Η πρώτη είναι εκείνη του παγκόσμιου φαιού και ψευτοκόκκινου φασισμού, του παγκόσμιου τραμπικού, χρυσαυγίτη και κνίτη: σύμφωνα με αυτήν, σε διαφορετικές είναι η αλήθεια παραλλαγές, που δεν αλλάζουν όμως την ουσία της, επιτιθέμενος δεν είναι η Ρωσία, αλλά η Δύση, με τάχα άβουλο όργανό της την Ουκρανία. Οπότε, σε αυτή της την «επίθεση» περικύκλωσης της Ρωσίας, στην οποία αυτή τάχα αμύνεται μέσω της εισβολής της στο ουκρανικό έδαφος, η Δύση έχει αποτύχει. Κι όχι απλά έχει αποτύχει, αλλά έχει οδηγήσει τη Ρωσία να δυναμώσει τους δεσμούς της με την Κίνα, έχοντας ταυτόχρονα ανοίξει μια διαδικασία συνεργασίας και ενότητας όλων των αντιδυτικών δυνάμεων, από το ισλαμοναζιστικό Ιράν των μουλάδων μέχρι τη Βόρεια Κορέα του ρωσόφιλου εθνοφασίστα Κιμ κι από τη χούντα της Μιανμάρ και τις πετρο-μοναρχίες του Κόλπου μέχρι τις νεόκοπες φιλορώσικες δικτατορίες σε Νίγηρα, Μάλι, Μπουρκίνα Φάσο κλπ.
Αυτή η παγκόσμια αντιδυτική ενότητα, σύμφωνα με τους φαιο-«κόκκινους», θα οδηγήσει αργά ή γρήγορα στο τέλος της δυτικής ηγεμονίας, αφού θα σύρει μαζί της τελικά όλες τις αναδυόμενες ενδιάμεσες δυνάμεις (Ινδία, Βραζιλία, Ινδονησία, Τουρκία, Αίγυπτο, Νότια Αφρική κλπ.) και συνολικά τον Παγκόσμιο Νότο, δηλαδή το σύνολο των μη ιμπεριαλιστικών χωρών του Τρίτου Κόσμου, που θα δώσουν ένα καλό μάθημα, υπό την ηγεσία Μόσχας και Πεκίνου, στην αλαζονική και υπερφίαλη ηγεμονιστική Δύση.
Η δεύτερη ανάλυση είναι εκείνη του παγκόσμιου φιλελεύθερου αστισμού, δηλαδή βασικά του δυτικού μονοπωλίου και των διανοουμένων του. Σύμφωνα με αυτήν, χοντρικά, η Ρωσία έχει βαλτώσει στην επίθεσή της στην Ουκρανία, έχει σε γενικές γραμμές απομονωθεί, παρά τις σχέσεις της με διάφορα «κράτη - παρίες» (όπως αποκαλεί η δυτική αστική τάξη τις αντιδυτικές τριτοκοσμικές δικτατορίες, ποτέ όμως τη Ρωσία και την Κίνα) και τελικά κάποια στιγμή, υπό την πίεση των δυτικών οικονομικών κυρώσεων και στο βαθμό που το Πεκίνο θα αποστασιοποιηθεί κάπως για να μη χαλάσει τις οικονομικές του δοσοληψίες με τη Δύση, ο Πούτιν θα παραδεχτεί την ήττα του, θα υποχωρήσει από το ουκρανικό έδαφος και ίσως να πέσει (ή έστω θα παραμείνει, ως ηγέτης ενός μέσης ισχύος «καθεστώτος-παρία», που πάντως δε θα συνιστά απειλή για την Ευρώπη). Οι δε ενδιάμεσες δυνάμεις και ο Παγκόσμιος Νότος θα αποδεχτούν τελικά την ανάγκη να τα έχουν καλά με το ακόμη ηγεμονικό σε χρηματοοικονομικό επίπεδο δυτικό μονοπωλιακό μπλοκ (σχηματικά με τις χώρες της G7) και θα εγκαταλείψουν, έστω ντε φάκτο, την αντικειμενικά φιλορωσική ουδετερότητα που χαρακτηρίζει τις πιο πολλές από αυτές σήμερα.
Μεταξύ των δύο αυτών αναλύσεων, η πρώτη διαστρεβλώνει γκεμπελικά τα δεδομένα ως προς το επιθετικό και το αντικειμενικά αμυνόμενο στρατόπεδο, αλλά αποτυπώνει αρκετά αληθινά τη διαδικασία που έχει τεθεί σε κίνηση από το Φλεβάρη του 2022 και δώθε. Εκείνο το οποίο κρύβει βέβαια είναι ότι η διαδικασία της σύμπηξης του ρωσοκινέζικου νεοναζιστικού Άξονα, που σύντομα έσυρε πίσω του τις επίσης καλά δουλεμένες από τη ρώσικη-σοβιετική διπλωματία υπόλοιπες BRICS, έχει τεθεί σε κίνηση ήδη από το 1989 (συμφιλίωση ΕΣΣΔ - Κίνας λίγες ημέρες πριν τη σφαγή της Τιεν Αν Μεν, με τη συνάντηση Γκορμπατσόφ - Τενγκ Χσιάο Πινγκ στο Πεκίνο) και καθόλου δεν τη γονιμοποίησε κάποια υποτιθέμενη “επιθετικότητα” της Δύσης ενάντια σε Ρωσία και Κίνα. Το αντίθετο μάλιστα: ολόκληρη η μονοπωλιακή καπιταλιστική Δύση γονάτισε μπροστά στους κρουνούς του ρωσικού φυσικού αερίου και της κινεζικής πάμφτηνης (για δεκαετίες) εργατικής δύναμης, ρουφώντας και τα δύο σε τεράστιες ποσότητες και κλείνοντας γι’ αυτό το λόγο τα μάτια στον απάνθρωπο χαρακτήρα των φασιστικών δικτατοριών στις δύο αυτές χώρες, όπως αυτός εκφραζόταν και στο εσωτερικό τους ενάντια σε οποιαδήποτε αντιπολίτευση και στους ρωσικούς κατακτηκτικούς ακρωτηριαστικούς πολέμους (Μολδαβία, Τσετσενία, Γεωργία, Ουκρανία, Συρία).
Αντίθετα η δεύτερη ανάλυση, ενώ αποτυπώνει πιο σωστά τα παγκόσμια στρατόπεδα της αστικής (μισο)δημοκρατίας και του φασισμού, είναι γεμάτη από ιδεαλιστικές αυταπάτες και πνιγμένη στον ιμπεριαλιστικό οικονομισμό - κι αυτό το δείχνουν ανάγλυφα ολοένα και περισσότερες πρόσφατες εξελίξεις.
