Με το νομοσχέδιο για τετραετή διάρκεια σπουδών που είναι και το πιο συνηθισμένο, μπορεί κάποιος να είναι φοιτητής για 4+2=6 χρόνια, μετά διαγράφεται. Για περισσότερα έτη κανονικής διάρκειας σπουδών, όπως πχ στις πολυτεχνικές σπουδές που είναι 5ετείς, τα έτη που μπορεί να είναι κανείς φοιτητής είναι τρία επιπλέον, δηλαδή τα 8 έτη. Τέτοια όρια σπουδών είχε προσπαθήσει στο παρελθόν να επιβάλλει και το νομοσχέδιο της Γιαννάκου, που όμως συνάντησε τότε τη σφοδρή αντίδραση όλου του σοσιαλφασισμού και δεν πέρασε. Ο νόμος επίσης ορίζει εξαιρέσεις από αυτά τα όρια: α) σε περίπτωση εργασίας του φοιτητή, β) σοβαροί λόγοι υγείας, γ) σπουδαίοι λόγοι.
Οι φοιτητές που παρατείνουν τις σπουδές τους δεν αποτελούν μια ενιαία κατηγορία. Άλλοι είναι εργαζόμενοι, άλλοι καθυστερούν τις σπουδές τους γιατί δυσκολεύονται να καταπιούν μονομιάς το πραγματικά πληκτικό περιεχόμενο των σπουδών τους, που τις περισσότερες φορές δεν έχει σχέση με τις κοινωνικές παραγωγικές ανάγκες-οπότε και ο απόφοιτος δεν θα βρει δουλειά αντίστοιχη των σπουδών του, άλλοι γιατί έχουν πέσει σε καθηγητές-βασανιστές που τους απογοήτευσαν γιατί τους έκοψαν σε επανειλημμένες εξετάσεις και άλλοι είναι αυτό που ονομάζουμε φοιτητικό λούμπεν, δηλαδή φοιτητές που ζουν χωρίς πρόγραμμα και υποχρεώσεις μια τεμπέλικη, είτε άνετη είτε και τρωγλοδυτική ζωή. Ένα μικρό μέρος των αιώνιων φοιτητών είναι απλά κομματικοί επαγγελματίες συνδικαλιστές.
Το να υπάρχει ένα είδους όριο στις σπουδές, ιδιαίτερα στη δημόσια εκπαίδευση, είναι κάτι το λογικό στο βαθμό στον οποίο δεν μπορεί η κοινωνία και το προλεταριάτο να πληρώνει τους φοιτητές για επανειλημμένες εξετάσεις, επανειλημμένα εργαστήρια, επιπλέον μισθούς καθηγητών και επιπλέον κτιριακές εγκαταστάσεις πέρα από ένα αναγκαίο ελάχιστο. Ούτε ένα πτυχίο μπορεί να αποτελεί κρατική βεβαίωση γνώσης, όταν κάποιος πέρασε το τελευταίο του μάθημα στα 40 του χρόνια, δίχως τουλάχιστον να επανεξεταστεί στο πρώτο του μάθημα που το πέρασε στα 18 του.
Αυτή την ισόβια αιώρηση των σπουδών και του ακόμα πιο αιωρούμενου πτυχίου που τους αντιστοιχεί ο αρχισαμποταριστής της παραγωγής Α. Παπανδρέου την συνδύασε με το να επιβάλει σε κάθε πόλη της χώρας να υπάρχει και ένα ΤΕΙ, που τώρα έγινε ΑΕΙ από το ΣΥΡΙΖΑ και χρειάζεται επιπλέον μισθούς καθηγητών και ΕΔΠ, χωρίς καμιά παραγωγική ανάγκη να το επιβάλλει. Ετσι αυτός ο μεγαλοπαραγωγός παρασιτισμού φρόντισε ώστε πολλές πόλεις στην επαρχία, να ζουν από τους φοιτητές που σπουδάζουν εκεί. Δηλαδή αντί για παραγωγικές επενδύσεις, σε βιομηχανία ή σε εκσυγχρονισμό της αγροτικής παραγωγής μέσα από τις οποίες θα παράγονταν κοινωνικός πλούτος και θα αναπτύσσονταν οι επαρχιακές πόλεις και συνολικά η ύπαιθρος, οπότε ενδεχομένως οι ανάγκες της ανεπτυγμένης παραγωγής θα δημιουργούσαν τους όρους για μια ανώτερη σχολή, ο αρχισαμποταριστής οι ψευτοαριστεροί σύμμαχοί του και οι διάδοχοί του το έκαναν ανάποδα. Επέβαλαν δηλαδή στις επαρχιακές πόλεις να ζουν σε κάποιο σημαντικό βαθμό παρασιτικά απομυζώντας ένα μέρος του εργατικού και υπαλληλικού μισθού που παράγονταν από τους εργαζόμενους στις δύο μεγάλες πόλεις οι οποίοι στέλνουν τα έξοδα διαβίωσης των παιδιών τους-φοιτητών. Αυτό είναι ιδιαίτερα ορατό από το γεγονός για το πόσο ψηλά έχει ανέβει η τιμή της κατοικίας εξ αιτίας της υψηλής ζήτησης για στέγη που έχει δημιουργηθεί από τον αριθμό των φοιτητών που σπουδάζουν.
