Επίσημη σελίδα ΟΑΚΚΕ

 Χαλκοκονδύλη 35, τηλ-φαξ: 2105232553 email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ-ΣΥΖΗΤΗΣΗ "ΟΧΙ ΣΤΟΥΣ ΔΥΟ ΠΟΛΕΜΟΥΣ ΤΟΥ ΧΙΤΛΕΡ-ΠΟΥΤΙΝ" - Ουκρανία - Ισραήλ - Χαμάς, 22/12

 

 

 

ΝΕΑ ΑΝΑΤΟΛΗ

Νέα Ανατολή αρ.φ.559 (εδώ μπορείτε να βρείτε τα φύλλα από φ.486-Μάρτης 2013-και νεώτερα)

  Που μπορείτε να βρείτε την έντυπη έκδοση της Νέας Ανατολής

1pag559

 

crisis russia

Άρθρα Αναφοράς

OAKKE WEB TV

Εκδόσες Μεγάλη Πορεία

ΑΝΤΙΝΑΖΙΣΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ

http://www.antinazi.gr/ 

www.antinazi.gr

ΑΝΤΙ ΝΑΖΙ

 

Η θεωρία της υποτιθέμενης «περικύκλωσης της Ρωσίας από το ΝΑΤΟ» - Κάλπικη πολεμική σημαία των νέων Χίτλερ

Πριν από τους Ρώσους συνεχιστές τους, και οι Γερμανοί ναζί λέγανε ότι τάχα τους περικυκλώνει ο εχθρός για να νομιμοποιήσουν τα δικά τους κατακτητικά σχέδια σαν τάχα αναγκαία άμυνα. Παραπάνω δημοσιεύουμε αφίσα της χιτλερικής προπαγάνδας του 1939 Πριν από τους Ρώσους συνεχιστές τους, και οι Γερμανοί ναζί λέγανε ότι τάχα τους περικυκλώνει ο εχθρός για να νομιμοποιήσουν τα δικά τους κατακτητικά σχέδια σαν τάχα αναγκαία άμυνα. Παραπάνω δημοσιεύουμε αφίσα της χιτλερικής προπαγάνδας του 1939

Έχουμε αναφερθεί πολλές φορές στη θεωρία που διακινούν οι ευρασιατιστές - νεοναζιστές του Κρεμλίνου από τη δεκαετία του 1990 και εξής περί της υποτιθέμενης «περικύκλωσης της Ρωσίας από το ΝΑΤΟ», η οποία τάχα δικαιολογεί κάθε πολεμική εξόρμηση των Ρώσων νεοτσαρικών όχι μόνο ενάντια στις χώρες που βρίσκονται στην Ευρώπη αλλά οπουδήποτε στον πλανήτη, ιδιαίτερα στη Μέση Ανατολή και την Αφρική.

 

Είναι μια θεωρία την οποία ασπάζονται ως άγιο δισκοπότηρο όλες οι τάσεις της σοσιαλφασιστικής ψευτοαριστεράς, ακόμη και οι τάχα «σκληρές αντικαπιταλιστικές» που κρύβουνε την δουλική τους σχέση προς της Ρωσία πίσω από φλογερές ρητορείες «κατά όλων των αστών και των ιμπεριαλισμών», με ναυαρχίδα και μάνα όλων το ψευτοΚΚΕ. Αυτοί, με πρώτο τον ίδιο τον Περισσό, ορκίζονταν από το 1991 μέχρι τις 24 Φεβρουαρίου του 2022 ότι καμιά «καπιταλιστική Ρωσία» δεν υποστήριζαν, απλώς ανέλυαν τάχα «αντικειμενικά» την κυριαρχία της «μόνης υπερδύναμης», των ΗΠΑ, και των δυτικών συμμάχων τους. Καλύπτονταν έτσι ως δήθεν άδολοι αντικαπιταλιστές, αν και μετά την ναζιστική εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, στραπατσάρονται καθημερινά στα μάτια ολοένα και περισσότερων δημοκρατών και πατριωτών (και μέρους της αριστερών διαθέσεων βάσης τους), που όλο και πιο συχνά τους αποκαλούν με μια έκφραση που χρησιμοποιούσε σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα η ΟΑΚΚΕ για τρεις δεκαετίες, δηλαδή ρωσόδουλους.

Οι πιο «φιλελεύθεροι» και δυτικίζοντες στη μορφή σοσιαλφασίστες (π.χ. κνίτες της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ) έλεγαν ακριβώς τα ίδια με τους πατέρες τους στον Περισσό, αλλά με άλλη γλώσσα, καλώντας σε μια «ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας που να περιλαμβάνει και τη Ρωσία». Είναι η παλιά γνωστή γκορμπατσοφική γραμμή των ψευτοΚΚΕ - ΣΥΝ του Φλωράκη, την εποχή των Ανδρουλάκη - Δαμανάκη, στα 1990, για μια “Ευρώπη από τον Ατλαντικό ως τα Ουράλια”. Με πιο απλά λόγια στο σήμερα η γραμμή αυτή σημαίνει “ο ναζιΠούτιν κυρίαρχος μέχρι τη Λισαβόνα”.

Το συστηματικότερο κείμενο ανάλυσης του πόσο κούφια, αντιμαρξιστική και διαμετρικά αντίθετη στην πραγματικότητα είναι η θεωρία της «περικύκλωσης της Ρωσίας» (ανάλογη της θεωρίας του Χίτλερ για την περικύκλωση της Γερμανίας από «εβραιοκαπιταλιστές» της Δύσης και «εβραιομπολσεβίκους» της Σοβιετικής Ένωσης) ήταν το «Οι νέοι τσάροι θα έχουν το τέλος των παλιών» (βλ. τα δύο μέρη του εδώ και εδώ), που δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 2019. Η ΟΑΚΚΕ ήδη από το 1991 είχε σταθεί, μόνη σχεδόν σε όλο τον πλανήτη μεταξύ όσων αναφέρονταν στο μαρξισμό να τσακίζει τη μεταφυσική θεωρία ότι η ιμπεριαλιστική μεγαλορώσικη «ΕΣΣΔ» - Ρωσία αυτοκτόνησε υπέρ των δυτικών μονοπωλιστών ανταγωνιστών της. Ταυτόχρονα πάντα σημείωνε, και πάλι από το 1991, ότι η «κατάρρευση» της κάλπικης πια Σοβιετικής Ένωσης ήταν ουσιαστικά το ρούφηγμα όλου του πολιτικού - διπλωματικού και στρατιωτικού κεφαλαίου της τελευταίας από τη μία από τις 15 χώρες που προέκυψαν από τη διάλυσή της, τη Ρωσία των νέων τσάρων.

Αξίζει ωστόσο να πούμε δυο λόγια παραπάνω για τη θέση ότι η είσοδος χωρών της ανατολικής Ευρώπης στο NATO (είτε αποτελούσαν στο παρελθόν μέρος του Συμφώνου της Βαρσοβίας, είτε όχι, όπως π.χ. οι χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας) αποτελούσε ευθεία απειλή και πρόκληση της «επεκτατικής Δύσης» προς τη Ρωσία, για την οποία η Μόσχα «δίκαια οργίστηκε» και γι’ αυτό «δίκαια απαντά» ισοπεδώνοντας την ηρωική ανεξάρτητη Ουκρανία. Η τελευταία βέβαια δεν είναι μέλος κανενός ΝΑΤΟ, αλλά θα ήθελε κάποτε να γίνει, μολονότι Αμερικάνοι και Ευρωπαίοι μονοπωλιστές της το αρνούνταν συστηματικά από το 2008, για να μη θυμώσει το ίνδαλμα του παγκόσμιου κνίτη και φυσικά του παγκόσμιου χρυσαυγίτη, ο νέος τσάρος Πούτιν.

