Επίσημη σελίδα ΟΑΚΚΕ

 Χαλκοκονδύλη 35, τηλ-φαξ: 2105232553 email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Η. ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΚΕ ΟΑΚΚΕ ΣΤΗΝ EΡΤ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ 2024

   

 

ΔΙΑΚΑΝΑΛΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΟΑΚΚΕ ΣΤΙΣ 26 ΜΑΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ 2024

   

 

ΝΕΑ ΑΝΑΤΟΛΗ

Νέα Ανατολή αρ.φ.559 (εδώ μπορείτε να βρείτε τα φύλλα από φ.486-Μάρτης 2013-και νεώτερα)

  Που μπορείτε να βρείτε την έντυπη έκδοση της Νέας Ανατολής

1pag559

 

crisis russia

Άρθρα Αναφοράς

OAKKE WEB TV

Εκδόσες Μεγάλη Πορεία

ΑΝΤΙΝΑΖΙΣΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ

http://www.antinazi.gr/ 

www.antinazi.gr

ΑΝΤΙ ΝΑΖΙ

 

Η ΣΥΡΙΑΚΗ ΠΑΓΙΔΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΒΡΟΜΙΚΟ ΡΚΚ  (ΜΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΥPG ΣΤΗ ΣΥΡΙΑ)-Eχουν διαπράξει εγκλήματα πολέμου οι Κούρδοι της Συρίας;

Ένα χρόνο μετά την είσοδο του τουρκικού στρατού στο Αφρίν της βόρειας Συρίας, Τουρκία και Ρωσία φαίνονται να έχουν έρθει πολύ κοντά, σε τέτοιο βαθμό ώστε να διεξάγουν κοινές ανεξάρτητες περιπολίες σε ορισμένες πόλεις του βορρά. Στην πραγματικότητα η μεταξύ τους συνεννόηση σε συνδυασμό με την τυφλή και γουρουνίσια στάση των δυτικών χωρών οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια την Τουρκία σε μια κατάσταση αυξανόμενης

διπλωματικής απομόνωσης, στρατιωτικής εξουθένωσης και εσωτερικής πολιτικής και οικονομικής κρίσης έτσι στε σαν ώριμο φρούτο να πέσει για τα καλά στις συνθλιπτικές δαγκάνες της φασιστικής υπερδύναμης. Ο βασικός κρίκος της αλυσίδας με την οποία η Τουρκία σέρνεται σε αυτήν την καταστροφική πορεία, είναι το δηλητηριασμένο δικαίωμα που πήρε από τον Πούτιν να εισβάλει με το στρατό της στη βόρεια Συρία για να εξουδετερώσει, μαζί με ένα κομμάτι της πολύ αδυνατισμένης αριθμητικά και ποιοτικά συριακής αντίστασης του FSA, το πραγματικά φασιστικό, εθνο-εκκαθαριστικό πρακτορείο της ρωσικής υπερδύναμης που λέγεται ΡΚΚ το οποίο στη Συρία εμφανίζεται σαν YPG. (Όταν μιλάμε για ποιοτικά αδυνατισμένη αντίσταση του FSA εννοούμε κυρίως ότι σταδικά δυνάμωσε μέσα της η ισλαμοσυντηρητική πατριωτική πτέρυγα, αποκλειστικά επειδή με λύσσα Ασαντ, Ρωσία, Ιράν, Νούσρα, ΡΚΚ επιτέθηκαν στρατιωτικά στο κοσμικό στοιχείο).
Όμως έτσι η Τουρκία εγκλωβίζεται σε μια θανάσιμη παγίδα καθώς μετατρέπεται σε μια ακόμα εξωτερική κατοχική δύναμη της Συρίας, σύμμαχο του πραγματικού και βασικού κατακτητή που είναι η ρωσική υπερδύναμη και εξαρτημένη από αυτόν, ενώ επιτρέπει στο διπρόσωπο ΡΚΚ, το σύμμαχο του χασάπη Ασαντ και της ρώσικης κατοχής, να εμφανίζεται για ακόμα μια φορά και στους Κούρδους της Συρίας και διεθνώς σαν μια τάχα δημοκρατική και δήθεν εθνικοαπελευθερωτική δύναμη.
Το ότι η Ρωσία έδωσε την άδεια στην Τουρκία να μπει ειδικά στο Αφρίν, που έχει στην μεγαλη πλειοψηφία του κουρδικό πληθυσμό και όχι σε εκείνες τις περιοχές που εχει καταλάβει το ΡΚΚ που έχουν στην πλειοψηφία τους αραβικό πληθυσμό δεν είναι τυχαίο. Γιατί στις περιοχές αραβικής πλειοψηφίας, ειδικά σε αυτές που βρίκονται σε περιοχες στρατηγικής σημασίας για την κυριαρχία του ΡΚΚ στην βορεια Συρία, όπως το Ταλ Αμπιάντ, αυτό άσκησε μαζικές εθνο-εκκαθαριστικές επιχειρήσεις με καταστροφές χωριών και μαζικούς εκτοπισμούς αραβικών πληθυσμών που συνεχίζει να μην τους αφήνει να γυρίσουν πίσω.
Εννοείται ότι ταυτόχρονα το ΡΚΚ δεν λέει στους κουρδικούς πληθυσμούς που βλεπουν την Τουρκία σαν κατακτητή, ότι είναι η Ρωσία που την στηρίζει σε αυτόν τον ρόλο, αλλά ότι φταίει αποκλειστικά η Αμερική με την οποία τόσο τέλεια το ΡΚΚ συνεργάστηκε για να βουτήεξει τη βόρεια Συρία. Ενώ εννοείται η όλο και στενότερη συνεργασία της Τουρκίας με τη Ρωσία, στην οποία συμμαχία ουσιαστικά την οδήγησε η γουρουνίσια στάση της Δύσης αντικειμενικά υπέρ του πραξικοπήματος Γκιουλέν και μετά ουσιαστικά κατά του συριακού δημοκρατικού εθνικοαπελευθερωτικού και υπέρ της Ρωσίας, δυναμώνει παραπέρα το ρήγμα στις σχέσεις Δύσης-Τουρκίας. Με λίγα λόγια η Ρωσία και κερδίζει την Τουρκία βαζοντας τη Δύση να την χτυπάει, και στους Κούρδους βγαίνει λάδι χάρη στο αφοσιωμένο της ΡΚΚ της, που μετράει στη Δύση σαν δημοκρατικό
Για να συνεισφέρουμε στην παραπέρα κατανόηση του βρόμικου ρόλου του ΡΚΚ- YPG στη Συρία, που όλο και περισσότερο περιμένουμε να ηρωοποιείται από την ψευτοαριστερά αλλά και από τους δογματικά αβαθείς αντιισλαμιστές φιλελεύθερους της Δύσης, μεταφράσαμε και δημοσιεύουμε κείμενο του αναλυτή Roi Gutman δημοσιευμένου στην αμερικάνικη εφημερίδα The Nation που ξεσκεπάζει το βρόμικο ρόλο του ΡΚΚ-YPG σαν μεγάλου συμμάχου του καθεστώτος Άσαντ. Ο R. Gutman είναι διεθνούς κύρους δημοσιογράφος βραβευμένος με Πούλιτζερ για τα ρεπορτάζ του σχετικά με την εθνοκάθαρση στη Βοσνία.
Eχουν διαπράξει εγκλήματα πολέμου οι Κούρδοι της Συρίας;

