Επίσημη σελίδα ΟΑΚΚΕ

 Χαλκοκονδύλη 35, τηλ-φαξ: 2105232553 email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ-ΣΥΖΗΤΗΣΗ "ΟΧΙ ΣΤΟΥΣ ΔΥΟ ΠΟΛΕΜΟΥΣ ΤΟΥ ΧΙΤΛΕΡ-ΠΟΥΤΙΝ" - Ουκρανία - Ισραήλ - Χαμάς, 22/12

 

 

 

ΝΕΑ ΑΝΑΤΟΛΗ

Νέα Ανατολή αρ.φ.559 (εδώ μπορείτε να βρείτε τα φύλλα από φ.486-Μάρτης 2013-και νεώτερα)

  Που μπορείτε να βρείτε την έντυπη έκδοση της Νέας Ανατολής

1pag559

 

crisis russia

Άρθρα Αναφοράς

OAKKE WEB TV

Εκδόσες Μεγάλη Πορεία

ΑΝΤΙΝΑΖΙΣΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ

http://www.antinazi.gr/ 

www.antinazi.gr

ΑΝΤΙ ΝΑΖΙ

 

Η ΠΡΟΒΟΚΑΤΣΙΑ ΔΕΝΔΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΚΥΡΑ

Πέμπτη 15 Απριλίου 2021. Μια ημέρα που θα γραφτεί με χρυσά γράμματα στα κατάστιχα της Ελ­ληνικής Ιστορίας. Διακόσια χρόνια μετά το ξέσπασμα της Εθνικής Παλιγγενεσίας, όταν οι γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων έδιω­ξαν από τα ιερά προγονικά εδάφη τους επαίσχυντους Οθωμα­νούς και δημιούργησαν εκείνο το φοβερό και τρομερό κράτος του μεγάλου τέκνου της Ελλάδος Καποδίστρια (του γνωστού υπουργού Εξωτερικών της τσαρικής Ρωσίας), βρέθηκε επιτέλους ο άξιος συνεχιστής των λαμπρών παραδόσεων του έθνους, που είχε τα κότσια να τα βάλει με τους παλιότουρκους μέσα στο ίδιο τους το σπίτι και να τους δείξει τι εστί βερίκοκο… Και το όνομα αυ­τού -για να μη μιλάμε γενικά κι αόριστα- Νίκος Δένδιας.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Τσαβούσογλου είχε προσκαλέσει τον έλληνα υπουργό Εξωτερι­κών να συναντηθούν στην Άγκυρα και να συζητήσουν για όλα τα ζητήματα που βαραίνουν τις ελ­ληνοτουρκικές σχέσεις. Σε τέτοιου είδους υψηλού επιπέδου συναντήσεις μπαίνουν στο τραπέζι των συζητήσεων, που γίνονται με συνεννόηση μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, όλες οι διαφορές (ή, έστω, αυτά που η κάθε πλευρά θεωρεί δια­φορές) και αναζητούνται πιθα­νοί τρόποι ειρηνικής επίλυσής τους. Και συνήθως, μετά το τέλος μιας τέτοιας συνάντη­σης, είθισται οι επικεφαλής των συζητήσεων (στην προκείμενη περίπτωση οι δύο υπουργοί Εξωτερικών) να κάνουν μπροστά στους δημοσιογράφους και στα κανάλια, δημόσια, μια σύντομη αναφορά και επισκόπηση όσων συζητή­θηκαν, αποφεύγοντας προσεκτικά τις αιχμές ο ένας εναντίον του άλλου. Στην αντίθετη περίπτωση, όταν δηλαδή οι συζητήσεις δεν πάνε αρκετά καλά, απλά δεν κάνουν κοινή εμφάνιση και τοποθετή­σεις μπροστά στον Τύπο, αλλά η κάθε πλευρά εκδίδει μια απλή ανακοίνωση του τύπου ότι «υπήρξε ειλικρινής ανταλλαγή απόψεων», που σημαίνει ότι υπήρξαν έντονες διαφωνίες, αλλά όχι εχθρότητα.Πάντως, όταν προαναγγέλλεται μια συνέντευξη Τύπου, αυτό σημαίνει ότι η γενική ατμόσφαιρα εί­ναι καλή και δεν πρόκειται επ’ ουδενί να υπάρξει μια ανοιχτή σύγκρουση μπροστά στο διεθνές κοι­νό.

Γιατί υπάρχουν αυτοί οι άγραφτοι διπλωματικοί κανόνες; Για να μην προκληθεί μια περιττή νέα ένταση και εκτραχυν­θεί η κατάσταση ανάμεσα σε δύο χώρες που θέλουν, υποτίθεται, να βρουν λύση στα προβλήματά τους. Αλλιώς όχι μόνο δεν δίνουν την κοινή συνέντευξη Τύπου, αλλά, αν, αντίθετα, οι διαφορές είναι αγεφύρωτες και οξύτατες, απλά δεν γίνεται καν η συνάντηση και η κάθε πλευρά συνεχίζει να καταγγέλλει την άλλη ανοιχτά μένοντας στο έδαφός της. Πόσο μάλλον δεν πάει να συνεχίζει τον καβγά στο έδαφος της άλλης. Αυτό το τελευταίο έκανε ο Δένδιας, ποδοπα­τώντας ωμά όχι μόνο όλα τα διπλωματικά πρωτόκολλα, αλλά και την κοινή λογική που διέπει τις μη πολεμικές διακρα­τικές σχέσεις.

