Η ΟΜΥΛΕ συνεχίζει να καταγγέλλει την πρόταση του υπουργείου για τα εργασιακά ως ανεπαρκή. Στην τελευταία ανακοίνωση της θεωρεί υπεύθυνους τόσο την κυβέρνηση όσο και τα πολιτικά κόμματα για το εργασιακό καθεστώς που θα επικρατήσει στο λιμάνι. Χαρακτηρίζει ζήτημα δημοκρατίας και εθνικής κυριαρχίας τη διασφάλιση των εργασιακών δικαιωμάτων, και ζητάει τόσο από την κυβέρνηση όσο και από τα κόμματα να τοποθετηθούν.
Η ΟΑΚΚΕ θα συνεχίζει να στηρίζει με κάθε τρόπο τους λιμενεργάτες και τους εργαζόμενους του ΟΛΠ στον αγώνα τους και θα επιμείνει στην καμπάνια της διαφώτισης του λαού για το έγκλημα της μετατροπής του Πειραιά σε κινέζικη αποικιακή και φασιστική βάση, και τις συνέπειες που θα έχει αυτό για το λαό της πόλης και για όλη τη χώρα.
Με αποικιοκρατική αλαζονεία η Κόσκο απαιτεί την επέκταση του εργασιακού γκέτο
Για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της Κόσκο αρχικά η κυβέρνηση “παρέλειψε” στο κείμενο του νόμου για τη λειτουργία του λιμανιού και τη διοίκηση του ΟΛΠ από την Κόσκο, να συμπεριλάβει οποιαδήποτε ρύθμιση για τα εργασιακά δικαιώματα, και στη συνέχεια αρνήθηκε επίμονα μια τέτοια ρύθμιση παρά τις επανειλημμένες διαμαρτυρίες των σωματείων. Μόνο ύστερα από τον παρατεταμένο απεργιακό αγώνα των λιμενεργατών που κράτησε ένα μήνα με κύριο αίτημα να ισχύσει ο Γενικός Κανονισμός Προσωπικού του ΟΛΠ και να μη θιγεί το υφιστάμενο εργασιακό καθεστώς στη νέα κατάσταση, η κυβέρνηση πρόσθεσε μια κολοβή διάταξη που αναφέρεται σε ισχύ υπό όρους του κανονισμού, και για να χρυσώσει το χάπι στους λιμενεργάτες τους πρόσφερε τη δυνατότητα μετατάξεων, ένα αίτημα που δεν είχαν και δεν πρόβαλαν μέχρι να τους το προτείνει το υπουργείο για να τους ξεφορτωθεί η Κόσκο και να φτιάξει ανενόχλητη το εργασιακό γκέτο της και να πληρώνει γι αυτό το ελληνικό κράτος.
Συγκεκριμένα στο κυβερνητικό νομοσχέδιο προβλέπεται ότι το Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΛΠ το οποίο θα διορίζει η Κόσκο, έχει την εξουσία να καταργήσει και να αντικαταστήσει τον υφιστάμενο Γενικό Προσωπικό Κανονισμού με μια απλή απόφασή του. Για να καθησυχάσει τους λιμενεργάτες ο διπρόσωπος Δρίτσας, κατέφυγε στην εξής μεθόδευση: Άφησε τη ρύθμιση όπως έχει, και στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου συμπεριέλαβε μία ερμηνεία, σύμφωνα με την οποία η ρύθμιση αυτή δεν μπορεί να εφαρμοστεί για την κατάργηση του κανονισμού, παρόλο που αυτό προβλέπεται ρητά στο κείμενο του νόμου μπροστά στον οποίο η αιτιολογική έκθεση δεν έχει καμιά ισχύ. Σε ότι αφορά την αλλαγή του κανονισμού επίσης συμπεριέλαβε ερμηνεία στην αιτιολογική έκθεση ότι δεν μπορεί αυτή να γίνει μονομερώς, αλλά χωρίς ρητή αναφορά σε διαδικασία αλλαγής με συλλογική σύμβαση ή με διαιτησία όπως ζητούσαν οι εργαζόμενοι. Είναι σαφές ότι ούτε και αυτή η ερμηνεία θα έμπαινε στην αιτιολογική έκθεση χωρίς την πίεση των κινητοποιήσεων των εργαζομένων. Είναι όμως ακόμα πιο σαφές ότι ένα κράτος που έχει αποδείξει πόσο είναι διατεθειμένο να καταργεί την εργατική νομοθεσία του στην πράξη υπέρ της Κόσκο, θα της επιτρέψει να κάνει τις δικές της ερμηνείες στο πως θα χρησιμοποιήσει τα δικαιώματα που της δίνει ο ίδιος ο νόμος.