 

Η «περικυκλωμένη» φασιστική Ρωσία και η εθελούσια ομηρία της Δύσης

 

Η Ρωσία είναι η μεγαλύτερη σε έκταση χώρα του πλανήτη, καλύπτοντας 11 (!) διαφορετικές ζώνες ώρας και συνορεύει συνολικά με 16 κράτη. Μόλις το 6% του συνολικού μήκους των χερσαίων συνόρων της είναι με χώρες - μέλη του ΝΑΤΟ. Ο μεγάλος χερσαίος όγκος του ρωσικού εδάφους συνορεύει με το NATO μόνο σε μια στενή λωρίδα λίγων χιλιομέτρων στο βορρά της Σκανδιναβίας με τη Νορβηγία και στη μεθόριο με τις μικρές και στρατιωτικά αδύναμες Εσθονία και Λετονία. Ο ρωσικός θύλακας του Καλίνιγκραντ στη Βαλτική, στον οποίο μάλιστα η Ρωσία διατηρεί υπερσύγχρονα πυραυλικά και άλλα οπλικά συστήματα, συνορεύει επίσης με την Πολωνία και τη Λιθουανία. Καταλαβαίνει κανείς εύκολα ότι μια χώρα που φτάνει σε έκταση ως την Κορέα και την Ιαπωνία, διαθέτει στόλο στη Βαλτική, στη Μαύρη Θάλασσα και ταυτόχρονα στον Ειρηνικό Ωκεανό, δηλαδή σε απόσταση μισού πλανήτη μεταξύ τους, ενώ διατηρεί σύνορα χιλιάδων χιλιομέτρων με τη στρατηγική σύμμαχό της - και δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη - Κίνα στον απέραντο ασιατικό Νότο της στον οποίο επίσης δεσπόζουν φίλοι της πληθυσμιακοί γίγαντες σαν το Πακιστάν, την Ινδία, και την Ινδονησία και πιο δυτικά, στον Κόλπο των υδρογονανθράκων, κυριαρχεί ο επίσης στρατηγικός της σύμμαχός το Ιράν, μόνο ως ανέκδοτο μπορεί να χρησιμοποιεί τον όρο «περικύκλωση».

Κάθε λογικός άνθρωπος καλών προθέσεων ο οποίος είχε παρακολουθήσει ή μελετά σήμερα απολογιστικά τις σχέσεις Ρωσίας - Δύσης από το 1991 και εξής, δεν μπορεί παρά να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το έγκλημα των δυτικών μονοπωλιστών δεν ήταν κάποια φανταστική «επιθετικότητα» την οποία εκδήλωναν έναντι της Μόσχας, αλλά το εντελώς αντίθετο: ένας οικονομίστικος, κοντόθωρος εφησυχασμός και υφεσιασμός απέναντί της, βασισμένος στη δυτική, ιμπεριαλιστικού τύπου αντικομμουνιστική προκατάληψη. Αυτή συνοψιζόταν στο ότι, αφού η Μόσχα έπαψε να χρησιμοποιεί τα σύμβολα του εργατικού επαναστατικού κινήματος, δηλαδή να εμφανίζεται ως «κομμουνιστική» και «αντικαπιταλιστική», δεν απειλούσε πια τα δυτικά θησαυροφυλάκια και αποτελούσε τάχα «αυταπόδεικτα» εταίρο, αν όχι σύμμαχο και φίλο της Δύσης, έστω με τις «ιδιοτροπίες» της.

Αυτό μπορεί κανείς να το αντιληφθεί πολύ εύκολα και χωρίς να έχει διαβάσει ούτε δράμι ιστορίας, αλλά απλά παρατηρώντας την πραγματικότητα που διαμορφώθηκε αμέσως μετά τη ρώσικη ναζιστικού τύπου εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία.

Πώς αλλιώς θα έφτανε η Δύση να τρέχει να ξεσκονίζει τα κιτάπια της, αμέσως μετά την εισβολή για να μπλοκάρει αργοπορημένα πολλά δισεκατομμύρια δολάρια ρωσικού ολιγαρχικού χρήματος, ανακαλύπτοντάς τα λίγα-λίγα και με την αμηχανία του γνήσια αιφνιδιασμένου; Πώς θα έφτανε να τρέχει άρον-άρον να κλείσει τα ρώσικα φασιστικά κρατικά χαλκεία τύπου Sputnik και Russia Today (RT), τα οποία μέχρι πρότινος λειτουργούσαν σχεδόν χωρίς κανέναν περιορισμό σε όλες τις χώρες της Δύσης;

Πώς αλλιώς θα έφτανε η υφεσιακή Γερμανία, ακόμη και η σφόδρα αντιπουτινική Ολλανδία να τρέμουν ένα πιθανό ολικό εμπάργκο έναντι των ρώσικων υδρογονανθράκων (πάνω απ’ όλα του φυσικού αερίου), φοβούμενες ένα πραγματικά μεγάλο πλήγμα στην ευρωπαϊκή οικονομία το οποίο θα πληρώσουν στο εσωτερικό τους με κουτρουβάλημα του βιοτικού επιπέδου των λαών τους και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο με την ανάγκη για νέα δανεικά στήριξης στις νοτιοευρωπαϊκές χώρες;

Πώς αλλιώς θα γινόταν η Ευρώπη (πλην σε κάποιο βαθμό Γαλλίας και Βρετανίας) επί περίπου δύο δεκαετίες όμηρος του (συχνά χρηματοδοτούμενου από τη Ρωσία) «πράσινου» μικροαστικού παλαιοημερολογητισμού, για τον οποίο η πολύ άμεση καταστροφή που έφερνε η υπερθέρμανση του πλανήτη συνδυαζόταν με το μεταφυσικό τρόμο για την πυρηνική ενέργεια πράγμα που οδήγησε σε μείωση της συμμετοχής της τελευταίας στο ενεργειακό μείγμα και σε υιοθέτηση του - κατά βάση ρώσικου - φυσικού αερίου ως «καύσιμου μετάβασης» ως το 2050, μέχρι το πλήρες πέρασμα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας;

Πώς θα έφτανε η ανόητα αλαζονική υπερδύναμη των ΗΠΑ, με την έπαρσή που της έδινε η (φθίνουσα αλλά ακόμα υπαρκτή) οικονομική της ευρωστία, να δοξάζει Τσίπρες και Μητσοτάκηδες ως τους καλύτερους φίλους της, ενώ ήξερε (και δεν μπορεί να μην ήξερε) την ισχύ που είχαν τα δίκτυα επιρροής της Μόσχας (και δευτερευόντως του Πεκίνου), τόσο μέσα στη μεγαλοαστική τάξη, όσο και μέσα στο λαό στην Ελλάδα, μέσω των ρωσόφιλων κύκλων της εκκλησίας και των ρωσόδουλων ψευτοαριστερών κομμάτων; Η εκχώρηση των λιμανιών του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης στο ρωσοκινεζικό Άξονα (σε Cosco, δηλαδή κινεζικό κράτος και σε Σαββίδη, δηλαδή ρωσικό κράτος, αντίστοιχα) περνούσε σε δεύτερη μοίρα στην ανάλυση των ΗΠΑ, από τη στιγμή που οι Έλληνες λακέδες των νέων τσάρων έδιναν στους Αμερικάνους «εντυπωσιακές» τακτικά, αλλά πολιτικά κούφιες, δηλαδή στρατηγικά εντελώς εύθραυστές στρατιωτικές διευκολύνσεις, κυρίως για να οδηγήσουν την Τουρκία σε σύγκρουση με την Ουάσινγκτον και άρα πιο βαθιά στην αγκαλιά της Μόσχας. 