Αυτή η ειδική έκθεση*, αποκαλύπτει επίσης τη συμπαιγνία τους με το καθεστώς Άσαντ και υποσκάπτει τον ισχυρισμό τους ότι ηγούνται μιας δημοκρατικής, ανοιχτής κοινωνίας.
Του Roi Gutman
7 Φλεβάρη 2017
ΑΚΤΣΑΚΑΛΕ, ΤΟΥΡΚΙΑ – Η κουρδική παραστρατιωτική οργάνωση που παρέχει χερσαία στρατεύματα στον αμερικανικό αεροπορικό πόλεμο κατά του Ισλαμικού Κράτους παραβιάζει συστηματικά τα ανθρώπινα δικαιώματα στην περιοχή που ελέγχει στη βόρεια Συρία, προκαλώντας τον εκτοπισμό δεκάδων χιλιάδων Αράβων και ακόμα περισσότερο τη μαζική φυγή Κούρδων από την περιοχή.
Μια εξάμηνη έρευνα δείχνει ότι η παραστρατιωτική οργάνωση, που φέρεται να βρίσκεται κάτω από την ισχυρή επιρροή του Ιράν και του καθεστώτος Άσαντ, έχει διώξει Άραβες από τα σπίτια τους υπό την απειλή όπλου ξεκινώντας στα 2013 και στη συνέχεια έχει ανατινάξει, πυρπολήσει, ή κατεδαφίσει τα σπίτια και τα χωριά τους. Η The Nation πήρε συνέντευξη από πάνω από 80 Άραβες και Κούρδους πρόσφυγες της Συρίας στην περιοχή καθώς και από αξιωματούχους και πρώην μέλη της οργάνωσης, πρώην σύριους κυβερνητικούς αξιωματούχους, πολιτικούς ακτιβιστές, και αξιωματούχους στο Ιρακινό Κουρδιστάν.
Ο ρυθμός των απελάσεων αυξήθηκε δραματικά αφότου οι Ηνωμένες Πολιτείες ξεκίνησαν κοινές επιχειρήσεις κατά του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία στα μέσα του 2015, όταν η κουρδική παραστρατιωτική οργάνωση απείλησε τους Άραβες με αεροπορικά χτυπήματα εάν δεν εγκατέλειπαν τα χωριά τους. Αν και επιβραδύνθηκαν το 2016, οι απελάσεις συνεχίζονται ακόμα και όταν η οργάνωση στρέφεται κατά πολιτικών της αντιπάλων και τους φυλακίζει, βασανίζει, ή τους απελαύνει.
Τουλάχιστο 300.000 Κούρδοι της Συρίας έχουν επίσης εγκαταλείψει την περιοχή για το γειτονικό Ιρακινό Κουρδιστάν, σύμφωνα με εκεί αξιωματούχους, και όχι λιγότεροι από 200.000 έχουν προτιμήσει να διαφύγουν στην Τουρκία απ’ το να υποκύψουν σε εξαναγκασμένη στρατολόγηση και πολιτική καταπίεση από μια ομάδα που επιμένει να κυβερνά σαν ένα μονοκομματικό κράτος, σύμφωνα με κούρδους παρατηρητές ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία. Αξιωματούχοι στο Ιρακινό Κουρδιστάν λένε ότι αν η παραστρατιωτική οργάνωση των Κούρδων της Συρίας άνοιγε τα σύνορα, τουλάχιστο ο μισός κουρδικός πληθυσμός υπό τον έλεγχό της θα δραπέτευε.
Η παραστρατιωτική οργάνωση που αυτοαποκαλείται Λαϊκές Μονάδες Αυτοάμυνας, ή YPG, είναι η συριακή πτέρυγα του Εργατικού Κόμματος Κουρδιστάν, ή ΡΚΚ, που διεξάγει από το 1984 έναν μακρύ, με διαλείμματα ανταρτοπόλεμο ενάντια στο τουρκικό κράτος που αναζωπυρώθηκε στα μέσα του 2015 και συνεχίζεται ως σήμερα.
Η κυβέρνηση Ομπάμα επέμενε ότι το ΡΚΚ, καταγραμμένο από τις Ηνωμένες Πολιτείες σαν τρομοκρατική ομάδα, είναι διαφορετικό από το YPG, μια στάση που επέτρεψε στην Ουάσιγκτον να παρακάμψει νόμους που απαγορεύουν το πάρε-δώσε με τέτοιες ομάδες. Πολυάριθμοι μάρτυρες, συμπεριλαμβανομένων τεσσάρων αυτόμολων του ΡΚΚ που έδωσαν συνεντεύξεις γι’ αυτό το άρθρο, ονομάζουν τη στάση των ΗΠΑ φαντασιοκόπημα.
Η The Nation ρώτησε το Μοχάρ, έναν αυτόμολο του ΡΚΚ, που έδωσε συνέντευξη εκτός Συρίας, εάν είναι ξεχωριστό το YPG από το PKK. «Ποια η διαφορά;» απάντησε.
Και οι τέσσερις αυτόμολοι είπαν ότι η πολιτική για τη συριακή περιοχή που οι Κούρδοι ονομάζουν Ροτζάβα, ή δυτικό Κουρδιστάν, εκπονείται στο Καντίλ του Ιράκ, στο επιτελείο του ΡΚΚ.
Το YPG αρνείται κάθε παρατυπία. «Απελάσεις δεν έγιναν ποτέ στο παρελθόν και δε θα γίνουν στο μέλλον», είπε ο Σιχανούκ Ντίμπο, εκπρόσωπος και ανώτερος σύμβουλος του Κόμματος Δημοκρατικής Ένωσης (PYD), της πολιτικής πτέρυγας του YPG. Είπε ακόμα ότι η συμμαχία ανάμεσα στο YPG και τον (υπό την ηγεσία των ΗΠΑ) διεθνή συνασπισμό κατά του ISIS «είναι ένας επιπλέον λόγος γιατί τέτοιες παραβιάσεις δε μπορούν να συμβούν».
Η ιστορία του YPG δεν είναι απλά μια ιστορία για το ΡΚΚ με διαφορετικό όνομα. Περιλαμβάνει και άλλους μεγάλους παίχτες για τους οποίους η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα προτιμούσε να μη μιλά – κυρίως, τους Φρουρούς της Επανάστασης του Ιράν και το συριακό καθεστώς του Μπασάρ αλ-Άσαντ. Είναι η ιστορία μιας κυβερνητικής αρχής που έχει συλλάβει, βασανίσει, και απελάσει αντίπαλους πολιτικούς ηγέτες· έχει πνίξει ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης και εκδώσει απειλές κατά της ζωής σε βάρος δημοσιογράφων· στρατολογεί νεοσύλλεκτους υπό την απειλή όπλου· έχει διεξάγει συστηματικές και ευρείες απελάσεις· κι έχει επιχειρήσει να «κουρδοποιήσει» παραδοσιακά αραβικές κωμοπόλεις. Είναι ακόμα η ιστορία ενός τόπου που βρίσκεται τόσο πολύ στα μαχαίρια με δύο γείτονές του, την Τουρκία και το Ιρακινό Κουρδιστάν, που και οι δύο έχουν κλειστή την πρόσβαση στη Ροτζάβα, περιλαμβανομένων και όλων των ξένων δημοσιογράφων. (Ορισμένες απ’ αυτές τις καταχρήσεις θα συζητηθούν στο δεύτερο μέρος αυτής της σειράς).
Οι ιθύνοντες στη Ροτζάβα, όταν κλήθηκαν να απαντήσουν στους εναντίον τους ισχυρισμούς, ετοίμασαν απαντήσεις που δεν αντέχουν σε εξέταση. Ο Ντίμπο είπε ότι υπήρξε μια εξαίρεση στην καθολική άρνησή του ότι το YPG κατέστρεψε τα σπίτια Αράβων. Μερικές φορές τα χωριά βρίσκονται εν μέσω διασταυρούμενων πυρών όταν το YPG καταλαμβάνει κωμοπόλεις απ’ τον ISIS. «Πώς μπορείς να απελευθερώσεις μια περιοχή από τον ISIS χωρίς να καταστρέψεις τα σπίτια σ’ εκείνη την περιοχή;» είπε.
Ωστόσο σε αλλεπάλληλες περιπτώσεις που εξέτασε η The Nation, η καταστροφή και οι απελάσεις από τα χωριά έλαβαν χώρα αφού τα κατέλαβε το YPG από τον ISIS χωρίς μάχη.