Ήδη κατά τη διαδικασία της ψήφισης του νομοσχεδίου στη Βουλή, κυβέρνηση και κοινοβουλευτικά κόμματα δέχτηκαν την πραξικοπηματική παρέμβαση της Κόσκο και της ικανοποίησαν μια σειρά από αιτήματα που της δίνουν διευρυμένες εξουσίες στο λιμάνι και καταργούν σε πολλά σημεία τον κρατικό έλεγχο.
Συμπεράσματα από τον αγώνα των λιμενεργατών
Οι λιμενεργάτες έχουν καταγγείλει τους παράνομους όρους με τους οποίους δόθηκε αρχικά η προβλήτα ΙΙ στην Κόσκο, ιδιαίτερα τις σκανδαλώδεις φοροαπαλλαγές, στη συνέχεια η ΙΙΙ με το “φιλικό” διακανονισμό κράτους - Κόσκο επί κυβέρνησης Σαμαρά και στην τελευταία φάση επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ το όργιο των παράνομων και παράτυπων διαδικασιών που ακολουθήθηκαν για να πάρει η Κόσκο όλο το λιμάνι. Ο αγώνας τους στην τελευταία αυτή φάση κλιμακώθηκε με την απεργία που κράτησε για ένα μήνα και που είχε σαν κύριο το δίκαιο αίτημα της διασφάλισης των εργασιακών τους δικαιωμάτων από την ΚΟΣΚΟ. Ιδιαίτερα η ΟΜΥΛΕ είχε κινήσει μία σειρά προσφυγών και στην Ευρώπη, στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, αλλά και στην Ελλάδα ενάντια στις παράνομες διαδικασίες που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις με την έγκριση ή την ανοχή όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων.
Οι κινητοποιήσεις αυτές, παρόλο που πέτυχαν κάποιες υποχωρήσεις από την πλευρά της κυβέρνησης δεν έχουν ακόμα πετύχει το βασικό στόχο τους: Να μην επεκταθούν σε όλο το λιμάνι οι πρωτοφανείς για μεγάλη επιχείρηση στην Ελλάδα βάρβαρες εργασιακές συνθήκες της Κόσκο.
Όπως είπαμε στην αρχή ένας παράγοντας για αυτό είναι ότι ο αγώνας βρέθηκε από την αρχή σε απομόνωση από το σύνολο των κοινοβουλευτικών κομμάτων και από τα ελεγχόμενα από αυτά συνδικάτα, γιατί είναι όλα τους φιλοκινέζικα, όπως αποδείχτηκε περίτρανα στη συζήτηση στη Βουλή για τον κυρωτικό νόμο της σύμβασης παραχώρησης.
Οι κυβερνήσεις και οι ηγεσίες των κοινοβουλευτικών κομμάτων έχουν κάνει ότι μπορούν για την εγκατάσταση στον Πειραιά του φασιστικού κινέζικου μονοπωλίου γιατί είναι δουλικές στο νέο μεγάλο αφεντικό της χώρας, τη Ρωσία του Πούτιν της οποίας η Κίνα είναι στρατηγική σύμμαχος. Γι’ αυτό άλλωστε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προχωράει στην ιδιωτικοποίηση του ΟΛΘ με το ίδιο μοντέλο που εφαρμόστηκε στο λιμάνι του Πειραιά γιατί συμμετέχουν στο διαγωνισμό με αξιώσεις οι ρώσικοι σιδηρόδρομοι. Εκεί η διαδικασία καθυστερεί γιατί είναι πιο δύσκολο στην Ευρώπη να χωνέψει ένα αμιγώς ρώσικο κεφάλαιο σε μεγάλο ευρωπαϊκό λιμάνι, ιδιαίτερα μετά το διαμελισμό της Ουκρανίας από τη Ρωσία.
