Η ταχύτητα φωτός με την οποία η Ρωσία ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση του Τοκάγιεφ σε συνδυασμό με το πάθος και τη δεινότητα της σε ραδιουργίες, αποδεικνύει ότι μόνο άσχετη δεν ήταν με την οργάνωση αυτού του πραξικοπήματος που στόχο έχει να καθυποτάξει το εθνικό κράτος του Καζακστάν, που εδώ και καιρό ο Χίτλερ Πούτιν το έχει απειλήσει με θάνατο ως ανεξάρτητο κράτος θεωρώντας το τμήμα της Ρωσίας. Ανοιχτά δηλαδή ο Πούτιν έχει αναγνωρίσει ότι θέλει να αναβιώσει την εποχή της υποδούλωσης του καζακικού έθνους στην τσαρική Ρωσία και να γκρεμίσει όλη εκείνη την περίοδο κατά την οποία αυτό το έθνος απέκτησε την ξεχωριστή κρατική του υπόσταση αρχικά στα πλαίσια της ένωσης των σοβιετικών σοσιαλιστικών δημοκρατιών και μετά σαν ανεξάρτητο αστικό κράτος.
Στις 10 Δεκεμβρίου 2020, δύο βουλευτές της Ρωσικής Κρατικής Δούμας, χαρακτήρισαν το σημερινό έδαφος του Καζακστάν ως «δώρο» από τη Ρωσία, επαναλαμβάνοντας το αντικομουνιστικό αντισταλινικό ψέμα του Πούτιν ότι «οι Καζάκοι δεν είχαν ποτέ κρατική υπόσταση» πριν από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης στα τέλη του 1991.
Ο Πούτιν είχε πει το 2014 ότι ήταν ο πρόεδρος του Καζακστάν Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγεφ που «δημιούργησε ένα κράτος σε ένα έδαφος που δεν είχε ποτέ κράτος», προσθέτοντας: «Οι Καζάκοι δεν είχαν ποτέ κρατική υπόσταση, [ο Ναζαρμπάγεφ] το δημιούργησε». Τα σχόλια του Πούτιν έγιναν λίγους μήνες μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία. (https://www.rferl.org/a/russia-lawmakers-question-kazakhstan-territorial-integrity-statehood/31003732.html).
Μόνο με μία στρατιωτική επέμβαση που θα είχε τον ουσιαστικό χαρακτήρα μιας ρώσικης εισβολής θα μπορούσε να ρίξει ο Πούτιν την ηγεσία Ναζαρμπάγεφ, που στις δοσμένες συνθήκες αντιπροσώπευε με όλες τις ταξικές της αθλιότητες την ανεξάρτητη από τη νεοτσαρική και νεοχιτλερική Ρωσία ύπαρξη του καζακικού κράτους και έθνους Το δρόμο για αυτή την εισβολή τον άνοιξε το πραξικόπημα του εγκάθετου του Πούτιν Τοκάγιεφ, το οποίο με τη σειρά του στηρίχθηκε πολιτικά σε ένα ομοίωμα λαϊκής εξέγερσης.
Ανεξάρτητα από το αν η Ρωσία θα αποσύρει το στρατό της σε δέκα μέρες όπως υπόσχεται, η επέμβαση της διατηρεί όλα τα χαρακτηριστικά μιας εισβολής γιατί το αποτέλεσμα της είναι η ολοκλήρωση του πραξικοπήματος που οδήγησε στην πτώση της εθνικής ηγεσίας Ναζαρμπάγεφ ενώ το Καζακστάν εφεξής τελεί σε κατάσταση μιας μόνιμης εν δυνάμει κατοχής αφού απέκτησε το δικαίωμα όποτε θέλει να πατάει το πόδι της στο έδαφος αυτής της χώρας για να συντρίβει όσους αμφισβητούν την εξουσία των εγκαθέτων της.
Το βασικό χαρακτηριστικό ότι έχουμε μπει σε μια νέα φάση, στη φάση του Άνσλους των νεοχιτλερικών του Κρεμλίνου είναι ότι αυτή την επέμβαση-εισβολή την πραγματοποιούν την ίδια στιγμή που σφίγγουν τις στρόφιγγες της ενεργειακής ανάσας της Ευρώπης και πιέζουν με ένα μαχαίρι το λαιμό της Ουκρανίας.
