Δύσκολα θα διακρίναμε ότι η πουτινική Ρωσία έχει συμφέρον να καταλάβει σήμερα όλη την Ουκρανία
Από την πλευρά μας από την άποψη της εκτίμησης των στρατηγικών προθέσεων της πουτινικής Ρωσίας συμφωνούμε με εκείνες τις κυβερνήσεις στην Ευρώπη που θεωρούν ότι αυτή είναι ένας πολύ επικίνδυνος επιθετιστής, όμως θεωρούμε πιθανότερο το ότι δεν θα εισβάλει τουλάχιστον μαζικά σε αυτή τη φάση στην Ουκρανία, (χωρίς βέβαια να μπορούμε να βεβαιώσουμε το αντίθετο με έναν Πούτιν-Χίτλερ). Κάνουμε αυτή την εκτίμηση γιατί ο στόχος της μεγάλης επίθεσης που ετοιμάζει η πουτινική Ρωσία δεν είναι η Ουκρανία, ούτε καν οι χώρες του πρώην συμφώνου της Βαρσοβίας όπως πιστεύουν οι κυβερνήσεις αυτών των χωρών, αλλά όλη η Ευρώπη και τελικά όλος ο πλανήτης. Εκτιμάμε δηλαδή ότι η Ρωσία είναι ένας πολύ πιο μεγάλος και πιο βαθύς εχθρός από όσο νομίζουν γενικά οι δυτικοί αστοί οπότε δεν έχει συμφέρον από μια ωμή κατοχή της Ουκρανίας αυτή τη στιγμή, αλλά από μια ύπουλη και πιο σύνθετη πολιτική που να συνδυάζει πολεμική απειλή, ενεργειακό εκβιασμό και διπλωματία.
Εννοούμε το εξής: Αν η Ρωσία επιτεθεί στην Ουκρανία σήμερα που όλα τα μάτια της γης είναι στραμμένα πάνω της, και ενώ η ίδια διαβεβαιώνει τους λαούς για το αντίθετο και ο κατοχικός στρατός της θα σαρώνει μια μεγάλη αλλά πολύ πιο αδύναμη χώρα, θα πετύχει δυο πράγματα: 1ο Θα συσπειρώσει εναντίον της όλα τα υποψήφια μελλοντικά της θύματα στην Ευρώπη που θα ετοιμαστούν από τώρα για μια μεγάλη αυριανή ρώσικη επίθεση, για έναν δηλαδή χιτλερικού τύπου “αστραπιαίο πόλεμο» ενάντια στην Ευρώπη και 2ον Θα αποδυναμώσει σε σημαντικό βαθμό όλους εκείνους τους πλατιούς συμπαθούντες της Ρωσίας μέσα στην ΕΕ, μέσα στις ΗΠΑ και μέσα στον Τρίτο Κόσμο οι οποίοι συχνά καταπίνουν τους ισχυρισμούς των φαιο-«κόκκινων» πολιτικών στρατών της* ότι είναι εκείνη που αμύνεται και ότι είναι τα υποψήφια θύματα της εκείνα που επιτίθενται κάτω από την καθοδήγηση των ΗΠΑ. Ακόμα περισσότερο βέβαια θα αδυνατίσει και θα κάνει αναξιόπιστο το στρατόπεδο των ευρωπαίων μονοπωλιστών που θέλουν να την κατευνάσουν για να βρουν τις παλιές μπίζνες τους.
Το βασικότερο από τα παραπάνω δύο σημεία είναι το πρώτο. Ο στρατηγικός στόχος της Ρωσίας είναι να καταπιεί όλη την Ευρώπη, και μετά να αντιμετωπίσει τις ΗΠΑ σε μια μάχη για την παγκόσμια κυριαρχία. Αυτό το στόχο μπορεί από πιο ευνοϊκή θέση να τον παλέψει σήμερα η Ρωσία σε συμμαχία με την επίσης φασιστική Κίνα. Αν όμως η Ρωσία καταλάβει τώρα την Ουκρανία θα πρέπει πολύ σύντομα να συνεχίσει την επίθεση της στην Ευρώπη γιατί αλλιώς αυτή θα αφυπνιστεί πολύ γρήγορα και θα προλάβει να αμυνθεί και μάλιστα θα το επιδιώξει αυτό χωρίς να στηρίζεται κυρίως στην πολιτικά διασπασμένη από τους τραμπικούς φασίστες αμερικάνικη υπερδύναμη. Όμως η Ρωσία δεν έχει σήμερα εξασφαλίσει μια τέτοια υπεροπλία απέναντι στις ΗΠΑ και στους επιμέρους ευρωπαϊκούς στρατούς ώστε να ξεκινήσει σύντομα έναν κατακτητικό πόλεμο στην Ευρώπη. Γι αυτό θα βρισκόταν σε πολύ καλύτερη θέση αν καθησύχαζε τώρα την Ευρώπη, και μάλιστα αν τη διασπούσε, αν εξοπλιζόταν ακόμα περισσότερο και κυρίως αν εξαντλούσε την πιθανότητα να ερχόταν στην εξουσία ο δικός της Τραμπ το 2024, οπότε η Ευρώπη θα έμενε σε μεγάλο βαθμό μισοάοπλη απέναντι σε έναν αποφασισμένο Άξονα Μόσχας-Πεκίνου-Τεχεράνης.