Πώς θα έφταναν λοιπόν Αμερικανοί και Ευρωπαίοι να έχουν σχεδόν ξεχάσει, στο μεγαλύτερο μέρος της οκταετίας από το 2014 μέχρι σήμερα, την πρωτοφανή αρπαγή και προσάρτηση εδάφους ανεξάρτητης χώρας, της ουκρανικής Κριμαίας, από τη Ρωσία και να συμμετέχουν (οι Γάλλοι και οι Γερμανοί) στις γελοίες «τετραμερείς» με Ρωσία και Ουκρανία για την εφαρμογή των «Συμφωνιών του Μινσκ»; Αυτές είχαν στόχο μια ελεγχόμενη ψευτο-«επιστροφή» του άλλου κατεχόμενου από τη Ρωσία από το 2014 κομματιού της Ουκρανίας, των Ντονέτσκ - Λουχάνσκ, με αντάλλαγμα οι δύο αυτές ρωσοκρατούμενες επαρχίες να διατηρούσαν βέτο στην εξωτερική πολιτική (!) της χώρας.

Την εφαρμογή αυτής ακριβώς της λύσης, που η Ουκρανία - και δίκαια- δεν τη δεχόταν, έτρεχαν να επιβάλλουν στο Κίεβο, ασκώντας πιέσεις, οι Μακρόν - Σολτς, λίγες ημέρες πριν την εισβολή του Πούτιν, προκειμένου τάχα «να προλάβουν τα χειρότερα».

Πώς θα έφτανε μια συνολικά τυφλωμένη από τη γενική οικονομική της κυριαρχία, αλλά πιο πολύ από το φτηνό κινέζικο εργατικό ιδρώτα, Δύση, να μην βλέπει την αρραγή ενότητα Ρωσίας και Κίνας σε όλα τα διεθνή ζητήματα από το 1995 και δώθε, την κοινή αντιδυτική τους ρητορεία στα Συμβούλια Ασφαλείας του ΟΗΕ, το ολοένα και πιο έντονο (και κοινό) σωβινιστικό και βαθύτερα εθνικοσοσιαλιστικό δηλητήριο που κερνούσαν αυτές οι χώρες τους λαούς τους, ετοιμάζοντάς τους για το μεγάλο από τα δεξιά (για την ακρίβεια από τα ναζιστικά) αντιδυτικό μέτωπο της «εκδίκησης» δηλαδή του ξαναμοιράσματος του πλανήτη;

Οι δυτικοί δημοσιολόγοι και αναλυτές επέμεναν με μανία να κατασκευάζουν στις αναλύσεις τους υποτιθέμενες διαφορές μεταξύ Μόσχας και Πεκίνου ή να καταπίνουν αμάσητες στημένες μικροδιαφοροποιήσεις μεταξύ τους σε δευτερεύοντα ζητήματα (παλιά συνοριακές μικροδιαφορές) η καταμερισμούς επιρροής (με το Πακιστάν η Κίνα, με την Ινδία η Ρωσία), η επιφανειακές διαπιστώσεις ακριβώς για να κοιμούνται ήσυχοι τα βράδια, του τύπου: η Ρωσία έχει πυρηνικά, στρατό και διπλωματία, αλλά είναι σχετικά φτωχή, η Κίνα γίνεται οικονομικός κολοσσός, αλλά πολιτικά και διπλωματική είναι ακόμη νάνος, έλεγαν, και αυτή ακριβώς η ανάλυση θα κατέρρεε με πάταγο αν παραδέχονταν τη στρατηγική ενότητα των δύο, με βάση την οποία ο καθένας δίνει στον άλλο ό,τι του λείπει.

Ο λόγος της μη παραδοχής αυτής της αλήθειας ήταν στο βάθος ταξικός: θα σήμαινε οικονομικό ξεβόλεμα των δυτικών μονοπωλίων και πολιτικό ξεβόλεμα και κόστος για τους πολιτικούς εκπροσώπους τους. Τα μονοπώλια αυτά νόμιζαν ότι ανακάλυψαν χρυσάφι εκμεταλλευόμενα το κινεζικό προλεταριάτο και δένοντας τον εαυτό τους (τα ευρωπαϊκά) «γλυκά» με το «δηλητηριώδες» πολιτικά φυσικό αέριο. Η «γλυκιά» μυρωδιά της φτηνής κινεζικής εργατικής σάρκας και του αερίου αυτού κάλυπτε τα νόβιτσοκ και τα πολώνια των δολοφονιών που εκτελούσε το καθεστώς Πούτιν, έσπρωχνε τους πράκτορες Σρέντερ και τους ρωσόφιλους Φιγιόν στα Δ.Σ. των ρωσικών μονοπωλίων, πλήρωνε τα «κόμιστρα» για τις πολύμορφες φαιο-«κόκκινες» πολιτικές εκστρατείες των ρωσόδουλων στη Δύση, από τη στήριξη των Brexit και των Τραμπ, μέχρι εκείνη σε Λεπέν, γερμανικό AfD, Ποδέμος, Τσίπρες, Καμμένους, χρυσαυγίτες, Μπέπε Γκρίλο και Κίτρινα Γιλέκα στη Γαλλία.

Την ίδια 20ετία που όλα τα παραπάνω κλιμακώνονταν, η τάχα «περικυκλωμένη» και «απειλούμενη» από τη Δύση Ρωσία σκότωνε κάθε φιλοδυτικής γραμμής αντιπολίτευση στο εσωτερικό της, σκότωνε με πολιτικά-αστυνομικά μέσα κάθε οικονομική ισχύ δυτικής μορφής ή δυτικόφιλου Ρώσου καπιταλιστή, αφήνοντας ανέγγιχτους μόνο τους κρατικούς ολιγάρχες που αντλούσαν την οικονομική τους δύναμη αποκλειστικά από την πολιτική εύνοια του Κρεμλίνου, επέκτεινε και βάθαινε την αντιδιαφωτιστική, αντιδυτική (με την πολιτιστική-ρατσιστική και όχι την αντιιμπεριαλιστική έννοια), ευρασιατική, νεοναζιστική ιδεολογία μέσα στις ρωσικές μάζες. 

Η Ρωσία του Πούτιν πρέπει να είναι η μόνη «περικυκλωμένη» χώρα στην ιστορία που κατάφερε να βγάζει (και εμμέσως πλην σαφώς να παινεύεται γι’ αυτό!) προέδρους και πρωθυπουργούς στις χώρες- βασικούς ανταγωνιστές της, (μόνο στις ΗΠΑ έβγαλε δυο κρυφούς, τους Κλίντον και Ομπάμα, και έναν φανερό, τον Τραμπ) και να επηρεάζει άμεσα την πολιτική τους ζωή ελέγχοντας και ποδηγετώντας ολόκληρα πολιτικά ρεύματα και δημιουργώντας τεχνητές κρίσεις πάνω σε υπαρκτά ή κατασκευασμένα/παροξυμένα από την ίδια ζητήματα (οικονομικές κρίσεις, τρομοκρατία, προσφυγικό - μεταναστευτικό), κρατώντας ταυτόχρονα μερικές απ’ αυτές τις χώρες και σε άμεση οικονομική-ενεργειακή ομηρία! Κι όμως, αυτή τη θεωρία της περικυκλωμένης και αμυνόμενης Ρωσίας, ειδικά στην Ελλάδα, το κάθε ρωσόδουλο στέλεχος, σοσιαλφασίστας ή ναζί στη χώρα μας σχεδόν δεν χρειάζεται να την αποδεικνύει, αλλά την εμφανίζει ως δεδομένα αληθινή, αφού τα ελεγχόμενα από το καθεστώς ΜΜΕ, ακόμη και τα δυτικοφανή (π.χ. Καθημερινή) την έχουν κάνει πανεθνική αλήθεια εδώ και 25 χρόνια!