Αφού δηλαδή, στην προκείμενη περίπτωση, ο Δένδιας είχε διαπιστώσει, όπως λέει, ότι διαφώνη­σαν σε όλα με τον Τσα­βούσογλου, θα μπορούσε τουλάχιστον να ζητήσει από τον ομόλογό του να μη γίνει καθόλου η κοινή συνέντευξη Τύπου, και μάλιστα, αφού αυτές οι διαφωνίες δεν είχαν εμφα­νιστεί τα τελευταία πέντε εικοσιτετράωρα, αλλά τις τελευ­ταίες πέντε δεκαετίες, απλά δεν θα έπρεπε να κάνει την επίσκεψη.

Η δικαιολογία της ελληνικής κυβέρνησης ήταν η εξής: Αφού μας κάλεσε να κάνουμε διάλογο, εμείς δεν μπορούσαμε να μην πάμε, γιατί τότε θα μας κατηγορούσαν (όχι μόνο οι Τούρκοι, αλλά και οι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ) ως αρνητές του διαλόγου. Ήμασταν υποχρεωμένοι να πάμε, λένε.

Ακόμα κι αν θεωρήσει κανείς ότι στέκει το επιχείρημα αυτό, η κατοπινή εξέλιξη δεν το δικαιώνει. Αν όντως ήθελε να δείξει καλό, διαλλακτικό πρόσω­πο στη Δύση, θα είχε μια τελείως διαφορετική συμπεριφορά στην κοινή συνέντευξη Τύπου. Ή θέλεις να δείξεις διαλλακτικό πρόσωπο και το πας μέχρι τέλους ή έχεις προγραμματίσει να τα τινάξεις όλα στον αέρα σαν καμικάζι, και το πας πάλι μέχρι τέλους.

Τα γεγονότα απέδειξαν το δεύτερο: ότι ο Δένδιας είχε προγραμματίσει -μαζί με το Μητσοτάκη και με την απόλυτη επιδοκιμασία σύσσωμης της αντιπολίτευσης, των ΜΜΕ κτλ.- να τορπιλίσει τη σχέση της Ελλάδας με την Τουρκία. Αυτό δεν το κάνει τυχαία, αλλά σε μια κρίσιμη διεθνή στιγμή. Το κάνει τη στιγμή που η Δύση, έστω και δειλά, φαίνεται να ορθώνει ένα κάποιο ανάστημα στη νεο­ναζιστική πουτινική Ρωσία, που απειλεί να καταπιεί ολόκληρη, πια, την Ου­κρανία, οπότε αναζη­τάει μια συνεργασία με την Τουρκία, που επίσης από την πλευρά της στέκεται σταθερά- και μάλι­στα ακόμα πιο αποφασιστικά- στο πλευρό της Ουκρανίας.

Αν κατηγορείται ο Δένδιας για κάτι όχι μόνο και όχι κυρίως από τους Τούρκους, αλλά από σύσσω­μο το διεθνή Τύπο και από κάθε λογικό άνθρωπο, δεν είναι γιατί έθεσε τα ζητήματα αυτά στο τρα­πέζι των συζητήσεων, ούτε γιατί τα είχε θέσει 100 φορές ο ίδιος μιλώντας από τη χώρα του και σε όλα τα διεθνή όργανα. Αλλά γιατί χρειάστηκε να επιπλήξει μια ξένη χώρα μιλώντας στο έδαφός της μπροστά στο λαό της, σε μια επίσκεψη που έκανε με ομολογημένο και ανακοι­νωμένο διεθνώς στόχο μια ειρηνική επίλυση των πασίγνωστων αντιθέσεων.

Μια άλλη δικαιολογία γι’ αυτή την προσβλητική και πρωτοφανή συμπεριφορά του Δένδια στην Άγκυρα ήταν ότι εδώ και καιρό οι Τούρκοι, είτε με δηλώσεις είτε με ενέργειες όπως οι έρευνες του Ορούτς Ρεΐς κτλ., είχαν δυναμιτίσει το κλίμα, οπότε χρειαζόταν και από ελληνικής πλευράς μια «ηχηρή απάντηση», όπως αρέσκονται να λένε φουσκώνοντας από εθνική περηφάνια οι κάθε λογής δημοσιολογούντες.

Μα η ελληνική κυβέρνηση είχε ήδη απαντήσει πριν προχωρήσει στο «μακελειό της Άγκυρας» όχι απλά με δηλώσεις, αλλά και με πράξεις. Πόσες φορές δεν την είδαμε να προσπαθεί να απομο­νώσει διπλωματικά την Τουρκία και να συ­μπήξει έναν ευρύτατο αντιτούρκικο Άξονα, που να ξεκινάει από την ΕΕ, να συνεχίζεται στο ΝΑΤΟ και να καταλήγει στο Ισραήλ, την Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα; Μήπως δεν την είδαμε να απαντάει στο τουρκολιβυκό μνημόνιο με το ελληνοαιγυ­πτιακό μνημόνιο; Δεν είδε ο διεθνής Τύπος και όλη η Ευρώπη την ελληνική φρεγάτα που ακολουθ­ούσε κατά πόδας το Ορούτς Ρεΐς να πέφτει πάνω στην τούρκικη φρεγάτα, και κράτησε για λίγο την ανάσα της μη γίνει κανένας πόλεμος;

Επειδή ούτε αυτό το επιχείρημα πείθει οποιονδήποτε παρακολουθεί τις διεθνείς σχέσεις, το κυ­ριότερο επιχείρημα που επικαλέστηκε η ελληνική πλευρά είναι ότι ο Δένδιας «προκλήθηκε». Αυτό κοπανάνε απ’ το πρωί ως το βράδυ τα κα­νάλια της ενστικτώδικης, πια, αντιτούρκικης προπαγάνδας.