Αν η Ρωσία είχε σαν κύριο άμεσο στόχο να καταλάβει την Ουκρανία τότε θα έπρεπε όλοι οι φίλοι της σήμερα στον κόσμο να έχουν διαμορφώσει την κοινή τους γνώμη από τώρα υπέρ μιας ρώσικης εισβολής και κατοχής της Ουκρανίας. Δηλαδή θα είχαν εδώ και βδομάδες βγει στους δρόμους μαζικά οι φαιο-«κόκκινοι» όλου του πλανήτη ώστε να προλάβουν ή να μετριάσουν ένα παγκόσμιο ορμητικό δημοκρατικό ρεύμα καταδίκης της Ρωσίας. Ο λόγος που κατά τη γνώμη μας δεν το κάνουν αυτό τώρα δα τόσο οι φαιο-«κόκκινοι» όσο και οι πιο φιλορώσικες κυβερνήσεις σε χώρες σαν την Ουγγαρία, την Κροατία, την Ελλάδα κλπ είναι για να μην ανησυχήσουν τους οπαδούς του κατευνασμού της πουτινικής Ρωσίας οι οποίοι θα δουν ξαφνικά ότι αυτή δεν είναι μια εξωτερική προς τη Δύση στρατιωτική δύναμη, αλλά μια δύναμη πολιτικά ισχυρή και στα ευρωπαϊκά και στα αμερικάνικα μετόπισθεν του πολέμου οπότε πιο πολύ θα ανησυχήσουν και πιο γρήγορα θα αφυπνιστούν. Ακριβώς επειδή η Ρωσία θέλει ακόμα χρόνο για να ετοιμάσει τον αστραπιαίο της πόλεμο κερδίζοντας κυρίως αναίμακτες νέες στρατιωτικές και πολιτικές θέσεις, αποφεύγει όπως ο διάολος το λιβάνι να φανερώσει τους φίλους της και γενικά να δείξει όλη τη δύναμη της.
Το κύριο βάρος του Πούτιν στη διάσπαση και στον αφοπλισμό της Ευρώπης. Η απειλή εισβολής και το σφίξιμο της στρόφιγγας. Οι κατευναστές και οι αντι-νεοχιτλερικοί
Για τους παραπάνω λόγους εκτιμάμε ότι ο βασικότερος στόχος της πουτινικής τακτικής αυτή τη στιγμή είναι η πολιτική διάσπαση των υποψήφιων θυμάτων της, δηλαδή των πλούσιων χωρών της Ευρώπης καθώς και η φινλανδοποίηση της Ουκρανίας ή τουλάχιστον η δέσμευση της ότι δεν θα μπει στο ΝΑΤΟ και δευτερευόντως η στρατιωτική προσάρτηση κομματιών της τελευταίας.
Πιστεύουμε γι αυτό το λόγο ότι κάθε απειλή βίας και κάθε άσκηση βία από τον Πούτιν είναι τέτοια ώστε πάνω απ όλα να δυναμώνει τη διάσπαση στην Ευρώπη αλλά και γενικότερα στη Δύση και όχι να φέρνει ενότητα στους κόλπους τους. Αυτός είναι ο λόγος που αυτή η βία στην παρούσα κρίση εκδηλώνεται με δυο αλληλοσυμπληρούμενες πλευρές. Η μία πλευρά είναι η στρατιωτική απειλή βίας ενάντια στην Ουκρανία. Η άλλη πλευρά είναι η ενεργή άσκηση βίας σε όλη σχεδόν την Ευρώπη με τη μεγάλη μείωση της παροχέτευσης φυσικού αερίου σε αυτήν. Αυτή η δεύτερη πλευρά βίας είναι η πρώτη που ξεκίνησε η Ρωσία ενώ συνδυαζόμενη με την απειλή βίας στην Ουκρανία εμπεριέχει την απειλή μιας ολοκληρωτικής διακοπής της παροχέτευσης φυσικού αερίου αν η εισβολή στην Ουκρανία πραγματοποιηθεί και η ΕΕ απαντήσει με μέτρα οικονομικού αποκλεισμού της Ρωσίας.
Έτσι η απειλή βίας ενάντια στην Ουκρανία σε συνδυασμό με τη βία της στρόφιγγας έχει ένα διπλό αποτέλεσμα:
Από τη μια μεριά βγάζει πιο μπροστά απέναντι στη Ρωσία σχετικά μόνο του το μη κατευναστικό μπλοκ της Ευρώπης. Αυτό περιλαμβάνει τη Μεγάλη Βρετανία, τη Νορβηγία, την Ολλανδία, την Πολωνία και τις Βαλτικές (οι τρεις πρώτες μπορούν να αντισταθούν επειδή έχουν αρκετή ενεργειακή ανεξαρτησία από τη Ρωσία, οι υπόλοιπες υποχρεωτικά αντιστέκονται με ένταση επειδή θα αποτελέσουν τον επόμενο στόχο της Ρωσίας αν πέσει η Ουκρανία). Αυτό το μπλοκ βλέπει σαν τη καλύτερη απάντηση στη ρωσική επιθετικότητα τη στρατιωτικοπολιτική και οικονομική προετοιμασία απέναντι της οπότε και συμμαχεί με τις ΗΠΑ, ιδιαίτερα σήμερα με τη δημοκρατική προεδρία Μπάιντεν. Αυτή έχει κάποια συνέπεια στην αντίσταση της τόσο στην πουτινική νεο-χιτλερική επίθεση στην Ευρώπη όσο και στο φασιστικό ρεύμα Τραμπ μέσα στις ΗΠΑ. Όμως οι ευρωπαϊκές δημοκρατίες πρέπει να αξιοποιούν τις αντιστάσεις των ΗΠΑ στους νεο-χιτλερικούς, αλλά δεν πρέπει να στηρίζονται σε αυτές όχι μόνο γιατί είναι εξαιρετικά ισχυρό το φασιστικό ρεύμα Τραμπ στις ΗΠΑ, αλλά γιατί το δημοκρατικό κόμμα των ΗΠΑ και η ίδια η προεδρία Μπάιντεν είναι διαβρωμένη από το φιλορώσικο στην ουσία του και τροτσκιστικό ρεύμα Σάντερς. Κυρίως είναι βαθιές μέσα στο Δημοκρατικό κόμμα των ΗΠΑ οι τάσεις του ιμπεριαλιστικού ηγεμονισμού και επεμβατισμού ενάντια στον Τρίτο αλλά και στον β΄ Κόσμο. Το ότι για πρώτη φορά ίσως μετά από τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο εμφανίζεται μια αμερικανική κυβέρνηση που ασκεί μια μη εχθρική απέναντι στους λαούς εξωτερική πολιτική αυτό οφείλεται εν μέρει στο ότι η υπερδύναμη αυτή είναι σε στρατηγική πτώση κυρίως κάτω από τα χτυπήματα των λαών και πιο πολύ γιατί εμφανίστηκε ξανά όχι ένας αλλά δύο Χίτλερ στον κόσμο: ο Πούτιν και ο Σι. Και ακριβώς επειδή είναι δυο είναι λάθος να περιμένουν οι λαοί οποιαδήποτε αντιφασιστική συνέπεια από τις ΗΠΑ πέρα από την ιμπεριαλιστική φύση τους καθώς η γραμμή τους είναι ότι ο κύριος εχθρός τους είναι η Κίνα οπότε δρουν σε μεγάλο βαθμό κατευναστικά απέναντι στη Ρωσία γιατί δεν βλέπουν ότι σε αυτή τη φάση που έχουν κοινούς όλους τους εχθρούς τους είναι δυο κορμιά με μια ψυχή. Οι ΗΠΑ πιστεύουν τις λίγες προσποιητές μεταξύ τους αντιθέσεις (ενώ πρόκειται για καταμερισμούς πχ η Ρωσία με Ινδία, η Κίνα με το Πακιστάν κλπ) γι αυτό θα αφήσουν σύξυλη την Ευρώπη στα νύχια του Πούτιν αν χρειαστεί να αντιμετωπίσουν την Κίνα στον Ειρηνικό.
