Η επίθεση σε βάρος του θύλακα, που ξεκίνησε στις 18 Φλεβάρη από το πυροβολικό και την αεροπορία του καθεστώτος της Δαμασκού και στην οποία πολύ σύντομα προστέθηκε η ρωσική κατοχική αεροπορία, θεωρείται η σφοδρότερη και καταστροφικότερη από την έναρξη του πολέμου. Μέσα σε λίγα 24ωρα σημειώθηκαν πάνω από 3000 επιθέσεις σε μια έκταση μόλις 97 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Το Συριακό Παρατηρητήριο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα καταμετρά από τις 18/2 τουλάχιστο 403 νεκρούς αμάχους (ανάμεσά τους αρκετές δεκάδες παιδιά και γυναίκες) και περισσότερους από 2000 τραυματίες (ElPais, 22/2) ενώ ο κατάλογος των θυμάτων ολοένα αυξάνει. Η πιο μεγάλη απανθρωπιά, η πιο πρωτότυπη ανάπτυξη της χιτλερικής κτηνωδίας από την πουτινική κτηνωδία, είναι η ειδική στόχευση των νοσοκομείων και οι ιατρικές εγκαταστάσεις που παραμένουν οι πλέον αγαπημένοι στόχοι των ρώσων ναζί. Αυτό κάνανε στο Χαλέπι, αυτό και στη Γούτα. Βομβαρδισμός νοσοκομείων σημαίνει σημαίνει ότι ανακοινώνεται από τους κανίβαλους στους πολιορκημένους ότι δεν υπάρχει γι αυτούς κανένας οίκτος, κανένα άσυλο, ούτε το άσυλο της αρρώστιας, του πόνου και της αναπηρίας δηλαδή ότι θα αντιμετωπίζονται σαν κατσαρίδες που πρέπει να πατιούνται έστω και αν ελάχιστα κινούνται.
Aπό πολιτική άποψη η ρωσοασαντική επίθεση στη Γούτα έχει σαν στόχο να εξουδετερώσει την κεντρική πολιτική και στρατιωτική βάση της Τζάις Αλ Ισλάμ, του πιο ισχυρού ισλαμικού μετώπου της αντιασαντικής αντίστασης το οποίο αντιπαρατίθεται και στρατιωτικά στην φασιστική Αλ Νούσρα, που είναι ένα μεταμφιεσμένο παρακλάδι της προβοκατόρικης Αλ Κάιντα που πάντα διευκολύνει τα ρώσικα σχέδια. (Η Αλ Νούσρα κρύφτηκε το 2016 πίσω από ένα ευρύτερο μέτωπο, την Τζαμπάτ Φατάχ Αλ Σαμ και τελευταία πίσω από ένα ακόμα πιο ευρύ, τη Χαγιάτ Ταχρίρ Αλ Σάμ). Βέβαια ούτε η Τζάις Αλ Ισλάμ θα μπορούσε να ονομαστεί μια δημοκρατική οργάνωση, αφού θέλει τη Σαρία, όμως δεν θέλει τη δικτατορική επιβολή της όπως η Νούσρα ή ο ΙΣΙΣ, και κυρίως είναι πατριωτική. Σε κάθε περίπτωση το πραγματικό δημοκρατικό ρεύμα της συριακής αντίστασης, που στρατιωτικά εκφράζεται από τον FSA (Ελεύθερο Συριακό Στρατό), έχει περάσει κατά προτεραιότητα και για μεγάλο διάστημα διά πυρός και σιδήρου από το ρωσο-ιρανικό επεμβατικό μέτωπο (δες τους βομβαρδισμούς του Χαλεπιού) ενώ ταυτόχρονα έχει πολεμηθεί από τους ισλαμοναζήδες της Νούσρα και του ΙΣΙΣ, που είχαν πάντα στρατιωτικές αβάντες από το κατοχικό καθεστώς, ενώ ταυτόχρονα διεμβόλιζαν πολιτικά αλλά και oργανωτικά με τις ψηλές μισθοδοσίες τους τους οικονομικά πιο εξαθλιωμένους μαχητές του FSA. Έτσι ο τελευταίος έχει βρεθεί στις περισσότερες περιοχές της χώρας σε μειοψηφική θέση σε σχέση με τα ισλαμικά