Μόλις τερματίστηκε με μια νέα εκεχειρία ο δεύτερος “πόλεμος των ρουκετών” Ισραήλ-Χαμάς μετά από τον πρώτο του 2008-9
Το πολιτικό και διπλωματικό αποτέλεσμα ήταν και αυτή τη φορά μια καταστροφική ήττα για το Ισραήλ, ενώ το στρατιωτικό αποτέλεσμα απλά δεν ήταν νίκη. Όμως σε αυτού του είδους τους πολέμους αυτό που μετράει είναι το πολιτικό-διπλωματικό αποτέλεσμα, όπως αρκετά διεξοδικά το αναλύουμε στο σημαντικό άρθρο της Νέας Ανατολής του Γενάρη του 2009 που αναδημοσιεύουμε παρακάτω.
Το 2009 η γενικά ειρηνόφιλη κυβέρνηση Ολμέρτ απλά σύρθηκε σχεδόν σε αυτόν τον πόλεμο από τους προβοκάτορες της Χαμάς και γι αυτό δεν βαρύνεται ιδιαίτερα για το αποτέλεσμά του. Όμως, το 2014 η αντιδραστική κυβέρνηση Νετανιάχου δούλεψε γι αυτήν την προβοκάτσια, δηλαδή έκανε ένα πελώριο δώρο στον ισλαμοναζισμό και στον παγκόσμιο αντισημιτισμό. Δηλαδή η ηγετική κλίκα Νετανιάχου-Λίμπερμαν δεν έπεσε απλά στην προβοκάτσια της Χαμάς, όπως έπεσε η γενικά ειρηνόφιλη κυβέρνηση Ολμέρτ η οποία το 2009 απάντησε με βομβαρδισμούς της Γάζας στις προβοκατόρικες ρουκέτες της Χαμάς, αλλά διευκόλυνε τον πόλεμο και μάλιστα τον προετοίμασε πολιτικά επεκτείνοντας με μανία και αδικαιολόγητα τους οικισμούς στα κατεχόμενα παρά τη διεθνή κατακραυγή. Εννοείται ότι ακόμα, περισσότερο, προετοίμασε τον πόλεμο πολιτικά και στρατιωτικά ο βασικός υποκινητής του η Χαμάς. Αυτή τον ξεκίνησε ρίχνοντας ρουκέτες κατά αμάχων αφού είχε αυξήσει το βεληνεκές τους ώστε να απειλεί μεγάλες πόλεις και είχε φτιάξει και λαγούμια για να τρομοκρατεί και την ύπαιθρο.
Με τον πόλεμο του 2009 η φιλειρηνική κυβέρνηση Ολμέρτ-Λίβνι έπεσε και ήρθε στην εξουσία η επιθετική-επεκτατική κλίκα Νετανιάχου. Με τον πόλεμο του 2014 η κυβέρνηση Νετανιάχου ενισχύεται τουλάχιστον προσωρινά γιατί η ίδια έχει οδηγήσει τον ισραηλινό λαό στη μεγαλύτερη αντιπαλαιστινιακή του κατάπτωση και σε ένα πλαστό αίσθημα ότι μπορεί να είναι ασφαλής μόνο απαντώντας στρατιωτικά στη Χαμάς ακόμα και σε βάρος δυσανάλογα πολλαπλάσιων παλαιστίνιων αμάχων, ακόμα και επεκτείνοντας τους οικισμούς στα κατεχόμενα κόντρα στη διεθνή κοινή γνώμη. Αυτό το πλαστό αίσθημα ασφάλειας το οικοδομεί μεθοδικά εδώ και δυο δεκαετίες ο μοιραίος Νετανιάχου, ιδεολογικό παιδί των αναθεωρητών της ακροδεξιάς τάσης Ζαμποτίνσκι του σιωνιστικού κινήματος. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτός ο τύπος ήρθε στην εξουσία για πρώτη φορά το 1996 χάρη στις εντελώς απρόκλητες σφαγές δεκάδων αθώων ισραηλινών από τους προβοκάτορες της Χαμάς, και σε αυτόν ο λαός του Ισραήλ και οι δημοκρατικοί λαοί και χώρες όλου του κόσμου χρωστάνε το ουσιαστικό τέλος της διαδικασίας ειρήνευσης με τη λύση της δημιουργίας των δύο κρατών που κορυφώθηκε με τις συμφωνίες του Όσλο. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που ο Νετανιάχου έχει τις καλύτερες σχέσεις με τον Πούτιν καθώς, όπως και εκείνος, είναι ορκισμένος εχθρός της συνύπαρξης των δύο λαών, που σημαίνει εχθρός του στην πλειοψηφία του κόμματος της παλαιστινιακής εθνικής αστικής τάξης, της Φατάχ.
