Το έργο αξίας 10 δις δολαρίων περιλαμβάνει το λιμάνι, που κατασκευάζει η κρατική κινεζική China Merchants Holdings International με έδρα το Χονγκ Κονγκ, και μια γειτονική ειδική οικονομική ζώνη, που θα κατασκευάσει και θα χρηματοδοτήσει το Ομάν (State Government Reserve Fund) από κοινού με την Τανζανία. Όμως το κινεζικό μονοπώλιο, άκρως αρπαχτικό και εκμεταλλευτικό από τη φύση του, δε θα δώσει ρευστό αν δε δέσει χειροπόδαρα τον χρηματοδοτούμενο και δε θα κατασκευάσει κάτι χωρίς πρώτα να εξασφαλίσει τους πιο ευνοϊκούς γι’ αυτόν και ταυτόχρονα τους πιο δυσμενείς για τον «αποδέχτη» του έργου όρους.
Πιο συγκεκριμένα, η συμφωνία που κατάγγειλε ο πρόεδρος της αφρικανικής χώρας προέβλεπε ότι η κινεζική κοινοπραξία θα νοίκιαζε το λιμάνι για 99 χρόνια (με 33 χρόνια εγγύηση) και η Τανζανία δε θα μπορούσε να έχει λόγο για το ποιος θα επένδυε εκεί απ’ τη στιγμή που θα έμπαινε σε λειτουργία. Δηλ. η Τανζανία θα έχανε την κυριαρχία της στη ζώνη που θα γινόταν ουσιαστικά τμήμα της κινεζικής επικράτειας!
Οι κινέζοι νεοαποικιοκράτες απαίτησαν ακόμα να αποζημιωθούν για τις κατασκευές γεωτρήσεων που θα έκαναν και όταν θα ολοκληρωνόταν το έργο κανένα άλλο λιμάνι να μην επιτρέπεται να κατασκευαστεί στην ακτογραμμή της χώρας. «Στην πραγματικότητα, οι επενδυτές θέλησαν να δέσουν τα χέρια μας ως προς την ανάπτυξη του λιμανιού της Τάνγκα, που είναι πολύ κρίσιμο για τον πετρελαιαγωγό από την Ουγκάντα και άλλων στην Μτβάρα και Κίλβα. Αυτά είναι τα παλαιότερά μας λιμάνια», εξήγησε ο Τζ. Μανγκουφούλι (The Citizen, 9/6). Υποβάθμιση της Τάνγκα θα σήμαινε ότι ο πετρελαιαγωγός αυτός θα κατέληγε τελικά στη Μομπάσα της Κένυα. Αλλά και η σε εξέλιξη επέκταση του γειτονικού λιμανιού του Νταρ ες Σαλαάμ (που μαζί με εκείνη της Μτβάρα χρηματοδοτούνται από την Παγκόσμια τράπεζα) θα επηρεαζόταν αρνητικά από τους κινεζικούς σχεδιασμούς.
Ακόμα, οι Κινέζοι ζήτησαν από τους Τανζανούς να εγγυηθούν για οποιαδήποτε ζημιά κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου, ενώ αξίωσαν υπερβολικά μακροχρόνιες φοροαπαλλαγές στους επίδοξους επενδυτές της οικονομικής ζώνης. Σύμφωνα με τον διοικητή του λιμανιού Ντεουσντεντίτ Κακόκο, είναι περίεργη η απαίτησή τους για φοροαπαλλαγές σε περίπτωση ανεπαρκών εμπορευματοκιβωτίων στη χώρα. «“Αν η χώρα διαθέτει ανεπαρκή φορτία, γιατί προσβλέπουν στα σοβαρά στην Τανζανία για επενδύσεις σε σιδηροδρόμους και λιμάνια;” Ο κ. Κακόκο είπε ότι έρευνες της κυβέρνησης έδειξαν πως οι επενδυτές σχεδίαζαν να ελέγξουν το λιμάνι και τις σιδηροδρομικές μεταφορές έχοντας βλέψεις στον χαλκό από τη Ζάμπια και τα φορτία που προορίζονται για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. “Ελέγχοντας όλα αυτά, οι φορολογικοί υπολογισμοί και έλεγχοι προγραμματίστηκαν να γίνονται στην Κίνα. Αυτό θα συνέβαινε επειδή οι ίδιοι θα έλεγχαν όλα τα φορτία, τα λιμάνια και τα λογιστικά”», πρόσθεσε αναφέροντας μερικές από τις απαλλαγές που απαίτησαν οι κινέζοι επενδυτές, όπως είναι ο φόρος στη γη, οι εργατικές αποζημιώσεις, οι εισφορές ανάπτυξης δεξιοτήτων, οι τελωνιακοί δασμοί, ο φόρος προστιθέμενης αξίας.