Ας δούμε λοιπόν συγκεκριμένα τι ήταν αυτό που «προκάλεσε» τον αγνών προθέσεων Δένδια και δεν άντεξε να μην απαντήσει.

Στην κοινή συνέντευξη Τύπου το λόγο παίρνει πρώτος ο προσκαλών υπουργός Εξωτερικών και μετά ο προσκεκλη­μένος, ώστε να έχει τον τελευταίο λόγο αυτός. Αυτό απαιτεί το διπλωματικό πρωτόκολλο και η στοιχειώδης διπλωματι­κή αβρότητα.

Κατά γενική ομολογία των πιο σοβαρών και αντικειμενικών διεθνών πρακτορείων Τύπου, αλλά και ορισμένων ελλη­νικών ΜΜΕ, «ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας είχε ξεκινήσει νωρίτερα την αρχική τοποθέτησή του σε ήπιους τόνους» (capital.gr, 15 Απρίλη.). Γι’ αυτό άλλωστε και αιφνι­διάστηκε από το μπαράζ του Δένδια. Ήταν κάτι που δεν το πε­ρίμενε σε καμία περίπτωση: «Πολλοί θεώρησαν ότι η επιχειρηματολογία που ανέπτυξε δημόσια ο Νίκος Δένδιας από την Άγκυρα (…) ήταν ένα δημόσιο κατηγορώ πέρα από την συνηθισμένη διπλωματική γλώσσα (…) Η δημόσια απάντηση του Νίκου Δένδια φάνηκε να αιφνιδιάζει τον τούρκο υπουργό Εξωτερικών» (Πρώτο Θέμα, 15 Απρ., ρεπορτάζ του Μάκη Πολλάτου).

 

Η πρόφαση για την «αγανάκτηση» του Δένδια

 

Τι πείραξε λοιπόν τόσο πολύ το Δένδια, αφού η πρωτολογία του Τσαβούσογλου ήταν, κατά γενική ομολογία, σε ήπιους τόνους; Όλοι εδώ λένε ότι αυτό κυρίως που τον πείραξε ήταν η αναφορά του Τσα­βούσογλου σε «τουρκική μειο­νότητα» και όχι σε «μουσουλμανική», όπως ορίζει η Συνθήκη της Λωζάννης. Τι ακριβώς είπε ο Τσαβούσογλου; Δια­βάζουμε: «Μιλήσαμε για την τουρκική μειονότητα που ζει στη Θράκη”όπως είπε ο τούρ­κος ΥΠΕΞ,προσθέτοντας ότι για την ελληνική μειονότητα που ζει εδώ από την πρώτη στιγμή μπορέσαμε να υλοποιή­σουμε βέλτιστες πρακτικές» (...) «Και οι δύο μειονοτικές ομάδες πρέπει να αντιμετωπίζονται με τρόπο που θα οδηγεί σε ευημερία και ειρήνη» (στο ίδιο).

Όπως μπορεί ο καθένας να δει, αυτή η απλή αναφορά του Τσαβούσογλου κάθε άλλο παρά προ­κλητική ήταν. Ίσα-ίσα, αναφέρθηκε και στην ελληνική μειονότητα στην Τουρκία ακριβώς με το όνομά της. Δεν έκανε κάποια αξιολογική κρί­ση για τη συμπεριφορά των ελληνικών κυβερνήσεων απέναντι στην τούρκικη μειονότητα στην Ελλάδα. Άλλωστε, όπως προείπαμε, δεν ήταν αυτό το αντικείμενο της κοινής συνέντευξης Τύπου. Θίχτηκε δηλαδή ο Δένδιας από το χαρα­κτηρισμό «τουρκική»; Μα το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων δεν είναι αυτό που έχει κα­ταδικάσει τις ελληνικές κυβερνήσεις, γιατί δεν επιτρέπουν σε μειονοτικούς συλλόγους να αυτοχα­ρακτηρίζονται τουρκικοί;

Δεν είναι στις προθέσεις του άρθρου αυτού να αποδείξει ότι υπάρχει τουρκική μειονότητα στην Ελλάδα. Όμως θα ήταν παράλογο να δεχτεί κανείς πως η παραπάνω αναφορά του Τσαβούσογλου ήταν αυτή που έκανε το Δένδια έξω φρενών, για τον εξής απλό λόγο.

Γιατί όλη η οργισμένη αντίδραση του Δένδια ήταν στο σύνολό της γραπτή, δηλαδή προετοι­μασμένη από τα πριν, που σημαίνει ότι δεν υπήρξε καμιά αντίδραση, αλλά μια προμελετημένη επίθεση, η οποία έψαξε εκ των υστέρων να βρει μια δικαιολογία.

Άλλωστε, όπως δέχεται το σύνολο των ελληνικών ΜΜΕ, ο Δένδιας δεν ενέργησε αυθόρμητα, αλλά σε προσυνεννόηση με το Μητσοτάκη: «εξαρχής ήταν σαφές ότι η Αθήνα θα στείλει το δικό της σαφές μήνυμα, με δεδομένο ότι η Άγκυρα δεν έκανε “εκπτώσεις” σε ρητορική το προηγούμενο διάστημα προδιαγράφοντας, ουσιαστικά, τις εξελίξεις (…) Η επίσκε­ψη προετοιμάστηκε λεπτομερώς από Μέγαρο Μαξίμου και ΥΠΕΞ, σε κάθε της βήμα» (in.gr, 18 Απριλίου 2021, Αλεξάν­δρα Φω­τάκη).