Παρά τη λεπτομερή τεκμηρίωση των απελάσεων από το Συριακό Δίκτυο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (SNHR), μια αναγνωρισμένη αντιπολιτευτική ομάδα εποπτείας, το PYD δεν έχει διεξάγει μια εσωτερική έρευνα. Ερωτώμενος για τη λίστα του SNHR με τα 26 πλήρως καταστραμμένα χωριά, τα 40 μερικώς καταστραμμένα χωριά, και τα άλλα 48 εκκενωμένα από όλους τους κατοίκους μονάχα στην επαρχία Χασακά, ο Ντίμπο είπε ότι το PYD δεν έχει εντολή να διερευνά τέτοιες παραβιάσεις. «Και πάλι επιβεβαιώνω ότι τέτοια πράγματα δε συνέβησαν ποτέ», είπε.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει επίσης υποβαθμίσει τις παραβιάσεις. Ακόμα και αφού η Διεθνής Αμνηστία και το SNHR εξέδωσαν σημαντικές εκθέσεις στα τέλη του φθινοπώρου του 2015, το Υπουργείο Εξωτερικών δεν αφιέρωσε παρά μόνο μια γραμμή στις απελάσεις στην ετήσια έκθεσή του για τα ανθρώπινα δικαιώματα στις αρχές του περασμένου χρόνου.
Αν πιστέψουμε τον Ντίμπο, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν έθεσε ποτέ το ζήτημα στο PYD. «Μέχρι σήμερα, τέτοια ζητήματα δεν έχουν συζητηθεί», είπε. «Δεν ακούσαμε τίποτα γι’ αυτές τις παραβιάσεις».
Τόσο το Υπουργείο Εξωτερικών όσο και το Υπουργείο Άμυνας αρνήθηκαν να απαντήσουν σε συγκεκριμένες ερωτήσεις ή να διαθέσουν κάποιο αξιωματούχο για να συζητήσει σχετικά με την έρευνα του Nation, την οποία έχει καλύψει το Ταμείο για Ερευνητική Δημοσιογραφία. Το Υπουργείο Εξωτερικών δεν απάντησε όταν κλήθηκε να εξηγήσει πώς το YPG και το PKK είναι διαφορετικά σώματα.
Ένας εκπρόσωπος της Κεντρικής Διοίκησης των ΗΠΑ είπε ότι δεν έχει «καμία ειδική γνώση» για τις απελάσεις του PYD. «Υπάρχουν αναφορές και φήμες. Δεν υπάρχει τρόπος να μπορέσω να μιλήσω για κανέναν συγκεκριμένο ισχυρισμό», είπε ο συνταγματάρχης Τζον Τόμας. «Δεν εγκρίνουμε ούτε εργαζόμαστε με κάποιον που παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα ή τους νόμους του πολέμου».
Αξιωματούχοι της Ουάσιγκτον, μιλώντας στο περιθώριο, είπαν ότι είχαν αναφέρει τις πρακτικές αυτές στο YPG και τους είπαν να σταματήσουν τις απελάσεις στο μέλλον. Ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος της κυβέρνησης Ομπάμα, μιλώντας ιδιωτικά, αποκάλεσε την περιοχή υπό τον έλεγχο του YPG ένα «μίνι ολοκληρωτικό κράτος».
Ένας λόγος για τη σιωπή της Ουάσιγκτον είναι ίσως η αμηχανία από την συντροφιά που έχει το YPG.
«Η κυρίαρχη δύναμη που τους διευθύνει είναι η ιρανική υπηρεσία πληροφοριών», είπε ο Ιμπραήμ Χουσεΐν, ένας Κούρδος που ήταν τοπικός δικαστής υπό το καθεστώς Άσαντ και παρέμεινε σ’ αυτή τη θέση στη Χασακά έως τον Ιούλη του 2014. Ένας Σύριος Άραβας που διατηρούσε ένα υψηλόβαθμο πόστο στις υπηρεσίες πληροφοριών στη βόρεια Συρία συμφώνησε. «Το Ιράν είναι η βασική χρηματοδοτική πηγή του ΡΚΚ», είπε ο Μαχμούντ αλ-Νάσερ, που αυτομόλησε από το καθεστώς της Δαμασκού στα μέσα του 2012.
Κούρδοι και Άραβες ομοίως λένε ότι οι απελάσεις γίνονται καλύτερα κατανοητές αν κοιτάξει κανείς τη σχέση του PYD με το καθεστώς Άσαντ. Λένε ότι οι απελάσεις δεν έχουν εθνοτικά αλλά πολιτικά κίνητρα, στρεφόμενες κατά της πολιτικής αντι-Άσαντ αντιπολίτευσης. Πράγματι, πρώην κάτοικοι είπαν ότι η Ασαγίς του YPG, η στρατιωτική αστυνομία, αφού έπαιρνε χωριά από τον ISIS, ερχόταν με καταλόγους αντιπάλων του καθεστώτος τους οποίους στη συνέχεια συλλάμβανε.
Η συνεργασία του YPG με το καθεστώς Άσαντ εκτείνεται στα πρόσφατα ενεργά πολεμικά μέτωπα. Ένα παράδειγμα είναι το Χαλέπι, όπου οι δυνάμεις του YPG στην προαστιακή συνοικία Σεΐχ Μακσούντ επιτέθηκαν στη μοναδική οδό εφοδιασμού του ανταρτοκρατούμενου ανατολικού τομέα τον περασμένο Ιούλη, βοηθώντας το καθεστώς Άσαντ να κλείσει το δρόμο και να ολοκληρώσει την πολιορκία, οδηγώντας στην κατάρρευσή του το Δεκέμβρη.
Συνεντεύξεις με δεκάδες Άραβες και Κούρδους που εγκατέλειψαν τη Ροτζάβα θέτουν εν αμφιβόλω το αφήγημα του YPG, που προωθούσε συστηματικά η κυβέρνηση Ομπάμα, περί ενός ηρωικού αντιπάλου του Ισλαμικού Κράτους, στην πραγματικότητα της μόνης δύναμης στη Συρία ικανής να πολεμήσει τον ISIS.
Το YPG αυτοαποκαλείται ορκισμένος εχθρός του ISIS, και πράγματι οι δυο τους έχουν πολεμήσει σε σφοδρές μάχες μεταξύ τους. Αλλά οι δύο ομάδες έχουν συχνά εργαστεί μαζί κατά μετριοπαθών ανταρτικών ομάδων. Σε αρκετά αξιοσημείωτα περιστατικά, για παράδειγμα στο Τελ Χαμίς και τη Χουσεϊνίγια στην επαρχία Χασακά, το YPG πολέμησε το 2013 για να διώξει τους μετριοπαθείς αντάρτες του Ελεύθερου Συριακού Στρατού (FSA) αλλά απότυχε. Μαχητές του Ισλαμικού Κράτους επενέβησαν με τις μονάδες βομβιστών αυτοκτονίας, κατέλαβαν τις κωμοπόλεις, και το 2015 τις παρέδωσαν στο YPG χωρίς μάχη.
Τα τέλη του 2014, όταν ο ISIS επιτέθηκε στο Κομπάνι, προσελκύοντας τις αεροπορικές επιθέσεις των ΗΠΑ που σκότωσαν ως και 2.000 μαχητές του ISIS, συνέβη το αντίστροφο. Σύμφωνα με πρώην κατοίκους, το YPG άφησε τα περίχωρα του Κομπάνι στον ISIS χωρίς μάχη, διατάζοντας τους κατοίκους να εγκαταλείψουν τα χωριά που λαχταρούσαν να υπερασπίσουν.
Οι απελάσεις Αράβων συγκέντρωσαν λίγο την προσοχή των διεθνών μέσων ενημέρωσης στην περίοδο που συνέβησαν, το 2013-15, πιθανότατα γιατί έλαβαν χώρα μακριά από τα κύρια θέατρα πολέμου στη Συρία. Όμως οι επιχειρήσεις σημάδεψαν αυτούς που τις διεξήγαν καθώς και τα θύματα. Συμμετέχοντες καταθέτουν ότι το YPG δρούσε από κοινού με τις δυνάμεις του καθεστώτος Άσαντ.