Οι σταθμοί των BRICS και της G20
Ανάμεσα στις 22 και στις 24 Αυγούστου διεξήχθη στη Νότια Αφρική η σύνοδος κορυφής (δηλ. σε επίπεδο αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων) της ομάδας των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική). Σ’ αυτήν, παρά την απουσία του Πούτιν, δήθεν επειδή υπήρχε περίπτωση οι νοτιοαφρικανικές αρχές να τον συλλάβουν λόγω του εντάλματος σύλληψής του από το διεθνές δικαστήριο της Χάγης (στην πραγματικότητα για να καλυφθούν οι Νοτιοαφρικανοί ηγέτες έναντι της Δύσης και να εμφανιστεί εκεί η Κίνα ως ηγέτης, στο πλαίσιο του μοιράσματος ρόλων μεταξύ Μόσχας και Πεκίνου), οι πέντε συμμετέχοντες μετά από σχεδόν 20 χρόνια λειτουργίας του συγκεκριμένου σχήματος, αποφάσισαν να προσκαλέσουν έξι στρατηγικά επιλεγμένες χώρες του Παγκόσμιου Νότου, συγκεκριμένα τις Αργεντινή, Αίγυπτο, Αιθιοπία, Ιράν, Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Εάν αυτές δεχτούν την πρόσκληση (και καμία δε φαίνεται προς το παρόν να την απορρίπτει), θα αποτελούν μέλη της ομάδας από την 1η Ιανουαρίου 2024.
Για το Ιράν δεν χρειάζεται να γίνει λόγος, αφού ειδικά μετά την εκλογή του ρωσόφιλου ισλαμοφασίστα Ραϊσί στην προεδρία και το πλασάρισμά του ως φαβορί για τη διαδοχή του Χαμενεΐ στη θέση του ανώτατου ηγέτη, δηλαδή του ισόβιου υπερδικτάτορα με ευρύτατες εξουσίες, το καθεστώς της Τεχεράνης έχει βασικά αφήσει στην άκρη τις εθνικιστικές - τριτοκοσμικές ανεξαρτησιακές ταλαντεύσεις μιας μερίδας μουλάδων και ενισχύει ανοιχτά με όπλα το ρωσικό στρατό στην Ουκρανία.
Η Αίγυπτος του ρωσόφιλου χασάπη κάθε δημοκρατικού αντιδικτατορικού κινήματος Σίσι, του πρώτου ηγέτη χώρας στον κόσμο με τον οποίο μίλησε ο πουτινικός εγκάθετος Τραμπ όταν εξελέγη πρόεδρος το 2016, παρά τους ισορροπισμούς της, αφού διατηρεί στρατιωτικές και οικονομικές σχέσεις δεκαετιών με τις ΗΠΑ, έχει αναλάβει σε όλο το τόξο της Μέσης Ανατολής και της βόρειας Αφρικής την προώθηση των ρώσικων θέσεων (εξομάλυνση με τον έτερο χασάπη Άσαντ, υποστήριξη στον πραξικοπηματία Χαφτάρ στη Λιβύη, οργάνωση του πραξικοπήματος Σαγέντ στην Τυνησία, απομόνωση του ισλαμοεθνικιστή Ερντογάν σε συμμαχία με τις «δυτικές» Ελλάδα, Κύπρο, ενάντια στην Τουρκία για να την σπρώξουν όσο γίνεται πιο βαθιά στην αγκαλιά της Ρωσίας).
Η Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα, κυρίως μέσω των προσοδοφόρων συμφωνιών με τη Ρωσία για μείωση της παραγωγής πετρελαίου ώστε να εκτινάσσεται η τιμή του (στο πλαίσιο του καρτέλ πετρελαιοπαραγωγών χωρών OPEC+), αλλά και μέσω της μεσολάβησης της Κίνας για εξομάλυνση των σχέσεών τους με το Ιράν, έχουν περάσει ήδη στις πιο αγαστές σχέσεις που είχαν ποτέ με τον ρωσοκινεζικό Άξονα. Σ’ αυτές έχουν πρωτοστατήσει οι δύο νεόκοποι ισχυροί άνδρες τους, ο εμίρης του Αμπού Ντάμπι και πρόεδρος των Εμιράτων, Μοχάμεντ Μπιν Ζαγέντ Αλ Ναχιάν (γνωστός ως ΜΒΖ) και ο θεωρούμενος ως μαθητής του, ντε φάκτο δικτάτορας της Σ. Αραβίας, διάδοχος του θρόνου Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν (γνωστός ως MBS).
Η Αιθιοπία αποτελεί την έδρα της Αφρικανικής Ένωσης, που την αποτελούν οι 55 ανεξάρτητες χώρες της Αφρικής, χώρα - βαρόμετρο (μαζί με Νιγηρία, Αίγυπτο και Ν. Αφρική) για τη συνολική κατεύθυνση της ηπείρου και, έχοντας ανοιχτό εσωτερικό εμφύλιο μέτωπο στο Τιγκράι, η Ρωσία το έχει εκμεταλλευτεί για να την προσεταιριστεί, όταν η Δύση άσκησε κριτική για τις σφαγές αμάχων στην περιοχή όπου δρούσαν οι αντάρτικες αποσχιστικές δυνάμεις. Οι Ρώσοι σοσιαλιμπεριαλιστές διατηρούν άλλωστε στρατηγικούς δεσμούς με τον αιθιοπικό στρατό και προσβάσεις στον κρατικό μηχανισμό της χώρας από την εποχή της ρωσόδουλης διχτατορίας Μεγκίστου, μεταξύ 1974-1991.
Η δε Αργεντινή, τσακισμένη από τη σαμποταριστική και μετά το 1990 επίσης ρωσόφιλη, κρατικοπαρασιτική ακρίδα του περονισμού, είναι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομική δύναμη της Λατινικής Αμερικής μετά τη Βραζιλία και χώρα-κλειδί για τον προσανατολισμό της ηπείρου.
Περίπου 20 μέρες αργότερα από τη σύνοδο των BRICS, στο Νέο Δελχί της Ινδίας ακολούθησε η σύνοδος κορυφής των G20, δηλαδή των 20 μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου. Σε αυτήν, εκτός του Πούτιν, απουσίασε χωρίς συγκεκριμένη δικαιολογία και ο Σι Τζινπίγνκ, στέλνοντας στη θέση του τον Κινέζο πρωθυπουργό Λι Τσιανγκ. Η απουσία αυτή, καλά μελετημένη για τις ανάγκες του Άξονα, επέτρεψε να ηγεμονεύσει στη σύνοδο ο διοργανωτής (και τάχα αντίπαλος ή έστω ανταγωνιστής της Κίνας) πρωθυπουργός της Ινδίας Ναρέντρα Μόντι, ο οποίος οδηγεί τη χώρα του χρόνο με το χρόνο ολοένα και βαθύτερα στην άβυσσο του ινδουιστικού φασισμού και ρατσισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε μια χώρα 1,3 δισ., περίπου 200 εκατ. Ινδοί μουσουλμάνοι αντιμετωπίζονται όλο και περισσότερο ως πολίτες β’ κατηγορίας, ενώ συχνά σημειώνονται βίαια αντιμουσουλμανικά πογκρόμ, με εκτελεστές (ή τουλάχιστον εμπνευστές) τη φασιστική ινδουιστική παραστρατιωτική «Εθνική Εθελοντική Οργάνωση» (RSS), της οποίας ο Μόντι είναι τιμητικό ισόβιο μέλος και με την οποία το κυβερνών κόμμα του, BJP, έχει στενότατους ιδεολογικούς δεσμούς.