Πως το Καζακστάν και ο Ναζαρμπάγεφ μπήκαν στο στόχαστρο του Κρεμλίνου
Ο Ναζαρμπάγεφ, αναντίρρητος ηγέτης του σύγχρονου καζάκικου εθνικισμού, είναι από ταξική άποψη ο αρχηγός της νέας εθνικής μεγαλοαστικής τάξης του Καζακστάν η οποία παρόλο που βγήκε από την αστική τάξη νέου τύπου της ΕΣΣΔ, προσπάθησε και κατάφερε όσο λίγες αντίστοιχες των χωρών της πρώην ΕΣΣΔ να απαγκιστρωθεί από τη ρώσικη νεοτσαρική κυριαρχία ακολουθώντας μια όσο ήταν δυνατό πιο ανεξάρτητη από αυτήν οικονομική πολιτική. Έτσι συνδέθηκε οικονομικά κυρίως με τη Δύση, ιδιαίτερα με την ΕΕ. Σε σχέση με άλλες χώρες της πρώην ΕΣΣΔ ανέπτυξε σημαντικά την καζάκικη οικονομία αν και κυρίως στο επίπεδο της εξορυκτικής βιομηχανίας και της πρώτης επεξεργασίας των προϊόντων της, ενώ τελευταία συνδέθηκε διπλωματικά πολύ στενά με την ερντογανική Τουρκία. Ο ένας περιορισμός της εξουσίας Ναζαρμπάγεφ ήταν ότι έχοντας απέραντα σύνορα με τη Ρωσία στο Βορρά και κλεισμένη στο Νότο από άλλες χώρες της πρώην ΕΣΣΔ που παρέμειναν ή μπήκαν μετά τα 1990 κάτω από στενή ρώσικη εξάρτηση, αλλά και κλεισμένη Ανατολικά από την Κίνα δεν θα μπορούσε να είναι στρατιωτικά και διπλωματικά εντελώς ανεξάρτητη από τη Ρωσία, εκτός αν αποτολμούσε μια ρήξη με αυτήν για την οποία οι ελεεινοί δυτικοί ιμπεριαλιστές θα την εγκατέλειπαν στο λεπτό, όπως το έκαναν με τον Καντάφι, που τον έλιωσαν κιόλας. Ο πιο μεγάλος περιορισμός ωστόσο αυτής της εξουσίας ήταν η εσωτερική ταξική της αδυναμία καθώς δεν ήταν ποτέ διατεθειμένη να μοιραστεί το νέο μεγάλο πλούτο της οπότε και την πολιτική της ηγεμονία με τα νέα αστικά δημοκρατικά στρώματα, και εννοείται ακόμα λιγότερο να δώσει συνδικαλιστικές και πολιτικές ελευθερίες στη νέα εκτεταμένη εργατική τάξη της εξορυκτικής βιομηχανίας, αρκούμενη στο να της επιτρέπει να έχει ένα ψηλότερο από τις άλλες χώρες της περιοχής βιοτικό επίπεδο. Έτσι της διέλυε τα συνδικάτα και της ασκούσε άγρια βία όποτε ξεσηκωνόταν για καλύτερα μεροκάματα και πολιτικές ελευθερίες. Εξαιτίας κυρίως αυτής της δεύτερης αδυναμίας του το καθεστώς Ναζαρμπάγεφ έχασε μεγάλο μέρος της πολιτικής του επιρροής μέσα στο λαό, μέσα από διαδηλώσεις και κινήματα ταξικά και δημοκρατικά που οι ηγεσίες τους πάντως ανάπτυσσαν δεσμούς κυρίως με τα δυτικά συνδικάτα και ΜΚΟ. Ταυτόχρονα οι ρωσόφιλοι, ενώ μισούν θανάσιμα αυτές τις συνδικαλιστικές αλλά και πολιτικές ηγεσίες δεν διστάζουν να συμμαχούν με αυτές τακτικά για να φθείρουν και να εξουδετερώσουν τον κύριο τους αντίπαλο μέσα στην καζάκικη αστική τάξη που είναι ο πολιτικός και διοικητικός μηχανισμός του Ναζαρμπάγεφ. Το αντίστοιχο το κάνουν παντού, από την Αίγυπτο και το Ιράκ, ως τη Λιβύη και το Σουδάν, και από τη Λευκορωσία ως την Τουρκία για να εξουδετερώσουν τους αυταρχικούς, συνήθως εθνικιστές αντιπάλους τους και να επιβάλουν τις δικές τους αφόρητες δικτατορίες. Ενώ δηλαδή το να αντικατασταθούν αυτοί από επαναστάσεις και δημοκρατικά κινήματα είναι κάτι εξαιρετικό, το να χρησιμοποιηθούν δημοκρατικά αλλά αδύναμα κινήματα διαβρωμένα από φασιστικές ηγεσίες για να έρθουν ιμπεριαλιστές και ναζήδες στην εξουσία είναι ότι χειρότερο υπάρχει.