Ο Μοχάρ, 26 ετών, γεννήθηκε στην Τουρκία, όπου εντάχθηκε στο ΡΚΚ. Εκπαιδεύτηκε στα βουνά του Ιρακινού Κουρδιστάν, και στη συνέχεια τον Απρίλη του 2013 του ανατέθηκε η βόρεια Συρία. Φτάνοντας με τα πόδια μαζί με καμιά 50αριά άλλους εθελοντές, κατευθύνθηκε προς το Ντέρεκ, μια κωμόπολη 60.000 κατοίκων κοντά στα ιρακινά σύνορα. Τον Αύγουστο και το Σεπτέμβρη του 2014, ο Μοχάρ είπε ότι διεύθυνε την επίθεση στην Ακράσα και τη Σαφάνα, δύο χωριά στο βορειοανατολικό άκρο της Συρίας που κατείχε το Ισλαμικό Κράτος. Αφού εκδίωξε τον ISIS, το YPG προχώρησε στην πυρπόληση και κατεδάφιση 13 χωριών στην περιοχή. Το πρώτο βήμα ήταν να διατάξει τους κατοίκους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.
«Έλαβα οδηγίες να καταστρέψω τα χωριά. Διέταξα τους άντρες μου να καταστρέψουν τα σπίτια, να καταστρέψουν τα χωριά. Έχυσαν βενζίνη στα σπίτια και τα έκαψαν», είπε ο Μοχάρ, που χρησιμοποιεί ψεύτικο όνομα απ’ το φόβο αντιποίνων του ΡΚΚ. Η εμπειρία άφησε μια αποπνιχτική ανάμνηση – όχι Αράβων που εγκατέλειπαν τα χωριά αλλά ζώων που δε μπορούσαν να το κάνουν. «Είδα μια αγελάδα μέσα σ’ ένα σπίτι. Δυστυχώς κάηκε ζωντανή. Το φέρω ακόμα στη συνείδησή μου», είπε σε μια συνέντευξη σε μια τοποθεσία έξω απ’ τη Συρία.
Αυτή δεν ήταν μια σόλο επιχείρηση του YPG, καθώς ο συριακός στρατός διέθεσε το πυροβολικό για να σφυροκοπηθεί το χωριό. «Πρόσφεραν τεθωρακισμένα και στρατιώτες. Πυροβολούσαν. Τους λέγαμε πού να πυροβολούν», είπε.
Το συριακό καθεστώς εφοδίαζε ταχτικά με βαριά όπλα το YPG, είπε ο Μοχάρ: «Θυμάμαι μια φορά που πήγα στη Χασακά και πήρα δύο τανκς». Άλλοι διοικητές θα πήγαιναν σε στρατιωτικές βάσεις στο Καμισλί, την κυριότερη πόλη στην επαρχία Χασακά, καθώς και στην πόλη Χασακά για να πάρουν οπλισμό και πυρομαχικά από τις δυνάμεις του Άσαντ.
Ο Μοχάρ είπε ότι οι εντολές του ήρθαν από την κορυφή. Κανένας μέσα στο YPG δεν είχε το δικαίωμα να αποφασίζει – μονάχα οι διοικητές του ΡΚΚ και το συμβούλιο διακυβέρνησης, είπε, κατονομάζοντας τον Φεχμάν Χουσεΐν, ο οποίος χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο Μπαχόζ Ερντάλ, και τον Μουράτ Καραγιλάν. «Είδα πολλά άλλα χωριά να καίγονται», είπε ο Μοχάρ. Μίλησε για το Ταλ Μπρακ, μια άλλη κωμόπολη στη βόρεια Συρία όπου «ο Καραγιλάν αποφάσισε να καταστρέψει το μέρος, μην αφήνοντας ούτε κοτόπουλο να βγει έξω ζωντανό».
ο PYD ήρθε στην εξουσία στη Συρία όχι μέσω εκλογών αλλά με πρόσκληση, σαν τμήμα της απάντησης του καθεστώτος Άσαντ απέναντι στην εθνική εξέγερση που ξέσπασε το Μάρτη του 2011, όταν οι συριακές μάζες βγήκαν στους δρόμους στις πόλεις και κωμοπόλεις όλης της χώρας. Με τις δυνάμεις του ανεπαρκώς απλωμένες, το καθεστώς αναγκάστηκε να μετακινήσει τις περισσότερες χερσαίες μονάδες από τη βορειοανατολική Συρία στη Νταράα στα νοτιοδυτικά, όπου πρωτοξεκίνησε η εξέγερση, και στην κεντρική Συρία.
Σε μια συνάντηση το Μάρτη του 2011 με ηγέτες του ΡΚΚ στη Δαμασκό, οι συνεργάτες εθνικής ασφάλειας ανάθεσαν στο ΡΚΚ να καταστείλει τις αντι-Άσαντ διαμαρτυρίες στην επαρχία Χασακά, σύμφωνα με το Μαχμούντ αλ-Νάσερ, ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν επικεφαλής των υπηρεσιών πληροφοριών του καθεστώτος στην επαρχία Χασακά. «Το μήνυμα προς το ΡΚΚ ήταν το εξής: “Εμείς σε ιδρύσαμε. Εμείς σε στηρίξαμε από το 1983. Τώρα ήρθε η σειρά σου να κάνεις κάτι για μας”. (Αναφερόταν στην ίδρυση του συριακού βραχίονα του ΡΚΚ στη Δαμασκό υπό την αιγίδα των συριακών υπηρεσιών πληροφοριών. Ο Νάσερ είπε ότι το καθεστώς του Χαφέζ αλ-Άσαντ, πατέρα του Μπασάρ, συχνά ενθάρρυνε το συριακό βραχίονα να διεξάγει αντάρτικες επιχειρήσεις σα μια εντεταλμένη δύναμη ενάντια στην Τουρκία).
Σε αντάλλαγμα, η κουρδική παραστρατιωτική οργάνωση, που επίσημα αυτοαποκαλείται Κουρδικές δυνάμεις αυτοδιαχείρισης, εξουσιοδοτήθηκε να στήσει τη δική της πολιτική διοίκηση στις περιοχές που ελέγχει, να πάρει τα μισά έσοδα από το πετρέλαιο που παράγεται στην περιοχή, και να αποκτήσει όπλα από τις κυβερνητικές δυνάμεις ασφαλείας, είπε ο Νάσερ.
Ο Κασίμ Σουλεϊμάνι, ο διοικητής του Σώματος Ισλαμικής Επαναστατικής Φρουράς της Τεχεράνης (IRGC), έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στο στήσιμο των συμφωνιών, είπε ο Νάσερ. Μια κρίσιμη συνάντηση έλαβε χώρα το φθινόπωρο του 2011 στη Σουλεϊμανίγια, μια πόλη στο Ιρακινό Κουρδιστάν, όπου ο Σουλεϊμάνι κανόνισε επίσης την επίσημη επιστροφή από το Ιράκ του Σαλέχ Μουσλίμ, συμπροέδρου του PYD, στην οποία πόλη φίλοι λένε ότι κρυβόταν κατόπιν μιας δικαστικής ετυμηγορίας εναντίον του στη Συρία. Ο Σουλεϊμάνι έσπευσε να ηγηθεί της εκστρατευτικής δύναμης του Ιράν που σήμερα πολεμά μαζί με το καθεστώς Άσαντ κατά των σύριων ανταρτών.
Σύντομα ακολούθησε η κατάληψη. Το καθεστώς Άσαντ παρέδωσε πάνω από μισή ντουζίνα μεγάλες πόλεις στο PYD, συμπεριλαμβανομένου του Καμισλί, της Μαλάκια, της Αμούντα, και του Ράας αλ Έιν, και του επέτρεψε να στήσει φυλάκια και να φέρει όπλα στις εισόδους των πόλεων. Αλλά το καθεστώς της Δαμασκού διατηρούσε φυλάκια επιπλέον μέσα στο Καμισλί και τη Χασακά. Το Φλεβάρη του 2012, το καθεστώς έκδωσε διαταγές στις δυνάμεις του στη Χασακά εξουσιοδοτώντας το PYD να περιπολεί στη συνοριακή περιοχή χωρίς περιορισμούς.
Πριν την αντι-Άσαντ εξέγερση, το PYD είχε οπαδούς στα σε μεγάλο βαθμό κουρδικά βορειοανατολικά, αλλά ήταν μόνο ένα από τα πολλά κόμματα στην περιοχή, και πολλοί Κούρδοι εκεί προσανατολίζονταν στα δύο βασικά κουρδικά κόμματα του Ιρακινού Κουρδιστάν. Όμως όλα τα κατεστημένα κόμματα αποσταθεροποιήθηκαν από την εθνική εξέγερση και τις τοπικές διαδηλώσεις ενάντια στο καθεστώς Άσαντ, που καθοδηγούνταν από νεολαίους οργανωμένους σε συντονιστικές επιτροπές. Το κουρδικό κόμμα πιο κοντά στις διαμαρτυρίες ήταν το Κόμμα του Μέλλοντος, με επικεφαλής τον Μισάλ αλ-Ταμού, ένα χαρισματικό αγρονόμο μηχανικό.