Όπως γράψαμε στο άρθρο μας του 2009 -και δεν κουραζόμαστε να επαναλαμβάνουμε- αυτοί οι πόλεμοι είναι πόλεμοι εικόνας, πόλεμοι μπροστά στις κάμερες και τους κερδίζει πολιτικά εκείνη η πλευρά που θα δείξει τα πιο πολλά αθώα θύματα και θα εμφανιστεί σαν η πιο αδύναμη. Ποτέ ως τώρα το Ισραήλ δεν προκάλεσε τόσα θύματα μεταξύ αμάχων και η Χαμάς δεν έκανε τόσα πολλά για να τα αυξήσει παίζοντας το κτηνώδες της παιχνίδι να ρίχνει τις ρουκέτες της στο Ισραήλ από θέσεις κοντά σε συγκεντρώσεις συμπατριωτών της. Πολλοί δημοκρατικοί και καλά ενημερωμένοι άνθρωποι έχουν αρχίσει να καταλαβαίνουν το παιχνίδι με τις ανθρώπινες ασπίδες της Χαμάς. Όμως ο πολύς κόσμος δεν μπορεί να αναλύσει εικόνες και κατευθυνόμενες ενημερώσεις σε πελώρια κλίμακα.
Έτσι το Ισραήλ έχει απομονωθεί διπλωματικά περισσότερο από ποτέ άλλοτε, με αποτέλεσμα ο παγκόσμιος φαιο-”κόκκινος” ναζισμός να τρίβει τα χέρια του απαιτώντας με όλο και μεγαλύτερη λύσσα την κατάργηση του κράτους αυτού, που είναι γέννημα της παγκόσμιας αντιναζιστικής πάλης.
Σήμερα περισσότερο από ότι το 2009 η Χαμάς κερδίζει πελώριους πολιτικούς πόντους και μέσα στην παλαιστινιακή κοινή γνώμη σε βάρος της αμέτοχης στο στρατιωτικό επίπεδο εθνοανεξαρτησιακής παλαιστινιακής οργάνωσης Φατάχ. Και τους κερδίζει σε μια κρίσιμη στιγμή, τη στιγμή που ο πρόεδρος της Φατάχ, ο ρωσόδουλος Αμπάς, κατάφερε και έχωσε στην παλαιστινιακή κυβέρνηση τη Χαμάς στο όνομα μιας δήθεν “εθνικής συμφιλίωσης”. Αυτή η συμμετοχή επιτρέπει στη Χαμάς να συνεχίσει να έχει απόλυτη κυριαρχία στη Γάζα και ταυτόχρονα μέρος της κυριαρχίας στη Δυτική όχθη από την οποία ως πρόσφατα είχε εξοστρακιστεί λόγω του ασυγκράτητου φασισμού και ηγεμονισμού της. Επίσης αυτή η συμμετοχή επέτρεψε στους ρωσόφιλους στη Δύση, με επικεφαλής τον Ομπάμα, καθώς και τους υφεσιακούς να αναγνωρίσουν τη μικτή κυβέρνηση οπότε έμμεσα την ίδια τη Χαμάς. Η κυβέρνηση αυτή αναγνωρίστηκε