Ένα κίνημα στο οποίο συμμετέχουν λαϊκές μάζες δεν είναι υποχρεωτικά λαϊκό
Το πραξικόπημα και η ρώσικη στρατιωτική επέμβαση στο Καζακστάν πραγματοποιήθηκαν με διαφορά μιας μέρας: Το πραξικόπημα πραγματοποιήθηκε έχοντας πρόσχημα την πολιτική ικανοποίηση των αιτημάτων μιας λαϊκής εξέγερσης και η ρώσικη επέμβαση-εισβολή πραγματοποιήθηκε με πρόσχημα ότι αυτή η ίδια εξέγερση μετεξελίχθηκε σε μια καλυμμένη επίθεση από το εξωτερικό. Για μας ένα κίνημα μπορεί να αποκληθεί λαϊκή εξέγερση όταν όχι μόνο συμμετέχουν σε αυτό λαϊκές μάζες, όταν όχι μόνο αυτές οι μάζες μπορούν να φτάσουν στο σημείο να πληρώνουν τη συμμετοχή τους σε αυτό το κίνημα με αίμα, αλλά και όταν οι πολιτικοί στόχοι που υπηρετεί οπότε και τα αποτελέσματα αυτού του κινήματος εξυπηρετούν τα συμφέροντα του λαού, όχι τα συμφέροντα των χειρότερων εχθρών του. Με τα στοιχεία που έχουμε ως τώρα δεν έχουμε μπροστά μας μια λαϊκή εξέγερση όχι γιατί αυτή υπήρξε πρωτοφανώς αστραπιαία ως προς την έκταση και κυρίως ως προς τη ριζοσπαστικοποίηση της, και ακόμα περισσότερο αστραπιαία ως προς την ικανοποίηση των αιτημάτων της από την εξουσία. Δεν είναι λαϊκή γιατί κανείς από τους πρωτεργάτες ή τους επικεφαλής της, είτε αυτή είναι αυθόρμητη είτε όχι, που παραμένουν από την αρχή εντελώς άφαντοι στην εποχή του ίντερνετ, δεν έχει ακόμα καταγγείλει τους εισβολείς που μπήκαν για να βοηθήσουν στην καταστολή της εξέγερσης της οποίας ηγήθηκαν. Γι΄ αυτό βλέπουμε εδώ στον υπερθετικό βαθμό, την εφαρμογή της ίδιας συνταγής της δήθεν αυθόρμητης εξέγερσης που με τις κατάλληλες παραλλαγές έχει δώσει αλλεπάλληλες νίκες τις τελευταίες δεκαετίες στους ρώσους νεοχιτλερικούς σε μια σειρά χώρες του κόσμου, ανάμεσα τους και στη δικιά μας. Αυτή έχει γίνει κατά τη γνώμη μας ο παλιότερος δοκιμαστικός σωλήνας για τέτοιου είδους ξαφνικές εξεγέρσεις, εντελώς αδιαφανείς ως προς την ηγεσία τους στο ξεκίνημα τους και με τρομακτικά σημαντικές αλλά αρνητικές για το λαό πολιτικές επιπτώσεις. Έτσι εμείς σαν έλληνες υπερασπιστές των πραγματικών λαϊκών εξεγέρσεων έχουμε με τα χρόνια αρκετά εξασκηθεί στο να αντιλαμβανόμαστε τον ύποπτο η αρνητικό χαρακτήρα τους.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορούμε να μην υποθέσουμε ότι στις παρούσες εξελίξεις στο Καζακστάν μηχανισμοί με αληθινή κρατική ισχύ και παρακρατική συγκρότηση πατήσανε πάνω στην υπαρκτή και συσσωρευμένη δυσαρέσκεια πλατειών μαζών ενάντια σε μια αυταρχική εξουσία και τις καθοδήγησαν σε ένα ξέσπασμα τους επειδή αυτές στερούνται ή δεν έχουν ακόμα προλάβει να αναπτύξουν τους δικούς τους εσωτερικούς δεσμούς δημοκρατικής συγκρότησης και να χαλυβδώσουν τη δική τους ηγεσία. Έτσι οι κάθε λογής σοσιαλφασίστες και πράκτορες μπορούν να υφαρπάζουν από την αρχή ή σε κάποιο σημείο τους την ηγεσία αυθόρμητων κινημάτων του λαού και να τα οδηγούν στην ήττα ή ακόμα χειρότερα να τα βυθίζουν στην προβοκάτσια και να τα μετατρέπουν σε αντικειμενικά εργαλεία του χειρότερου εχθρού τους, δικτάτορα και χιτλερικού επιθετιστή.
Για το σε ποιο ακριβώς σημείο και σε ποιο βαθμό το μαζικό κίνημα δυσαρέσκειας του Καζακστάν, που κατά τη γνώμη μας δύσκολα θα μπορούσε να μην έχει στην αρχή του στις δυτικές επαρχίες μια δημοκρατική βάση, χειραγωγήθηκε από τους ρωσόδουλους δεν είμαστε σε θέση να το εκτιμήσουμε σήμερα σε μια χώρα αυταρχική που τώρα περνάει σε μια περίοδο φασιστικού ξένου ελέγχου.
Πως άρχισε και πως εξελίχθηκε το κίνημα που διευκόλυνε το πραξικόπημα και την επέμβαση-εισβολή
Αυτό όμως που ξέρουμε είναι ότι ο διπλασιασμός της τιμής των καυσίμων, ενώ εμφανίστηκε ξαφνικά στο λαό την πρωτοχρονιά του 2022, ήταν γνωστός από πολύ πριν στους πραξικοπηματίες που τον ετοίμασαν, και οι οποίοι είχαν όλο το χρόνο να οργανώσουν και να χρησιμοποιήσουν με τους πιο ευνοϊκούς για αυτούς όρους τη μεγάλη λαϊκή δυσαρέσκεια που θα πρόκυπτε από αυτό το οικονομικό σοκ. Ο διπλασιασμός της τιμής του υγραερίου έγινε το Σάββατο 1 Γενάρη. Το κίνημα ξεκίνησε την επόμενη μέρα Κυριακή 2 του Γενάρη από το δυτικό κομμάτι της χώρας στην επαρχία Μαγκιστάου και είχε ειρηνική μορφή με αίτημα την κατάργηση της αύξησης του καύσιμου. Στην επαρχία αυτή βρίσκεται η βιομηχανία της εξόρυξης και επεξεργασίας των υδρογονανθράκων και επίσης το κέντρο σκληρών εργατικών και δημοκρατικών αγώνων με τα ανεξάρτητα συνδικάτα να είναι απαγορευμένα. Την Τρίτη 4 του Γενάρη μια επιτροπή της κυβέρνησης που συστήθηκε με εντολή του Προέδρου της χώρας Τοκάγιεφ συζητάει για την τιμή των καυσίμων με τους διαδηλωτές που έχουν επίσης ειρηνικά μαζευτεί στην κεντρική πλατεία της Ακτάου πρωτεύουσας της Μαγκιστάου και υπόσχεται ότι θα επαναφέρουν τις προηγούμενες τιμές. Την ίδια μέρα όμως και παράλληλα, αυτό το κίνημα διαδηλώνει σε άλλες μεγάλες πόλεις κυρίως στην πρώην πρωτεύουσα Αλμάτι που βρίσκεται στην άλλη άκρη μιας έκτασης όσο είναι όλη η Ευρώπη, και αποκτάει μια πολιτική διεκδικητική πλατφόρμα: φτηνά τρόφιμα, όχι στην κρατική διαφθορά, πτώση της κυβέρνησης και, καθαίρεση του αρχηγού του καθεστώτος, που προσφωνείται «πατέρας του έθνους», του Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγεφ. Αυτό χωρίς να έχει κάποιους φανερούς ηγέτες ή κάποιον εκπρόσωπο όπως συμβαίνει και με τα πιο αυθόρμητα κινήματα όταν αποκτούν συγκεκριμένα πολιτικά αιτήματα.