ρεύματα αντίστασης, ιδιαίτερα στο Ιντλίμπ της βορειοδυτικής Συρίας, τη μεγαλύτερη σε έκταση και πληθυσμό βάση της αντι-ασαντικής αντιπολίτευσης, όπου την ηγεμονία την έχει πια η Αλ Νούσρα. Έτσι τώρα η αριθμητικά πιο ισχυρή αντίσταση στη ρωσο-ιρανική επέλαση και στους ισλαμοφασίστες της Αλ Νούσρα στην κεντρική και τη νότια Συρία έρχεται από την υποστηριζόμενη από την Τζάις Αλ Ισλάμ και μερικές άλλες μικρότερες οργανώσεις που διαρκώς παραπαίουν ανάμεσα στην Τζάις Αλ Ισλάμ και την Αλ Νούσρα. Αυτή εκτός από το ότι εξασφαλίζει σε γενικές γραμμές τα μικρότερα πυρά από το ρωσοασαντικό μέτωπο, χώνεται σε περιοχές της προοδευτικής αντίστασης για να δικαιολογούν οι κανίβαλοι στη τρομαγμένη από την Αλ Κάιντα δυτική κοινή γνώμη τους ισοπεδωτικούς βομβαρδισμούς τους. Αυτό έγινε πέρυσι στο Ανατολικό Χαλέπι και φέτος στην Γούτα όπου έχει εγκαταστήσει και ένα μειοψηφικό της απόσπασμα η Αλ Νούσρα σαν Χαγιάτ Ταχρίρ Αλ Σαμ. (http://www.dw.com/en/which-rebel-groups-are-fighting-in-syrias-eastern-ghouta/a-42663501).
Σύμφωνα με τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα 13 κέντρα υγείας στην ανατολική Γούτα έχουν πληγεί απ’ τους βομβαρδισμούς. Η κατάσταση των εγκλωβισμένων κατοίκων επιδεινώνεται ακόμα περισσότερο απ’ το γεγονός ότι η πρόσβαση στο θύλακα των οργανισμών βοήθειας έχει διακοπεί με αποτέλεσμα εκτός από τους φονικούς βομβαρδισμούς, οι κάτοικοι να κινδυνεύουν από το φάσμα της πείνας και του ψύχους. «Δεν έχουμε χρήματα για τρόφιμα ή θέρμανση» λέει η Μάχα Γιασίν, μητέρα τεσσάρων παιδιών από την ανατολική Γούτα. «Κανείς δεν έχει. Το μόνο έλεος φέτος είναι ότι ο χειμώνας δεν ήταν σκληρός. Το προηγούμενο βράδυ, όταν τα αεροπλάνα ξαναήρθαν, ευχήθηκα να μας έπαιρναν (σκότωναν) και εμάς. Αυτό που έρχεται μετά θα είναι χειρότερο από χθες. Και το χθες δεν το αντέχαμε» (Huffpost, 22/2).
Τόσο βάναυση είναι η επίθεση των ρώσων επεμβατιστών και των οργάνων τους στη Γούτα που έκανε τον ύπατο αρμοστή του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα Ζέιντ Ράαντ αλ Χουσέιν να μιλήσει για «τερατώδη εκστρατεία αφανισμού» του άμαχου πληθυσμού. Την ίδια στιγμή οι πολιτικοί εκπρόσωποι της λεγόμενης «αριστεράς» έχουν συνταχθεί ανοιχτά με τους επεμβατιστές σφαγείς του συριακού λαού. Οι δε δυτικοί φιλελεύθεροι μονοπωλιστές δε δίνουν δεκάρα για τα δεινά του συριακού λαού και έχουν αποδείξει ότι δε διστάζουν να πουλήσουν τον ηρωικό αγώνα του στους ρωσοκίνητους σφαγείς και στους τζιχαντιστές προβοκάτορες προκειμένου να διασφαλίσουν τη βρώμικη ειρήνη τους με τους νέους χίτλερ του Κρεμλίνου και τους κινέζους Χαν συμμάχους τους. Αυτή η ειρήνη τους επιτρέπει να χαίρονται το μανιασμένο τους ανταγωνισμό για την υπερσυσσώρευση του χρηματιστικού τους κεφαλαίου.
