Αφού ουσιαστικα κανένα ή σχεδόν κανένα εργοστάσιο και καμιά ή σχεδόν καμιά επιχείρηση των πραγματικά θιγόμενων από τον εργασιακό νόμο, δηλαδή των εργατών και εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, δεν απεργεί και δεν κατεβαίνει να διαμαρτυρηθεί εδώ και πολλά χρόνια ενάντια σε αυτή την κάθε τόσο επαναλαμβανόμενη επίθεση, είναι εκεί στην ίδια πάντα τελετουργία, στην πλατεία έξω από τη Βουλή, παραταγμένοι όλοι αυτοί που καμώνονται τους φίλους τους. Είναι πάντα εκεί πρώτο και καλύτερο το υποτιθέμενο κόμμα της εργατικής τάξης χωρίς την τάξη, μετά είναι το υποτιθέμενο κόμμα της αριστεράς χωρίς την εργατική ψυχή της, και τέλος είναι η συνομοσποδία των εργατών χωρίς τους εργατες της για να υπερασπίσουν τα συμφέροντα των θυμάτων του νέου πλήγματος προσθέτοντας στον πόνο τους και την ταπείνωση τους.
Μιλάμε για ταπείνωση γιατί αυτοί οι πολιτικοί και συνδικαλιστικοί στρατοί δεν ισχυρίζονται ότι είναι οι αντικαταστάτες της καθ αυτό εργατικής τάξης, αυτής του ιδιωτικού τομέα, που δεν μπόρεσε να απεργήσει και να παραταχτεί μπροστά στους εχθρούς της. Ισχυρίζονται ότι εκείνοι είναι η ίδια η τάξη. Δεν της κρατάνε δηλαδή τη θέση για αύριο που θα μπορεί να έρθει να την καταλάβει, όταν θα μπορεί να απεργεί και να διαδηλώνει με τα δικά της πρωτοβάθμια σωματεία και τα εργατικά κέντρα και τις ομοσπονδίες που οικοδομούνται πάνω σε αυτά. Όχι. Αυτοί οι στρατοί έχουν καταλάβει τη θέση της και την έχουν εκτοπίσει, πιστεύοντας μάλιστα ότι θα είναι έτσι για πάντα. Φροντίζουν τα συνθήματα τους να μοιάζουν με τα παλιά δικά της και φέρνονται σαν να είναι εκείνη. Αλλά στην πραγματικότητα της είναι ό,τι πιο ξένο υπάρχει.
Έτσι απεργούν για παράδειγμα συνήθως τη μέρα της ήττας, τη μέρα δηλαδή που θα ψηφιστεί ο νόμος, αλλά το κακό είναι ότι δεν απεργούν σαν εργατική τάξη, απεργούν σαν κράτος της αστικής τάξης, σαν δημόσιοι υπάλληλοι που έχουν αποσπάσει το δικαίωμα από το κράτος να μην πάνε εκείνη τη μέρα στη δουλειά τους, δικαίωμα που κανείς εργαζόμενος δεν μπορεί να πάρει από τον εργοδότη του αν δεν είναι άνθρωπός του. Ή απεργούν σαν ΔΕΚΟ, σαν δηλαδή μέρος του κρατικού μονοπωλίου των συγκοινωνιών της πόλης και δεν νοιάζονται δεκάρα για το αληθινό εργαζόμενο προλεταριάτο, που δεν απεργεί γιατί μην έχοντας κρατική προστασία και όντας ανοργάνωτο είναι εντελώς ευάλωτο στα δικά του αφεντικά. Όμως αντί οι απεργοί αυτοί να σταθούν και να σκεφτούν τι έφταιξε και δεν είναι αυτό το προλεταριάτο στους δρόμους και σε απεργία το ταλαιπωρούν και το ταπεινώνουν για το καλό του, υποχρεώνοντας το εκείνη τη μέρα να κουραστεί πιο πολύ από καθε άλλη για να πάει στο χώρο της κούρασής του και να χαθεί άδοξα αντί να λάμψει στον αγώνα της πλατείας.
Στην πραγματικότητα σε αυτές τις μέρες που φαίνεται σα να θριαμβεύουν τα γεμάτα κούφιο κομπασμό υποκατάστατα της αληθινής εργατικής τάξης, φανερώνεται πιο έντονα από κάθε άλλη μέρα το πελώριο πραγματικό κενό της και φέρνει πιο κοντά την ανάγκη να πάρει η ίδια τη μοίρα της στα χέρια της τόσο πολιτικά όσο και συνδικαλιστικά. Αυτή η διπλή διαδικασία δεν θα αργήσει πολύ να δώσει καρπούς επειδή οι νεοχιτλερικοί σαμποταριστές, οι πιο επιθετικοί εργοδότες και οι προδότες της εργατικής τάξης κάθε είδους ΗΔΗ πάνε τα πράγματα στην άκρη τους. Έτσι αυτόματα στην άλλη άκρη τους τα πηγαίνουν οι νέοι εργάτες και η επαναστατική διανόηση, που ήδη παντού στους χώρους δουλειάς αναζητάνε ενστιχτώδικα αλλά και από τις παλιές καλές εμπειρίες το δρόμο της ταξικής αλληλοστήριξης και τους αληθινούς σημερινούς εχθρούς τους.
Θα πρόκειται για μια αρκετά περίπλοκη αλλά όχι πολύ αργή διαδικασία.
Τότε θα δουν πολλοί έντρομοι τι σημαίνουν πραγματικές εργατικές απεργίες και διαδηλώσεις και όχι υποκριτικές, 24ωρες τελετουργίες ενός νέου «ταξικού» κρατικού παπαδαριού, που μάταια επιχειρεί επιδείξεις ισχύος σε μια χώρα που ο λαός της, επειδή δεν το ξέρει καλά, προς το παρόν το βαριέται περισσότερο από όσο το απεχθάνεται.