Το απόγευμα αυτής της μέρας, της Τρίτης 4 του Γενάρη αρχίζουν και οι πρώτες συγκρούσεις με την αστυνομία των διαδηλωτών του Αλμάτι, ενώ ο Πρόεδρος Τοκάγιεφ συνεχίζει να αναγνωρίζει τους διαδηλωτές σαν τμήμα του λαού, παρόλο που τέτοιες συγκρούσεις με την αστυνομία που είναι πολύ συνηθισμένες στη Δύση, είναι εντελώς ασυνήθιστες στη χώρα αυτή με την αυταρχική διακυβέρνηση, παρά την οξύτητα που παίρνει κατά καιρούς σε αυτήν η πολιτική και ιδιαίτερα η ταξική πάλη, οπότε παίρνουν τη μορφή μιας εξέγερσης. Την επόμενη μέρα Τετάρτη 5 του Γενάρη ο πρόεδρος Τοκάγιεφ ικανοποιεί τους διαδηλωτές σε έναν χρόνο που θα μπορούσε να θεωρηθεί παγκόσμιο ρεκόρ ανταπόκρισης σε αυτό που ταυτόχρονα οι δυτικοί φιλελεύθεροι, αλλά και ο παγκόσμιος κνίτης αναγνωρίζουν σαν λαϊκή εξέγερση. Έτσι καταργεί την αύξηση της τιμής των καυσίμων, υπόσχεται ότι θα εξετάσει το ζήτημα του κόστους ζωής, καθαιρεί την κυβέρνηση που έχει ουσιαστικά ορίσει ο Ναζαρμπάγεφ και αντικαθιστά τους βασικούς υπουργούς της με δικούς του συμβούλους. Λίγες ώρες αργότερα ο Τοκάγιεφ ανακοινώνει ότι έχει καθαιρέσει και τον ίδιο τον Ναζαρμπάγεφ από την πανίσχυρη θέση του ως αρχηγού του Συμβουλίου Ασφαλείας, δηλαδή αρχηγού του στρατού, των υπηρεσιών ασφαλείας και της εξωτερικής πολιτικής, ενώ διώχνει από τα επιμέρους αυτά πόστα τα ηγετικά στελέχη του Ναζαρμπάγεφ και διορίζει τα δικά του. Διώχνει δηλαδή πραξικοπηματικά τον άνθρωπο ο οποίος διοικεί τη χώρα επί 30 ολόκληρα χρόνια και ο οποίος ουσιαστικά έχει διορίσει και τον ίδιο στην θέση του Προέδρου. Όλα αυτά τα κάνει σαν ηγέτης που ακούει τη φωνή των διαδηλωτών, τη φωνή ενός λαϊκού κινήματος. Αυτό είναι το πρώτο κομμάτι του πραξικοπήματος του.
Ακολουθεί το δεύτερο κομμάτι και το πιο βασικό που είναι η ρώσικη επέμβαση-εισβολή. Η καθαίρεση του Ναζαρμπάγεφ θα ήταν πρακτικά αδύνατη με μόνο ένα οποιοδήποτε παλατιανό πραξικόπημα γιατί αυτός είναι η ενσάρκωση του κρατικού μηχανισμού του Καζακστάν, που ο Τοκάγιεφ είναι αδύνατο να τον ελέγξει χωρίς τη βοήθεια ή τη ζωντανή απειλή μιας εξωτερικής δύναμης και μάλιστα μιας υπερδύναμης.
Για να ολοκληρώσει λοιπόν το εσωτερικό πραξικόπημα και να παραδώσει την εξουσία στην υπερδύναμη ο Τοκάγιεφ καλεί την ίδια μοιραία Τετάρτη της 5 του Γενάρη το ρώσικο στρατό να επέμβει, στην ουσία να εισβάλει στη χώρα κάτω από το προκάλυμμα μιας διακρατικής δομής στην οποία συμμετέχει και το Καζακστάν. Αλλά αυτή η επέμβαση δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ούτε τυπικά, ούτε ουσιαστικά στην εσωτερική και στη διεθνή κοινή γνώμη από τον Τοκάγιεφ και, κυρίως από τον επεμβασία-εισβολέα, αν δεν έχει εμφανιστεί στο μεταξύ με κάποιο τρόπο μια εξωτερική απειλή. Ο Τοκάγιεφ και ο Πούτιν είχαν προφανώς κατασκευάσει από καιρό κάτι που κάπως να μπορεί να μοιάζει με εξωτερική απειλητική επέμβαση στα εσωτερικά της χώρας.