 

Η Ρωσία σε άμεση και έμμεση επίθεση και όχι σε άμυνα ήδη από το 1991

 

Η πρώτη δήθεν «διεύρυνση» του NATO αφορούσε την επανένωση της Γερμανίας το 1990, άρα και το πέρασμα της πρώην Ανατολικής Γερμανίας στην επικράτεια μιας χώρας-μέλους αυτής της στρατιωτικής συμμαχίας. Η Ρωσία (ως ΕΣΣΔ του Γκορμπατσόφ τότε), παρά τις ψευτοαντιρρήσεις που εξέφρασε, δέχθηκε την επανένωση των δύο Γερμανιών εντός ΝΑΤΟ, με αντάλλαγμα οικονομική βοήθεια από τη Δύση, στο πλαίσιο της λεγόμενης συμφωνίας 2+4 (Δυτική και Ανατολική Γερμανία + ΗΠΑ, ΕΣΣΔ, Βρετανία, Γαλλία). Στρατεύματα όχι πια της ΕΣΣΔ, αλλά της νεοτσαρικής Ρωσίας (!) παρέμειναν στο γερμανικό έδαφος μέχρι και τον Ιούνιο - Αύγουστο του 1994 (!), όταν αποχώρησαν με παρελάσεις και παράτες, με βάση όσα η ίδια Μόσχα συμφώνησε με τους δυτικούς, προφανέστατα στο πλαίσιο του καθησυχασμού τους.

Ήδη από την άνοιξη του 1991, όπως έχει ομολογήσει o εκπρόσωπος της φασιστικής Σερβίας του Μιλόσεβιτς στη συλλογική προεδρία της Γιουγκοσλαβίας, Μπόρισαβ Γιόβιτς, οι μεγαλοσέρβοι σωβινιστές, σπάζοντας την τιτοϊκή παράδοση ανεξαρτησίας από τη Μόσχα, είχαν ζητήσει και λάβει το πράσινο φως από τους μπρεζνιεφικούς στρατηγούς της ΕΣΣΔ για το σχέδιό τους να ενώσουν όλες τις σερβικές μειονότητες στις υπόλοιπες γιουγκοσλαβικές δημοκρατίες με πόλεμο και εθνοκαθάρσεις σε μια «μεγάλη Σερβία». Έτσι ξεκίνησαν το γενοκτονικό τους έργο σε Κροατία, Βοσνία και Κόσοβο, έργο στο οποίο η Ρωσία του Γέλτσιν πάντα στεκόταν δίπλα τους, παίζοντας τον «ενδιάμεσο» με τη Δύση ή ραπίζοντάς τους, όταν ο σέρβικος σωβινισμός «στασίαζε» και αυτονομούνταν από τη Μόσχα.

Πριν ακόμη διαλυθεί και επίσημα η ΕΣΣΔ, αλλά και αμέσως μετά, η Ρωσία εφάρμοσε ακριβώς την ίδια τακτική την οποία είχε εισηγηθεί στους «ορθόδοξους αδελφούς» γενοκτόνους Σέρβους. Είπε δηλαδή στις υπόλοιπες 14 δημοκρατίες που, χάρη στην εθνική πολιτική αρχών του Λένιν και του Στάλιν, είχαν δικαίωμα ανεξαρτητοποίησης από τη Σοβιετική Ένωση: “Κύριοι, πράγματι έχετε αυτό το δικαίωμα του αποχωρισμού από την ομοσπονδία μας. Όμως τόσα χρόνια ήμασταν μια ενιαία χώρα και πολλοί εθνικά Ρώσοι ζουν στο έδαφος των νέων κρατών που θέλετε να φτιάξετε. Όπως εσείς λοιπόν ανεξαρτητοποιείστε από την ΕΣΣΔ, έτσι κι εγώ θα ανεξαρτητοποιήσω από τις χώρες σας τις ρώσικες μειονότητες στα εδάφη σας. Οι Ρώσοι ενδεχομένως να κινδυνέψουν από τον εθνικισμό σας”. Πρόκειται για την πολιτική των Τσάρων που σύμφωνα με τους Μαρξ- Έγκελς ανακάλυψαν την “αρχή της αυτοδιάθεσης των εθνοτήτων” (δηλαδή των εθνικών μειονοτήτων) για να εμποδίσουν τα έθνη να αποκτήσουν κρατική ανεξαρτησία, υπονομεύοντας έτσι τη βασική δημοκρατική αρχή της “αυτοδιάθεσης των εθνών”, δηλαδή να τα διασπάσουν, να τα τεμαχίσουν και να τα προσαρτήσουν. Αυτή την τσαρική τακτική χρησιμοποίησε κατά κόρον ο Χίτλερ στο β παγκόσμιο πόλεμο. Εννοείται ότι αυτή η θέση δεν προβλεπόταν από καμία αρχή του σοβιετικού συντάγματος και από καμία διεθνή νομολογία, τη στιγμή μάλιστα που κανένας εθνικά Ρώσος δεν κινδύνευε στις υπόλοιπες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες με άσκηση βίας ή τρομοκρατίας λόγω της εθνικότητάς του. Αντίθετα, η ανεξαρτητοποίηση των 14 χωρών από την ΕΣΣΔ ήταν ένα κρυστάλλινα δημοκρατικό δικαίωμα που έδινε το σοβιετικό σύνταγμα από την πραγματικά σοσιαλιστική εποχή, και το οποίο αποτυπώθηκε την εποχή του Στάλιν το 193 ακριβώς για να πάψει η Ρωσία να είναι «η φυλακή των λαών», όπως την αποκαλούσαν όλοι οι κλασσικοί του μαρξισμού και πιο πολύ οι ίδιοι οι Ρώσοι δημοκράτες και οι επαναστάτες, με πρώτο και καλύτερο τον Λένιν.

Η Μόσχα μάλιστα δεν περιορίστηκε καν στους εθνικά Ρώσους, αλλά επέκτεινε τη φασιστική της αυτή θέση και σε κάθε φιλική προς τη Μόσχα μειονότητα ή ημιαυτόνομη οντότητα εντός των υπόλοιπων πρώην σοβιετικών χωρών. Αρκούσε η Ρωσία να θεωρούσε ότι μπορούσε να αξιοποιήσει κάποια μειονοτική εθνότητα για να κόβει κομμάτια και να εξαρτάει τα νεαρά ανεξάρτητα κράτη. Ξεκίνησε λοιπόν το 1991-1992 με την Αμπχαζία και τη Νότια Οσετία (που, αν και ημιαυτόνομες δημοκρατίες, ανήκαν στη Γεωργία), τις οποίες βοήθησε ντε φάκτο να αποσχιστούν και να φύγουν από τον έλεγχο της Τιφλίδας, εγκαθιστώντας αργότερα (1995) και Ρώσους «κυανόκρανους» εκεί, αυθαίρετα, ως τάχα ειρηνευτική δύναμη.