Η Ινδία του Μόντι διατηρεί τις πλέον αγαστές σχέσεις της, κυρίως στον στρατιωτικό τομέα, με τη Ρωσία, από την οποία προμηθεύεται τον μεγαλύτερο όγκο όπλων για το στρατό της, στο όνομα της ρωσοϊνδικής προσέγγισης από τη δεκαετία του 1960. Αυτή είχε ως βάση τις παλιές συνοριακές διαφορές με την τότε σοσιαλιστική Κίνα του Μάο Τσε Τουνγκ (οι οποίες είχαν οδηγήσει σε έναν μίνι πόλεμο το 1962, στον οποίο η χρουστσοφική - μπρεζνεφική ΕΣΣΔ είχε πάρει το μέρος των Ινδών σωβινιστών), αλλά αυτές έχουν κακοφορμίσει από τη νέα ακόμα μεγαλύτερη επιθετικότητα της Κίνας στα χερσαία και κυρίως τα θαλάσσια σύνορά της. Από την έναρξη της πουτινικής εισβολής στην Ουκρανία, η Ινδία του Μόντι αγοράζει καραβιές ρωσικού πετρελαίου σε προνομιακή τιμή, ακυρώνοντας ντε φάκτο τις δυτικές κυρώσεις κατά της Μόσχας και χρηματοδοτώντας έμμεσα τον πόλεμο του Πούτιν, όπως ακριβώς και η Κίνα.
Ταυτόχρονα όμως η διπλωματία του Μόντι «παίζει», πολιτικά και οικονομικά, και με τη Δύση, τόσο από παράδοση, όσο και επειδή διατηρεί ακόμη εξωτερικά τη φόρμα της αστικής δημοκρατίας. Είναι αλήθεια ότι ο Μόντι δεν έχει καταφέρει ακόμη να γίνει ένας ολοκληρωμένος δικτάτορας και πράγματι υπάρχει ακόμη δημοκρατική αντιπολίτευση στη χώρα, κυρίως όπως εκφράζεται από τις δυνάμεις γύρω από το Ινδικό Εθνικό Κογκρέσο. Ακόμη κι αυτό ωστόσο, στο μεγαλύτερο ζήτημα της εποχής μας, τη χιτλερικού τύπου ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ενώ εμφανίζεται ως φανατικά αντι-Μόντι, στηρίζει την υπεραντιδραστική θέση της ουδετερότητας μεταξύ εισβολέα και θύματος (βλ. εδώ).
Έτσι στο τελικό ανακοινωθέν της συνόδου των υπό τον Μόντι G20, και παρά την παρουσία του Μπάιντεν, δεν υπήρξε καμία συγκεκριμένη αναφορά καταδίκης της ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία, παρά μια γενικόλογη επίκληση στην ανάγκη να γίνεται σεβαστή «η εδαφική ακεραιότητα και ανεξαρτησία» όλων των χωρών, καθώς και ο καταστατικός χάρτης του ΟΗΕ. Η λέξη Ρωσία (μέλος και η ίδια των G20) δεν αναφέρθηκε πουθενά στο κείμενο, ενώ σε σχέση με το 2022 είχε αφαιρεθεί το αίτημα η Μόσχα να αποσύρει τα στρατεύματά της από το έδαφος της Ουκρανίας. Επίσης, η Ινδία αρνήθηκε να απευθύνει πρόσκληση στον πρόεδρο της Ουκρανίας Β. Ζελένσκι να απευθυνθεί στη σύνοδο, έστω μέσω τηλεδιάσκεψης, όπως γίνεται σε όλες τις αντίστοιχες διεθνείς συνόδους στις οποίες κυριαρχεί μια στοιχειωδώς δημοκρατική γραμμή καταδίκης της ρωσικής νεοχιτλερικής εισβολής.
Με δυο λόγια, αποτυπώθηκε στους G20 μια σημαντική αλλαγή συσχετισμού δυνάμεων υπέρ της Ρωσίας, αλλά και η μυωπία της εξωτερικής πολιτικής ακόμη και των λιγότερο αντιδραστικών τμημάτων της αμερικανικής αστικής τάξης, που όπως σημειώνει η διεθνής αρθρογραφία, ποντάρουν κυρίως στην Ινδία (και Ινδία αυτή τη στιγμή σημαίνει φασίστας Μόντι) προκειμένου να ανασχέσουν την κινέζικη επιρροή στον Ινδο-Ειρηνικό.
Όπως δήλωσε άλλωστε ο Ινδός υπουργός Εξωτερικών Σ. Τζαϊσάνκαρ, όταν του επισημάνθηκε ότι έναν χρόνο νωρίτερα, στο Μπαλί της Ινδονησίας, η γραμμή των G20 ήταν σαφώς πιο ξεκάθαρα καταδικαστική για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία: “Το Μπαλί ήταν Μπαλί και το Νέο Δελχί είναι Δελχί. Το Μπαλί ήταν ένα χρόνο πριν, η κατάσταση είναι διαφορετική. Πολλά πράγματα έχουν αλλάξει από τότε”.
Την ίδια στιγμή, όπως καταγγέλλει ο Ινδός αρθρογράφος του Bloomberg, Πάνκατζ Μίσρα, Ινδοί αξιωματούχοι ειρωνεύονταν μετά τη λήξη της συνόδου τη Δύση, αναφέροντας ότι δέχτηκε ένα ισχυρό χαστούκι από την Ινδία στη G20 για το ουκρανικό, ενώ ο χώρος του ινδικού διαδικτύου, στο οποίο είναι συνδεδεμένη η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού της χώρας, έχει γεμίσει, εκτός από σοβινοφασιστικού τύπου προπαγάνδα, και με αντισημιτισμό (στο όνομα της πάλης ενάντια στις “ΜΚΟ του Σόρος”), αδιάψευστο σημάδι φασιστικοποίησης μιας χώρας.
Η περικύκλωση μπροστά στα μάτια μας
Η εικόνα που διαμορφώνεται ανάγλυφα από αυτά τα δύο κορυφαίας σημασίας για τους συσχετισμούς ανά τον κόσμο γεγονότα, ακόμη και στα μάτια ενός όχι ιδιαίτερα διεισδυτικού παρατηρητή, είναι ότι τόσο η Ρωσία όσο και η ελάχιστα πια καλυπτόμενη συνεργάτιδά της σε διεθνή κλίμακα Κίνα (ασύγκριτα ισχυρότερη οικονομικά, αλλά ακόμα και σήμερα λιγότερο ισχυρή στρατιωτικά και κυρίως πολιτικο-διπλωματικά σε σχέση με τη Μόσχα), δεν χάνουν φίλους, όπως φαντάζονταν ότι θα συνέβαινε «αυτόματα» μετά την εισβολή στην Ουκρανία οι διανοούμενοι του δυτικού αστισμού.
Αντίθετα, έχοντας πια αφήσει στην άκρη τις υφεσιακές προς τη Δύση προσποιήσεις, έχουν ξεκινήσει για τα καλά την ανοιχτή προετοιμασία του ευρύτατου μετώπου το οποίο ελπίζουν να οδηγήσουν υπό την ηγεσία τους στον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο για την αναδιανομή του πλανήτη. Η εποχή του «ψόφιου κοριού» της Ρωσίας ή των μειοψηφικών τάσεων μέσα στην κινεζική αστική τάξη που τάσσονταν υπέρ της ειρηνικής, οικονομικού τύπου κατάκτησης της παγκόσμιας ηγεμονίας, έχουν περιθωριοποιηθεί. Αυτό εξέφρασε άλλωστε και η κατάργηση των μάξιμουμ δύο πενταετών θητειών στην κινεζική προεδρία, δηλαδή η ανακήρυξη του νεοναζιστή Σι Τζινπίνγκ σε ισόβιο δικτάτορα της Κίνας (κάτι που πρακτικά, αν και όχι ντε γιούρε, έχει κάνει και ο Πούτιν στη Ρωσία).