Ενώ τα μέτρα αυτά φαίνονται λογικά , εν τούτοις η φιλελεύθερη αστική τάξη, τα επιβάλλει πάντα ενάντια στο λαό, σαν μορφή τιμωρίας γιατί καθυστερεί τις σπουδές των παιδιών του και όχι σαν μορφή που εξυπηρετεί μια κοινωνική ανάγκη. Γιατί είναι λογικό, κάποιος να μην πρέπει να φοιτά για πάντα, ειδικά αν είναι μακριά από τον τόπο κατοικίας των γονιών του και οι γονείς του να είναι υποχρεωμένοι να πληρώνουν νοίκια και έξοδα διαβίωσης, όταν όπως συνήθως, πρόκειται για φτωχούς εργαζόμενους. Αντί δηλαδή η Κεραμέως να νομοθετεί διαγραφές, θα έπρεπε πρώτα να ξεκαθάριζε την υπάρχουσα κατάσταση, να ξέρει δηλαδή πόσοι είναι οι λεγόμενοι «αιώνιοι φοιτητές», να τους καλέσει να καταθέσουν τις απόψεις τους για το πότε μπορούν και αν θέλουν να τελειώσουν τις σπουδές τους, να ορίσει ακόμη και ειδικές διδασκαλίες γιαυτούς για να επαναφέρουν τις γνώσεις τους, να βάλει ακόμη και ειδικές εξετάσεις γιαυτούς και έτσι να δώσει, σε όσους θέλουν, τη δυνατότητα να τελειώσουν τις σπουδές τους. Παίρνοντας τέτοιου είδους μέτρα, δείχνεις τις καλές σου προθέσεις και στερείς από το σοσιαλφασισμό σημαντικό μέρος του μετώπου που αυτός διαμορφώνει ενάντια στο νόμο. Όμως από την άλλη θα πρέπει να αποκλειστεί και η καθηγητική αυθαιρεσία, που είναι ικανή, ειδικά για μαθήματα του τελευταίου έτους, να κάνουν ένα φοιτητή να ξεπεράσει τα 2 επιπλέον έτη και να μείνει χωρίς πτυχίο, γιατί ο καθηγητής-που δεν ελέγχεται από κανέναν-τον απορρίπτει συνέχεια χωρίς (ο καθηγητής) να είναι υποχρεωμένος να λογοδοτεί.
Για το πόσο οι φιλελεύθεροι αστοί φοβούνται το λαό φαίνεται και από το γεγονός, ότι νομοθετούν τέτοια ζητήματα μέσα στις συνθήκες τις πανδημίας, με την ελπίδα ότι οι περιορισμοί της, θα περιορίσουν και τις αντιδράσεις εναντίον της.
Το χτύπημα του σοσιαλφασισμού στο νομοσχέδιο από τα δεξιά
Η γραμμή του σοσιαλφασισμού όπως αυτή εκφράζεται στην ανακοίνωση των φοιτητικών συλλόγων που πήραν μέρος στην πορεία ενάντια στο νομοσχέδιο στις 14 Γενάρη είναι η εξής (www.in.gr/2021/01/14/):
• Το όριο μας βάζει το μαχαίρι στο λαιμό.
Όμως η πραγματικότητα είναι ότι οι με δύο περιόδους το χρόνο για κάθε μάθημα στην κανονική διάρκεια σπουδών και άλλες τέσσερεις για τα άλλα δύο επιπλέον χρόνια, έχει κανείς έξι συνολικά ευκαιρίες για να περάσει ένα μάθημα. Το μαχαίρι στο λαιμό ισχύει για εργαζόμενους που παράλληλα σπουδάζουν και αυτοί ναι έχουν δικαίωμα να καθυστερήσουν για ένα διάστημα ή και να διακόψουν τις σπουδές τους. Αυτά θέλουν ρυθμίσεις μέσα από φοιτητική πάλη, αλλά ένα προοδευτικό κίνημα θα έβαζε ειδικά αιτήματα, δεν θα έλεγε «αιώνιες σπουδές».
• Ο μέσος χρόνος φοίτησης είναι μεγαλύτερος από τα χρόνια φοίτησης που αναφέρει το νομοσχέδιο.
Αλλά ο μεγάλος μέσος χρόνος φοίτησης προκύπτει από το γεγονός ότι πολλοί φοιτητές έχουν εγκαταλείψει τις σπουδές τους ή τις παρατείνουν χωρίς σημαντικό λόγο. Προσθέτοντας αυτούς του μεγάλους χρόνους ο μέσος χρόνος αυξάνει τεχνητά.