Ακόμη όμως κι αν υποθέσουμε ότι ο Δένδιας πράγματι αγανάκτησε από το χαρακτηρισμό «τουρκι­κή» για τη μειο­νότητα, τότε θα μπορούσε να κάνει κάτι απλό, και μάλιστα εκτός γραπτού κειμένου, αφού δεν ήξερε από πριν τι θα έλεγε ο Τσαβούσογλου: Θα μπορούσε να πει πως η Συνθήκη της Λωζάννης τη χαρακτηρίζει μουσουλμανική και όχι τουρκική, και να σταματήσει το θέμα εκεί. Αυτό μόνο θα έκανε, αν πράγματι θεωρούσε ότι αυτή ήταν μια πρόκληση, πράγμα που πάντως θα ερ­χόταν σε σύγκρουση με την υπόλοιπη γενικά ενωτικών διαθέσεων πρωτολογία του Τσαβού­σογλου.

Όμως όλοι οι μη υποψιασμένοι παρευρισκόμενοι είδαν με απορία και έκπληξη (και πρώτ’ απ’ όλους ο Τσαβούσογλου) έναν Δένδια να αραδιάζει όλο το κατεβατό αυτών που η Αθήνα θεωρεί τουρκική προκλητικότητα:

«Μίλησε για την εργαλειοποίηση του Μεταναστευτικού στον Έβρο, για τη Συνθήκη της Λωζάννης και τη “μουσουλμανι­κή μειονότητα”, για τις παραβιάσεις των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελ­λάδας και το τουρκολιβυκό μνημόνιο, για τις παραβιάσεις των κυριαρχικών δικαιωμάτων και της κυ­ριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, για το Κυπριακό και τη λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπον­δίας, για την Αγία Σοφία και τη Μονή της Χώρας, για το casus belli, για fake news από συγκεκρι­μένους κύκλους. Τόνισε δε ιδιαίτερα τα μέτρα που είναι στο τραπέζι της ΕΕ, εάν δεν υπάρξει αποκλι­μάκωση, κάτι που “θα σηκώσει” από εδώ και πέρα η Αθήνα» (στο ίδιο).

Αυτό το τελευταίο, κυρίως, ήταν που εξόργισε τον τούρκο ΥΠΕΞ και τον έκανε να απαντήσει στο Δένδια: η απειλή δηλαδή της Ελλάδας για κυρώσεις κατά της Τουρκίας από την ΕΕ. Όταν το λες αυτό δημόσια σε μια κοινή συνέντευ­ξη Τύπου, αναλαμβάνοντας μάλιστα και το ρόλο εκπροσώπου της ΕΕ στη συγκεκριμένη περίπτωση, κάτι για το οποίο δεν έχεις εξουσιοδοτηθεί από την ίδια την ΕΕ (να μιλάς για λογαριασμό της δηλαδή), τότε πρόκειται για διπλωματικό σκάνδαλο πρώτου με­γέθους. Αυτό γιατί απειλείς τη χώρα στην οποία υποτίθεται ότι πήγες για να δείξεις στην ΕΕ ότι δεν θέλεις σύγκρουση μαζί της, ότι, αντίθετα, αυτήν την ΕΕ θέλεις να τη στρέψεις εναντίον της.

Πέρα απ’ αυτό, είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ η τοποθέτηση του Τσαβούσογλου αναλώθηκε σε φι­λοφρονήσεις προ­σωπικά προς τον Δένδια και στη θετική -κατά Τσαβούσογλου πάντα- προοπτική των ελληνοτουρκικών σχέσεων, η «γλώσσα του σώματος» του Δένδια, για όσους πρόσεξαν το βί­ντεο με τις δηλώσεις, και ο τρόπος με τον οποίο μιλούσε ο Δένδιας ήταν: συνεχή ειρωνικά χαμογε­λάκια, κούνημα του δάχτυλου στον εκπρόσωπο μιας γειτονικής χώρας, στιλ εξυπνακίστικο αμφιθε­άτρου του τύπου «οι συνεργάτες σου είναι “βασιλι­κότεροι του βασιλέως” - τη Λωζάννη, αν θυ­μάμαι καλά, την έχει υπογράψει και η Τουρκία. Αυτή είναι η Συνθήκη. Μπορεί να αρέσει στην Τουρκία, μπο­ρεί να μην αρέσει στην Τουρκία - Τα 6 έως 10 μίλια στον αέρα και τη θάλασσα, αν θυμάμαι καλά, ξε­κινάνε το 1930» κτλ.