Από την άλλη μεριά επειδή η απειλή βίας στην Ουκρανία συνδυάζεται με τη βία της στρόφιγγας διαμορφώνεται ένα πολιτικά και οικονομικά ισχυρό ευρωπαϊκό μπλοκ υπέρ του κατευνασμού της Ρωσίας, το οποίο έχει σαν βάση του τις εξαρτημένες από το ρώσικο φυσικό αέριο Γερμανία, Ιταλία, Βέλγιο, Βαλκάνια και εν μέρει την Ιβηρική, το οποίο συμμαχεί με τη Γαλλία που φιλοδοξεί να γίνει, σαν η μόνη πια πυρηνική δύναμη και μόνιμο μέλος του Συμβούλιου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ο ουσιαστικός πολιτικοστρατιωτικός ηγέτης της ΕΕ. Επειδή διεκδικεί μια σχετικά ισότιμη σχέση με τις ηγεμονικές στο ΝΑΤΟ ΗΠΑ, και επειδή έχει με τη Ρωσία σχέσεις ιμπεριαλιστικής μοιρασιάς αλλά και ανταγωνισμού στην Αφρική και στη Μέση Ανατολή, η Γαλλία κρατάει μια μεσοβέζικη στάση απέναντι στην πουτινική Ρωσία οπότε μπαίνει μαζί με τη Γερμανία αλλά για διαφορετικούς λόγους στο στρατόπεδο του κατευνασμού της Μόσχας, στο οποίο θέλει να ηγηθεί.
Αφού ήδη έχουν διαμορφωθεί από τα πράγματα αυτά τα δύο μπλοκ, που ωστόσο δεν είναι ακόμα σε ανοιχτή αντίθεση, ο Πούτιν προσπαθεί να τα απομακρύνει περισσότερο το ένα από το άλλο. Αυτό επιδιώκει και στο Ουκρανικό και στο ΝordStream 2. Στο Ουκρανικό θέλει να αποσπάσει από τους κατευναστές την πλήρη άρνηση τους να βάλουν τη χώρα αυτή στο ΝΑΤΟ και επίσης να αναγνωρίσουν στη Ρωσία τον έλεγχο του Ντονμπάς μέσα από τις συμφωνίες του Μινσκ, τουλάχιστον όπως τις ερμηνεύει η Μόσχα, ενώ στο φυσικό αέριο θέλει τη χωρίς όρους έγκριση του ΝordStream 2 από τη Γερμανία και την Κομισιόν.
Έτσι ο Πούτιν συνεχίζει να απειλεί την Ουκρανία και ταυτόχρονα υπονοεί ότι θα μπορεί να σφίγγει πιο πολύ και για πιο μακρύ χρόνο τη στρόφιγγα ή και να την κλείσει, αν οι ΗΠΑ του Μπάιντεν πιέζουν την ΕΕ για πιο σκληρή στάση στο ουκρανικό. Στην ουσία λέει στους ενεργειόπληκτους κατευναστές της ΕΕ: «Κύριοι όσο οι ΗΠΑ θέλουν την αντιπαράθεση και έτσι κάνουν πιο αδιάλλακτη την ίδια την Ουκρανία, τόσο εσείς θα υποφέρετε ενεργειακά, τόσο οι λαοί σας θα διαμαρτύρονται για την ακρίβεια της ζωής τους, τόσο η βιομηχανία σας θα θίγεται και από τον αμερικάνικο και από τον κινέζικο ανταγωνισμό, και πάνω απ όλα τόσο περισσότερο θα οδηγείτε την ΕΕ σε μια νέα μεγάλη, ίσως και παγκόσμια οικονομική, οπότε και πολιτική σας κρίση. Άρα ξεκαθαρίστε με τους «αδιάλλακτους».