Δεν υπάρχει πια λατινοαμερικάνος, Άραβας, Αφρικανός ή Ινδός αντιδραστικός αστός ο οποίος να μην παίζει, συνήθως δασκαλεμένος και ενισχυμένος από τον ρώσικο σοσιαλιμπεριαλισμό, με τις ιστορικές μνήμες της ταπείνωσης των συγκεκριμένων εθνών από τις ευρωπαϊκές αποικιοκρατικές δυνάμεις. Και δεν υπάρχει τέτοιο, ετεροχρονισμένο και κάλπικο «αντιαποικιοκρατικό» αίσθημα (που πατάει φυσικά σε πραγματικές ιστορικές μνήμες των λαών) που να μην το εκμεταλλεύεται και να μην το χαϊδεύει η πουτινική Ρωσία και δευτερευόντως, πιο προσεκτικά, η Κίνα του Σι. Μόσχα και Πεκίνο παρουσιάζουν το ενιαίο μπλοκ τους ως ηγέτη και εκπρόσωπο του μετώπου της ιστορικής εκδίκησης για τα παλιά αμαρτήματα και εγκλήματα της Δύσης. Η Ρωσία, ως παλιός ιμπεριαλισμός, είναι υποτίθεται ο μόνος φίλος του Παγκόσμιου Νότου μέσα στον Παγκόσμιο Βορρά (γι’ αυτό και συμμετείχε για χρόνια στους G7, που τότε λέγονταν G8), ο “αντιιμπεριαλιστής” ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές. Η Κίνα, από την πλευρά της, ποζάρει ως ο υποτιθέμενος αρχηγός των μη ιμπεριαλιστικών χωρών, ο ηγέτης (με υπαρχηγό ή συναρχηγό την Ινδία) του, όπως τον αποκαλεί, Παγκόσμιου Νότου. Γι’ αυτό ο Σι Τζινπίνγκ δηλώνει ότι η Κίνα θα είναι για πάντα “αναπτυσσόμενη” και όχι αναπτυγμένη χώρα, παρά το γεγονός ότι σε ΑΕΠ υπολείπεται πια μόνο των ΗΠΑ και κυρίως παρά το ότι είναι μια ιμπεριαλιστική χώρα και μάλιστα χιτλερικού τύπου. Γι’ αυτό δεν αποτελεί μέρος κανενός Νότου, δηλαδή κανενός πραγματικού καταπιεσμένου Τρίτου Κόσμου στον οποίο κάποτε ανήκε η σοσιαλιστική και ακόμα φτωχή, αν και ταχύτατα αναπτυσσόμενη, Κίνα του Μάο Τσε Τουγκ.
Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τον ρόλο του «διεθνούς προστάτη των φτωχών», μέσα από το ιδεολόγημα του «αντινεοφιλελευθερισμού», που το πουλάει κυρίως στη φτωχολογιά των αναπτυγμένων χωρών, που βασανίζεται πράγματι από τις πολιτικές του δυτικού μονοπωλίου, αλλά ταυτόχρονα και του συντηρητικού υπερασπιστή των αξιών “της πατρίδας, της θρησκείας και της οικογένειας” έναντι της αποδοχής των πολλαπλών σεξουαλικών ταυτοτήτων και της μετανάστευσης στη Δύση, με το οποίο κερδίζει κλασικούς δεξιούς συντηρητικούς και φασίστες ανά τον κόσμο, έχουν οδηγήσει τη Ρωσία, τον πολιτικοστρατιωτικό ηγέτη του Άξονα, όχι μόνο να διαθέτει το πιο πλατύ μέτωπο υποστήριξης (στην οποία προσμετράται και η ψευδεπίγραφη «ουδετερότητα») σε διεθνή κλίμακα, αλλά και ένα αρκετά ευρύ φαιο-«κόκκινο» πολιτικό μπλοκ μέσα στις ίδιες τις δυτικές αστοδημοκρατικές χώρες που αποτελούν μετόπισθεν της μαρτυρικής Ουκρανίας. Σημαντικός πυλώνας αυτού του φιλικού προς τον Άξονα μετώπου είναι το φασιστικό τραμπικό ρεύμα μέσα στον πολιτικοστρατιωτικό πυρήνα ισχύος των μη φασιστικών χωρών, τις ΗΠΑ, ενώ σημαντικό ρόλο ετοιμάζονται να παίξουν μέσα στις δύο χώρες - αγκωνάρια της ενωμένης Ευρώπης τα ρωσόφιλα φασιστικά ρεύματα της Λεπέν στη Γαλλία και του AfD στη Γερμανία, που δυναμώνουν γοργά. Οι δε ρωσόφιλοι φασίστες της Ιταλίας, με κύριο ανοιχτό εκπρόσωπό τους τον Σαλβίνι, υποδύονται τους “ανανήψαντες” δυτικούς μέχρι ο συσχετισμός να είναι ευνοϊκός για να εκδηλωθούν ανοιχτά. Ερωτηματικό παραμένει και η “στροφή” της Μελόνι, που από υποστηρίκτρια της ρώσικης κατοχής της Κριμαίας, φίλη της Λεπέν και φανατική αντιευρωπαία, εμφανίζεται πια περίπου ως μια απλή δυτική συντηρητική.
Αυτό το μπλοκ θα ενισχύεται όσο η ενεργειακή τανάλια του σοσιαλιμπεριαλισμού (που περιλαμβάνει και τις απαραίτητες για τις μπαταρίες σπάνιες γαίες της Κίνας) θα σφίγγει, κύρια την ευρωπαϊκή ήπειρο, δημιουργώντας ασφυκτικές συνθήκες ζωής για τη φτωχολογιά της τελευταίας, δηλαδή για την εργατική τάξη και τα φτωχότερα μεσαία στρώματα.
Οι τερατώδεις διαστάσεις που λαμβάνει έτσι η ενεργειακή περικύκλωση της Ευρώπης, με το πέρασμα του συνόλου του Κόλπου και όλης της βόρειας Αφρικής πλην Μαρόκου στο φιλορωσικό μπλοκ, έχει αρχίσει πια και γίνεται αντιληπτή και στους ηγετικούς κύκλους σε Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες. Αυτή η συνειδητοποίηση όμως οδηγεί τις ΗΠΑ και τις ευρωπαϊκές ηγεσίες, μέσα στην απελπισία τους και εξαιτίας των ταξικών κουσουριών τους να παίζουν δίχως αρχές με ξετσίπωτους φασίστες δικτάτορες, όπως π.χ. ο φίλος του Σίσι και του Πούτιν Σαγέντ της Τυνησίας, και ακόμα περισσότερο ο φασιστορατσιστής Μόντι, θεωρώντας ότι με διάφορα ανταλλάγματα οικονομικού χαρακτήρα και διευκολύνσεις θα τους εντάξουν ή θα τους κρατήσουν, έστω ανόρεχτα, στο φιλοδυτικό μέτωπο.