Έτσι προς το τέλος αυτής της Τετάρτης οι συμπλοκές με την αστυνομία μετατρέπονται ξαφνικά σε ένοπλη σύρραξη, διανύοντας μέσα σε ώρες στάδια που θέλουν μέρες ή μήνες να διανυθούν στις αληθινές ένοπλες εξεγέρσεις και μάλιστα την ώρα που ο αρχηγός του κράτους έχει κάνει ό,τι ακριβώς ήθελε η εξέγερση παίρνοντας το μέρος της ενάντια στην ανώτατη εξουσία. Κι όμως τότε ακριβώς που ικανοποιείται η εξέγερση από το απόγευμα της Τετάρτης ως το πρωί της Πέμπτης 6 του Γενάρη ομάδες πολυάριθμων διαδηλωτών βρίσκονται να κρατάνε όπλα και να σκοτώνουν αστυνομικούς, να επιτίθενται και να καίνε δημόσια κτίρια, να σπάνε και να λεηλατούν μαγαζιά, να καταλαμβάνουν κτίρια της κρατικής διοίκησης, ενώ ένα μεγάλο ένοπλο απόσπασμα καταλαμβάνει με έφοδο, και από ότι καταγγέλλει αργότερα ένα καθαιρεμένο στέλεχος του Ναζαρμπάγεφ, χωρίς αντίσταση το αεροδρόμιο της πρωτεύουσας. Οι ένοπλοι κινούνται μέσα στο ίδιο εκείνο πλήθος των χιλιάδων διαδηλωτών τους οποίους ο Τοκάγιεφ είχε προηγούμενα αναγνωρίσει σα λαό που διαδήλωνε. Πάντως οι πιο έγκυρες διεθνείς ανταποκρίσεις θεωρούν αξιοσημείωτο το γεγονός ότι το πλήθος της 5ης και 6ης του Γενάρη του Αλμάτι είχε από την αρχή σε σημαντικό βαθμό ταξικά χαρακτηριστικά φτωχολογιάς των προαστίων, διαφορετικά δηλαδή από εκείνα των διαδηλώσεων της τελευταίας δεκαετίας που αποτελούνταν κυρίως από τη φοιτητική νεολαία και τους εργαζόμενους του αντι-Ναζαρμπάγεφ δημοκρατικού κινήματος. Αυτό συμβαίνει και στις αληθινές επαναστάσεις αλλά και στα πραξικοπήματα που στηρίζονται σε απολίτικες μάζες. Αυτό δεν αποκλείει η πιο μεγάλη μάζα από αυτόν τον κόσμο του Αλμάτι να κατέβηκε στο δρόμο για να εκφράσει την ταξική αντίθεση του με την κυρίαρχη ολιγαρχία αν και από τις εξελίξεις είναι σαφές ότι την ηγεσία την είχαν συνειδητοί προβοκάτορες, οι οποίοι από την πλευρά των φανατικών υπερασπιστών της εξέγερσης δεν έχουν καταγγελθεί. Εκείνο που αποκλείουμε είναι η ηγεσία και η πολιτική γραμμή αυτού του κινήματος στο σύνολό τους να είναι προοδευτική, αφού όπως είπαμε παραπάνω τόσες μέρες μετά κι αφού άνοιξε το διαδίκτυο δεν έχουν καταδικάσει τους ξένους επεμβασίες που ήρθαν να τη σφάξουν ενώ μπόρεσαν σε χρόνο μηδέν να οργανωθούν και να κάνουν πασίγνωστες τις πολιτικές τους διεκδικήσεις.
Οι φαινομενικά αντίθετες γραμμές των ρωσόδουλων απέναντι στη «λαϊκή εξέγερση»
Αυτό που έχει όμως μια ουσιαστική σημασία για την ανάλυσή μας είναι ότι ο Τοκάγιεφ μέσα σε λίγες μόνο ώρες άλλαξε τη στάση του απέναντι στο ίδιο αυτό κίνημα και από εκεί που το δικαίωνε ικανοποιώντας σε χρόνο μηδέν τα ως χθες αδιανόητα για τον πολύ κόσμο πολιτικά του αιτήματα, το κατήγγειλε αμέσως μετά σαν ένα πραξικόπημα που επιχειρήθηκε από συμμορίες που κατευθύνονται ή και έρχονται από το εξωτερικό, οπότε κάλεσε το στρατό και την αστυνομία να πυροβολούν «τους εγκληματίες χωρίς προειδοποίηση». Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορούσε ο Τοκάγιεφ να δικαιολογήσει με λίγες ώρες διαφορά πρώτα το δικό του πραξικόπημα στο όνομα του εξεγερμένου λαού και αμέσως μετά να δικαιολογήσει τη ρώσικη επέμβαση-εισβολή εναντίον αυτών που κατονόμασε εγκληματίες που καμιά σχέση δεν έχουν με αυτό το λαό.