Ήδη αυτή η τακτική δίνει τον πρώτο σημαντικό της καρπό που είναι η επαίσχυντη υιοθέτηση από τον Μακρόν στις 7 του Φλεβάρη όχι απλά της ρώσικης απαίτησης να μην μπει στο ΝΑΤΟ η Ουκρανία, αλλά να μπει σαν «ένα από τα πρότυπα λύσης στο τραπέζι και η φινλαδοποίηση της» δηλαδή το ρωσικό βέτο πάνω στην πολιτική, την εξωτερική αλλά σε μεγάλο βαθμό και εσωτερική. Δεν είναι τυχαίο ότι λίγες μέρες μετά την επίσκεψη του Μακρόν στην Ουκρανία, αυτή μέσω του πρεσβευτή της στο Λονδίνο ανακοίνωσε ότι είναι «διατεθειμένη να είναι «ευέλικτη» σε ό,τι αφορά τον στόχο της να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ», που σημαίνει ότι ήδη είναι έτοιμη να υποκύψει στην πιο βασική ρωσική απαίτηση με την οποία ξεκίνησε η στρατιωτική περικύκλωση της. Τέλος τοποθετήθηκε στην κατεύθυνση να μην μπει η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ και ο Σολτς που σε αυτό το πνεύμα απαίτησε τη συμμόρφωση της Ουκρανίας στη συμφωνία του Μινσκ του 2015. Αν η συμφωνία υιοθετηθεί με τη Μόσχα νικήτρια στους υπόλοιπους εκβιασμούς της, αυτό θα σημάνει στην εφαρμογή της τον έλεγχο του Ντονμπάς αλλά μέσω αυτού και της Ουκρανικής εξωτερικής πολιτικής από τη Ρωσία. Ήδη η Μόσχα ανακοίνωσε στις 15/2 θριαμβολογώντας ότι η ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ υποχώρησαν σημαντικά με τις απαντήσεις τους στα τελεσίγραφα του Πούτιν σε κάποιες ουσιαστικές αξιώσεις της. Ίσως αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η Μόσχα μείωσε κάπως την ίδια μέρα τις δυνάμεις του κλοιού της γύρω από την Ουκρανία για να ενθαρρύνει περισσότερες υποχωρήσεις από τους κατευναστές. Αν αυτό ισχύει ένας βασικός λόγος θα είναι να ισχυροποιηθεί και η απαίτηση των κατευναστών για υποχωρήσεις των υπολοίπων ώστε να σπάσει ένα στοιχειώδες μέτωπο απέναντι στον Πούτιν.
Έχουμε λόγους να ανησυχούμε ότι οι επικεφαλής των κατευναστών Μακρόν και Σολτς σε νέους Νταλαντιέ και Τσάμπερλεν οδηγούν την Ευρώπη στην επιβολή στην Ουκρανία μιας ανανεωμένης έκδοσης της συμφωνίας του Μονάχου του 1938 όπου στη θέση της Σουδητίας θα είναι το Ντονμπάς.
Ο σκοτεινός ρόλος του Ζελένσκυ
Από αυτή την άποψη η Ουκρανία σήμερα βρίσκεται σε χειρότερη θέση από εκείνη στην οποία βρέθηκε τότε η Τσεχοσλοβακία καθώς στη θέση του τσέχου εθνικού ηγέτη Μπένες υπάρχει σήμερα ένας σύμφωνα με πολλές ενδείξεις αμφίβολων προθέσεων ουκρανός πρόεδρος που λέγεται Ζελένσκυ. Μια σειρά χαρακτηριστικά της πολιτικής του στάσης, ιδιαίτερα της τελευταίας περιόδου, μας δίνουν την εικόνα ενός προέδρου ο οποίος μετατρέπει την ίδια του την περικυκλωμένη χώρα και την απειλή της Ρωσίας για εισβολή σε αυτήν σε εργαλείο παραπέρα διάσπασης του δυτικού μετώπου άμυνας στους νεοχιτλερικούς.
Είναι αποκαλυπτικό το ότι ο Ζελένσκυ έριξε τον τελευταίο καιρό τα πιο σκληρά πολιτικά πυρά του- μετά βέβαια από εκείνα ενάντια στη Ρωσία - στους πιο σταθερούς αντιπουτινικούς συμμάχους του, δηλαδή εκείνους που εξοπλίζουν τη χώρα του, που είναι οι Μπάιντεν και Τζόνσον. Αυτούς τους κατηγορεί ότι δημιουργούν πανικό με τις προειδοποιήσεις τους για το επικείμενο του πολέμου, ενώ έχει μόνο καλά λόγια να πει για τον επικεφαλής των κατευναστών Μακρόν. Το χειρότερο είναι ότι τα πιο καλά του λόγια τα έχει αφιερώσει στον πιο φιλικό απέναντι στη Ρωσία υπουργό εξωτερικών που υπάρχει στην παλιά δυτική Ευρώπη και ο οποίος έχει χωθεί μέσα στους κατευναστές σαν ο χειρότερος τους: στον έλληνα Δένδια. Ο τελευταίος όχι μόνο δεν έχει πει ούτε μια λεξούλα κατά των ρωσικών απειλών ενάντια στην Ουκρανία, αλλά ακόμα και όταν έχει χρειαστεί να υπερασπίσει την τελευταία αναφέρεται αόριστα στην ανάγκη για σεβασμό της εδαφικής της ακεραιότητας, ενώ σε μια περίπτωση κατηγόρησε ταυτόχρονα και την ίδια την Ουκρανία γιατί δεν σέβεται την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας (!) υπονοώντας ότι δεν καταγγέλλει τις τουρκικές διεκδικήσεις απέναντι στην Ελλάδα (λες και οι διαφορές της Ελλάδας με την Τουρκία στο Αιγαίο είναι κάτι ανάλογο με τη ντε γιούρε προσάρτηση της Κριμαίας και τη ντεφάκτο του Ντονμπάς από τη Ρωσία). Κι όμως ο Ζελένσκυ όχι μόνο εκθείασε τη στάση του Δένδια σε έμμεση πλην σαφή αντιπαράθεση με εκείνη των Μπάιντεν και Τζόνσον αλλά τελικά ζήτησε από αυτόν να γίνει μεσολαβητής υπέρ της Ουκρανίας με τη Ρωσία, πράγμα που αυτός ευχαρίστως αποδέχτηκε ανταμειβόμενος με έναν ασύλληπτου βάρους διεθνή ρόλο για την άθλια φιλορώσικη και αντιουκρανική στάση του. Τέλος ακριβώς την ώρα που ο Πούτιν περικύκλωνε την Ουκρανία ο Ζελένσκυ, που όλο μιλάει για εθνική ενότητα, προσπάθησε να βάλει στη φυλακή τον αρχηγό της αντιπολίτευσης, τον πρώην πρόεδρο Ποροσένκο τον οποίο ανέτρεψε προωθώντας μια πολύ πιο κατευναστική απέναντι στη Ρωσία πλατφόρμα.
