Επίσημη σελίδα ΟΑΚΚΕ

 Χαλκοκονδύλη 35, τηλ-φαξ: 2105232553 email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Όχι στη νέα δικτατορία που ετοιμάζουν ναζί και ψευτοαριστερά -Να υψώσουμε το αληθινό Πολυτεχνείο ενάντια στο ψεύτικο

Σαράντα πέντε χρόνια πέρασαν από τη 17 Νοέμβρη 1973, την ημέρα που η στρατιωτική χούντα χρειάστηκε να κατεβάσει τανκς, αστυνομία, στρατό και ελεύθερους σκοπευτές για να σταματήσει την πιο ηρωϊκή και μαζική αντιφασιστική εξέγερση του ελληνικού λαού μετά τη ναζιστική κατοχή. Η ημέρα αυτή έχει χαραχτεί στις μνήμες του λαού μας γιατί απέδειξε ότι δεν είναι δυνατή μια μακρόχρονη πολιτική καταπίεση χωρίς αργά ή γρήγορα να υπάρξει μια μεγάλη αντίσταση που να αδυνατίζει εκείνο που φαινόταν ως τότε πανίσχυρο και να βάζει τις βάσεις για την ανατροπή του λίγο αργότερα, δίνοντας μια νέα αυτοπεποίθηση και χτίζοντας μια πιο ανεπτυγμένη και δημοκρατική νοοτροπία στον ελληνικό λαό.

 

Αυτό όμως που συνέβη με εκείνη την εξέγερση είναι ότι στην κύρια πλευρά της ήταν αυθόρμητη, που σημαίνει ότι ενώ οι μάζες που συμμετείχαν σε αυτήν είχαν βαθύ τον πόθο για απελευθέρωση από τα δεσμά των δικτατόρων και των ιμπεριαλιστών προστατών τους και διέθεταν κάποιες ασύνδετες ανάμεσα τους αντιδικτατορικές οργανώσεις που άναψαν την θρυαλλίδα της εξέγερσης, δεν διέθεταν μια πολιτική πρωτοπορία με σαφείς πολιτικούς στόχους και την ικανότητα να συνδέεται με τις πλατειές λαϊκές μάζες, ώστε να μπορεί να τις οδηγήσει στην πτώση της χούντας και στην ανατροπή του πολιτικού και ιδεολογικού εποικοδομήματος που έκανε δυνατή την άνοδο και παραμονή της στην εξουσία για τόσο πολλά χρόνια. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι δικτάτορες δεν έπεσαν κύρια από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, αλλά από τη μεγάλη πανωλεθρία τους, και πανωλεθρία του κυρίαρχου στην ελληνική αστική τάξη σοβινισμού, στην Κύπρο. Εκείνο το σπουδαίο που έκανε η εξέγερση του Πολυτεχνείου είναι ότι δεν επέτρεψε στην αστική τάξη και τον ιμπεριαλισμό να αντικαταστήσουν τη χούντα από μια άλλη χούντα που θα ήταν προϊόν μιας συμβιβαστικής λύσης μεταξύ της τότε στρατιωτικής ηγεσίας και του παλιού πολιτικού αστικού κόσμου. Δηλαδή η εξέγερση του Νοέμβρη υποχρέωσε την αστική τάξη, τις ΗΠΑ και τους άλλους δυτικούς ιμπεριαλιστές, να πετάξουν τη χούντα στα σκουπίδια, να περιθωριοποιήσουν πολιτικά το στρατό για πολλά χρόνια, και, κυρίως να κάνουν μεγάλες υποχωρήσεις στο λαό στα ζητήματα της δημοκρατίας.