Ο Ταμού και άλλοι Κούρδοι αντίθετοι με το καθεστώς Άσαντ σύντομα έγιναν ο πρώτος στόχος στην καταστολή του YPG. Υπήρξαν μαζικές συλλήψεις και δολοφονίες ηγετών – πρώτα ο Ταμού, σκοτώθηκε τον Οκτώβρη του 2011· ύστερα ο Μαχμούντ Βαλί το Σεπτέμβρη του 2012 και ο Αχμάντ Μπουντζάκ το Σεπτέμβρη του 2013.
«Ασφαλώς το PYD επιχειρούσε κάτω από τις εντολές του καθεστώτος», είπε ο Ιμπραήμ Χουσεΐν, ο κούρδος δικαστής. Πολλοί αντίπαλοι του καθεστώτος, όλοι τους λέγεται ότι βρίσκονται σε λίστες καταζητούμενων από την κυβέρνηση, «εξαφανίστηκαν» και δεν τους ξανάδαν, σύμφωνα με τον Χουσεΐν, και άλλοι συνελήφθησαν ή απελάθηκαν. Στα τέλη του 2013, ο διοικητής της στρατιωτικής αστυνομίας Ασαγίς, Τζουάν Ιμπραήμ, είπε σε μια συνέντευξη τύπου ότι οι δυνάμεις του έχουν συλλάβει 5.100 «παράνομους και διακινητές ναρκωτικών» στην περιοχή ελέγχου του.
Σύριοι αξιωματούχοι πληροφοριών γνώριζαν ότι το YPG πραγματοποιούσε μια σειρά δολοφονιών. «Πήραμε οδηγίες ότι αν το ΡΚΚ δολοφονούσε κάποιον, δε θα επεμβαίναμε», είπε ο Νάσερ, ο πρώην αξιωματούχος πληροφοριών του καθεστώτος στη βορειοανατολική Συρία. «Να γιατί τόσοι πολλοί ακτιβιστές δολοφονήθηκαν, και ποτέ δεν ξεκινήσαμε μια έρευνα».
Η πιο τραγική επίθεση σε αντίπαλους του καθεστώτος συνέβη στα τέλη Ιούνη 2013, όταν οι δυνάμεις ασφαλείας του YPG άνοιξαν πυρ στη διάρκεια διαδήλωσης στην Αμούντα, σκοτώνοντας τρεις (και άλλους τρεις λίγο μετά στη γύρω περιοχή). Οι διαδηλωτές απαιτούσαν να αφήσει το PYD τους αντικαθεστωτικούς ακτιβιστές που είχε θέσει υπό κράτηση, μα την επόμενη μέρα, το PYD συνέλαβε άλλους 100 και έκλεισε τα γραφεία όλων των αντιπολιτευόμενων κομμάτων στην πόλη. Αυτή και άλλες τέτοιες επιθέσεις, μαζί με τις συλλήψεις ηγετών κουρδικών κομμάτων αντίθετων με το PYD, οδήγησαν στη φυγή δεκάδων χιλιάδων – στο Ιρακινό Κουρδισταν, όπου σήμερα υπάρχουν γύρω στους 300.000 Κούρδοι της Ροτζάβα· και στην Τουρκία, όπου υπάρχουν τουλάχιστο 200.000.
Οι επιθέσεις του YPG στους Άραβες ξεκίνησαν στα τέλη του 2013, με τρεις σφαγές, σύμφωνα με το Συριακό Δίκτυο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: στην κωμόπολη Αλ-Αγκίμπις το Νοέμβρη του 2013, όπου σκοτώθηκαν τρεις· στην Ταλ Μπρακ στα τέλη Φλεβάρη του 2014, με φόρο αίματος 43 πολίτες· και στην Αλ Χατζίγια και το Ταλ Χαλίλ στα μέσα Σεπτέμβρη του 2014, όπου σκοτώθηκαν 42.
Απελάσεις και καταστροφές χωριών ξεκίνησαν επίσης στη Χασακά στα τέλη του 2013, και κλιμακώθηκαν αφότου η αμερικανική αεροπορία άρχισε να διεξάγει αεροπορικές επιθέσεις για να σώσει το Κομπάνι από τις επιθέσεις του ISIS τον Οκτώβρη του 2014. Επισπεύτηκαν τον επόμενο χρόνο, καθώς το YPG, υποστηριζόμενο από την αεροπορική ισχύ των ΗΠΑ, κατέλαβε τη συνοριακή κωμόπολη Ταλ Αμπιάντ, την οποία εγκατέλειψε το ISIS χωρίς μάχη.
Οι απελάσεις και καταστροφές χωριών που ξεκίνησαν στις αρχές του 2014 ακολούθησαν ένα απροσδόκητο μοτίβο εμφανούς συνεργασίας ανάμεσα στο YPG, τον ISIS, και το καθεστώς Άσαντ με στόχο την εκδίωξη των μετριοπαθών αντάρτικων δυνάμεων από σημαντικά συνοριακά περάσματα και μεγάλες πόλεις σε όλη την περιοχή. Ξανά και ξανά, σε κωμοπόλεις όπου το YPG είχε έλλειψη σε ανθρώπινο δυναμικό ή σε όπλα για να απομακρύνει τους αντάρτες, οι δυνάμεις του ISIS έφταναν απρόσμενα με τα σώματά τους των βομβιστών αυτοκτονίας, καταλάμβαναν το έδαφος, και μετά το παρέδιδαν στο YPG χωρίς μάχη. Στη συνέχεια το YPG απέλαυνε τους άραβες κατοίκους.
Πάρτε την πόλη Τελ Χαμίς, νότια της μεγαλύτερης πόλης της Ροτζάβα, Καμισλί. Αντάρτες από την Ταξιαρχία 313, με την υποστήριξη της Ισλαμικής Αχράρ αλ-Σαμ, την πήραν από τις κυβερνητικές δυνάμεις το Φλεβάρη του 2013, και το YPG ήταν ανίκανο να την αποσπάσει απ’ αυτούς. Στα τέλη του 2013, εν μέσω μαχών, μια πομπή πάνω από 100 οχημάτων που μετέφερε οπλισμένους μαχητές του Ισλαμικού Κράτους έφτασε απροσδόκητα από την ανατολική Συρία και συνέτριψε δυο αντάρτικες ταξιαρχίες, την Ταξιαρχία 114 και την ταξιαρχία Γεράκι, σύμφωνα με το Νάσερ και άλλες πηγές. Ο ISIS αργότερα αποσύρθηκε σε μια περιοχή 20 μίλια νότια του Τελ Χαμίς και παρέδωσε την περιοχή στο YPG χωρίς μάχη το Φλεβάρη το 2015, είπε.
Μόνο τότε άρχισε το YPG να κατεδαφίζει κατοικίες Αράβων, σύμφωνα με το Συριακό Δίκτυο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Ξεκίνησε με το κάψιμο και την κατεδάφιση δεκάδων σπιτιών στην ίδια την κωμόπολη, και ακολούθησε η κατάληψη 29 πόλεων της περιοχής από τον ISIS, στις οποίες εφόρμησε, καταστρέφοντας εννιά ολοσχερώς, είπε το SNHR.
«Ο κόσμος νόμιζε ότι το ISIS είχε έρθει για να βοηθήσει τον FSA, όμως αντί αυτού κινήθηκε γύρω από όλη την επαρχία, πετώντας τον FSA έξω από όλες τις θέσεις του», είπε ο Σαμίρ αλ-Αχμάντ, ένας άραβας δημοσιογράφος με έδρα την Τουρκία από τη Χασακά, ο οποίος παρακολουθεί στενά τα γεγονότα. Ως το Μάρτη του 2014, ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός είχε χάσει όλα τα ερείσματά του στη Χασακά.
Άλλο σημάδι της συμπαιγνίας του ISIS με το καθεστώς Άσαντ: Στους τρεις μήνες αφότου ο ISIS πήρε το Τελ Χαμίς στις αρχές του 2014, πράκτορες του ISIS έκλεψαν κάπου 90.000 τόνους σιτάρι που ήταν αποθηκευμένο στην κωμόπολη και το πούλησαν στο καθεστώς Άσαντ, παραδίδοντάς το στη Λατάκια, πάνω από 300 μίλια μακριά στην ακτή της Μεσογείου, μέσα σε μακριά καραβάνια φορτηγών, είπε ο Μαχμούντ αλ-Μαχντί, αρχηγός του κέντρου τεκμηρίωσης της Χασακά στην Σαλιούρφα της Τουρκίας.