Το αίνιγμα αν θα εισβάλει ή όχι η Ρωσία στην Ουκρανία οικοδομείται κι αυτό σαν μοχλός διάσπασης
Μπορούμε να καταλάβουμε καλύτερα την πολιτική του Ζελένσκυ αν κατανοήσουμε την τακτική του Πούτιν στο ζήτημα της απειλής του πολέμου ενάντια στην Ουκρανία. Ο Πούτιν διαβεβαιώνει ασταμάτητα με τα λόγια του τη Δύση ότι δεν θα εισβάλει στην Ουκρανία ενώ στην πράξη κάνει τα πάντα για να της δείξει ότι σκοπεύει να εισβάλει άμεσα και στη συνέχεια αφήνει στα δυο πολιτικά στρατόπεδα, αυτό των κατευναστών και το αντι-νεοχιτλερικό να πάρει το καθένα θέση ανάλογα με τη γενικότερη εικόνα που έχει για τα πράγματα.
Τους κατευναστές θέλει κι αυτούς να τους τρομοκρατεί ο Πούτιν όχι μόνο με τις στρατιωτικές κινήσεις του, αλλά με το να προσθέτει δίπλα στις καθησυχαστικές φιλειρηνικές διαβεβαιώσεις του και τη φρασούλα «εκτός αν με προβοκάρουν οι θερμόαιμοι ουκρανοί και επιτεθούν στο Ντονπάς». Αυτό σημαίνει: «Πραγματικά δεν είμαι τρελός για να θέλω έναν μεγάλο πόλεμο. Όμως πιέστε και εσείς την Ουκρανία να υποχωρήσει στο ζήτημα του ΝΑΤΟ και στη συμφωνία του Μινσκ, και η αγωνία σας με τον πόλεμο και κυρίως με τη στρόφιγγα - η οποία κυρίως σας απασχολεί αν μπω σε πόλεμο με την Ουκρανία - θα τελειώσει». Για να γίνει πειστικός αυτός ο εκβιασμός ο Πούτιν μπορεί να μην διστάσει, αν μπορεί να ελέγξει την έκταση και ένταση τους, να προχωρήσει σε περιορισμένες πολεμικές επιχειρήσεις στο Ντονμπάς. Πάντως ήδη, χωρίς να χρειαστεί να χρησιμοποιεί τέτοια ριψοκίνδυνα μέσα το Κρεμλίνο βλέπει όλο και περισσότερο το μπλοκ των κατευναστών με επικεφαλής τον Μακρόν να βγαίνει κόντρα στο αντι-νεοχιτλερικό μπλοκ και να συζητάει μια ξεχωριστή τάχα ευρωπαϊκή ειρήνευση με τη Ρωσία. Ήδη μια νέα συμφωνία «ευρωπαϊκής ασφάλειας» με τη Ρωσία ζήτησε στο ταξίδι του στο Κίεβο και ο Σολτς πριν πάει να δει τον Πούτιν.
Ο ενεργειακός εκβιασμός σε βάρος της ΕΕ, ιδιαίτερα της Γερμανίας είναι ο βασικός λόγος που κάνει την προεδρία Μπάιντεν να ψάχνει εναγώνια να βρει το υγροποιημένο αέριο που θα λείψει από την ΕΕ αν η Ρωσία κλείσει την στρόφιγγα. Και ως τώρα είναι αδύνατο να βρει τέτοιες ποσότητες. Η Μέρκελ, ο Σρέντερ, ο Πρόντι και ο Γιουνκέρ, αυτοί οι μοιραίοι άνθρωποι της ρώσικης υπερδύναμης επικεφαλής μιας κοντόθωρης δυτικής μονοπωλιακής αστικής τάξης έχουν κάνει μια πολύ καλή δουλειά για να πετύχουν σήμερα την ενεργειακή ομηρία της Ευρώπης από τους νεοχιτλερικούς.
Εννοείται ότι για να οξύνει αυτή την αντίθεση συμβιβαστών με εκείνους που κρατάνε μια πιο σθεναρή στάση απέναντί του ο Πούτιν φροντίζει ιδιαίτερα με τις κινήσεις ανάπτυξης του ρώσικου στρατού να πείθει ειδικά τις ΗΠΑ ότι έχει αποφασίσει να κάνει τώρα τον πόλεμο. Αυτές λειτουργώντας ταυτόχρονα σαν πολιτικοστρατιωτικός εκπρόσωπος του μη κατευναστικού μπλοκ απέναντι στη Ρωσία αλλά και σαν μια ιμπεριαλιστική υπερδύναμη που δεν μπορεί να εγκαταλείψει τα επεμβατικά της ένστικτα πιέζει με ένταση στη βάση της δικιάς της εκτίμησης του άμεσου επικείμενου πολέμου τους κατευναστές, ιδιαίτερα τη Γερμανία να αλλάξουν στα γρήγορα μια φιλορώσικη ή υφεσιακή πολιτική δεκαετιών που όχι μόνο η γερμανική αστική τάξη αλλά και οι γερμανικές μάζες, αλλά και οι αυστριακές, δεν είναι έτοιμες να εγκαταλείψουν χωρίς να ζήσουν στο πετσί τους νέες εμπειρίες για το τι σημαίνει νεοχιτλερική επιθετικότητα.