Όμως, με την πτώση της χούντας και με αυτές τις υποχωρήσεις της αστικής τάξης αυτό το πλατύ δημοκρατικό και εθνικοανεξαρτησιακό κίνημα του Νοέμβρη βρέθηκε ξαφνικά όχι μόνο χωρίς έναν σαφή εχθρό, αλλά κυρίως χωρίς ένα κάπως έμπειρο λαϊκό και επαναστατικό επιτελείο ακριβώς επειδή αυτό δεν είχε το χρόνο να αναπτυχθεί πολιτικά και οργανωτικά. Ετσι το πλατύ αντιδικτατορικό κίνημα έγινε αρκετά εύκολα αντικείμενο υπονόμευσης και σε ένα βαθμό σφετερισμού από ένα ως τότε μικρό αλλά εξαιρετικά έμπειρο και δόλιο πολιτικό απόσπασμα ενός νέου ανερχόμενου ιμπεριαλισμού, το ψευτοΚΚΕ. Αυτό το κόμμα –απόλυτη άρνηση και δολοφόνος του πραγματικού ΚΚΕ- είχε ήδη χωθεί μέσα στο αντιδικτατορικό κίνημα για να του κόψει την ασυμβίβαστη ορμή, επειδή τα μεγαλορώσικα (με σοβιετική τότε μορφή) αφεντικά του ήθελαν συνδιαλλαγή με το στρατό και τη χούντα του ώστε να αξιοποιήσουν τις αντιθέσεις της τελευταίας με την αμερικάνικη υπερδύναμη που δεν μπορούσε πια εύκολα κάτω από τη διεθνή κατακραυγή να τη στηρίξει (άρθρο σε φ. 31, 14/11/1986 της Νέας Ανατολής, σ. 1 και 3, με τίτλο «Το Πολυτεχνείο Ζει», άρθρο σε φ. 174, 18/11/1992, με τίτλο «ΝΑ ΔΙΑΛΥΣΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΜΥΘΟΥΣ ΠΟΥ ΚΡΥΒΟΥΝ ΤΟ ΑΛΗΘΙΝΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ, Η καπηλεία δεν έχει μέλλον», άρθρο σε φ. 418, «Πολυτεχνείο εναντίον Πολυτεχνείου»). Με λίγα λόγια το ψευτοΚΚΕ ήθελε τη λύση της λεγόμενης φιλελευθεροποίησης, δηλαδή του ομαλού περάσματος από τη διχτατορία σε μια βρώμικη και υπό όρους ψευτοδημοκρατία, πράγμα που το αντιδικτατορικό κίνημα είχε αποφασιστικά καταγγείλει. Γι αυτό το ψευτοΚΚΕ προσπάθησε λυσσασμένα να εμποδίσει την κατάληψη του Πολυτεχνείου και αφού απέτυχε σε αυτό μπήκε μέσα να πάρει την ηγεσία για να τη φρενάρει. Θυμίζουμε ότι το ψευτοΚΚΕ δυο μήνες μετά την εξέγερση την είχε καταγγείλει και επίσημα μέσα από την Πανσπουδαστική Νο 8 χαρακτηρίζοντας την κατάληψη σαν προβοκάτσια (δες http://oakke.gr/na406/exegersipolitehnio406.htm?fbclid=IwAR3z2gIJFazeqDUWS4ZDJOMTWA78lWMgyA11pMut7bP5DfJxvi8To2vIU3Q) ενώ αυτή τη στάση του την επιβεβαίωσε, (γιατί ευτυχώς ηλιθίως συνέχιζε να μην καταλαβαίνει τις διαθέσεις των μαζών και τη συγκίνηση τους από τη μεγάλη εξέγερση), ακόμα και μετά την πτώση της δικτατορίας αφού το 1976 στην 4η ολομέλεια της ΚΕ παραδεχόταν την αντίθεση του στην εξέγερση. (http://www.kke.gr/istoria/ekthesh_kai_symperasmata_gia_ta_gegonota_toy_noembrh_1973?fbclid=IwAR3UjcP8r6P9ifJi5-c8qv9DW6HuGYMh6_9caLUr8mLBPVDMKkBU5FbRaA0#a31).

Τώρα δεν ξέρει πως να κρύψει και να δικαιολογήσει αυτά τα ντοκουμέντα.