• Ο χρόνος ν+2 του νομοσχεδίου αυξάνει την καθηγητική αυθαιρεσία
Αυτό είναι δυνατότητα πραγματική και θα πρέπει το νομοσχέδιο να εξασφαλίζει τους φοιτητές από τέτοιου είδους αυθαιρεσίες με επανεξέταση των γραπτών από τρίτους και γενικά να υπάρξουν μέτρα και κυρίως μαζικό κίνημα ενάντια στην καθηγητική αυθαιρεσία. Αλλά πότε έβαλε τέτοιο αίτημα πάλης σαν βασικό η ψευτοαριστερά; .
• Με την εφαρμογή τους διαμορφώνεται ένα αυταρχικό περιβάλλον φοίτησης, στο οποίο οι φοιτητές υπό τον συνεχή φόβο δε θα έχουν χρόνο για άλλα ενδιαφέροντα, για υγιή και κοινωνικοποίηση και πολιτική δράση και διεκδίκηση.
Εδώ αν ήταν ειλικρινείς θα έπρεπε να αναφέρουν τουλάχιστον πόσα χρόνια οι ίδιοι νομίζουν ότι πρέπει να διαρκούν οι σπουδές. Κυρίως όμως θα πρότειναν και θα παλεύανε για σπουδές που θα συνδύαζαν την από καθ έδρας διδασκαλια με την εφαρμοσμένη και μάλιστα τη συλλογική έρευνα, όπου η πρώτη θα υπηρετούσε τη δεύτερη, Αλλά αυτό θα το έκανε ένα πραγματικό δημοκρατικό κίνημα που ενδιαφέρεται και για τους φοιτητές και για την κοινωνία και όχι για την υποδούλωση της χώρας σε ξένους δυνάστες και τη νεοταγματασφαλίτικη παρασιτική γραφειοκρατία του.
• Οι διαγραφές αποτελούν, συγχρόνως, μέτρο-κρίκο για την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση, καθώς ο αριθμός των ενεργών φοιτητών είναι βασικό κριτήριο για την αξιολόγηση των ιδρυμάτων και την χρηματοδότησή τους από το κράτος.
Ο σοσιαλφασισμός εδώ κάνει συμμαχία με τους καθηγητές, που προηγούμενα τους κατηγορούσε ότι θα αυθαιρετούν, γιατί τους λέει ότι αν διώξετε τους «αιώνιους» θα ελαττωθεί ο αριθμός των φοιτητών στη Σχολή σας και τότε θα παίρνετε λιγότερα λεφτά.
Ο σοσιαλφασισμός δεν ενδιαφέρεται ούτε για τις κοινωνικές ανάγκες, ούτε φυσικά και για τους φοιτητές. Γιατί αν ήταν έτσι το πρώτο που θα ζητούσε θα ήταν η αντιστοίχιση των σπουδών με τις γενικότερες κοινωνικές ανάγκες, όσο βεβαια πολύ χοντροκομμένα μπορεί κανείς αυτές μπορεί να τις προσδιορίσει μέσα από τον καπιταλιστικό τρόπο με τον οποίο οργανώνεται η παραγωγή οπότε και η κατανάλωση. Σε αυτήν την περίπτωση οι φοιτητές τουλάχιστον στις σχετικά ομαλές περίοδες μη βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης θα έβρισκαν μια δουλειά. Όμως το σύνθημα του σοσιαλφασισμού είναι «όχι στα ΑΕΙ της αγοράς» δηλαδή σπούδασε για ένα πτυχίο χωρίς αντίκρισμα. Αυτό ακριβώς εννοεί με το ότι δεν θέλουμε περιορισμό στα έτη σπουδών και όχι το αφήστε και τους εργαζόμενους να σπουδάσουν. Αν τα πτυχία θα αντιστοιχούσαν στις παραγωγικές ανάγκες της χώρας, δηλαδή έστω σε αυτές της σημερινής αστικής κοινωνίας, τότε όλοι θα ήθελαν και θα προσπαθούσαν να τελειώσουν γρήγορα για να δουλέψουν και να ζήσουν με σχετική αξιοπρέπεια και σχετική ασφάλεια τη ζωή τους. Αντίθετα σήμερα ο μεγαλύτερος αριθμός αποφοίτων κάνει μια δουλειά για την οποία δεν σπούδασε, ή το πιο συνηθισμένο είναι άνεργος, συντηρούμενος από τους γονείς ή τους παππούδες του, αδυνατώντας να ζήσει μια φυσιολογική νεανική ζωή κλεισμένος στους τοίχους του σπιτιού του, βυθισμένος στη φτώχεια και την απογοήτευση.
Ταυτόχρονα η κατάσταση αυτή δείχνει και την ανικανότητα της φιλελεύθερης αστικής τάξης, που εκπροσωπεί στη ζήτημα αυτό η Κεραμέως, να δώσει κάποια πάλη ενάντια στους σαμποταριστές έξω και κυρίως αυτούς μέσα στο κόμμα της οι οποίοι έχουν αρχηγό τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Τότε και τα μέτρα που νομοθετεί δεν θα φαίνονταν σαν τιμωρία και θα πρόσφερε μια υπηρεσία στο λαό και τη χώρα.