Όπως δηλαδή διαπιστώνει κανείς, η όλη του στάση ήταν στημένη για καβγά, όπως σωστά παρατή­ρησε ο κεραυνοβο­λημένος Τσαβούσογλου. Ήταν η στάση του προβοκάτορα που πάει επίτηδες να προκαλέσει φασαρία. Δεν ήταν ο θαρ­ραλέος υπερασπιστής των εθνικών δικαίων, όπως παρου­σιάστηκε στο εσωτερικό της χώρας μας, αλλά ο νταής που δεν ορρωδεί προ ουδενός, προκειμένου να υπερασπιστεί τα δίκαια όχι της Ελλάδας, αλλά των πανίσχυρων ανατολικών αφεντικών του, ενώ για να το κάνει αυτό κρύφτηκε μες στα φουστάνια των πιο μεγάλων δυτικών δυνάμεων, που τον περνάνε για φίλο τους. Αυτό το παλικάρι ύψωσε το ανάστημά του επειδή ήξερε ότι δεν θα πάθαινε τίποτα. Την ικα­νότητα να συμπεριφέρεται «ηρωικά» απέναντι σε μεγαλύτερες από το ίδιο δυνάμεις, υποδουλωνόμενο στις μεγαλύτε­ρες κάθε εποχής, την έχει το ελληνικό κράτος στο ιδρυτικό του DNA. Από τότε δηλαδή που το «απελευθέρωνε» και ταυτόχρονα το σκλάβωνε ο τσάρος βάζοντας να πολεμήσουν γι’ αυτό οι μεγαλύτεροι εχθροί του, οι δύο τότε μεγαλύτε­ρες δυτικές δημοκρατίες, η Αγγλία και η Γαλλία.

 

Ο ξένος Τύπος

 

Οι Δυτικοί, ειδικά οι Ευρωπαίοι, που δεν έχουν αντιληφθεί ακόμη με ποιανού το μέρος είναι πραγ­ματικά η Ελλάδα, περίμεναν με αγωνία να δουν να βγαίνει για τα ελληνοτουρκικά αν όχι λευκός καπνός, πάντως μια χαραμάδα αισιοδοξί­ας μπας και κλείσουν τη βαθιά ανοιχτή πληγή τους στην Ανατολική Μεσόγειο. Γιατί καταλαβαίνουν ότι η ελληνοτουρ­κική αντιπαράθεση έχει κλιμακωθεί επικίνδυνα και τείνει να λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, που μπορεί να απειλήσουν και το ΝΑΤΟ και την ΕΕ συνολικά.

Προφανώς δεν ξέρανε τι σημαίνει το ότι το μεγάλο πρότυπο του Δένδια, όπως ο ίδιος με περη­φάνια το έχει παραδε­χτεί, είναι ο τσαρικός ανθύπατος πρώτος κυβερνήτης και τύραννος του ελληνι­κού κράτους Καποδίστριας.

Είναι αλήθεια ότι κάποιοι στη Δύση τον τύπο αυτό τον είχαν υποψιαστεί και στο παρελθόν για αντιευρωπαίο προβο­κάτορα, πριν ακόμη το πρόσφατο επεισόδιο. Σε άρθρο ντόπιας ιστοσελίδας (Newsbrake, 26-8-2020) διαβάζουμε για το γερμανικό περιοδικόSpiegel: «Εξαιρετικά σημαντικός είναι και ο τρόπος με τον οποίο το γερμανικό περιοδικό αντιμετω­πίζει τον έλληνα υπουργό Εξωτερι­κών Νίκο Δένδια. Τον παρουσιάζει σχεδόν σανπολεμοκάπηλο και εμπόδιο για τη συνεν­νόηση Ελ­λάδας-Τουρκίας!“Πώς μπορείς όμως να περιορίσεις την κρίση, όταν κάποιος μιλά όπως ο έλληνας υπουργός Νίκος Δένδιας;”, αναρωτιέται το περιοδικό, επιτιθέμενο σαφώς και συκοφαντικά στον έλ­ληνα υπουργό Εξωτερικών».

Βέβαια, εδώ το περιοδικό άφηνε, λαθεμένα, να εννοηθεί ότι υπήρχε διάσταση απόψεων μεταξύ Μητσοτάκη-Δένδια στο ζήτημα της επιβολής κυρώσεων στην Τουρκία. Δεν επρόκειτο όμως για τί­ποτε άλλο παρά για το γνωστό ρώσικο παιχνίδι του μοιράσματος των ρόλων και για τη γνωστή πλάνη του καλού-κακού ασφαλίτη. Αυτό το παιχνίδι πιάνει στην πολιτικά διχασμένη και αδυνατι­σμένη Δύση, ώστε αυτή να εμπιστεύεται τον πρωθυπουργό Μητσοτάκη και να εκλαμβάνει τον υπουργό του των Εξωτερικών Δένδια σαν έναν πολιτικάντη που θέλει να κάνει καριέρα στον αντιτουρκ­ισμό και κάνει ένα σόου γι’ αυτό, και να νομίζει ότι στην ουσία ακολουθεί τη φιλειρηνική πο­λιτική του προϊσταμένου του.

Βέβαια, το Μαξίμου έσπευσε να διαρρεύσει ότι «Διπλωματικές πηγές ανέφεραν ότι η αντίδραση του Δένδια “ικανοποίη­σε” το Μαξίμου και τη χαρακτήρισαν μονόδρομο έπειτα από ένα χρόνο ακραί­ας έντα­σης και των όσων ειπώθηκαν από τον Τσαβούσογλου» (in.gr, 18 Απρ.). Αλλά και αυτή η διαρροή διαβάστηκε από πολλούς φιλε­λεύθερους φιλοδυτικούς αναλυτές σαν μια απόδειξη ότι, για να αναγκαστεί ο πρωθυπουργός να κα­λύψει τον υπουργό του, σημαίνει ότι κάποια αντίθεση διέρρευσε από την πλευράΜητσοτάκη.