Ενώ αυτή η αντι-εξεγερσιακή πολιτική του ψευτοΚΚΕ ήρθε σύντομα στο φως και στη διάρκεια και, κυρίως μετά την πτώση της χούντας εκείνο που δεν έχει τονιστεί αρκετά είναι η λυσσασμένη προσπάθεια του ψευτοΚΚΕ να εμποδίσει ακόμα και με τραμπουκισμούς μετά την πτώση της χούντας το κίνημα της αποχουντοποίησης στις σχολές. Αυτό το κίνημα το προώθησε η αντιδικτατορική αριστερά και είχε σαν στόχο να πεταχτούν έξω από το κράτος και κυρίως από τα πανεπιστήμια οι χουντικοί καθηγητές. Γι αυτήν την προστασία που έδωσε στους χουντικούς καθηγητές και τελικά σε όλο το χουντικό σκυλολόι μέσα στο κράτος (κυρίως στο στρατό, στην αστυνομία, στα δικαστήρια) το ψευτοΚΚΕ ανταμείφθηκε όχι μόνο με την πλήρη νομιμότητα του από την πρώτη μεταδικτατορική κυβέρνηση Καραμανλή αλλά και με παραχώρηση θέσεων διδακτικού προσωπικού στα πανεπιστήμια από τoυς χουντικούς καθηγητές. Ακόμα περισσότερο απέσπασε την εμπιστοσύνη της αστικής τάξης όταν τα πρώτα χρόνια μετά το τέλος της δικτατορίας πέτυχε να τσακίσει σε άμεση συνεργασία με τους εργοδότες, με την κυβέρνηση Καραμανλή και με το ΠΑΣΟΚ του Α. Παπανδρέου πριν αυτό πάρει την εξουσία, την έκρηξη του εργοστασιακού απεργιακού κινήματος σπάζοντας ξεδιάντροπα κάθε απεργία με πρώτη την σημαδιακή της Νάσιοναλ Καν, όπου έστειλε τους οικοδόμους να δείρουν τους φοιτητές συμπαραστάτες των απεργών για να σπάσει η απεργία (δες σχετικό άρθρο στη Νέα Ανατολή, φ. 11, 21/12/1985, σ. 2, www.oakke.gr). Μόνο αφού πετυχε για τα καλά την ήττα αυτού του πρώτου εργατικού κινήματος το ψευτοΚΚΕ άρχισε μετά το 1990 να κλείνει εργοστάσια που βρίσκονταν σε κρίση με κατάλληλα οργανωμένες ατέλειωτες απεργίες.

Η ουσία είναι ότι σε συμμαχία με την παλιά αστική τάξη, και εκμεταλλευόμενο την έλλειψη πολιτικής πείρας και ιδεολογικής ωριμότητας της τότε επαναστατικής αριστεράς, το ψευτοΚΚΕ κατάφερε να υπονομεύσει και σταδιακά να διαλύσει αυτό το κίνημα και τη μεταδικτατορική συνέχειά του και, κυρίως, να διαλύσει ή να απορροφήσει τις περισσότερες οργανώσεις της επαναστατικής αριστεράς σε επίπεδο πολιτικο-ιδεολογικής γραμμής μετατρέποντάς τες στο αντίθετο τους, όπως και το ίδιο ήταν το αντίθετο του αληθινού ΚΚΕ. Έτσι δίχως να έχει πια έναν μαζικό αντίπαλο μέσα στο κίνημα, το ψευτοΚΚΕ μπόρεσε να εμφανιστεί σαν η πρακτικά μόνη συνεπής αριστερά και σαν το πραγματικό κομμουνιστικό κόμμα. Έτσι έκθεσε και την αριστερά και τον κομμουνισμό σαν αντιδραστικά, αντιδημοκρατικά και αντιαναπτυξιακά ρεύματα σκέψης και πράξης. Το χειρότερο, είναι ότι τραυμάτισε βαριά το κύρος της ίδιας της αντιφασιστικής εξέγερσης του Νοέμβρη, καθώς αυτό και τα φιλικά του ρεύματα που σφετερίστηκαν και ελέγξανε τους εορτασμούς των επετείων και το χώρο του Πολυτεχνείου, τους παραδωσανε στην προβοκάτσια της αναίτιας σύγκρουσης με την αστυνομία, της φωτιάς, του δακρυγόνου και των καταστροφών και έτσι άνοιξαν το δρόμο στη σημερινή αναβίωση του φασισμού και της ακροδεξιάς.