Προσπαθούν για παράδειγμα να επιβάλουν στη Γερμανία να δεσμευτεί από τώρα ότι θα αχρηστεύσει τον αγωγό NordStream 2 αν η Ρωσία εισβάλει στην Ουκρανία. Αυτό το μέτρο είναι πολύ σωστό αντικειμενικά, αλλά δεν μπορεί να επιβληθεί χωρίς την έγκριση του γερμανικού λαού, δηλαδή πριν οι γερμανικές αλλά και οι ευρωπαϊκές μάζες δουν τη φρίκη ενός τέτοιου πολέμου δίπλα τους. Δεν είναι κάτι απλό να μείνει έκθετη μια χώρα στο ρώσικο αντίποινο να μην έχει το 40% του αέριου που σήμερα χρησιμοποιεί και το οποίο προμηθεύεται από τη Ρωσία. Πόσο μάλλον δεν είναι εύκολο να το δεχτεί αυτό ο γερμανικός λαός, όταν οι ηγέτες του τον έχουν διδάξει επί δεκαετίες να βλέπει με αρκετή εμπιστοσύνη τη σοσιαλφασιστική Ρωσία στα πλαίσια της γνωστής εγκληματικής γερμανικής OstPolitic. Πόση πραγματικά πολιτική προετοιμασία χρειάζεται για να αναλάβει ένας λαός το βάρος να χαμηλώσει το επίπεδο ζωής του ή να δεχτεί από τη μια στιγμή στην άλλη να καταφύγει μαζικά σε πιο ρυπαντικές (άνθρακας) ή πιο συκοφαντημένες (πυρηνική) μορφές ενέργειας, όταν η αστική του τάξη δεν του έχει εξηγήσει ότι είναι λιγότερο επικίνδυνες από έναν παγκόσμιο πόλεμο. Όσο οι μάζες δεν είναι έτοιμες για τέτοιες θυσίες η πίεση σε αυτές δυναμώνει τις αντιθέσεις μέσα στο ευρωπαϊκό δημοκρατικό στρατόπεδο.
Έτσι λοιπόν η διατήρηση για καιρό της σημερινής περιορισμένης ροής ρώσικου φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, που αυξάνει στα ύψη την τιμή της ενέργειας μπορεί να φέρει την αντίθεση των πληθυσμών στην υποστήριξη της ουκρανικής ανεξαρτησίας. Γι αυτό είναι σημαντικό για τον Πούτιν να βρίσκει προσχήματα ώστε να κρατάει για όσο γίνεται πιο μακρύ χρόνο και το μαχαίρι στο λαιμό της Ουκρανίας με το δεξί του χέρι και με το αριστερό του χέρι να παίζει με τη στρόφιγγα των αγωγών του αερίου. Στην πραγματικότητα οι ΗΠΑ με το να επικεντρώνονται κυρίως σε οικονομικά αντίποινα για να αποτρέψουν τη Ρωσία από το να εισβάλει στην Ουκρανία παίζουν σε σημαντικό βαθμό το παιχνίδι της πρώτης όσο αυτή έχει εξαρτήσει τόσους λαούς ενεργειακά, μπορεί δηλαδή να τους πλήξει στο επίπεδο ζωής τους με τα δικά της οικονομικά αντίποινα. Από την άλλη δεν είναι ο οικονομικός αποκλεισμός που θα εμπόδιζε την πουτινική κλίκα να κάνει έναν πόλεμο αν μπορούσε να τον κάνει από πολιτική και στρατιωτική άποψη. Αυτό γιατί έχει διαμορφώσει σε μεγάλο βαθμό μια οικονομία πολεμικού καπιταλισμού οργανώνοντας από πολύ καιρό μια σχετική αυτάρκεια σε ενέργεια, σε τηλεπικοινωνίες, σε βασικές βιομηχανικές πρώτες ύλες και σε βασικά τρόφιμα ενώ το κυριότερο έχει οργανώσει μια σκληρή δικτατορία πάνω στο ρωσικό λαό η οποία ιδεολογικά στηρίζεται στην εθνική υπεροχή και την επέκταση. Έτσι η τακτική του Πούτιν είναι: από τη μια πείθοντας τις ΗΠΑ ότι θα επιτεθεί να τις κάνει να πιέζουν υπέρμετρα την Ευρώπη, και από την άλλη δεν επιτίθεται ανοιχτά επίτηδες για να ταλαντεύει τους ευρωπαϊκούς λαούς ως προς το αν οι ΗΠΑ μεγαλοποιούν εσκεμμένα το ρωσικό κίνδυνο τάχα εξαιτίας του δικού τους ηγεμονισμού, όπως ισχυρίζεται ο Πούτιν. Τα μόνα αντίμετρα που ενοχλούν πολύ τον Πούτιν είναι η παγκόσμια και επίμονη πολιτική του αποκάλυψη και καταγγελία και η υπόσχεση στον ουκρανικό λαό ότι αν οι νεοναζί του Κρεμλίνου επιτεθούν θα έχει κάθε πολιτική, οικονομική βοήθεια και κυρίως κάθε βοήθεια σε σύγχρονα όπλα ειδικά τα πιο κατάλληλα και ευκίνητα για έναν παρατεταμένο πόλεμο αντίστασης. Ακόμα περισσότερο φοβάται η νεοναζιστική κλίκα του Κρεμλίνου το αντίμετρο της προετοιμασίας των χωρών και των λαών της Ευρώπης αλλά και του Ειρηνικού να αντισταθούν στον πιο μεγάλο πόλεμο της ιστορίας που πυρετώδικα ετοιμάζουν οι κρατικομονοπωλιστές της Μόσχας και του Πεκίνου.