Πάντως, παρόλο που καμιά ευρωπαϊκή κυβέρνηση δεν καταδίκασε τη στάση του Δένδια, σύσσω­μος ο πιο έγκυρος διεθνής Τύπος και τα ειδησεογραφικά πρακτορεία δεν αφήνουν κανένα περι­θώριο παρερμηνείας για το ποιος «ἤρξατο χειρῶν ἀδίκων». Καταγράφουμε αρκετά διεξοδικά τα σχετικά σχόλια μόνο και μόνο για να έχουν οι αναγνώστες μια ει­κόνα για το πόσο πολύ σύσσωμα τα ελληνικά ΜΜΕ, ακόμα και τα οικονομικά πιο φιλελεύθερα, δηλητηριάζουν το λαό με το σοβινι­στικό αντιτουρκισμό τους λέγοντάς του ότι ο Δένδιας απάντησε σωστά σε μια ακόμα τουρκική πρόκληση, χωρίς να του πουν πώς εισέπραξε αυτό το διπλωματικό επεισόδιο η διεθνής κοινή γνώμη.

Οι FinancialTimes στις 15 Απριλίου και σε ανταπόκρισή τους από Αθήνα και Κωνσταντινούπολη αναφέρουν τα εξής: «Κορυφαίοι δι­πλωμάτες της Τουρκίας και της Ελλάδας δια­πληκτίστηκαν δημόσια το απόγευμα της Πέμπτης μετά από γύρο συνομιλιών που αποσκοπούσαν στη μείωση των εντάσεων σχετικά με τις εδαφικές διαφωνί­ες των γειτόνων και τη διχοτο­μημένη νήσο της Κύπρου (...) Σε κοινή τηλεοπτική συ­νέντευξη ο Δέν­διας ανέφερε ότι η Αθήνα στήριξε την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ (...) ωστόσο η Τουρκία έπρεπε πρώτα να “αποκλιμακώσει και να αποφύγει δηλώσεις που θα μπορού­σαν να δυναμιτίσουν τις σχέσεις μας”. (...) “εάν η Τουρκία συνεχίσει να παραβιάζει τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, τότε οι κυ­ρώσεις, τα μέτρα που έχουν τεθεί επί τάπη­τος, θα ξανατεθούν στην ημερήσια διάταξη”. Οι ισχυ­ρισμοί του εξόργισαν εμφανώς τον υπουργό Εξωτερικών της Άγκυρας Μεβλούτ Τσαβούσογλου, ο οποίος κατηγόρησε το Δένδια ότι βγήκε εκτός σεναρίου από ένα “θετικό” μήνυ­μα που είχαν συμ­φωνήσει κατά τη διάρκεια των συνομιλιών κεκλει­σμένων των θυρών και ότι διατύπωσε “εξαιρετι­κά απαράδεκτες κατηγορίες” για να απευθυνθεί στην ελληνική κοινή γνώμη όσο ήταν μπροστά στις κάμερες» (οι υπογραμμί­σεις δικές μας).

Το πρακτορείο Reuters, με ακόμα μεγαλύτερη σαφήνεια για το ποιος έφταιξε, αναφέρει:

«Αναζητώντας τρόπους να αμβλύνουν μήνες έντασης για τις διαφορές τους στην Ανατολική Μεσόγειο, ο έλληνας υπουρ­γός εξωτερικών Νίκος Δένδιας συνάντησε τον τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν και τον τούρκο υπουργό εξωτερικών Με­βλούτ Τσαβούσογλου στην πρώτη συνάντηση για τις δυο πλευρές από τότε που οι δύο στόλοι ήρθαν κοντά στον πόλεμο πέρυσι. Ωστόσο μια αρχικά εγκάρδια ατμόσφαιρα σε μια εμφάνιση μπροστά στα ΜΜΕ μετά από τις δυο συναντήσεις χάλασε όταν ο Δέν­διας είπε ότι οι παραβιάσεις της ελληνικής κυριαρχίας θα αντιμετωπιστούν με κυρώσεις και ο Τσαβούσογλου απέρριψε αυτά τα σχόλια σαν απαράδεκτα».

Ακριβώς στην ίδια γραμμή με του Reuters είναι και η αναφορά του ΑssociatedΡress.

Πάντως, η πολιτικά πιο αποκαλυπτική ανταπόκριση για το ποιος φέρει την ευθύνη του ναυαγίου της κρίσιμης αυτής συνάντησης είναι αυτή του Γαλλικού Πρακτορείου, δηλαδή του επίσημου ειδησεο­γραφικού οργανισμού μιας χώρας που ο πολιτικός της κόσμος στέκεται απέναντι στην ερντογανική Τουρκία. Όπως σημειώνει το πρακτορείο: «οι συνομι­λίες είχαν ως στόχο τη μείωση της έντασης μεταξύ των δύο γειτόνων, μετά από ένα χρόνο αυξημένης έντασης. Η συ­νέντευξη Τύπου ξεκίνησε με συμφιλιωτικό τόνο από τον Τσαβούσογλου για τον πολύ θετικό διάλογο που αναπτύχθηκε μεταξύ των δύο πλευρών, ωστόσο στην τοποθέτηση του Ν. Δένδια τέθηκε μία σειρά ζητημάτων της τουρκικής πολι­τικής που ενοχλούν την Ελλάδα, από τις τουρκικές έρευνες για φυσικό αέριο στην Μεσόγειο έως ζητήματα της ελληνικής ορ­θόδοξης μειονότητας στην Τουρκία και το μεταναστευτικό».