Το ISIS και το YPG έδρασαν επίσης εμφανώς δίπλα-δίπλα το 2015 στη Χουσεϊνίγια, κοντά στο Τελ Χαμίς, το οποίο είχαν πάρει οι αντάρτες της Ταξιαρχίας 313 και μικρότερες ομάδες το Φλεβάρη του 2013. Το YPG επιτέθηκε στο χωριό στα τέλη εκείνης της χρονιάς αλλά απότυχε να απομακρύνει τους αντάρτες. Ο ISIS, ωστόσο, μπόρεσε να το κάνει το Μάρτη του 2014. Το Φλεβάρη του 2015, οι ισλαμιστές παρέδωσαν το χωριό στο YPG χωρίς μάχη, και ένα μήνα αργότερα, το YPG πυρπόλησε και κατεδάφισε τα περισσότερα σπίτια του χωριού. Φωτογραφίες από δορυφόρο έδειξαν μόνο 14 κτίρια να στέκονται όρθια στα μέσα του 2015, σε σύγκριση με τα 225 σε δορυφορική φωτογραφία του προηγούμενου έτους, σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία. Όμως ο εκπρόσωπος του PYD Σιχανούκ Ντίμπο αποκάλεσε την έκθεση της Αμνηστίας «αντιεπαγγελματική».
Ο σύριος δημοσιογράφος Μουντάρ αλ-Άσαντ (καμία σχέση με το σύριο πρόεδρο), ο οποίος έχει καταγράψει τις εχθροπραξίες στη Χασακά, λέει ότι υπάρχουν εκατοντάδες παραδείγματα με τον ISIS να παίρνει ένα χωριό από τους αντάρτες του Ελεύθερου Συριακού Στρατού και μετά να το παραδίδει στο YPG χωρίς μάχη. Και δεν είναι όλα στη Χασακά.
Πάρτε το Σιβούχ, μια αραβική κωμόπολη 45.000 κατοίκων στο βορρά της επαρχίας του Χαλεπιού στην ανατολική όχθη του Ευφράτη, κάπου 130 μίλια δυτικά του Τελ Χαμίς. Αραβικές αντάρτικες δυνάμεις των ταγμάτων Αχράρ Σιβούχ και του Μάρτυρα Αμπντουλαζίζ Καζάλ πήραν το Σιβούχ από το καθεστώς τον Ιούλη του 2012, αλλά συμφώνησαν, σε μια μοιραία κίνηση, να μοιραστούν τον έλεγχο με το YPG. Το Μάρτη του 2014, χωρίς προειδοποίηση, μαχητές του YPG άφησαν τα πόστα τους στο ISIS, το οποίο τότε κυρίευσε τις άμυνες των αράβων ανταρτών. Ένα χρόνο αργότερα, το Μάρτη του 2015, άραβες αντάρτες και το YPG συνωμότησαν για την κοινή ανακατάληψη της κωμόπολης. Όμως τότε, σύμφωνα με τον Ισάμ αλ-Ναγίφ, ένα διοικητή του τάγματος Αχράρ Σιβούχ, «το ΡΚΚ κυρίευσε την πόλη χωρίς να μας το πει». (Αναφερόταν στο YPG, το συριακό παρακλάδι του ΡΚΚ).
Και τότε άρχισε η καταστροφή. Οι κάτοικοι είχαν φύγει φοβούμενοι μια μάχη στη γη τους, όμως αφού ο ISIS εγκατέλειψε την κωμόπολη χωρίς μάχη, το YPG προχώρησε στην καταστροφή κτημάτων και αποθηκών, καθώς και 3.000 ακρ ελαιόδεντρων, είπε ο Ναγίφ. Κατέστρεψαν επίσης δύο γειτονικά χωριά. Μέχρι σήμερα, οι κάτοικοι του Σιβούχ αδυνατούν να επιστρέψουν στη γη τους.
Αν οι πρακτικές του YPG δεν ταιριάζουν με τη διαδεδομένη απεικόνιση της παραστρατιωτικής οργάνωσης σαν της ηρωικής αντιπολίτευσης στον ISIS στη Συρία, αυτό μπορεί να οφείλεται στην προαγωγή της εικόνας. Ο θρύλος του YPG σαν της μόνης χερσαίας δύναμης κατά του ISIS ξεκίνησε όταν ο ISIS πολιόρκησε τη συνοριακή κουρδική κωμόπολη της Συρίας Κομπάνι το φθινόπωρο του 2014. Ύστερα από μήνες συγκρούσεων, ανδρείοι μαχητές του YPG, βοηθούμενοι από τις αμερικανικές αεροπορικές επιθέσεις, έσωσαν την πόλη, ή έτσι λέει ο θρύλος.
Όμως οι Κούρδοι που εγκατέλειψαν την περιοχή του Κομπάνι κατά δεκάδες χιλιάδες διηγούνται μια πολύ διαφορετική ιστορία – ότι το YPG έδωσε την ενδοχώρα της πόλης στον ISIS χωρίς μάχη, και το συριακό καθεστώς, ο σιωπηλός συνέταιρος του YPG, παρακολουθούσε καθώς οι οπλισμένες φάλαγγες του ISIS κινούνταν μέσα από την επαρχία προς το Κομπάνι.
Σύμφωνα με τον Ιμπραχίμ Χουσεΐν, τον κούρδο δικαστή στην περιοχή της βόρειας Συρίας υπό το καθεστώς Άσαντ και το PYD μέχρι τα μέσα του 2014, η εχθρότητα ανάμεσα στο YPG και τον ISIS ήταν προσποιητή. Είπε ότι πολύ πριν φτάσει το ISIS σε χωριά της ενδοχώρας, «το YPG ερχόταν και έλεγε ότι το Νταές επιτίθεται». Όταν οι ντόπιοι επέμεναν να υπερασπίσουν τα χωριά τους, το YPG τους «υποχρέωνε να φύγουν υπό την απειλή όπλου», είπε.
Αυτό που ακολουθούσε ήταν μια πελώρια έξοδος Κούρδων στην Τουρκία. Πριν την επίθεση του ISIS, υπήρχαν 400.000 Κούρδοι στην περιοχή του Κομπάνι, αλλά μια απογραφή που διεξήχθη αφού τέλειωσε η σύγκρουση αποκάλυψε μόνο 200.000. «Πού είναι οι υπόλοιποι 200.000;» είπε ο Χουσεΐν, ο οποίος σήμερα ζει στη νότια Τουρκία. «Έφυγαν προτού φτάσει το Νταές».
Ο Αμπντουλσαλέμ Αχμάντ, ένας εκπρόσωπος του PYD, είπε ότι τέτοιου είδους κριτική «δεν αξίζει απάντησης». Κατηγορώντας τους επικριτές του YPG ότι εργάζονται για την τουρκική υπηρεσία πληροφοριών, είπε ότι αυτοί θέλουν μόνο να «δώσουν μια παραμορφωμένη εικόνα της ηρωικής εποποιίας που γράφτηκε απ’ το YPG».
Αυτό ήταν το δυσοίωνο ντεμπούτο των αμερικανικών κοινών επιχειρήσεων με το YPG· ενώ η κυβέρνηση Ομπάμα πανηγύριζε για τη θριαμβευτική επέμβασή της στο Κομπάνι, το YPG άδραξε την ευκαιρία για να ακολουθήσει έναν πιο ύπουλο στόχο. Καθώς δυνάμωσε η συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες στα 2015, το YPG επιτάχυνε τις απελάσεις Αράβων από τη βόρεια συνοριακή περιοχή. Αυτό κορυφώθηκε στα μέσα του 2015 με τον εκτοπισμό ή την άρνηση επιστροφής για πάνω από 60.000 Άραβες αφότου το YPG πήρε το Ταλ Αμπιάντ στα τουρκικά σύνορα, σύμφωνα με τον Σαάντ Σουίς, εξόριστο επικεφαλής του τοπικού κυβερνητικού συμβουλίου στη Ράκα.
Ο Σουίς, που σήμερα ζει στη νότια Τουρκία, άλλοι στενοί παρατηρητές που διέφυγαν από τη Ροτζάβα, η Διεθνής Αμνηστία και το Συριακό Δίκτυο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα μνημονεύουν δεκάδες παραδείγματα στα οποία το YPG έδιωξε Άραβες από τα σπίτια τους απειλώντας τους με αμερικανικές αεροπορικές επιθέσεις.