Αυτό το προβοκάρισμα το διεκπεραίωσε είτε το ίδιο το ψευτοΚΚΕ, είτε το «φιλελεύθερο» εισοδιστικό απόσπασμα του μέσα στην παλιά αστική τάξη αλλά και μέσα στον αναρχισμό, που είναι ο ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ, είτε το μικροαστικό τραμπούκικο απόσπασμα του μέσα στην επαναστατική αριστερά που είναι το ΝΑΡ. Αυτές οι τρεις μορφές του ψευτοΚΚΕ δώσανε ουσιαστική πολιτική ανοχή και, κυρίως, προσφέρανε την πολιτική τους πλατφόρμα στους δολοφόνους της «17Ν» και των επιγόνων της, στον σπασιματζίδικο και λούμπεν ψευτοαναρχισμό, και στους τραμπούκους των ταγμάτων εφόδου στα Πανεπιστήμια. Αυτά τα τρία είδη τραμπουκισμού πολέμησαν και πολεμάνε κάθε υπόλειμμα αστικού δημοκρατισμού την ώρα που εδώ και χρόνια δεν ανεβαίνει η επανάσταση αλλά ο φασισμός, που είναι και ο μεγάλος κερδισμένος από αυτή την βία στην οποία αυτός βρίσκει εν μέρει και το άλλοθι της δικιάς του ανοιχτά κανιβαλικής βίας.

Είναι το ψευτοΚΚΕ, ο ΣΥΡΙΖΑ και τα τραμπούκικα «αριστερά» και ψευτοαναρχικά αποσπάσματά τους, που κάνουν σήμερα στο ιδεολογικο-πολιτικό επίπεδο τη δουλειά που κάναν στη διάρκειά της δικτατορίας τα τανκς και η αστυνομία, με τη διαφορά ότι η δική τους δουλειά είναι πολύ πιο αποτελεσματική γιατί χτυπάνε το Πολυτεχνείο ιδεολογικά και από τα μέσα αφού εμφανίζονται σαν υπερασπιστές του και όχι ανοιχτά σαν εχθροί του. Έτσι από τη μια εμποδίζουν κάθε νέα αντιφασιστική συγκρότηση ενάντια στη νεά φαιο-«κόκκινη» δικτατορία που ετοιμάζει σήμερα το κυρίαρχο πολιτικό μπλοκ εξουσίας, που έχει πολιτικά επικεφαλής του τον ΣΥΡΙΖΑ, (αλλά ιδεολογικά και οργανωτικά το ψευτοΚΚΕ) και από την άλλη, και το κυριότερο, με τις προβοκάτσιές τους δυναμώνουν μέσα στις μάζες το φασιστικό αίτημα για μια σιδερένια πυγμή που θα δώσει τα κατακαμένα και κατασπασμένα Εξάρχεια και γενικά το κέντρο της Αθήνας ξανά «πίσω στο λαό και το έθνος». Πρέπει να προσεχτεί ιδιαίτερα το γεγονός ότι στην περυσινή επέτειο ένα ροπαλοφόρο απόσπασμα φιλο17νοεμβρίτικων οργανώσεων πήρε το κτίριο του Πολυτεχνείου από τα χέρια μιας «εκτός γραμμής» φράξιας του αναρχισμού και το έδωσε πίσω στους κνιτο-ανταρσαίους επίσημους ιδιοκτήτες των κρατικών-«επαναστατικών» επετειακών τελετών του. Εννοείται ότι όλες αυτές οι μικροσυρράξεις στα ερείπια των εξαρχείων δεν ενοχλούν καθόλου τα κινέζικα νεοαποικικακά κοράκια που αγοράζουν τζάμπα τα άδεια σπίτια τους περιμένοντας να ακριβύνουν την ώρα της επιβολής του «νόμου και της τάξης».

Αλλωστε για να διευκολύνει μία νέα δικτατορία το υποτιθέμενο φιλο-πολυτεχνειακό κίνημα προωθεί διαρκώς συνθήματα για την ταύτιση της χούντας με τη μεταπολιτευτική κολοβή αστική δημοκρατία που δεν απέχει πολύ από το να ξεψυχήσει χτυπημένη για δεκαετίες κυρίως από τους σοσιαλφασίστες του κράτους και του παρακράτους και πιο πρόσφατα από τους νομιμοποιημένους ναζιστές.