δηλαδή αμέσως όχι μόνο από το νεοναζιστικό άξονα Ρωσίας, Κίνας, αλλά και από τις ΗΠΑ, και κυρίως από την ΕΕ που ως τώρα είχε την πιο αποφασιστική στάση ενάντια στους ισλαμοναζήδες της Χαμάς. Βέβαια αυτή η συμμετοχή έγινε με μια πρόσφατη πολιτική υποχώρηση της Χαμάς που είναι προσχηματική, όπως συνηθίζουν οι φασίστες. Αυτή δέχτηκε τη θεωρητική δυνατότητα αναγνώρισης του κράτους του Ισραήλ βάζοντας όμως μια προϋπόθεση που αναιρεί στην πράξη αυτή τη δυνατότητα: Δηλαδή να επιστρέψουν όλοι οι παλαιστίνιοι πρόσφυγες στα σπίτια τους στο Ισραήλ από τα οποία φύγανε το 1948 όταν οι άραβες αντιδραστικοί μονάρχες με την υποστήριξη της Αγγλίας επιχείρησαν τον πόλεμο καταστροφής του κράτους του Ισραήλ που μόλις είχε αναγνωρίσει ο ΟΗΕ με πρωτοβουλία της ΕΣΣΔ. Με τα σημερινά δημογραφικά δεδομένα μια τέτοια επιστροφή σημαίνει πρακτικά κατάργηση του κράτους του Ισραήλ σαν ενός κύρια εβραϊκού κράτους, γι αυτό η Φατάχ είχε δεχτεί να συζητήσει άλλα μέτρα στο πνεύμα της επιστροφής, που δεν θα έθιγαν την ύπαρξή του ισραηλινού κράτους, όπως επιστροφή των περισσότερων προσφύγων στα παλαιστινιακά εδάφη, αποζημίωση σε άλλους που θέλουν να μείνουν στις νέες εστίες τους κά.
Μόλις δημιουργήθηκε αυτή η κυβέρνηση, παρά τις πολύχρονες αντιστάσεις της Φατάχ, η κυβέρνηση του Νετανιάχου έκανε ότι μπορούσε για να την ενώσει και μάλιστα μέσα σε αυτήν την ένωση να φέρει τη Φατάχ σε εντελώς μειονεκτική θέση. Δηλαδή προανήγγειλε τη δημιουργία νέων οικισμών στα ήδη κατακλυζόμενα από ισραηλινούς εποίκους παλαιστινιακά εδάφη. Δηλαδή συνέχισε και ενέτεινε την πολιτική εκείνη που ξεφτίλιζε τη Φατάχ και τους μετριοπαθείς δημοκράτες παλαιστίνιους μέσα στην παλαιστινιακή αρχή και ενίσχυε τη Χαμάς. Κλιμάκωσε έτσι εκείνη την πολιτική που απομονώνει το Ισραήλ από την παγκόσμια δημοκρατική κοινή γνώμη και που αδυνατίζει τη θέση κάθε αραβικής χώρας που θέλει την ύπαρξη του κράτους του Ισραήλ.