Στην πραγματικότητα, ωστόσο, οι περισσότεροι από αυτούς είναι ανοιχτοί ρωσόφιλοι (ενίοτε και ρωσόδουλοι), που απλώς έχουν διδαχθεί από τη ρωσική διπλωματία το αλάνθαστο και αριστοτεχνικό «ελληνικό» μοντέλο εισοδισμού και προσποίησης: αυτό συνίσταται στη δημιουργία μιας φανατικά αντιδυτικής (και πιο καλυμμένα μεν, αλλά πολύ φιλορωσικής) κοινής γνώμης, την ώρα που η πολιτική ηγεσία του έθνους υποδύεται τον ταλαντευόμενο μεταξύ Ανατολής και Δύσης ή καλύτερα τον ανεξάρτητο αλλά εν τέλει «φιλοδυτικό», που όμως για ιστορικούς, εμπορικούς, πολιτισμικούς κ.ά. λόγους ή λόγω της πίεσης αυτής της αντιδυτικής «κοινής γνώμης» θέλει να διατηρεί ανοιχτούς διαύλους με τη Μόσχα. Αυτό είναι ένα αλάνθαστο μοντέλο από την εποχή του «ψόφιου κοριού», το οποίο αξιοποιεί και τώρα δα στην εποχή της ανοιχτής επίθεσής της η ίδια η Ρωσία.
Οι ΗΠΑ και δευτερευόντως οι ευρωπαϊκές ηγεσίες, πεισμένες ότι η οικονομική τους υπεροχή στο τέλος θα εξουδετερώσει κάθε ταλάντευση, αρκούνται έτσι σε κάθε τυπική και άνευρη διαφοροποίηση παλιών και νεόκοπων ρωσόφιλων φασιστών ηγετών χωρών του Τρίτου Κόσμου από τη Ρωσία, θεωρώντας ότι τελικώς θα τους προσεταιριστούν, ενώ αυτοί στην ουσία “διαφοροποιούνται” κάλπικα από τους Ρώσους σοσιαλιμπεριαλιστές σε συνεννόηση με τη Μόσχα, ώστε και τη Δύση να ταλαντεύουν και τον αντιδυτικισμό να ενσταλάζουν στις μάζες τους εν όψει της μεγάλης, επικείμενης πια, πολεμικής σύγκρουσης.
Σε όλους αυτούς τους νεόκοπους μικροηγεμονιστές, η Ρωσία έχει υποσχεθεί κομμάτι της πίτας από την αναδιανομή του κόσμου, δηλαδή από το μεγάλο γιουρούσι ενάντια στα «κλεμμένα» από τους δυτικούς. Πολλές φορές μάλιστα υπόσχεται το ίδιο κομμάτι πίτας σε περισσότερους από έναν επίδοξους παραλήπτες αφού, όση κι αν είναι η μαεστρία των καγκεμπιτών, δύσκολα μπορούν να συμβιβάσουν τις περιφερειακές φιλοδοξίες π.χ. της Σαουδικής Αραβίας, των Εμιράτων, του Ιράν και της Τουρκίας. Το βασικό σε αυτή τη φάση για τους Ρώσους σοσιαλιμπεριαλιστές είναι να πείσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερα τμήματα των αστικών τάξεων των αναδυόμενων χωρών του Τρίτου Κόσμου να ακολουθήσουν τη Μόσχα και το Πεκίνο στον τυχοδιωκτισμό του πολέμου αναδιανομής, δηλαδή να καταφέρουν να κάνουν τους τριτοκοσμικούς αστούς να ξεπεράσουν τους φόβους τους για τις επιπτώσεις της σύγκρουσης με την πράγματι κυρίαρχη στο χρηματιστικό επίπεδο Δύση.
Όλα τα σφυριά Ρωσίας και Κίνας βαράνε σε αυτή την κατεύθυνση και με αρκετές μάλιστα επιτυχίες, την ώρα που η χαυνωμένη δυτική διανόηση ετοιμάζεται να γράψει για άλλη μια φορά τα ίδια βαρετά άρθρα για το “βάλτωμα” της Ρωσίας στην Ουκρανία, που αποδεικνύει τάχα την αδυναμία του ρωσικού στρατού να διεξαγάγει πόλεμο ενάντια στη Δύση στο μέλλον κλπ. Η πραγματικότητα θα ξυπνήσει αργά η γρήγορα τους πάντες, ωστόσο πολλοί από αυτούς θα κληθούν να αντιμετωπίσουν τις στρατιές των Πούτιν και Σι με τις πιτζάμες που θα φορούν, στο πλαίσιο του οικονομίστικου, κοντόθωρου χρηματιστηριακού ύπνου τους.
[σ.σ. Η περικύκλωση έχει πάρει τέτοιο κατακλυσμικό χαρακτήρα, που τα γεγονότα που την επιβεβαιωνουν διαδέχονται ταχύτατα το ένα το άλλο: την ώρα που τελείωνε η συγγραφή του άρθρου, η Ρωσία χάρισε επί της ουσίας τον θύλακα του Ναγκόρνο Καραμπάχ στο Αζερμπαϊτζάν. Ο θύλακας φυσικά ανήκει συνταγματικά από την εποχή της ΕΣΣΔ στους Αζέρους, ωστόσο λόγω του εθνικά πλειοψηφικά αρμένικου πληθυσμού του ενθαρρύνθηκε από τη Ρωσία να κάνει απόσχιση από το Αζερμπαϊτζάν να κηρύξει ανεξαρτησία ως Αρτσάκ και να φάει κι ένα κομμάτι από το υπόλοιπο Αζερμπαϊτζάν (αυτά τα εδάφη τα πήραν πίσω οι Αζέροι στον πόλεμο του 2020). Τώρα η Ρωσία ταπείνωσε τη σύμμαχό της Αρμενία ωμά για να κερδίσει πιο βαθιά και στρατηγικά τον Αλίεφ, και τον σύμμαχό του, Ερντογάν, και κυρίως να βάλει στρατιωτικά-γεωπολιτικά πόδι στους υδρογονάνθρακες του Αζερμπαϊτζάν. Αυτό δείχνει πόσο αφελής είναι η ευρωπαϊκή γραμμή όταν βασίζεται μακροπρόθεσμα στο Αζερμπαϊτζάν για προμήθειες φυσικού αερίου προκειμένου να αντιμετωπίσει τη Ρωσία. Στη δε ορθόδοξη ως τώρα ρωσόφιλη Αρμενία, οι σωβινιστές θα προσπαθήσουν να χρεώσουν την “απώλεια” του εθνικού επεκτατικού ονείρου, που συνιστούσε το Καραμπάχ, στη δήθεν “φιλοδυτική στροφή” που έκανε τελευταία ο άνθρωπος της Ρωσίας πρωθυπουργός της Αρμενίας Πασινιάν, ακριβώς για να πάρει η Δύση την ευθύνη της δικής του προδοσίας].