Το λιμάνι του Μπαγκαμόγιο προορίζεται να γίνει διαμετακομιστικός κόμβος (με 20 εκ. κοντέινερ ετησίως) για την προώθηση των κινεζικών εμπορευμάτων στην Ευρώπη και όχι να καλύπτει τις εθνικές οικονομικές ανάγκες της Τανζανίας. Έτσι φαίνεται πως καμιά σοβαρή ανάπτυξη της χώρας και κανένα αξιόλογο εισόδημα δεν μπορεί να περιμένει κανείς από τα παραπάνω μεγαλεπίβολα σχέδια των κινέζων μονοπωλιστών στην Τανζανία για να μη μιλήσουμε φυσικά για τις απαράδεκτες συνθήκες εργασίας που εισάγουν οι άρπαγες αυτοί στις αποικίες τους. Όσο για την αποζημίωση στους εκτοπισμένους κατοίκους της περιοχής, αντί να επιβληθεί στους κατασκευαστές βάρυνε τον εθνικό προϋπολογισμό της Τανζανίας και τελικά δεν έφτασε στους αποδέκτες.
Στην πραγματικότητα οι σοσιαλφασίστες του Πεκίνου εντάσσουν τα σχέδια κατασκευής ή εξαγοράς λιμανιών στο εξωτερικό στη στρατηγική της παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής τους εξάπλωσης στα πλαίσια του πολεμικού τους άξονα με τη ρωσική υπερδύναμη, χωρίς να εκδηλώνουν το παραμικρό ενδιαφέρον για την παραγωγική ανάπτυξη των αναπτυσσόμενων χωρών με τις οποίες συνεργάζονται. Ανάλογα ισχύουν και για την Ελλάδα όπου οι κινέζοι νεοαποικιοκράτες έχουν μετατρέψει το λιμάνι του Πειραιά σε μια απέραντο λιμάνι φορτοεκφόρτωσης των προϊόντων τους που τα προορίζουν για τις αγορές της δυτικής Ευρώπης ενώ αμελούν όλες τις υπόλοιπες επενδυτικές τους υποχρεώσεις με αποτέλεσμα ο Πειραιάς να συνεχίζει να μαστίζεται από μεγάλη ανεργία.
Πρόσφατα δημοσιεύματα αναφέρουν πως οι δύο πλευρές (Τανζανία-Κίνα) έχουν εμπλακεί σε διαπραγματεύσεις για την αναθεώρηση των όρων που τέθηκαν. Σε κάθε περίπτωση, ακόμα κι αν υποκύψει τελικά η πρώτη στις απαιτήσεις της δεύτερης, το ανάστημα που σήκωσε για να καταγγείλει την αποικιοκρατική συμφωνία είναι κάτι που καθιστά την αστική τάξη της Τανζανίας πολύ πιο υγιή και πολιτικά-ιδεολογικά προωθημένη από την ελληνική χαμερπή μεταπρατική αστική τάξη, που όταν θέλει να κάνει αυτοκριτική λεει ότι «γίναμε αφρικανική χώρα». Μακαρι να γινόμασταν αφρικανική χώρα. Γιατί οι αφρικανικές χώρες, μπορεί να είναι ως τώρα πιο φτωχές από την Ελλάδα, αλλά τις περισσότερες φορές οι αστικές τους τάξεις έχουν μια αντιιμπεριαλιστική αξιοπρέπεια και κάποτε μπορεί να γίνουν και πιο πλούσιες και πιο οικονομικά ανεξάρτητες από την Ελλάδα, όπου η αστική τάξη έχει γεράσει στην καρπαζιά και ό,τι κερδίζει σε ευμάρεια από τον κόπο του λαού της και από τα δάνεια μπορεί να το χάσει στο λεπτό από το βίτσιο της προσκόλλησης στον ιμπεριαλισμό, και συχνά στο χειρότερο.