Ήταν χαρακτηριστική η κατάπτυστη στάση των κοινοβουλευτικών κομμάτων στη Βουλή όταν παρά τις εκκλήσεις της ΟΜΥΛΕ, κανένας δεν την υποστήριξε στο αίτημα να συμπεριληφθούν οι ρυθμίσεις που ζητούσε στο νόμο, όπως επίσης και όταν αγνοήθηκαν πλήρως οι θαρραλέες καταγγελίες του προέδρου της Γεωργακόπουλου στην Επιτροπή της Βουλής για τις άθλιες συνθήκες δουλειάς στις προβλήτες ΙΙ και ΙΙΙ, για τα μηνύματα στα κινητά των εργαζομένων στις τρεις τα ξημερώματα, και για τη μεταφορά μέχρι και σήμερα των τραυματισμένων σε εργατικά ατυχήματα με ΙΧ αντί για ασθενοφόρο για να μην ελέγχεται η Κόσκο για τις συνθήκες ασφάλειας. Αντίθετα ακριβώς από αυτή τη στάση κυβέρνηση και κόμματα κινητοποιήθηκαν εσπευσμένα και κουρέλιασαν την κοινοβουλευτική διαδικασία για να ικανοποιήσουν τα αιτήματα της επιστολής της Κόσκο.
Η απομόνωση ωστόσο από τα κοινοβουλευτικά κόμματα και συνδικάτα δεν θα ήταν αρκετή για τη διάλυση αυτού του αγώνα, αν αυτός είχε καταφέρει να συσπειρώσει έστω σε επίπεδο συμπάθειας τους εργαζόμενους και το λαό του Πειραιά και όλης της χώρας.
Μία τέτοια συσπείρωση όμως δεν θα μπορούσε να γίνει κάτω από το σύνθημα που σήκωσαν από την αρχή όλα τα σωματεία των λιμενεργατών σαν κεντρικό, συμπεριλαμβανομένης της ΟΜΥΛΕ δηλαδή το σύνθημα “όχι στην ιδιωτικοποίηση”.
Πέρα από το ότι αυτό είναι ένα ψέμα αφού δεν πρόκειται για ιδιωτικοποίηση, αλλά για κρατικοποίηση του λιμανιού του Πειραιά από το κινέζικο κράτος, αυτό το σύνθημα ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες της κρίσης και της εξαθλίωσης ενός μεγάλου τμήματος του πληθυσμού, δεν μπορεί να κερδίσει το λαό όταν υπάρχουν ενάμισι εκατομμύριο άνεργοι που δεν μπορούν να βρουν όχι μια αξιοπρεπή δουλειά, αλλά οποιαδήποτε δουλειά. Ιδιαίτερα δεν μπορεί να κερδίσει τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα που δουλεύουν κάτω από άθλιες συνθήκες, με άθλια μεροκάματα, και συχνά έξω από οποιαδήποτε προστασία της εργατικής νομοθεσίας.