Αυτή η στάση του Τοκάγιεφ είναι μια από τις πολλές παραλλαγές του τρόπου με τον οποίο το νεοχιτλερικό στρατόπεδο στέκεται απέναντι στο πραξικόπημα, απέναντι στην επέμβαση-εισβολή και πάνω απ όλα απέναντι στο κίνημα που χρησιμοποιήθηκε από τον Τοκάγιεφ για να δικαιολογήσει και τα δύο (*).
Είναι χαρακτηριστικός ο διαμετρικά αντίθετος τρόπος με τον οποίο η Ρωσία στέκεται απέναντι στο κίνημα, που δεν κάνει διάκριση ανάμεσα στις δυο φάσεις του και το χαρακτηρίζει στο σύνολο του «πορτοκαλί επανάσταση», εννοώντας δηλαδή δυτική ιμπεριαλιστική επέμβαση, και ο τρόπος με τον οποίο το αντιμετωπίζει το πιο πιστό σοσιαλφασιστικό πρακτορείο της στο Καζακστάν, που είναι το «Σοσιαλιστικό Κίνημα του Καζακστάν» καθώς και το αδελφό με αυτό ελληνικό πρακτορείο, το ψευτοΚΚΕ που ονομάζουν το κίνημα «λαϊκή εξέγερση» επίσης και στις δυο φάσεις του. Αυτό οφείλεται στο ότι κάθε πολιτικό πλήκτρο του ρώσικου διπλωματικού πιάνου πρέπει να βγάζει διαφορετική νότα για να ακούγεται ο σωστός σκοπός.
Νομίζουμε ότι η Ρωσία μιλάει αυτή τη στιγμή κυρίως στο εσωτερικό του Καζακστάν με στόχο να κερδίσει την εθνικιστική βάση του Ναζαρμπάγεφ και ίσως σε ένα βαθμό και σε τμήματα της καζάκικης ολιγαρχίας, που οπωσδήποτε θα είναι θυμωμένα με το πραξικόπημα και να τους πείσει ότι όλο το αντι-ναζαρμπάγεφ κίνημα ήταν από την αρχή δημοκρατικό και δυτικόφιλο, όπως ήταν άλλωστε όλα τα αντίστοιχα των τελευταίων χρόνων στην πρώην ΕΣΣΔ, και ότι η Δύση που πάντα τα υποστήριζε υποστήριξε και τούτο εδώ. Και σε αυτό το τελευταίο ο Πούτιν δεν λέει ψέμματα γιατί πράγματι η Δύση σύσσωμη το υποστήριξε και αμάσητο και σε όλες τις φάσεις του, και σε όλες τις προβοκάτσιες του και το υποστήριξε με το ίδιο πάθος που το υποστηρίζει ο παγκόσμιος κνίτης, μόνο που αυτός ο τελευταίος έχει τους σωστούς λόγους να το κάνει σύμφωνα με τον ιστορικό ρόλο του. Έτσι λοιπόν σύμφωνα με τον Πούτιν αν οι εθνικιστές θέλουν να ρίξουν κάπου τα πυρά τους είναι στη Δύση, και μάλιστα όχι μόνο στη Δύση αλλά και στον Τοκάγιεφ που δεν έδρασε σαν ρωσόφιλος όταν υπέκυψε στους κατ’ αυτόν καλούς ειρηνικούς διαδηλωτές και καθαίρεσε τον Ναζαρμπάγεφ, αλλά έδρασε σαν φιλοδυτικός και συνεπώς ο λόγος για τον οποίο μετά φώναξε τη Ρωσία είναι για να σωθεί ο ίδιος και οι φίλοι του από το θυμωμένο λαό και από τους ισλαμιστές που τάχα δουλεύουν μέσα στους εξεγερμένους. (Ήδη κάνανε μεγάλο ζήτημα ότι ένας από τους αγκιτάτορες των ενόπλων της 6 του Γενάρη έχει συλληφθεί και κατηγορείται σαν γκάγκστερ και παντουρκιστής). Επίσης παίρνοντας αυτή τη στάση ο Πούτιν ανάλαβε πραγματικά από στρατηγική άποψη να εξουδετερώσει και να καταπνίξει στο Καζακστάν το λαϊκό και εργατικό ρεύμα που πάλευε πάντα για δημοκρατία κόντρα στη βίαιη καταστολή του Ναζαρμπάγεφ και είχε πολιτικούς δεσμούς με τις δυτικές αστοδημοκρατικές δυνάμεις. Έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι το αίμα που χύθηκε από τους δεκάδες, ίσως εκατοντάδες διαδηλωτές του Αλμάτι είναι σε μεγάλο βαθμό από τις δημοκρατικές διαθέσεις τους όσο και αν αυτές προδόθηκαν από τους αρχηγούς τους και χρησιμοποιήθηκαν από τους προβοκάτορες των νεοχιτλερικών.