Μια τέτοια περίπτωση ήταν εκείνη του Μπιρ Μαχλί, βορειοανατολικά του Χαλεπιού, όπου το YPG απαίτησε οι χωρικοί να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και απείλησε να δώσει τις συντεταγμένες στον υπό αμερικανική ηγεσία συνασπισμό αν δεν το έκαναν. Στις 30 Απρίλη 2015, το YPG κάλεσε τις αεροπορικές επιθέσεις, και 64 χωρικοί, όλοι πολίτες, σκοτώθηκαν, σύμφωνα με την Airwars, μια ομάδα με έδρα τη Βρετανία που παρακολουθεί τους βομβαρδισμούς αμάχων από το συνασπισμό.
Άλλο παράδειγμα ήταν αυτό του Αρμπίντ, ένα χωριό αγροτών Βεδουίνων όπου καμιά 500αριά κάτοικοι αρνήθηκαν να αναχωρήσουν μετά την κατάληψη του Ταλ Αμπιάντ στο βορρά από το YPG τον Ιούνη του 2015. «Το YPG απείλησε ότι θα δώσει τις συντεταγμένες του χωριού στην αμερικανική αεροπορία», είπε ο Σουίς. Όταν τα ελικόπτερα Απάτσι άρχισαν να πετούν πάνω από το χωριό σε χαμηλό ύψος, οι κάτοικοι αποφάσισαν να φύγουν για άλλα χωριά. Ποτέ δεν επέστρεψαν, είπε. Το YPG δεν απάντησε στο αίτημά μας για ένα σχόλιο.
Μαζί με τις απελάσεις, το YPG ταχτικά αρπάζει περιουσίες. Σύμφωνα με έναν κανονισμό γνωστό σαν ο «Νόμος του Χορηγού», οι αρχές δε θα επιτρέψουν στον κόσμο να επιστρέψει εκτός αν έχουν έναν κούρδο χορηγό που να μπορεί να εγγυηθεί για την επιστροφή τους, είπε ο Σουίς. Όμως τέτοιες πηγές δεν είναι εύκολο να βρεθούν σε μια περιοχή σαν τη βόρεια Ράκα, όπου οι Κούρδοι είναι μόνο 10 τα εκατό του πληθυσμού.
Σύμφωνα με τη διεθνή ανθρωπιστική νομοθεσία, η απέλαση άμαχου πληθυσμού όταν δεν υπάρχει άμεση απειλή συγκρούσεων είναι έγκλημα πολέμου, και αν γίνεται ευρέως και συστηματικά, μπορεί να θεωρηθεί έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Μόνο γι’ αυτό το λόγο, οι απελάσεις του YPG στα 2014 και τα 2015 εγείρουν ζητήματα σχετικά με την ευθύνη των ΗΠΑ.
Ήταν η κυβέρνηση των ΗΠΑ σε γνώση των απελάσεων σε πραγματικό χρόνο, και επεδίωξε να τις σταματήσει; Ήταν συνετή η προσαρμογή της αμερικανικής αεροπορίας στη συριακή πτέρυγα του ΡΚΚ – μιας ομάδας με τη δική της πολιτική ατζέντα στη Συρία και την Τουρκία – προς χάριν του στρατιωτικού στόχου της επίθεσης στον ISIS αλλά χωρίς ένα συμφωνημένο πολιτικό αποτέλεσμα;
Τόσο το Πεντάγωνο όσο και το Υπουργείο Εξωτερικών αρνήθηκαν να συζητήσουν αυτά ή άλλα ζητήματα σχετικά με την πολιτική των ΗΠΑ στη Ροτζάβα, και ο ειδικός απεσταλμένος της κυβέρνησης Ομπάμα, Μπρετ ΜακΓκαρκ, απέρριψε αρκετά αιτήματα για μία συνέντευξη. Το Υπουργείο Εξωτερικών ζήτησε γραπτές ερωτήσεις, αλλά αρνήθηκε να τις απαντήσει.
«Η κυβέρνηση των ΗΠΑ διατηρεί επαφή με το PYD και με συνδεδεμένες με αυτό πολιτικές οντότητες μέσα από αρκετά κανάλια», είπε το Υπουργείο Εξωτερικών σε μια δήλωση δυο βδομάδες αφότου έλαβε τις ερωτήσεις από τη The Nation. «Αυτές οι επαφές κυμαίνονται από το επίπεδο υψηλόβαθμων εξωτερικών αντιπροσώπων έως εκείνο των μελών της πολιτικής διοίκησης υπεύθυνων για ένα φάσμα μη συνδεόμενων με την ασφάλεια λειτουργιών. Έχουμε επίσης περιστασιακή επαφή με μέλη των οντοτήτων που σχετίζονται με την Αυτοδιοίκηση [μια εναλλακτική ονομασία της κυβέρνησης του PYD] που είναι υπεύθυνα για υποθέσεις πολιτικής διακυβέρνησης σε περιοχές της αραβικής πλειονότητας στη Συρία. Το Υπουργείο Εξωτερικών χρησιμοποιεί αυτές τις επαφές για να προωθήσει μια ενοποιημένη, μη σεκταριστική Συρία που σέβεται την κοινωνική ένταξη, και άλλες δημοκρατικές αξίες και υπογραμμίζει τη δέσμευσή της να συντρίψει τον ISIL».
Οι απελάσεις επιβραδύνθηκαν στα 2016, αλλά σε τουλάχιστο μία περίπτωση έγιναν σκληρότερες. Η συνήθης πρακτική είναι ήδη μια ξεδιάντροπη παραβίαση των νόμων της ένοπλης σύγκρουσης, καθώς δεν έχει ακολουθηθεί η δέουσα διαδικασία όταν το YPG διατάσσει κατοίκους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, τα μέσα βιοπορισμού τους, και τα περισσότερα από τα υλικά τους υπάρχοντα. Ένοπλοι μασκοφόροι συνήθως καταφθάνουν στο μέσον της νύχτας, σηκώνουν τους κατοίκους, και συνοδεύονται από οργανωμένους πλιατσικολόγους, που στη συνέχεια ξεγυμνώνουν την περιουσία τους και μεταφέρουν το περιεχόμενό της.
Αλλά ακόμα κι αυτές οι κραυγαλέες καταχρήσεις έφτασαν σε νέα χαμηλά επίπεδα στο χωριό Χαμάμ αλ-Τουρκμάν, με πληθυσμό 15.000, στις αρχές του περασμένου χρόνου. Τοποθετημένη νότια του Ταλ Αμπιάντ και βόρεια της Ράκα, της πρωτεύουσας του αυτοανακηρυγμένου χαλιφάτου του ISIS, το Χαμάμ αλ-Τουρκμάν λειτουργεί σαν πέρασμα όποτε το ISIS αποφασίζει να εξαπολύσει επιδρομή στην Ταλ Αμπιάντ, όπως έκανε τον περασμένο Φλεβάρη.
Μπαίνοντας στο Χαμάμ αλ-Τουρκμάν, το ISIS σκότωσε τουλάχιστο τρεις κατοίκους και χρησιμοποίησε άλλους σαν ανθρώπινες ασπίδες· κατόπιν στην Ταλ Αμπιάντ, οι δυνάμεις του σκότωσαν αρκετούς μαχητές του YPG. Υποστηριζόμενες από την αεροπορική επέμβαση των ΗΠΑ, οι χερσαίες δυνάμεις του YPG κυνήγησαν τον ISIS έξω από την Ταλ Αμπιάντ και το Χαμάμ αλ-Τουρκμάν. Και ήταν τότε που το YPG άρχισε να τιμωρεί τους χωρικούς για τη δική του έλλειψη ετοιμότητας.