Ήδη στις αρχές του 1992, ο Γέλτσιν εξαπόλυσε πόλεμο κατά της Μολδαβίας, «ανεξαρτητοποιώντας» μια στενή λωρίδα μολδαβικού εδάφους στα σύνορα με την Ουκρανία, την Υπερδνειστερία.

Σε συνδυασμό με τον νικηφόρο - τότε - πόλεμο των Αρμένιων σοβινιστών ορθόδοξων κολαούζων της Ρωσίας για το όνειρο τους της κατάκτησης του αζερικού θύλακα του Ναγκόρνο Καραμπάχ (1994), η νεοτσαρική Μόσχα είχε ήδη καταφέρει να κρατά μοχλούς εθνικής πίεσης και δυνητικά υποταγής (χωρίς φυσικά να λείπουν οι εθνικοανεξαρτησιακές αντιστάσεις) σε Γεωργία, Αζερμπαϊτζάν, Αρμενία, Μολδαβία. Ήδη από το 1992 η Ρωσία συμμετείχε και στον εμφύλιο στο Τατζικιστάν, ενάντια στην ισλαμοδημοκρατική αντιπολίτευση που είχε δεσμούς με τον εθνικά Τατζίκο, εθνικό ήρωα του Αφγανιστάν και της αντιρώσικης αντίστασης εκεί Αχμάντ Σαχ Μασούντ.

Και πάλι το 1994, η Ρωσία, με ψεύτικες υποσχέσεις για εγγυήσεις εδαφικής ακεραιότητας, που μάλιστα έδωσαν, εκτός από τη Μόσχα, και οι ΗΠΑ-Βρετανία, στέρησε τα σοβιετικά πυρηνικά όπλα τόσο από την Ουκρανία, όσο και από τη Λευκορωσία και το Καζακστάν και τα πήρε όλα για τον εαυτό της, υπό τα χειροκροτήματα των δυτικών μονοπωλιστών, που εμπιστεύονταν πολύ την ομόλογή τους «μεγάλη δύναμη» Ρωσία, αλλά όχι τις μικρότερες και απείρως πιο δημοκρατικές - από τη φυσική τους τάση για ανεξαρτησία από τον αιώνιο καταπιεστή τους μεγαλορώσικο σοβινισμό - πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Την ίδια χρονιά, ο φασίστας Λουκασένκο κατέκτησε την εξουσία στη Λευκορωσία, τσακίζοντας τη νεαρή αστική, αντισοσιαλφασιστική της δημοκρατία και οδηγώντας τη γενικά (με όλες τις εθνικιστικές αντιστάσεις που προέβαλε αργότερα σε διάφορες φάσεις και ο ίδιος στη Μόσχα) σε στρατηγική συμμαχία με τη Ρωσία, παλινορθώνοντας έναν μπρεζνεφικού τύπου κρατικό καπιταλισμό.

Την ίδια χρονιά (1994), οι Ρώσοι ξεκίνησαν τον πρώτο πόλεμό τους ενάντια στην Τσετσενία, Αυτόνομη δημοκρατία εντός της Ρωσικής Ομοσπονδίας, η οποία μετά την ανεξαρτητοποίηση των Δημοκρατιών του Καυκάσου δεν ήταν πια περίκλειστη εντός της Ρωσίας οπότε είχε και ιστορικά και κυρίως όπως απέδειξε με το αίμα της, το δικαίωμα ανεξαρτησίας. O πόλεμος αυτός, που οι Ρώσοι στην πρώτη τους εκστρατεία τον έχασαν, ήταν το πρελούδιο του γενοκτονικού πολέμου τον οποίο εξαπέλυσε ο Πούτιν ως πρωθυπουργός και στη συνέχεια πρόεδρος της Ρωσίας το 1999-2000, μετά την προβοκάτσια ανατίναξης των πολυκατοικιών στη Μόσχα από την ΚαΓκεΜπέ. Σε αυτόν τον πόλεμο προχώρησε σε πρωτοφανή ναζιστικά εγκλήματα, ισοπεδώνοντας κυριολεκτικά την τσετσενική πρωτεύουσα Γκρόζνι, με δεκάδες χιλιάδες νεκρούς.

Σε όλη την περίοδο μέχρι το 1997, όταν και ιδρύθηκε το Συμβούλιο ΝΑΤΟ - Ρωσίας, ως σώμα στο οποίο οι δύο πλευρές θα συζητήσουν ζητήματα ασφάλειας της μεταξύ τους σχέσης, καμία χώρα της ανατολικής Ευρώπης από όσες ανήκαν παλιότερα είτε στην ΕΣΣΔ είτε στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Αλβανία) δεν ξεκίνησε κάποιον τρομερό «δυτικοκίνητο» επανεξοπλισμό, ούτε ποτέ εξέφρασε κάποια επιθετικότητα ή διεκδίκηση έναντι της Ρωσίας ή άλλης χώρας της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Η Τσεχοσλοβακία μάλιστα χωρίστηκε ειρηνικά και χωρίς καμία πολιτική αναταραχή το 1993 σε Τσεχία και Σλοβακία, με απόφαση των δύο εθνών που τη συγκροτούσαν, αποδεικνύοντας ότι ήταν μια ειρηνόφιλη και δημοκρατική χώρα.

Πιο απλά, οι μόνες δυνάμεις που μέχρι το 1997 είχε ασκήσει βία και ντε φάκτο αλλαγή συνόρων στο ευρωπαϊκό έδαφος μετά το λεγόμενο «τέλος του Ψυχρού Πολέμου» ήταν η ίδια η Ρωσία και το πιστό χριστιανορθόδοξο «τσιράκι» της, η Σερβία (μαζί με τους Σερβοβόσνιους ναζί γενοκτόνους των Κάρατζιτς-Μλάντιτς στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη).

 

Ο φόβος της φασιστικής Ρωσίας οδήγησε τις χώρες της Ανατ. Ευρώπης στο NATO

 

Δεν είναι έτσι τυχαίο ότι οι πρώτες χώρες της πάλαι ποτέ «σφαίρας επιρροής» της μπρεζνιεφικής Μόσχας που εισήλθαν στο NATO το 1999 ήταν η Τσεχία, η Ουγγαρία και η Πολωνία. Η πρώτη είχε δεχτεί την επίθεση του σοσιαλιμπεριαλισμού το 1968, κατά την «Άνοιξη της Πράγας», όταν επιχείρησε να κάνει την αντιρώσικη δημοκρατική - εθνοανεξαρτησιακή της εξέγερση, η Ουγγαρία είχε επίσης την εμπειρία του 1956 (μια αντιδραστική αντικομμουνιστική εξέγερση, στην καταστολή της οποίας όμως οι χρουστσοφικοί είχαν εκδηλώσει ήδη τα στοιχεία του επερχόμενου μεγαλορώσικου σωβινισμού της μεγάλης δύναμης - κριτική την οποία είχαν ασκήσει τότε τόσο ο Μάο Τσε Τουνγκ όσο και ο Νίκος Ζαχαριάδης), ενώ οι Πολωνοί είχαν βιώσει επί αιώνες τόσο το βάρβαρο ζυγό του μαύρου τσαρισμού, όσο και του ρώσικου σοσιαλιμπεριαλισμού μετά το 1960. Είναι χαρακτηριστική η θέρμη με την οποία υποστήριζε ο Λένιν το εθνικό κίνημα ανεξαρτησίας των Πολωνών, ασκώντας σκληρή κριτική στην πολωνικής καταγωγής, μεγάλη επαναστάτρια Ρόζα Λούξεμπουργκ, που το υποτιμούσε και το θεωρούσε αντιδραστικό.