Ο δυτικός ιμπεριαλισμός και τα κινήματα στον Παγκόσμιο Νότο για δημοκρατία και ανεξαρτησία
Η τελευταία «μεγάλη ιδέα» στην οποία στηρίζονται οι ΗΠΑ, ως δήθεν αντίβαρο στην κινεζική πρωτοβουλία «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος», είναι ένας νέος οικονομικός - εμπορικός διάδρομος ο οποίος θα συνδέει Ινδία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία, Ισραήλ και Ελλάδα, παρακάμπτοντας την Τουρκία.
Υποτίθεται ότι μέσα από τέτοια μέτρα μειώνεται το οικονομικό ειδικό βάρος και η επιρροή της Κίνας κι έτσι πιέζεται τόσο η ίδια, όσο και η Ρωσία.
Στην πραγματικότητα, φυσικά, όλοι οι σταθμοί της «νέας» διαδρομής είναι, όπως μπορεί εύκολα να παρατηρήσει κανείς από τις πρόσφατες τοποθετήσεις των ηγεσιών τους, κάθε άλλο παρά εχθροί του Πούτιν, αφού όλοι τους ανεξαιρέτως παίζουν μαζί του ή έχουν γίνει υποτακτικοί του, άσχετα με το εάν εκδηλώνουν ανοιχτά ή όχι τη στρατηγική ενότητα μαζί του. Το στέμμα της υποκρισίας σε αυτό το επίπεδο το διατηρεί η Ελλάδα, η κατάληξη του νέου «διαδρόμου», η οποία εμφανίζεται ως η πλέον φιλοδυτική και μάλιστα φιλοαμερικανική χώρα, την ώρα που η «αντιπουτινική» κυβέρνηση του Μητσοτάκη δεν βγάζει άχνα αντιπαράθεσης στην προπαγάνδα Κασιδιάρη, Νίκης, Βελόπουλου, ΣΥΡΙΖΑ, ψευτοΚΚΕ και άλλων ακόμη πιο ανοιχτά-ξετσίπωτα ρωσόδουλων στη χώρα, που από το πρωί ως το βράδυ καταγγέλλουν την αμυνόμενη Ουκρανία ως υπεύθυνη για τον πόλεμο και καλλωπίζουν ως «αμυνόμενα» τα ρώσικα αφεντικά τους. Την ίδια ώρα, Έλληνες εφοπλιστές συνεχίζουν απρόσκοπτα τις μεταφορές ρωσικού πετρελαίου και πουλάνε πετρελαιοφόρα σε αυτήν - κι έτσι άμεσα και έμμεσα τη βοηθάνε να σπάει το δυτικό εμπάργκο, με τον Μητσοτάκη να απειλεί να μπλοκάρει νέες κυρώσεις ενάντια στη Ρωσία μαζί με τον ρωσόδουλο Ορμπάν κάθε φορά που η Ουκρανία επισημαίνει την ανάγκη λήψης μέτρων κατά των συγκεκριμένων ελληνικών εταιρειών. Αυτό το βρώμικο αντιουκρανικό και φιλορώσικο παιχνίδι ελάχιστα γίνεται γνωστό στον Έλληνα αναγνώστη και τηλεθεατή, αφού συχνότατα οι μεταφορείς του ρωσικού ματωμένου πετρελαίου είναι οι ίδιοι που ελέγχουν τα μεγάλα ΜΜΕ της χώρας.
Η αχίλλεια φτέρνα των δυτικών μονοπωλιστών, όπως αυτή εκφράζεται και στην πολιτική των ΗΠΑ και της ΕΕ στην Ελλάδα, σύμφυτη με την ταξική τους φύση, είναι ότι ελάχιστα ενδιαφέρονται για τις διαθέσεις, τις εμπειρίες και τις ιδέες των λαών. Πηγμένοι στην υπεροψία της οικονομικής τους ηγεμονίας (η οποία βρίσκεται κι αυτή σε καθοδική τροχιά), κοιτούν να κόψουν δρόμο κλείνοντας συμφωνίες κορυφής και κλείνουν τα μάτια στα πλήγματα που καταφέρουν στη δημοκρατία (όπου αυτή υπάρχει) και στο αίμα που χύνουν οι νεόκοποι κρυφοί φίλοι της Ρωσίας, αρκεί αυτοί οι τελευταίοι να τους δίνουν μια στάλα ελπίδα ότι «ίσως» συνταχθούν με τη Δύση, ότι θα της παράσχουν ορισμένες εκδουλεύσεις (π.χ Τυνησία - μεταναστευτικό, αντί η Ευρώπη να αναζητήσει συνεργασίες για το θέμα με άλλες μη φιλικές προς τον Άξονα χώρες όπως το Μαρόκο, τη Λιβύη της κυβέρνησης της Τρίπολης και άλλα αφρικανικά έθνη) ή ότι δεν θα ταχθούν σε κάθε περίπτωση ολόπλευρά με το μέρος του ρωσοκινέζικου Άξονα.
Έτσι, οι ηγεσίες ΗΠΑ και Ευρώπης κλείνουν τα μάτια στον φασιστικό-ρατσιστικό αντιμουσουλμανισμό και στο τσάκισμα των δημοκρατικών δομών στο εσωτερικό της Ινδίας, στον πολιτισμικό φασιστικού (και όχι αντιιμπεριαλιστικού) τύπου αντιδυτικισμό που ενσταλάζει ο Μόντι στην πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου, ο οποίος είναι χιλιάδες φορές πιο κομβικής σημασίας από τις μικροδιαφορές συνοριακής διαρρύθμισης με την Κίνα που μπορούν να λυθούν στο λεφτό μέσα από μια συμμαχία Ρωσίας - Ινδίας - Κίνας για το μοίρασμα σφαιρών επιρροής και αργότερα κατοχής στον Ινδο-Ειρηνικό.
Κλείνουν τα μάτια στη δολοφονία του πατριώτη Σαουδάραβα δημοσιογράφου Κασόγκι, που ο νεόκοπος δικτάτορας του παλατιού της Σαουδικής Αραβίας έδωσε εντολή να πεθάνει με μαρτυρικό τρόπο μέσα στο προξενείο της χώρας στην Κωνσταντινούπολη, επειδή ζητούσε σχετική ελευθερία του λόγου (ούτε καν κλασική αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία) και είχε αναπτύξει σχέσεις με αντικαθεστωτικούς δημοκράτες της πιο προοδευτικής πλευράς της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και γενικά ακτιβιστές των social media της σαουδαραβικής διασποράς στη Δύση.
Κλείνουν τα μάτια στην ορμπανοποίηση του Ισραήλ από τον ακροδεξιό Νετανιάχου, ο οποίος όχι τυχαία ανέτρεψε την φιλοουκρανική πολιτική Μπένετ - Λάπιντ, και του οποίου η προσπάθεια να ξεδοντιάσει τα ανεξάρτητα δικαστήρια έχει ξεσηκώσει εδώ και μήνες ένα πρωτοφανές μαζικό δημοκρατικό κίνημα, στο οποίο συμμετέχουν ακόμη και απόστρατοι των ενόπλων δυνάμεων και παλιά στελέχη των υπηρεσιών ασφαλείας, για πρώτη φορά στα 75 χρόνια της ιστορίας της χώρας. Αυτό το κίνημα τα ελληνικά ΜΜΕ και κυρίως η απόλυτα πουλημένη στη Ρωσία ελληνική ψευτοαριστερά το έχουν αποσιωπήσει με σκανδαλώδη τρόπο. Κνίτες και συριζαίοι ρωσόδουλοι δεν διαφέρουν σε τίποτα από την ισλαμοναζιστική Χαμάς, που πανηγύριζε όχι για το κίνημα κατά του φασίστα, τάχα αντιπάλου της, Νετανιάχου, αλλά επειδή “οι εβραίοι τρώγονται μεταξύ τους”. Στην πραγματικότητα, και η ελληνική ψευτοαριστερή Χαμάς των Κουμουνδούρου - Περισσού και η αυθεντική Χαμάς στη Γάζα (που πανηγύριζε με χορούς και τραγούδια την εισβολή Πούτιν στην Ουκρανία) είναι με το Νετανιάχου, αφού έχουν πάρει το μήνυμα της Μόσχας ότι ο τύπος αυτός είναι σύμμαχός της ή ότι σε κάθε περίπτωση παίζει το παιχνίδι της.
