαστές ακριβώς όπως θέλει η κυβέρνηση που διαδηλώνει εναντίον τους την ώρα που απαιτεί νέα δάνεια.
Αυτή η στάση των δανειστών οφείλεται σε δυο λόγους: Ο ένας είναι η υποταγή της πλειοψηφίας των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων στην απειλή διάσπασης της ΕΖ που κραδαίνουν σε κάθε κρίσιμη στιγμή οι ρωσόφιλοι της ΕΖ (Μέρκελ, Ρέντζι , Ολάντ) και των ΗΠΑ (Ομπάμα) αν δεν συνεχίσουν να δανειοδοτούν την Ελλάδα. Αυτός είναι ο βασικός λόγος που η συντριπτική πλειοψηφία των χωρών της ΕΖ υπέκυψε στο γαλλο-ιταλικό βέτο ενάντια στη γενικά σωστή στο σκεπτικό της πρόταση του ευρωπαϊστή και αντιπουτινικού Σόυμπλε να διωχτεί η Ελλάδα από την ΕΖ. Ο άλλος λόγος είναι η χοντρόπετση οικονομίστικη αντίληψη του δυτικού φιλελεύθερου μονοπώλιου ότι η οικονομική του ισχύς μπορεί να εξουδετερώσει οποιαδήποτε πολιτική αβαρία, όπως την επίπτωση της κατηγορίας κατά του βιαστή, ακόμα και όταν αυτή του απευθύνεται από μια μικρή χώρα οπότε εύκολα γίνεται πιστευτή. Στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτή η κατηγορία γίνεται συντριπτική όταν τις κατηγορίες της μικρής χώρας κατά των ευρωπαίων δανειστών τις διατυμπανίζουν και οι δύο υπερδυνάμεις
Να γιατί ο βρώμικος Τσίπρας δεν διστάζει να κατηγορεί τους δανειστές και να διαδηλώνει εναντίον τους για τα μέτρα για τα οποία στην πραγματικότητα ο ίδιος ευθύνεται. Αυτό έχει μια μεγάλη γελοιότητα αλλά ανέκαθεν ο φασισμός είχε μια μεγάλη γελοιότητα, που η ρίζα της βρίσκεται στο παθολογικό του αυτάρεσκο θράσος και στην περιφρόνηση κάθε λογικής. Όμως ένα από τα αντικειμενικά όπλα του φασισμού είναι για μια μεγάλη περίοδο το να θεωρείται κυρίως γελοίος από τα έξυπνα θύματα του.
Αυτό ισχύει και για τον πυρήνα του σοσιαλφασισμού. Δεν είναι για παράδειγμα γελοίο που το «αδιάλλακτο εργατικό» ΠΑΜΕ έχει γίνει εδώ και αρκετά χρόνια ο κύριος διοργανωτής των «ταξικών» απεργιών, οι οποίες στην κύρια πλευρά τους κατευθύνονται ενάντια στην τρόικα, δηλαδή σε έναν εχθρό που βρίσκεται έξω και με αρκετή ασφάλεια μακριά από τη χώρα; Δεν είναι γελοίες αυτές οι απεργίες που γίνονται αραιά και που και διαρκούν κατά κανόνα 24 ώρες για να αντιμετωπίσουν, υποτίθεται, τον ανυπόφορο και διαρκή πόνο ενός λαού; Δεν είναι γελοίο που κινούνται με σύνθημα ζύμωσης τη λαϊκή εξουσία αλλά δεν γίνονται ποτέ με ζυμώσεις και αποφάσεις μαζικών συνελεύσεων των πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων οργάνων, η που είναι τόσο κοντά στη λαϊκή εξουσία ώστε να κινούν ελάχιστους εργάτες, αλλά όλες τις κρατικές επιχειρήσεις και υπηρεσίες; Και που ο παλμός τους συγκινεί και αναρριγάει όλο τον κάλπικο πατριωτισμό κάθε γνήσιου δεξιού και ακροδεξιού και μάλιστα κάθε ναζιστή που πρωταγωνιστούσε στο κίνημα των «αγανακτισμένων»;
Που λοιπόν βρίσκεται από τακτική πολιτική άποψη η βάση όλης αυτής της γελοιότητας; Βρίσκεται στο ότι αυτές οι 24ωρες «ηρωικές» απεργίες δεν είναι τίποτα άλλο από βοήθεια στον Τσίπρα αντι-Τσίπρα για να διαπραγματευτεί με τον βαυαρό εχθρό από καλύτερες θέσεις.