Αυτοί όλοι θα μπορούσαν να υποστηρίξουν με αρκετή θέρμη τους λιμενεργάτες και τους υπαλλήλους του ΟΛΠ, αν αυτοί ξεκαθάριζαν από την αρχή ότι δεν επιδιώκουν κάποια ειδικά προνόμια κρατικο-υπαλληλικού τύπου, αλλά σαν εργαζόμενοι θέλουν τα εργασιακά και τα νόμιμα συνδικαλιστικά δικαιώματα που είχαν, που έχουν σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό και άλλες μεγάλες επιχειρήσεις ακόμα και ιδιωτικές αλλά δεν τις έχει η συγκεκριμένη Κόσκο. Αν έβαζαν δηλαδή σα βασικό ζήτημα ότι δεν πρόκειται για μια ιδιωτικοποίηση που γίνεται στο λιμάνι, αλλά ότι ετοιμάζεται εκεί μια γαλέρα με εργασιακές συνθήκες Κίνας, δηλαδή φασιστικές, μιας και στις κινέζικες κρατικές επιχειρήσεις απαγορεύεται κάθε συνδικαλισμός δια ροπάλου. Αυτές οι συνθήκες δεν θα ήταν ένας ισχυρισμός αλλά είναι ζωντανές στις προβλήτες 2 και 3.
Έτσι, θα αντέστρεφαν το κλίμα που δημιουργείται από την κυβέρνηση και από τους δήθεν φιλοαναπτυξιακούς φίλους της Κόσκο, ότι οι εργαζόμενοι του ΟΛΠ είναι μία άλλη διεφθαρμένη και τεμπέλικη συντεχνία του δημοσίου που δεν θέλει επενδύσεις στην Ελλάδα που έχουν ιδιωτικού τύπου συνθήκες εργασίας. Οι εργαζόμενοι του ΟΛΠ έπρεπε να αναδείξουν ότι απλά δεν θέλουν όρους Κίνας, δηλαδή να αναδείξουν ότι δεν υπάρχει σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα αντίστοιχη περίπτωση κινέζικης επένδυσης που να έχει συνοδευτεί από την κατάργηση της νομοθετικής προστασίας των εργασιακών δικαιωμάτων στη χώρα αυτή και γενικά την καταπάτηση των κατοχυρωμένων στις ευρωπαϊκές συνθήκες στοιχειωδών εργασιακών δικαιωμάτων. Κανονικά δηλαδή αυτό το τόσο σημαντικό κίνημα έπρεπε να ζητάει ενότητα με την Ευρώπη, και όχι να την καταγγέλλει σα δήθεν υπεύθυνη για την εγκατάσταση της Κόσκο, επειδή η Ευρώπη στηρίζει τις ιδιωτικοποιήσεις.
Για να επιτραπεί στην Κίνα η εξαγορά της σουηδικής αυτοκινητοβιομηχανίας Volvo, αυτή υποχρεώθηκε να σεβαστεί ευλαβικά τις συνθήκες εργασίας όπως ακριβώς είχαν διαμορφωθεί μέχρι τη μεταβίβαση. Μόνο σε χώρες του τρίτου κόσμου, κυρίως της Αφρικής, έχει επιτραπεί στην Κίνα, να κάνει επενδύσεις με την εφαρμογή βάναυσων εργασιακών συνθηκών και κτηνώδους καταπίεσης όπως κάνει στην 2 και 3 του Πειραιά.
Στην προπαγάνδα κυβέρνησης και αντιπολίτευσης ενάντια στους λιμενεργάτες χρησιμοποιήθηκε και το ζήτημα των μετατάξεων, ιδιαίτερα αφού υπάρχει το αρνητικό ιστορικό των προγραμμάτων της εθελούσιας εξόδου με τα οποία τέλειωσαν οι κινητοποιήσεις των εργαζομένων στην πρώτη φάση της εγκατάστασης της Κόσκο στην προβλήτα ΙΙ. Τότε όλα τα σωματεία δέχθηκαν να αδειάσουν την προβλήτα για την Κόσκο με κρατικά έξοδα και τη διευκόλυναν με αυτό τον τρόπο να εγκαταστήσει το κάτεργό της.