Κλείνουν τα μάτια στην απάνθρωπη διχτατορία του Σίσι στην Αίγυπτο, την δεύτερη που, μετά την κινέζικη στην Τιεν Αν Μεν, τόλμησε να σκοτώσει 1000 και πλέον ανθρώπους στο κέντρο της πρωτεύουσάς της μέσα σε μια μέρα επειδή εκείνοι διαμαρτύρονταν ειρηνικά και χωρίς όπλα (Αύγουστος 2013). Διαμαρτύρονταν για την ανατροπή του δημοκρατικά εκλεγμένου προέδρου Μόρσι, ο οποίος προερχόταν από το ρεύμα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και τελικά πέθανε μετά από χρόνια στη φυλακή. Αυτό το ρεύμα, παρά τα αντιφατικά χαρακτηριστικά του, είναι ρεύμα τριτοκοσμικής ανεξαρτησίας που από την εποχή της αντίστασης του στη ρώσικη κατοχή στο Αφγανιστάν (Μασούντ, Ραμπανί) το μισούσε θανάσιμα η σοσιαλφασιστική Ρωσία. Όμως κατάφερε και το έσυρε στο πλατύ αντιΜουμπάρακ μέτωπο για να γκρεμοτσακίσει την παλιά δυτικόφιλη κοσμική (Τυνησία, Αίγυπτος) ή την εθνικιστική τριτοκοσμική (Λιβύη) αστική τάξη, σε συνεργασία με ΗΠΑ - Βρετανία - Γαλλία, και στη συνέχεια πάνω απ’ όλα τσάκισε αυτό, στηρίζοντας τις βάρβαρες “κοσμικές”, τάχα αντιισλαμιστικές δικτατορίες Σίσι, Χαφτάρ, Σαγέντ. Το ίδιο έκανε και στη Συρία, όπου η Μόσχα προσποιήθηκε την σχετικά ουδέτερη μέχρι ο χασάπης Άσαντ, αποδυναμωμένος, να εξελιχθεί σε μαριονέτα-κουίσλιγκ της και στη συνέχεια τον βοήθησε, μαζί με το Ιράν, να τσακίσει κάθε δημοκρατική ή και απλά πατριωτική αντιπολίτευση, ακόμη και με μαζικούς βομβαρδισμούς αμάχων και νοσοκομείων. Αυτούς τους τελευταίους μάλιστα τους πραγματοποίησαν οι ίδιοι οι Ρώσοι με την αεροπορία τους.
Όλα αυτά συμβαίνουν επειδή οι δυτικοί πάλαι ποτέ ηγεμονιστές προσπαθούν να λύσουν στρατηγικά ζητήματα με τον κλασικό αστικό τρόπο, δηλαδή όπως-όπως, με συνεννοήσεις και μικροεκβιασμούς κορυφής, της παλιάς ιμπεριαλιστικής κοπής που έχουν συνηθίσει από την εποχή της πραγματικής ηγεμονίας τους.
Όμως η εποχή έχει αλλάξει, ακόμη και σε σχέση με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σήμερα, στη θέση του παλιών αποικιών, υπάρχουν κυρίαρχα έθνη - κράτη, με τη δική τους αντικειμενική-φυσική τάση για ανεξαρτησία. Ταυτόχρονα οι λαοί του Τρίτου Κόσμου έχουν κινηθεί και στο παρελθόν και θα κινηθούν και εντονότερα αύριο ενάντια στις δικτατορίες που, στο όνομα της τάχα “πάλης” ενάντια στους παλιούς ηγεμόνες του κόσμου, θέλουν να τους οδηγήσουν σε συμμαχία με τα χειρότερα τέρατα του πλανήτη, τους Ρώσους και Κινέζους ναζιστές ιμπεριαλιστές.
Το καλό για τους λαούς, δηλαδή για το ξεκαθάρισμα της συνείδησής τους, είναι ότι η Ρωσία έχει αφήσει στην κύρια πλευρά στην άκρη την τακτική της συμμετοχής και της προσπάθειας απόκτησης ηγεμονίας σε δημοκρατικά κινήματα ενάντια σε τριτοκοσμικούς ανεξαρτησιακούς δικτάτορες. Σταδιακά δηλαδή έχουν τελειώσει τα “ευρω-ρώσικα” κινήματα, όπως εκείνο που είχε ρίξει το φασίστα Μιλόσεβιτς στη Σερβία και είχε μεν ως κινητήρια δύναμη από τα κάτω ΚΑΙ έναν δημοκρατικό κόσμο, αλλά στην ηγεσία του ήταν από τα δεξιά του Μιλόσεβιτς, κατηγορώντας τον ότι δεν πέτυχε τη Μεγάλη Σερβία και έχασε το Κόσοβο. Τότε η τυφλή και ερωτευμένη με τον Γιέλτσιν και τον πρώιμο Πούτιν Δύση χειροκροτούσε τη “δημοκρατική αλλαγή” στο Βελιγράδι, η οποία έφερε μετά από λίγα χρόνια τους ανοιχτούς ρωσόδουλους τσέτνικ του Σέσελι (Νίκολιτς - Βούτσιτς), τρισχειρότερους του Μιλόσεβιτς εθνοεκκαθαριστές, στην εξουσία.
Πλέον η Ρωσία δουλεύει στην κύρια πλευρά για την ήττα τέτοιων κινημάτων, χωρίς απαραίτητα να τα αποτρέπει (π.χ. Λευκορωσία 2020), αλλά προβοκάροντάς τα, αποδίδοντάς τα στη Δύση και χρησιμοποιώντας τα ως μοχλό για να εξαρτάει οριστικά και απόλυτα τους τριτοκοσμικούς δικτάτορες και να τους καθιστά πειθήνιους σε κάθε διεθνή μανούβρα της. Έτσι επιβίωσε ο σοσιαλφασίστας Μαδούρο στη Βενεζουέλα, έτσι επέζησε πολιτικά ο Λουκασένκο, έτσι έγινε μαριονέτα ο Άσαντ, ενώ πρόσφατα η Ρωσία κέρδισε ολόπλευρα και τον Κιμ Γιονγκ Ουν, υποσχόμενη σπάσιμο της ασφυκτικής μοναξιάς του και συνεργασία σε όλα τα επίπεδα με το καθεστώς του, ενώ μέχρι πρόσφατα συμμετείχε, χωρίς να πολυφωνάζει, στην “τανάλια” με την οποία τον περιέσφιγγε η Δύση και τον μαστίγωνε κι εκείνη για να εγκαταλείψει τα πυρηνικά του.