Στις αρχές Μάρτη, οι διοικητές του YPG έφτασαν στην κωμόπολη, διέταξαν τους χωρικούς να συγκεντρωθούν στην αυλή του σχολείου, και τους κατηγόρησαν για προδοσία και σύμπλευση με τον ISIS, είπε ο Νασίμ αλ-Τουρκμάνι, ένας ακτιβιστής των μέσων ενημέρωσης από το χωριό. Μερικές μέρες αργότερα, η στρατιωτική αστυνομία Ασαγίς επέστρεψε με καταλόγους. Ισχυριζόμενη ότι οι γιοί τους πολεμούσαν μαζί με τον ISIS, διέταξε 10 οικογένειες να πάνε με τα πόδια στη Ράκα, πάνω από 40 μίλια προς το νότο. (Πρέπει να σημειωθεί ότι το YPG έχει ιστορικό αποτυχίας στην υπεράσπιση των πόλεων που ελέγχει και μετά στο φόρτωμα των ευθυνών σε άλλους. Στα τέλη του Ιούνη 2015, το ISIS κατέκλυσε το Κομπάνι και σκότωσε 286 άτομα. Το YPG κατηγόρησε την Τουρκία ότι επέτρεψε στους μαχητές να μπουν, αλλά στην πραγματικότητα το YPG είχε αναδιατάξει τις δυνάμεις που υπερασπίζονταν την κωμόπολη του Ταλ Αμπιάντ).
Σχεδόν 100 άντρες, γυναίκες, και παιδιά ξεκίνησαν μέσα στη νύχτα. Αφού περπάτησαν περίπου 15 μίλια και έκαναν ωτοστόπ για την υπόλοιπη διαδρομή, έφτασαν στο πρώτο φυλάκιο του ISIS. Ευτυχώς, ο ISIS δέχτηκε την ιστορία τους, τους άφησε να μπουν στην πόλη, και τους παρείχε καταφύγιο στα σπίτια των Κούρδων που είχε απελάσει. Ο Τουρκμάνι επισκέφτηκε μερικές οικογένειες.
«Αυτοί είναι όλοι φτωχοί Τουρκμένοι σουνίτες», είπε στη The Nation. «Ζούσαν από τα χωράφια τους. Τώρα στη Ράκα δε μπορούν να βρουν φαγητό να φάνε». Ο Τουρκμάνι ζει σήμερα στη νότια Τουρκία.
Ο εκπρόσωπος του PYD Σιχανούκ Ντίμπο είχε μια έτοιμη εξήγηση για την παρωδία του Χαμάμ αλ-Τουρκμάν. Είπε ότι «στοιχεία» του πληθυσμού εκεί είχαν έρθει σε επαφή με τον ISIS πριν την επίθεση και είχαν «φέρει τον πόλεμο στην κωμόπολη». Ισχυρίστηκε ότι απελάθηκαν «σύμφωνα με τις διαθέσεις του λαού του Χαμάμ αλ-Τουρκμάν». Είπε όμως ότι δεν είχε ιδέα για το ότι είχαν διαταχθεί να περπατήσουν προς τη Ράκα. Ένας δεύτερος εκπρόσωπος, ο Αμπντούλ Σαλάμ Αχμάντ, είχε μια διαφορετική εκδοχή· ισχυρίστηκε ότι οι απελαθέντες του Χαμάμ αλ-Τουρκμάν έχουν επιστρέψει στο χωριό.
Μια πιο χαρακτηριστική απέλαση το 2016, μόνο οριακά λιγότερο σκληρή, έπληξε τον Ιμπραχίμ Αμπό Ομάρ και την οικογένειά του, Σύριους Άραβες το αγρόκτημα των οποίων βρίσκεται στην Ταλ Αμπιάντ, πάνω στα σύνορα με το Ακτσάκαλε, την τουρκική της αδελφή κωμόπολη. Το YPG ήρθε πρώτα στο σπίτι του το Νοέμβρη του 2015, κραδαίνοντας ημιαυτόματα όπλα, και απαίτησε να φύγει. «Πού είναι οι γιοί σου;» θυμάται να ρωτούν. Εργάζονται όλοι στο εξωτερικό, τους είπε. «Ή πας στον Ερντογάν σου και φέρνεις τους γιους σου πίσω ή φεύγεις», του είπαν, αναφερόμενοι στον τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Αλλά αυτός αγνόησε τη διαταγή.
Επέστρεψαν στις 4 Απρίλη του 2016. Ήταν 9μ.μ., και μια δύναμη κατ’ εκτίμηση 50 ένοπλων ανδρών όρμησε στο σπίτι του, άρπαξαν το 12χρονο γιο του και μια από τις κόρες του, και άρχισαν να τους χτυπούν. «Μου είπαν ότι θα έρθουν στις 6π.μ. το ερχόμενο πρωί, και “δε θέλουμε να σε βρούμε σπίτι”». Αγνόησε την προειδοποίηση. Όμως στις 5μ.μ. το ερχόμενο πρωί, έφτασε ένας αξιωματικός και τον διέταξε να πάει «στον Ερντογάν».
«Αν σε ξαναδώ ποτέ στο Ταλ Αμπιάντ, θα σε σκοτώσω», ανέφερε να λέει ο αξιωματικός. «Πήγαινε στην Τουρκία, πήγαινε στη Ράκα, πήγαινε οπουδήποτε». Στην οικογένεια επιτράπηκε να φύγει μόνο με τα ρούχα που φορούσαν.
Περπατούσαν μέσα από χωράφια για μέρες, μέχρι που έφτασαν σ’ ένα αραβικό χωριό και επικοινώνησαν με συγγενείς στην Τουρκία. Αφού κοιμήθηκαν στα σύνορα για τέσσερις μέρες, πλήρωσαν λαθρέμπορους για να τους οδηγήσουν μέσα στην Τουρκία. Τώρα έχουν εγκατασταθεί σε ένα σπίτι που ήταν υπό κατασκευή τη στιγμή της συνέντευξης.
Καθώς άφηνε το σπίτι του στο Ταλ Αμπιάντ, ο Ιμπραχίμ είδε φορτηγά να πλησιάζουν για να μεταφέρουν τα υπάρχοντά τους. Αργότερα άκουσε από γείτονες ότι το YPG είχε αρπάξει και τα έξι σπίτια του και παρακείμενα κτίσματα, είχε μετακινήσει τις υδραντλίες του και τον εξοπλισμό του αγροκτήματος, και ακόμα είχε ξεριζώσει μικρά δέντρα.
Το έγκλημά τους; «Ρώτησα τον αξιωματικό», λέει ο Ιμπραχίμ. «Είπε, “σκασμός”». Ο Ιμπραχίμ, 61 χρόνων, και η γυναίκα του, Τζεμίλα αλ Χουσεΐν Γιουσούφ, 51, είπαν ότι είναι και οι δυο απολιτικοί και δεν είχαν καμιά σχέση με τον ISIS όταν οι ισλαμιστές εξτρεμιστές κατέλαβαν το Ταλ Αμπιάντ. Και οι δυο πιστεύουν πως το έγκλημά τους είναι ότι ο ανεψιός του Ιμπραχίμ είναι εθελοντής με τις μετριοπαθείς ανταρτικές δυνάμεις.
Σήμερα, το YPG διατάζει ακόμα αραβικές οικογένειες να εγκαταλείψουν τα χωριά στη συνοριακή περιοχή, σύμφωνα με το γιο του Ιμπραχίμ Άσαντ, 28 ετών. Κατά κανόνα, το YPG απαιτεί να παραδίδουν οι οικογένειες ένα γιο η καθεμιά για στρατιωτικές υπηρεσίες στις υπό την ηγεσία του YPG Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις, που σήμερα λειτουργούν σαν συμμαχική των ΗΠΑ χερσαία δύναμη – ή να εγκαταλείπουν την περιοχή.
Και αλλού στη Ροτζάβα, το YPG συλλαμβάνει, βασανίζει, και εκτοπίζει Κούρδους που συνδέονται με άλλα πολιτικά κόμματα και Άραβες που αντιτίθενται στο καθεστώς Άσαντ. «Συνεχίζουν να συλλαμβάνουν ακτιβιστές και μέλη της αντιπολίτευσης ξανά και ξανά ώσπου αυτοί να αποφασίσουν να φύγουν από μόνοι τους», είπε ο Μουαμάρ Αμπού Μουχάμαντ, ένας ακτιβιστής από τη δυτική επαρχία Χασακά. Ένας φίλος του συνελήφθη πέντε φορές, «αλλά τελικά του ξεκαθάρισαν ότι δεν ήταν ευπρόσδεκτος». Αν είχε παραμείνει, θα μπορούσε να είχε δικαστεί από ένα αντιτρομοκρατικό δικαστήριο και να αντιμετωπίσει 5ετή-10ετή ποινή φυλάκισης, είπε. «Έτσι η πλειονότητα απλά φεύγει».
Ο Roi Gutman είναι πρώην επικεφαλής του Μεσανατολικού γραφείου Μακ Κλάτσι (McClatchy Middle East bureau).
Σημείωση του Nation * Αυτό είναι το πρώτο μέρος μιας διμερούς έρευνας, υποστηριζόμενης από το Ταμείο για μια Ερευνητική Δημοσιογραφία (Fund for Investigative Journalism).