Πιο δύσκολο για να απαντηθεί είναι το ερώτημα: γιατί οι υπερασπιστές της πουτινικής Ρωσίας του «Σοσιαλιστικού Κινήματος του Καζακστάν» που έχει απαγορευτεί από τον Ναζαρμπάγεφ, και που κάνει τα συνέδρια του στη Ρωσία και το οποίο δεν βρήκε να πει ούτε μια λέξη ενάντια στη Ρωσία που μπήκε για να πνίξει τη «λαϊκή εξέγερση», μαζί με το αδελφό του ψευτοΚΚΕ, υποστηρίζουν αυτό το κίνημα σαν λαϊκή εξέγερση και στις δύο φάσεις της και δεν την αποκαλούν πορτοκαλί αντεπανάσταση όπως κάνουν με τις αντίστοιχες της Λευκορωσίας, της Ουκρανίας, της Γεωργίας κλπ;
Η γνώμη μας είναι ότι αυτό το κάνουν γιατί ο ρόλος τους είναι να βοηθήσουν τον Πούτιν να κοντρολάρει, να ελέγξει και τελικά να πνίξει ή να χρησιμοποιήσει στρατηγικά το πανίσχυρο μέσα στην καζάκικη οικονομία δυτικό κεφάλαιο χωρίς όμως να έρθει σε ανοιχτή σύγκρουση με τη Δύση, ιδιαίτερα με το ευρωπαϊκό κεφάλαιο, κυρίως με το υφεσιακό και τυφλό στο βραχυπρόθεσμο κέρδος γερμανικό. Η θέση του «Σοσιαλιστικού Κινήματος» είναι ότι η καζάκικη οικονομία, ειδικά στα ορυχεία είναι στα χέρια της «δυτικής αποικιοκρατίας» και ότι ο ρόλος των εργατών είναι η κρατικοποίηση της εξορυκτικής βιομηχανίας. Μάλιστα διαπιστώνουν ότι το εργατικό κίνημα του Τουρκεστάν, παρόλο που με λύπη τους δεν έχει ακόμα εργατική συνείδηση, αλλά αστική (εννοούν ότι έχει δημοκρατική και ευτυχώς όχι σοσιαλφασιστική), θέλει η εξορυκτική βιομηχανία να είναι κρατική. Αυτό το θεωρούμε φυσικό για τους εργάτες απέναντι σε μια δυτική εργοδοσία που σκοτώνει από κοινού με τον Ναζαρμπάγεφ τα εργατικά τους δικαιώματα. Παρόλο λοιπόν που οι εργάτες του Καζακστάν είναι ακόμα διαποτισμένοι από το δημοκρατικό ταξικό πνεύμα στις διεκδικήσεις τους και για αυτό συνεργάζονται με τις αστοδημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις (που είναι εκτός νόμου) στο Καζακστάν, καθώς και με τις δυτικές οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και με τα δυτικά συνδικάτα, οι σοσιαλφασίστες θα χρειαστούν τον Πούτιν στο εξής: Στο να τσακίσει ανελέητα κάθε οργανωμένη δημοκρατική πολιτική τάση μέσα στους εργάτες, και μετά, εκμεταλλευόμενος το ταυτόχρονο μίσος τους στο Ναζαρμπαγεφικό παλιό καθεστώς και στη δυτική εργοδοσία, να τους σύρει σε μια υπό ρώσικη κυριαρχία κρατικοποίηση ή έστω περιορισμό της . Όταν φωνάζουν λοιπόν οι σοσιαλφασίστες «ζήτω η λαϊκή εξέγερση» στο Καζακστάν ψάχνουν μόνο για να αξιοποιήσουν το εργατικό αντι-Ναζαρμπάγεφ αίσθημα για να τους ρίξουν σε μια νέα πολύ χειρότερη δουλεία.
Είναι το ίδιο που κάνουν εδώ οι κνίτες: Δημαγωγούν ταξικά, αλλά βοηθάνε να αυγαταίνει το ρωσοκινέζικο κεφάλαιο (παρά τις απατεωνίστικες πρόσφατες καυχησιές τους με την ΚΟΣΚΟ) και το δυτικό φιλικό του, ενώ όσο μπορούν στραγγαλίζουν και διώχνουν από τη χώρα το υπόλοιπο.
Στο σημείο αυτό αξίζει να επισημάνουμε ότι το ψευτοΚΚΕ παίρνει κάποια λεπτά μέτρα προφύλαξης διαφοροποιώντας ελαφριά, όποτε χρειαστεί για το εσωτερικό κοινό του, τη θέση του σε σχέση με εκείνη του «Σοσιαλιστικού Κινήματος του Καζακστάν». Το τελευταίο όπως είπαμε ενώ φωνάζει ζήτω η λαϊκή εξέγερση δεν καταδικάζει πουθενά τη ρώσικη επέμβαση υπέρ της σφαγής της εξέγερσης (**). Το ψευτοΚΚΕ όμως ψελλίζει και ένα ψόφιο «όχι» και στη ρωσική επέμβαση καθώς τη βάζει μαζί με την αμερικάνικη, την κινέζικη, κλπ που σε βοήθεια καμιάς σφαγής δεν επεμβήκανε. Όμως ακόμα και αυτό το λίγο δεν το κάνει στη βασική του ανακοίνωση, εκείνη της ΚΕ, όπου η καταγγελία της Ρωσίας έχει εξαφανιστεί. Το κάνει στις ανακοινώσεις του 902 και της Κατιούσας όπου ρίχνει τη γραμμή ευρύτερα για το λεγόμενο κίνημα στο οποίο δεν θέλει να απομονωθεί. Σε αυτή την περίπτωση η μικροαστική «επαναστατική» «μ-λ» κλπ ουρά του ψευτοκΚΕ, που συνήθως βγαίνει πιο δεξιά από το ψευτοΚΚΕ για να το υπερκεράσει σε αντιδυτικό αντικαπιταλισμό, αν και δεν κατάλαβε τίποτα από τη βρώμικη καθοδήγηση της «λαϊκής εξέγερσης» και την υποστηρίζει όπως και το ψευτοΚΚΕ, μίλησε αξιοπρόσεκτα πιο έντονα ενάντια στη ρώσικη σφαγή, κυρίως το “ΚΚΕ(μ-λ)”.