Τέλος, η Deutsche Welle (15-4-2021), που εκφράζει όμως, όπως θα μπορούσε να αναμένει κανείς, τις γενικές δια­θέσεις του Τύπου μιας χώρας που μεσολάβησε να μειώσει τις ελληνοτουρκικές εντάσεις τον τελευταίο χρόνο: «Ο τούρ­κος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου και ο έλληνας ομόλογός του Νίκος Δένδιας συναντήθηκαν στην Άγκυ­ρα σε μια προσπάθεια να εξομαλύνουν μήνες εντάσεων μεταξύ των δύο συμμάχων του ΝΑΤΟ (...) Η συνάντηση ξεκίνησε εγκάρδια, ωστόσο οι δυο άνδρες σύντομα διαπληκτίζονταν ανοιχτά, όταν ο Δένδιας ανέφερε ότι παραβιάσεις της ελλη­νικής κυριαρχίας θα αντιμετωπιστούν με κυρώσεις» (οι υπογραμμίσεις δικές μας).

 

Η πραγματική αιτία της υπολογισμένης έκρηξης Δένδια

 

Νομίζουμε πως είναι αδύνατο να καταλάβει κάποιος γιατί έγιναν όλ’ αυτά, αν δεν δει το συγκεκρι­μένο επεισόδιο στη γενικότερη εικόνα στην οποία εντάσσεται και, κυρίως, τη χρονική στιγμή που επελέγη από την ελληνική πλευρά για να γίνει το επεισόδιο.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη πασχίζει (και σε μεγάλο βαθμό αποτελεσματικά) να δείξει στη Δύση ότι δε χρειάζεται, όπως γινόταν μέχρι προ τινος, να έχει στήριγμα και βοηθό της την Τουρκία (βλέπε βάση Ιντσιρλίκ και γεωγραφική θέση της Τουρκίας) στη νοτιοανατολική Μεσόγειο και γενικότερα στη Μέση Ανατολή, γιατί το ρόλο αυτό μπορεί να τον παίξει κάλλιστα η νατοϊκή και ευρωπαϊκή Ελλάδα, ενώ η Τουρκία φλερτάρει με τον αυταρχισμό και το νεοοθωμα­νισμό και -το χειρότερο- τα τελευταία χρόνια έχει στενές σχέσεις με τη Ρωσία. Γιατί λοιπόν η Δύση να μη στηριχτεί σε μια υποτίθεται δυτική, υποτίθεται δη­μοκρατική και υποτίθεται φιλειρηνική χώρα σαν την Ελλάδα και να απομονώσει ή, έστω, να στρι­μώξει και να συνετίσει την Τουρκία;

Η ρώσικη στρατηγική για το ξωπέταγμα της Τουρκίας από οποιοδήποτε δυτικό θεσμό και την απομόνωσή της από Δύση, Ανατολή και Νότο και τη συνεπόμενη προσφυγή της για προστασία στο νέο φασιστικό Άξονα της Ρωσίας και της Κίνας συνίσταται βασικά στο εξής: στο να σπρώχνουν οι ρωσόδουλες ηγεσίες της Ελλάδας και της Κύπρου βασικά την ΕΕ, στην οποία και οι δύο ανήκουν, αλλά και το ΝΑΤΟ, στο οποίο ανήκει η Ελλάδα, σε όσο γίνεται πιο έντονη σύ­γκρουση με την Τουρκία αξιοποιώντας κυρίως τις ελληνοτουρκικές αντιθέσεις στο Αιγαίο και στην Κύπρο. Όσο ιδιαίτερα η ΕΕ, αλλά σε ένα βαθμό και οι ΗΠΑ, διστάζουν από δικαιολογημένη ανησυχία απέναντι στη Ρωσία να απο­μονώσουν την Τουρκία και να τη στείλουν μια ώρα αρχύτερα στην αγκαλιά του Πούτιν, που τόσο επιδέξια φλερτάρει μαζί της στη Συρία, στη Λιβύη και στο Ναγκόρ­νο Καραμπάχ, τόσο η ελληνική διπλωματία ψάχνει να βρει πατήματα για να οξύνει τον αντιτουρκι­σμό, χωρίς όμως να πολυεκτεθεί ότι προκαλεί εντάσεις.

Σήμερα ωστόσο υπάρχει ένας ιδιαίτερος λόγος, για να χρειάζεται πιο πολύ η Ρωσία την όξυνση των σχέσεων της ΕΕ με την Τουρκία μέσω Ελλάδας: η κρίση της Ουκρανίας, δηλαδή η αναθέρμανση της ρώσικης επιθετικότητας σε αυτό το μέτωπο στο βαθμό που τόσο η ίδια η Ρωσία όσο και η Κίνα βγαίνουν ενισχυμένες από την προώθηση των θέσεών τους, ιδιαίτερα στη Μέση Ανατολή-Αφρική και τον Ειρηνικό, αντίστοιχα, σε συνδυασμό με το οικονομικό δυνάμωμα της Κί­νας μετά την πανδη­μία, σε σχέση με ΕΕ και ΗΠΑ.