Αυτή η μεθοδική ταύτιση της χούντας με τον αστικό δημοκρατισμό - που μόνο σε βαθμό και όχι σε ποιότητα διαφέρει από το σύνθημα των φασιστών ότι «ήταν καλύτερα με τη χούντα από ότι με τη δημοκρατία» - αποτυπώθηκε στο σύνθημα των «αγανακτισμένων του 2012: «η χούντα δεν τελείωσε το 1973», αλλά και σε συνθήματα όπως αυτό του εξέχοντος μέλους του σοσιαλφασιστικού μετώπου Βαρουφάκη, που κατέβασε πανό στην πορεία του Πολυτεχνείου με τίτλο «Τότε ήταν τα τανκς, τώρα είναι τα funds». Υπάρχει άλλωστε από καιρό και ένα ισχυρό ρεύμα μέσα στον αναρχισμό που δεν διστάζει να ομολογεί ότι κύριος εχθρός του είναι η αστική δημοκρατία συμμαχώντας αντικειμενικά με τους ανερχόμενους ναζιφασίστες.

Κάθε ρεύμα που ταυτίζει ειδικά σήμερα μια ανοιχτή τρομοκρατική δικτατορία, όπως ήταν η χουντική, ακόμα και με την πιο μισαρή αστική δημοκρατία αποτελεί τον καλύτερο σύμμαχο για όλα τα πολιτικά πραξικοπήματα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αρχίζοντας από τη φασιστική κάθαρση της δικαιοσύνης μέχρι το σταδιακό κλείσιμο των δυτικόφιλων καναλιών και την παράδοση των τηλεοπτικών συχνοτήτων στα φιλοανατολικά ΜΜΕ. Δεν είναι τυχαίο ότι κανένα από τα υποτιθέμενα ρεύματα της «επαναστατικής βίας» δεν καταφέρονται παρά ελάχιστα ή και καθόλου ενάντια στο στρατό που ήταν η βάση της χούντας και το κέντρο της βίας της ενάντια στην εξέγερση του Πολυτεχνείου, ενώ ειδικά το ψευτοΚΚΕ δεν μιλάει ποτέ για στρατιωτική αλλά για αμερικανοκίνητη χούντα.

Να γιατί ένστολοι στρατιώτες, μέλη του «Κ»ΚΕ, που υπηρετούν τη στρατιωτική τους θητεία χαιρέτισαν στη φετινή επέτειο με υψωμένη γροθιά το μνημείο των εξεγερμένων του Πολυτεχνείου, ενώ οι συγκεντρωμένοι επίσης μέλη του ψευτοΚΚΕ φώναζαν «οι στρατιώτες είναι του λαού παιδιά, έξω από τα σύνορα δεν έχουνε δουλειά» λες και η εισβολή του στρατού στο Πολυτεχνείο το 1973 έγινε στη διάρκεια εκστρατείας εκτός συνόρων. Το μεγάλο θέμα στην Ελλάδα σήμερα είναι το τι πρέπει να κάνουν μέσα στα σύνορα οι στρατιώτες. Αυτό δηλαδή που είναι το πιο ανησυχητικό σήμερα και για το οποίο προφανώς δεν ανησυχούν καθόλου οι φαντάροι του ψευτοΚΚΕ είναι μια στρατιωτική ηγεσία που καλοδέχεται στο πλάι της τον αρχιναζιστή Κασιδιάρη, στον οποίο οι στρατιώτες, αν και παιδιά του λαού, αποδίδουν τιμές κατ εντολήν αυτής της ηγεσίας στο Καστελόριζο.