Όπως είχαμε γράψει πρόσφατα, λίγο πριν το ξέσπασμα του πουτινικού φασιστικού πολέμου κατά της Ουκρανίας, ακόμη και μετά το 1991, «οι λαοί και σε μεγάλο βαθμό και οι αστικές τάξεις των ανατολικοευρωπαϊκών χωρών, διατηρώντας ζωντανή την ιστορική τους εμπειρία και πιο καθαρή ματιά από τους δυτικούς μονοπωλιστές, συνέχιζαν να βλέπουν τη Ρωσία ως απειλή για την εθνική τους ανεξαρτησία και ακεραιότητα.

Κι αυτό γιατί έβλεπαν τους παλιούς λακέδες της τάχα «κομμουνιστικής» Μόσχας στο εσωτερικό της κάθε μιας από αυτές τις χώρες να συνεχίζουν κανονικά την πρακτόρικη δουλειά τους για το Κρεμλίνο και τη Ρωσία να ασκεί, έστω πιο καλυμμένα, την ίδια μεγαλοκρατική πολιτική, επεμβαίνοντας ωμά στα εσωτερικά τους. Την ίδια ώρα, η Δύση ηλιθιωδώς διέλυε κάθε μηχανισμό ασφαλείας που είχε χτίσει, έστω στο όνομα του παλιού αντιδραστικού αντικομμουνισμού της, για την αυτοπροστασία της από τη ρωσική διείσδυση και ξεπουλούσε το Λονδίνο και το Παρίσι της στο χρήμα των Ρώσων νεο-ολιγαρχών, ενώ επέτρεπε σε ανοιχτούς χαφιέδες της Μόσχας (π.χ. Σρέντερ) ή φοιτητικά ηγετικά στελέχη επί Στάζι (Μέρκελ) να γίνονται καγκελάριοι των χωρών της. Αλλά και η ίδια η Ρωσία, ελάχιστη και διόλου πραγματική αντίσταση προέβαλε σε αυτή τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, παρά τα όσα λέει σήμερα».

Το 2004, εισήλθαν στο NATO Βουλγαρία, Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Ρουμανία, Σλοβακία και Σλοβενία. Οι τρεις βαλτικές χώρες, παρά την αντιδραστική παράδοση των αστικών τους τάξεων στο Μεσοπόλεμο, ζητούσαν δίκαια και διακαώς την ομπρέλα του NATO, καθώς η Ρωσία, με όχημα τις ρωσικές μειονότητες που είχαν μείνει εκεί από την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης παρενέβαινε συστηματικά στα εσωτερικά τους, ζητούσε να έχει λόγο στην πολιτική τους πορεία και πολλές φορές τις απειλούσε ανοικτά με στρατιωτική δράση. Η Βουλγαρία είχε επίσης ένα από τα σκληρότερα ρωσόδουλα σοσιαλφασιστικά καθεστώτα (επί Ζίφκοφ) και είχε βιώσει τρομερούς εξευτελισμούς της εθνικής της αξιοπρέπειας την περίοδο του μπρεζνιεφισμού. Η Ρουμανία είχε αντισταθεί μέσω του εθνικιστή Τσαουσέσκου στη ρωσική ηγεμονία, ωστόσο η κατοχή της Υπερδνειστερίας στην Μολδαβία (χώρα με μεγάλους πολιτιστικούς, γλωσσικούς και εθνοτικούς δεσμούς μαζί της) λειτουργούσε ως φόβητρο. Η Σλοβενία, πάλι, είχε βιώσει, έστω για 10 ημέρες, τη σέρβικη βία το 1991 (αν και λιγότερο σε σχέση με Βοσνία, Κροατία, λόγω της μη ύπαρξης μεγάλης σερβικής μειονότητας στο εσωτερικό της).

Συνολικά πάντως, όλες οι παραπάνω χώρες έβλεπαν την ένταξη στο NATO όχι ως συμμετοχή σε μια συμμαχία για την εκπλήρωση οποιονδήποτε επιθετικών - επεκτατικών σκοπών, αλλά ως μια προέκταση της ένταξής τους στην ΕΕ και γενικά στον χώρο των αναπτυγμένων, αστικοδημοκρατικών εθνών της Ευρώπης. Συμπλήρωναν δηλαδή την ενότητά τους με τα δυτικοευρωπαϊκά έθνη στο οικονομικό και πολιτικό επίπεδο (ΕΕ) με αυτό που αντιλαμβάνονταν ως προστασία από τη Ρωσία και δευτερευόντως από τη Σερβία που θεωρούσαν ότι θα τους παρείχε η στρατιωτική εγγύηση των ΗΠΑ, μέσω του NATO. Ουσιαστικά θεωρούσαν ότι έτσι κλείνουν τον δρόμο σε μια επιστροφή τους στη νεοτσαρική φυλακή των λαών (ή στο μεγαλοσέρβικο κακέκτυπό της, όταν μιλάμε για τα γιουγκοσλαβικά έθνη).

Τη δεκαετία του ‘90, ήταν κυρίως ο πραγματικά δυτικού προσανατολισμού Γερμανός καγκελάριος Κολ που επέμενε υπέρ μιας τέτοιας εγγύησης ασφάλειας μέσω του ΝΑΤΟ. Τότε αυτή την υπονόμευε ο καλός φίλος του Γέλτσιν και της Ρωσίας Μπ. Κλίντον, ως πρόεδρος των ΗΠΑ, σερβίροντας ακριβώς τις θεωρίες που ακούμε και σήμερα, περί μη «πρόκλησης» και «ταπείνωσης» της Ρωσίας. Ο προβοκάτορας αυτός (ήταν ο Κλίντον που με τον ανηλεή πόλεμο που έκανε στους αντιρώσους Ταλιμπάν τους έστειλε στα νύχια του Μπιν Λάντεν, ενώ άνθρωπος του ήταν ο επίσης προβοκάτορας αρχηγός της ΣΙΑ Τένετ που ανακάλυψε όπλα μαζικής καταστροφής στον Σαντάμ για να στείλει τον Μπους στο Ιράκ και έτσι το Ιράκ στα χέρια του Ιράν) αναγνώριζε ότι η Ρωσία, με βάση τη ναζιστικής κοπής θεωρία του «ζωτικού χώρου», μπορούσε να έχει λόγο στην πορεία και στις επιλογές ανεξάρτητων χωρών και αντιπρότεινε, αντί της ένταξής τους στο ΝΑΤΟ, ένα συμφωνημένο με τη Ρωσία χαλαρό σχήμα μιας «Συνεργασίας για την Ειρήνη» (κάτι σαν την πρώην ΔΑΣΕ, που εξελίχτηκε αργότερα στον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη - ΟΑΣΕ).

Αφότου η σταζίτισσα Μέρκελ μαχαίρωσε πολιτικά με προβοκάτσιες τους ευρωπαϊστές Κολ και Σόιμπλε και ανέλαβε εκείνη αρχηγός του κόμματος της γερμανικής μεγαλοαστικής τάξης CDU, ο μετέπειτα ανοικτός υπάλληλος του Πούτιν, Σρέντερ, ως καγκελάριος του SPD και η ίδια έβαζαν εμπόδια και εξέφραζαν αντιθέσεις στην πορεία ολοκληρωμένης ένταξης των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης στο δυτικό μπλοκ, όχι τόσο πολιτικά και οικονομικά, όσο στρατιωτικά. Εκεί συνάντησαν την αντίθεση της κυβέρνησης του Μπους του Β, που παρά την κοντόθωρη λογική της και τις γελοίες περιγραφές για τα «μάτια του Πούτιν και την ειλικρίνειά του», έβλεπε τη Ρωσία ως έστω δυνητική απειλή (ειδικά στην τελευταία φάση της, το 2008, μετά την επίθεση του Πούτιν στη Γεωργία).