Εδώ, στην Ουκρανία κρίνονται κυρίως αυτή τη στιγμή τα διεθνή στρατόπεδα, αν και δεν πρέπει κα­νείς να έχει εμπι­στοσύνη στους συγκεκριμένους χειρισμούς του σκοτεινού προέδρου της Ζελένσκι, τον οποίο η Ρωσία βοήθησε να έρ­θει στην εξουσία. Είναι δηλαδή κανείς με την πλευρά των στοιχειωδών αρχών που πρέπει να διέπουν τις διεθνείς σχέσεις, η σημαντικότερη από τις οποίες είναι ο σεβασμός της εδαφικής ακεραιότητας κάθε χώρας, και εν προκειμένω της Ουκρανίας, από την οποία η Ρωσία έχει αποσπάσει και προσαρτήσει την Κριμαία και επιχειρεί να αποσπάσει το Ντονμπάς (Λου­γκάνσκ, Ντονέτσκ); Ή είναι με την πλευρά του πιο ωμού καταπατητή αυτών των αρχών σε σχέση με κάθε τι το αντίστοιχο -τόσο σε έκταση όσο και σε ωμότητα- έχει συμβεί από τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο ως τα σήμερα σε διεθνές επίπεδο;

Στο καίριο αυτό ζήτημα η Τουρκία, παρά τη δικιά της ένοχη στάση στην Κύπρο*, έχει πάρει από την πρώτη στιγμή με σταθερότητα και σαφήνεια, που δεν την είχαν οι αστοδημοκρατίες των δυ­τικών μονοπωλιστών, το μέρος της Ουκρανί­ας. Μάλιστα είναι η Τουρκία που την έχει προμηθεύσει με πολεμικά ντρόουν, ενώ στο ζήτημα της Κριμαίας έχει πάρει ανοιχτά θέση κατά της προσάρτη­σής της από τη Ρωσία στην πρόσφατη συνάντηση Ζελένσκι-Ερντογάν. Άρα, πρέπει να φάει μια γερή σφαλιάρα, για να επανέλθει στον «ίσιο δρόμο», στη συνδιαλλαγή δηλαδή με τη Ρωσία και, τελικά, στην υποταγή της στον Πούτιν.

Η Ρωσία λοιπόν επιφυλάσσει στην Ελλάδα το ρόλο του πολιορκητικού κριού: όσο η Τουρκία θα αντιστέκεται στον Πούτιν, τόσο η Ελλάδα θα χτυπάει. Αλλά είναι και κάτι άλλο: η προβοκάτσια Δένδια δεν απευθύνεται μόνο στην Τουρ­κία, αλλά και στην Ευρώπη και στο ΝΑΤΟ, γενικά στους Δυτικούς. Είναι δηλαδή σαν να τους λέει: είτε πάτε μαζί με την Τουρκία, οπότε μπαίνω σαν ταύρος στο υαλοπωλείο σας και σας το διαλάω το μαγαζί, είτε έρχεστε μαζί μου, οπότε είστε υποχρεω­μένοι να με στηρίξετε στην αντιπαράθεσή μου με την Τουρκία και να έρθετε κι εσείς σε σύγκρουση μαζί της. Γιατί είναι άλλο να χτυπάει την Τουρκία μόνη της η Ελλάδα, άντε και η Κύπρος, και άλλο να τη χτυπάει όλη μαζί η Ευρωπαϊκή Ένωση, όλο μαζί το ΝΑΤΟ και γενικά όλη μαζί η Δύση.

Δεν μπορούμε να ξέρουμε πώς θα καταλήξει αυτή η διπλωματική μάχη, που κρύβει ένα πολύ ευρύ­τερο θερμό πολεμι­κό μέτωπο. Είμαστε όμως υποχρεωμένοι να επιστήσουμε την προσοχή σε κάθε ενδιαφερόμενο για την ειρήνη στην πε­ριοχή μας και στον κόσμο όλο, και πρώτ’ απ’ όλα στον ελλη­νικό λαό, για το πώς έχουν τα πράγματα και προς τα πού κατευθύνονται. Όταν βλέπουν τον Δένδια να καμαρώνει σαν γύφτικο σκεπάρνι στην Άγκυρα, αντί να φουσκώνουν από περηφάνια, να βλέπουν τον κίνδυνο μιας υποδούλωσης πιο σκληρής από κάθε άλλη που έχει δοκιμάσει ο ελληνι­κός λαός στη σύγχρονη ιστορία του. Μάλιστα να βλέπουν ότι ο Δένδιας, χτυπώντας την Τουρκία με τον τρόπο που το κάνει, δηλαδή εμφανιζόμενος σαν ευρωπαίος τιμωρός της, δυναμώνει τους φασίστες και τους σοσιαλφασίστες μέσα της και τους σπρώχνει στην αγκαλιά του προστάτη κάθε δι­κτατορίας στον πλανήτη, που είναι ο ρωσοκινέζικος νεοναζιστικός Άξονας. Γι’ αυτό στο Δένδια αξί­ζει ο χαρακτηρισμός του προβοκάτορα, και μάλιστα του προβοκάτορα διεθνούς επι­πέδου.

* Η Τουρκία τουλάχιστον πάτησε στην πραγματική ελληνική εθνοκάθαρση των Τουρκοκύπριων από τον ελληνικό και ελληνοκυπριακό σοβινισμό στα 1964-70, ενώ η Ρωσία δεν είχε κανένα τέτοιου είδους πρόσχημα για την Κριμαία, αλλά και για το Ντονμπάς, χώρια που η Τουρκία, τουλάχιστον ως τώρα, δεν έχει επιχειρήσει ούτε έχει διεκδικήσει ανοιχτή προ­σάρτηση του βόρειου κομματιού της Κύπρου.