Να γιατί ο Ζελένσκι προσέφερε μεγάλη υπηρεσία στη Ρωσία τις τελευταίες εβδομάδες κατηγορώντας ανοιχτά ΗΠΑ και Αγγλία για τη θέση τους για το επικείμενο του πολέμου και αφήνοντας έκθετους αυτούς που πιο πολύ εξοπλίζουν τη χώρα του στην κατηγορία του Πούτιν ότι είναι αυτοί που οξύνουν επίτηδες τις σχέσεις της Ουκρανίας με τη Ρωσία. Αν το έκανε αυτό για να μην χτυπηθεί από τον πανικό η οικονομία της χώρας, όπως ισχυρίστηκε, θα το έκανε μέσα από διπλωματικά κανάλια κι όχι με μια επαναλαμβανόμενη ανοιχτή καταγγελία. Αυτή η στάση του Ζελένσκυ έδωσε την ευκαιρία στους Μακρόν και Σολτς να μπουν μπροστά σαν τάχα πιο φιλειρηνιστές στις συνομιλίες γενικά της Δύσης με τον Πούτιν ενώ στην πράξη κάνουν το αντίθετο. Εννοείται ότι με αυτή τους δηλαδή τη στάση οι Μακρόν και Σολτς δεν κάνουν κανένα βήμα προς την αυτονομία της Ευρώπης απέναντι στις ΗΠΑ, γιατί διαφοροποιούνται από αυτές από τα δεξιά και όχι από τα αριστερά. Αυτονομία της Ευρώπης σημαίνει επίσης αντιπροσωπευτικός ρόλος κυρίως των συλλογικών οργάνων της ΕΕ και όχι των μεμονωμένων χωρών της απέναντι στην Ρωσία. Αλλά αυτό που πάνω απ όλα απεχθάνεται ο Πούτιν, είναι το να μιλάει με τα συλλογικά όργανα της Ευρώπης, δηλαδή τον πρόεδρο του Συμβουλίου, τον πρόεδρο της Κομισιόν κλπ. Ίσα-ίσα επειδή θέλει να διασπάει την ΕΕ γι αυτό θέλει να μιλάει ξεχωριστά με τα κράτη της και πάνω απ όλα με τους δύο εναπομείναντες μεσαίους ιμπεριαλιστές της, τη Γαλλία και τη Γερμανία, που διψάνε για να τους δίνεται αυτή η ξεχωριστή προσοχή και τα ξεχωριστά ανταλλάγματα από τον ανατολικό δικτάτορα.
Το πρόβλημα με τους δυτικούς φιλελεύθερους μονοπωλιστές και η ανάγκη για να μπουν οι λαοί και το προλεταριάτο στο προσκήνιο
Αυτή τη διαδικασία διάσπασης της ΕΕ, καθώς και την απόπειρα της βαθύτερης εξάρτησης και της σταθεροποίησης του τεμαχισμού της Ουκρανίας, τα ζούμε σήμερα σε γρήγορο χρόνο και στον υπερθετικό βαθμό χάρη στην συνδυασμένη απειλή στρατιωτικής βίας και της ενεργής βίας με τη στρόφιγγα. Αν μάλιστα κάπου φαίνεται τόσο πολύ η πολιτική τύφλα και η ανικανότητα της Δύσης, ειδικά της ευρωπαϊκής αστικής τάξης να έρθει σε επαφή και να μιλήσει στους λαούς της είναι το πόσο πολύ έχει υποβιβάσει, σχεδόν εξαφανίσει από την πολιτική πάλη ενάντια στους νεοχιτλερικούς την πουτινική βία με το φυσικό αέριο παρόλο που από αυτήν πονάνε πιο πολύ εδώ και πέντε μήνες οι λαοί της Ευρώπης. Όμως ιδίως οι κατευναστές και οι πράκτορες της Μόσχας δεν δείχνουν στους λαούς το βασικό υπεύθυνο, την πουτινική κλίκα, για το υλικό πλήγμα που έχουν υποστεί ώστε να στραφούν αποφασιστικά απέναντι σε αυτήν που ταυτόχρονα κρατάει το μαχαίρι πάνω στο λαιμό της προδομένης και προβοκαρισμένης Ουκρανίας. Έτσι θα καταλάβαινε και θα στήριζε τους Ουκρανούς.
Γενικά από μια βαθύτερη ματιά το πρόβλημα του ενεργειακού στραγγαλισμού της Ευρώπης από τη Ρωσία, όπως και το πρόβλημα της εξάρτησης της σε στρατηγικές πρώτες ύλες, και σε ημιαγωγούς είναι προβλήματα που επιβάλουν μια πολιτική προετοιμασίας για πόλεμο της βασανισμένης Ηπείρου μας. Αυτά τα προβλήματα δεν μπορούν να τα λύσουν οι κοντόφθαλμοι μονοπωλιστές της οπαδοί των ελεύθερων αγορών κεφαλαίων που την παραδώσανε στους εκβιασμούς του Άξονα οι οποίοι δεν θα αργήσουν να κλιμακωθούν. Σε τέτοιες περιπτώσεις χρειάζεται στην Ευρώπη μια προγραμματισμένη κρατική και διακρατική αλλά και γενικότερα συλλογική οργάνωση της παραγωγής και της διανομής , και μια άλλου πολιτικού επιπέδου οργάνωση των μαζών σε σχέση με τις σημερινές. Δεν είναι ακόμα ώριμες βέβαια οι υποκειμενικές συνθήκες για μια προλεταριακή επανάσταση και για την κοινωνική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής αλλά ο πόλεμος που έρχεται θα υποχρεώσει τους λαούς να κινηθούν στην κατεύθυνση των αντιφασιστικών μετώπων και της αντιφασιστικής διακυβέρνησης των χωρών και να διεκδικήσουν την ηγεσία τους. Θα εκπλαγούμε από το πόσο γρήγορα θα αλλάξουν οι ζωές των ανθρώπων και πόσο θα ψάξουν για νέες λύσεις. Η ρώσικη πολεμική μηχανή δεν πήρε μπροστά και δεν εκτέθηκε τόσο πολύ για να σταματήσει και να γυρίσει για καιρό στα παλιά. Το πολύ να κάνει μικρές ανάπαυλες, πολύ καλές για την οργάνωση των Δημοκρατών και ειδικά των Προλετάριων που θα είναι εκείνοι που έτσι κι αλλιώς θα της δώσουν το συντριπτικό χτύπημα στα πλατειά πεδία μαχών και στα πεισματάρικα αντάρτικα.