Η υποκρισία των Ρώσων νεοχιτλερικών ιμπεριαλιστών ξεχειλίζει, αφού η μονοπωλιακή Δύση, δέσμια του οικονομισμού της, αλλά και επειδή φοβόταν τα ρωσικά πυρηνικά, όχι μόνο συζητούσε και έπαιρνε την άδεια της Μόσχας για τις διευρύνσεις του NATO, αλλά παρείχε και στους νέους Χίτλερ, ισοπεδωτές του Γκρόζνι, εγγυήσεις ασφάλειας και μειωμένης στρατιωτικής δυναμικότητας στην Ανατολική Ευρώπη. Αυτές τις ζητούσε η Ρωσία δήθεν ως εξασφάλιση ότι δεν θα δεχθεί ποτέ «επίθεση», ενώ στην πραγματικότητα τις ήθελε για να είναι σίγουρη ότι, όταν επιτεθεί η ίδια, δεν θα βρει απέναντί της ένα ισχυρό στρατιωτικό τείχος αντίστασης.

Τόσο το κύμα ένταξής χωρών το 1997, όσο και εκείνο του 2004 είχαν γίνει δεκτά, έστω «ανόρεχτα», από τη Μόσχα, ώστε αυτή εκ των υστέρων να ισχυριστεί, όπως έχουμε σημειώσει, ότι «ακρωτηριάστηκε ενώ κοιμόταν», δηλαδή ότι οι δυτικοί τηνεκμεταλλεύτηκαν στην περίοδο της «αδυναμίας» της. Ο ίδιος ο Πούτιν μάλιστα είχε δηλώσει μάλιστα το 2002 ότι το εάν ακόμη και η Ουκρανία θέλει να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, αυτό θα ήταν δικαίωμά της(!).

Το ΝΑΤΟ είχε έτσι δεσμευτεί ήδη από το 1997 ότι θα απείχε από τη μόνιμη εγκατάσταση πρόσθετων σημαντικών δυνάμεων μάχης στα νέα κράτη μέλη «στο τρέχον και προβλέψιμο περιβάλλον ασφαλείας». Η Ρωσία, από την πλευρά της, δεσμεύτηκε «να επιδείξει αυτοσυγκράτηση στην ανάπτυξη των συμβατικών της δυνάμεων στην Ευρώπη».

Αυτές οι δεσμεύσεις τηρήθηκαν σχολαστικά από το NATO μέχρι και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, το 2022 (!). Στη σύνοδο κορυφής του 2014 στην Ουαλία, το ΝΑΤΟ παρέμενε «ακλόνητο» στη δέσμευσή του στο Ιδρυτικό Πρωτόκολλο του Συμβουλίου ΝΑΤΟ-Ρωσίας, παρά το γεγονός ότι η Ρωσία είχε καταλάβει και προσαρτήσει την ουκρανική Κριμαία την ίδια εκείνη χρονιά, είχε κάνει ντε φάκτο το ίδιο με μέρος των ουκρανικών επαρχιών Ντονέτσκ και Λουχάνσκ, ενώ πρωτύτερα το 2008 είχε εφαρμόσει ακριβώς την ίδια πρακτική στις γεωργιανές επαρχίες της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας, που παραμένουν υπό ρώσικη κατοχή, ως τάχα «ανεξάρτητα κράτη», μέχρι και σήμερα.

Όπως ανέφερε τότε το ίδιο το NATO με καμάρι για το πόσο σεβόταν τις συμφωνίες του με τη Ρωσία, δεν είχε εγκαταστήσει καμία «σημαντική μάχιμη δύναμη» στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Αυτός ο αυτοεπιβαλλόμενος περιορισμός συνέχισε να τηρείται αυστηρά, παρά την ανάπτυξη τεσσάρων ταγμάτων του ΝΑΤΟ στη Βαλτική και την Πολωνία (NATO Enhanced Forward Presence) ως απάντηση στην προσάρτηση της Κριμαίας και στον πόλεμο στην Ανατολική Ουκρανία, αποκλειστικά λόγω της επιμονής των χωρών αυτών και όχι κάποιας «επιθετικής διάθεσης» του ρωσόφιλου Ομπάμα, του επίσης άθλιου Κάμερον, του Ολάντ ή της πιστής φίλης του Κρεμλίνου Μέρκελ. Τρία από αυτά τα τάγματα στάθμευαν το 2018 στα τρία κράτη της Βαλτικής (ένα σε κάθε χώρα) και ένα στην Πολωνία, ενώ συμπληρώνονταν από τρία τάγματα στο πλαίσιο της αμερικανικής επιχείρησης «Atlantic Resolve» (το καθένα με προσωπικό 800-1000 άτομα). Ακριβώς απέναντι από τα συνολικά 19 τάγματα του ΝΑΤΟ στη Βαλτική (τα τρία διεθνή τμήματα συν τα στρατεύματα των ίδιων των βαλτικών χωρών) το 2018 βρίσκονταν 40 ρωσικά τάγματα. Άλλες τρεις ρωσικές μεραρχίες στέκονταν ακριβώς πίσω από τα σύνορα της Ρωσίας με τη Λευκορωσία, με την Πολωνία σε απόσταση βολής (ο πολωνικός στρατός έχει συνολική ισχύ όλων-όλων δύο μεραρχιών).

Έτσι, ενώ το ΝΑΤΟ είχε μειώσει τις στρατιωτικές του ικανότητες στην Ευρώπη από το 1998, η Ρωσία αναβάθμιζε και εκσυγχρόνιζε συστηματικά τις ένοπλες δυνάμεις της από τότε που ανέλαβε την εξουσία ο Πούτιν. Η Ρωσία πραγματοποιούσε επί χρόνια και τακτικά μεγάλης κλίμακας ασκήσεις και επιθεωρήσεις επιχειρησιακής ετοιμότητας σύντομης προειδοποίησης. Και πάλι με στοιχεία του 2018, είχε υπολογιστεί ότι η Ρωσία πραγματοποιούσε στρατιωτικές ασκήσεις τρεις φορές συχνότερα σε σχέση με το ΝΑΤΟ.

Όσον αφορά τις ασκήσεις, η Ρωσία παρέκαμπτε συστηματικά το Έγγραφο της Βιέννης για τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, ιδίως όσον αφορά τα καθήκοντα κοινοποίησης. Εγκεκριμένο το 1990 στο πλαίσιο του ΟΑΣΕ και επικαιροποιημένο πολλές φορές έκτοτε, αυτό το έγγραφο αναφέρει ότι τα κράτη που συμμετέχουν στον ΟΑΣΕ οφείλουν να καλούν παρατηρητές σε ασκήσεις στις οποίες συμμετέχουν περισσότεροι από 13.000 στρατιωτικοί. Η Ρωσία δήλωνε συστηματικά χαλκευμένα μειωμένους αριθμούς συμμετεχόντων σε αυτές, προκειμένου να παραμένει τυπικά κάτω από αυτό το όριο.

Στη Άσκηση Zapad 2009 (Δύση 2009), η Ρωσία, μαζί με τη Λευκορωσία, έκαναν de facto πρόβα επίθεσης στην Πολωνία, με προσομοιωμένο πυρηνικό χτύπημα στη Βαρσοβία να αποτελεί μέρος των συγκεκριμένων γυμνασίων.