Αν ωστόσο θέλει κανείς να πάει κάπως βαθύτερα για να βρει τι σημαίνει αυτή η γελοιότητα από γενική στρατηγική και ιδεολογική άποψη θα βρει ένα πράγμα: τον εισοδισμό των πρακτόρων του σοσιαλ-ιμπεριαλισμού που ξεχύνονται μέσα στο κράτος της ελληνικής αστικής τάξης μασκαραμένοι σε λαϊκούς και προλεταριακούς τύπους για να τρομάζουν την τελευταία και να την εντυπωσιάζουν ταυτόχρονα. Στην πραγματικότητα όμως ούτε σ αυτό δεν μπορούν να σηκωθούν πιο ψηλά από ένα μεγαλοαστό πράκτορα των ίδιων αφεντικών, του πατέρα όλων των εισοδιστών μέσα στο ελληνικό κράτος, τον τροτσκιστή Α. Παπανδρέου που άνοιξε το δρόμο προς την πολιτική εξουσία όλων των τσιπραίων και μεθαύριο, αν ο λαός δεν σταματήσει αυτή την πορεία, όλων των κουτσουμπαίων. Ένα από τα καλύτερα μαθήματα που έδωσε ο ταλαντούχος διπρόσωπος Α.Π στους διαδόχους του ήταν το εξής: Άλλο το κόμμα, άλλο η κυβέρνηση. Με αυτόν τον τρόπο η αρχική πασοκική κυβέρνηση του Κέντρου παρίστανε τη μετριοπαθή δύναμη στην παλιά ανήσυχη αστική τάξη αλλά από πίσω της την έσπρωχνε σε σύγκρουση με αυτήν ο διψασμένος για εξουσία απέραντος μικροαστικός πασοκικός κομματικός στρατός με το σύνθημα «το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, ο λαός στην εξουσία». Για να μετριάζει αυτές τις αδηφάγες ή αρχικά και αφελείς κραυγές κάθε τόσο ο Παπανδρέου έκανε και μια εσωκομματική εκκαθάριση των «αριστεριστών» αυτού του στρατού. Έτσι φτιάχνοντας ολόκληρη σχολή εισοδιστικής υποκρισίας έμαθε τους Σημίτη, Καραμανλή τον Β, Γ. Παπανδρέου, Α. Σαμαρά, πως να φέρουν τελικά έναν κνίτη στην κρατική εξουσία, που έχει μάθει με εντατική διδασκαλία τόσο καλά το μάθημα του ώστε να επιχειρεί να μοιάσει ακόμα και στα φερσίματα με τον ιδρυτή της σχολής.
Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε το εξής: η ελληνική ψευτοαριστερά όσο και να παριστάνει την επαναστατική, τη ριζοσπαστική, την αντικαπιταλιστική και μάλιστα όσο περισσότερο την παριστάνει, κρύβει μέσα της πάντα το μικροαστό που θέλει να γίνει κι αυτός κάτι, και μάλιστα να δείξει στους κλασικούς αυτούς αστούς ότι είναι ανώτερός τους και ότι μπορεί να τους διατάζει, ενώ στην πραγματικότητα θα είναι στην καλύτερη περίπτωση ένας υποτακτικός του τελευταίου ρώσου νεοαποικιοκράτη. Πάντως εκεί στο πέρασμα από το ταπεινωμένο του εγώ στην εξουσία, εκεί ακριβώς είναι που αυτό το φουσκωμένο τίποτα που γίνεται ταυτόχρονα τόσο επικίνδυνο όσο και γελοίο.