………………………………………………………………………………
*Όσον αφορά πάντως ειδικά στους «κόκκινους» πολιτικούς στρατούς της, η νεοτσαρική Ρωσία έχει αποδείξει ως τώρα ότι φροντίζει με την πιο μεγάλη επιμέλεια να μην τους αφήνει ξεκρέμαστους, αλλά να τους προσφέρει τις πιο αληθοφανείς εξηγήσεις που αυτοί έχουν ανάγκη για να συνεχίζουν αποτελεσματικά την πολιτική τους δουλειά υπέρ της. Αυτό σημαίνει πριν απ’ όλα ότι φροντίζει να μην εμφανίζεται η ίδια σαν ένας ανοιχτός επιθετιστής (όπως έκανε η αλαζονική αμερικάνικη υπερδύναμη τα τελευταία 30 χρόνια μέσα στην παρακμιακή της φαντασίωση της δήθεν “μοναδικής υπερδύναμης”), αλλά να φαίνεται ότι είναι ένας καθ’ όλα φιλήσυχος ιμπεριαλιστής που δήθεν αντιδράει μόνο όταν προκαλείται. Για τους δυτικούς αστούς αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εμφανίζεται μπροστά τους σαν ένας πραγματιστής που δεν κάνει τρέλες, δεν έχει παράλογες απαιτήσεις, και δεν ζητάει τίποτα παραπάνω απ’ ό,τι θα ζητούσαν αυτοί αν ήταν στη θέση του. Αυτό ήδη έχει αποδώσει καρπούς στους κύκλους των δυτικών κατευναστών που ήδη αναρωτιούνται μήπως αιτία της ρώσικης επιθετικότητας είναι η “αλαζονεία” τους να εντάξουν χώρες της ανατολικής Ευρώπης στους οικονομικούς, πολιτικούς και στρατιωτικούς τους οργανισμούς. Απ’ την άλλη, στους φαιο”κόκκινους” φασιστικούς μικροαστικούς στρατούς που η Ρωσία με επιμέλεια χτίζει μέσα στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες εδώ και 60 χρόνια, σε αυτούς αυτή η μεταμφίεση πρέπει να εμφανίζεται σαν μια δίκαιη άμυνα και αντίσταση στον “ιμπεριαλισμό” (το μοναδικό υποτίθεται αληθινό ιμπεριαλισμό, το δυτικό), στην “αυτοκρατορία”, στην “παγκοσμιοποίηση”, στη “νέα τάξη πραγμάτων”, στη “μοναδική υπερδύναμη”, και στις άλλες ταμπέλες που ο ρώσικος σοσιαλ-ιμπεριαλισμός έχει κατασκευάσει μετά το 1991 για να εμφανίζεται σαν μια από τα κάτω αντίσταση στο δήθεν μοναδικό εχθρό των λαών.
Αυτή είναι μια κατά γράμμα αντιγραφή της τακτικής της χιτλερικής Γερμανίας, κατά την όχι τυχαία ξεχασμένη από τους δυτικούς ιστοριογράφους περίοδο από το 1933 μέχρι το 1939, δηλαδή από την άνοδο του ναζισμού στην εξουσία μέχρι την έναρξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Ο ναζισμός έμεινε δικαίως στην ιστορία για τις ασύλληπτες φρικαλεότητες που διέπραξε στη διάρκεια του πολέμου. Αυτό που ξεχνιέται από τους σύγχρονους Τσάμπερλεν και Νταλαντιέ είναι το πώς πριν φτάσει σε αυτές, και για να φτάσει σε αυτές, κατάφερε βήμα-βήμα να εξαπατήσει όλη την ανθρωπότητα, ιδιαίτερα τους δυτικούς ιμπεριαλιστές, παρουσιάζοντας κάθε του επιθετικό βήμα σαν μια δήθεν αμυντική αντίδρασή του, βαφτίζοντας τα πραγματικά αμυντικά μέτρα που παίρναν τα υποψήφια θύματά του σαν προετοιμασία επίθεσης. Είναι χαρακτηριστικό πώς δικαιολόγησε ο Υπουργός Εξωτερικών του Χίτλερ, φον Ρίμπεντροπ στις 19 του Μάρτη του 1936 σε ομιλία του στην Κοινωνία των Εθνών τη στρατιωτικοποίηση της Ρηνανίας από το Γ΄ Ράιχ. Είπε ότι υποχρεώθηκε να το κάνει για να αντιμετωπίσει τις συμμαχίες που έκανε η Σοβιετική Ένωση με τη Γαλλία και την Τσεχοσλοβακία. Η ιστορία απέδειξε αντίθετα πόσο σωστά έκανε αυτές τις συμμαχίες η σταλινική ΕΣΣΔ για να αντιμετωπίσει τη χιτλερική Γερμανία και πόσο σωστά ο σοβιετικός πρεσβευτής Λιτβίνοφ πρότεινε κυρώσεις ενάντια στην χιτλερική Γερμανία, αναγκάζοντας τον Ρίμπεντροπ να κάνει αυτή την ομιλία. Οι κυρώσεις αυτές δεν έγιναν τότε δεκτές από τους δυτικούς (Το κείμενο της ομιλίας του υπάρχει στο ηλεκτρονικό αρχείο των Τάιμς της Νέας Υόρκης στο φύλλο της 20 του Μάρτη του 1936).