Αν σε καιρό σχετικής ειρήνης οι ρώσοι χίτλερ συμπεριφέρονται τόσο βάναυσα απέναντι στους λαούς που είχαν την ατυχία να βρεθούν στο δρόμο τους, αν δηλαδή μπροστά στις τηλεοράσεις και στο διαδίκτυο ισοπεδώνουν πόλεις και σκοτώνουν άρρωστα παιδάκια θάβοντας τα κάτω από τα ερείπια νοσοκομείων, τι θα κάνουν αύριο που θα κηρύξουν ανοιχτά τον πόλεμο στην Ευρώπη; Θα έχουν κανέναν ηθικό ενδοιασμό τότε για να μη μετατρέψουν το Λονδίνο, το Παρίσι και το Βερολίνο σε στάχτες και να μην εξολοθρεύσουν μαζικά τον πληθυσμό τους και τα αντάρτικά που αναπόφευκτα θα γεννηθούν από τους λαούς της Δύσης;
Νομίζουν σήμερα οι κάτοικοι της Ευρώπης ότι η Συρία είναι πολύ μακρυά και φοβούνται μόνο τους τζιχαντιστές μικροβιοτέχνες φονιάδες και τα μερικά εκατοντάδες θύματά τους γιατί κανένας από τους πολιτικούς ηγέτες τους και τους δημοσιολόγους τους δεν τους λέει ότι οι βιομηχανικοί φόνοι των εκατοντάδων χιλιάδων της Συρίας είναι ένας μικρός κρίκος στην αλυσίδα της δικιά τους εξοντωτικής περικύκλωσης, όπως ένας άλλος κρίκος ήταν η ισοπέδωση της Τσετσενίας και ένας άλλος το εθνοεκκαθαριστικό μαρτύριο της Βοσνίας.
Θα πει κανείς ότι το ίδιο έργο έχει ξαναπαιχτεί με τον προηγούμενο παγκόσμιο πόλεμο, όταν πριν βομβαρδιστεί μαζικά από τους χιτλερικούς κανίβαλους το Λονδίνο και το Ρότερνταμ, είχε λίγα χρόνια πριν βομβαρδιστεί το ίδιο τρομοκρατικά η Μαδρίτη από τον προστατευόμενο τους Φράνκο χωρίς καμιά Αγγλία και καμιά Ολλανδία να κόψουν τότε το χέρι των φονιάδων. Η ουσιώδης διαφορά ωστόσο του σήμερα με το τότε είναι ότι τότε σε όλη την Ευρώπη αντηχούσε η αντιφασιστική κραυγή της τριτοδιεθνιστικής αριστεράς και όσο και οι αστικές τάξεις να κατευνάζανε τον Χίτλερ οι εργατικές μάζες κατέβαιναν στους δρόμους για να δώσουν όχι μόνο κουράγιο αλλά και το αίμα των καλύτερων παιδιών τους, των κομμουνιστών των Διεθνών Ταξιαρχιών στη δημοκρατική Ισπανία, για να εμποδίσουν το χιτλερικό τέρας να εξαπολύσει το μεγάλο του πόλεμο στην Ευρώπη. Τότε το γενικό επιτελείο, η καρδιά αυτής της αριστεράς ήταν στην ΕΣΣΔ.