Η πραξικοπηματική καθαίρεση του Ναζαρμπάγεφ θα ήταν αδύνατη χωρίς τη ρώσικη στρατιωτική κάλυψη, και από την άλλη το Καζακστάν του Ναζαρμπάγεφ ήταν το μεγαλύτερο αγκάθι στην πραγματοποίηση του ρώσικου νεοχιτλερικού σχεδίου της καταβρόχθισης όλων των κεντρασιατικών ανεξάρτητων κρατών της πρώην ΕΣΣΔ.
Έχουμε μπει για τα καλά στη νέα περίοδο όπου ο ρώσικος νεοχιτλερικός ιμπεριαλισμός αρχίζει να εγκαταλείπει τα αμυντικά του προσχήματα και να εκδηλώνει χωρίς αναστολές την επιθετική στρατηγική του αιφνιδιάζοντας συχνά τα θύματα του. Έτσι κατακτάει κρατική εξουσία σε βάρος άλλων χωρών σε αυτή τη φάση του Τρίτου Κόσμου με κύριο πάντα στόχο να περικυκλώσει και καταλάβει εξ εφόδου τις β γραμμής ιμπεριαλιστικές χώρες της Ευρώπης ενάντια στις οποίες ήδη αρχίζει να χρησιμοποιεί το όπλο του ενεργειακού εκβιασμού.
Κι όμως ενώ τουλάχιστον οι αστικές τάξεις του Τρίτου Κόσμου λίγο ή πολύ αντιστέκονται στους νεοχιτλερικούς οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές περισσότερο ακόμα και από τους αμερικανούς συναλλάσσονται μαζί τους και ξεπουλάνε τους λαούς τους και τους λαούς και τις χώρες του Τρίτου Κόσμου βαδίζοντας στα χνάρια των ταξικών πρόγονων τους στον β΄ παγκόσμιο πόλεμο που έφτιαχναν τις συμφωνίες του Μονάχου με τους παλιούς Χίτλερ.
Σήμερα η προδοσία τους είναι πιο εύκολη γιατί τότε οι λαοί είχαν μια τρίτη Διεθνή και τα αντιφασιστικά της μέτωπα ενώ τώρα το ευρωπαϊκό προλεταριάτο είναι μπλεγμένο στα δίχτυα των πουλημένων στους νεοχιτλερικούς ψευυτοαριστερών και σοσιαλδημοκρατών.
Όμως το σπουδαίο θετικό που κρύβεται μέσα στο αρνητικό είναι ότι όσο θα έρχεται στο φως η κτηνωδία των νεοχιτλερικών και οι δεσμοί που έχουν με αυτούς οι ηγέτες της ψευτοαριστεράς και της σοσιαλδημοκρατίας τόσο περισσότερο και από όσο με τους προηγούμενους χιτλερικούς θα σχηματίζεται πανευρωπαϊκά και παγκόσμια μια νέα αριστερά τόσο αντιφασιστική όσο ποτέ πριν αλλά και τόσο πραγματικά κομμουνιστική δηλαδή τόσο μαρξιστική - λενινιστική - μαοϊστική όσο ποτέ. Έτσι μαζί με το τέλος των ρώσων και κινέζων νεοχιτλερικών μέσα από τον παγκόσμιο πόλεμο που αυτοί ετοιμάζουν θα έρθει πιο κοντά από ποτέ πριν και το τέλος του ιμπεριαλισμού και του καπιταλισμού.
(*) Η σημασία αυτού του κινήματος είναι τόσο μεγάλη που οι πραξικοπηματίες έχουν φροντίσει να κρύψουν τα πραγματικά γεγονότα και τα αντίστοιχα οπτικοακουστικά ντοκουμέντα όσο μπορούν περισσότερο από την παγκόσμια κοινή γνώμη αλλά και από τον ίδιο τον καζάκικο λαό. Αυτό αποδείχθηκε όταν ειδικά μόλις άρχισαν οι ταραχές στις 5 του Γενάρη στην Αλμα Ατα, ο Τοκάγιεφ έκλεισε το διαδίκτυο και τις τηλεπικοινωνίες, τόσο ώστε οι συγγενείς δεν μπορούσαν να μάθουν για τους δικούς τους τίποτα για πάρα πολλές ώρες.Αυτό άλλωστε είναι ένα στοιχείο που δείχνει πόσο καλά προετοιμασμένο ήταν το πραξικόπημα.
(**) Βέβαια για να διευκολύνει το ΣΚ και τα αντίστοιχα πρακτορεία στον κόσμο η Ρωσία δήλωσε ότι δεν θα σφάξει ο ρώσικος στρατός αλλά μόνο θα φυλάει κρατικά κτίρια, που σημαίνει όμως στην πράξη ότι θα αποδεσμεύει καζάκικες δυνάμεις για να σφάζουν εκείνες.