Στην Zapad 2013, επίσης από κοινού με τη Λευκορωσία, αναπτύχθηκαν περίπου 70.000 στρατιώτες. Προφανώς, η πρόθεση ήταν να αποφευχθεί η πρόσκληση ξένων παρατηρητών. Η ρωσική πλευρά περιέγραψε τις ασκήσεις ως εκπαίδευση για αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις. Στην πραγματικότητα, όλοι οι κλάδοι των ενόπλων υπηρεσιών συμμετείχαν σε μια περιοχή επιχειρήσεων που εκτεινόταν κατά μήκος των συνόρων της Πολωνίας, των χωρών της Βαλτικής και της Φινλανδίας, μέχρι τη Θάλασσα του Μπάρεντς. Προσομοίωσαν μια επίθεση μεγάλης κλίμακας σε πολλές χώρες της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Στρατεύματα και δυνατότητες που συμμετείχαν στην άσκηση Zapad 2013 αναπτύχθηκαν επίσης το 2014 στην επιχείρηση κατάληψης και προσάρτησης της Κριμαίας και στην Ανατολική Ουκρανία.

Η Vostok 2014 (Ανατολικά 2014), μια άσκηση που περιέλαβε 100.000 στρατιώτες, θεωρείται ως η μεγαλύτερη ρωσική άσκηση μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Ακολούθησε ένα χρόνο αργότερα η Tsentr 2015 (Κέντρο 2015), της οποίας προηγήθηκε αιφνιδιαστική επιθεώρηση πολεμικής ετοιμότητας και συμμετείχαν 95.000 στρατιώτες. Σκοπός της άσκησης ήταν η εκπαίδευση για τη ρωσική εισβολή στη Συρία στο πλευρό του κουίσλιγκ γενοκτόνου Άσαντ.

Περίπου 120.000 στρατιώτες συμμετείχαν στην Kavkaz 2016 (Καύκασος ​​2016), αντί για 12.500 που δήλωσε επισήμως η Ρωσία, όπως ανακοίνωσε αργότερα ο αρχηγός του ρωσικού γενικού επιτελείου στρατηγός Γερασίμοφ.

Το ΝΑΤΟ δεν πραγματοποιεί από τη λήξη του λεγόμενου «Ψυχρού Πολέμου» ασκήσεις συγκρίσιμες σε κλίμακα. Δεν υπάρχει ούτε υπήρξε ποτέ καμία ένδειξη για προετοιμασία επίθεσης εναντίον της Ρωσίας. Αντίθετα, οι υφεσιακοί προς τη Ρωσία, αλλά και οι διόλου ασήμαντοι πράκτορες ηγέτες των μεγάλης στρατιωτικής ισχύος χωρών του, το είχαν προσανατολίσει την τελευταία 20ετία στις αντιτριτοκοσμικές επεμβάσεις, που όλες τους κατέληξαν σε τραγωδίες (ντε φάκτο διαμελισμός της Βοσνίας υπέρ των Σέρβων τσέτνικ, δικαίωση του αλβανικού σωβινισμού στο Κόσοβο και παράλληλα δημιουργία της πιο ρωσόφιλης φασιστικής Σερβίας όλων των εποχών, χτύπημα των αντιρώσων Ταλιμπάν, με καταστροφή του Αφγανιστάν και από 20 χρόνια παράδοσή του στους ίδιους, που όμως στο μεταξύ έγιναν ρωσόφιλοι, παράδοση του Ιράκ στην ηγεμονία Ιράν - Ρωσίας, παράδοση της Λιβύης σε μεγάλο βαθμό στη Ρωσία μέσω Σίσι - Χαφτάρ). 

Αυτή την αντιτριτοκοσμική, ιμπεριαλιστική πλευρά του NATO, έναντι της αμυντικής αντιρωσικής στην ανατολική Ευρώπη, ενίσχυε πάντα και η ερωτευμένη με τη φασιστική Μόσχα Ελλάδα των πρακτόρων, με τελευταίο παράδειγμα τις θέσεις του ΥΠΕΞ των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, Κοτζιά, υπέρ του λεγόμενου «νότιου NATO», δηλαδή του ιμπεριαλιστικού και γι αυτό φιλορώσικου.

Είναι χαρακτηριστικό λοιπόν ότι, μέχρι την εισβολή της Ρωσίας στην Κριμαία, το 2014, το NATO δεν διατηρούσε καθόλου δικά του στρατεύματα στην ανατολική πτέρυγά του (πλην των εθνικών στρατών των χωρών - μελών), ενώ μόλις το 2016 ανέπτυξε 5.000 στρατιώτες (!) - κι αυτούς όχι μόνιμους αλλά εναλλασσόμενους - σε βαλτικές χώρες και Πολωνία.

Παράλληλα, η δέσμευση του 2008 για χορήγηση (κάποτε στο μέλλον) καθεστώτος υποψήφιας προς ένταξη χώρας από το NATO σε Ουκρανία και Γεωργία δεν προχώρησε ποτέ στην πράξη, με μόνο ουσιαστικό λόγο το να μην εκνευριστεί και νιώσει «απειλούμενη» η Ρωσία! Εδώ ήταν καθοριστικό το βέτο της Γερμανίας της Μέρκελ κόντρα στις ΗΠΑ!

Γίνεται έτσι απ’ όλα τα παραπάνω κατανοητό ότι η θεωρία της περικύκλωσης της Ρωσίας είναι θεωρία αντίστοιχη εκείνης της χιτλερικής Γερμανίας, η οποία όχι μόνο δεν περικυκλωνόταν, αλλά μέχρι και το 1939 αφηνόταν σκανδαλωδώς από τις μη επιθετικές ιμπεριαλιστικές χώρες (όπως τις χαρακτήριζε ο Στάλιν, το ΚΚΣΕ και η Γ’ Διεθνής) να εξοπλίζεται, να επεκτείνεται, να διασπά, να προσαρτάει εδάφη και τελικά να ετοιμάζει το γενοκτονικό του πόλεμο.

Οι εργαζόμενοι και ευρύτερα οι λαοί και τα κράτη της Ευρώπης (και τελικά όλου του κόσμου, μιας και οι ρωσοκινέζοι ναζήδες ετοιμάζουν παγκόσμιο πόλεμο) πρέπει να τσακίσουν τις θεωρίες περί περικύκλωσης της Ρωσίας και περί «περιορισμού» της Κίνας. Πρέπει ταυτόχρονα να καταγγέλλουν τις πολιτικές ηγεσίες - ειδικά εκείνες ρευμάτων που αναφέρονται διακηρυκτικά σε δημοκρατία, πρόοδο, σοσιαλισμό - που αναπαράγουν και ενισχύουν αυτές τις θεωρίες μέσα στις χώρες - στόχους του Άξονα. Κατά μείζονα λόγο αυτό γίνεται από ψευτοαριστερούς και ψευτοκομμουνιστές στην Ελλάδα, χώρα βαθιά δουλεμένη στον ακροδεξιού - συνωμοσιολογικού τύπου φιλορωσισμό από το σύνολο του καθεστώτος κορυφής. Κάθε πατριωτική, αντιφασιστική, αντιιμπεριαλιστική αντίσταση στην Ελλάδα και διεθνώς περνά μέσα από το πολιτικό τσάκισμα των ψευτοπροοδευτικών λακέδων των νέων Χίτλερ του Κρεμλίνου, γιατί ακριβώς αυτοί είναι που μπλοκάρουν την αντιφασιστική πρωτοπορία, αλλά και τις προοδευτικές μάζες, από το να επιτελέσουν τον ιστορικό τους ρόλο.