Να γιατί πρέπει για κνίτες και ψευτοαναρχικούς να ξεχνιέται ο ρόλος του στρατού σε κάθε επέτειο του Πολυτεχνείου καθώς και η εισβολή του σε αυτό και οι δεκάδες νεκροί και οι πάνω από 1000 τραυματίες από τα κατ’ εντολήν της στρατιωτικής δικτατορίας αστυνομικά πυρά. Να γιατί πρέπεινα γίνεται ξανά και ξανά, κάθε χρόνο η ίδια προβοκάτσια, όταν μετά τις απονεκρωμένες τελετές – πορείες στην αμερικάνικη πρεσβεία, ακολουθούν οι καθιερωμένες πια τελετές της φωτιάς της «εξεγερσιακής» και «αντιεξουσιαστικής» βίας που απολαμβάνει της κρατικής προστασίας. Αυτό δεν συμβαίνει γιατί έχει νικήσει καμιά επανάσταση ή γιατί διεξάγεται οποιαδήποτε αληθινή σύγκρουση με μία αστυνομία που όλο και περισσότερο φασιστικοποιείται, και διαρκώς αυξάνονται μέσα της οι φίλοι των ναζιστών, καθώς και αυτοί που εκπαιδεύονται ως βασανιστές στα κορμιά μεταναστών και προσφύγων. Δεν υπάρχει εξέγερση με κρατική προστασία. Τη σημερινή ανέξοδη κόντρα του ψευτοαναρχισμού με μια δεμένη από τα πολιτικά αφεντικά της αστυνομία θα την πληρώσει το μελλοντικό πραγματικό αντιφασιστικό κίνημα ενάντια στο οποίο το καθεστώς θα αμολύσει αυτή τη θυμωμένη φιλοχρυσαυγίτικη αστυνομία για να πάρει την εκδίκηση της. Ως τότε το σημερινό σοσιαλφασιστικό μπλοκ μέσα από αυτά τα αποσπάσματα βίας του εξαρχειώτικου ψευτοαναρχισμού θα στήνει παρακρατικούς μηχανισμούς στην υπηρεσία της νέας δικτατορίας, χώρια που αυτό το τελετουργικό κάψιμο, το άδειασμά και η βουβαμάρα του κέντρου της πόλης κάθε χρόνο και σχεδόν κάθε μέρα, ξανά και ξανά προετοιμάζει τις μάζες για μια νέα στρατιωτική ανάμειξη στην πολιτική ζωή του τόπου. Αυτό είναι το νόημα της υποστήριξης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στους Ρουβίκωνες και της Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου στον τρομοκρατικό σοσιαλφασισμό (με τη δήλωση της για τη βόμβα στο Ντογιάκο) και ταυτόχρονα η τοποθέτηση από το ΣΥΡΙΖΑ ενός χυδαίου σοβινιστή και πουτινόφιλου φασίστα στη θέση του υπουργού άμυνας.

Έτσι εξηγείται το ότι μέσα στις πιο άγριες συνθήκες διαβίωσης για το λαό των τελευταίων δεκαετιών, δηλαδή μέσα στην έκρηξη της ανεργίας και στην πιο μεγάλη φτωχοποίηση σε συνθήκες παραγωγικού σαμποτάζ και παράδοσης των υποδομών σε ρώσικα και κινέζικα συμφέροντα, οι ναζιστές έχουν φτάσει να αποτελούν την τρίτη κοινοβουλευτική δύναμη, παρόλο που είναι βουτηγμένοι στο αίμα μεταναστών. Να πως γίνεται να έχουν δολοφονήσει μπροστά στα μάτια της αστυνομίας τον Π. Φύσσα, και οι δολοφόνοι να είναι ελεύθεροι ενώ η κυβέρνηση κουβαλάει την εικόνα του και βαφτίζει δρόμους με το όνομά του, χωρίς να υπάρχει πια κάποιο πραγματικά μαζικό αντιναζιστικό κίνημα χάρη στις προβοκάτσιες σε βάρος αυτού του κινήματος από το αντίστοιχο ψευτοαναρχικό και ψευτοαριστερό μπλοκ.

Η ΟΑΚΚΕ καλεί όλους τους δημοκράτες να συγκροτήσουν ένα πλατύ αντιφασιστικό μέτωπο στα χνάρια του αληθινού Πολυτεχνείου και να αντιταχθούν στη νέα φαιο-«κόκκινη» φασιστική δικτατορία που προς το παρόν χτίζει τους κρατικούς μηχανισμούς της για να υποβάλει σε βασανιστήρια, οικονομικά και πολιτικά το λαό και να υποδουλώσει τη χώρα στη ρώσικη νεοχιτλερική υπερδύναμη. Μια τέτοια δικτατορία, αν δεν εμποδιστεί από το λαό, θα είναι πολύ βαρύτερη από εκείνη του 1967 όχι τόσο γιατί θα έχει στηρίγματα μέσα στις πιο καθυστερημένες μάζες αλλά γιατί θα έχει κρατικά και παρακρατικά στηρίγματα σε «αριστερά» τάγματα εφόδου και σε αποικιακά ναζιστικά SS που θα είναι πολύ πιο κτηνώδη και κανιβαλικά σε σχέση με εκείνα της δικτατορίας των συνταγματαρχών.