Παρόλο που δεν έβαλαν σαν αίτημα τις μετατάξεις, τα σωματεία τις δέχθηκαν όταν τους τις πρότεινε το υπουργείο χωρίς να καταγγείλουν το φόρτωμα για άλλη μια φορά του κρατικού προϋπολογισμού για να ελαφρυνθεί το κόστος εγκατάστασης της Κόσκο. Εκεί πάτησε το πιο άθλιο κομμάτι του ΠΑΣΟΚ υπό τη σημερινή ηγεσία της φιλοσυριζαίας Φ. Γεννηματά, και όχι μόνο δεν έβαλε σαν κεντρικό ζήτημα στη Βουλή το αίτημα των εργαζομένων για σεβασμό του γενικού κανονισμού προσωπικού του ΟΛΠ, αλλά έβαλε θέμα ονομαστικής ψηφοφορίας ενάντια στις μετατάξεις, τις οποίες καταψήφισε μαζί με το ψευτοΚΚΕ και τους ναζήδες !!! Οι μετατάξεις μπορεί να υπάρχουν σαν μια διέξοδος από το νομοθετημένο πια από την κυβέρνηση κάτεργο της Κόσκο ή διέξοδος από την κόλαση της ανεργίας, ιδιαίτερα αν η Κόσκο επιχειρήσει απολύσεις των “ατίθασων” του ΟΛΠ. Όμως τα σωματεία δεν πρέπει να τις κάνουν δεκτές για άλλη μια φορά σαν κρατική μέθοδο εξαγοράς για να αδειάσουν το χώρο για λογαριασμό της Κόσκο. Γι’ αυτό πρέπει να καταγγέλλουν την κυβέρνηση ότι προτείνει τις μετατάξεις για να φέρει τη γαλέρα.
Μόνο με ένα τέτοιο κίνημα που θα ενημέρωνε το λαό της Ελλάδας, και ειδικά τον πειραιώτικο λαό, θα μπορούσε να έχει η απεργία επιτυχία ειδικά από την ώρα που προκαλούσε προβλήματα στα κρουαζιερόπλοια, στον τουρισμό, στους μικρέμπορους και στους μαγαζάτορες. Όλοι όσοι ζούσαν από αυτές τις δουλειές έγιναν εύκολα επιρρεπείς στην κρατική προπαγάνδα και την προπαγάνδα της αντιπολίτευσης ενάντια στην απεργία.
Θα μπορούσαν να πειστούν αν η απεργία έβαζε στα κεντρικά της επιχειρήματα τον κίνδυνο που αποτελεί για όλο το λιμάνι το καθεστώς της διαφθοράς και των συμμοριών που θα εγκατασταθεί μαζί με την Κόσκο. Αυτοί εμπιστεύονται τους “νέους επενδυτές” για την ανάπτυξη της οικονομικής ζωής της πόλης, και αποχαυνώνονται από τις πανηγυρικές ιαχές κυβέρνησης και αντιπολίτευσης για τη συμφωνία που θα σώσει υποτίθεται το λιμάνι, θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, νέες επιχειρηματικές δραστηριότητες κλπ. Δεν έχουν πάρει τα μαθήματα τους από όσα έχουν γίνει στις προβλήτες ΙΙ και ΙΙΙ που δεν έφεραν ούτε χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας, ούτε νέες επιχειρήσεις στην πόλη. Δεν καταλαβαίνουν ότι μπήκε καρκίνος στην Ελλάδα, ότι πρόκειται για τον πρώτο καρκινικό όγκο που εγκαταστάθηκε στην καρδιά της χώρας, στην καρδιά του εμπορίου και των μεταφορών.
Το σύνθημα “όχι στην ιδιωτικοποίηση” το επέβαλαν κατά τη γνώμη μας στους λιμενεργάτες, επί ποινή διάσπασης του αγώνα οι ψεύτικοι φίλου του της λεγόμενης αριστεράς, ΠΑΜΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΛΑΕ, και φρόντισαν μάλιστα να το φορτώσουν σε επίπεδο συνθηματολογίας με την αντιευρωπαϊκή τους πλατφόρμα που καταφέρεται ενάντια στα μνημόνια, αλλά όχι ενάντια στο παραγωγικό σαμποτάζ που τα φέρνει, ούτε ενάντια στο καθεστώς που κάνει το σαμποτάζ. Με τον ίδιο τρόπο που κρύβουν από το λαό τους αληθινούς εχθρούς του, έτσι έκρυψαν και από τους λιμενεργάτες τον αληθινό εχθρό τους στο λιμάνι που είναι το φασιστικό κράτος της Κίνας.