Η Μόσχα δουλεύει επίσης ανοιχτά πια στην Αφρική με αποσπάσματα καραβανάδων που ρίχνουν με πραξικοπήματα το ένα μετά το άλλο -σαν ντόμινο- μη εχθρικά προς τη Δύση καθεστώτα, που έχουν όμως σαπίσει από την πολύχρονη διαφθορά και την αδιαφορία τους για τις γενικές συνθήκες ζωής των λαών τους. Γι’ αυτό και οι λαοί αυτοί ελάχιστα τα υπερασπίζονται, ενώ οι φασίστες ρωσόφιλοι και ρωσόδουλοι πραξικοπηματίες βγάζουν στο δρόμο καμιά δεκάδα χιλιάδες ανθρώπους τη φορά να πανηγυρίζουν για την δήθεν “ήττα” των παλιών αποικιοκρατών, κυρίως των Γάλλων.
Η λύση εδώ, σε όσο βαθμό βέβαια μπορούν να τη δώσουν φυσικά κοντόθωροι πολιτικοί εκπρόσωποι του δυτικού μονοπωλιακού κεφαλαίου, δεν είναι η Δύση να συνεχίσει να παρακαλάει τον κάθε Μόντι, τον κάθε Σαλμάν και τον κάθε σφαγέα Σίσι να πάψει να είναι τόσο “ουδέτερος” μεταξύ της ίδιας και της Ρωσίας και να κλίνει δύο μοίρες περισσότερο “δυτικά”, ώστε ο Πούτιν, τάχα αποκαμωμένος, να εγκαταλείψει την Ουκρανία και τα όνειρα για παγκόσμια ηγεμονία, όπως φαντασιώνονται οι λιγότερο οξυδερκείς μεταξύ της δυτικής διανόησης.
Αντίθετα, ο μόνος δρόμος είναι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη σύνδεση των αναπτυγμένων μη φασιστικών, δηλαδή των αστικών δημοκρατικών χωρών, με τα πατριωτικά-αντιιμπεριαλιστικά και με τα δημοκρατικά κινήματα που αναδύονται και θα αναδύονται ολοένα και συχνότερα στον Τρίτο Κόσμο. Αυτά τα τελευταία αντικειμενικά, όσο οι Νετανιάχου, οι Μόντι, οι Σαλμάν, οι Σίσι και οι πολιτικοί απόγονοι του Μαντέλα της Ν. Αφρικής* θα στοιχίζονται πίσω από τον ρωσοκινέζικο Άξονα, θα παίρνουν ολοένα και περισσότερο μορφή αντιφασιστικών και μάλιστα αντιρωσοκινέζικών κινημάτων, μιας και από τη συμμαχία με τη Ρωσία και την Κίνα θα αντλούν οι ντόπιοι φασίστες καταπιεστές τη δύναμη τους και σε εσωτερικό επίπεδο. Από την άλλη, όμως, και το προλεταριάτο και οι λαοί των δυτικών Δημοκρατιών θα συμπαραστέκονται πιο αποφασιστικά στο μέλλον σε αυτές τις εξεγέρσεις και σε αυτά τα κινήματα στο βαθμό που και στις δικές τους χώρες οι φασίστες και οι σοσιαλφασίστες θα γίνονται πιο επικίνδυνοι και πιο μισητοί και δεν θα επιτρέπουν στους μεσοβέζους μονοπωλιστές που διοικούν τις χώρες τους να συμβιβάζονται με αυτούς στο εσωτερικό και με τους φαιο-”κόκκινους” δικτάτορες και εισβολείς στο εξωτερικό για να εξασφαλίζουν φτηνά μεροκάματα και κέρδη για το χρηματιστικό τους κεφάλαιο. Αυτή είναι μια διαδικασία μακρά σε χρόνο, καθώς αρχικά η αναδιανομή που υπόσχονται Ρωσία - Κίνα θα δώσει τη δυνατότητα για εξαγορά μεσοαστικών και λαϊκών στρωμάτων σε αυτούς τους μεσαίους και μικρούς τραμπούκους, ωστόσο η περίοδος αυτή θα λήξει γρήγορα αν φτάσουμε κοντά στη φωτιά του Γ’ Παγκόσμιου Πολέμου που σχεδιάζει ο Άξονας.
Εάν ο (σχεδόν χωρίς καλύψεις πια) ρωσόδουλος τραμπισμός αλώσει τις ΗΠΑ και η Ευρώπη συνεχίσει να εναποθέτει τη μοίρα της σε χαμόγελα και συνεργασίες με τους ψευτοουδέτερους ρωσόφιλους δικτάτορες για την ασφάλεια και την ενεργειακή της επάρκεια, μόνο μαύρες μέρες ανείπωτου πόνου έρχονται για τους ευρωπαϊκούς λαούς και τον ελληνικό λαό πρώτο ανάμεσά τους.
Τελικά, βέβαια, οι λαοί, τόσο της Δύσης όσο και του Τρίτου Κόσμου, θα βρουν τον δρόμο τους και, όταν ο Άξονας ξεδιπλώσει τη δύναμη και το τελικό του σχέδιο ωμά μπροστά τους, θα ενωθούν και θα δώσουν το αίμα τους ώστε να τον συντρίψουν. Μέσα από αυτή τη διαδικασία θα ξεκαθαρίσουν οριστικά τις σχέσεις τους και με όσους θα έχουν συνεργαστεί ωμά μαζί του, αλλά σε τελική ανάλυση και με όσους τον επώαζαν επί δεκαετίες, χαυνωμένοι από τις “υπέροχες” και προσοδοφόρες οικονομικές δοσοληψίες μαζί του. Η αντιφασιστική πάλη ήταν πάντα σε τελική ανάλυση μια πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό και στον καπιταλισμό που από την πλευρά των κομμουνιστών διεξάγεται με τέτοιο τρόπο ώστε οι μάζες να πείθονται μέσα από την πάλη τους για λευτεριά και δημοκρατία, οπότε και μέσα από την πολιτική πείρα τους, για την ανάγκη να πραγματοποιήσουν την σοσιαλιστική επανάσταση. Ιδιαίτερα οι αντιφασιστικοί αγώνες της νέας σοδειάς που έρχονται, αυτοί ενάντια στους ρωσοκινέζους νεοναζί, θα είναι τέτοιοι ώστε τελικά να γεννήσουν σοσιαλιστικές επαναστάσεις σε πολύ ψηλότερο επίπεδο από τις προηγούμενες ώστε να μην υπάρξουν ξανά οι καπιταλιστικές αντεπαναστάσεις που με κόκκινο μανδύα και με τη βοήθεια των φιλελεύθερων ιμπεριαλιστών της Δύσης γεννήσανε στα 1956 και στα 1978 αντίστοιχα τις νεο χιτλερικές Ρωσία και Κίνα.
*Όσον αφορά τον Μαντέλα, που πολλοί καλοπροαίρετοι άνθρωποι τον θεωρούν προοδευτικό σύμβολο, βλέπε MANTEΛΑ: ΜΕΓΑΛΕΣ ΤΙΜΕΣ-ΜΕΓΑΛΗ ΣΑΠΙΛΑ