Και να φανταστεί κανείς ότι πριν από την κυβέρνηση αυτή της “συμφιλίωσης” η Χαμάς ήταν σε μεγάλη αδυναμία μέσα στον πληθυσμό της Γάζας, εξαιτίας της διαφθοράς της διακυβέρνησης της την ώρα που ο πληθυσμός υπέφερε από την πολιτική του οικονομικού αποκλεισμού για τον οποίο πάλι οι προβοκάτορες της Χαμάς έχουν την κύρια ευθύνη. Πιστεύουμε ότι ο Χαμπάς μπόρεσε να επιβάλλει αυτή τη “συμφιλίωση” στη Φατάχ κάτω από την πίεση της κλίκας Ομπάμα και των ευρωπαίων υφεσιακών, που “κρατάνε” τη Φατάχ και την Παλαιστινιακή αρχή στο οικονομικό καθώς αυτοί τη χρηματοδοτούν σε μεγάλο μέρος. Αυτοί τελευταία θέλουν δυνάμωμα των δεσμών τους με τους δήθεν μετριοπαθείς ισλαμοφασίστες που έχουν κέντρο τους το Ιράν του Ροχανί, το Κατάρ και τον προβοκαρισμένο από τους Γκιουλενικούς και την κλίκα Ομπάμα και γι αυτό όλο και πιο φιλο-ιρανό Ερντογάν. Τη Χαμάς η διπλωματία του Ομπάμα θέλει να την ξεπλύνει σαν μη φασιστική και στη συνέχεια να την εντάξει στους μετριοπαθείς ισλαμιστές. Γι αυτό τελευταία η Χαμάς έχει στήσει μια ψευτοαντίθεση ανάμεσα σε μια τάχα μετριοπαθή πολιτική πτέρυγα που θέλει συζήτηση με το Ισραήλ και μια στρατιωτική μαχητική (ταξιαρχίες Κασάμ) που θέλει πόλεμο μέχρις εξαφάνισης του. Είναι η γνωστή συνταγή των σοσιαλφασιστών της ΕΤΑ και του ΙΡΑ μόνο που εδώ το παιχνίδι φτάνει μέχρι τη γελοιότητα γιατί δεν υπάρχει ίχνος δημοκρατικής επίφασης που θα δημιουργούσε υποψίες κάποιας “πλουραλιστικής” ανοχής εντός της ναζιστικής αυτής συμμορίας. Εδώ πριν διαφωνήσει ο οποιοσδήποτε διαφωνών είναι νεκρός.
Την ώρα λοιπόν που η Φατάχ αντιστέκεται στη Χαμάς, ο Νετανιάχου βρίσκει την κατάλληλη στιγμή να επιτεθεί στη Χαμάς με τρόπο που να τη βοηθάει διπλωματικά όσο τίποτα άλλο. Και δεν βοηθάει μόνο τη Χαμάς, αλλά τις πολιτικές θέσεις του νεοναζιστικού άξονα που σήμερα έχει πλέον αφάνταστα ισχυροποιηθεί στην ευρύτερη περιοχή, κυρίως με την ενίσχυση του Ιράν και την προσέγγιση των ΗΠΑ με αυτό.
Ενώ ο στρατηγικός στόχος και το αποτέλεσμα των ρουκετών της Χαμάς το 2009 ήταν ένας ισραηλινός βομβαρδισμός της Γάζας που θα προκαλούσε την απομόνωση της ανεξάρτητης Αιγύπτου, όπως το πρόβλεπε το άρθρο μας του 2009, (και τελικά κατέληξε στην πολιτική απομόνωση και την πτώση του φιλειρηνικού καθεστώτος Μουμπάρακ), ο κύριος, ο διεθνής στρατηγικός στόχος των προβοκατόρων είναι να αδυνατίσουν τη θέση της Σαουδαραβίας και του σημαντικά ανεξάρτητου και από τις δύο υπερδυνάμεις σημερινού, κατά τα άλλα αυταρχικού πατριαρχικού καθεστώτος της.
Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι με την προβοκάτσια αδυνατίζει και η διπλωματική θέση της Αιγύπτου και του αρχηγού της φασίστα Σίσι, που έμμεσα σε αυτή τη σύγκρουση στέκεται στο πλευρό του Ισραήλ, αφού συνεχίζει τον αποκλεισμό της Γάζας από το νότο και πάνω στους βομβαρδισμούς, τους οποίους δεν καταγγέλλει. Η Σαουδική Αραβία είναι πολύ χαρούμενη που έχει ξανά μαζί της την Αίγυπτο, όπως επί Μουμπάρακ και νομίζει ότι δεν είναι απομονωμένη. Επίσης και ο Νετανιάχου χρησιμοποιεί αυτήν τη φαινομενικά φιλική στάση της Αιγύπτου προς το Ισραήλ για να αποδείξει στον ισραηλινό λαό ότι η σκληρή πολιτική του αποδίδει διπλωματικά, οπότε μπορεί να βομβαρδίζει και να εποικίζει ανώδυνα. Όμως τα φαινόμενα απατούν, ιδιαίτερα αυταπατάται η Σαουδική Αραβία που θεωρεί τον Σίσι φίλο της επειδή έχει κοινό εχθρό με αυτόν τους Αδελφούς μουσουλμάνους, οπότε και τη Χαμάς. Όμως η Χαμάς δεν είναι αδελφοί μουσουλμάνοι, δηλαδή ισλαμοφασίστες εθνικιστές. Η Χαμάς είναι Ρωσία, όπως με τη Ρωσία είναι και ο Σϊσι. Ο Σίσι παριστάνει τον εχθρό της Χαμάς για να αποσπάσει την έγκριση και του Ισραήλ και των ΗΠΑ και να στεριώσει στο εσωτερικό τη ματοβαμένη εξουσία του. Όμως διατηρεί ταυτόχρονα καλές σχέσεις με τη Χαμάς και φιλοξενεί ηγετικά στελέχη της και την ίδια ώρα αγοράζει όπλα από τη Ρωσία. Γι αυτό έγινε ο μοναδικός μεσολαβητής μεταξύ Χαμάς-Ισραήλ ανεβάζοντας στα ύψη το διπλωματικό μεσανατολικό και παγκόσμιο στάτους της. Αντίθετα η Σαουδική Αραβία είναι όλο και πιο απομονωμένη στρατιωτικά από το μέτωπο Ιράν-Ιράκ αλλά ακόμα πιο πολύ διπλωματικά επειδή είναι σε σύγκρουση με τις ΗΠΑ λόγω της μετωπικής εναντίωσης της στη γραμμή του Ομπάμα που είναι υπέρ της προσέγγισης με το Ιράν και τη Συρία, οι οποίες ανήκουν στο νεοχιτλερικό άξονα. Πιστεύουμε ότι αν ο Σίσι σταματήσει κάποια στιγμή τη στήριξη της Σαουδαραβίας και τα φτιάξει με τους νικημένους ισλαμοφασίστες τότε αυτή θα βρεθεί μόνη στη Μέση Ανατολή, με μόνο σύμμαχο το Ισραήλ, πράγμα που για τους άραβες ισοδυναμεί με κατηγορία για προδοσία. Μόνο όποιος έχει μαζί του τη Ρωσία, τον πάτρωνα κάθε ισλαμοφασισμού μπορεί να αντέξει μια τέτοια κατηγορία.
Θα μπορούσε κανείς να πει ότι η απομόνωση της Σαουδαραβίας και η πτώση του καθεστώτος της δεν είναι δα και καμιά σοβαρή απώλεια για την πρόοδο. Δεν θα ήταν αν το καθεστώς αυτό περικυκλωνόταν από την πρόοδο και έπεφτε από ένα λαϊκό δημοκρατικό κίνημα ή μια επανάσταση. Αλλά δεν πρόκειται για κάτι τέτοιο που τώρα την απειλεί. Πρόκειται για μια πολιτικο-στρατιωτική άνευ προηγουμένου περικύκλωση της Σαουδαραβίας από τον παγκόσμιο νεοχιτλερικό άξονα η οποία αν οδηγήσει στην απορρόφησή της από τον άξονα αυτό θα σημάνει τον ενεργειακό αποκλεισμό της Ευρώπης και της Ιαπωνίας, δηλαδή θα σημαίνει το πράσινο φως στο ρωσοκινέζικο άξονα να ξεκινήσει τον τρίτο παγκόσμιο πόλεμο.
Οι προβοκάτορες ναζήδες της Χαμάς κυρίως, και οι αντίστοιχοι ακροδεξιοί προβοκάτορες στο Ισραήλ δευτερευόντως, αλλά αρκετά ουσιαστικά, δεν κρίνουν τη μοίρα απλά των δύο λαών αλλά τη μοίρα της ανθρωπότητας ολόκληρης. Αυτή είναι η κομβική σημασία της ισραηλο-παλαιστινιακής διένεξης, ιδιαίτερα σήμερα.