Από την ώρα που στα μέσα του προηγούμενου αιώνα οι μεγαλορώσοι νέοι Χίτλερ κατάφεραν να καταλάβουν από τα μέσα την πολιτική εξουσία στην ΕΣΣΔ, το πρώτο πράγμα για το οποίο πάλεψαν ήταν να καταλάβουν - και το πέτυχαν τελικά μετά από μεγάλη μάχη και σε συνεργασία με τους κινέζους νεοχιτλερικούς - και το γενικό επιτελείο της παγκόσμιας αριστεράς. Εκεί κλάδεψαν τα πιο αγνά στελέχη της, τα αντικατάστησαν με τους πιο άθλιους προδότες απογοήτευσαν και απομαζικοποίησαν την αριστερά σε όλο τον κόσμο, και ότι έμεινε από αυτήν το μετέτρεψαν σε πέμπτη φάλαγγα του κατακτητικού στρατού τους. Γι αυτό όχι μόνο δεν υπάρχει σήμερα μια μαζική αριστερά και ένα μαζικό προλεταριάτο για να βγει στους δρόμους της Ευρώπης και να κατακεραυνώσει τους σφαγείς του Χαλεπιού και της Γούτας, αλλά ό,τι ισχυρίζεται ότι είναι αριστερά, με εξαίρεση μερικά προωθημένα επαναστατικά αποσπάσματα του προλεταριάτου, βγαίνει είτε να υποστηρίξει ανοιχτά τους σφαγείς είτε, ακόμα πιο ύπουλα, να καταγγείλει εξίσου τους σφαγείς και την πατριωτική και δημοκρατική αντίσταση.
Από μια πρώτη άποψη αυτή η αδυναμία των λαών της Ευρώπης -εξαιτίας της πολιτικής ηγεμονίας της σοσιαλφασιστικής ψευτοαριστεράς στα λαϊκά κινήματα- να προβάλουν σε αυτή τη φάση μαζική πολιτική αντίσταση στους βιομηχανικούς σφαγείς αμάχων στον Τρίτο κόσμο, φαίνεται σαν κάτι το αποκλειστικά αρνητικό και καταδικαστικό για το μέλλον τους. Στην πραγματικότητα ισχύει το αντίθετο. Αυτή η αδυναμία κρύβει μέσα της μια μελλοντική επαναστατική έκρηξη. Γιατί οι λαοί της Ευρώπης θα κινηθούν μοιραία ενάντια στο νεοναζιστικό άξονα που όλο και πιο ανοιχτά θα τους επιτίθεται και τότε δεν θα έχουν στο εσωτερικό τους μια ψεύτικη σοσιαλδημοκρατική ή τροτσκιστική αριστερά να τους ταλαντεύει και να τους διασπά, όπως έγινε πριν και στη διάρκειά του β΄ παγκόσμιου πόλεμου, αλλά μια ψεύτικη αριστερά που θα είναι τμήμα του νεοχιτλερικού μετώπου, δηλαδή ένας ανοιχτός εξωτερικός εχθρός του λαού. Έτσι η αριστερά, δημοκρατική και κομμουνιστική, που θα προκύψει βασανιστικά αλλά και αναπόφευκτα σαν λαϊκή πρωτοπορία μέσα από τα αντιφασιστικά μέτωπα που έρχονται, θα είναι απείρως πιο βαθιά και πιο ξεκαθαρισμένη ιδεολογικά και πιο μαχητικά αντιφασιστική από εκείνη του περασμένου αιώνα.
Στον συριζαίο, στον κνίτη, στον ανταρσαίο, στον τροτσκιστή, στον μ-λ κνίτη, που υποστηρίζουν ωμά ή έμμεσα τους συστηματικούς γενοκτόνους της Τσετσενίας, της Βοσνίας και της Συρίας αυτό δεν τους κοστίζει σήμερα τίποτα γιατί οι μάζες όχι μόνο είναι μακρυά από αυτά τα εγκλήματα αλλά ειδικά στη χώρα μας έχουν μάθει από σύσσωμη σχεδόν την άρχουσα τάξη τους να συμπαθούν την πουτινική Ρωσία που τα διαπράττει ή τα καθοδηγεί. Όμως με τη στάση τους αυτή σκάβουν το μελλοντικό τους τάφο γιατί δεν είναι μακρυά η ώρα που και οι δρόμοι και τα βουνά της χώρας μας θα μυρίζουν φόνο από την ίδια βρώμικη ανάσα που αυτοί με τόσο πάθος και για τόσα χρόνια αγκάλιασαν. Αυτή θα είναι η ώρα της μαζικής νέας ανώτερης αριστεράς και του νέου μαζικού βαθύτερου κομμουνιστικού κινήματος.