Αυτή η γραμμή κυριάρχησε στην Ένωση των Μόνιμων και Δόκιμων Λιμενεργατών που είναι άλλο σωματείο από την ΟΜΥΛΕ. Η διοίκηση της Ένωσης ανέστειλε πρώτη και μόνη της στις 21/6 την απεργία σε ένα κρίσιμο σημείο των διαπραγματεύσεων με το υπουργείο, πριν κατατεθεί το νομοσχέδιο και πριν βγάλει το πόρισμα της η Επιτροπή Ανταγωνισμού. Έτσι δόθηκε ένα καίριο χτύπημα στον αγώνα που έφερε διάσπαση και απομόνωσε την ΟΜΥΛΕ η οποία μπόρεσε να συνεχίσει την απεργία έως τις 24/6 με το αίτημα να αφαιρέσει η κυβέρνηση τη ρύθμιση για το δικαίωμα της Κόσκο να καταργήσει τον Γενικό Κανονισμό Προσωπικού, η οποία έχει γίνει σήμερα έχει γίνει νόμος.
Ένα αντίστοιχο και ύπουλο χτύπημα είχε δοθεί από ψευτοΚΚΕ και ναζήδες στην κινητοποίηση ενάντια στο “φιλικό διακανονισμό” κράτους -Κόσκο που της έδωσε και την προβλήτα ΙΙΙ. Τότε ένα κεντρικό επιχείρημα που είχε φέρει στο πλευρό των λιμενεργατών και τις ευρωπαϊκές συνδικαλιστικές ενώσεις και είχε δημιουργήσει προβλήματα για την έγκριση από την Κομισιόν ήταν ότι η Κόσκο δεν δέχεται το συνδικαλισμό στην προβλήτα ΙΙ. Αμέσως διοργανώθηκε από την Κόσκο μία ψευτοαπεργία μίας ημέρας στην οποία πρωταγωνίστησαν το ψευτοΚΚΕ και οι ναζήδες, μόνο και μόνο για να πειστεί η Ευρώπη ότι η Κόσκο δεν λειτουργεί πια στην Ελλάδα με όρους γαλέρας, και τελικά να πάρει το πράσινο φως για να επεκταθεί και στην προβλήτα ΙΙΙ. Από τότε μέχρι σήμερα απεργία νέα στις 2 και 3 δεν έχει γίνει ενώ συνεχίζεται εκεί η ίδια κατάσταση.
Η ΟΑΚΚΕ συμπαραστέκεται στο δίκαιο αγώνα των λιμενεργατών
Η ΟΑΚΚΕ από την πρώτη στιγμή κατάγγειλε το σχέδιο κατοχής του λιμανιού από την Κίνα με αφίσα που κολλήθηκε σε Αθήνα και Πειραιά το Δεκέμβρη του 2015 με την οποία καλούσε ταυτόχρονα σε συμπαράσταση στο δίκαιο αγώνα των λιμενεργατών και συμμετείχε με μπλοκ, πανό και συνθήματα σε πορείες και συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας των λιμενεργατών σε Αθήνα και Πειραιά. Συμμετείχε με μπλοκ στην συγκέντρωση διαμαρτυρίας τους στην Αθήνα με πανό με το σύνθημα “Να μη γίνει ο Πειραιάς κάτεργο της φασιστικής Κίνας” και στις δύο πορείες του Ιούνη στον Πειραιά κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με το Δρίτσα για την ισχύ του Γενικού Κανονισμού Προσωπικού με πανό με σύνθημα “Να μη γίνουν σκλάβοι της Κόσκο οι εργάτες του ΟΛΠ”. Ιδιαίτερα σε αυτές τις δύο τελευταίες κινητοποιήσεις η ανταπόκριση από τους λιμενεργάτες ήταν θερμή τόσο για την παρουσία μας σε αυτές όσο και για τα συνθήματα που φωνάχτηκαν όπως: “Όχι το λιμάνι κάτεργο της Κόσκο”, “Παράνομο και άκυρο το πούλημα στην Κόσκο”, “Να εφαρμοστεί η νομοθεσία, ο Πειραιάς δεν είναι κινέζικη αποικία”, “Φταίει η κυβέρνηση για την απεργία που θέλει στο λιμάνι της Κόσκο τη δουλεία”, “Ή νικάει η απεργία ή ο Πειραιάς της Κίνας αποικία”.
Τόσο στην αφίσα μας, όσο και στις προκηρύξεις μας είχαμε επισημάνει τον κίνδυνο από τους ψευτοαριστερούς δήθεν φίλους αυτού του αγώνα που έκαναν κεντρικό σύνθημα το “όχι στην ιδιωτικοποίηση” και έκρυβαν ότι πρόκειται για κρατικοποίηση υπέρ της Κίνας.
Με αυτό τον τρόπο προώθησαν τα συμφέροντα της Κίνας στο λιμάνι ανοίγοντας της το δρόμο να μετατρέψει ολόκληρο το λιμάνι του Πειραιά σε ένα δουλοκτητικό κάτεργο χωρίς εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα.
Η ΟΑΚΚΕ στην προπαγάνδα της και στα συνθήματα της έκανε κεντρικό αυτό το ζήτημα και αγκαλιάστηκε από τους λιμενεργάτες, ειδικά στην τελευταία κινητοποίηση όπου είχε μείνει μόνη της η ΟΜΥΛΕ να διαμαρτύρεται. Μιλήσαμε με εργαζόμενους και μας είπαν ότι διάβασαν τα έντυπά μας, μας παρακολουθούν, και εκτιμούν ιδιαίτερα τη συμπαράστασή μας.
Όμως ο πιο αντι-Κόσκο πυρήνας αυτού του αγώνα, η ΟΜΥΛΕ, δεν έκανε ποτέ κεντρικό σύνθημα την αντίσταση στο κάτεργο της Κόσκο και κράτησε μέχρι το τέλος τη σημαία του συνθήματος “όχι στην ιδιωτικοποίηση”, νομίζουμε κυρίως για να πετύχει την ενότητα με το άλλο σωματείο, την Ένωση των Μόνιμων και Δόκιμων Λιμενεργατών. Τελικά αποδείχτηκε ότι η κοινή λάθος προπαγανδιστική γραμμή δεν έπεισε το λαό και η διοίκηση της Ένωσης των Λιμενεργατών έδωσε και το χτύπημα με το σπάσιμο της απεργίας τη χειρότερη στιγμή.
Έτσι βασανιστικά θα ξεκινήσουν, θα διδαχθούν, και θα διαμορφωθούν τα κινήματα της νέας εποχής ενάντια στα νέα βάρβαρα αφεντικά που φέρνει στη χώρα το σοσιαλφασιστικό καθεστώς. Επειδή αυτά θα είναι υποχρεωτικά απομονωμένα από τα όλο και πιο ξενόδουλα κοινοβουλευτικά κόμματα θα αναγκαστούν να βρουν την αυτονομία τους και την ενότητα τους ενωνόμενα με το λαό και μιλώντας στο λαό στη γραμμή της πολιτικής και συνδικαλιστικής δημοκρατίας, του αντιφασισμού και του διεθνιστικού πατριωτισμού.
Οι εργαζόμενοι στο λιμάνι κρατάνε τις τύχες τους στα χέρια τους. Καμία Κίνα και κανένα δουλικό σε αυτή πολιτικό καθεστώς, κυβέρνηση και κοινοβουλευτικές ηγεσίες, δεν θα μπορέσουν να επιβάλουν το νόμο τους, αν αυτοί συσπειρωθούν για να διεκδικήσουν το δίκιο τους και επιδιώξουν το ευρύτερο δυνατό μέτωπο με τους εργαζόμενους στις προβλήτες ΙΙ και ΙΙΙ, με το λαό και με τους εργαζόμενους και τους δημοκράτες του Πειραιά, και ολόκληρης της χώρας.